(Διασκευή, επιμέλεια Στέλιος Κούκος)
Ο νεαρός Γρηγόριος από την Αριανζό της Καππαδοκίας, ο αποκληθείς μετέπειτα Θεολόγος, επιβιβάστηκε από την Αλεξάνδρεια στην οποία βρισκόταν σε ένα αιγινήτικο καράβι για να πάει στην Αθήνα και να συνεχίσει τις σπουδές του. Ήταν μήνας Νοέμβριος και το ταξείδι ξεκίνησε με καλό καιρό. Σύντομα, όμως, το σκάφος βρέθηκε να παλεύει με τον άνεμο, τα κύματα αλλά και γενικά με τον καιρό, αφού ούτε τον ουρανό μπορούσαν να δουν, ούτε την θάλασσα.
Ο καπετάνιος και το πλήρωμά του σκάφους ήταν απασχολημένοι, όπως και προβληματισμένοι, για τη διάσωση του, ενώ όλοι οι επιβάτες θρηνούσαν για τον επικείμενο θάνατό τους που έβλεπαν να έρχεται από στιγμή σε στιγμή.
Όμως, ο νεαρός Γρηγόριος στεναχωριόταν πιο πολύ για τον θάνατο της ψυχής του, αφού μέχρι τότε, σύμφωνα και με τα ειωθότα της εποχής, δεν είχε προλάβει να βαφτιστεί. Το γεγονός αυτό τον στενοχωρούσε ιδιαίτερα, αφού η βάφτιση του ήταν μέσα στις προθέσεις του.
Ενώ, λοιπόν, συνεχιζόταν το ταραχώδες και επικίνδυνο αυτό ταξείδι με την πάλη με όλα τα στοιχεία της φύσης, ο Γρηγόριος θυμήθηκε τις έκτακτες ευεργεσίες του Θεού προς τον ιουδαϊκό λαό οι οποίες συνέβησαν τόσο στην ξηρά όσο και στη θάλασσα και αναθάρρησε.
Ανάμεσα σ’ αυτά τα γεγονότα ήταν διάσωση του λαού τους όταν τα νερά της Ερυθράς Θάλασσας σχίσθηκαν στα δύο και έτσι οι Ιουδαίοι κατάφεραν να περάσουν απέναντι, το νερό που ανέβλυσε από την πέτρα στην έρημο και ήπιαν και ξεδίψασαν, η διαφύλαξη των Τριών Παίδων από την φωτιά, όπως και του Δανιήλ από το λιοντάρι και του Ιωνά από το κήτος.
Παίρνοντας, λοιπόν, θάρρος από τα γεγονότα αυτά, και αφού έσχισε τα ρούχα του, άρχισε να προσεύχεται, χύνοντας κρουνούς δακρύων, επικαλούμενος μεγαλοφώνως την βοήθεια του Θεού λέγοντας:
«Παρακαλώ την βασιλεία σου, Κύριε Ιησού Χριστέ, να με ευσπλαγχνιστείς τον ανάξιο δούλο σου και να μην με πάρεις, αφού δεν έχω ένδυμα γάμου και να με αξιώσεις θείας αναγέννησης. Ναι, πανάγαθε Δέσποτα, λύτρωσέ με ως παντοδύναμος από το κίνδυνο που επικρέμαται, και αμέσως μόλις φτάσω στην ξηρά, να λάβω την σφραγίδα του Αγίου βαπτίσματος, για να είμαι αληθινός και εξαιρετικός δούλος σου».
Αυτά είπε και έγινε σε μια στιγμή ταπεινή και ήμερος η αγριεμένη θάλασσα, υπακούοντας στο θείο πρόσταγμα.
Βλέποντας την θαυμάσια αυτή μεταβολή οι ναύτες και οι επιβάτες του πλοίου οι οποίοι ήταν ειδωλολάτρες εξεπλάγησαν, και ομολόγησαν όλοι ότι ο Θεός του Γρηγορίου τους έσωσε από τον μεγάλο κίνδυνο που αντιμετώπισαν, και ότι αυτός ο Θεός είναι παντοδύναμος.
Έτσι ήταν ο μεγάλος Γρηγόριος ο Θεολόγος και πριν από το μυστήριο του Αγίου Βαπτίσματος ο οποίος μετέστρεψε στην αληθινή πίστη όλους όσους βρίσκονταν στο πλοίο με το θαύμα αυτό!
Διασκευή από τον Μεγάλο Συναξαριστή της Εκκλησίας, μήνας Ιανουάριος, τόμος α’.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου