Δευτέρα 16 Νοεμβρίου 2020

Ο ΕΡΩΣ ΤΟΥ ΑΛΚΙΒΙΑΔΗ ΣΤΟ ΣΥΜΠΟΣΙΟ ΤΟΥ ΠΛΑΤΩΝΟΣ. (7)

Συνέχεια από:Τρίτη 27 Οκτωβρίου 2020 

FIORENTINA UNIVERSITAS STUDIORUM.

Ο ΕΡΩΣ ΤΟΥ ΑΛΚΙΒΙΑΔΗ ΣΤΟ ΣΥΜΠΟΣΙΟ ΤΟΥ ΠΛΑΤΩΝΟΣ 

Τού Νικολάου Πατρώζου.

2.4. Παθόντα γνώναι Ι.

          Όταν ο Ερυξίμαχος ζητά από τον Αλκιβιάδη να μιλήσει για τον Έρωτα, αυτός προχωρεί στο εγκώμιο του Σωκράτη. Προκαλεί τον Σωκράτη, λέγοντας : “Αυτός είναι που θα βάλει τα χέρια του πάνω μου, εάν στην παρουσία του, εγκωμιάσω κάποιον άλλον, που δεν είναι ο ίδιος, Θεόν ή άνθρωπο”. Και ο Σωκράτης απαντά, “Σιωπή! Μην λες ανοησίες” και είναι η μοναδική φορά στην ομιλία τού Αλκιβιάδη που ο Σωκράτης φωνάζει κάτι για να τον διακόψει! Αλλά ο Ερυξίμαχος με υπομονή και πονηριά συνεχίζει λέγοντας: “Κάνε όπως καταλαβαίνεις εάν θέλεις. Εγκωμίασε τον Σωκράτη και ο Αλκιβιάδης απαντά : “Νομίζεις ότι με συμφέρει; Να επιτεθώ σ’αυτόν τον άνθρωπο και να τον εκδικηθώ μπροστά σας; ” (214 C-E).

          Είναι προφανές ότι σ’αυτό το χωρίο ο Αλκιβιάδης εγκωμιάζει τον Σωκράτη λέγοντας μόνον την αλήθεια, αλλά το κάνει για να εκδικηθεί γι’αυτό που τού συνέβη. Ο Ερυξίμαχος τού προτείνει να “πει έναν λόγο, τον πιο όμορφο ει δυνατόν, σαν εγκώμιο τού Έρωτος”, αλλά αυτός δεν θέλει να κάνει ένα εγκώμιο στον Έρωτα και “διαλέγει να μιλήσει για μία ιδιαίτερη αγάπη χωρίς ορισμούς ή εξηγήσεις για την φύση κάποιου αφηρημένου πράγματος, αλλά μόνον την ιστορία ενός ιδιαιτέρου πάθους για ένα συγκεκριμένο άτομο. Ζητώντας του να πει έναν λόγο, μας δίνει μία ιστορία τής ίδιας του τής ζωής: την κατανόηση τού έρωτος που πέτυχε μέσω της δικής του εμπειρίας” (M. Nussbaum. Η αδυναμία του αγαθού, Cambridge, 2001, σ.185). Ο Αλκιβιάδης δεν γνωρίζει τον τρόπο ανάπτυξης τής θεωρίας, αλλά την ανάπτυξη τού λόγου με ένα συγκεκριμένο παράδειγμα : και γι’αυτό εγκωμιάζει τον Σωκράτη! Δεν ενδιαφέρεται να ορίσει τί πράγμα είναι ο Θεός του Έρωτος ή να κάνει διακρίσεις ανάμεσα στην αιτία, δηλαδή τον ίδιο τον έρωτα και τα αποτελέσματά του, όπως έκανε προηγουμένως ο Αγάθων! Κατορθώνει να αποφύγει το λάθος που έκαναν οι υπόλοιποι συνδαιτυμόνες, για το οποίο “παρατηρήθηκαν” επίσης από τον Σωκράτη: το λάθος να κάνουμε το καλύτερο δυνατό εγκώμιο, “είναι δεν είναι τα πράγματα έτσι: ακόμη και αν είναι ένα ψέμα, δεν έχει σημασία…” (198 d-e). Ο Αλκιβιάδης κάνει την πιο απλή και αποτελεσματική κίνηση, μιλά για κάτι που έζησε ο ίδιος: εξηγεί αυτό που υπήρξε ο έρως γι’αυτόν, δηλαδή μία εκδοχή τού έρωτος, μία του πλευρά, η οποία δεν μπορεί να τεθεί σε αμφιβολία και γι’αυτό ο Σωκράτης δεν τον διακόπτει ποτέ. Δεν τον διορθώνει για κάποιον λανθασμένο του λόγο! (L. Strauss, Στο Συμπόσιο του Πλάτωνος, Chicago University Press, 2001, σ.282). “

          Αντιθέτως η επιστήμη τού Σωκράτη αφορά τα ερωτικά πράγματα (την πραγματικότητα) και αναφέρεται στα καθόλου: “η σωκρατική έρευνα τών ορισμών που ενσαρκώνουν την επιστήμη είναι - μέσω τών διαλόγων – η έρευνα ενός καθολικού απολογισμού ο οποίος καλύπτει και εξηγεί όλες τις λεπτομέρειες”, (L. Strauss, Στο Συμπόσιο του Πλάτωνος, Chicago…2001, σ. 282). Δηλαδή, έναν τρόπο συγκομιδής, μέσω τού διαλόγου, όλων τών πλευρών, τών εκδοχών τού θέματος τού έρωτος, και ένα μέρος αυτών τών εκδοχών αφορά τα καθαυτά βιώματα, τον τρόπο με τον οποίο παρουσιάστηκε και την επιρροή που απέκτησε στην ζωή κάποιου. Ο Αλκιβιάδης ιδιαιτέρως, τυραννιέται από τον έρωτα, διότι χωρίς να το περιμένει, ο ρόλος του σαν αγαπημένου μεταμορφώνεται σε εκείνον τού εραστού! Προσπαθεί να κατακτήσει τον Σωκράτη, χωρίς να κατορθώσει ποτέ να αλλάξει πραγματικά τον χαλκό με χρυσό (219 α) όπως θα ήθελε! Γι’αυτόν τον λόγο η εμπειρία τού έρωτος που μας διηγείται ο Αλκιβιάδης είναι πικρή και παρομοιάζεται με το δάγκωμα τής οχιάς (217 e). Πολύ διαφορετικά από τον αφηρημένο λόγο (ομιλία) που εξασφαλίζει μία απόσταση ασφαλείας και μία δυνατότητα διάφορων ερμηνειών, η μαρτυρία του Αλκιβιάδη είναι σαφής και φορτωμένη συναισθήματος. Η μεθοδολογία του η οποία συνίσταται στην αμεσότητα τής γνώσεως και τής μάθησης, δείχνει πόσο αυτή η εμπειρία είναι πονεμένη γι’αυτόν-καθώς γίνεται κατανοητό από τις κραυγές πόνου, και από τον δισταγμό του να διηγηθεί αυτή την εμπειρία σε πρόσωπα τα οποία δεν την βίωσαν αυτά τα ίδια (218 α)-Γι’αυτόν τον λόγο ο Αλκιβιάδης ολοκληρώνει την ομιλία του προειδοποιώντας τον Αγάθωνα: “ είναι ανάγκη να μην ξεγελαστείς από αυτόν, αλλά γνωρίζοντας τί συνέβη με μας, να είσαι πολύ προσεκτικός ώστε να μην σου συμβεί, όπως λέει η παροιμία, να μάθεις υποφέροντας σαν ένας βλάκας” (222 b).

          Αυτό που προτείνει ο Αλκιβιάδης με την διήγησή του είναι μία γνώση τού Σωκράτη μέσω ενός είδους πρακτικής συνειδητοποιήσεως: και “αυτό που υπάρχει στην έντονη αντίδραση του νου, της φαντασίας και του συναισθήματος απέναντι σε ιδιαίτερες καταστάσεις” (Nussbaum… σ.1). Και οι τρείς αυτές όψεις αποτελούν μέρος της αλήθειας η οποία αφορά ένα συγκεκριμένο θέμα, ένα συγκεκριμένο άτομο ή μία ηθική επιλογή. Και στο πάθος μάθος του Αλκιβιάδη είναι αυτό που κατορθώνει να μεταφέρει στον αναγνώστη και τίς τρείς “σφαίρες” γνώσεως με κατανοητό τρόπο (ποιο κατανοητό στην πραγματικότητα από το παράδειγμα του Αριστοφάνη, που αφορά πλάσματα ξένα σε μας). Μοιάζει σαν να μας προσκαλεί ο Αλκιβιάδης να “μπούμε μέσα του” για να κατανοήσουμε με ακρίβεια το βίωμα του, το οποίο θα ήταν ίσως ποιο πλούσιο εάν είχε κατορθώσει να πραγματοποιήσει την ανταλλαγή του με επιτυχία. Η αφήγηση του περιέχει μία μεγάλη έκταση και ποικιλία πληροφοριών που δεν είναι δυνατόν να κατανοηθούν μόνο με το μυαλό!

          Για τον Αλκιβιάδη, να ξεκινήσει την ανάβαση τής σκάλας τής Διοτίμας, θα ήθελε να πει να αφήσει κάτι πίσω του. Μένει μαγεμένος από την μοναδικότητα τού Σωκράτη και δεν κατορθώνει να περάσει από τον αισθησιακό έρωτα στον ανθρώπινο έρωτα: να πραγματοποιήσει δηλαδή το άλμα από ένα όμορφο σώμα σε όλα τα όμορφα σώματα (210 α-b) διότι δεν είναι πεπεισμένος ότι “μία φορά που θα ξεκινήσει μία τέτοια διαδρομή θα επιτευχθεί το τελικό αποτέλεσμα, όπως ακριβώς το βεβαιώνει ο Διοτίμα” (J. Stannard, Σωκρατικός έρως και πλατωνική διαλεκτική, “Phronesis”, 4, 1959, σ. 124). Η ομορφιά και η άμεση ευχαρίστηση που γίνονται αισθητά από τα αισθητήρια, είναι γι’αυτόν μία εγγύηση για όλα τα σώματα. Δηλαδή είναι συγκεκριμένα, πραγματικά και πάντοτε κατορθωτά χωρίς αποτυχία. Γι’αυτό ο Αλκιβιάδης καταπιέζεται και θυμώνει, έτοιμος να χτυπήσει ακόμη καί τον Σωκράτη, όταν αυτός ο τελευταίος τον συμβουλεύει με έμμεσο τρόπο, αλλά πειστικά, να εγκαταλείψει αυτή την βεβαιότητα των αισθητηρίων και ότι τα συναισθήματα δεν είναι επαρκή για να φτάσουμε σε ένα νοητό επίπεδο ποιο θεωρητικό!

Συνεχίζεται

Αμέθυστος.

Δεν υπάρχουν σχόλια: