Συνεχίζεται από: Τρίτη 17 Νοεμβρίου 2020
Εσύ βΠώς η ουσία ενός προσώπου αποκωδικοποιείται και γίνεται εμπόρευμα
«Αφού είχαμε εργαστεί (με τους αλγόριθμους) για κάποιο χρονικό διάστημα, αρχίσαμε να καταλαβαίνουμε, ότι ξέραμε περισσότερα για τους σκοπούς των στόχων μας-πραγματικά περισσότερα- απ’όσα γνώριζαν οι σύζυγοι και στενοί φίλοι τους. Ίσως περισσότερα και από τους ίδιους. Δεν ξέραμε μόνο αν είναι ευτυχισμένοι ή όχι, αλλά και τι τους κάνει να είναι έτσι, και πως συμπεριφέρονται σε κάθε τους διάθεση. Μπορέσαμε να εξετάσουμε την λογική συνέπεια τών θεωρήσεων τους, και να διαπιστώσουμε, αν εξέφραζαν τις ίδιες θέσεις σε διαφορετικούς ανθρώπους. Βλέπαμε ποιος μοιραζόταν γενναιόδωρα την αναγνώριση για την δουλειά του, και ποιος διεκδικούσε για τον εαυτό του την αναγνώριση για τα πάντα, εκτός από την εφεύρεση του ίντερνετ»292.
Βρισκόμαστε τώρα στα έγκατα της μηχανής, και ακούμε υπόκωφα το παράπονο του Ken Binmore, ότι οι άνθρωποι θέλουν να παρουσιάζονται ωραίοι, και απογοητεύονται όταν τους παρομοιάζει κανείς με τον εγωιστικό Mr. Hyde.
Η καλή είδηση για τον Binmore και την παρέα του, είναι το γεγονός ότι, είναι εντελώς αδιάφορο το πως θέλει ο καθένας να βλέπει τον εαυτό του. Είναι εντελώς αδιάφορο, το εάν γράφουμε βιβλία περί αλτρουισμού και κοινωνικού κράτους. Αδιάφορο αν κάποιος βοηθά άλλους. Ας μην ξεχνάμε, δεν αντιφάσκει με τον τρόπο αυτόν προς την θεωρία, αλλά εργάζεται με συνέπεια για το συμφέρον του. Η υπολογιστική μηχανή τού «νούμερο 2», υπολογιστική τής αγοράς, είναι προπονημένη να ανιχνεύει τις μπλόφες. Και από την εποχή που ο Dr. Nash δημιούργησε την εξίσωση ισορροπίας, η μηχανή είναι σε θέση να δει την μπλόφα, ιδιαιτέρως τότε, όταν δεν μπορεί κάποιος να δει τον αντίπαλο του και δεν μπορεί να μιλήσει μαζί του.
Η Charnock περιγράφει πόσο δύσκολο θα ήταν, να καταλάβει κανείς τον «χαρακτήρα» και τους «σκοπούς» των άλλων, εάν μιλούσε μαζί τους. Όπως είδαμε όμως, στον κόσμο του «νούμερο 2» δεν έχουμε να κάνουμε με ψυχολογία. Σκοπός είναι η στρατηγική ανάλυση τής συμπεριφοράς των άλλων, ώστε να καταλάβει κανείς τους δρόμους και τις κινήσεις τού παιχνιδιού, του αδιάκοπα εγωιστικού συμφέροντός τους.
Αυτό ίσως να ακούγεται αφηρημένο για μερικούς. Στην πρακτική εργασία ενός αναλυτικού data-miner, γίνονται πολύ συγκεκριμένα τα λόγια: «Οι άνθρωποι θέλουν να θεωρούνται ευγενικοί και λογικοί, ακόμα και εκείνοι που είναι στην πραγματικότητα κακοί και χολερικοί... εμείς όμως έχουμε ένα μοναδικό πλεονέκτημα. Σπάνια επιτυγχάνουμε τους «σκοπούς» μας. Αντί αυτού μελετούμε ένα αντιπροσωπευτικό μέσο όρο των ηλεκτρονικών τους ιχνών. Μερικά ίχνη βρίσκονται χρόνια πίσω... για τους περισσότερους ανθρώπους, τα ίχνη αυτά αντιστοιχούν σε εκατοντάδες και χιλιάδες στοιχεία δεδομένων.293»
Στον χώρο εργασίας, οι άνθρωποι θέλουν αναγνώριση, επιτυχία, χρήμα, δύναμη. Είναι μια κοινωνική οικονομία η οποία αξιολογείται και μετατρέπεται (υπολογιστικά) με την βοήθεια μιας κοινωνικής φυσικής.
Το «νούμερο 2» όμως, μπορεί όλα αυτά να τα μεταφράσει σε «commodities», σε εμπόρευμα, μπορεί να εφαρμόσει «utilities» (λειτουργίες χρήσης) και να καθορίσει, πώς και σε ποιο βαθμό έχει επιτευχθεί η ισορροπία κατά Nash, στις ψηφιακές επικοινωνίες. Παίζει τον Ψυχρό Πόλεμο, για πάντα, και με το ίδιο πάντα αποτέλεσμα: «Το ψηφιακό εσύ συλλαμβάνεται πολύ πιο συχνά από το πραγματικό εσύ, όταν λέει ψέματα, απατά και κλέβει στον χώρο εργασίας»294, σύμφωνα με την εμπειρία της Elisabeth Charnock.
Έχει σημασία να σημειώσουμε, πως η εταιρία της Elisabeth Charnock, «Cataphora», με τα εργαλεία που διαθέτει, έχει αποκαλύψει πραγματικές απάτες και ψέματα, ακόμα και στα μεγάλα οικονομικά σκάνδαλα. Το ότι μιλά τόσο ανοικτά είναι κατά κάποιον τρόπο αντί-επαναστατικό, και της αξίζει μεγάλος σεβασμός, γιατί μας δείχνει πως λειτουργούν τα συστήματα: στον κάθε ένα και στην κάθε μια, στους οποίους εφαρμόζονται.
Όταν η Cataphora κάνει την έρευνα της, τότε ο εργαζόμενος (περί του οποίου γίνεται η έρευνα) λαμβάνει από τον εισαγγελέα μια Freeze-επιστολή, που του απαγορεύει κάθε ψηφιακή επικοινωνία, όπως και σβήσιμο ή αλλαγή των περιεχομένων τής προηγούμενής του επικοινωνίας. Είναι όμως σαφές, πως οι ίδιες διαδικασίες μπορούν να εφαρμοστούν και σε ζωντανό αντικείμενο, σε πραγματικό χρόνο, και χωρίς διακοπή.
«Τι ξέρει αυτός, που δεν το ξέρω εγώ;» ήταν η ερώτηση ενός χρηματιστή προς τον υπολογιστή του, τον οποίο συναντήσαμε σε ένα από τα προηγούμενα κεφάλαια. Μετά την ανάλυση των πληροφοριών, στο Πεντάγωνο και τα χρηματιστήρια, πληροφορίες που τις συνέλεξαν από αντιπάλους για τους οποίους τόσο λίγα γνωρίζουν, αρχίζει το «κρυφό παιχνίδι», ο μεγάλος ελιγμός, όπου τα πράγματα δεν σημαίνουν πια αυτό που σημαίνουν, αλλά είναι εκεί μόνο για να στέλνουν σήματα, τα οποία προκαλούν ορισμένες, επιθυμητές για τον παίκτη κινήσεις.
Όπως για παράδειγμα εδώ: «το γεγονός ότι το πορτραίτο (του ανθρώπου) μπορεί να ζωγραφιστεί με προγράμματα τού υπολογιστή, δίνει στο όλο πράγμα ένα χαρακτήρα αντικειμενικότητας. Οι δικηγόροι και εισαγγελείς, με τους οποίους συνεργαζόμαστε, χρησιμοποιούν στις δίκες τις αρχαιολογικές μας έρευνες και τα προσωπικά πορτραίτα που δημιουργούμε με τον υπολογιστή... σημαντικοί μάρτυρες και ύποπτοι σε μεγάλες δίκες, αναμένουν συγκεκριμένες ερωτήσεις που σχετίζονται με την υπόθεση. Ο δικηγόρος τους, τούς προετοιμάζει. Αυτό που δεν περιμένουν είναι ερωτήσεις που τους βγάζουν από την ισορροπία, όπως για παράδειγμα, γιατί άλλαξαν τις συνήθειες τους τον τελευταίο καιρό. Με άλλα λόγια, σε μια δίκη που έχει ως αντικείμενο ατύχημα που προκλήθηκε από κάποιο ελαττωματικό προϊόν, αποφασιστική είναι η ερώτηση: "πότε υποπτευτήκατε για πρώτη φορά ότι το προϊόν μπορεί να είναι ελαττωματικό;". Αλλά μια ερώτηση όπως: "Γιατί σταματήσατε να βγαίνετε τίς Παρασκευές με τον James;", ξαφνιάζει και προκαλεί σύγχυση, πράγμα που ο πελάτης μας εκμεταλλεύεται»295.
Στην «οικονομία τού πνεύματος» κανείς δεν έχει τον χρόνο να περιμένει, πότε θα κάνει ο άλλος κάποιο λάθος. Τα λάθη είναι ήδη κάτι που συμβαίνει στην πραγματικότητα. Το είδωλό (στον καθρέφτη) τους στον ψηφιακό εαυτό, είναι οι «αντιφάσεις». Και ο κώδικας δεν αφιερώνεται σε τίποτα τόσο πολύ όσο στην ανακάλυψη και αποκάλυψη των αντιφάσεων.
Στον κόσμο του 20ου αιώνα εξαφανίστηκαν πολλές από τις αντιφάσεις μας, χωρίς να το καταλάβουμε, εμείς και το περιβάλλον μας. Στην οικολογία τής πληροφορίας τού 21ου αιώνα, οι αντιφάσεις είναι αναπόφευκτες. Σε ένα σύστημα καθαρού πνεύματος, όπου οι σκέψεις μεταφέρονται με ένα άγγιγμα, οι σκέψεις καταλήγουν αναγκαίως σε πράξεις και παραβάσεις κανόνων.
Υποτιμά κανείς την ανάλυση, εάν πιστεύει, ότι οι αντιφάσεις αφορούν μόνο διανοητικές ασυμφωνίες. Το software, δεν αναλύει μόνο το λεξιλόγιο, την σύνταξη των προτάσεων, αλλά και συναισθήματα, που αντιφάσκουν προς τις πράξεις, σε ένα άξονα (συντεταγμένων) χρόνου, που αποδίδει το μέτρο καλής και κακής διάθεσης.
Το τι έκανε κάποιος, τι κάνει και τι πρόκειται να κάνει: ο διαμελισμός του ανθρώπου τον καθιστά μια δέσμη αμέτρητων δεδομένων, που στην «οικονομία του πνεύματος» δεν διαθέτει σώμα και ταυτότητα, γίνεται απλώς μια μετοχή, μια επιλογή, ένα Future, το οποίο υπολογίζει το «νούμερο 2» σύμφωνα με μια τιμή, η οποία (τιμή) αποτελείται από διάφορες πλειοδοτήσεις. Όπως οι μηχανικοί τής δεκαετίας του ’30 μετέφρασαν τις επαναλαμβανόμενες κινήσεις των εργατών σε κινήσεις των ρομπότ, έτσι οι κώδικες μεταφράζουν επαναλαμβανόμενα σχήματα σε διακριτά πακέτα πληροφοριών. Επιτρέπουν έτσι όχι μόνο αναλύσεις του παρελθόντος, αλλά και προβλέψεις για το προσωπικό μέλλον.
Στις διάφορες διαδικασίες δημιουργίας μοντέλων, για τους χώρους εργασίας, την κατανάλωση, τις μεγάλες γεωπολιτικές αλλαγές, ο άνθρωπος ήδη ζει σε ένα συγκεκριμένο μέλλον, το οποίο μέλλον, όπως συμβαίνει με τις μετοχές, καθορίζει την αξία στο παρόν, η οποία (αξία), ως αυτοεκπληρούμενη προφητεία διαμορφώνει το μέλλον.
Αυτή η διαδικασία ξεκινά με την γενετική πρόβλεψη ασθενειών και τελειώνει στον χώρο εργασίας, στην εκπαίδευση, και στην παροχή στεγαστικού δανείου. Ακόμα και για αυτό υπάρχει ένα παιχνίδι.
Ο Jeremy Bailenson, από το πανεπιστήμιο Stanford, ονομάζει τα συστήματα αυτά «Veja Du»: στις προσομοιώσεις βλέπουμε τι συμβαίνει με τα σώματα, προϊόντα, ανθρώπους, και από αυτά που βλέπουμε υπολογίζουμε τι θα συμβαίνει στο μέλλον.
Αυτή είναι η μεγάλη μηχανή μετουσίωσης, η οποία δεν κυριαρχεί στα πάντα στην Γερμανία, επειδή, αντίθετα προς την Αγγλία και τις ΗΠΑ, η πραγματική οικονομία μπορεί να παίξει στην Γερμανία ένα ρόλο προσγειωμένης λογικής.
Αν κοιτάξουμε όμως τον αγγλοσαξονικό κόσμο, θα δούμε, πως δεν υπάρχει και μεγάλη διαφορά μεταξύ αυτοματοποίησης τής ανθρώπινης ζωής και των «εργοστασίων χωρίς ανθρώπους» του L. R.Smith. Απλώς, τώρα έχουμε ένα εργοστάσιο αποτελούμενο από ανθρώπινες σκέψεις, όνειρα, ελπίδες, ψέματα και στρατηγικές.
Στον κόσμο του 20ου αιώνα εξαφανίστηκαν πολλές από τις αντιφάσεις μας, χωρίς να το καταλάβουμε, εμείς και το περιβάλλον μας. Στην οικολογία τής πληροφορίας τού 21ου αιώνα, οι αντιφάσεις είναι αναπόφευκτες. Σε ένα σύστημα καθαρού πνεύματος, όπου οι σκέψεις μεταφέρονται με ένα άγγιγμα, οι σκέψεις καταλήγουν αναγκαίως σε πράξεις και παραβάσεις κανόνων.
Υποτιμά κανείς την ανάλυση, εάν πιστεύει, ότι οι αντιφάσεις αφορούν μόνο διανοητικές ασυμφωνίες. Το software, δεν αναλύει μόνο το λεξιλόγιο, την σύνταξη των προτάσεων, αλλά και συναισθήματα, που αντιφάσκουν προς τις πράξεις, σε ένα άξονα (συντεταγμένων) χρόνου, που αποδίδει το μέτρο καλής και κακής διάθεσης.
Το τι έκανε κάποιος, τι κάνει και τι πρόκειται να κάνει: ο διαμελισμός του ανθρώπου τον καθιστά μια δέσμη αμέτρητων δεδομένων, που στην «οικονομία του πνεύματος» δεν διαθέτει σώμα και ταυτότητα, γίνεται απλώς μια μετοχή, μια επιλογή, ένα Future, το οποίο υπολογίζει το «νούμερο 2» σύμφωνα με μια τιμή, η οποία (τιμή) αποτελείται από διάφορες πλειοδοτήσεις. Όπως οι μηχανικοί τής δεκαετίας του ’30 μετέφρασαν τις επαναλαμβανόμενες κινήσεις των εργατών σε κινήσεις των ρομπότ, έτσι οι κώδικες μεταφράζουν επαναλαμβανόμενα σχήματα σε διακριτά πακέτα πληροφοριών. Επιτρέπουν έτσι όχι μόνο αναλύσεις του παρελθόντος, αλλά και προβλέψεις για το προσωπικό μέλλον.
Στις διάφορες διαδικασίες δημιουργίας μοντέλων, για τους χώρους εργασίας, την κατανάλωση, τις μεγάλες γεωπολιτικές αλλαγές, ο άνθρωπος ήδη ζει σε ένα συγκεκριμένο μέλλον, το οποίο μέλλον, όπως συμβαίνει με τις μετοχές, καθορίζει την αξία στο παρόν, η οποία (αξία), ως αυτοεκπληρούμενη προφητεία διαμορφώνει το μέλλον.
Αυτή η διαδικασία ξεκινά με την γενετική πρόβλεψη ασθενειών και τελειώνει στον χώρο εργασίας, στην εκπαίδευση, και στην παροχή στεγαστικού δανείου. Ακόμα και για αυτό υπάρχει ένα παιχνίδι.
Ο Jeremy Bailenson, από το πανεπιστήμιο Stanford, ονομάζει τα συστήματα αυτά «Veja Du»: στις προσομοιώσεις βλέπουμε τι συμβαίνει με τα σώματα, προϊόντα, ανθρώπους, και από αυτά που βλέπουμε υπολογίζουμε τι θα συμβαίνει στο μέλλον.
Αυτή είναι η μεγάλη μηχανή μετουσίωσης, η οποία δεν κυριαρχεί στα πάντα στην Γερμανία, επειδή, αντίθετα προς την Αγγλία και τις ΗΠΑ, η πραγματική οικονομία μπορεί να παίξει στην Γερμανία ένα ρόλο προσγειωμένης λογικής.
Αν κοιτάξουμε όμως τον αγγλοσαξονικό κόσμο, θα δούμε, πως δεν υπάρχει και μεγάλη διαφορά μεταξύ αυτοματοποίησης τής ανθρώπινης ζωής και των «εργοστασίων χωρίς ανθρώπους» του L. R.Smith. Απλώς, τώρα έχουμε ένα εργοστάσιο αποτελούμενο από ανθρώπινες σκέψεις, όνειρα, ελπίδες, ψέματα και στρατηγικές.
Συνεχίζεται
Σημειώσεις
292. Elizabeth Charnock, E-Habits, σ. 6-7.
293. Elizabeth Charnock, E-Habits, σ. 16.
294. Elizabeth Charnock, E-Habits, σ. 21.
295. Elizabeth Charnock, E-Habits, σ. 6.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου