Συνέχεια από: Παρασκευή 6 Νοεμβρίου 2020
Η επίδραση τού Heidegger στον μετανθρωπισμό:
Heidegger, τεχνολογία και μετανθρωπισμός
Ενώ η άποψη τού Wills περί συμβιωτικής
σχέσης ανθρώπου-τεχνολογίας φαίνεται πως είναι θεμελιωδώς διαφορετική από την κριτική
τού Heidegger στον
τρόπο που η πλαισίωση, την οποία επιβάλλει η τεχνολογία, αποκαλύπτει
παραμορφωμένο το ανθρώπινο Είναι, πρέπει να είμαστε προσεκτικοί με τέτοια
βεβιασμένα συμπεράσματα. Οι θέσεις τού Heidegger περί πλαισίωσης που
επιβάλλει η μοντέρνα τεχνολογία, είναι δικαίως διάσημες, με αποτέλεσμα, η
μετανθρωπιστική σκέψη, όπως εκφράζεται με τις θέσεις τού Wills, να εστιάζεται σε αυτές, για να καταδείξει με ποιο τρόπο
διαφέρει η αρχέγονη τεχνολογία (originary technology). Πρέπει όμως να είμαστε προσεκτικοί, και δεν είμαι
βέβαιος αν η μετανθρωπιστική θεωρία είναι προσεκτική, λαμβάνοντας υπόψη, πως η
σκέψη του Heidegger περί τεχνολογίας, δεν μπορεί να μειωθεί μόνο στην έννοια
τής πλαισίωσης. Ο Don Ihde διακρίνει στο σημείο
αυτό μεταξύ τής ύστερης σκέψης τού Heidegger περί τεχνολογίας, όπως αυτή εκφράζεται στο «Περί
τεχνολογίας ερώτημα», και της πρώιμης σκέψης του περί τεχνολογίας, όπως αυτή
εκφράζεται στη διαπραγμάτευση περί προ-χειρότητας στο Είναι και Χρόνος. Ο Ihde ισχυρίζεται λοιπόν
εκεί, πως το πρώιμο έργο του είναι πλουσιότερο σε δυνατότητες που προσφέρει για
τον αναστοχασμό τής σχέσης ανθρώπου και τεχνολογίας (2010: 139). Με τον τρόπο
αυτό, ο Ihde επισημαίνει ένα κλάδο τής μελέτης τού Heidegger, τον οποίο παραβλέπει ο Wills. Μια απλή έκθεση όμως της έννοιας τής προ-χειρότητας, θα
δείξει πάντως, πως ο πρώιμος Heidegger αναπτύσσει μια περί
τεχνολογίας θέση, η οποία έχει εκπληκτική ομοιότητα με αυτήν του Wills.
Ο Heidegger ξεκινά τήν συζήτησή του, σημειώνοντας πως οι άνθρωποι υπάρχουν σε ένα κόσμο αντικειμένων, μέσω των
οποίων δρουν. Είναι σημαντικό να σημειωθεί, πως τα αντικείμενα μαζί με τα οποία
οι άνθρωποι υπάρχουν, παίρνουν δυο μορφές: 1. αντικείμενα πρό-χειρα , τα οποία
απλώς υπάρχουν παθητικά σε κάποιο τόπο «δίπλα» στον άνθρωπο, και 2. διαθέσιμα αντικείμενα,
προς τα οποία ο άνθρωπος στρέφεται με συγκεκριμένο τρόπο, για να τα
χρησιμοποιήσει σε συγκεκριμένη δραστηριότητα (1962:81). Ενώ τα πρό-χειρα
αντικείμενα υπονοούν μια παθητική σχέση προς τα αντικείμενα, τα διαθέσιμα αντικείμενα
συνεπάγονται μια ενεργητική σχέση, στην οποία ο άνθρωπος «χρησιμοποιεί» ένα
αντικείμενο για να επιτύχει ένα σκοπό. Ενώ φαίνεται πως η στάση θέτει εκ νέου
σε ισχύ την εργαλειακή θεώρηση τής τεχνολογίας, το σημείο κλειδί, είναι πως
κατά τη χρήση τών διαθέσιμων στο χέρι πραγμάτων, ο άνθρωπος και το εργαλείο
συντίθενται, κατά κάποιο τρόπο γίνονται ένα. Ο σκοπός τού επιχειρήματος είναι
να δείξει πως το ανθρώπινο είναι ορίζεται από την δραστηριότητα, και η
δραστηριότητα αυτή εξαρτάται από την πραγματοποίηση ορισμένων προγραμμάτων (λήψη
τροφής, νερού, ύπνος), τα προγράμματα αυτά όμως εξαρτώνται από ανθρώπους που «χρησιμοποιούν»
(διάβαζε συντίθενται μαζί τους) εργαλεία προς την επίτευξη των σκοπών αυτών, χωρίς
όμως η χρήση αυτή να περιορίζεται θεματικά. Το σημαντικό σημείο εδώ, είναι πως,
ενώ οι άνθρωποι «χρησιμοποιούν» εργαλεία για να επιτύχουν τα
προγράμματα-σκοπούς τους, η «χρήση» αυτή είναι μη-θεματική, με την έννοια πως οι
άνθρωποι απλώς αναλαμβάνουν την χρήση των εργαλείων αυτών χωρίς κάποιο
υπολογισμό, που είναι εγγενής στην εργαλειοποιημένη χρήση. Με άλλα λόγια, ο Heidegger διακρίνει μεταξύ
«χρήσης» με την έννοια της εργαλειακής λογικής του ανθρωπισμού, κατά την οποία
ο προνομιούχος άνθρωπος αποφασίζει σκεπτόμενος πώς να χρησιμοποιήσει το
εργαλείο για να επιτύχει τους σκοπούς που ελεύθερα διάλεξε, και της «χρήσης»,
με την έννοια της συμβίωσης ανθρώπου-εργαλείου, όπου άνθρωπος, πριν σκεφτεί
παίρνει ένα εργαλείο, για να συμμετάσχει σε μια δραστηριότητα απαραίτητη για να
ζήσει. Εστιάζοντας στην δεύτερη έννοια τής «χρήσης», βρίσκουμε πως «ο Heidegger δείχνει, ότι η
πρωταρχική μας αλληλεπίδραση με τα όντα περνά μέσα από την χρήση τους, από το
ότι στηριζόμαστε σε αυτά με ένα μη-θεματικό (unthematic) τρόπο…κάθε ανθρώπινη πράξη βρίσκεται να κατοικεί εν
μέσω αμέτρητων πραγμάτων που αποτελούν υποστηρικτικό εξοπλισμό» (Harman, 2002:18). Με αυτές τις τοποθετήσεις, ο Heidegger δημιουργεί μια σειρά
συνδέσεων, που όχι απλά προσφέρουν μια διαφορετική προοπτική στις ύστερες
θεωρήσεις του περί τεχνολογίας, αλλά ευθυγραμμίζουν την σκέψη του με την έννοια
τής πηγαίας τεχνολογίας κατά τον Wills. Ο Heidegger μάλιστα ισχυρίζεται, πως
το ανθρώπινο είναι ορίζεται από την πράξη, η οποία εξαρτάται από μια εσώτερη
σχέση με την τεχνολογία. Μια σύνδεση που αποκαλύπτει πως η ανθρώπινη ύπαρξη και
η τεχνολογία συνυπάρχουν σε μια συμβίωση. Ενώ ο ανθρωπισμός διατηρεί μια διαίρεση
ανθρώπου και τεχνολογίας, που συνεπάγεται πως οι άνθρωποι 1) έχουν μια καθαρά
εργαλειακή σχέση με την τεχνολογία, και 2) μπορούν να ζήσουν χωρίς την
τεχνολογία, εφόσον η χρήση της τεχνολογίας από τον άνθρωπο φαίνεται πως
εξαρτάται από τους ελεύθερα επιλεγμένους σκοπούς του, η τοποθέτηση του Heidegger από την άλλη, περί
διαθεσιμότητας-στο-χέρι, μπορεί να αναγνωσθεί πως υποδεικνύει, ότι η υπαρκτική
επιβίωση του ανθρώπινου είναι εξαρτάται από την χρήση εργαλείων, για την
επίτευξη προγραμμάτων, που θα του επιτρέψουν να υπάρξει στον κόσμο. Με άλλα
λόγια, οι άνθρωποι δεν επιλέγουν να χρησιμοποιήσουν την τεχνολογία, αλλά η
ανθρώπινη σωματικότητα (embodiment) είναι βυθισμένη μέσα σε αυτή, η οποία αποτελείται από
και σχετίζεται συμβιωτικά με την τεχνολογία.
Εξελίσσοντας τις τοποθετήσεις αυτές, ο Andy Clark εστιάζει στο θέμα από την προοπτική 1) τής τεχνολογίας, και δείχνει πως η αντίληψη περί τεχνολογίας ως στατικού, παθητικού «πράγματος», που αντιτίθεται στην ανθρώπινη ύπαρξη, είναι απλώς απατηλή, καθώς υπάρχουν πολλές τεχνολογίες που ενσωματώθηκαν στην λειτουργία της ανθρώπινης ζωής. Και 2), από την προοπτική τής ανθρώπινης ύπαρξης, για να δείξει πως η θέση του ανθρωπισμού για την ανθρώπινη ύπαρξη, την οποία θεωρεί ως μία λογική, απο-σωματοποιημένη, υπερβατική διάνοια, αποτυγχάνει να αντιληφθεί τους τρόπους με τους οποίους το ανθρώπινο σωματοποιείται, όπου η σωματοποίηση (embodiment) συνδέεται πολύ στενά με το μη-ανθρώπινο. Κατά συνέπεια επαναλαμβάνει, μακριά από το να είμαστε προνομιούχοι χρήστες παθητικών τεχνολογιών, είμαστε πέρα για πέρα τεχνολογικά όντα, που υπάρχουν σε μια αναδυόμενη (emergent), συμβιωτική σχέση με ένα «εξωτερικό», τεχνολογικό κόσμο. Για να προεκτείνει την επισήμανση του, διακρίνει μεταξύ θολών και διάφανων σχέσεων προς την τεχνολογία. Μια θολή σχέση υφίσταται όταν «διακρίνουμε σαφώς και διαρκώς μεταξύ χρήστη και τεχνολογίας» (Clark 2003: 37). Αυτή είναι μια άποψη που προκύπτει από την αντίληψη που έχει ο ανθρωπισμός για την σχέση ανθρώπου τεχνολογίας. Για τον Clark όμως υπάρχει μια πολύ πιο θεμελιώδης, διάφανη σχέση προς την τεχνολογία, που είναι, από πολλές απόψεις η «ουσία» της σχέσης ανθρώπου-τεχνολογίας. Καθρεφτίζοντας τήν περί διαθεσιμότητας-στο-χέρι διαπραγμάτευση του Heidegger, ο Clark εξηγεί πως η διάφανη σχέση υφίσταται, όταν μέσω μιας δραστηριότητας, εξαφανίζεται η διάκριση μεταξύ του «εαυτού μου» και του τεχνολογικού αντικειμένου που «χρησιμοποιώ», και δια του αντικειμένου αυτού γίνομαι (στο ίδιο σημείο). Με άλλα λόγια, υπάρχει μια συμβίωση μεταξύ ανθρώπου και τεχνολογίας, όπου εξαφανίζεται η διάκριση ανθρώπου-τεχνολογίας, καθώς συντίθενται σε ένα υβρίδιο ανθρώπου-τεχνολογίας. Δίνει το παράδειγμα του συγγραφέα, ο οποίος όταν γράφει προσπαθεί μέσω της πένας/πληκτρολογίου να εστιαστεί μόνο σε αυτό που γράφει, αλλά ο Clark παραθέτει και μια σειρά από άλλα παραδείγματα, όπως τα κοχλιακά εμφυτεύματα, βλαστικά κύτταρα και πρόσθετα μέλη, για να δείξει πως άνθρωπος συνδέεται στενά με την τεχνολογία, και πως η σχέση αυτή είναι διάφανη, εφόσον οι άνθρωποι «χρησιμοποιούν» την τεχνολογία διαρκώς με μη-θεματικό τρόπο, απλώς για να ζήσουν (στο ίδιο, 195). Ως συνέπεια, δεν γινόμαστε cyborgs, αλλά είμαστε «γεννημένοι εκ φύσεως cyborgs». Από την «φύση» μας δηλαδή δεν διακρινόμαστε από την τεχνολογία, μια σχέση που εξασφάλισε την εξελικτική μας επιβίωση.
Επειδή όμως ο Clark αμφισβητεί την
εργαλειακή, ανθρωποκεντρική αντίθεση μεταξύ ανθρώπινης ύπαρξης και τεχνολογίας,
και κάνοντας το αυτό, έχει την λεπτότητα να αναγνωρίσει, πως η αμφισβήτηση αυτή
θα οδηγήσει σε αλλαγές τής εμπειρίας που έχουμε για τον κόσμο. Γνωρίζει επίσης
δεν θα είναι όλες οι αλλαγές προς το καλύτερο, και εκφράζεται ως εξής: «αν το
αντιλαμβάνομαι σωστά -αν δηλαδή η βασική μας ανθρώπινη φύση είναι νά προσαρτούμε,
να εκμεταλλευόμαστε, να ενσωματώνουμε μη βιολογικά πράγματα βαθιά στα διανοητικά
μας σχήματα- τότε το ερώτημα δεν είναι εάν θα πάρουμε αυτό τον δρόμο, αλλά με
ποιους τρόπους τον σμιλεύουμε και διαμορφώνουμε ενεργητικά. Βλέποντας τους
εαυτούς όπως στ’ αλήθεια είναι, αυξάνουμε τις πιθανότητες, να είναι καλές οι
μελλοντικές μας βιοτεχνολογικές ενώσεις (Clark, 2003: 198). Με τον τρόπο αυτό, ο Clark όχι μόνο επιβεβαιώνει
την δυαδική λογική του ανθρωπισμού («καλές» και «κακές» συνέπειες), αλλά
σημειώνοντας πως ο άνθρωπος μπορεί να επιλέξει πως θα χρησιμοποιήσει τα «μη
βιολογικά πράγματα», με τα οποία συνδέεται στενά, επικυρώνει την
ανθρωποκεντρική έννοια της ανθρώπινης κυριαρχίας, την οποία η θεωρία του
υποτίθεται πως σκοπεύει να υπερβεί. Η θεωρία του Clark εξυπηρετεί ένα διπλό
σκοπό για μας: δεν επισημαίνει απλά την αντίληψη τού μετανθρωπισμού περί
πηγαίας τεχνολογίας (originary technology), αλλά επίσης, πέφτοντας πάλι μέσα στην δυαδική λογική,
για να κάνει την επισήμανση του, μας φέρνει μπρος στο ερώτημα για την σχέση
μεταξύ ανθρωπισμού και μετανθρωπισμού, και ειδικότερα, στο τι σημαίνει το
«μετά» στον μετανθρωπισμό. Αυτή είναι μια συζήτηση που θα μας φέρει πίσω στην
έννοια τού ίχνους (trace), όπως την αντιλαμβανόταν ο Heidegger.
Τέλος κεφαλαίου.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου