Τρίτη 7 Νοεμβρίου 2017

Όροι διαμόρφωσης της Γνωσιολογίας στον βυζαντινό Γεώργιο Παχυμέρη στην Παράφρασή του στην πραγματεία Περί Μυστικῆς Θεολογίας του Διονυσίου Αρεοπαγίτου.(24)

Μεταδιδακτορική έρευνα Ειρήνης Α. Αρτέμη, PhD & MA Θεολογίας Bacs. Θεολογίας & Κλασικής Φιλολογίας

Συνέχεια από: Σάββατο, 14 Οκτωβρίου 2017

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Δ΄:


1. Το καθεστώς των εννοιών στο κείμενο του Παχυμέρη

1.9. Συμβολική θεολογία: «ἐν τῇ Συμβολικῇ Θεολογίᾳ, τίνες αἱ ἀπό τῶν αἰσθητῶν ἐπί τά θεῖα μετωνυμίαι».

Η λέξη «σύμβολον» παράγεται ετυμολογικά από το ρήμα «συμβάλλω», το οποίο σημαίνει θέτω από κοινού, συνάπτω, ενώνω και δεικνύει τη συμμετοχή στο συμβολιζόμενο527. Η ιστορική καί εσχατολογική χρήση των διαφόρων συμβόλων αποτελεί τη γέφυρα επικοινωνίας των πιστών με τον Θεόν. Τα σύμβολα, υλικά, γλωσσικά, νοερά συμβάλλουν και οδηγούν τον άνθρωπο στη γνώση του απρόσιτου Θεού και στη θεωρία Του.

Ο Παχυμέρης αναφέρεται, σε αρκετά σημεία τής Παραφράσεώς του στο Περί της Μυστικής Θεολογίας, στη συμβολική θεολογία. Με τη Συμβολική Θεολογία ο χριστιανός μπορεί να μεταβή από τις ονομασίες των αισθητών σε αυτές των θείων. Βεβαίως τα σύμβολα πρέπει να τα κατανοεί μέσα από την αποφατική μέθοδο τής υπερ-διαλεκτικής συνάντησης μέ τον Θεό528.

Άλλωστε, η συμβολική θεολογία ή άλλως η προσπάθεια να διατυπώνεις λόγο για τον άκτιστο και άϋλο θεό μέσω κτιστών συμβόλων, πραγμάτων ή γλωσσικών όρων, είναι κάτι το σύνηθες από την εποχή του Χριστού. Ο ίδιος ανεφέρετο συχνά στους ακροατές του μέσα από τις συμβολικές παραβολές. Άλλοτε πάλι κήρυττε προβαίνοντας σε χρήση διαφόρων τύπων και συμβόλων της Παλαιάς Διαθήκης.

Η «ακήρατος σοφία», ο Θεός, φανερώνει στούς προφήτες τη
μελλοντική γνώση για την υπόστασή Του μέσα από σύμβολα του παρόντος. Ο φωτισμός της ανθρώπινης διάνοιας από το Άγιο Πνεύμα δίδει την ευκαιρία στο έλλογο όν, τον άνθρωπο να ερμηνεύσει με σαφήνεια και να αποδεχθεί την αλήθεια σύμφωνα με το προφητικό νόημά τους529. Ο άνθρωπος, λοιπόν, αποκτά την αληθινή γνώση για τον Θεό και το θέλημά Του, χωρίς να εκβιάζει το πνευματικό νόημα των αποκαλυπτομένων. Απλώς καλείται να κατανοήσει τα σύμβολα τροφοδοτούμενο τη θεία Χάρη. Βασική προϋπόθεση για την κατάκτηση της αλήθειας είναι ο άνθρωπος να είναι εραστής της θείας γνώσεως και της εν Χριστώ ζωής. Η τελευταία μάλιστα αποτελεί το μέσο για να αποκτήσει ο μυητικά δρων τη θεία Χάρη και έτσι να μπορέσει να κατακτήσει αίσθηση της θείας πραγματικότητας.

Και στο σημείο αυτό, τίθενται οι προϋποθέσεις για να διευκρινισθούν οι αποστάσεις μεταξύ πραγματικότητας και ειδώλων. Τονίζει λοιπόν ο Παχυμέρης πως, εάν οι άνθρωποι απομακρυνθούν από την απάτη των ειδώλων, θα ακολουθήσουν τους νόμους του φυσικού σύμπαντος, δηλαδή όσα έχουν αποκαλυφθεί και έχουν δοθεί από τον Θεό, από την μη υποκείμενη σε εννοιολογικές τεχνολογήσεις παραγωγική προβολή του530. Η διαχεόμενη απολύτως και σε καθολική κλίμακα θεία χάρη θα ενεργοποιήσει διαυγαστικά τον νου τους και θα τους καταστήσει έμπλεους σοφίας και σύνεσης, για να μπορούν να κατανοήσουν εκείνα που θα τους αποκαλυφθούν από τον Τριαδικό Θεό531. Με βάση αυτήν την προϋπόθεση ανοίγονται οι δυνατότητες για να αποκαλυφθεί το μεγαλείο του Θεού, ο Οποίος είναι αόρατος.

Ο επόμενος διαλεκτικός αναβαθμός είναι η συμβολική θεολογία, η οποία αποτελεί το μέσο για να αναχθεί ο άνθρωπος στη γνώση του Θεού, ως γνώση Μυστηρίου. Αυτή υπερέχει του ανθρώπινου λόγου και υπερβαίνει τα όρια της λογικής τού ανθρώπου, αλλά και κάθε άλλης λογικής φύσεως, καθόσον διατηρεί στοιχείο απορρήτου εκ της αναφοράς της στην παντός επέκεινα νου ύπαρξη του Θεού532, ο οποίος όμως, μας ικανώνει τους αναγόμενους ώστε η γνώση αυτή να λαμβάνει χώρα μέσα στα δεδομένα όρια των δυνατοτήτων τοῦ ανθρώπινου λόγου. Όλη αυτή η παρέμβαση βεβαίως συγχρόνως δεν αίρει τους όρους σχετικότητος στους οποίους υπόκειται ο άνθρωπος. Εξάλλου, η περιορισμένη γλωσσική ικανότητα του ανθρώπου αποτυπώνεται κυρίως στις λέξεις – σύμβολα, οι οποίες εκ των πραγμάτων δεν μπορούν να διαμορφώσουν εκφραστικούς όρους αποτύπωσης του θείου533. Η εν λόγω όμως δέσμευση δεν πρέπει να αποτελεί τροχοπέδη στο να αναφερόμεθα στη θεία ύπαρξη, διότι, ακόμα και μέσα από την πτωχεία του λεξιλογίου μας, φανερώνεται ο πλούτος της θείας δόξης534. Έτσι, από τον συμβολισμό των λέξεων και τα διάφορα
άλλα σύμβολα μπορούμε να θεαθούμε τον Θεό ή πιο σωστά να αναγόμεθα όλο και περαιτέρω στη θέα του. Η συμβολική θεολογία βοηθά τον πιστό να γνωρίσει το Θεό διά της αγνωσίας Του, χρησιμοποιώντας συμβολισμούς αντλημένους από το λεξιλόγιο της πεπερασμένης ανθρώπινης γλώσσας535.

Με βάση τα ανωτέρω, ο Ι. Φουντούλης σχολιάζει: «Ο χριστιανισμός δεν ανακάλυψε τα σύμβολα. Χρησιμοποίησε την κοινή πανανθρώπινη αυτή γλώσσα, για να αναγάγει τον άνθρωπο από τα γνωστά στα άγνωστα, από τα αισθητά στα νοητά και από τις εικόνες και τα απομιμήματα, στο αρχέτυπο και άρρητο θείο κάλλος»536. Παράλληλα ο Παχυμέρης δεν φείδεται από το να σημειώνει ότι μέσα από τη συμβολική θεολογία αγόμεθα στην άγνοια περί της θείας γνώσεως. Μέσα από την αποφατική γνωσιολογία τίθενται τα αυστηρά όρια ως σχέσεις – αποστάσεις μεταξύ ανθρώπου – συμβόλων και Θεού537. Τα σύμβολα
λειτουργούν ως ενδιάμεσα και περιλαμβάνουν τόσο την αποκωδικοποίηση του θείου όσο και την δημιουργικότητα του ανθρώπου.

Σημειώσεις
527. H. Liddell - R. Scott, Μέγα λεξικόν της ελληνικής γλώσσης, τ. 4, Αθήναι 1938, σ. 169.
528. Γεωργίου Παχυμέρη, Παράφρασις εἰς τό Περί Μυστικῆς Θεολογίας, PG 3, 1037Β.
529. Αυτόθι, PG 3, 1037-1040.
530. Ισιδώρου Πηλουσιώτη, Ἐπιστ. ΙΙΙ, ΤΙϚ΄ - Ἱεράκι Πρεσβυτέρῳ, PG 78, 980D.
531. Γεωργίου Παχυμέρη, Παράφρασις εἰς τό Περί Μυστικῆς Θεολογίας, 3, PG 3, 1053ΒC.
532. Αυτόθι, PG 3, 1037C.
533. Κυρίλλου Αλεξανδρείας, Κατά Ἰουλιανοῦ, Δ΄, PG 76, 713C.
534. Του ιδίου, Εἰς Ἰωάννην, VII και VIII, Pusey, vol. II, σ. 25915-18 (=PG 74, 29Α).
535. «Οἱ θεολόγοι τὰ μὲν πολιτικῶς καὶ ἐννόμως ἐπισκοποῦσι, τὰ δὲ καθαρτικῶς καὶ ἀχράντως, καὶ τὰ μὲν ἀνθρωπικῶς καὶ μέσως, τὰ δέ ὑπερκοσμίως καὶ τελεσιουργικῶς... Χρῆ τοίνυν καὶ ἡμᾶς, ἀντὶ τῆς δημώδους περὶ αὐτῶν ὑπολήψεως, εἴσω τῶν ἱερῶν συμβόλων ἱεροπρεπῶς διαβαίνειν, καὶ μηδὲ
ἀτιμάζειν αὐτά, τῶν θείων ὄντα χαρακτήρων ἔκγονα καὶ αποτυπώματα, καὶ εἰκόνας ἐμφανεῖς τῶν ἀποῤῥήτων καὶ ὑπερφυῶν θεαμάτων», Διονυσίου Αρεοπαγίτου, Περί τῆς ἐκκλησιαστικῆς ἱεραρχίας, PG 3, 1108BC.

Δεν υπάρχουν σχόλια: