Συνέχεια από: Σάββατο 22 Ιανουαρίου 2022
2. Οι διακριτοί χαρακτήρες τής Ιεραρχικής επιστήμης! (συνέχεια)
Αφού διακρίναμε την αρεοπαγίτικη έννοια τής επιστήμης από τις παραπλήσιες έννοιες τής τάξεως και τής ενέργειας (δραστηριότητος) αφού υπογραμμίσαμε τα σημεία στα οποία διαφέρει από την πλατωνική επιστήμη, συμφέρει, για να ολοκληρώσουμε, να κάνουμε μία ανάλογη διάκριση ανάμεσα σε επιστήμη και φωτισμό, ανάμεσα σε επιστήμη και διαλογισμό και τέλος ανάμεσα σε επιστήμη και προσευχή.
Έχουμε τον πειρασμό σαν πρώτη αντίδραση να παρομοιάζουμε τον φωτισμό (έλλαμψις) και την επιστήμη! Δεν έχουν και οι δύο την κοινή τους πηγή στον Θεό και αυτό το κοινό αποτέλεσμα, να αποκαλύψουν στον κτιστό νού τα Θεία μυστήρια; Βεβαίως. Αλλά η έλλαμψις μοιάζει να παρουσιάζει μία μεγαλύτερη επέκταση από την επιστήμη. Αυτή υπολογίζει, όπως είδαμε, την γνωσιολογική πλευρά τής θέωσης. Η έλλαμψις δεν αποκλείει βεβαίως αυτή την πλευρά, αλλά λέει περισσότερα. Περιλαμβάνει όλες τις χάρες που ήλθαν από τον Θεό, είτε είναι νοερής τάξεως είτε όχι. Αυτή η εννοιολόγηση εμφανίζεται καθαρά στην αρχή τής Ουράνιας Ιεραρχίας. Ο Διονύσιος σχολιάζει, αφού το ανέφερε, το χωρίο του Ιακώβου Ι,17 : πάσα δόσις αγαθή και πάν δώρημα τέλειον άνωθεν έστιν καταβαίνον από τού Πατρός των φώτων. Καθαυτή, αυτή η φράση αποδίδει στον “Πατέρα των φώτων” κάθε είδους δώρου (πάσα δόσις, πάν δώρημα). Και ο Διονύσιος το εξηγεί με ακρίβεια όταν αποδίδει θετικά σ’αυτή την φωτεινή ακτινοβολία (Ουρ. Ιερ. 120 Β: πάσα πατροκινήτου φωτοφάνειας πρόοδος) την πνευματική μας αποκατάσταση, την επιστροφή μας στο Ένα και στην Θεοποιό απλότητα του πατρός (πάλιν… ανατατικώς ημάς αναπληροί και επιστρέφει προς την του συναγωγού ενότητα και θεοποιόν απλότητα). Τώρα, παρότι συντροφεύονται με φώτα νοερά, η πνευματική αποκατάσταση και η επιστροφή στο Ένα δεν συνιστούν τυπικώς την επιστήμη! Η ίδια παρατήρηση επιβάλλεται και για πολλές άλλες περιπτώσεις και χωρία! Στο πρώτο κεφάλαιο των Θείων ονομάτων, για παράδειγμα, διαβάζουμε ότι το Αγαθό καθαυτό επεκτείνεται, απλώνει, σε όλα τα όντα αγαθούς και ευλογημένους φωτισμούς (Θ. Ονομ. 588 C : Ού μην ακοινώνητόν εστι καθόλου ταγαθόν ουδενί των όντων, αλλ’ εφ’ εαυτού μονίμως την υπερούσιον ιδρύσαν ακτίνα ταίς εκάστου των όντων αναλόγοις ελλάμψεσιν αγαθοπρεπώς επιφαίνεται). Δεν μπορούμε να πούμε ότι αυτή η φωτεινή ακτινοβολία του Αγαθού στα όντα είναι αποκλειστικώς και τυπικώς μία ακτινοβολία τής επιστήμης. Δεν μπορούμε ούτε να πούμε ότι μία παρόμοια ακτινοβολία συμβαίνει στις Θείες ελλάμψεις (Ουρ. Ιερ. 340 Α/Β) και κάνουν συμμέτοχους τους αγίους ανθρώπους στις χαρές του Θεού και των αγγέλων, στην περίπτωση της επιστροφής ενός αμαρτωλού. Σε όλες αυτές τις περιπτώσεις, η έλλαμψις παρουσιάζει μία επέκταση ευρύτερη της επιστήμης.
Ένας δεύτερος λόγος μας εμποδίζει να ταυτίσουμε αυτούς τους δύο όρους. Αφορά την ίδια την κατανομή τών ιεραρχικών λειτουργιών ανάμεσα στους διαφορετικούς βαθμούς. Ενώ η επιστήμη είναι το προνόμιο των τελείων, η έλλαμψις αποδίδεται περισσότερο στους διάμεσους βαθμούς (Τάξεις). Έτσι για παράδειγμα, η τάξις των ιερέων είναι διαφωτίζουσα, ενώ ο Επίσκοπος έχει σαν δώρο τήν επιστήμη. (Εκκλ. Ιερ. 505 G/D : Είς τόν Ιεράρχην δε αναπέμπουσα τούς τής επιστήμης των θεωρηθεισών Ιερουργιών εφιεμένους).
Αυτός ο ίδιος λόγος ισχύει για την διάκριση τής θεωρίας και της επιστήμης. Η θεωρία χαρακτηρίζει ουσιαστικά τις μεσαίες τάξεις (εδώ θα μπορούσαμε να θέσουμε το ερώτημα τής γνώσεως αυτού που διακρίνει την θεωρία από την έλλαμψη. Και οι δύο ανήκουν κυρίως στις μεσαίες τάξεις. Αλλά ενώ στην θεωρία ανήκει μάλλον η ιδιαίτερη διαδρομή τού νού (τού θεωρητικού) η οποία τονίζεται, στην έλλαμψη, μοιάζει να μετακινείται ο τονισμός στο δώρο τού Θεού, το οποίο εξάλλου μπορεί να μην είναι ένα δώρο αποκλειστικά διανοητικό). Ο Άγιος Λαός, ο οποίος είναι ενδιάμεσος ανάμεσα στην τάξη των κεκαθαρμένων και την τέλεια τάξη των μοναχών, ονομάζεται θεωρητική τάξις. (Εκκλ. Ιερ. 536 D και 532 Β). Στην μεσαία τάξη αντιστοιχούν πράγματι η θεωρητική αρετή και η έλλαμψη (ο φωτισμός), ενώ οι ανώτερες τάξεις διαθέτουν επιπλέον την επιστήμη η οποία τελειοποιεί. (Εκκλ. Ιερ. 504 Β: Μέση δε μετά την κάθαρσιν η φωτιζομένη και τινων ιερών θεωρητική. Τελευταία δε και θειοτέρα των άλλων η των ιερών φωτισμών, ών εγεγόνες θεωρός ελλαμπομένη την τελειωτικήν επιστήμην). Η μεσαία τάξις τής ιεραρχίας ανυψώνει εις θεωρητικήν έξιν και δύναμιν τον αγιο λαό. Αλλά η τάξις των μοναχών, η οποία είναι η τέλεια τάξις, οδηγείται στην κορυφή της ιεραρχικής επιστήμης μέσω τής πιο υψηλής τάξεως τής ιεραρχίας. Και η γνώση των υψηλών μυστηρίων που έχουν οι μοναχοί είναι πιο υψηλή από την θεωρία του λαού του αγίου! (Εκκλ. Ιερ. 536 C : Ού θεωρητικός μόνον έσται των κατ’αυτόν ιερών, ουδέ κατά μέσην τάξιν επί την κοινωνίαν ήξει τών ιερωτάτων συμβόλων, αλλά μετά Θείας τών υπ’αυτού μετεχομένων ιερών γνώσεως ετέρω τρόπω παρά τον ιερόν λαόν επί την μετάληψιν ήξει της θεαρχικής κοινωνίας). Η διάκριση λοιπόν ανάμεσα στην θεωρία και την επιστήμη είναι ξεκάθαρη στην Εκκλ. Ιεραρχία!
Το ίδιο ισχύει και στην Ουράνιο Ιεραρχία! Το ΙΙΙο κεφάλαιο, το οποίο ορίζει την φύση και τον σκοπό της Ιεραρχίας, διακρίνει τους τρείς βαθμούς που την συστήνουν. Ας δούμε τί λέει στους δύο πρώτους: "Πρέπει οι φωτιζόμενοι να ανυψωθούν μέσω των Ιερών ομμάτων τής νοήσεως μέχρι την κατάσταση και την δύναμη τής θεωρίας, (προς θεωρητικήν έξιν και δύναμιν εν πανάγνοις νοός οφθαλμοίς αναγομένους). Οι δε τελούμενοι να λάβουν μέρος στην τελειωτική επιστήμη των ιερών πραγμάτων που θεώρησαν! (Μετόχους γίνεσθαι της των εποπτευθέντων Ιερών τελειωτικής επιστήμης. Ουρ. Ιερ. 165 D)". Η διάκριση λοιπόν δεν είναι τυχαία : στους μεσαίες βαθμούς αντιστοιχούν ο φωτισμός και η θεωρία. Στους πρώτους βαθμούς, η τελειότης και η επιστήμη. Έτσι η επιστήμη αντιστοιχεί στην αναγωγή των κτιστών νόων, σε μία επόμενη στάση από εκείνη της θεωρίας, παρότι αυτή η ίδια η θεωρία δεν καταστρέφεται αλλά ανυψούται, στην τέλεια κατάσταση της θεώσεως την οποία προετοίμασε και στόχευσε!
Συνεχίζεται
Αμέθυστος.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου