Συνέχεια από: Δευτέρα, 22 Ιουνίου 2020
Συνεχίζεται.
IΣΩΣ ΝΑ ΜΠΟΡΟΥΜΕ ΤΩΡΑ ΝΑ ΚΑΤΑΝΟΗΣΟΥΜΕ ΟΤΙ Η ΘΕΟΛΟΓΙΑ ΤΟΥΣ Η ΟΠΟΙΑ ΜΕΤΑΛΛΑΧΘΗΚΕ ΣΕ ΑΝΘΡΩΠΟΛΟΓΙΑ ΥΦΙΣΤΑΤΑΙ ΧΩΡΙΣ ΤΟΝ ΝΟΥ.
Αμέθυστος.
Ο ΘΩΜΑΣ ΑΚΙΝΑΤΗΣ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟΣ ΔΑΣΚΑΛΟΣ.
Του Jean-Pierre Torrell.
Το ένστικτο τού Αγίου Πνεύματος.
Αυτό που είδαμε μόλις τώρα να αποδίδεται από τον Ακινάτη στο Άγιο Πνεύμα, δηλαδή τον Φωτισμό της νοήσεως, έτσι ώστε αυτή να δεί το αγαθό που πρέπει να πράξει και την κίνηση τής θελήσεως για να το πραγματοποιήσει, δέν είναι παρά το πιό φανερό μέρος -το πιό χτυπητό, εάν θα μπορούσαμε να πούμε- του έργου του Αγίου Πνεύματος μέσα μας. Αρκεί να γνωρίζουμε τα δεδομένα που κατευθύνουν την πανταχού παρουσία του Θεού στο δημιούργημά του και τον τρόπο με τον οποίο την στηρίζει στην ουσία και στην πράξη για να κατανοήσουμε εύκολα πώς η δράση τού Αγίου Πνεύματος ενεργούμενη μέσω της χάρης παντρεύεται και αυτή τους ίδιους νόμους. Και στην μία περίπτωση και στην άλλη δέν θα μπορούσε να βιάσει το πλάσμα του χωρίς να αρνηθεί τον εαυτό του. Φαίνεται όμως να έχει έναν άλλον στόχο σ'αυτό το σημείο ο Ακινάτης: θέλει να αισθανθούμε την οικειότητα αυτής της θείας δράσης και να μας δώσει να γευθούμε την γλυκύτητα. Σ'αυτό αντιστοιχεί και η διδασκαλία του στα δώρα του Αγίου Πνεύματος.
Στην δοξασία του Ακινάτη τα δώρα του Αγίου Πνεύματος καταλαμβάνουν μία σημαντική θέση και είναι απαραίτητο να κατανοήσουμε καλά τον ρόλο τους στην πνευματική ζωή του Χριστιανού. Και πράγματι θα μπορούσαμε να αναρωτηθούμε για τήν αναγκαιότητά τους καθώς αυτά παρεμβαίνουν σε έναν οργανισμό ο οποίος είναι προικισμένος με χάρη μέσα στο εσωτερικό τής ψυχής, και είναι εξοπλισμένος ακόμη και με αρετές οι οποίες τον διευκολύνουν να γνωρίσει και να αγαπήσει στο υπερφυσικό πεδίο. Διότι πράματι, έτσι όπως τα δώρα του Αγίου Πνεύματος, έτσι και οι Θεολογικές αρετές είναι Θεία δώρα και αυτές επίσης, τελειοποιούν το πρόσωπο για να το καταστήσουν ικανό να πράξη σύμφωνα με τον Θεό. Γι'αυτό και δέν έχουν λείψει Θεολόγοι, πρίν και μετά τον Ακινάτη, οι οποίοι αμφιβάλλουν όχι μόνον για την αναγκαιότητα της διακρίσεως ανάμεσα στα δώρα και στις αρετές, αλλά ακόμη και για την ίδια την ύπαρξη των δώρων (π.χ. ο Ο. Lottin, Θεμελιώδης Ηθική, Tournai 1954). Μόνον η Αγία Γραφή, και αυτό αρκούσε να αφαιρέσει κάθε αβεβαιότητα στον συγγραφέα μας, μιλά καθαρά για τα επτά δώρα του Αγίου Πνεύματος, "πάνω του θ'αναπαύεται το πνεύμα του Κυρίου, το πνεύμα αυτό θα του δίνει σοφία και σύνεση, την ικανότητα να αποφασίζει, την δύναμη να εκτελεί, την γνώση του Κυρίου, τον σεβασμό στον Κύριο" (Ησ. 11,2). [Και εδώ το πνεύμα Κυρίου, ερμηνεύεται σάν Άγιο Πνεύμα. Λόγω δέ αυτής τής συγχύσεως, εγκαταλείπονται τα χαρίσματα του Αγίου Πνεύματος, που μας έκανε γνωστά ο Απ. Παύλος και οικοδομείται μία εκκλησιολογία στις προφητείες της Π.Δ.]. Και επομένως ανατρέχει σ'αυτή για να εξηγήσει πού τοποθετείται η διαφορά. Αυτή η εξήγηση δέ, μας εξηγεί επιπλέον με καθαρό τρόπο την Θεολογική του μέθοδο, στην οποία λαμβάνει μέρος η νόηση, δεδομένου ότι αφορά την κατανόηση, αλλά στην οποία η Αγία Γραφή παραμένει ο κανόνας.
«Για να διακρίνουμε τα δώρα από τις αρετές πρέπει να ακολουθήσουμε τον τρόπο έκφρασης της Γραφής, από την οποία μας παρουσιάζονται όχι με το όνομα "δώρα" αλλά με το όνομα "πνεύματα". Όπως εκφράζεται π.χ. ο Ησαΐας, στο 11,2. Από αυτές τις λέξεις μπορούμε να κατανοήσουμε εύκολα ότι οι επτά πραγματικότητες αριθμούνται εκεί σαν να μας προσφέρονται δι' εμπνεύσεως Θείας. Και "έμπνευση" δείχνει πάντοτε μία κίνηση απ'έξω. Και πράγματι πρέπει να υπολογίζουμε πάντοτε πώς στον άνθρωπο δίνονται δύο αρχές κινήσεως: η πρώτη είναι εσωτερική και είναι η λογική, η δεύτερη είναι εξωτερική και είναι ο Θεός...» Αυτή η εξωτερικότης βεβαίως δέν έχει τίποτε το εξωτερικό, τίποτε υλικό, πρόκειται για Ετερότητα! Αυτό που ενεργεί ο Θεός σε μένα, δέν μπορεί να μειωθεί σε αυτό που προέρχεται από εμένα. (Αυτό όμως προϋποθέτει μία κάποια επιτηδειότητα, μία πείρα του προσώπου που κινείται για να τεθεί κάτω από την κίνηση του φορέως που πρέπει να την αυξήσει. Έτσι ένας φοιτητής πρέπει να αποκτήσει πολλές γνώσεις πρίν γίνει έτοιμος να εισέλθει σε μία σχολή ενός διάσημου δασκάλου). Γι'αυτό όσο πρόκειται να κινούμαστε από την λογική, οι ανθρώπινες αρετές είναι αρκετές για να τελειοποιήσουν τον άνθρωπο στην εσωτερική ή την εξωτερική του πράξη. Εάν όμως πρόκειται για την κίνηση τού Θεού, πρέπει να υπάρχουν σ'αυτό τελειότητες υψηλότερες, οι οποίες θα τον προδιαθέσουν να κινηθεί Θεϊκά.
Αυτές οι τελειότητες ονομάζονται "δώρα", όχι μόνον επειδή προσφέρονται από τον Θεό, αλλά διότι μ' αυτές ο άνθρωπος προδιατίθεται να συνοδεύσει με ετοιμότητα τις Θείες εμπνεύσεις, σύμφωνα με την έκφραση του Ησαΐα (50,5): "Ο Κύριος ο Θεός την ακοή μου άνοιξε, κι'εγώ δέν αντιστάθηκα ούτε στα πίσω στράφηκα να φύγω". Ο ίδιος ο Αριστοτέλης σημείωνε ότι όσοι κινούνται με Θείο ένστικτο δέν έχουν ανάγκη να αποφασίσουν σύμφωνα με την ανθρώπινη λογική, αλλά πρέπει να ακολουθήσουν το εσωτερικό ένστικτο, καθότι κινούνται από μία ανώτερη από την ανθρώπινη λογική αρχή".
Παρμένη από ένα πλαίσιο αισθητώς διαφορετικό, η δήλωση τού Αριστοτέλη υφίσταται μία μετατόπιση μάλλον πρωτοποριακή (Αριστ. Ηθικά Ευδήμεια, 1248 α 32). Εμείς όμως μπορούμε να το ξεπεράσουμε και να υπολογίσουμε μόνον την εμβέλειά της. Ενώ η αρετή, παρότι δοσμένη από τον Θεό, παραμένει στην διάθεσή τού προσώπου, το οποίο μπορεί να την χρησιμοποιήσει με γενναιοδωρία, το δώρο ευαρεστεί σε μία κατάσταση μίας τέλειας υπακοής σχετικής με την ενέργεια του Αγίου Πνεύματος. Το πρόσωπο τού ανθρώπου βρίσκεται σε μία τέτοια κατάσταση εξαρτήσεως και αυθορμητισμού ταυτοχρόνως, με την ακοή της Θείας ενέργειας μέσα του, ώστε δέν πρέπει πλέον να ανησυχήσει για την κρίση τής λογικής, διότι κινείται από ένα ανώτερο ένστικτο το οποίο τον καθιστά σίγουρο ότι βρίσκεται στην αλήθεια και στο αγαθό. Οι ζωές των αγίων ξεχειλίζουν από αυτές τις αποφάσεις οι οποίες λαμβάνονται εναντίον κάθε ανθρώπινης σοφίας, και ενάντια στις προσδοκίες του περίγυρού τους.
Συνεχίζεται.
IΣΩΣ ΝΑ ΜΠΟΡΟΥΜΕ ΤΩΡΑ ΝΑ ΚΑΤΑΝΟΗΣΟΥΜΕ ΟΤΙ Η ΘΕΟΛΟΓΙΑ ΤΟΥΣ Η ΟΠΟΙΑ ΜΕΤΑΛΛΑΧΘΗΚΕ ΣΕ ΑΝΘΡΩΠΟΛΟΓΙΑ ΥΦΙΣΤΑΤΑΙ ΧΩΡΙΣ ΤΟΝ ΝΟΥ.
Αμέθυστος.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου