Παρασκευή 8 Ιανουαρίου 2021

Η αρχαία ελληνική επιθυμία για επίλυση της εμφύλιας διαμάχης ακούγεται και σήμερα

 

Ο Οδυσσέας και ο Τηλέμαχος σκοτώνουν τους μνηστήρες (1812), Christophe Thomas Degeorg

Aλλά η αθηναϊκή δικαιοσύνη θα ήταν ένα «πικρό χάπι» στη σύγχρονη Αμερική

Του Joel Christensen, από το: theconversation.com (15-12-2020)

Οι διαιρέσεις της Αμερικής είναι παλιές. Πολιτικά και κοινωνικά, είναι ριζωμένες σε μίση και ιδεολογική εκδίκηση που πάει γενιές πίσω, στην εποχή του Νιου Ντηλ, όταν η κυβέρνηση επέκτεινε ευρέως το ρόλο της στις ζωές των ανθρώπων. Οικονομικά και ηθικά, το έθνος θεμελιώθηκε πάνω στις αμαρτίες της δουλείας και της γενοκτονίας των ιθαγενών.

Οι συνέπειες του παρελθόντος αυτού είναι ακόμα παρούσες. Η πανδημία του κορωνοϊού ήταν κατά πολύ σκληρότερη για τους Ινδιάνους, τις κοινότητες των Μαύρων και τους φτωχούς.

Η μακρόχρονη εμφύλια διαμάχη δεν είναι νέα. Η ελληνική μυθολογία, το πεδίο των ακαδημαϊκών μου γνώσεων, είναι γεμάτο με κύκλους εκδίκησης που απειλούν να εξαφανίσουν την κοινωνία. Δύο από τα περισσότερο δημοφιλή έργα της ελληνικής γραμματείας, η Οδύσσεια και η Ορέστεια, είναι ιστορίες φαινομενικά αιώνιας διαμάχης που τελειώνουν με τη συνάντηση των αντιτιθέμενων ομάδων.

Μέσα στην αγωνία της μετεκλογικής περιόδου, καταφεύγω στις ιστορίες αυτές με την ελπίδα ότι οι αρχαίοι Έλληνες έχουν κάποια σοφία να μοιραστούν, την οποία έχουν για τους λοιμούς, το θρήνο των νεκρών, και για «εναλλακτικά γεγονότα».

Πώς η γεμάτη διενέξεις ελληνική κοινωνία βρήκε το δρόμο της;

Ξεχνώντας και συγχωρώντας;

Ένα από τα ποιήματα στο οποίο κατέφυγα είναι η Οδύσσεια του Ομήρου. Το επικό αυτό ποίημα, που συνετέθη πριν από τον 5ο π.Χ. αιώνα, αφηγείται την ιστορία ενός πολεμιστή του Τρωικού Πολέμου, του Οδυσσέα, του οποίου η επιστροφή στην πατρίδα έγινε έπειτα από δέκα χρόνια. Όταν το ταξίδι του τελικά ολοκληρώνεται, βρίσκει τη σύζυγό του, την Πηνελόπη, πολιορκημένη από μνηστήρες που ελπίζουν να την παντρευτούν και να πάρουν τη θέση του ως ηγεμόνα στην πόλη της Ιθάκης.

Οι περισσότεροι που διαβάζουν την Οδύσσεια, συνήθως θυμούνται ότι αυτή τελειώνει με την ευτυχή επανένωση του Οδυσσέα και της Πηνελόπης, αλλά στην πραγματικότητα το τελευταίο βιβλίο του έπους τελειώνει με αιματοχυσία: Ο Οδυσσέας σκοτώνει τους μνηστήρες της συζύγου του.

Μετά τη σφαγή, οι επιζώντες μαζεύονται για να αποφασίσουν εάν θα πρέπει να σκοτώσουν, με τη σειρά τους, τον Οδυσσέα. Ελαφρά οι περισσότεροι από τα μισά μέλη της οικογένειας αποφασίζουν να μην επιδιώξουν την εκδίκηση, αλλά οι υπόλοιποι οπλίζονται για να αντιμετωπίσουν τον Οδυσσέα.

Τη στιγμή που δυο πλευρές είναι έτοιμες να συγκρουστούν, ο Δίας στέλνει την θεά Αθηνά να τις σταματήσει. Αυτή διακηρύσσει ότι πρέπει να ξεχάσουν τη σφαγή, να αναγνωρίσουν τον Οδυσσέα ως βασιλιά, και «ας είναι αρκετά ο πλούτος και η ειρήνη».

Κανείς στο σημείο αυτό δεν αμφισβητεί το αρχαίο έθιμο της εκδίκησης. Οι άνθρωποι αναμένουν ότι ο φόνος ενός αγαπημένου πρέπει να ξεπληρωθεί με φόνο. Το τέλος του ποιήματος υπονοεί ότι ο μόνος τρόπος για να σταματήσει η κυκλική βία είναι, εκείνοι της μιας πλευράς απλά να ξεχάσουν πόσο αδικήθηκαν, με αντάλλαγμα την υπόσχεση της ειρήνης και της ευημερίας.

Ορέστης του WilliamAdolphe Bouguereau

Μια διχασμένη ψήφος

Ο Έλληνας θεατρικός συγγραφέας Αισχύλος επίσης αναγνωρίζει την εκδίκηση ως έναν ανθρώπινο θεσμό στις «Ευμενίδες», το τελευταίο έργο της τριλογίας του Ορέστεια. Αλλά βλέπει έναν διαφορετικό τρόπο για την επίλυσή του.

Η Ορέστεια αφηγείται την ιστορία του Ορέστη, του οποίου ο πατέρας, ο Αγαμέμνονας, γύρισε στην πατρίδα του μετά τον Τρωικό Πόλεμο και δολοφονήθηκε από τη μητέρα του και τον εραστή της. Ο θεός Απόλλωνας προστάζει τον Ορέστη να εκδικηθεί για το θάνατο του πατέρα του με το να σκοτώσει τη μητέρα του. Αυτός τη σκοτώνει, αλλά οι Ερινύες –χθόνιες θεότητες της εκδίκησης– τον καταριούνται δίνοντάς του τρέλα για το φόνο. Τον καταδιώκουν έως ότου αυτός βρίσκει άσυλο στην Αθήνα.

Στο σημείο αυτό, οι Ευμενίδες του Αισχύλου συνεχίζουν την ιστορία του Ορέστη. Στην Αθήνα, σε μια προσπάθεια να επιλύσει τον κύκλο της εκδίκησης, η Αθηνά ορίζει μία δίκη με δικαστές. Αφού πρώτα τόσο οι Ερινύες όσο και ο Απόλλων επιχειρηματολογούν ως προς το αν ο Ορέστης πρέπει ή όχι να τιμωρηθεί, το δωδεκαμελές δικαστήριο έρχεται σε αδιέξοδο, ένας διχασμός που αντιπροσωπεύει τις μοιρασμένες απόψεις του λαού της Αθήνας.

Ξανά, είναι η Αθηνά που επιλύει την διαμάχη. Δίνει αθωωτική ψήφο στον Ορέστη.

Το έργο τελειώνει με την Αθηνά να διαπραγματεύεται με τις θυμωμένες Ερινύες. Οι Ερινύες θα αποκτήσουν τελετουργική λατρεία και ένα ιερό μέσα στα όρια της πόλης, αποφασίζει η Αθηνά, αλλά δεν θα μπορούν πλέον να επιβάλουν την εκδίκηση. Η αρμοδιότητα αυτή ανήκει στο κράτος, όχι στους πολίτες του.

Η Αθηνά βρίσκει έναν τόπο για τις Ερινύες, αν και ό,τι αντιπροσωπεύουν δεν γίνεται πλέον ευμενώς αποδεκτό. Σήμερα, ο συμβιβασμός θα λεγόταν επανορθωτική δικαιοσύνη, μια διαδικασία που στοχεύει να αποδεχτεί τους δράστες μέσα στην κοινότητα αλλά και να διαβεβαιώσει ότι θα σεβαστούν τις κυρίαρχες αξίες της κοινωνίας.

Στάσις

Η Ορέστεια του Αισχύλου προοιωνιζόταν μια πραγματική πρόκληση που θα αντιμετώπιζε η Αθήνα έναν αιώνα αργότερα, μετά τον πόλεμο με τη Σπάρτη και την επαναφορά της δημοκρατίας στα 403 π.Χ.

Το προηγούμενο έτος η Σπάρτη είχε κατακτήσει την Αθήνα και εγκαθίδρυσε μια ολιγαρχία, κατά λέξη, την κυριαρχία των Τριάκοντα, κατά την οποία πολλοί πολίτες έβλαψαν ο ένας τον άλλο. Όταν εκδιώχθηκαν οι υποστηριζόμενοι από τη Σπάρτη τύραννοι, οι Αθηναίοι έδωσαν έναν όρκο «να μην μιλάς άσχημα σε κανέναν για τα πράγματα που έλαβαν χώρα».

Οι κακές αναμνήσεις δεν διαγράφηκαν, φυσικά, αλλά οι ηττημένοι έλαβαν αμνηστία και η δημόσια έκφραση των παραπόνων του παρελθόντος απαγορεύτηκε. Για τους ηγέτες της Αθήνας, η σταθερότητα εξαρτάτο από την ενσωμάτωση των πρώην αλληλομαχόμενων φατριών μέσα στην ίδια κοινωνία. Απαίτησαν ότι οι κάτοικοι θα εκτιμούσαν περισσότερο την ειρήνη από την εκδίκηση, και ίσως και από τη δικαιοσύνη.

Αυτό είναι δύσκολο να το καταπιεί κανείς. Το ίδιο είναι η λύση του Ομήρου για την κυκλική βία: Η μία πλευρά επικρατεί πάνω στην άλλη, και απαιτεί οι επιζώντες να ξεχάσουν τα κακά που υπέστησαν.

Αυτές είναι δύο διαφορετικές στρατηγικές για την επίλυση των συγκρούσεων, αλλά στην αρχαία ελληνική γλώσσα η ίδια λέξη περιγράφει το τέλος τόσο των Ευμενιδών όσο και της Οδύσσειας: στάσις.

Στην αγγλική μετάφραση το ουσιαστικό αυτό συνήθως σημαίνει «να στέκεσαι ακίνητος» ή «ισορροπία», αλλά στα αρχαία κείμενα –όχι μόνο στην Οδύσσεια και στην Ορέστεια αλλά επίσης στον Πλάτωνα, το Θουκυδίδη και πιο μετά– το πιο σύνηθες νόημα τη στάσεως είναι «εμφύλια διαμάχη».

Η σύγχρονη Αμερική, όπως και η αρχαία Ελλάδα, καθορίζεται από τη στάσι. Σε κάθε θέμα, αναδύεται μια πεισματάρικη ύπαρξη ίσων και αντιτιθέμενων ομάδων: στην πανδημία, την κλιματική αλλαγή, τα αποτελέσματα των εκλογών του 2020.

Η ελληνική μυθολογία και ιστορία διδάσκουν ότι οι κοινωνικές διαμάχες όπως οι παραπάνω, διαιωνίζονται και θα συνεχίσουν να διαιωνίζονται, βίαια, εκτός κι αν κάτι δραματικό συμβεί. Αυτός, καταλαβαίνω μετά από μισό αιώνα μελέτης της ελληνικής γραμματείας, είναι ο λόγος που η στάσις σημαίνει τόσο «ισορροπία» όσο και «διαμάχη».

Είναι μια αποκάλυψη που δεν παρηγορεί. Ο Όμηρος και ο Αισχύλος είχαν την θεά Αθηνά να γράψει το τέλος των έργων τους. Για την αμερικανική κοινωνία, δεν υφίστανται θεοί που θα σχεδιάζουν την απελευθέρωσή της από την οδυνηρή παράλυσή της.

Μετάφραση: Γιάννης Ταχόπουλος

Η αρχαία ελληνική επιθυμία για επίλυση της εμφύλιας διαμάχης ακούγεται και σήμερα | Προδρομικός (wordpress.com)

Δεν υπάρχουν σχόλια: