Συνέχεια από Παρασκευή, 27 Νοεμβρίου 2020
30. Ο Στέφανος πάλι, ο μετά Χριστόν πρώτος που μαρτύρησε υπέρ του Χριστού, αφού σήκωσε προς τα πάνω τα μάτια του είδε τους ουρανούς ανοιγμένους και δόξα (λαμπρότητα) Θεού σ’ αυτούς και τον Χρίστον που στεκόταν στα δεξιά του Θεού. Είναι λοιπόν δυνατόν αισθητική δύναμη να φθάνει μέχρι τα επουράνια (υπερουράνια); Αλλ’ όμως αυτός έβλεπε προς τα εκεί από κάτω από τη γη, και το σπουδαιότερο είναι, ότι δεν έβλεπε μόνο τον Χριστό, αλλά και τον Πατέρα του.
Πώς δηλαδή θα έβλεπε στα δεξιά του τον Υιό, αν δεν έβλεπε και εκείνον τον ίδιο;
Βλέπεις ότι βλέπεται ο αόρατος από εκείνους που έχουν κεκαθαρμένη την καρδία, αλλ’ όχι αισθητά, ούτε νοητά, ούτε με αφαιρετικό τρόπο, αλλά με κάποια άρρητη δύναμη;
Γιατί το υπερβολικό ύψος και η δόξα του Πατρός είναι τελείως απλησίαστα στην αίσθηση. Η στάση ήταν συμβολική, όχι η θέα. Αλλά και αυτή η στάση στα δεξιά, αν και είναι σύμβολο του σταθερού και αναλλοίωτου και της μονιμώτατης ιδρύσεως (καθέδρας) της θείας φύσεως, ό,τι ήταν εκείνη, αυτό και βλεπόταν κατά τρόπο άρρητο. Δεν υποκρινόταν δηλαδή ο μονογενής τη στάση του στα δεξιά, για να δείξει με αυτό κάτι άλλο, αλλά βρισκόμενος πάντοτε (αεί ων) στα δεξιά του Πατέρα του, ευδόκησε να αποκαλύψει τη δόξα του, όταν ακόμα ζούσε με τη σάρκα, σ’ όποιον παραδίδει και τη ζωή του (την ψυχή του) για χάρη της δόξας εκείνου. Κατά αφαιρετικό πάλι τρόπο δεν είναι δυνατόν να δει κανείς κάτι ούτε να νοήσει· εκείνος όμως έβλεπε δόξαν Θεού.
Αν όμως η όραση εκείνη ήταν νοητή, ή κατ’ αιτία ή κατ’ αναλογία, και εμείς λοιπόν βλέπουμε ομοίως μ’ εκείνον, γιατί και εμείς αναλογιζόμαστε τη στάση στα δεξιά της μεγαλειότητας στους ουρανούς και την καθέδρα του ενανθρωπήσαντος Θεού.
Και πώς ο μαθητής του Ευαγγελίου δεν το διανοούνταν αυτό πάντοτε και προηγουμένως, αλλά το εννόησε τότε μόνο;
Γι’ αυτό λέγει· «να, βλέπω τους ουρανούς ανοιγμένους και τον Υιό του ανθρώπου να στέκεται στα δεξιά του Θεού».
Και ποιά ανάγκη υπήρχε να ατενίσει αυτός προς τον ουρανό και οι ουρανοί να ανοίξουν, αν η όραση ήταν απλή γνώση, που αποκτάται νοητά;
Πώς λοιπόν είδε αυτά ο πρωτομάρτυρας εκείνος, αν δεν τα είδε ούτε νοητά, ούτε αισθητά, ούτε αποφατικά (κατ’ αφαίρεση) ούτε διανοούμενος τα θεία κατ’ αιτία ή αναλογία;
Θα σου το πω εγώ με παρρησία· πνευματικά, όπως είπα και για εκείνους που βλέπουν το ακήρατο φως μέσω αποκαλύψεως, πράγμα το οποίο είπαν και πολλοί πατέρες προηγουμένως. Και αυτό δίδαξε και ο ίδιος ο θείος Λουκάς, λέγοντας· «όντας (υπάρχων) πλήρης πίστεως και Πνεύματος αγίου ο Στέφανος, αφού σήκωσε τα μάτια του προς τους ουρανούς, είδε δόξαν Θεού». Και συ λοιπόν, αν καταστείς πλήρης από πίστη και άγιο Πνεύμα, θα δεις πνευματικά εκείνα που είναι και στο νου αόρατα· εάν όμως είσαι τελείως κενός (άδειος) από πίστη, δεν θα πιστέψεις ούτε σε εκείνους που βεβαιώνουν ό,τι είδαν. Γιατί, αν έχεις και μέτρια κάπως πίστη, θ’ ακούσεις με ευλάβεια εκείνους που διηγούνται το κατά δύναμιν από την πείρα τους τα απόρρητα, ούτε καταβιβάζοντας αυτά προς τα αισθητά ή τα νοητά, έστω και αν λέγονται με το ίδιο όνομα, και έτσι αγωνιζόμενος εναντίον της αλήθειας ως πλάνης, ούτε αθετώντας (απορρίπτοντας) τη δοσμένη σε εμάς απόρρητη χάριν του Θεού.
31. Κάτι τέτοιο βέβαια είναι και η όλως ιδιαίτερα (εξαίρετως) αληθής ονομαζομένη από τους πατέρες θεωρία και η εγκάρδια ενέργεια της ευχής, η πνευματική θέρμη και ηδονή που προέρχεται από αυτήν και το ευάρεστο δάκρυ που πηγάζει από τη χάρη. Γιατί τα αίτια αυτών καταλαμβάνονται κυρίως με τη νοερή αίσθηση. Και λέγω με την αίσθηση, για το τρανόν και εναργές και τελείως απλανές και αφάνταστον της καταλήψεως, και εκτός από αυτά επειδή και το σώμα μεταλαμβάνει κάπως της χάριτος που ενεργεί μέσα στο νου και μεταρρυθμίζεται μαζί με αυτόν προς αυτήν και λαμβάνει κάποια συναίσθηση του απόρρητου μυστηρίου που ενεργείται μέσα στην ψυχή, και σε εκείνους που βλέπουν από έξω αισθητά αυτούς που κατέχουν αυτά κατά τον καιρόν εκείνον παρέχει κάποια αίσθηση αυτών που ενεργούνται σ’ αυτούς. Έτσι έλαμψε το πρόσωπο του Μωυσή, καθώς η εντός (έσω) λαμπρότητα του νου περιχυνόταν και στο σώμα, και τόσο έλαμψε, ώστε να μη μπορούν να ατενίζουν προς την αφθονία της ακτινοβολίας εκείνης ούτε εκείνοι που έβλεπαν προς αυτόν αισθητά. Έτσι έγινε το αισθητό πρόσωπο του Στέφανου, σαν πρόσωπο αγγέλου· γιατί ο νους του, ερχόμενος ένδοθεν (εσωτερικά), κατά τρόπο αγγελομίμητο και αγγελοπρεπή, σε ένωση με το εγκαθιδρυμένο του παντός (πάνω από όλα) φως κατά απόρρητη μέθεξη, είτε κατ’ επιβολή είτε κατά συγκατάθεση (παραδοχή), έγινε αγγελόμορφος (αγγελοειδής). Έτσι η Αιγυπτία, ή καλύτερα η ουρανία, Μαρία υψώθηκε στα ουράνια προσευχόμενη και κατά το σώμα τοπικά και αισθητά, γιατί, καθώς υψωνόταν ο νους, ανυψώθηκε μαζί και το σώμα, και έχοντας υψωθεί από τη γη, θεάθηκε εναέριο.
1 σχόλιο:
Αχ βρε Αμεθυστε...κάτι τετοιες αναρτήσεις κανεις και ερχόμαστε ξανά και ξανά στο ιστολόγιο...Καλημέρα!.ΑΠ.
Δημοσίευση σχολίου