Κυρίες και κύριοι, καλησπέρα
Πριν από λίγες εβδομάδες χτύπησε το τηλέφωνό μου και η φωνή του αγαπητού μου Χρυσόστομου Σταμούλη μου ζήτησε κάτι που με άφησε εμβρόντητο. Για την ακρίβεια μου ζήτησε να είμαι ένας από τους ομιλητές στην παρουσίαση του καινούριου του βιβλίου. Ο άλλος θα ήταν ο από χρόνια φίλος μου και ομότεχνος Θανάσης Τριαρίδης.
Η πρώτη σκέψη που μου ήρθε στο μυαλό ήταν μήπως ο Χρυσόστομος είχε γράψει μυθιστόρημα κι αυτό δεν είχε πέσει στην αντίληψή μου. Όταν η συγκεκριμένη εκδοχή αποκλείστηκε, η ερώτηση που μου γεννήθηκε αυθόρμητα ήταν: «Σοβαρολογείς; Τι μπορώ να πω εγώ για ένα βιβλίο Θεολογίας και μάλιστα όπως τα γράφεις εσύ με τον δικό σου τρόπο;» Η απάντηση ήταν μάλλον προετοιμασμένη και για αυτό δύσκολα μπορούσες να την αντιπαλέψεις: «Με ενδιαφέρει» μου απάντησε «να δούμε πώς μας βλέπει ο άλλος κόσμος, τι εντυπώσεις αφήνει ένα τέτοιο βιβλίο που πραγματεύεται κυρίως θέματα πολιτισμού σε αυτούς που δεν είναι θεολόγοι ούτε έχουν τριβή με τέτοια κείμενα».
Είχα δύο επιλογές: Ή να σβήσω το επώνυμο Σταμούλης από το κινητό ή να αποδεχτώ την πρόσκληση. Δυστυχώς αποδέχτηκα τελικά την πρόταση και προτάσσω αυτή τη στιγμή το χιούμορ ως στήριξη στην ομολογούμενη αμηχανία μου να μιλήσω για τον Έρωτα και τον θάνατο μέσα από μια δοκιμή του πολιτισμού της σάρκωσης. Και το ξαναλέω από εδώ από το τραπέζι της παρουσίασης: Χρυσόστομε, τι δουλειά έχει η αλεπού στο παζάρι, αν κάτι σου θυμίζει αυτό;
Φίλες και φίλοι, ύστερα από αυτή την απαραίτητη εισαγωγή θα προχωρήσω στην καταγραφή της αναγνωστικής μου εμπειρίας στο βιβλίο που σήμερα παρουσιάζουμε. Θα καταθέσω ένα αδρομερές τοπογραφικό της αναγνωστικής πρόσληψης, μια ματιά από τον έξω από τα θεολογικά δρώμενα κόσμο.
Το Έρως και θάνατος δομείται μέσα από μια προλογική ιστορία, ένα εισαγωγικό κείμενο για τη μεθιστορία, πέντε κεφάλαια και ένα υστερόγραφο που είναι ένα σχόλιο στην Ασκητική του Νίκου Καζαντζάκη. Προφανώς και δε θα επιχειρήσω κριτική στον τρόπο που αρθρώνονται τα θεολογικά επιχειρήματα και οι επισημάνσεις του συγγραφέα στα επιμέρους θέματα που θίγονται στο βιβλίο. Εκτιμώ πως θα είχε νόημα να διατυπώσω την αρχική αίσθηση. Κατόπιν με τη βοήθεια του συγγραφέα, του φίλου Θανάση Τριαρίδη και τη δική σας θα μπορούσαμε μέσα από συζήτηση να σταθούμε σε κάποια σημαντικά θέματα που πραγματεύεται το βιβλίο
Στην αρχή του Έρως και θάνατος χρησιμοποιεί ως αφόρμηση, όπως έλεγαν οι παλιοί δάσκαλοι, μια προλογική ιστορία. Είναι η καταγραφή της υπόθεσης μιας γνωστής ταινίας που είχε πολύ συζητηθεί πριν από μερικά χρόνια. Πρόκειται για τη γερμανική δραματική ταινία του 2006 Οι Ζωές των Άλλων (γερμ. Das Leben der Anderen) του σεναριογράφου και σκηνοθέτη Φλόριαν Χένκελ φον Ντόνερσμαρκ.. Στη σελίδα 46 ο συγγραφέας διατυπώνει με ευκρίνεια πως αυτή η προλογική ιστορία επιστρατεύεται για να βοηθήσει να ξαναπούμε την ιστορία της Ορθοδοξίας.
Όπως και στα προηγούμενα κείμενά του Χρυσόστομου Σταμούλη που έχει τύχει να διαβάσω είναι διακριτός κι αυτή τη φορά ένας αέρας ελευθερίας που φυσάει ανάμεσα στις λέξεις και στις παραγράφους. Είναι νομίζω φανερό πως ο συγγραφέας είναι πρώτιστα αναζητητής. Αναζητητής σε κείμενα του παρελθόντος τα οποία εκτιμά πως μιλούν ή μάλλον φανερώνουν πτυχές της συλλογικής και ατομικής εμπειρίας οι οποίες έχουν ξεχαστεί ή βαθύτατα αλλοιωθεί. Αναφέρει στη σελ.48 :Και το σημαντικό στην προκειμένη περίπτωση δεν είναι η προσαγωγή στο τραπέζι της αγωνίας καινοφανών δεδομένων, αλλά η αναζήτηση των ήδη υπαρχόντων.
Ο συγγραφέας ιχνευτής ακολουθεί χνάρια και διατυπώνει ερωτήματα. Κάποιες φορές συλλογίζεται οικοδομώντας εικασίες ή και απαντήσεις αλλά νομίζω πως δεν είναι αυτή η προτεραιότητά του. Θα έλεγα πως έλκεται περισσότερο από το παράδειγμα του Σωκράτη, αναφέρομαι στο πλατωνικό παράδειγμα της μύγας που κεντρίζει το άλογο της πολιτείας για να το σύρει έξω από τον λήθαργο. Η αναζήτηση της αλήθειας και η εγρήγορση η οποία σύμφωνα με τον συγγραφέα απαιτείται από το πνεύμα των καιρών ξεδιπλώνονται σχεδόν με ιερότητα μέσα στο κείμενο.
Μια δεύτερη παρατήρηση. Ο συγγραφέας στην συγκομιδή των παραδειγμάτων του δεν περιορίζεται μόνο σε εκκλησιαστικούς συγγραφείς του παρελθόντος αλλά αναζητεί, επιθυμώντας βαθύτατα θα έλεγα, την αναφορά και συνομιλία με έργα τέχνης και κείμενα τα οποία εκ πρώτης όψεως δεν ανήκουν στο ευρύτερο κύκλο της εκκλησίας. Τόπος έρευνας και αναφοράς του Σταμούλη είναι όλος ο ανθρώπινος πολιτισμός χωρίς προαπαιτούμενα διαβατήρια πίστης, χωρίς βίζες εισόδου επικυρωμένες από κάποια αυθεντία. Οι άνθρωποι στο σύνολό τους, με τις αγωνίες τους, τους εφιάλτες και τα όνειρά τους είναι το θέμα, γιατί αυτοί παράγουν τον πολιτισμό, αυτοί νοσταλγούν κάποια ουρανομήκη παρουσία, αυτοί στο διάβα της Ιστορίας γελάνε και κλαίνε. Να το πούμε και αλλιώς, ο συγγραφέας δεν είναι από αυτούς τους θεολόγους που όταν μιλάνε για ποιότητα λόγου και πολιτισμού θα έμεναν αιωνίως στάσιμοι στο τρίγωνο Ντοστογιέφσκι, Παπαδιαμάντης, Κόντογλου. Προφανώς τιμούμε όλοι μας και θαυμάζουμε και τους τρεις τους, όμως ο κόσμος και είναι αυτό πια φανερό όσο ποτέ, είναι πια πολύ μεγάλος και αντιφατικός και για να τον ερμηνεύσουμε χρειαζόμαστε κι άλλες πολλές ανάσες από κάθε γωνιά της γης. Αυτός ο πολιτισμός της σάρκωσης ή θα είναι πάντα επίκαιρος και όχι παρελθοντικός ή δε θα είναι καθόλου. Ή δε θα είναι περιορισμένος σε μια γωνιά της ανατολικής Μεσογείου αλλά παγκόσμιος ή δε θα είναι καθόλου. Στη σελίδα 83: Με άλλα και απλούστερα λόγια, οι καημοί των ανθρώπων σε ανατολή και Δύση, Βορρά και Νότο, πέρα από τις οποιεσδήποτε διαβαθμίσεις εντάσεων και προτεραιοτήτων, είναι εν τέλει κοινοί. Οι απαντήσεις άλλοτε ταυτόσημες, άλλοτε παράλληλες, άλλοτε συγκρουόμενες.
Μια τρίτη παρατήρηση είναι η συμβολή του συγκεκριμένου βιβλίου στην αποενοχοποίηση από τραύματα που γέννησαν αγκυλώσεις του παρελθόντος, κυρίως αυτό που έχει να κάνει με τον σωματικό έρωτα δύο ανθρώπων μέσα από το αίσθημα της αγάπης. Μιας όμως και μας ζητήθηκε σήμερα να πούμε το πώς βλέπουμε εμείς οι έξω από τον εννοιολογικό χάρτη της θεολογίας, θα σας εξομολογηθώ πώς ξαφνιάστηκα με το πώς ο συγγραφέας αγγίζει και απελευθερώνει τη σωματική συνεύρεση των ανθρώπων. Ξαφνιάστηκα, όχι γιατί διαφωνώ μαζί του αλλά από τη σπουδή και την έγνοια του γράφοντος να μιλήσει και να στηρίξει θέσεις, οι οποίες νομίζω για τον μέσο άνθρωπο είναι πια αυτονόητες. Δεν μπορώ να φανταστώ κάποιον νέο ή νέα που μέσα σε μια ατμόσφαιρα έλξης και αγάπης δε θα εμπιστευτεί το σώμα του στα χέρια του ανθρώπου που αγαπάει. Με άλλα λόγια δεν περίμενα ακόμη να συζητάμε αυτό που η ίδια η ζωή μας το έχει ήδη δείξει καθαρά. Η εμπειρία του σωματικού έρωτα σε μια σχέση αγάπης και στοργής είναι ασύμπτωτη με κάθε έννοια ηθικής παραβατικότητας και αμαρτίας.
Πολύ ενδιαφέρουσες μου φάνηκαν ακόμη οι σελίδες αυτές που μιλούσαν για την αντιμετώπιση της σημερινής Δύσης απέναντι στον θάνατο, αυτό το μεγάλο ταμπού του εικοστού πρώτου αιώνα. Νομίζω πως μέσα σε αυτό το θέμα συγκατοικούν και άλλα πολλά φαινόμενα όπως η απέλπιδα και πέρα από κάθε όριο και μέτρο προσπάθεια να μεταμφιεστούν τα γηρατειά σε κάτι άλλο, να εξαφανιστούν πίσω από οποιαδήποτε μάσκα. Άλλωστε στο Κολοσσαίο της πολιτικής ορθότητας ακόμη και η λέξη γέρος όταν από κάποιον εκστομιστεί είναι από μόνη της αφορμή να προκαλέσει κοινωνική δυσαρέσκεια.
Οι σελίδες που απεικονίζουν το σύγχρονο αθεϊστικό κίνημα προχωρούν σε μια κριτική χωρίς βέβαια να εξαντλούν το θέμα. Οι περιπτώσεις του Ρίτσαρντ Ντόκινς και του Michel Onfray αντιμετωπίζονται με ψύχραιμη αξιοπρέπεια ενώ ταυτόχρονα το νυστέρι της κριτικής κάνει τη δουλειά του. Εκείνο όμως που προκαλεί εντύπωση στον αναγνώστη είναι η σήμανση από την πλευρά του συγγραφέα της σπουδαιότητας της αθεϊστικής επίθεσης και πρόκλησης ως ευκαιρία και αφορμή για ενδοσκόπηση και ανασυγκρότηση. Αντιγράφω από τις σελίδες 278-279: θέλω να πιστεύω πως η κάθε αθεΐα αποτελεί την ευκαιρία της Εκκλησίας, προκειμένου να βγει από την υπαρξιακή της αφασία αλλά και την ιστορική της αμηχανία, στις οποίες την οδήγησαν τόσο η αδυναμία αλλαγής, ως αποτέλεσμα συνάντησης και συνεπώς μετοχής στον κοινό οίκο των διαφορετικών άλλων, όσο και η έλλειψη διάθεσης για νοηματοδότηση της ύπαρξης και της ζωής που βρίσκεται συνεχώς εν κινήσει. Με άλλα λόγια όπως το καταλαβαίνω εγώ αυτή η ομολογουμένως σφοδρή επίθεση της σύγχρονης αθεΐας είναι ιστορική ευκαιρία για την Εκκλησία για ένα reset, όπως θα λέγαμε χρησιμοποιώντας εκφράσεις της νεολαιίστικης αργκό.
Η πληθώρα των ζητημάτων που θίγονται στο Έρως και θάνατος και ο αναγκαστικά περιορισμένος χρόνος του ομιλητή με υποχρεώνουν να προσπεράσω ενδιαφέρουσες υποενότητες και να σταθώ σε μια αναφορά η οποία και στάθηκε σημαίνουσα στην αναγνωστική εμπειρία του βιβλίου. Άραγε ο Χριστός γελούσε; Ο Σταμούλης θίγει το θέμα με αφορμή το Όνομα του Ρόδου , το γνωστό μυθιστόρημα του Ουμπέρτο Έκο. Στέκομαι εδώ γιατί τυχαίνει να έχω μια εμπειρία στη ζωή μου ως δασκάλου την οποία και δεν πρόκειται να ξεχάσω ποτέ. Πριν από περίπου είκοσι χρόνια έχοντας μια Τρίτη δημοτικού, δηλαδή μαθητές περίπου εννέα χρονών, ένας από αυτούς σήκωσε το χέρι του στο μάθημα των Θρησκευτικών και χωρίς αποστροφές με ρώτησε αν ο Χριστός γελούσε. Ο Τάσος δεν είχε βέβαια διαβάσει Ουμπέρτο Έκο όμως τον απασχολούσε βαθύτατα ο Θεός της χώρας του και των γονιών του να είναι φωτεινός, χαρούμενος, ένας Θεός συμβατός με την αναγκαιότητα της χαράς στην παιδική ηλικία. Ομολογώ πως ξαφνιάστηκα ευχάριστα. Ήταν μια από εκείνες τις στιγμές στην πορεία μιας διδασκαλικής ζωής που το στρίμωγμα που νιώθεις από μια ερώτηση ή παρατήρηση σε λαξεύει, σε προχωράει και ανυπερθέτως σε βελτιώνει. Θυμάμαι πως του απάντησα πως δεν έχουμε κάποια απόδειξη για αυτό, καμιά αναφορά στα ιερά βιβλία όμως πιστεύουμε σε έναν Θεό της χαράς, που αγαπάει όλα τα παιδιά και σε αυτό έχουμε χωρίο στην Καινή Διαθήκη που να το αποδεικνύει. Συνέχισα μιλώντας για αρκετή ώρα προσπαθώντας να απομακρύνω από τη σκέψη του μαθητή μου τυχόν φόβους από την παρουσία ενός αυστηρού θεού ή του διαβόλου.
Όπως καταλαβαίνετε, φίλες και φίλοι, το θέμα σε εκείνη τη σχολική αίθουσα μπορεί με κάποιον τρόπο να λύθηκε όμως ανάμεσα σε ενήλικες και κάτω από έναν φακό ευρυγώνιας θέασης αποτελεί ένα πολύ ενδιαφέρον ζήτημα.
Θα ήθελα να αφήσω πάνω στο τραπέζι της συζήτησης κάτι ακόμα, ερώτηση στον συγγραφέα και πρόσκληση διαλόγου: Τελικά όταν μιλάμε για έναν πολιτισμό της σάρκωσης, έχουμε στον νου μας μια οντότητα ιδιαίτερα συμπαγή με ξεκάθαρες συντεταγμένες ή μιλάμε για ένα ευρύτερο σύνολο υποπολιτισμών – επιτρέψτε μου το αδόκιμο της διατύπωσης – δηλαδή ομοειδών ή συγγενικών υποσυνόλων που θα συνυπάρχουν και θα λειτουργούν εύρυθμα και αρμονικά;
Καθώς όμως στην παρουσίαση ενός βιβλίου συχνά πυκνά επιτρέπονται και οι γκρίνιες θα ήθελα να σχολιάσω το εξής: Αν πραγματικά μας ενδιαφέρει τέτοια αξιόλογα βιβλία όπως το Έρως και θάνατος να είναι προσιτά και ελκυστικά στο ευρύτερο κοινό, φροντίστε σας παρακαλώ να παρατίθενται οι αναφορές στις παλαιές πηγές ταυτόχρονα με μια απόδοση του συγκεκριμένου αποσπάσματος στη νεοελληνική γλώσσα. Ομολογώ πως δε μου είναι εύκολο ούτε καν κατορθωτό να διαβάζω τον Μάξιμο τον Ομολογητή για παράδειγμα στο πρωτότυπο. Εάν μη τι άλλο χωρίς τη μεσολάβηση κάποιου εξειδικευμένου μεταφραστή κυοφορούνται παρεξηγήσεις κατανόησης.
Κλείνοντας θα ήθελα να σημειώσω μιας και η ιδιότητα μου ως εργάτη της γραφής με έφερε στο τραπέζι της παρουσίασης το καλαίσθητο αποτέλεσμα του λόγου στο Έρως και θάνατος. Διάλεξα ένα μικρό απόσπασμα που με συγκίνησε ιδιαίτερα. Στη σελίδα 76 σχολιάζει και επεξηγεί μια φράση του Λεοτάρ: Και τούτο διότι είναι από αιώνες γνωστό, πως η πάλη με κάτι σε κάνει στο τέλος να του μοιάζεις. Γι’ αυτό και ο σκοπός των Πατέρων της ερήμου δεν είναι η νίκη του κακού, αλλά η συνάντηση με τη σαρκωμένη αγάπη, αυτή που σε κάνει αυτό που δεν είσαι. Μια διαρκής πάλη οικείωσης του φωτός.
Σας ευχαριστώ πολύ
Βιβλιοπωλείο «Αρμός» Θεσσαλονίκης 5 Μαρτίου 2020
Πριν από λίγες εβδομάδες χτύπησε το τηλέφωνό μου και η φωνή του αγαπητού μου Χρυσόστομου Σταμούλη μου ζήτησε κάτι που με άφησε εμβρόντητο. Για την ακρίβεια μου ζήτησε να είμαι ένας από τους ομιλητές στην παρουσίαση του καινούριου του βιβλίου. Ο άλλος θα ήταν ο από χρόνια φίλος μου και ομότεχνος Θανάσης Τριαρίδης.
Η πρώτη σκέψη που μου ήρθε στο μυαλό ήταν μήπως ο Χρυσόστομος είχε γράψει μυθιστόρημα κι αυτό δεν είχε πέσει στην αντίληψή μου. Όταν η συγκεκριμένη εκδοχή αποκλείστηκε, η ερώτηση που μου γεννήθηκε αυθόρμητα ήταν: «Σοβαρολογείς; Τι μπορώ να πω εγώ για ένα βιβλίο Θεολογίας και μάλιστα όπως τα γράφεις εσύ με τον δικό σου τρόπο;» Η απάντηση ήταν μάλλον προετοιμασμένη και για αυτό δύσκολα μπορούσες να την αντιπαλέψεις: «Με ενδιαφέρει» μου απάντησε «να δούμε πώς μας βλέπει ο άλλος κόσμος, τι εντυπώσεις αφήνει ένα τέτοιο βιβλίο που πραγματεύεται κυρίως θέματα πολιτισμού σε αυτούς που δεν είναι θεολόγοι ούτε έχουν τριβή με τέτοια κείμενα».
Είχα δύο επιλογές: Ή να σβήσω το επώνυμο Σταμούλης από το κινητό ή να αποδεχτώ την πρόσκληση. Δυστυχώς αποδέχτηκα τελικά την πρόταση και προτάσσω αυτή τη στιγμή το χιούμορ ως στήριξη στην ομολογούμενη αμηχανία μου να μιλήσω για τον Έρωτα και τον θάνατο μέσα από μια δοκιμή του πολιτισμού της σάρκωσης. Και το ξαναλέω από εδώ από το τραπέζι της παρουσίασης: Χρυσόστομε, τι δουλειά έχει η αλεπού στο παζάρι, αν κάτι σου θυμίζει αυτό;
Φίλες και φίλοι, ύστερα από αυτή την απαραίτητη εισαγωγή θα προχωρήσω στην καταγραφή της αναγνωστικής μου εμπειρίας στο βιβλίο που σήμερα παρουσιάζουμε. Θα καταθέσω ένα αδρομερές τοπογραφικό της αναγνωστικής πρόσληψης, μια ματιά από τον έξω από τα θεολογικά δρώμενα κόσμο.
Το Έρως και θάνατος δομείται μέσα από μια προλογική ιστορία, ένα εισαγωγικό κείμενο για τη μεθιστορία, πέντε κεφάλαια και ένα υστερόγραφο που είναι ένα σχόλιο στην Ασκητική του Νίκου Καζαντζάκη. Προφανώς και δε θα επιχειρήσω κριτική στον τρόπο που αρθρώνονται τα θεολογικά επιχειρήματα και οι επισημάνσεις του συγγραφέα στα επιμέρους θέματα που θίγονται στο βιβλίο. Εκτιμώ πως θα είχε νόημα να διατυπώσω την αρχική αίσθηση. Κατόπιν με τη βοήθεια του συγγραφέα, του φίλου Θανάση Τριαρίδη και τη δική σας θα μπορούσαμε μέσα από συζήτηση να σταθούμε σε κάποια σημαντικά θέματα που πραγματεύεται το βιβλίο
Στην αρχή του Έρως και θάνατος χρησιμοποιεί ως αφόρμηση, όπως έλεγαν οι παλιοί δάσκαλοι, μια προλογική ιστορία. Είναι η καταγραφή της υπόθεσης μιας γνωστής ταινίας που είχε πολύ συζητηθεί πριν από μερικά χρόνια. Πρόκειται για τη γερμανική δραματική ταινία του 2006 Οι Ζωές των Άλλων (γερμ. Das Leben der Anderen) του σεναριογράφου και σκηνοθέτη Φλόριαν Χένκελ φον Ντόνερσμαρκ.. Στη σελίδα 46 ο συγγραφέας διατυπώνει με ευκρίνεια πως αυτή η προλογική ιστορία επιστρατεύεται για να βοηθήσει να ξαναπούμε την ιστορία της Ορθοδοξίας.
Όπως και στα προηγούμενα κείμενά του Χρυσόστομου Σταμούλη που έχει τύχει να διαβάσω είναι διακριτός κι αυτή τη φορά ένας αέρας ελευθερίας που φυσάει ανάμεσα στις λέξεις και στις παραγράφους. Είναι νομίζω φανερό πως ο συγγραφέας είναι πρώτιστα αναζητητής. Αναζητητής σε κείμενα του παρελθόντος τα οποία εκτιμά πως μιλούν ή μάλλον φανερώνουν πτυχές της συλλογικής και ατομικής εμπειρίας οι οποίες έχουν ξεχαστεί ή βαθύτατα αλλοιωθεί. Αναφέρει στη σελ.48 :Και το σημαντικό στην προκειμένη περίπτωση δεν είναι η προσαγωγή στο τραπέζι της αγωνίας καινοφανών δεδομένων, αλλά η αναζήτηση των ήδη υπαρχόντων.
Ο συγγραφέας ιχνευτής ακολουθεί χνάρια και διατυπώνει ερωτήματα. Κάποιες φορές συλλογίζεται οικοδομώντας εικασίες ή και απαντήσεις αλλά νομίζω πως δεν είναι αυτή η προτεραιότητά του. Θα έλεγα πως έλκεται περισσότερο από το παράδειγμα του Σωκράτη, αναφέρομαι στο πλατωνικό παράδειγμα της μύγας που κεντρίζει το άλογο της πολιτείας για να το σύρει έξω από τον λήθαργο. Η αναζήτηση της αλήθειας και η εγρήγορση η οποία σύμφωνα με τον συγγραφέα απαιτείται από το πνεύμα των καιρών ξεδιπλώνονται σχεδόν με ιερότητα μέσα στο κείμενο.
Μια δεύτερη παρατήρηση. Ο συγγραφέας στην συγκομιδή των παραδειγμάτων του δεν περιορίζεται μόνο σε εκκλησιαστικούς συγγραφείς του παρελθόντος αλλά αναζητεί, επιθυμώντας βαθύτατα θα έλεγα, την αναφορά και συνομιλία με έργα τέχνης και κείμενα τα οποία εκ πρώτης όψεως δεν ανήκουν στο ευρύτερο κύκλο της εκκλησίας. Τόπος έρευνας και αναφοράς του Σταμούλη είναι όλος ο ανθρώπινος πολιτισμός χωρίς προαπαιτούμενα διαβατήρια πίστης, χωρίς βίζες εισόδου επικυρωμένες από κάποια αυθεντία. Οι άνθρωποι στο σύνολό τους, με τις αγωνίες τους, τους εφιάλτες και τα όνειρά τους είναι το θέμα, γιατί αυτοί παράγουν τον πολιτισμό, αυτοί νοσταλγούν κάποια ουρανομήκη παρουσία, αυτοί στο διάβα της Ιστορίας γελάνε και κλαίνε. Να το πούμε και αλλιώς, ο συγγραφέας δεν είναι από αυτούς τους θεολόγους που όταν μιλάνε για ποιότητα λόγου και πολιτισμού θα έμεναν αιωνίως στάσιμοι στο τρίγωνο Ντοστογιέφσκι, Παπαδιαμάντης, Κόντογλου. Προφανώς τιμούμε όλοι μας και θαυμάζουμε και τους τρεις τους, όμως ο κόσμος και είναι αυτό πια φανερό όσο ποτέ, είναι πια πολύ μεγάλος και αντιφατικός και για να τον ερμηνεύσουμε χρειαζόμαστε κι άλλες πολλές ανάσες από κάθε γωνιά της γης. Αυτός ο πολιτισμός της σάρκωσης ή θα είναι πάντα επίκαιρος και όχι παρελθοντικός ή δε θα είναι καθόλου. Ή δε θα είναι περιορισμένος σε μια γωνιά της ανατολικής Μεσογείου αλλά παγκόσμιος ή δε θα είναι καθόλου. Στη σελίδα 83: Με άλλα και απλούστερα λόγια, οι καημοί των ανθρώπων σε ανατολή και Δύση, Βορρά και Νότο, πέρα από τις οποιεσδήποτε διαβαθμίσεις εντάσεων και προτεραιοτήτων, είναι εν τέλει κοινοί. Οι απαντήσεις άλλοτε ταυτόσημες, άλλοτε παράλληλες, άλλοτε συγκρουόμενες.
Μια τρίτη παρατήρηση είναι η συμβολή του συγκεκριμένου βιβλίου στην αποενοχοποίηση από τραύματα που γέννησαν αγκυλώσεις του παρελθόντος, κυρίως αυτό που έχει να κάνει με τον σωματικό έρωτα δύο ανθρώπων μέσα από το αίσθημα της αγάπης. Μιας όμως και μας ζητήθηκε σήμερα να πούμε το πώς βλέπουμε εμείς οι έξω από τον εννοιολογικό χάρτη της θεολογίας, θα σας εξομολογηθώ πώς ξαφνιάστηκα με το πώς ο συγγραφέας αγγίζει και απελευθερώνει τη σωματική συνεύρεση των ανθρώπων. Ξαφνιάστηκα, όχι γιατί διαφωνώ μαζί του αλλά από τη σπουδή και την έγνοια του γράφοντος να μιλήσει και να στηρίξει θέσεις, οι οποίες νομίζω για τον μέσο άνθρωπο είναι πια αυτονόητες. Δεν μπορώ να φανταστώ κάποιον νέο ή νέα που μέσα σε μια ατμόσφαιρα έλξης και αγάπης δε θα εμπιστευτεί το σώμα του στα χέρια του ανθρώπου που αγαπάει. Με άλλα λόγια δεν περίμενα ακόμη να συζητάμε αυτό που η ίδια η ζωή μας το έχει ήδη δείξει καθαρά. Η εμπειρία του σωματικού έρωτα σε μια σχέση αγάπης και στοργής είναι ασύμπτωτη με κάθε έννοια ηθικής παραβατικότητας και αμαρτίας.
Πολύ ενδιαφέρουσες μου φάνηκαν ακόμη οι σελίδες αυτές που μιλούσαν για την αντιμετώπιση της σημερινής Δύσης απέναντι στον θάνατο, αυτό το μεγάλο ταμπού του εικοστού πρώτου αιώνα. Νομίζω πως μέσα σε αυτό το θέμα συγκατοικούν και άλλα πολλά φαινόμενα όπως η απέλπιδα και πέρα από κάθε όριο και μέτρο προσπάθεια να μεταμφιεστούν τα γηρατειά σε κάτι άλλο, να εξαφανιστούν πίσω από οποιαδήποτε μάσκα. Άλλωστε στο Κολοσσαίο της πολιτικής ορθότητας ακόμη και η λέξη γέρος όταν από κάποιον εκστομιστεί είναι από μόνη της αφορμή να προκαλέσει κοινωνική δυσαρέσκεια.
Οι σελίδες που απεικονίζουν το σύγχρονο αθεϊστικό κίνημα προχωρούν σε μια κριτική χωρίς βέβαια να εξαντλούν το θέμα. Οι περιπτώσεις του Ρίτσαρντ Ντόκινς και του Michel Onfray αντιμετωπίζονται με ψύχραιμη αξιοπρέπεια ενώ ταυτόχρονα το νυστέρι της κριτικής κάνει τη δουλειά του. Εκείνο όμως που προκαλεί εντύπωση στον αναγνώστη είναι η σήμανση από την πλευρά του συγγραφέα της σπουδαιότητας της αθεϊστικής επίθεσης και πρόκλησης ως ευκαιρία και αφορμή για ενδοσκόπηση και ανασυγκρότηση. Αντιγράφω από τις σελίδες 278-279: θέλω να πιστεύω πως η κάθε αθεΐα αποτελεί την ευκαιρία της Εκκλησίας, προκειμένου να βγει από την υπαρξιακή της αφασία αλλά και την ιστορική της αμηχανία, στις οποίες την οδήγησαν τόσο η αδυναμία αλλαγής, ως αποτέλεσμα συνάντησης και συνεπώς μετοχής στον κοινό οίκο των διαφορετικών άλλων, όσο και η έλλειψη διάθεσης για νοηματοδότηση της ύπαρξης και της ζωής που βρίσκεται συνεχώς εν κινήσει. Με άλλα λόγια όπως το καταλαβαίνω εγώ αυτή η ομολογουμένως σφοδρή επίθεση της σύγχρονης αθεΐας είναι ιστορική ευκαιρία για την Εκκλησία για ένα reset, όπως θα λέγαμε χρησιμοποιώντας εκφράσεις της νεολαιίστικης αργκό.
Η πληθώρα των ζητημάτων που θίγονται στο Έρως και θάνατος και ο αναγκαστικά περιορισμένος χρόνος του ομιλητή με υποχρεώνουν να προσπεράσω ενδιαφέρουσες υποενότητες και να σταθώ σε μια αναφορά η οποία και στάθηκε σημαίνουσα στην αναγνωστική εμπειρία του βιβλίου. Άραγε ο Χριστός γελούσε; Ο Σταμούλης θίγει το θέμα με αφορμή το Όνομα του Ρόδου , το γνωστό μυθιστόρημα του Ουμπέρτο Έκο. Στέκομαι εδώ γιατί τυχαίνει να έχω μια εμπειρία στη ζωή μου ως δασκάλου την οποία και δεν πρόκειται να ξεχάσω ποτέ. Πριν από περίπου είκοσι χρόνια έχοντας μια Τρίτη δημοτικού, δηλαδή μαθητές περίπου εννέα χρονών, ένας από αυτούς σήκωσε το χέρι του στο μάθημα των Θρησκευτικών και χωρίς αποστροφές με ρώτησε αν ο Χριστός γελούσε. Ο Τάσος δεν είχε βέβαια διαβάσει Ουμπέρτο Έκο όμως τον απασχολούσε βαθύτατα ο Θεός της χώρας του και των γονιών του να είναι φωτεινός, χαρούμενος, ένας Θεός συμβατός με την αναγκαιότητα της χαράς στην παιδική ηλικία. Ομολογώ πως ξαφνιάστηκα ευχάριστα. Ήταν μια από εκείνες τις στιγμές στην πορεία μιας διδασκαλικής ζωής που το στρίμωγμα που νιώθεις από μια ερώτηση ή παρατήρηση σε λαξεύει, σε προχωράει και ανυπερθέτως σε βελτιώνει. Θυμάμαι πως του απάντησα πως δεν έχουμε κάποια απόδειξη για αυτό, καμιά αναφορά στα ιερά βιβλία όμως πιστεύουμε σε έναν Θεό της χαράς, που αγαπάει όλα τα παιδιά και σε αυτό έχουμε χωρίο στην Καινή Διαθήκη που να το αποδεικνύει. Συνέχισα μιλώντας για αρκετή ώρα προσπαθώντας να απομακρύνω από τη σκέψη του μαθητή μου τυχόν φόβους από την παρουσία ενός αυστηρού θεού ή του διαβόλου.
Όπως καταλαβαίνετε, φίλες και φίλοι, το θέμα σε εκείνη τη σχολική αίθουσα μπορεί με κάποιον τρόπο να λύθηκε όμως ανάμεσα σε ενήλικες και κάτω από έναν φακό ευρυγώνιας θέασης αποτελεί ένα πολύ ενδιαφέρον ζήτημα.
Θα ήθελα να αφήσω πάνω στο τραπέζι της συζήτησης κάτι ακόμα, ερώτηση στον συγγραφέα και πρόσκληση διαλόγου: Τελικά όταν μιλάμε για έναν πολιτισμό της σάρκωσης, έχουμε στον νου μας μια οντότητα ιδιαίτερα συμπαγή με ξεκάθαρες συντεταγμένες ή μιλάμε για ένα ευρύτερο σύνολο υποπολιτισμών – επιτρέψτε μου το αδόκιμο της διατύπωσης – δηλαδή ομοειδών ή συγγενικών υποσυνόλων που θα συνυπάρχουν και θα λειτουργούν εύρυθμα και αρμονικά;
Καθώς όμως στην παρουσίαση ενός βιβλίου συχνά πυκνά επιτρέπονται και οι γκρίνιες θα ήθελα να σχολιάσω το εξής: Αν πραγματικά μας ενδιαφέρει τέτοια αξιόλογα βιβλία όπως το Έρως και θάνατος να είναι προσιτά και ελκυστικά στο ευρύτερο κοινό, φροντίστε σας παρακαλώ να παρατίθενται οι αναφορές στις παλαιές πηγές ταυτόχρονα με μια απόδοση του συγκεκριμένου αποσπάσματος στη νεοελληνική γλώσσα. Ομολογώ πως δε μου είναι εύκολο ούτε καν κατορθωτό να διαβάζω τον Μάξιμο τον Ομολογητή για παράδειγμα στο πρωτότυπο. Εάν μη τι άλλο χωρίς τη μεσολάβηση κάποιου εξειδικευμένου μεταφραστή κυοφορούνται παρεξηγήσεις κατανόησης.
Κλείνοντας θα ήθελα να σημειώσω μιας και η ιδιότητα μου ως εργάτη της γραφής με έφερε στο τραπέζι της παρουσίασης το καλαίσθητο αποτέλεσμα του λόγου στο Έρως και θάνατος. Διάλεξα ένα μικρό απόσπασμα που με συγκίνησε ιδιαίτερα. Στη σελίδα 76 σχολιάζει και επεξηγεί μια φράση του Λεοτάρ: Και τούτο διότι είναι από αιώνες γνωστό, πως η πάλη με κάτι σε κάνει στο τέλος να του μοιάζεις. Γι’ αυτό και ο σκοπός των Πατέρων της ερήμου δεν είναι η νίκη του κακού, αλλά η συνάντηση με τη σαρκωμένη αγάπη, αυτή που σε κάνει αυτό που δεν είσαι. Μια διαρκής πάλη οικείωσης του φωτός.
Σας ευχαριστώ πολύ
Βιβλιοπωλείο «Αρμός» Θεσσαλονίκης 5 Μαρτίου 2020
7 σχόλια:
Τί "θλιβερό" να διαβάζης τέτοια κείμενα... Που καλύπτουν με όση ωραιοφάνεια μπορούν την άγνοιά μας περί της αυτογνωσίας μας... Ο Χριστός δεν γέλασε ποτέ, γιατί όλη η ψυχή Του, η θεανθρώπινη, ήταν στραμμένη προς τη Θυσία... Αυτό όμως δεν εμπόδιζε σε τίποτα να ακτινοβολή το πρόσωπό Του την αγάπη προς κάθε άνθρωπο, ιδίως τους αμαρτωλούς, όπως Το απεικόνισαν μέσα στους αιώνες τόσοι και τόσοι "άγιοι" αγιογράφοι... Δυστυχώς, "μετράμε" τον Κύριο με τα ανθρώπινά μας μέτρα, αρνούμενοι τη Θεανθρωπότητα, την Ενσάρκωση, την Παναγία του Μητέρα ("και σού την ψυχήν διαπεράσεται ρομφαία"), αγαπώντας απελπιστικά αυτόν εδώ τον κόσμο και τις "αδυναμίες" μας, στηρίζοντας ο ένας τον άλλον στην τρελλή αναζήτηση ενός άλλου νοήματος, "πέραν" της Σωτηρίας... Ποιος γελά και χαμογελά με όλ' αυτά;... Αχ, "πουλάκια" μου...
Στην πιο πάνω ανάρτηση:"Ἡ ἀγάπη πρὸς τὸν Θεὸ πείθει τὸν κάτοχό της νὰ καταφρονεῖ κάθε πρόσκαιρη ἡδονὴ καὶ κάθε κόπο καὶ λύπη"(Ἅγιος Μάξιμος ὁ Ὁμολογητής).
Σ'αυτήν την ανάρτηση:"Δεν μπορώ να φανταστώ κάποιον νέο ή νέα που μέσα σε μια ατμόσφαιρα έλξης και αγάπης δε θα εμπιστευτεί το σώμα του στα χέρια του ανθρώπου που αγαπάει"(Ισίδωρος Ζουργός).
Ποια είναι αυτή η ατμόσφαιρα έλξης και αγάπης;take my breath away?top gun?
«Τί έστιν αλήθεια;»ρώτησε ο Πιλάτος. Ας δει ο νέος τον Κενό Τάφο του Χριστού και μετά ας εμπιστευτεί το σώμα του στα χέρια του ανθρώπου που "αγαπάει"...
Καί ώς διά μαγείας, ένεκεν τής σωματοποιήσεως, τό κτιστό υπάρχει μέ τόν τρόπο τού ακτίστου. Εχουμε αποδεχθεί μοιραίως, μέσα στήν αδιαφορία μας γιά τήν ορθή δόξα, τίς κτιστές ενέργειες τού θεού.Γιανναράς, Ράμφος, Ζηζιούλας, ακολουθώντας τά ίχνη τού Χέγκελ. Ο Ρωμανίδης πιό έξυπνος αντικατέστησε τίς ουσιώδεις άκτιστες ενέργειες μέ τίς ενυπόστατες τού Κυρίου καί τού Αγίου Πνεύματος καί βολευτήκαμε όλοι μας στήν αγκαλιά τής Αγίας Τριάδος. Καί η εκκλησία νανουρίζεται στήν ταύτιση τής Μετάνοιας τού Αγίου Προδρόμου μέ τήν Μετάνοια τής Βασιλείας τού Κυρίου.
Φίλε Αμέθυστε,επειδή η προτάσεις σου,έχουν αύξουσα σειρά σε βαθμό δυσκολίας,ας πάρουμε την πρώτη:"ένεκεν τής σωματοποιήσεως,τό κτιστό υπάρχει μέ τόν τρόπο τού ακτίστου".Αυτό πουλάνε σήμερα.Και ζούμε με ψευδαισθήσεις -illusions.Και φτάνουμε πιο πάνω κι απ' τον τρίτο ουρανό.Δυστυχώς κάποιοι,εξαιτίας προσωπικών τους δραμάτων,σ'αυτόν τον ψεύτη κόσμο,το έριξαν στη "θεολογία" και μας κρύβουν τον Ήλιο.Ο στίχος του Λευτέρη Πανταζή,γνωστού και ως ΛεΠά "και... κάνω έρωτα μαζί σου με τηλεπάθεια σ’ ένα κόσμο μπερδεμένο όλο αστάθεια" φαντάζει πιο προχωρημένος απ'το λόγο τους.
Οι αρχαίοι είχαν το σχήμα:Ύβρις-Άτη-Νέμεσις-Τίσις.Η Αλαζονεία οδηγεί τους ανθρώπους να διαπράττουν την Ύβρη… Οι Θεοί τους στέλνουν την Άτη, να τους θολώσει το νου και να διαπράξουν χειρότερες ανοησίες… Κι ύστερα έρχεται η Νέμεσις, δηλαδή η Τιμωρία τους… Τελικά, και η Τίσις, η Καταστροφή τους!
ή πιο απλά: Μωραίνει Κύριος, όν βούλεται απολέσαι…
Καί ζούμε σάν θεοί, τό όνειρό μας τό μεγάλο.
Α'Επιστολή Ιωάννου(6-10): Ἐὰν εἴπωμεν ὅτι κοινωνίαν ἔχομεν μετ᾿ αὐτοῦ καὶ ἐν τῷ σκότει περιπατῶμεν, ψευδόμεθα καὶ οὐ ποιοῦμεν τὴν ἀλήθειαν·
ἐὰν δὲ ἐν τῷ φωτὶ περιπατῶμεν, ὡς αὐτός ἐστιν ἐν τῷ φωτί, κοινωνίαν ἔχομεν μετ᾿ ἀλλήλων, καὶ τὸ αἷμα Ἰησοῦ Χριστοῦ τοῦ υἱοῦ αὐτοῦ καθαρίζει ἡμᾶς ἀπὸ πάσης ἁμαρτίας.
Ἐὰν εἴπωμεν ὅτι ἁμαρτίαν οὐκ ἔχομεν, ἑαυτοὺς πλανῶμεν καὶ ἡ ἀλήθεια οὐκ ἔστιν ἐν ἡμῖν.
Ἐὰν ὁμολογῶμεν τὰς ἁμαρτίας ἡμῶν, πιστός ἐστι καὶ δίκαιος, ἵνα ἀφῇ ἡμῖν τὰς ἁμαρτίας καὶ καθαρίσῃ ἡμᾶς ἀπὸ πάσης ἀδικίας.
Ἐὰν εἴπωμεν ὅτι οὐχ ἡμαρτήκαμεν, ψεύστην ποιοῦμεν αὐτόν, καὶ ὁ λόγος αὐτοῦ οὐκ ἔστιν ἐν ἡμῖν.
και εδώ: https://www.orthodoxianewsagency.gr/agioreitika/metanoia-ison-vasileia-theou-koinonia-theou-stin-kardia-mas-2/
Λόγος του μακαριστού Ιερομονάχου Σεραπίωνος Σιμωνοπετρίτου-«Μετάνοια ίσον βασιλεία Θεού, κοινωνία Θεού στην καρδιά μας».
"Καί η εκκλησία νανουρίζεται στήν ταύτιση τής Μετάνοιας τού Αγίου Προδρόμου μέ τήν Μετάνοια τής Βασιλείας τού Κυρίου". Κάποιες διευκρινήσεις στην τελευταία πρόταση του σχολίου σου;
Φίλε αγαπητέ. Τήν χάσαμε σήμερα τήν ορθή δόξα. Σήμερα. Χτές ίσως υπήρχε καί ακόμη πιό βαθειά στό παρελθόν κυριαρχούσε. Στό ίδιο τό ευαγγέλιο υπάρχει η διάκριση ανάμεσα στό βάπτισμα τού Προδρόμου καί τό βάπτισμα τού Κυρίου μας. Στόν θάνατο, στόν Σταυρό καί στήν Ανάσταση τού Κυρίου. Στήν Πίστη η οποία μάς βάζει στήν οδό τού Κυρίου, η οποία μάς βοηθά νά φορτωθούμε τόν σταυρό μας καί νά τόν ακολουθήσουμε. Σήμερα, η εξομολόγηση, η οποία έχει επιβληθεί από τόν κλήρο, τήν εκκλησιαστική ιεραρχία καί υποκατέστησε τό μυστήριο τής Μετανοίας, ευθείας ποιεί τάς οδούς τού Κυρίου. Αλλά δέν μάς κάνει μαθητές Του καί αδελφούς Του. Σήμερα κυριαρχεί η εκκοσμίκευση τών θεολογικών σχολών,η αναμονή τού Μεσσία τών αποκαλυπτικών ομάδων καί οι δύο θεολογίες τών Ζηζιούλα καί Ρωμανίδη οι οποίες καταγόμενες από τούς Ρώσους τής διασποράς περιέχουν μέσα τους τόν σκοτεινό σπόρο τού χωρισμού τών τάξεων.Οι τάξεις τού κλήρου σώζουν, εν ολίγοις. Η θέωση είναι τό Στώμεν Καλώς τών αγγελικών ιεραρχιών. Δέν ταυτίζεται μέ τό Αγιο Πνεύμα όπως τό προβάλλει ο Ρωμανίδης, καί όπως τό συστηματοποίησε ο Ζηζιούλας, ο καλύτερος μαθητής του, μέ τήν επισκοποκεντρική ευχαριστιακή εκκλησιολογία, η οποία μεταλλάσσει τόν επίσκοπο σέ εικόνα τού Πατρός ο οποίος χορηγεί ακόμη καί τά χαρίσματα τού Αγίου Πνεύματος. Σήμερα βρισκόμαστε σέ προεκκλησιαστικές καταστάσεις. Ο ησυχασμός είναι ο μεγαλύτερος εχθρός τής σημερινής εκκλησίας καί δέν τό συνειδητοποιούμε λόγω τού θεολογικού μαγειρέματος τού Ρωμανίδη. Ο Βαρθολομαίος από τό άλλο μέρος κηρύττει τήν αγιοκατάταξη σάν αγιοποίηση καί όλοι μαζί τό χρίσμα πού κατασκευάζεται στό Πατριαρχείο σάν τήν χορήγηση τού Αγίου Πνεύματος. Είναι η σφραγίδα τού Κυρίου η οποία καθιστά απόρθητη τήν χάρι τού βαπτίσματος εν Χριστώ, τό ένδυμα τής Πίστης στόν Κύριο καί Σωτήρα μας ώστε νά μήν είναι δυνατόν νά τήν υποκαταστήσουμε μέ διάφορες άλλες πεποιθήσεις. Τό βάπτιμα τού Κυρίου σφραγίζει τήν ερώτησή Του. Πιστεύεις ότι μπορώ νά σέ σώσω; Είμαστε αδιαφοροποίητοι.
Δημοσίευση σχολίου