Εγερθήσονται γαρ ψευδόχριστοι και ψευδοπροφήται Και δώσουσι σημεία και τέρατα πρός το αποπλανάν,
εί δυνατόν, και τους εκλεκτούς.Απο το εξαιρετικό βιβλίο του κυρίου Πατρώνου, θεολογία και Ορθόδοξο βίωμα, εκδ. Δόμος.
Ο σύγχρονος κόσμος, με την επιστήμη και τον τεχνοκρατικό του μηχανισμό, δέν κατόρθωσε να ανταποκριθεί θετικά ούτε κάν στις απλές ανησυχίες και αναζητήσεις των νέων ανθρώπων της εποχής μας. Και κατά συνέπεια αυτός, ο θεωρούμενος πολιτισμένος και πεπαιδευμένος άνθρωπος της εποχής μας, ουσιαστικά έχει αποτύχει, διότι οι υπαρξιακές του αναζητήσεις και επιδιώξεις εντάθηκαν και επιδεινώθηκαν πιό πολύ.
Μέσα σε αυτό το ανικανοποίητο πνευματικό κλίμα, αναπτύσσεται σιγά-σιγά ένας περίεργος σύγχρονος αποκαλυπτισμός. Και είναι περίεργος διότι αναπτύσσεται ιδιαιτέρως στις Δυτικές κοινωνίες, οι οποίες έχουν οικοδομηθεί βάσει του πνεύματος του Διαφωτισμού. Κανείς λοιπόν δέν θα περίμενε την άνθιση των πιό σκοτεινών αποκαλυπτικών αντιλήψεων. Έτσι, με μια σατυρική διάθεση, η ιστορία έχει ρίξει τον απελευθερωμένο απο όλα τα ταμπού τού παρελθόντος ανθρωπό της, στις πιό ακραίες μορφές ενός αποκαλυπτικού σκοταδισμού.
Ακόμη και «ορθόδοξοι» ποιμένες, αξιόλογοι και ευσεβείς κατα τα άλλα, παρασύρονται στο σκοτεινό αυτό «παιχνίδι» των αποκαλυπτικών ενδιαφερόντων και προσπαθούν να επενδύσουν με Ορθοδοξοφανή στοιχεία όλες αυτές τις τάσεις τις εποχής. Έτσι δημιουργούν και αυτοί ευκαιριακά έναν προσωρινό εντυπωσιασμό, δημοσιογραφικού ενδιαφέροντος και είναι σίγουρο δυστυχώς πώς θα φανεί γρήγορα η προσπάθεια αυτή, πώς είναι μια θεολογική απάτη και θα πέσει στο κενό. Και η απογοήτευση απο αυτού του είδους της ερμηνευτικές παρεμβάσεις οδηγεί τους ανθρώπους συνήθως εκτός πίστεως και θρησκείας.
Μια παράπλευρη καταστροφή, λόγω της απουσίας εσωτερικής ετοιμότητος και πνευματικής εγρήγορσης της Εκκλησίας, είναι η εντύπωση που δημιουργήθηκε στον κόσμο, ότι η υπόσταση και η καταξίωση της Ορθόδοξης Θεολογίας και της Ορθόδοξης πνευματικότητος σήμερα κρίνεται κυρίως απο το ενδιαφέρον μας και την στάση μας έναντι των θεμάτων αυτών. Και ακόμη ότι και αυτή η ουσία της Ορθοδοξίας εξαρτάται και δοκιμάζεται απο τις ανάλογες αποκαλυπτικές και εσχατολογικές αντιλήψεις μας, η δέ πίστη, η αγιότητα και αυτό το μέγα θέμα της Σωτηρίας του καθενός συσχετίζονται άμεσα με το πρόβλημα του αντιχρίστου και της «έλευσης του». Βρισκόμαστε λοιπόν μπροστά σε ένα είδος παραχάραξης της Ορθόδοξης θεολογίας.
Στην Κ.Δ. τονίζεται, ότι η προφητεία και οι προφήτες νοούνται μέχρι του Ιωάννου του Βαπτιστού και προδρόμου του Μεσσία Ιησού. Αυτός βρίσκεται στο μεταίχμιο προσδοκίας και εκπλήρωσης, προφητείας και ιστορίας. Μετά απο αυτόν δέν έχουμε πλέον προφήτες αλλά ψεύδοπροφήτες. Η προφητεία ολοκληρώθηκε με τον λόγο του Ιωάννη: Ούτος εστί περί ού εγώ είπον (Ιωάνν. 1,30).
Δυστυχώς όμως επειδή οι ερμηνείες της προφητείας και της αποκαλύψεως είναι κοσμικές, θεωρούν οι παραχαράκτες της θεολογίας, την αποκάλυψη του Ιωάννη ώς ένα ιδιόμορφο αποκαλυπτικό κείμενο και πιστεύουν ότι έχει ένα έντονο εκστατικό και οραματικό χαρακτήρα, με σκοπό δήθεν να μας μυήσει σε κάποια άρρητα και ουράνια μυστικά, ή να μας αποκαλύψει κάποια ιδιόμορφα και συγκλονιστικά γεγονότα και φαινόμενα του μέλλοντος που θα προσδιορίσουν το τέλος της ιστορίας και του κόσμου.
Ευτυχώς όμως για όλους μας το προφητικό στοιχείο είναι δομικό και λειτουργικό στοιχείο όλων τον ιερών κειμένων και του κηρύγματος και της κατηχήσεως (δηλαδή το πρόσωπο του Κυρίου). Ο προφητικός λόγος δέν είναι ένα είδος «Μαντείας» για το μέλλον και δέν έχουμε καμμία αντιστοιχία με τις διάφορες «σίβυλλες» και τους «μάντεις» της αρχαιότητος. Ο Απόστολος Ιωάννης δέν έχει καμμία σχέση με τους μάγους και τους προφήτες των διαφόρων θρησκειών της αρχαιότητος ή με τούς μάντεις και τους πνευματιστές της σύγχρονης εποχής.
Για τον Ιωάννη, τα εσχατολογικά γεγονότα, έχουν χάσει την μελλοντική σημασία τους, γιατί είναι ήδη παρόντα και ό Χριστός Κυρίου είναι ήδη παρών και μάλιστα είναι κύριος της Ιστορίας. Στον Ιωάννη έχουμε μιαν αυστηρή «πραγματοποιηθείσα εσχατολογία» αφού ο Λόγος Σάρξ εγένετο και εσκήνωσεν έν ημίν. Το μέλλον δέν έχει την δυνατότητα να φανερώσει ή να αποκαλύψει τίποτε άλλο περισσότερο απο αυτά που ήδη ζούμε. Το μέλλον δέν προβάλλει ούτε την αναγκαιότητα ενός νέου αποκαλυπτικού γεγονότος, αφού τα πάντα εν Αυτώ και δι Αυτού εγένοντο και χωρίς Αυτού ουδέ εν ο γέγονεν.
Πρώτιστο μέλημα του Αποστόλου Ιωάννου, ώς προφήτη, είναι και πάλι η ποίμανση του λαού του Θεού και η διακαής επιθυμία του να διασφαλίσει τους πιστούς ακέραιους και ασυμβίβαστους στις σύγχρονες τους τραγικές ιστορικές συγκυρίες (είχε ξεσπάσει νέος διωγμός).
Ο Απόστολος Ιωάννης δέ κατά την συγγραφή της Αποκάλυψης είχε μπροστά του ώς βασικά βοηθήματα κλασσικά κείμενα της προφητικής και αποκαλυπτικής φιλολογίας, όπως του Ιεζεκιήλ και του Δανιήλ. Η Αποκάλυψη λοιπόν δέν είναι εφεύρημα δικό του και τα περιεχόμενά της δέν αποτελούν καρπό κάποιας οραματικής σύλληψης σε στιγμές εκστατικές. Αποτελεί μέρος ενός ιδιόμορφου φιλολογικού είδους, το οποίο κυριάρχησε από το 200 π.Χ. μέχρι το 100 μ.Χ.
Συνεχίζεται
Σαν πρώτο συμπέρασμα μπορούμε ήδη να πούμε πώς Αντίχριστος είναι αυτός που μάχεται με πάθος τον Αντίχριστο.
Αμέθυστος
4 σχόλια:
Αυτό που λέει στο τέλος στέκει;
H Αποκάλυψη είναι ιδιόμορφο φιλολογικό είδος με references Δανιήλ κα Ιεζεκιήλ;
Άρα όλο το κείμενο είναι φιλολογικός συμβολισμός. Νόμιζα πως η Καινή Διαθήκη ήταν από την αρχή μέχρι το τέλος κυρίως βιωματική και όχι συμβολισμός. Πραγματικά τέτοια κείμενα με μπερδεύουν. Θα ήθελα την γνώμη σου φίλε αμέθυστε. Ή αν ξέρεις τουλάχιστον οι Πατέρες τι λένε για αυτό.
Ενα γεγονός πού δέν δίνουμε μεγάλη σημασία είναι ότι στίς ακολουθίες καί λειτουργίες δέν διαβάζονται αποσπάσματα από τήν αποκάλυψη. Η ερμηνεία τής αποκαλύψεως υπήρξε τό ιδιαίτερο χαρακτηριστικό τής Ρωσικής εκκλησίας καί όχι μόνο. Επειτα κυκλοφορούν πολλές απόκρυφες αποκαλύψεις τού ιουδαισμού τής εποχής. Η Αποκάλυψη πού συμπεριεληφθη στόν κανόνα τής Κ.Δ. τονιζει τήν αποκάλυψη τού Ιησού Χριστού, ελέγχει τίς κακοδοξίες τών εκκλησιών τής εποχής καί τίς αιρέσεις πού καταπίνουν τήν πίστη, τίς εικόνισε μέ τά τέρατα τής κολάσεως. Στήν συνέχεια ο χριστιανισμός συνάντησε τό Ελληνικό πνεύμα καί τακτοποίησε δογματικά τήν πίστη μας. Η γλώσσα αυτή είναι η μυθολογία τών εβραίων καί τών Γνωστικών πού χτύπησαν θανάσιμα τήν ορθή πίστη. Στήν συνέχεια οι Πατέρες έθεσαν φραγμούς στήν φαντασία τούς οοποίους έσπασαν στόν μεσαίωνα οι λατίνοι, ξαναδοκίμασε ο Κάντ αλλά τελικά κυριάρχησε στήν εποχή μας σάν δημιουργική φαντασία καί κατέστη η αποκαλυπτική θρησκεία τής αμερικής,καί μέ τήν σύμπραξη τής μοντέρνας φυσικής γέννησε καί τήν θρησκεία τών εξωγήινων.. Οι Πατέρες δέν άφησαν εξηγήσεις τής αποκαλύψεως. Ο Μυτιληναίος πρωτοστάτησε καί τόν ακολούθησαν οι σχισματικοί κάθε αιτίας.
Φίλε αμέθυστε μπορώ να καταλάβω τα περί φαντασίας και ερμηνειών επί ερμηνειών που επιδίδεται κόσμος και κοσμάκης.
Καταλαβαίνω καλά τόσο την προειδοποίηση του ίδιου του Άγιου Ιωάννη για όποιον διαβάζει την Αποκάλυψη όσο και εκείνη του Κυρίου περί Εσχάτων που ο χρόνος τους είναι κρυφός και χρέος μας είναι όχι πότε θα γίνουν αλλά να προσέξουμε να είμαστε ανά πάσα στιγμή έτοιμοι.
Όμως άλλο με προβληματίζει και για αυτό σε ρώτησα. Είναι η Αποκάλυψη καθαρό συμβολικό λογοτεχνικό κείμενο; Αυτό από που απορρέει; Πως το λέει με τόση σιγουριά ο καθηγητής αυτό; Γιατί αν είναι έτσι τότε τα περί οραμάτων του ευαγγελιστή είναι μυθοπλασίες με στόχο, στην καλύτερη, την διαπαιδαγώγηση των πρώτων χριστιανών. Και οι προφητείες Δανιήλ και Ιεζεκιήλ αποτελούν σε αυτή την περίπτωση λογοτεχνικό μοτίβο μίμησης; Είναι δόκιμο να κάνουμε τέτοιες σκέψεις για τα κίνητρα συγγραφής της Αποκάλυψης από την μεριά του Ευαγγελιστή;
Σε ρωτάω λοιπόν όχι για την ερμηνεία των Πατέρων στα περί της Αποκάλυψης γιατί αυτοί όπως σωστά λες δεν άφησαν ερμηνείες. Μάλλον αυτοί σεβάστηκαν τις προειδοποιήσεις σε αντίθεση με τους προφηταλάγνους. Σε ρωτάω για το αν οι Πατέρες θεωρούσαν την Αποκάλυψη λογοτεχνία ή προφητεία.
Γιατί τα δύο αυτά μεταξύ τους έχουν τεράστια διαφορά.
Στην περίπτωση της προφητείας την διαβάζεις και μένεις εκεί με μία άνω τελεία αν θέλεις να λέγεσαι πιστός. Πόσο μάλλον όταν υπάρχουν προειδοποιήσεις. Τουλάχιστον για μένα. Στην περίπτωση της απόδοσης στην Αποκάλυψη χαρακτήρα μυθοπλασίας και συμβολισμού αναπόφευκτα επιτρέπονται και οι όποιες λογοτεχνικές ερμηνείες.
Για μένα επίτρεψε μου να πω σχηματικά πως οι προφητείες είναι σαν τις παραβολές για τις οποίες ο Κύριος είπε (αυτό που μοιάζει παράδοξο αλλά τελικά δεν είναι) πως τις λέει για να συνεχίσουν να μην βλέπουν αυτοί που δεν βλέπουν. Μέχρι εκεί. Και εγώ τουλάχιστον όσο αφορά τον εαυτό μου ξέρω πως με την ανάγνωση των προφητειών ΔΕΝ ΒΛΕΠΩ. Είναι κάτι σαν εσωτερικός έλεγχος αν με καταλαβαίνεις για το που είσαι ή μέχρι που είσαι. Αλλά λογοτεχνικό είδος φίλε αμέθυστε είναι πιστεύω μια μεγάλη διαφορά.
Δεν ξέρω. Σου είπα τέτοια κείμενα σαν του καθηγητή με τόση σιγουριά γραμμένα με μπερδεύουν.
Φίλε πρέπει νά αποκλείσουμε από τόν νού μας τήν αυτόματη γραφή. Νά υποδεχθούμε μέ όλο του τό νόημα τό άρρητο τών αποκαλύψεων καί νά βγάλουμε τά σωστά συμπεράσματα από τόν λόγο τού Αγίου Γρηγορίου Παλαμά. Οι Πατέρες καί οι Αγιοι βιώνουν τόσο βαθειά τό άρρητο τών αποκαλύψεών τους ώστε σέ όλη τήν υπόλοιπη ζωή τους προσπαθούν νά βρούν τρόπο καί λόγο στήν παράδοσή τους να τήν εκφράσουν κατά κάποιο τρόπο. Οπως πρώτος τό φανέρωσε ο Απ. Παύλος. Τό ίδιο συμβαίνει καί μέ τόν Αγιο Ιωάννη. Βρήκε τήν καλύτερη δυνατή έκφραση τών αποκαλύψεών του. Καθαυτές δέν περιγράφονται.
Δημοσίευση σχολίου