ΕΙΝΑΙ ΔΥΝΑΤΗ Η ΕΝΟΤΗΤΑ ΤΩΝ ΧΡΙΣΤΙΑΝΩΝ ; - Ιωάννης Σπιτέρης
ΕΙΝΑΙ ΔΥΝΑΤΗ Η ΕΝΟΤΗΤΑ ΤΩΝ ΧΡΙΣΤΙΑΝΩΝ ;
Κατά τη διάρκεια της επίσκεψης του Πάπα Φραγκίσκου στην Ελλάδα και στην Κύπρο, συχνά ακούστηκε το ερώτημα: «Είναι δυνατή η ενότητα των Χριστιανών;». Σ’ αυτή την τόσο δύσκολη ερώτηση θα προσπαθήσουμε να δώ-σουμε μια σύντομη απάντηση. Την είχα γράψει, πριν από χρόνια, για την εφημερίδα ΤΟ ΒΗΜΑ, που είχε θέσει τότε αυτήν την ερώτηση σε καθολικούς και ορθοδόξους.
Η απάντηση σ’ αυτή την ερώτηση δεν μπορεί να είναι ούτε ένα «ναι», ούτε ένα «όχι», διότι η ενότητα της Εκκλησίας, πρωτίστως, δεν εξαρτάται από τους ανθρώπους, αλλά από τον ίδιο τον Θεό. Είναι ένα δώρο του Αγίου Πνεύματος που απορρέει από τον θάνατο και την Ανάσταση του Χριστού, ο οποίος γι’ αυτήν προσευχήθηκε κατά το τελευταίο Δείπνο: «Πάτερ άγιε, τήρησον αυτούς εν τω ονόματί σου, ω δέδωκάς μοι, ίνα ώσιν εν καθώς ημείς. ίνα πά-ντες εν ώσι, καθώς συ, πάτερ, εν εμοί καγώ εν σοι» (Ιωάννης, 17, 20-21).
Οι προσπάθειες των ανθρώπων συνίστανται στο να διατηρήσουν και να αυξήσουν αυτή την ενότητα, που δεν αφορά μόνο τις διάφορες χριστιανικές ομολογίες, αλλά την ίδια την οντότητα της Εκκλησίας. Πράγματι, η ενότητα αποτελεί ένα ουσιαστικό συστατικό της Εκκλησίας και αποτελεί αντικείμενο πίστης. Γι’ αυτό στο «Πιστεύω» ομολογούμε «…πιστεύω εις Μίαν, Αγίαν, Καθολικήν και Αποστολικήν Εκκλησίαν».
Τι διασπάει την Εκκλησία;
Αυτό που διασπάται στην Εκκλησία δεν είναι η ενότητά της που παραμένει ακέραια, αλλά οι άνθρωποι που χωρίζονται μεταξύ τους, κι αυτό οφείλεται στον εγωισμό, τελικά στην αμαρτία που τους απομακρύνει από τον Θεό. Είναι ενδεικτική η γνωστή διδασκαλία του Δωροθέου Γάζης (4ος αι.) ότι όσο περισσότερο οι άνθρωποι είναι κοντά στον Θεό, τόσο περισσότερο είναι κο-ντά μεταξύ τους κι όσο απομακρύνονται από τον Θεό, τόσο απομακρύνονται μεταξύ τους. Το παράδειγμα που παρέθετε για να εξηγήσει αυτό το απόφθεγμα είναι πολύ γλαφυρό: Σκεφτείτε - δίδασκε στους μοναχούς του – έναν κύκλο. Στην περιφέρεια βρίσκονται οι άνθρωποι και στο κέντρο ο Θεός. Όσο περισσότερο προχωρούν οι άνθρωποι προς το κέντρο, τόσο περισσότερο συναντώνται μεταξύ τους. Κι όσο περισσότερο απομακρύνονται από το κέντρο, τόσο περισσότερο απομακρύνονται και μεταξύ τους.
Τι οδηγεί πιο κοντά τους χριστιανούς;
Είναι προφανές λοιπόν ότι η ενότητα των χριστιανών θα πραγματοποιηθεί μόνον όταν θα υπάρχει μεταξύ των χριστιανών βαθιά μετάνοια. Μόνον όταν στο πρόσωπο του άλλου δεν διακρίνουμε τον εχθρό μόνο γιατί είναι διαφορετικός, αλλά τον αδερφό, τότε μόνο μπορούμε να μιλάμε για πραγματική αδελφική συνύπαρξη μεταξύ των ανθρώπων, προϋπόθεση για να υπάρξει και η ενότητα μεταξύ των χριστιανών.
Οι δογματικές διαφορές συχνά δραματοποιούνται από ορισμένους κύκλους, διογκώνονται και πολλαπλασιάζονται απλώς για να δικαιολογήσουν τον φανατισμό τους, τον φονταμενταλισμό και την αδυναμία της κατανόησης του άλλου.
Η απάντηση λοιπόν στο ερώτημα: «Μπορεί να πραγματοποιηθεί η ενότητα των χριστιανών;», θα μπορούσε να είναι: Ας αρχίσουν οι χριστιανοί να ξανασυναντήσουν το πραγματικό πρόσωπο του Θεού Πατέρα, να αισθανθούν πραγματικά μεταξύ τους παιδιά του Θεού, να καθαρίσουν την καρδιά τους από τον εγωισμό και την αλαζονεία που τους δίνει την ψευδαίσθηση ότι μόνο αυτή κατέχουν την αλήθεια και όλη την αλήθεια, ότι οι υπόλοιποι είναι βουτηγμένοι στην πλάνη. Όταν αγαπάμε με αυτή την πραγματική αγάπη που προέρχεται από τον Θεό, τότε θα βρούμε τον τρόπο να διαλευκάνουμε και τα θεολογικά προβλήματα.
Προς το παρόν τι οφείλουμε να κάνουμε;
Ωσότου όμως φθάσουμε σ’ αυτή την ευλογημένη στιγμή, μπορούμε και πρέπει να προσπαθήσουμε να καταλάβουμε ο ένας τον άλλον, αναγνωρίζοντας αμοιβαία τις αξίες των παραδόσεών μας. Ο σκοπός του θεολογικού διαλόγου δεν είναι να «υπογράψει» την ένωση των Εκκλησιών, καθώς αυτό όπως ανα-φέραμε είναι Δώρο Θεού. Άλλωστε και εκκλησιολογικά μόνο μία κοινή Οικουμενική Σύνοδος θα μπορούσε να πραγματοποιήσει κάτι τέτοιο. Ο σκοπός του διαλόγου είναι να μελετηθούν Βιβλικά, Πατερικά και Θεολογικά οι διαφορές μας, να καταλάβουμε τις ιστορικές αιτίες που τις προκάλεσαν και να αναλύσουμε ποιο είναι το εύρος τους, αλλά και να αντιληφθούμε βάσει της Αποκάλυψης του Θεού, πώς θα είναι εφικτή μία τέτοια προσέγγιση.
Βέβαια, εάν δυστυχώς αποδειχθεί πως δεν είναι ακόμα ώριμη μία τέτοια προσέγγιση, πρέπει ταπεινά να ομολογήσουμε πως, προς το παρόν, οι διαφορές αυτές παραμένουν αγεφύρωτες και να περιμένουμε με την προσευχή και την μεταστροφή της καρδιάς το πότε θα είναι δυνατό να ξαναρχίσουμε τον αδερφικό διάλογο, τουλάχιστον για όσο αφορά τις δογματικές διαφορές μας. Στο μεταξύ θα πρέπει να αναγνωρίσουμε με θάρρος και ειλικρίνεια αυτά τα στοιχεία που μας ενώνουν, τα οποία είναι περισσότερα από αυτά που μας χωρίζουν, να τα υπογραμμίσουμε, και σ’ αυτά να βασιζόμαστε, σεβόμενοι ο ένας για τον άλλον. Άλλωστε ο αμοιβαίος σεβασμός, εκτός από χριστιανική αναγκαιότητα, είναι ζήτημα πολιτισμού και ανθρωπιάς.
+ Ιωάννης ΣπιτέρηςΑρχιεπίσκοπος ΡωμαιοκαθολικώνΠρώην Κερκύρας1 Ταῦτα ἐλάλησεν Ἰησοῦς, καὶ ἐπῆρε τοὺς ὀφθαλμοὺς αὐτοῦ εἰς τὸν οὐρανὸν καὶ εἶπε· Πάτερ, ἐλήλυθεν ἡ ὥρα· δόξασόν σου τὸν υἱόν, ἵνα καὶ ὁ υἱὸς σου δοξάσῃ σέ, 2 καθὼς ἔδωκας αὐτῷ ἐξουσίαν πάσης σαρκός, ἵνα πᾶν ὃ δέδωκας αὐτῷ δώσῃ αὐτοῖς ζωὴν αἰώνιον. 3 αὕτη δέ ἐστιν ἡ αἰώνιος ζωή, ἵνα γινώσκωσιν σὲ τὸν μόνον ἀληθινὸν Θεὸν καὶ ὃν ἀπέστειλας Ἰησοῦν Χριστόν. 4 ἐγώ σε ἐδόξασα ἐπὶ τῆς γῆς, τὸ ἔργον ἐτελειώσα ὃ δέδωκάς μοι ἵνα ποιήσω·
5 καὶ νῦν δόξασόν με σύ, πάτερ, παρὰ σεαυτῷ τῇ δόξῃ ᾗ εἶχον πρὸ τοῦ τὸν κόσμον εἶναι παρὰ σοί. 6 Ἐφανέρωσά σου τὸ ὄνομα τοῖς ἀνθρώποις οὓς δέδωκάς μοι ἐκ τοῦ κόσμου. σοὶ ἦσαν καὶ ἐμοὶ αὐτοὺς δέδωκας, καὶ τὸν λόγον σου τετηρήκασι. 7 νῦν ἔγνωκαν ὅτι πάντα ὅσα δέδωκάς μοι παρὰ σοῦ εἰσιν· 8 ὅτι τὰ ῥήματα ἃ ἔδωκάς μοι δέδωκα αὐτοῖς, καὶ αὐτοὶ ἔλαβον καὶ ἔγνωσαν ἀληθῶς ὅτι παρὰ σοῦ ἐξῆλθον, καὶ ἐπίστευσαν ὅτι σύ με ἀπέστειλας. 9 ἐγὼ περὶ αὐτῶν ἐρωτῶ· οὐ περὶ τοῦ κόσμου ἐρωτῶ ἀλλὰ περὶ ὧν δέδωκάς μοι, ὅτι σοί εἰσι, 10 καὶ τὰ ἐμὰ πάντα σά ἐστιν καὶ τὰ σὰ ἐμά, καὶ δεδόξασμαι ἐν αὐτοῖς. 11 καὶ οὐκέτι εἰμὶ ἐν τῷ κόσμῳ, καὶ αὐτοὶ ἐν τῷ κόσμῳ εἰσί, καὶ ἐγὼ πρὸς σὲ ἔρχομαι. Πάτερ ἅγιε, τήρησον αὐτοὺς ἐν τῷ ὀνόματί σου οὓς δέδωκάς μοι, ἵνα ὦσιν ἓν καθὼς ἡμεῖς. 12 ὅτε ἤμην μετ’ αὐτῶν ἐν τῷ κόσμῳ, ἐγὼ ἐτήρουν αὐτοὺς ἐν τῷ ὀνόματί σου οὓς δέδωκάς μοι ἐφύλαξα, καὶ οὐδεὶς ἐξ αὐτῶν ἀπώλετο εἰ μὴ ὁ υἱὸς τῆς ἀπωλείας, ἵνα ἡ γραφὴ πληρωθῇ.
13 νῦν δὲ πρὸς σὲ ἔρχομαι, καὶ ταῦτα λαλῶ ἐν τῷ κόσμῳ ἵνα ἔχωσι τὴν χαρὰν τὴν ἐμὴν πεπληρωμένην ἐν αὑτοῖς. 14 ἐγὼ δέδωκα αὐτοῖς τὸν λόγον σου, καὶ ὁ κόσμος ἐμίσησεν αὐτούς, ὅτι οὐκ εἰσὶν ἐκ τοῦ κόσμου, καθὼς ἐγὼ οὐκ εἰμὶ ἐκ τοῦ κόσμου. 15 οὐκ ἐρωτῶ ἵνα ἄρῃς αὐτοὺς ἐκ τοῦ κόσμου, ἀλλ’ ἵνα τηρήσῃς αὐτοὺς ἐκ τοῦ πονηροῦ. 16 ἐκ τοῦ κόσμου οὐκ εἰσὶν καθὼς ἐγὼ ἐκ τοῦ κόσμου οὐκ εἰμὶ. 17 ἁγίασον αὐτοὺς ἐν τῇ ἀληθείᾳ σου· ὁ λόγος ὁ σὸς ἀλήθειά ἐστι. 18 καθὼς ἐμὲ ἀπέστειλας εἰς τὸν κόσμον, κἀγὼ ἀπέστειλα αὐτοὺς εἰς τὸν κόσμον· 19 καὶ ὑπὲρ αὐτῶν ἐγὼ ἁγιάζω ἐμαυτόν, ἵνα καὶ αὐτοὶ ὦσιν ἡγιασμένοι ἐν ἀληθείᾳ. 20 Οὐ περὶ τούτων δὲ ἐρωτῶ μόνον, ἀλλὰ καὶ περὶ τῶν πιστευόντων διὰ τοῦ λόγου αὐτῶν εἰς ἐμέ, 21 ἵνα πάντες ἓν ὦσιν, καθὼς σύ, πάτερ, ἐν ἐμοὶ κἀγὼ ἐν σοί, ἵνα καὶ αὐτοὶ ἐν ἡμῖν ὦσιν, ἵνα ὁ κόσμος πιστεύσῃ ὅτι σύ με ἀπέστειλας. 22 κἀγὼ τὴν δόξαν ἣν δέδωκάς μοι δέδωκα αὐτοῖς, ἵνα ὦσιν ἓν καθὼς ἡμεῖς ἕν ἐσμὲν, 23 ἐγὼ ἐν αὐτοῖς καὶ σὺ ἐν ἐμοί, ἵνα ὦσιν τετελειωμένοι εἰς ἕν, καὶ ἵνα γινώσκῃ ὁ κόσμος ὅτι σύ με ἀπέστειλας καὶ ἠγάπησας αὐτοὺς καθὼς ἐμὲ ἠγάπησας. 24 Πάτερ, οὓς δέδωκάς μοι, θέλω ἵνα ὅπου εἰμὶ ἐγὼ κἀκεῖνοι ὦσι μετ’ ἐμοῦ, ἵνα θεωρῶσιν τὴν δόξαν τὴν ἐμὴν ἣν δέδωκάς μοι, ὅτι ἠγάπησάς με πρὸ καταβολῆς κόσμου. 25 πάτερ δίκαιε, καὶ ὁ κόσμος σε οὐκ ἔγνω, ἐγὼ δέ σε ἔγνων, καὶ οὗτοι ἔγνωσαν ὅτι σύ με ἀπέστειλας, 26 καὶ ἐγνώρισα αὐτοῖς τὸ ὄνομά σου καὶ γνωρίσω, ἵνα ἡ ἀγάπη ἣν ἠγάπησάς με ἐν αὐτοῖς ᾖ κἀγὼ ἐν αὐτοῖς.
ΠΡΑΞΕΙΣ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ 21 Ταῦτα ἐλάλησεν Ἰησοῦς, καὶ ἐπῆρε τοὺς ὀφθαλμοὺς αὐτοῦ εἰς τὸν οὐρανὸν καὶ εἶπε· Πάτερ, ἐλήλυθεν ἡ ὥρα· δόξασόν σου τὸν υἱόν, ἵνα καὶ ὁ υἱὸς σου δοξάσῃ σέ, 2 καθὼς ἔδωκας αὐτῷ ἐξουσίαν πάσης σαρκός, ἵνα πᾶν ὃ δέδωκας αὐτῷ δώσῃ αὐτοῖς ζωὴν αἰώνιον. 3 αὕτη δέ ἐστιν ἡ αἰώνιος ζωή, ἵνα γινώσκωσιν σὲ τὸν μόνον ἀληθινὸν Θεὸν καὶ ὃν ἀπέστειλας Ἰησοῦν Χριστόν. 4 ἐγώ σε ἐδόξασα ἐπὶ τῆς γῆς, τὸ ἔργον ἐτελειώσα ὃ δέδωκάς μοι ἵνα ποιήσω·
5 καὶ νῦν δόξασόν με σύ, πάτερ, παρὰ σεαυτῷ τῇ δόξῃ ᾗ εἶχον πρὸ τοῦ τὸν κόσμον εἶναι παρὰ σοί. 6 Ἐφανέρωσά σου τὸ ὄνομα τοῖς ἀνθρώποις οὓς δέδωκάς μοι ἐκ τοῦ κόσμου. σοὶ ἦσαν καὶ ἐμοὶ αὐτοὺς δέδωκας, καὶ τὸν λόγον σου τετηρήκασι. 7 νῦν ἔγνωκαν ὅτι πάντα ὅσα δέδωκάς μοι παρὰ σοῦ εἰσιν· 8 ὅτι τὰ ῥήματα ἃ ἔδωκάς μοι δέδωκα αὐτοῖς, καὶ αὐτοὶ ἔλαβον καὶ ἔγνωσαν ἀληθῶς ὅτι παρὰ σοῦ ἐξῆλθον, καὶ ἐπίστευσαν ὅτι σύ με ἀπέστειλας. 9 ἐγὼ περὶ αὐτῶν ἐρωτῶ· οὐ περὶ τοῦ κόσμου ἐρωτῶ ἀλλὰ περὶ ὧν δέδωκάς μοι, ὅτι σοί εἰσι, 10 καὶ τὰ ἐμὰ πάντα σά ἐστιν καὶ τὰ σὰ ἐμά, καὶ δεδόξασμαι ἐν αὐτοῖς. 11 καὶ οὐκέτι εἰμὶ ἐν τῷ κόσμῳ, καὶ αὐτοὶ ἐν τῷ κόσμῳ εἰσί, καὶ ἐγὼ πρὸς σὲ ἔρχομαι. Πάτερ ἅγιε, τήρησον αὐτοὺς ἐν τῷ ὀνόματί σου οὓς δέδωκάς μοι, ἵνα ὦσιν ἓν καθὼς ἡμεῖς. 12 ὅτε ἤμην μετ’ αὐτῶν ἐν τῷ κόσμῳ, ἐγὼ ἐτήρουν αὐτοὺς ἐν τῷ ὀνόματί σου οὓς δέδωκάς μοι ἐφύλαξα, καὶ οὐδεὶς ἐξ αὐτῶν ἀπώλετο εἰ μὴ ὁ υἱὸς τῆς ἀπωλείας, ἵνα ἡ γραφὴ πληρωθῇ.
13 νῦν δὲ πρὸς σὲ ἔρχομαι, καὶ ταῦτα λαλῶ ἐν τῷ κόσμῳ ἵνα ἔχωσι τὴν χαρὰν τὴν ἐμὴν πεπληρωμένην ἐν αὑτοῖς. 14 ἐγὼ δέδωκα αὐτοῖς τὸν λόγον σου, καὶ ὁ κόσμος ἐμίσησεν αὐτούς, ὅτι οὐκ εἰσὶν ἐκ τοῦ κόσμου, καθὼς ἐγὼ οὐκ εἰμὶ ἐκ τοῦ κόσμου. 15 οὐκ ἐρωτῶ ἵνα ἄρῃς αὐτοὺς ἐκ τοῦ κόσμου, ἀλλ’ ἵνα τηρήσῃς αὐτοὺς ἐκ τοῦ πονηροῦ. 16 ἐκ τοῦ κόσμου οὐκ εἰσὶν καθὼς ἐγὼ ἐκ τοῦ κόσμου οὐκ εἰμὶ. 17 ἁγίασον αὐτοὺς ἐν τῇ ἀληθείᾳ σου· ὁ λόγος ὁ σὸς ἀλήθειά ἐστι. 18 καθὼς ἐμὲ ἀπέστειλας εἰς τὸν κόσμον, κἀγὼ ἀπέστειλα αὐτοὺς εἰς τὸν κόσμον· 19 καὶ ὑπὲρ αὐτῶν ἐγὼ ἁγιάζω ἐμαυτόν, ἵνα καὶ αὐτοὶ ὦσιν ἡγιασμένοι ἐν ἀληθείᾳ. 20 Οὐ περὶ τούτων δὲ ἐρωτῶ μόνον, ἀλλὰ καὶ περὶ τῶν πιστευόντων διὰ τοῦ λόγου αὐτῶν εἰς ἐμέ, 21 ἵνα πάντες ἓν ὦσιν, καθὼς σύ, πάτερ, ἐν ἐμοὶ κἀγὼ ἐν σοί, ἵνα καὶ αὐτοὶ ἐν ἡμῖν ὦσιν, ἵνα ὁ κόσμος πιστεύσῃ ὅτι σύ με ἀπέστειλας. 22 κἀγὼ τὴν δόξαν ἣν δέδωκάς μοι δέδωκα αὐτοῖς, ἵνα ὦσιν ἓν καθὼς ἡμεῖς ἕν ἐσμὲν, 23 ἐγὼ ἐν αὐτοῖς καὶ σὺ ἐν ἐμοί, ἵνα ὦσιν τετελειωμένοι εἰς ἕν, καὶ ἵνα γινώσκῃ ὁ κόσμος ὅτι σύ με ἀπέστειλας καὶ ἠγάπησας αὐτοὺς καθὼς ἐμὲ ἠγάπησας. 24 Πάτερ, οὓς δέδωκάς μοι, θέλω ἵνα ὅπου εἰμὶ ἐγὼ κἀκεῖνοι ὦσι μετ’ ἐμοῦ, ἵνα θεωρῶσιν τὴν δόξαν τὴν ἐμὴν ἣν δέδωκάς μοι, ὅτι ἠγάπησάς με πρὸ καταβολῆς κόσμου. 25 πάτερ δίκαιε, καὶ ὁ κόσμος σε οὐκ ἔγνω, ἐγὼ δέ σε ἔγνων, καὶ οὗτοι ἔγνωσαν ὅτι σύ με ἀπέστειλας, 26 καὶ ἐγνώρισα αὐτοῖς τὸ ὄνομά σου καὶ γνωρίσω, ἵνα ἡ ἀγάπη ἣν ἠγάπησάς με ἐν αὐτοῖς ᾖ κἀγὼ ἐν αὐτοῖς.
Βλέπω τον Κύριο πάντοτε μπροστά μου·
είναι στα δεξιά μου για να με προστατέψει.
26 Γι’ αυτό χαίρεται η καρδιά μου και τραγουδάει η γλώσσα μου·
κι όταν το σώμα μου πάει στον τάφο, θα έχει την ελπίδα συντροφιά.
27 Δε θα εγκαταλείψεις την ψυχή μου στον άδη,
ούτε θ’ αφήσεις τον άγιό σου να γνωρίσει τη φθορά.
28 Μου ’δειξες το δρόμο προς τη ζωή.
Θα με γεμίσεις ευφροσύνη, όταν θα είμαι κοντά σου.
29Αδερφοί, μπορώ να σας πω ελεύθερα για τον προπάτορα, το βασιλιά Δαβίδ, ότι και πέθανε και θάφτηκε και το μνήμα του υπάρχει εδώ μέχρι σήμερα. 30Επειδή όμως ήταν προφήτης και γνώριζε ότι ο Θεός τού υποσχέθηκε με όρκο πως από έναν απόγονό του θα αναδείξει το Χριστό ως άνθρωπο για να καθίσει στο θρόνο του, 31μίλησε προφητικά για την ανάσταση του Χριστού, ο οποίος, ούτε εγκαταλείφθηκε στον άδη, ούτε στο σώμα του γνώρισε φθορά.
32»Αυτόν τον Ιησού τον ανέστησε ο Θεός, και για το γεγονός αυτό όλοι εμείς είμαστε μάρτυρες. 33Αφού, λοιπόν, ανέβηκε με τη δύναμη του Θεού στον ουρανό και έλαβε από τον Πατέρα το Άγιο Πνεύμα που του το είχε υποσχεθεί, το μοίρασε πλούσια σ’ εμάς, αυτό που τις ενέργειές του εσείς τώρα βλέπετε και ακούτε. 34Ο Δαβίδ, βέβαια, δεν ανέβηκε στον ουρανό, κι όμως λέει ο ίδιος:
Είπε ο Κύριος στον Κύριό μου: κάθισε στα δεξιά μου,
35 ώσπου να υποτάξω τους εχθρούς σου κάτω απ’ τα πόδια σου.
36Ας γνωρίζει, λοιπόν, με βεβαιότητα ο κάθε Ισραηλίτης ότι αυτόν τον Ιησού, που εσείς τον σταυρώσατε, ο Θεός τον ανέδειξε Κύριο και Μεσσία!»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου