Συνέχεια από: Τετάρτη, 24 Ιουνίου 2020
ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ
ΘΕΟΛΟΓΙΚΗ ΣΧΟΛΗ
ΤΜΗΜΑ ΘΕΟΛΟΓΙΑΣ
Τακαρίδης Γεώργιος
Η ΟΝΤΟΛΟΓΙΑ ΤΟΥ ΝΟΥ
Κατά τόν Άγιο Γρηγόριο Παλαμά
ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΣ 2010
ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ
ΣΥΜΒΟΥΛΟΣ ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ: κ. ΤΣΕΛΕΓΓΙΔΗΣ ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ
3. ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΤΡΙΤΟ
Η ΟΝΤΟΛΟΓΙΑ ΤΟΥ ΝΟΥ
3.5. Η επιστροφή τού νού στον εαυτό του και η ένωσή του με τον Θεό
I. Η επιστροφή τού νού στον εαυτό του
Όπως αναφέρθηκε σε προηγούμενες ενότητες233, ο νους διαθέτει την δύναμη τής νόησης, η οποία έχει μία κατώτερη ενέργεια, αυτή με την οποία αναπτύσσει τήν κατά διάνοια καθημερινή ψυχική ζωή του ‐με όργανο το ψυχικό πνεύμα στον εγκέφαλο‐, και μία ανώτερη, αυτή τής επιστροφής στον εαυτό του. Οι οντολογικές προδιαγραφές τού νού είναι τέτοιες, που του επιτρέπουν κάτω από ορισμένες συνθήκες και προϋποθέσεις να επιστρέψει στον εαυτό του και να τον γνωρίσει εμπειρικά. Οι προϋποθέσεις αυτές δεν έχουν σχέση με τη διανοητική διεργασία στον εγκέφαλο, ούτε με τη γνώση που αποκτάται από αυτή. Ο άγιος Γρηγόριος εξηγεί πως δεν μπορεί να γνωρίσει κανείς τον εαυτό του με διαιρετικές και συλλογιστικές και αναλυτικές μεθόδους, αν δεν καταστήσει τον νου του απαλλαγμένο από την αλαζονεία και άκακο με επίπονη μετάνοια και έντονη άσκηση. Γιατί εκείνος που δεν κατέστησε το νού του τέτοιο και με τον τρόπο αυτό, ούτε τη δική του πτωχεία ως προς τη γνώση θα γνωρίσει, πράγμα που είναι ωφέλιμη αρχή για τη γνωριμία του εαυτού του234. Έτσι λοιπόν μια γνώση σε επίπεδο μόνο γνωστικό, εγκεφαλικό δεν αρκεί για να προσεγγίσει ο νους τον εαυτό του. Η έδρα του νου βρίσκεται στην καρδιά κι επομένως η επιστροφή του νου στον εαυτό του είναι μία επιστροφή προς την καρδιά. Φροντίζοντας, λέει ο άγιος, να εποπτεύουμε και να ρυθμίζουμε το λογιστικό μας, ώστε να βρίσκεται σε ακριβή νήψη, με τι θα εποπτεύουμε, αν δεν επαναφέρουμε, συνάγοντας από έξω τον διασκορπισμένο μέσω των αισθήσεων νου μας, μέσα μας και σ’ αυτήν την ίδια την καρδιά μας, το ταμείο των λογισμών μας; Διότι εκεί, στην καρδιά, στο ενδότατο εντός του σώματος σώμα, στο ηγεμονικό όργανο, στον θρόνο της Χάριτος, βρίσκεται ο νους και όλοι οι λογισμοί της ψυχής235. Βέβαια δεν είναι η ουσία του νου που είναι διασκορπισμένη έξω, αλλά η ενέργειά του, όπως εξηγήθηκε, κι επομένως αυτή είναι που πρέπει να επιστρέψει· η ενέργεια του νου στον ίδιο το νου κι όχι μόνο. Διότι εξηγεί ο άγιος ότι είναι ωφέλιμη η επιστροφή του νου στον εαυτό του και η σύννευση, ή μάλλον η επιστροφή όλων των δυνάμεων της ψυχής, αν και είναι θαυμαστό να πει κανείς, (επιστροφή) προς τον νου και η κατ΄ αυτόν ενέργεια αλλά και η κατά Θεόν ενέργεια…236. Έτσι επιστροφή του νου στον εαυτό του είναι η επιστροφή της ενέργειάς του στην καρδιά, που πραγματοποιείται επιστρέφοντας την κατά Θεόν ενέργεια του νου, που είναι η προσευχή, μέσα στην καρδιά.
Στην καρδιά όμως βρίσκεται και ο θρόνος της Χάριτος. Είναι εμπειρικά πεπεισμένος ο άγιος για το ότι «όλη η δόξα της θυγατέρας του βασιλέως είναι εσωτερική»237, για το ότι «ο Θεός έδωσε το Πνεύμα του να φωνάζει μέσα στις καρδιές μας, αββά, Πατέρα μας»238, για το ότι «η βασιλεία του Πατρός βρίσκεται μέσα μας»239. Εκεί λοιπόν στην καρδιά μας επιστρέφοντας ο νους συναντάει και αρχίζει την γνωριμία με τον εαυτό του, αλλά ταυτόχρονα συναντάει την άκτιστη Χάρη και προσεύχεται το πνεύμα του μαζί με το Πνεύμα240. Εκεί γίνεται η ένωση του ψυχικού πνεύματος του νου με την Χάρη του Αγίου Πνεύματος. Εκεί ο νους ανακαλύπτει ότι έχει κι άλλα αισθητήρια, τα νοερά, με τα οποία βλέπει, ακούει, οσφραίνεται, γεύεται· διότι υπάρχει και αφή πάνω από την αφή και όραση πάνω από την όραση, και γενικά αίσθηση πάνω από την αίσθηση241.
Κλειδί για την επιστροφή αυτή θεωρεί ο άγιος την μονολόγιστη προσευχή242 και την αφοσίωση σ’ αυτήν. Αναφέρει πως αυτή δεν είναι δική του μόνο άποψη, αλλά την έχουν εισηγηθεί πολλοί προ αυτού, αλλά και σύγχρονοί του Πατέρες και Άγιοι, όπως ο Διάδοχος, ο Φιλήμων, ο Νείλος, ο Ιωάννης της Κλίμακας. Προτρέπει σε αφοσίωση στην ευχή, ώστε ο νους να αποκτήσει τη συνήθεια να ασχολείται μ’ αυτήν αδιάκοπα κατά διάνοια, ακόμη κι όταν το σώμα κάνει κάτι άλλο243. Ο νους, όπως προαναφέρθηκε, εύκολα μπορεί να υποκλαπεί και να διαθέσει το σύνολο της ενέργειάς του σε μία από τις δυνάμεις που διαθέτει, κυρίως την διανοητική, εφόσον αυτή περισσότερο από τις άλλες τον συνδέει με την καθημερινή, πολυμέριστη πραγματικότητα. Ακόμη βέβαια κι αν διαθέσει την ενέργειά του στις άλλες δυνάμεις του, στις αισθήσεις ή στην φαντασία του, εκείνο που έχει σημασία είναι ότι ο νους «απορροφάται» από τις ενέργειες αυτές. Το αποτέλεσμα είναι αφενός η πολυδιάσπαση του νου μονομερώς μέσα στην κτιστή πραγματικότητα και αφετέρου η δι’ αυτής απώλεια της γνώσης και της βίωσης της ανώτερης δυνατότητας που έχει για να επιστρέψει στον εαυτό του, να τον γνωρίσει και, με τη βοήθεια της άκτιστης Χάρης να ενωθεί με τον Θεό. Όταν ο νους αφοσιωθεί στη μονολόγιστη ευχή το πρώτο όφελος που αποκομίζει είναι ότι συνηθίζει στο να μην αποσπάται εύκολα από την πολυμέριστη ζωή, ακόμη κι όταν είναι μέσα σ’ αυτήν. Έτσι όταν ο νους απομακρυνθεί από τα αισθητά και ανασηκωθεί από την τύρβη του κατακλυσμού που δημιουργείται από αυτά και κατοπτεύσει τον εσωτερικό άνθρωπο, διακρίνει πρώτα το ειδεχθές προσωπείο, που δημιουργείται από την κάτω περιπλάνηση και σπεύδει να το απονίψει με το πένθος244. Τότε η προσευχή που είναι διώκτρια των πονηρών πνευμάτων και παθημάτων245, έλκει τη Χάρη του Θεού κι ο άνθρωπος κάνει τη συνομιλία του με τον Θεό με αθόλωτο νου και βγαίνει από την προσευχή σαν πυρωμένος. Μόνο τέτοια είναι η αληθινή προσευχή τονίζει ο άγιος, παραπέμποντας και στον Ιωάννη της Κλίμακας, που θεωρεί κάθε άλλη προσευχή σωματική και ιουδαϊκή246. Με μία τέτοια προσευχή αφαιρείται το μισητό κάλυμμα, οπότε η ψυχή δεν διασπάται αγενώς από τις ποικίλες σχέσεις και προχωρεί ατάραχα μέσα στα πραγματικά ταμεία και κατά την εντολή προσεύχεται προς τον ευρισκόμενο στα κρυφά Πατέρα (Ματθ. 6, 6)247.
Την διανοητική ενασχόληση του νου με την πολυμέριστη πραγματικότητα την ονομάζει ο άγιος ευθεία κίνησή του, παραπέμποντας στον άγιο Διονύσιο τον Αρεοπαγίτη. Μία τέτοια κίνηση του νου είναι “ευθεία”, διότι ξεκινάει από το νου και οδηγεί την ενέργειά του έξω από τον εαυτό του, στο περιβάλλον του, στο προς διανοητική επεξεργασία αντικείμενο. Έχει την δυνατότητα όμως ο νους να κινηθεί και “κυκλικά”, να επανέλθει στον εαυτό του και να ενεργήσει καθεαυτόν, όπου και βλέπει τον εαυτό του248. Τότε ενεργοποιείται δια της Χάριτος και η δύναμη του νου για την υπέρβαση του εαυτού του και την θέασή του. Αυτό αποτελεί και το ανώτερο επίπεδο που μπορεί να φτάσει ο άνθρωπος ‐με την βοήθεια της άκτιστης Χάρης‐ χρησιμοποιώντας τις οντολογικές του δυνατότητες. Παραπέμποντας στον μέγα Βασίλειο εξηγεί ότι αυτή είναι η ανώτερη και όλως ιδιαίτερη ενέργεια του νου, με την οποία κατά κάποιο τρόπο συναντά τον Θεό, υπερβαίνοντας τον εαυτό του. Γιατί λέγει, «ο νους, που δεν διασκορπίζεται προς τα έξω (βλέπεις ότι εξέρχεται; Εξερχόμενος λοιπόν χρειάζεται επάνοδο· γι’ αυτό λέγει), επιστρέφει προς τον εαυτό του, και μέσω του εαυτού» ανεβαίνει προς τον Θεό μέσω απλάνευτου δρόμου κατά κάποιον τρόπο249. Ονομάζει την κυκλική αυτή κίνηση του νου και ενοειδή συνέλιξη250, δανειζόμενος την έκφραση και πάλι από τον Διονύσιο τον Αρεοπαγίτη, διότι με αυτόν τον τρόπο και επιστρέφοντας η ενέργεια του νου στον εαυτό του, στην πραγματικότητα επιστρέφει το ψυχικό πνεύμα του νου ‐που ενεργεί στον εγκέφαλο με τις άλλες δυνάμεις της ψυχής‐ στην έδρα του. Τότε το ενιαίο του νου –νους, λόγος, πνεύμα‐ γίνεται τριπλό, ενώ μένει ενιαίο, δηλαδή τα τρία στοιχεία που συναποτελούν τον νου ενοποιούνται και ο νους βρίσκει τον πραγματικό τριαδικό εαυτό του. Τότε ο νους συνάπτεται με την θεαρχική Τριαδική μονάδα, αποκλείοντας κάθε είσοδο πλάνης και τοποθετείται πάνω από την σάρκα και τον κόσμο και τον κοσμοκράτορα ακόμη251.
Μία τέτοια πορεία επιστροφής του νου στον εαυτό του δια της προσευχής χρειάζεται πολλή προσοχή, ταπείνωση και πνευματική καθοδήγηση, διότι πάντοτε υπάρχει ο κίνδυνος της πλάνης. Σε πολλά διαφορετικά σημεία και έργα του ο άγιος εξηγεί ότι η επιστροφή του νου στον εαυτό του κατά την ενοειδή συνέλιξη είναι απλάνευτη. Όταν όμως ο νους δεν έχει αποσυνδεθεί πλήρως από την διανοητική διεργασία που τον αποσπά, και επιθυμεί ταυτόχρονα την ένωση με τον Θεό, τότε η επενέργεια της πλάνης συνηθίζει να επιφοιτά, κατά τη διαλεκτική ενέργεια των λογισμών. Διότι, επειδή έχει τότε σύμμικτες τις ενέργειες η ψυχή, ευρίσκει το πνεύμα της πλάνης ευκαιρία να παρεισδύει στους μη προσεκτικούς και μη ασφαλισμένους από την ταπεινοφροσύνη και αναμιγνύεται με αυτές. Κι αφού υποκλέψει μ’ αυτόν τον τρόπο την είσοδο, κι εφόσον διαφύγει της προσοχής (του νου), παραμένει στην ψυχή στα σημεία όπου υποκρίνεται ότι είναι το αγαθό και δι’ αυτών συνδέεται μ’ αυτήν αλλά δεν ενώνεται252.
Η ενοειδής συνέλιξη για τον άγιο αποτελεί την κατ’ εξοχήν ενέργεια ανασυγκρότησης του ανθρώπου253, διότι τότε αυτός επιστρέφοντας προς τον εαυτό του συναντάει με μυστικό τρόπο την Χάρη που έλαβε κατά την βάφτισή του, η οποία ενοικεί στα βάθη της ύπαρξής του, στην καρδιά και «ὑπερεντυγχάνει ὑπὲρ ἡμῶν στεναγμοῖς ἀλαλήτοις»254. Εκεί στην καρδιά, η Χάρη περιμένει την επιστροφή του νου και τη συνεργία του, ώστε να εκτελέσει μαζί του την ανάπλασή του με την ελεύθερη προσφορά όλης της ύπαρξής του255. Τότε, κατά την επιστροφή του νου, καθώς η Χάρη ανθίζει, επαναφέρει εκείνο το αρχαίο και υπέρτατο κάλλος· η Χάρη που με την άκρα φιλανθρωπία της «τοὺς ποθοῦντας αὐτὴν περιέρχεται ζητοῦσα, καὶ ἐν ταῖς τρίβοις φαντάζεται αὐτοὺς εὐμενῶς»256, αν και βέβαια δεν βρίσκεται μακριά από τον καθένα μας· διότι αυτής πράγματι είμαστε γένος, αφού από αυτήν γεννηθήκαμε κατά το θείο λουτρό257. Έτσι λοιπόν προτείνει ο άγιος Γρηγόριος η διαδικασία αυτή της επιστροφής του νου στον εαυτό του, στην καρδιά, να αποτελεί μία προσπάθεια συστηματική και να επαναλαμβάνεται αρκετές φορές την ημέρα, ώστε παίρνοντας δύναμη από την Χάρη ο άνθρωπος να «κατεβαίνει» στην συνέχεια στην πολυμέριστη ζωή με τις μνήμες και την εμπειρία της Χάριτος και μ’ αυτήν την εμπειρία να μπολιάζει τις όποιες του δραστηριότητες. Αναφέρει χαρακτηριστικά: αλλά ανεβαίνοντας επάνω στο ιερό του Θεού, στον νου σου, να επισκέπτεσαι από εκεί τον εαυτό σου πολλές φορές την ημέρα, και να θυμάσαι τον οικοδεσπότη που λέει: «ο οίκος μου θα ονομαστεί οίκος προσευχής»258, και κατεβαίνοντας από εκεί και παραδίδοντας τον εαυτό σου στα πράγματα, να θυμάσαι τίνος πράγματος είχες εκεί την ανάγκη. Δεν είχες ανάγκη αφέσεως; Δεν είχες ανάγκη ελέους; Δεν είχες ανάγκη της φιλανθρωπίας του δεσπότη; Αυτά χρησιμοποίησε και εσύ ο ίδιος προς τον πλησίον· άφησε εσύ που έλαβες την άφεση· ελέησε εσύ που έλαβες το έλεος· απόκτησε, λέει από τον φιλάνθρωπο την φιλανθρωπία, δώσε μόνος σου απόδειξη της αγάπης προς τον αδελφό και της εύνοιας προς τον κοινό Πατέρα και Δεσπότη πάλι από την ίδια· διότι αν δεν αγαπήσεις τα φίλτατα, πώς θ’ αγαπήσεις τον αδελφό; «Αν δεν αγαπάς τον αδελφό σου, που βλέπεις», λέει, «πώς θα πιστευθείς ότι αγαπάς τον Θεό που δεν είδες;»259. Αν όμως δώσεις από εδώ με έργο την επιβεβαίωση της αγάπης προς τον αόρατο, θα δεις και τον πάντοτε αγαπώντα και αγαπώμενο, θα αγαπηθείς καθαρώτερα και θα αγαπήσεις δυνατότερα, και θα μείνεις αιώνια αγαπώντας και αγαπώμενος260.
Σημειώσεις
233. 3.3.I, Διάκριση νου και διάνοιας, 3.3.II, η έδρα του νου και 3.3.III, Η δύναμη της νόησης, η διάνοια και η δύναμη της ένωσης. Η προσέγγιση της επιστροφής του νου στον εαυτό του προαπαιτεί την κατανόηση των παραπάνω ενοτήτων.
234. Υπέρ των ιερώς ησυχαζόντων, Λόγος 1,3, 13, Π. Χρήστου 1, 423 ‐ 424, ΕΠΕ 2, 150, 20 – 25.
235. Υπέρ των ιερώς ησυχαζόντων, Λόγος 1,2, 3, Π. Χρήστου 1, 396, ΕΠΕ 2, 104, 27 – 106, 6.
236. Λόγος αντιρρητικός Ζ΄, 11, 40, Π. Χρήστου 3, 492, ΕΠΕ 6, 556, 25 – 558, 2.
237. Ψαλμ. 44, 14.
238. Γαλ. 4, 6.
239. Λουκ. 17, 21.
240. «… πῶς ἡμεῖς οὐκ ἐν αὐταῖς συνευξόμεθα τῷ Πνεύματι;» Υπέρ των ιερώς ησυχαζόντων, Λόγος 1,2, 4, Π. Χρήστου 1, 396 ‐ 397, ΕΠΕ 2, 106, 6 – 11.
241. Υπέρ των ιερώς ησυχαζόντων, Λόγος 2,3, 34, Π. Χρήστου 1, 568, ΕΠΕ 2, 400, 21 – 22.
242. Μονολόγιστη προσευχή είναι το «Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησον ημάς».
243. «… καὶ προσανέχειν τῇ μονολογίστῳ προσευχῇ, μέχρις ἂν ἕξιν τινὰ σχοῖεν τοῦ ταύτης ἀδιαλείπτως ἔχεσθαι κατὰ διάνοιαν, κἂν ἄλλο τι τὸ σῶμα πράττῃ…». Υπέρ των ιερώς ησυχαζόντων, Λόγος 1,3, 2, Π. Χρήστου 1, 410, ΕΠΕ 2, 128, 7 – 10.
244. Λόγος αντιρρητικός Ζ΄, 11, 34, Π. Χρήστου 3, 486, ΕΠΕ 6, 544, 7 – 11.
245. Υπέρ των ιερώς ησυχαζόντων, Λόγος 1,3, 2, Π. Χρήστου 1, 410, ΕΠΕ 2, 128, 13 – 15.
246. Κλίμακα 28, PG 88, 1137C, στο Γρηγορίου Παλαμά, Υπέρ των ιερώς ησυχαζόντων, Λόγος 1,3, 2, Π. Χρήστου 1, 410 ‐ 411, ΕΠΕ 2, 128, 20 – 25.
247. Λόγος αντιρρητικός Ζ΄, 11, 34, Π. Χρήστου 3, 486, ΕΠΕ 6, 544, 11 ‐ 14.
248. Διονυσίου Αρεοπαγίτου, Περί θείων ονομάτων, PG 3, 705A – B, στο Γρηγορίου Παλαμά, όπ. παρ., Λόγος 1,2, 5, Π. Χρήστου 1, 398, ΕΠΕ 2, 108, 10 – 12.
249. M. Βασιλείου, Επιστολή 2, Προς Γρηγόριον, PG 32, 228A, στο Γρηγορίου Παλαμά, όπ. παρ., Λόγος 1,2, 5, Π. Χρήστου 1, 398, ΕΠΕ 2, 108, 13 – 17.
250. Διονυσίου Αρεοπαγίτου, Περί θείων ονομάτων, PG 3, 705A, στο Γρηγορίου Παλαμά, όπ. παρ., Λόγος 1,2, 7, Π. Χρήστου 1, 400, ΕΠΕ 2, 110, 22.
251. Περί προσευχής και καθαρότητος καρδίας, 2, PG 150, 1118C, ΕΠΕ 8, 266, 4 – 7.
252.Λόγος αντιρρητικός Ζ΄, 9, 27, Π. Χρήστου 3, 481, ΕΠΕ 6, 534, 12 ‐ 22.
253. «… πρὸς τὸν νοῦν ἐπιστροφὴ καὶ ἡ κατ’ αὐτόν τε καὶ Θεὸν ἐνέργεια· δι’ ἧς ἐπεσκευασμένοι πρὸς τὸ πρωτότυπον εὖ διατίθενται…». Προς Ιωάννην και Θεόδωρον τους φιλοσόφους, 21, Π. Χρήστου 5, 240, ΕΠΕ 8, 456, 7 – 9.
254. Ρωμ. 8, 26.
255. Υπενθυμίζουμε ότι ο άγιος Γρηγόριος παραπέμποντας στον άγιο Διάδοχο Φωτικής μας λέει ότι «η αγία Χάρις δια του βαπτίσματος μας προσφέρει δύο πράγματα. Από αυτά το ένα είναι απείρως ανώτερο του άλλου, διότι μας ανακαινίζει στο ύδωρ και λαμπρύνει το κατ’ εικόνα, καθαρίζοντας κάθε ρυτίδα της αμαρτίας μας· το άλλο το κατακρατεί, για να το εκτελέσει μαζί μας. Όταν λοιπόν ο νους αρχίσει να γεύεται τη χρηστότητα του παναγίου Πνεύματος με πολλή συναίσθηση, τότε πρέπει να γνωρίζουμε ότι αρχίζει η Χάρις σαν να επιζωγραφίζει στο κατ’ εικόνα το καθ’ ομοίωσιν». Διαδόχου Φωτικής, Κεφάλαια, 89, E. Des Places, Sources Chr. Τόμ. 5, σ. 149, Φιλοκαλία νηπτικών… ΕΠΕ 9, 256, 15 – 20, κεφ. 89, στο Γρηγορίου Παλαμά, Προς μοναχήν Ξένην, περί παθών και αρετής, 60, PG 150, 1081Β,C, ΕΠΕ 8, 416, 24, – 426, 1.
256. Σοφ. Σολ. 6, 16.
257. Προς Ιωάννην και Θεόδωρον τους φιλοσόφους, 21, Π. Χρήστου 5, 240 ‐ 241, ΕΠΕ 8, 456, 9 ‐ 14.
258. Ματθ. 21, 13.
259. Α΄ Ιω. 4, 20.
Όπως αναφέρθηκε σε προηγούμενες ενότητες233, ο νους διαθέτει την δύναμη τής νόησης, η οποία έχει μία κατώτερη ενέργεια, αυτή με την οποία αναπτύσσει τήν κατά διάνοια καθημερινή ψυχική ζωή του ‐με όργανο το ψυχικό πνεύμα στον εγκέφαλο‐, και μία ανώτερη, αυτή τής επιστροφής στον εαυτό του. Οι οντολογικές προδιαγραφές τού νού είναι τέτοιες, που του επιτρέπουν κάτω από ορισμένες συνθήκες και προϋποθέσεις να επιστρέψει στον εαυτό του και να τον γνωρίσει εμπειρικά. Οι προϋποθέσεις αυτές δεν έχουν σχέση με τη διανοητική διεργασία στον εγκέφαλο, ούτε με τη γνώση που αποκτάται από αυτή. Ο άγιος Γρηγόριος εξηγεί πως δεν μπορεί να γνωρίσει κανείς τον εαυτό του με διαιρετικές και συλλογιστικές και αναλυτικές μεθόδους, αν δεν καταστήσει τον νου του απαλλαγμένο από την αλαζονεία και άκακο με επίπονη μετάνοια και έντονη άσκηση. Γιατί εκείνος που δεν κατέστησε το νού του τέτοιο και με τον τρόπο αυτό, ούτε τη δική του πτωχεία ως προς τη γνώση θα γνωρίσει, πράγμα που είναι ωφέλιμη αρχή για τη γνωριμία του εαυτού του234. Έτσι λοιπόν μια γνώση σε επίπεδο μόνο γνωστικό, εγκεφαλικό δεν αρκεί για να προσεγγίσει ο νους τον εαυτό του. Η έδρα του νου βρίσκεται στην καρδιά κι επομένως η επιστροφή του νου στον εαυτό του είναι μία επιστροφή προς την καρδιά. Φροντίζοντας, λέει ο άγιος, να εποπτεύουμε και να ρυθμίζουμε το λογιστικό μας, ώστε να βρίσκεται σε ακριβή νήψη, με τι θα εποπτεύουμε, αν δεν επαναφέρουμε, συνάγοντας από έξω τον διασκορπισμένο μέσω των αισθήσεων νου μας, μέσα μας και σ’ αυτήν την ίδια την καρδιά μας, το ταμείο των λογισμών μας; Διότι εκεί, στην καρδιά, στο ενδότατο εντός του σώματος σώμα, στο ηγεμονικό όργανο, στον θρόνο της Χάριτος, βρίσκεται ο νους και όλοι οι λογισμοί της ψυχής235. Βέβαια δεν είναι η ουσία του νου που είναι διασκορπισμένη έξω, αλλά η ενέργειά του, όπως εξηγήθηκε, κι επομένως αυτή είναι που πρέπει να επιστρέψει· η ενέργεια του νου στον ίδιο το νου κι όχι μόνο. Διότι εξηγεί ο άγιος ότι είναι ωφέλιμη η επιστροφή του νου στον εαυτό του και η σύννευση, ή μάλλον η επιστροφή όλων των δυνάμεων της ψυχής, αν και είναι θαυμαστό να πει κανείς, (επιστροφή) προς τον νου και η κατ΄ αυτόν ενέργεια αλλά και η κατά Θεόν ενέργεια…236. Έτσι επιστροφή του νου στον εαυτό του είναι η επιστροφή της ενέργειάς του στην καρδιά, που πραγματοποιείται επιστρέφοντας την κατά Θεόν ενέργεια του νου, που είναι η προσευχή, μέσα στην καρδιά.
Στην καρδιά όμως βρίσκεται και ο θρόνος της Χάριτος. Είναι εμπειρικά πεπεισμένος ο άγιος για το ότι «όλη η δόξα της θυγατέρας του βασιλέως είναι εσωτερική»237, για το ότι «ο Θεός έδωσε το Πνεύμα του να φωνάζει μέσα στις καρδιές μας, αββά, Πατέρα μας»238, για το ότι «η βασιλεία του Πατρός βρίσκεται μέσα μας»239. Εκεί λοιπόν στην καρδιά μας επιστρέφοντας ο νους συναντάει και αρχίζει την γνωριμία με τον εαυτό του, αλλά ταυτόχρονα συναντάει την άκτιστη Χάρη και προσεύχεται το πνεύμα του μαζί με το Πνεύμα240. Εκεί γίνεται η ένωση του ψυχικού πνεύματος του νου με την Χάρη του Αγίου Πνεύματος. Εκεί ο νους ανακαλύπτει ότι έχει κι άλλα αισθητήρια, τα νοερά, με τα οποία βλέπει, ακούει, οσφραίνεται, γεύεται· διότι υπάρχει και αφή πάνω από την αφή και όραση πάνω από την όραση, και γενικά αίσθηση πάνω από την αίσθηση241.
Κλειδί για την επιστροφή αυτή θεωρεί ο άγιος την μονολόγιστη προσευχή242 και την αφοσίωση σ’ αυτήν. Αναφέρει πως αυτή δεν είναι δική του μόνο άποψη, αλλά την έχουν εισηγηθεί πολλοί προ αυτού, αλλά και σύγχρονοί του Πατέρες και Άγιοι, όπως ο Διάδοχος, ο Φιλήμων, ο Νείλος, ο Ιωάννης της Κλίμακας. Προτρέπει σε αφοσίωση στην ευχή, ώστε ο νους να αποκτήσει τη συνήθεια να ασχολείται μ’ αυτήν αδιάκοπα κατά διάνοια, ακόμη κι όταν το σώμα κάνει κάτι άλλο243. Ο νους, όπως προαναφέρθηκε, εύκολα μπορεί να υποκλαπεί και να διαθέσει το σύνολο της ενέργειάς του σε μία από τις δυνάμεις που διαθέτει, κυρίως την διανοητική, εφόσον αυτή περισσότερο από τις άλλες τον συνδέει με την καθημερινή, πολυμέριστη πραγματικότητα. Ακόμη βέβαια κι αν διαθέσει την ενέργειά του στις άλλες δυνάμεις του, στις αισθήσεις ή στην φαντασία του, εκείνο που έχει σημασία είναι ότι ο νους «απορροφάται» από τις ενέργειες αυτές. Το αποτέλεσμα είναι αφενός η πολυδιάσπαση του νου μονομερώς μέσα στην κτιστή πραγματικότητα και αφετέρου η δι’ αυτής απώλεια της γνώσης και της βίωσης της ανώτερης δυνατότητας που έχει για να επιστρέψει στον εαυτό του, να τον γνωρίσει και, με τη βοήθεια της άκτιστης Χάρης να ενωθεί με τον Θεό. Όταν ο νους αφοσιωθεί στη μονολόγιστη ευχή το πρώτο όφελος που αποκομίζει είναι ότι συνηθίζει στο να μην αποσπάται εύκολα από την πολυμέριστη ζωή, ακόμη κι όταν είναι μέσα σ’ αυτήν. Έτσι όταν ο νους απομακρυνθεί από τα αισθητά και ανασηκωθεί από την τύρβη του κατακλυσμού που δημιουργείται από αυτά και κατοπτεύσει τον εσωτερικό άνθρωπο, διακρίνει πρώτα το ειδεχθές προσωπείο, που δημιουργείται από την κάτω περιπλάνηση και σπεύδει να το απονίψει με το πένθος244. Τότε η προσευχή που είναι διώκτρια των πονηρών πνευμάτων και παθημάτων245, έλκει τη Χάρη του Θεού κι ο άνθρωπος κάνει τη συνομιλία του με τον Θεό με αθόλωτο νου και βγαίνει από την προσευχή σαν πυρωμένος. Μόνο τέτοια είναι η αληθινή προσευχή τονίζει ο άγιος, παραπέμποντας και στον Ιωάννη της Κλίμακας, που θεωρεί κάθε άλλη προσευχή σωματική και ιουδαϊκή246. Με μία τέτοια προσευχή αφαιρείται το μισητό κάλυμμα, οπότε η ψυχή δεν διασπάται αγενώς από τις ποικίλες σχέσεις και προχωρεί ατάραχα μέσα στα πραγματικά ταμεία και κατά την εντολή προσεύχεται προς τον ευρισκόμενο στα κρυφά Πατέρα (Ματθ. 6, 6)247.
Την διανοητική ενασχόληση του νου με την πολυμέριστη πραγματικότητα την ονομάζει ο άγιος ευθεία κίνησή του, παραπέμποντας στον άγιο Διονύσιο τον Αρεοπαγίτη. Μία τέτοια κίνηση του νου είναι “ευθεία”, διότι ξεκινάει από το νου και οδηγεί την ενέργειά του έξω από τον εαυτό του, στο περιβάλλον του, στο προς διανοητική επεξεργασία αντικείμενο. Έχει την δυνατότητα όμως ο νους να κινηθεί και “κυκλικά”, να επανέλθει στον εαυτό του και να ενεργήσει καθεαυτόν, όπου και βλέπει τον εαυτό του248. Τότε ενεργοποιείται δια της Χάριτος και η δύναμη του νου για την υπέρβαση του εαυτού του και την θέασή του. Αυτό αποτελεί και το ανώτερο επίπεδο που μπορεί να φτάσει ο άνθρωπος ‐με την βοήθεια της άκτιστης Χάρης‐ χρησιμοποιώντας τις οντολογικές του δυνατότητες. Παραπέμποντας στον μέγα Βασίλειο εξηγεί ότι αυτή είναι η ανώτερη και όλως ιδιαίτερη ενέργεια του νου, με την οποία κατά κάποιο τρόπο συναντά τον Θεό, υπερβαίνοντας τον εαυτό του. Γιατί λέγει, «ο νους, που δεν διασκορπίζεται προς τα έξω (βλέπεις ότι εξέρχεται; Εξερχόμενος λοιπόν χρειάζεται επάνοδο· γι’ αυτό λέγει), επιστρέφει προς τον εαυτό του, και μέσω του εαυτού» ανεβαίνει προς τον Θεό μέσω απλάνευτου δρόμου κατά κάποιον τρόπο249. Ονομάζει την κυκλική αυτή κίνηση του νου και ενοειδή συνέλιξη250, δανειζόμενος την έκφραση και πάλι από τον Διονύσιο τον Αρεοπαγίτη, διότι με αυτόν τον τρόπο και επιστρέφοντας η ενέργεια του νου στον εαυτό του, στην πραγματικότητα επιστρέφει το ψυχικό πνεύμα του νου ‐που ενεργεί στον εγκέφαλο με τις άλλες δυνάμεις της ψυχής‐ στην έδρα του. Τότε το ενιαίο του νου –νους, λόγος, πνεύμα‐ γίνεται τριπλό, ενώ μένει ενιαίο, δηλαδή τα τρία στοιχεία που συναποτελούν τον νου ενοποιούνται και ο νους βρίσκει τον πραγματικό τριαδικό εαυτό του. Τότε ο νους συνάπτεται με την θεαρχική Τριαδική μονάδα, αποκλείοντας κάθε είσοδο πλάνης και τοποθετείται πάνω από την σάρκα και τον κόσμο και τον κοσμοκράτορα ακόμη251.
Μία τέτοια πορεία επιστροφής του νου στον εαυτό του δια της προσευχής χρειάζεται πολλή προσοχή, ταπείνωση και πνευματική καθοδήγηση, διότι πάντοτε υπάρχει ο κίνδυνος της πλάνης. Σε πολλά διαφορετικά σημεία και έργα του ο άγιος εξηγεί ότι η επιστροφή του νου στον εαυτό του κατά την ενοειδή συνέλιξη είναι απλάνευτη. Όταν όμως ο νους δεν έχει αποσυνδεθεί πλήρως από την διανοητική διεργασία που τον αποσπά, και επιθυμεί ταυτόχρονα την ένωση με τον Θεό, τότε η επενέργεια της πλάνης συνηθίζει να επιφοιτά, κατά τη διαλεκτική ενέργεια των λογισμών. Διότι, επειδή έχει τότε σύμμικτες τις ενέργειες η ψυχή, ευρίσκει το πνεύμα της πλάνης ευκαιρία να παρεισδύει στους μη προσεκτικούς και μη ασφαλισμένους από την ταπεινοφροσύνη και αναμιγνύεται με αυτές. Κι αφού υποκλέψει μ’ αυτόν τον τρόπο την είσοδο, κι εφόσον διαφύγει της προσοχής (του νου), παραμένει στην ψυχή στα σημεία όπου υποκρίνεται ότι είναι το αγαθό και δι’ αυτών συνδέεται μ’ αυτήν αλλά δεν ενώνεται252.
Η ενοειδής συνέλιξη για τον άγιο αποτελεί την κατ’ εξοχήν ενέργεια ανασυγκρότησης του ανθρώπου253, διότι τότε αυτός επιστρέφοντας προς τον εαυτό του συναντάει με μυστικό τρόπο την Χάρη που έλαβε κατά την βάφτισή του, η οποία ενοικεί στα βάθη της ύπαρξής του, στην καρδιά και «ὑπερεντυγχάνει ὑπὲρ ἡμῶν στεναγμοῖς ἀλαλήτοις»254. Εκεί στην καρδιά, η Χάρη περιμένει την επιστροφή του νου και τη συνεργία του, ώστε να εκτελέσει μαζί του την ανάπλασή του με την ελεύθερη προσφορά όλης της ύπαρξής του255. Τότε, κατά την επιστροφή του νου, καθώς η Χάρη ανθίζει, επαναφέρει εκείνο το αρχαίο και υπέρτατο κάλλος· η Χάρη που με την άκρα φιλανθρωπία της «τοὺς ποθοῦντας αὐτὴν περιέρχεται ζητοῦσα, καὶ ἐν ταῖς τρίβοις φαντάζεται αὐτοὺς εὐμενῶς»256, αν και βέβαια δεν βρίσκεται μακριά από τον καθένα μας· διότι αυτής πράγματι είμαστε γένος, αφού από αυτήν γεννηθήκαμε κατά το θείο λουτρό257. Έτσι λοιπόν προτείνει ο άγιος Γρηγόριος η διαδικασία αυτή της επιστροφής του νου στον εαυτό του, στην καρδιά, να αποτελεί μία προσπάθεια συστηματική και να επαναλαμβάνεται αρκετές φορές την ημέρα, ώστε παίρνοντας δύναμη από την Χάρη ο άνθρωπος να «κατεβαίνει» στην συνέχεια στην πολυμέριστη ζωή με τις μνήμες και την εμπειρία της Χάριτος και μ’ αυτήν την εμπειρία να μπολιάζει τις όποιες του δραστηριότητες. Αναφέρει χαρακτηριστικά: αλλά ανεβαίνοντας επάνω στο ιερό του Θεού, στον νου σου, να επισκέπτεσαι από εκεί τον εαυτό σου πολλές φορές την ημέρα, και να θυμάσαι τον οικοδεσπότη που λέει: «ο οίκος μου θα ονομαστεί οίκος προσευχής»258, και κατεβαίνοντας από εκεί και παραδίδοντας τον εαυτό σου στα πράγματα, να θυμάσαι τίνος πράγματος είχες εκεί την ανάγκη. Δεν είχες ανάγκη αφέσεως; Δεν είχες ανάγκη ελέους; Δεν είχες ανάγκη της φιλανθρωπίας του δεσπότη; Αυτά χρησιμοποίησε και εσύ ο ίδιος προς τον πλησίον· άφησε εσύ που έλαβες την άφεση· ελέησε εσύ που έλαβες το έλεος· απόκτησε, λέει από τον φιλάνθρωπο την φιλανθρωπία, δώσε μόνος σου απόδειξη της αγάπης προς τον αδελφό και της εύνοιας προς τον κοινό Πατέρα και Δεσπότη πάλι από την ίδια· διότι αν δεν αγαπήσεις τα φίλτατα, πώς θ’ αγαπήσεις τον αδελφό; «Αν δεν αγαπάς τον αδελφό σου, που βλέπεις», λέει, «πώς θα πιστευθείς ότι αγαπάς τον Θεό που δεν είδες;»259. Αν όμως δώσεις από εδώ με έργο την επιβεβαίωση της αγάπης προς τον αόρατο, θα δεις και τον πάντοτε αγαπώντα και αγαπώμενο, θα αγαπηθείς καθαρώτερα και θα αγαπήσεις δυνατότερα, και θα μείνεις αιώνια αγαπώντας και αγαπώμενος260.
Σημειώσεις
233. 3.3.I, Διάκριση νου και διάνοιας, 3.3.II, η έδρα του νου και 3.3.III, Η δύναμη της νόησης, η διάνοια και η δύναμη της ένωσης. Η προσέγγιση της επιστροφής του νου στον εαυτό του προαπαιτεί την κατανόηση των παραπάνω ενοτήτων.
234. Υπέρ των ιερώς ησυχαζόντων, Λόγος 1,3, 13, Π. Χρήστου 1, 423 ‐ 424, ΕΠΕ 2, 150, 20 – 25.
235. Υπέρ των ιερώς ησυχαζόντων, Λόγος 1,2, 3, Π. Χρήστου 1, 396, ΕΠΕ 2, 104, 27 – 106, 6.
236. Λόγος αντιρρητικός Ζ΄, 11, 40, Π. Χρήστου 3, 492, ΕΠΕ 6, 556, 25 – 558, 2.
237. Ψαλμ. 44, 14.
238. Γαλ. 4, 6.
239. Λουκ. 17, 21.
240. «… πῶς ἡμεῖς οὐκ ἐν αὐταῖς συνευξόμεθα τῷ Πνεύματι;» Υπέρ των ιερώς ησυχαζόντων, Λόγος 1,2, 4, Π. Χρήστου 1, 396 ‐ 397, ΕΠΕ 2, 106, 6 – 11.
241. Υπέρ των ιερώς ησυχαζόντων, Λόγος 2,3, 34, Π. Χρήστου 1, 568, ΕΠΕ 2, 400, 21 – 22.
242. Μονολόγιστη προσευχή είναι το «Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησον ημάς».
243. «… καὶ προσανέχειν τῇ μονολογίστῳ προσευχῇ, μέχρις ἂν ἕξιν τινὰ σχοῖεν τοῦ ταύτης ἀδιαλείπτως ἔχεσθαι κατὰ διάνοιαν, κἂν ἄλλο τι τὸ σῶμα πράττῃ…». Υπέρ των ιερώς ησυχαζόντων, Λόγος 1,3, 2, Π. Χρήστου 1, 410, ΕΠΕ 2, 128, 7 – 10.
244. Λόγος αντιρρητικός Ζ΄, 11, 34, Π. Χρήστου 3, 486, ΕΠΕ 6, 544, 7 – 11.
245. Υπέρ των ιερώς ησυχαζόντων, Λόγος 1,3, 2, Π. Χρήστου 1, 410, ΕΠΕ 2, 128, 13 – 15.
246. Κλίμακα 28, PG 88, 1137C, στο Γρηγορίου Παλαμά, Υπέρ των ιερώς ησυχαζόντων, Λόγος 1,3, 2, Π. Χρήστου 1, 410 ‐ 411, ΕΠΕ 2, 128, 20 – 25.
247. Λόγος αντιρρητικός Ζ΄, 11, 34, Π. Χρήστου 3, 486, ΕΠΕ 6, 544, 11 ‐ 14.
248. Διονυσίου Αρεοπαγίτου, Περί θείων ονομάτων, PG 3, 705A – B, στο Γρηγορίου Παλαμά, όπ. παρ., Λόγος 1,2, 5, Π. Χρήστου 1, 398, ΕΠΕ 2, 108, 10 – 12.
249. M. Βασιλείου, Επιστολή 2, Προς Γρηγόριον, PG 32, 228A, στο Γρηγορίου Παλαμά, όπ. παρ., Λόγος 1,2, 5, Π. Χρήστου 1, 398, ΕΠΕ 2, 108, 13 – 17.
250. Διονυσίου Αρεοπαγίτου, Περί θείων ονομάτων, PG 3, 705A, στο Γρηγορίου Παλαμά, όπ. παρ., Λόγος 1,2, 7, Π. Χρήστου 1, 400, ΕΠΕ 2, 110, 22.
251. Περί προσευχής και καθαρότητος καρδίας, 2, PG 150, 1118C, ΕΠΕ 8, 266, 4 – 7.
252.Λόγος αντιρρητικός Ζ΄, 9, 27, Π. Χρήστου 3, 481, ΕΠΕ 6, 534, 12 ‐ 22.
253. «… πρὸς τὸν νοῦν ἐπιστροφὴ καὶ ἡ κατ’ αὐτόν τε καὶ Θεὸν ἐνέργεια· δι’ ἧς ἐπεσκευασμένοι πρὸς τὸ πρωτότυπον εὖ διατίθενται…». Προς Ιωάννην και Θεόδωρον τους φιλοσόφους, 21, Π. Χρήστου 5, 240, ΕΠΕ 8, 456, 7 – 9.
254. Ρωμ. 8, 26.
255. Υπενθυμίζουμε ότι ο άγιος Γρηγόριος παραπέμποντας στον άγιο Διάδοχο Φωτικής μας λέει ότι «η αγία Χάρις δια του βαπτίσματος μας προσφέρει δύο πράγματα. Από αυτά το ένα είναι απείρως ανώτερο του άλλου, διότι μας ανακαινίζει στο ύδωρ και λαμπρύνει το κατ’ εικόνα, καθαρίζοντας κάθε ρυτίδα της αμαρτίας μας· το άλλο το κατακρατεί, για να το εκτελέσει μαζί μας. Όταν λοιπόν ο νους αρχίσει να γεύεται τη χρηστότητα του παναγίου Πνεύματος με πολλή συναίσθηση, τότε πρέπει να γνωρίζουμε ότι αρχίζει η Χάρις σαν να επιζωγραφίζει στο κατ’ εικόνα το καθ’ ομοίωσιν». Διαδόχου Φωτικής, Κεφάλαια, 89, E. Des Places, Sources Chr. Τόμ. 5, σ. 149, Φιλοκαλία νηπτικών… ΕΠΕ 9, 256, 15 – 20, κεφ. 89, στο Γρηγορίου Παλαμά, Προς μοναχήν Ξένην, περί παθών και αρετής, 60, PG 150, 1081Β,C, ΕΠΕ 8, 416, 24, – 426, 1.
256. Σοφ. Σολ. 6, 16.
257. Προς Ιωάννην και Θεόδωρον τους φιλοσόφους, 21, Π. Χρήστου 5, 240 ‐ 241, ΕΠΕ 8, 456, 9 ‐ 14.
258. Ματθ. 21, 13.
259. Α΄ Ιω. 4, 20.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου