Συνέχεια από: Δευτέρα 9 Αυγούστου 2021
.FIORENTINA UNIVERSITAS STUDIORUM.
Τού Νικολάου Πατρώζου.
Τρίτο κεφάλαιο: 3.1. Ο “Λίθος” σύμφωνα με τον Σωκράτη!
Σ’αυτό το κεφάλαιο θα συγκεντρώσουμε
την προσοχή μας στον Σωκράτη, στον τρόπο με τον οποίο η φιγούρα του διακρίνεται
από άλλες οι οποίες είναι παρούσες στο πανόραμα της Αθήνας του IV αιώνος. Όπως διηγείται ο ίδιος ο Αλκιβιάδης, ο Σωκράτης είχε ανοσία στα παιχνίδια
γοητείας (217 b- 219 a). Παρ’όλα αυτά, ένα χωρίο τού διαλόγου
Χαρμίδης, το οποίο μάς θύμισε ο Price, μοιάζει να
διαψεύδει αυτή την βεβαίωση: “Ο πιο ζωντανός, ο γεμάτος ζωή, είναι όταν
διακρίνοντας το στήθος τού Χαρμίδη στο εσωτερικό τού μανδύα του, (ο Σωκράτης)
ανάβει”. [ A.W. Price, Love
and friendship in Plato and Aristotle, Oxford University Press, 1989, σ. 223]. Είναι προφανές λοιπόν ότι η επιθυμία τού Δασκάλου ανάβει τόσο απέναντι στον
Αλκιβιάδη, όσο και απέναντι σε άλλους, όπως στην περίπτωση τού Χαρμίδη. Ανάμεσα
στον εραστή και τον ερωμένο δεν υπάρχει όμως καμία επαφή, καθότι αυτό θα
συνιστούσε για τον Σωκράτη μία υποτίμηση τού “κάλλους” του το οποίο είναι μίας
καθαρά ανώτερης μορφής από των εραστών του.
Εκ νέου λοιπόν το θέμα της επιθυμίας επιστρέφει
στον μύθο τού ηνίοχου παρμένου από τον Φαίδρο και αναλυμένο από τον Βλαστό: “το
λευκό άλογο (και αυτός που το οδηγεί) συγκρατείται από την ντροπή για να μην
ορμήξει στον αγαπώμενο (254 α 2-3). Το ένστικτο ελέγχεται αλλά δεν διαλύεται.
Χωρίς τον έλεγχο τού μαύρου αλόγου, που γίνεται εδώ το σύμβολο ενός σκληρού
ελέγχου τού εαυτού, θα ακολουθούσαν στην κατάσταση αυτή πράξεις “απαίσιες και
εκτός νόμου”. Η φυσική επιθυμία είναι ακόμη εκεί, στον αγαπώμενο έφηβο και
ακόμη περισσότερο στον εραστή. Χρειάζεται μία ολυμπιακή δύναμη για να ελεγχθεί!
[G. Vlastos, Platonic studies, Princeton University press, 1973]. Και αυτή την ολυμπιακή δύναμη κατέχει ο
Σωκράτης με την φλογερή συμπεριφορά του! Η ερωτική του επιθυμία λοιπόν δεν
είναι νεκρωμένη καθότι ο Σωκράτης, έχοντας συνείδηση τής φύσεως τών “φυσικών”
του επιθυμιών, λόγω πείρας, ξέρει πως να τις ξεγελά, κατορθώνοντας έτσι να τις
εμποδίζει να πάρουν κεφάλι και να τού επιβληθούν, αλλά χωρίς να αρνείται
αναγκαίως την έντονη παρουσία τους. Η συγκέντρωσή του είναι τέτοια ώστε
κατορθώνει να διατηρεί κάτω από κάθε περίσταση εκείνη την εσωτερική ομορφιά,
γνωστή σε όλους και πολύ συχνά αιτία φθόνου.
Ο Σωκράτης μοιάζει να είναι μία
φιγούρα απόμακρη, με την ικανότητά του να αντέχει την πείνα, την δίψα, τον
πόνο, την κούραση, τις ατυχίες, την ζέστη και το κρύο. Αυτή η φυσική αντοχή,
αυτή η κυριαρχία τού σώματος, στις ανάγκες τροφής και ξεκούρασης… στους
σεξουαλικούς πειρασμούς, τον καθιστούν έναν διαφορετικό άνθρωπο από τους άλλους. [C. Calame, L’amore in Grecia, Laterza, 1988, σ.12].
Ο Σωκράτης αδιαφορεί για το ντύσιμό
του, είναι αδιάφορος για την εξωτερική ομορφιά. Είναι ελεύθερος από πάθη και
υλικές διαφυγές. Η Nussbaum τον ερμηνεύει σαν “ένα πρόσωπο
“διαχωρισμένο” από το σώμα του, το οποίο εκ γενετής δεν αισθάνεται τον πόνο και
δεν θεωρεί τα βάσανα σαν κάτι που του συμβαίνουν πραγματικά. Μοιάζει με ένα όν
του οποίου η διάνοια είναι ξεχωρισμένη από το σώμα, του οποίου η προσωπικότης
δεν ταυτίζεται κατά κανένα τρόπο με το σώμα”. [M. Nussbaum, The fragility of goodness, Cambridge
university press, 2001, σ. 183].
Σαν να υπέστη μία μετάλλαξη η οποία
τον άλλαξε τελείως. Σ’αυτόν μοιάζει να απουσιάζει η τάση, τυπική τού ανθρώπου,
να δεθεί στα αναρίθμητα γήινα αγαθά. Ο Σωκράτης πράγματι σχετίζεται με την
πραγματικότητα που τον περιτριγυρίζει μόνον διανοητικά, μετέχοντας στις
ανθρώπινες δραστηριότητες καθότι ενεργός πολίτης τής πόλης. Η φιγούρα του μάς
μεταδίδεται σαν να είναι μονίμως συγκεντρωμένη, μετρημένη σε κάθε πράξη και
κίνηση, αδιαπέραστη τόσο στο σώμα όσο και στο πνεύμα, ώστε να μοιάζει εν τέλει
περισσότερο στις νοητές μορφές παρά τους κοινούς ανθρώπους. [Nussbaum, σ. 195]. Η μεταμόρφωσή του, ακολουθώντας την
διδασκαλία τής Διοτίμα, έφερε και μία αλλαγή στην αντίληψη του τού κόσμου:
Όταν βλέπει ένα σώμα κατορθώνει να δεί “ακριβώς το ίδιο ίχνος και τον τόνο
αγαθότητος και κάλλους σαν μίας μαθηματικής αποδείξεως- η οποία διαφέρει μόνον ως
προς την ποσότητα και την θέση. (σ.180). Ο Σωκράτης δεν βλέπει πλέον τον
φαινομενικό κόσμο με τα ασυνειδητοποιημένα μάτια τού ανώριμου ανθρώπου, αλλά
κατορθώνει να τον παρατηρήσει στην πληρότητά του, όπως μέσω ενός φίλτρου το
οποίο επαναφέρει κάθε στοιχείο στην δική του νοητή μορφή. Γι’αυτόν κάθε ωραίο
πράγμα ή όμορφο πρόσωπο είναι τέτοιο καθότι μετέχει στην μορφή τού κάλλους. “Ο
Αλκιβιάδης είναι στα μάτια του μόνον μία άλλη από τις ωραιότερες, ένα κομμάτι
τής μορφής, ένα καθαρό πράγμα σαν κόσμημα” (σ. 195). Ο Σωκράτης αναγνωρίζει τις
αιώνιες ποιότητες παρούσες στον κόσμο και στα πρόσωπα και δοκιμάζει μέσω τού λόγου να τις γνωρίσει και στους άλλους. Και δεν δείχνει μία ανάρμοστη
συμπεριφορά διότι ταυτίζει την ποιότητα τής αφαίρεσης με το συγκεκριμένο και τα
χειρίζεται με τον ίδιο τρόπο: γι’αυτόν η ύλη είναι κάτι που παραπέμπει πάντοτε
στις μορφές.
Ένα περαιτέρω αποτέλεσμα τής
μεταμόρφωσης τού Σωκράτη είναι η παρατεταμένη του ακινησία, η οποία, όπως μας
μεταφέρουν οι πηγές, συμβαίνει πάντοτε σε ακατάλληλες στιγμές. [Εδώ αναφέρεται
στην ακινησία τού Σωκράτη πριν από το συμπόσιο, αλλά και στην μεγαλύτερη
ακινησία του κατά την διάρκεια τής μάχης τής Ποτίδαιας.] Κατά την διάρκεια
αυτών τών ξαφνικών στιγμών τής “ησυχίας και ειρήνης” δεν γνωρίζουμε τί ακριβώς
σκέπτεται ο Σωκράτης, και δεν είναι ούτε καν γνωστό τί τύπο εμπειρίας ζει.
Γνωρίζουμε μόνον ότι έχουν κυρίως στοχαστική φύση, στην ησυχία τής οποίας ο
Φιλόσοφος συγκεντρώνεται αποκλειστικά στον εαυτό του. Στον Φαίδωνα αυτή η
πρακτική τής απόσυρσης στην ίδιαν εσωτερικότητα ονομάζεται αναχώρησις, και
εξηγείται σαν την “ακινησία τής ψυχής και τού σώματος: τού σώματος που
αντιστέκεται και στέκεται ακίνητο και της ψυχής που δεν κινείται, αλλά
παραμένει καθηλωμένη, ακίνητη, στον εαυτό της, γύρω από τον άξονά της, από όπου
τίποτε δεν μπορεί να την απομακρύνει” [M. Foucault, The Hermeneutics of the subject, Macmillan, London, 2005, σ. 49]. Αυτή η απομάκρυνση δείχνει μία
πλήρη απόσταση από τις αισθήσεις οι οποίες μπορεί να είναι πηγή πιθανών
ψευδαισθήσεων. Το υποκείμενο σ’αυτή την κατάσταση παραμένει συγκεντρωμένο στον
εαυτό του: δεν επηρεάζεται από εξωτερικά γεγονότα, και είναι σαν μία σταθερή
κατασκευή-μία κατάσταση η οποία είναι πάντοτε στην διάθεση τού φιλοσόφου.
Κατόπιν αυτής τής αναλύσεως και
υπολογίζοντας την διήγηση τού Αλκιβιάδη, μπορούμε να συμπεράνουμε ότι η αγάπη τού Αλκιβιάδη προς τον Σωκράτη δεν είναι καθόλου αμοιβαία. Εκείνη τού Σωκράτη προς
τον Αλκιβιάδη, πράγματι, έχει μία φύση με αποκλειστική κατεύθυνση προς ένα
νοητό επίπεδο, δηλαδή το Βασίλειο τής Νοήσεως. Το ίδιο το σώμα δεν μπαίνει ούτε
καν σε πειρασμό. Με απόλυτη διαφορά από τους σάτυρους, με τους οποίους ο
Σωκράτης συγκρίθηκε στην αρχή της ομιλίας τού Αλκιβιάδη, αυτός δεν συμμετέχει
στην πομπή του Διόνυσου εγκαταλείποντας τον εαυτό του στις σωματικές ηδονές.
Συνεχίζεται
Αμέθυστος.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου