Σε παγκόσμιο επίπεδο, πριν από την «πανδημία», το βουνό των χρεών ήταν περί τα 295 τρις $ – δηλαδή πάνω από τρεις φορές το παγκόσμιο ΑΕΠ. Το ποσόν αυτό αυξάνεται ραγδαία μετά την «πανδημία», ενώ ταυτόχρονα μειώνεται το ΑΕΠ – οπότε εκτοξεύεται στα ύψη ο δείκτης δημοσίου και ιδιωτικού χρέους ως προς το ΑΕΠ. Αντί τώρα να αυξήσουν τα κράτη τους φόρους για να ανταπεξέλθουν με τα έξοδα της «πανδημίας» και του κλειδώματος των οικονομιών τους, καθώς επίσης να αφήσουν τις υπερχρεωμένες εταιρείες ή τράπεζες να χρεοκοπήσουν μη ενισχύοντας τες, αυξάνουν ξανά το δανεισμό τους – με αποτέλεσμα να γίνονται ακόμη πιο ισχυρές οι χρηματαγορές, καταλύοντας πλήρως τη Δημοκρατία και επιβάλλοντας στα κράτη ότι θέλουν. Για παράδειγμα, στην Ελλάδα οι τράπεζες έχουν κοστίσει ήδη πάνω από 60 δις € σε όλους εμάς (=όσο περίπου εξοικονομήθηκε με τα μνημόνια από τις δεκάδες μειώσεις που επιβλήθηκαν) και με το σχέδιο Ηρακλής θα ενισχυθούν ξανά με 12 δις € – ενώ δεν θα είναι τα τελευταία. Με τον τρόπο αυτό αναβάλλεται μεν η κατάρρευση της οικονομίας ακόμη μία φορά, αλλά αυξάνεται γεωμετρικά το μέγεθος της βόμβας στα θεμέλια των κρατών – κάτι που σημαίνει πως όταν εκραγεί, τα αποτελέσματα για την οικονομία θα είναι πολύ χειρότερα από την έκρηξη μίας ατομικής βόμβας. Όσο δεν λύνεται δε το πρόβλημα νούμερο ένα του πλανήτη, η μη ισορροπημένη αναδιανομή των εισοδημάτων, η βόμβα θα μεγεθύνεται – έως εκείνο το σημείο που το σύστημα μας θα καταστραφεί εντελώς.
Ανάλυση
Από καθαρά οικονομικής πλευράς, το χρήμα δεν είναι ένας περιορισμένος ή ακριβός «πόρος» – αλλά απλά ένα μέσον που η χρησιμότητα του είναι αφενός μεν η βέλτιστη χρήση των πραγματικών οικονομικών πόρων, αφετέρου η διασφάλιση πως δεν θα σπαταληθούν. Το κόστος δε της χρήσης του χρήματος είναι σχεδόν μηδενικό – ενώ θεωρητικά ένα κράτος που έχει τη νομισματική του κυριαρχία, απλά λαμβάνει όταν χρειαστεί ένα δάνειο από την κεντρική του τράπεζα.
Πρακτικά ο δανεισμός του δρομολογείται με την έκδοση ομολόγων του δημοσίου – τα οποία αγοράζουν οι εμπορικές τράπεζες και τα καταθέτουν στην κεντρική ως εγγύηση, αυξάνοντας έτσι τη ρευστότητα τους. Η «διανομή» τώρα αυτών των χρημάτων σε άτομα, σε μικρές και σε μεγάλες επιχειρήσεις, συνεπάγεται κάποιο διοικητικό κόστος – κάτι που όμως είναι μηδαμινό, πόσο μάλλον σε σχέση με την οικονομική ζημία που αποφεύγεται με αυτόν τον τρόπο, με τη μορφή των πόρων που θα παρέμεναν αδρανείς, λόγω της αδυναμίας χρησιμοποίησης τους.
Αντίθετα είναι πολύ ακριβή για την οικονομία η μη τροφοδοσία της από το κράτος με επαρκή ποσότητα χρημάτων – όπως συμβαίνει τα τελευταία χρόνια στην Ελλάδα, λόγω της συμμετοχής της στην Ευρωζώνη και της αδυναμίας έκδοσης χρημάτων. Εάν συνεχισθεί δε αυτή η κατάσταση, η Ελλάδα δεν πρόκειται ποτέ να ξεφύγει από τη θανατηφόρο παγίδα ρευστότητας, στην οποία έχει καταδικαστεί – με στόχο τη ληστεία της δημόσιας και ιδιωτικής της περιουσίας που ευρίσκεται σε πλήρη εξέλιξη.
Τα παραπάνω βέβαια δεν σημαίνουν πως το νομισματικά κυρίαρχο κράτος, με τη δική του κεντρική τράπεζα (η Ελλάδα δεν είχε ποτέ, αφού η ΤτΕ ανήκε ανέκαθεν σε ξένους), μπορεί να δημιουργεί χρήματα από το πουθενά κατά το δοκούν – επειδή (α) αυξάνεται ο κίνδυνος κατάχρησης, με πληθωριστικές συνέπειες και (β) το κράτος κυκλοφορεί πάρα πολλούς τίτλους (= ομόλογα), οπότε σταδιακά ενισχύει τη δύναμη των κεφαλαιαγορών.
Η βόμβα του χρέους
Περαιτέρω, όταν μία εμπορική τράπεζα παρέχει ένα στεγαστικό ή επιχειρηματικό δάνειο, απαιτεί εξασφαλίσεις με τη μορφή ακινήτων ή παραγωγικών εγκαταστάσεων – οπότε δημιουργεί μεν χρήματα από το πουθενά απλά και μόνο με την παροχή δανείων, αλλά στην ουσία πίσω από αυτά τα χρήματα υπάρχουν πραγματικές αξίες που παράγουν πραγματικά εισοδήματα (=ενοίκια, προϊόντα κλπ.).
Από οικονομικής πλευράς, το γεγονός αυτό σημαίνει πως το άθροισμα των εκκρεμών δανείων ή χρεογράφων, δεν αυξάνεται ταχύτερα από το ΑΕΠ – με εξαίρεση τις εποχές που δημιουργούνται φούσκες, με την έννοια πως οι αξίες, καθώς επίσης τα εισοδήματα πίσω από τα δάνεια είναι πλασματικά και δεν αποδίδουν ανάλογα εισοδήματα, οπότε ΑΕΠ. Έτσι τα δάνεια αυξάνονται ταχύτερα από το ΑΕΠ, οπότε η οικονομική κατάρρευση και το κραχ είναι προδιαγεγραμμένα – έτσι ώστε να επανέλθουν όλα στη φυσιολογική τους κατάσταση.
Στα πλαίσια αυτά, τα δεκάδες χιλιάδες δισεκατομμύρια που κυκλοφορούν πλέον σε ολόκληρο τον πλανήτη, λόγω της «πανδημίας», είναι στην πραγματικότητα χρήματα που δημιουργήθηκαν από το πουθενά – επειδή δεν έχουν αντίκρισμα, δεν υπάρχουν δηλαδή αξίες πίσω από αυτά, αλλά χρησιμοποιούνται μόνο για κατανάλωση. Με δεδομένο δε το ότι, τα κράτη είχαν δημιουργήσει επίσης χρήματα από το πουθενά πριν από την πανδημία, για να καταπολεμήσουν τη χρηματοπιστωτική κρίση του 2008, καθώς επίσης την ευρωπαϊκή κρίση χρέους αργότερα (την κινεζική κλπ.), το πρόβλημα είναι ήδη πολύ μεγάλο – ενώ θα οδηγήσει σε πολύ οδυνηρά αποτελέσματα στο εγγύς μέλλον.
Εν τούτοις, ακόμη μεγαλύτερο πρόβλημα είναι η μη ισορροπημένη αναδιανομή των εισοδημάτων, η οποία κλιμακώθηκε μετά την κρίση του 2008 – μεταξύ άλλων επειδή οι μεγάλες εταιρείες αυξάνουν συνεχώς τις τιμές τους και μειώνουν τους μισθούς, κυρίως δε τα έσοδα των υπεργολάβων, με αποτέλεσμα να μειώνεται η αγοραστική δύναμη των ανθρώπων, οπότε η κατανάλωση των προϊόντων τους.
Εν προκειμένω, οι μέτοχοι ή οι διαχειριστές θα έπρεπε είτε να μειώσουν τις τιμές και να αυξήσουν τους μισθούς για να πουλούν τα προϊόντα τους, είτε να περιορίσουν την παραγωγή και να απολύσουν εργαζομένους. Εάν επιλεχθεί το πρώτο, οι διαχειριστές των επιχειρήσεων κινδυνεύουν να χάσουν τη δουλειά τους, αφού οι μέτοχοι θέλουν να αυξάνονται τα κέρδη τους κάθε τρίμηνο – ενώ εάν επιλεχθεί το δεύτερο, κινδυνεύουν από τους πολιτικούς που δεν ψηφίζονται όταν αυξάνεται η ανεργία.
Το παιχνίδι αυτό, το πόκερ κατά κάποιον τρόπο μεταξύ των δύο κοινωνικών ομάδων, του κεφαλαίου δηλαδή και των εργαζομένων που διήρκεσε σχεδόν είκοσι χρόνια στη Δύση, έχει τελειώσει με τη νίκη του Κεφαλαίου – όπου τα εκάστοτε κράτη αντικαθιστούν την έλλειψη αγοραστικής δύναμης, με κοινωνικές δαπάνες. Πώς; Δανειζόμενα με την έκδοση ομολόγων που αγοράζονται από το πλουσιότερο 10% του πληθυσμού – από τα κορυφαία στελέχη των επιχειρήσεων και από τους μετόχους τους, όπου επιχειρήσεις είναι βέβαια και οι εμπορικές τράπεζες.
Με απλά λόγια, τα χρήματα που κερδίζουν οι εταιρείες μειώνοντας τους μισθούς των εργαζομένων και αποφεύγοντας την πληρωμή φόρων, επιστρέφουν στον οικονομικό κύκλο με τη μορφή δανείων – όπως στο παράδειγμα της Ευρωζώνης, όπου ο εταιρικός τομέας έχει δημιουργήσει καθαρά πλεονάσματα (=μετά από μερίσματα και επενδύσεις) πάνω από 2.600 δις € μετά το 2009, ενώ την ίδια χρονική περίοδο έχει συσσωρευτεί επί πλέον χρέος στους υπολοίπους (κράτη κλπ.) περί τα 3.500 δις €.
Το γεγονός αυτό σημαίνει πως η παγκοσμιοποιημένη οικονομία, παράγει ένα σταθερά αυξανόμενο βουνό χρέους και πιστώσεων – πίσω από τα οποία δεν υπάρχουν πραγματικές αξίες, αφού τα χρήματα αυτά τροφοδοτούν την κατανάλωση. Σε παγκόσμιο επίπεδο, πριν από την «πανδημία», το βουνό των χρεών (=συνολικό άθροισμα όλων των τραπεζικών δανείων και των διαπραγματεύσιμων τίτλων) ήταν περί τα 295 τρις $ – δηλαδή, πάνω από τρεις φορές το παγκόσμιο ΑΕΠ. Το ποσόν αυτό αυξάνεται ραγδαία μετά την «πανδημία», ενώ ταυτόχρονα μειώνεται το ΑΕΠ – οπότε εκτοξεύεται στα ύψη ο δείκτης δημοσίου και ιδιωτικού χρέους ως προς το ΑΕΠ.
Αντί τώρα να αυξήσουν τα κράτη τους φόρους για να ανταπεξέλθουν με τα έξοδα της «πανδημίας» και του κλειδώματος των οικονομιών τους, καθώς επίσης να αφήσουν τις υπερχρεωμένες εταιρείες ή τράπεζες να χρεοκοπήσουν μη ενισχύοντας τες, αυξάνουν ξανά το δανεισμό τους – με αποτέλεσμα να γίνονται ακόμη πιο ισχυρές οι χρηματαγορές, καταλύοντας πλήρως τη Δημοκρατία και επιβάλλοντας στα κράτη ότι θέλουν. Για παράδειγμα, στην Ελλάδα οι τράπεζες έχουν κοστίσει ήδη πάνω από 60 δις € σε όλους εμάς (=όσο περίπου εξοικονομήθηκε με τα μνημόνια από τις δεκάδες μειώσεις που επιβλήθηκαν) και με το σχέδιο Ηρακλής (ανάλυση) θα ενισχυθούν ξανά με 12 δις € – εις υγεία των κορόιδων, ενώ δεν θα είναι τα τελευταία.
Επίλογος
Ολοκληρώνοντας, με τον τρόπο αυτό αναβάλλεται μεν η κατάρρευση της οικονομίας ακόμη μία φορά, αλλά αυξάνεται γεωμετρικά το μέγεθος της βόμβας στα θεμέλια των κρατών – κάτι που σημαίνει πως όταν εκραγεί, τα αποτελέσματα για την οικονομία θα είναι πολύ χειρότερα από την έκρηξη μίας ατομικής βόμβας. Όσο δεν λύνεται λοιπόν το πρόβλημα νούμερο ένα του πλανήτη, η μη ισορροπημένη αναδιανομή των εισοδημάτων, η βόμβα θα μεγεθύνεται – έως εκείνο το σημείο που το σύστημα μας θα καταστραφεί εντελώς.
από Βασίλης Βιλιάρδος15 Ιουνίου 2020
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου