ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΕΣ ΑΣΚΗΣΕΙΣ ΚΑΙ ΑΡΧΑΙΑ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ
Τού Pierre Hadot.
Εισαγωγή.
Ένα από τα πρώτα μου δοκίμια,
προσπαθούσε ήδη να περιγράψει την φιλοσοφική πράξη, σαν μία μεταστροφή και
θυμάμαι με ενθουσιασμό, το 1939, με τον οποίο κατά την διάρκεια τού πτυχίου μου
στην Φιλοσοφία, σχολίαζα το θέμα μου με ένα επιχείρημα τού Henri Bergson: “Η φιλοσοφία δεν είναι η κατασκευή ενός
συστήματος, αλλά η σταθερή απόφαση να κοιτάξουμε με αθωότητα μέσα μας και γύρω
μας”. Κάτω από την επιρροή του Bergson και στην συνέχεια
τού υπαρξισμού, λοιπόν, εννόησα πάντοτε την φιλοσοφία σαν μία ολοκληρωτική μεταμόρφωση
τού τρόπου να κοιτάζουμε τον κόσμο και να είμαστε σ’αυτόν.
Δεν προέβλεπα, το 1939, ότι θα
περνούσα την ζωή μου μελετώντας τήν αρχαία σκέψη και ιδιαιτέρως τήν επιρροή που
άσκησε η ελληνική φιλοσοφία στην λατινική λογοτεχνία. Παρ’όλα αυτά με κατεύθυνε
προς αυτή την πορεία εκείνη η μυστηριώδης ένωση τυχαίου και εσωτερικής
αναγκαιότητος η οποία δίνει μορφή στις μοίρες μας ή στους προορισμούς μας.
Σ’αυτές τις έρευνες συνειδητοποίησα ότι πολλές από τις δυσκολίες που συναντούμε
όταν προσπαθούμε να κατανοήσουμε τα φιλοσοφικά έργα των αρχαίων προέρχονται από
το γεγονός ότι, ερμηνεύοντας πέφτουμε σε ένα διπλό αναχρονισμό: Πιστεύουμε ότι,
όπως πολλές μοντέρνες εργασίες, προορίζονται να ανακοινώσουν πληροφορίες γύρω
από ένα δεδομένο εννοιολογικό περιεχόμενο και ότι εμείς μπορούμε να αντλήσουμε
απευθείας καθαρές πληροφορίες για την σκέψη και την ψυχολογία τού συγγραφέως
τους. Αλλά δυστυχώς, είναι πολύ συχνά πνευματικές ασκήσεις τις οποίες εφαρμόζει
ο ίδιος ο συγγραφέας και βοηθά και τον αναγνώστη να τις θέσει σε πρακτική.
Είναι προορισμένες να μορφώσουν τις ψυχές. Έχουν μία ψυχαγωγική αξία. Επομένως
κάθε πρόταση πρέπει να εννοηθεί στην προοπτική τού αποτελέσματος που υπόσχεται
να δημιουργήσει, και όχι σαν μία πρόταση που εκφράζει με επάρκεια την σκέψη και
τα αισθήματα ενός ατόμου. Έτσι λοιπόν τά μεθοδολογικά μου συμπεράσματα συνέπεσαν
με τις φιλοσοφικές μου πεποιθήσεις.
ΣΤΗΝ ΜΝΗΜΗ ΤΟΥ PIERRE COURCELLE!
Η ιστορία τής
ελληνιστικής καί Ρωμαϊκής σκέψης!
Κυρίες και Κύριοι.
Καθένας από σας περιμένει από εμένα
δύο πράγματα, με την ευκαιρία αυτού τού μαθήματος (college de France, την Παρασκευή 18 Φεβρουαρίου 1983). Κατ’αρχάς να
ευχαριστήσω αυτούς χάρη στους οποίους κατόρθωσα να έλθω εδώ και στην συνέχεια
να εκθέσω την μέθοδο που θα ακολουθήσω για να διεκπεραιώσω το θέμα που μού εμπιστεύθηκαν. Αυτή είναι η σημασία τών πρώτων λέξεων τού πρώτου μαθήματος, στα
λατινικά, στις 24 Αυγούστου 1551, από τον Pietro Ramo, κάτοχο τής έδρας τής ρητορικής και τής φιλοσοφίας
στο college Royal, είκοσι μόλις χρόνια μετά την ίδρυσή τού Ινστιτούτου!
Όπως βλέπουμε, πάνω από 400 χρόνια πριν, τα κύρια θέματα αυτού τού πρώτου
μαθήματος ήταν ήδη κανονισμένα. Θα παραμείνω πιστός λοιπόν με την σειρά μου.
Μίλησα για έναν στενό δεσμό ανάμεσα
στα Ελληνικά και τα λατινικά, την φιλολογία και την φιλοσοφία, τον ελληνισμό
και τον Χριστιανισμό. Πιστεύω ότι αυτή η διατύπωση αντιστοιχεί ακριβώς στην
έμπνευση τής διδασκαλίας τού Pierre Courcelle τον
οποίο διαδέχομαι και τού οποίου το μνημειώδες έργο “Τα ελληνικά γράμματα στην
Δύση τού Μακρόβιου στον Κασσιοδώρο” υπήρξε μία μικρή επανάσταση στην εποχή του!
Αυτά τα γράμματα επέτρεψαν τήν άνθηση της λατινικής λογοτεχνίας, μετά τον ΙΙ
αιώνα μ.Χ και επέτρεψαν την δημιουργία τοή Κικέρωνος, τον πληρέστερο τύπο τής
ελληνορωμαϊκής κουλτούρας στο απώγειό της.
Και εάν τα Ελληνικά γράμματα εξέπληξαν
τους πάντες, οι Έρευνες στις Εξομολογήσεις τού Αγίου Αυγουστίνου (1950)
δημιούργησαν αληθινό σκάνδαλο ιδιαιτέρως εξ’αιτίας τής ερμηνείας που πρότεινε ο
Courcelle τής μεταστροφής τού Αυγουστίνου. Ο
Αυγουστίνος λοιπόν έκλαιγε κάτω από μία συκιά και κατηγορούσε τον εαυτό του για
την αναποφασιστικότητά του, όταν άκουσε την φωνή ενός μωρού να επαναλαμβάνει
“πάρε και διάβασε”, τότε άνοιξε τυχαία ένα βιβλίο με τις επιστολές τού Απ.
Παύλου και διάβασε την φράση η οποία τον μετέστρεψε. O Courcelle λοιπόν τόλμησε να γράψει ότι η συκιά θα μπορούσε να έχει μία εντελώς
συμβολική αξία, εκείνη τής αντιπροσώπευσης “τής θανατηφόρου σκιάς τής
αμαρτίας”, όπως επίσης η παιδική φωνή μπορεί να εισήχθη με έναν καθαρά
λογοτεχνικό τρόπο για να σημάνει αλληγορικά την Θεία απάντηση στις ερωτήσεις
τού Αυγουστίνου. Ο Courcelle δεν υποπτευόταν την θύελλα που θα
προξενούσε, η οποία κράτησε περισσότερο από 20 χρόνια και ενέπλεξε τα μεγαλύτερα
ονόματα τής πατριστικής. Θα ήθελα λοιπόν να υπογραμμίσω πόσο ενδιαφέρουσα
υπήρξε η θέση του Courcelle. Και πράγματι κινήθηκε από την απλούστερη
αρχή σύμφωνα με την οποία ένα κείμενο πρέπει να ερμηνευθεί εν όψει τού λογοτεχνικού γένους στο οποίο ανήκει. Η πλειονότης τών αντιπάλων τού Courcelle ήταν θύματα τής μοντέρνας προκατάληψης, τής τόσο
αναχρονιστικής, η οποία συνίσταται στην πίστη ότι οι Εξομολογήσεις τού Αυγουστίνου υπήρξαν πάνω απ’όλα μία αυτοβιογραφική μαρτυρία. Ο Courcelle όμως είχε καταλάβει ότι οι Εξομολογήσεις ήταν ένα
έργο ουσιαστικώς Θεολογικό, όπου κάθε σκηνή μπορεί να καλύψει μία συμβολική
αξία. Για παράδειγμα προκαλεί ακόμη έκπληξη η εκτενέστατη έκθεση τής κλοπής
αχλαδιών που έκανε ο Αυγουστίνος κατά την νεότητά του. Εξηγείται όμως καθότι
εκείνα τα κλεμμένα φρούτα από κάποιον κήπο γίνονται, συμβολικώς για τον
Αυγουστίνο, ο απαγορευμένος καρπός που εκλάπη στον γήινο παράδεισο, στον κήπο
τής Εδέμ, και τού προσφέρει την ευκαιρία να αναπτύξει έναν Θεολογικό στοχασμό
γύρω από την φύση τού προπατορικού αμαρτήματος. Σ’αυτό το λογοτεχνικό είδος
είναι λοιπόν πολύ δύσκολο να διακρίνουμε αυτό που είναι συμβολική αναπαράσταση
ή έκθεση ενός ιστορικού γεγονότος.
Ένα μεγάλο μέρος τού έργου τού Courcelle είναι αφιερωμένο στην έρευνα τής τύχης τών
μεγάλων θεμάτων, όπως το Γνώθι σ’αυτόν ή των μεγάλων έργων όπως οι Εξομολογήσεις
του Αυγουστίνου ή ο Παρηγορητικός τού Βοήθιου, στην ιστορία τής Δυτικής σκέψης.
Σημαντικές υπήρξαν επίσης και οι εργασίες του στο λογοτεχνικό είδος τών
εικονογραφικών ερευνών, όπως π.χ. οι εικονογραφήσεις των Εξομολογήσεων στην
διάρκεια τών ιστορικών εποχών. Υπήρξαν μεγάλης σπουδαιότητος για την
ανακατασκευή τής ιστορίας τών νοοτροπιών και τής θρησκευτικής φαντασίας.
Αυτή η ανάκληση τής γενικής κινήσεως
τών ερευνών τού Courcelle μας επιτρέπει να δούμε την διαδρομή του.
Έτσι ξεκινώντας από την όψιμη αρχαιότητα, αναγκάστηκε να επιστρέψει, ιδιαιτέρως
με το βιβλίο του στο Γνωθι σ’αυτόν, προς την φιλοσοφία τής αυτοκρατορικής και
ελληνιστικής εποχής και από το άλλο μέρος να ακολουθήσει μέσω τών εποχών το
γίγνεσθαι τών έργων, τών θεμάτων, τών αρχαίων εικόνων, στην δυτική παράδοση.
Σ’αυτό το πνεύμα θα ήθελε να συνδεθεί η ιστορία τής ελληνιστικής σκέψης και τής
Ρωμαϊκής για την οποία θα κάνω λόγο.
Συνεχίζεται
Αμέθυστος.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου