Παρασκευή 11 Ιουλίου 2025

Αγ. Γρηγόριος Παλαμάς - ΥΠΕΡ ΤΩΝ ΙΕΡΩΣ ΗΣΥΧΑΖΟΝΤΩΝ (7)

  Συνέχεια από: Κυριακή 6 Ιουλίου 2025

19. Eγώ όμως ακούω και τον πατέρα ο οποίος λέγει· «αλλοίμονο στο σώμα, όταν δεν λαμβάνει την από έξω τροφή, και αλλοίμονο στην ψυχή, όταν δεν αποδέχεται την άνωθεν χάρη» Και σωστά. Γιατί το σώμα θα αφανισθεί μεταβαίνοντας στα άψυχα, ενώ η ψυχή, έχοντας ξεφύγει του καθήκοντος, θα οδηγηθεί μαζί με τις δαιμονικές ζωές και τα δαιμονικά φρονήματα. Εάν όμως κάποιος, επειδή η φιλοσοφία είναι φυσική, λέγει ότι αυτή δόθηκε από τον Θεό, είναι σωστό αυτό που λέγει και δεν διαφωνεί με εμάς και δεν εξαιρεί από την κατηγορία αυτούς που τη χρησιμοποίησαν κακώς και τέλος την κατέσπασαν στο παρά φύση· αυξάνει μάλιστα περισσότερο την καταδίκη αυτών, γιατί δεν χρησιμοποίησαν με τρόπο αγαπητό στον Θεό (θεοφιλώς) τα δοσμένα από αυτόν. Άλλωστε και ο δαιμόνιος νους, αφού έχει δημιουργηθεί από τον Θεό, έχει κατά φυσικό λόγο τη φρόνηση (το φρονείν), αλλά δεν θα πούμε ότι έχει από τον Θεό και την ενέργειά του, αν και έχει από τον Θεό τη δυνατότητα ενέργειας· γι’ αυτό και δίκαια θα χαρακτηριζόταν αυτή παραφροσύνη μάλλον, παρά φρόνηση. Έτσι λοιπόν και ο νους των έξω φιλοσόφων είναι θείο δώρο έχοντας έμφυτη τη φρόνιμη σοφία, επειδή όμως εκτράπηκε εξαιτίας των διαβολών του πονηρού, μετασχηματίσθηκε σε μωρή και πονηρή και ανόητη σοφία, ως προϊστάμενη τέτοιων δογμάτων. Και αν κάποιος πάλι έλεγε ότι ούτε η επιθυμία και η γνώση των δαιμόνων είναι κάτι εντελώς κακό, γιατί αυτοί ποθούν να υπάρχουν και να ζουν και να νοούν, πρώτον βέβαια δίκαια θα αντακούσει πάλι από εμάς εκείνο, ότι δεν δυσανασχετεί δικαιολογημένα, όταν εμείς αποκαλούμε δίκαια την ελληνική σοφία μαζί με τον αδελφόθεο δαιμονιώδη, επειδή είναι γεμάτη από έριδα και περιέχει κάθε σχεδόν φαύλο δόγμα, εφόσον μάλιστα έχει εκπέσει και από το σκοπό της, τη θεογνωσία δηλαδή· γιατί και έτσι θα μεθέξει του αγαθού κατά το έσχατο και αμυδρό απήχημα. Έπειτα απαιτούμε να σκεφθεί αυτός και αυτό, ότι κανένα κακό δεν είναι κακό, καθότι υπάρχει, αλλά καθότι εξέπεσε από την κατάλληλη και πρέπουσα ενέργεια και τον σκοπό της ενέργειας.

20. Ποιο είναι λοιπόν το έργο και ο σκοπός εκείνων που αναζητούν τη σοφία του Θεού στα κτίσματα; Δεν είναι η εύρεση της αλήθειας και η δοξολογία του δημιουργού; Είναι φανερό στον καθένα. Αλλά η γνώση των έξω φιλοσόφων απέτυχε και στα δύο. Υπάρχει όμως και κάτι χρήσιμο σ’ αυτήν για εμάς; Βεβαιότατα. Άλλωστε και στα αφαιρούμενα από τις σάρκες των φιδιών υπάρχει πολύ δραστικό και θεραπευτικό υλικό και οι γιατροί θεωρούν άριστο και χρησιμότατο αντίδοτο το παρασκεύασμα από αυτά. Και στα δηλητήρια που παρασκευάζονται προς εξαπάτηση αναμειγνύονται τα γλυκύτερα από τα φαγώσιμα, επειδή μπορούν να συγκαλύψουν την περίτεχνη κατασκευή. Υπάρχει λοιπόν κάτι χρήσιμο σ’ αυτά, και ίσως μάλιστα πολύ, σαν μέλι που αναμείχθηκε με κώνειο, αλλά υπάρχει και πολύς φόβος, μήπως, ξεχωριζόμενο από εκεί το χρήσιμο, παραληφθεί μαζί κατά λάθος κάποιο θανατηφόρο υπόλειμμα. Και αν εξετάσεις, θα δεις ίσως ότι όλες ή οι περισσότερες από τις φοβερές αιρέσεις από εδώ έλαβαν τις αρχές τους, καθώς και οι εικονογνώστες αυτοί, οι οποίοι λέγουν ότι ο άνθρωπος λαμβάνει το κατ’ εικόνα από τη γνώση και ότι μ’ αυτήν μορφώνεται κατά Θεόν η ψυχή· σύμφωνα βέβαια με αυτό που έχει λεχθεί στον Κάϊν, «εάν ορθά προσφέρεις, αλλά δεν κάνεις ορθά τη διάκριση, δεν ευστοχείς». Τη δυνατότητα βέβαια να διακρίνουν ορθά πολύ λίγοι τη διαθέτουν, και μόνον εκείνοι, όσοι έχουν τα αισθητήρια της ψυχής γυμνασμένα προς διάκριση του καλού και του κακού. Ποιά ανάγκη υπάρχει λοιπόν να διακινδυνεύουμε μάταια, και μάλιστα ενώ είναι δυνατόν να διακρίνουμε την στα κτίσματα του Θεού σοφία, όχι μόνον ακίνδυνα, αλλά και προς ωφέλεια μας; Γιατί εκείνος που κάμνει αμέριμνη ζωή, επειδή στηρίζει την ελπίδα του στον Θεό, κινεί την ψυχή κατά τρόπο φυσικό προς κατανόηση των κτισμάτων του Θεού· και κυριεύεται έτσι από θαυμασμό αφοσιωμένη στην κτίση και εμβαθύνοντας σ’ αυτήν, και δοξάζει διαρκώς τον κτίστη και με τον θαυμασμό του αυτόν χειραγωγείται προς τα μεγαλύτερα. Γιατί, σύμφωνα με τον άγιο Ισαάκ, η ψυχή συναντά θησαυρούς που δεν είναι δυνατόν να περιγράφουν με τη γλώσσα και χρησιμοποιώντας την προσευχή σαν κλειδί εισχωρεί μέσω αυτής προς τα μυστήρια εκείνα, «τα οποία οφθαλμός δεν είδε και αυτί δεν άκουσε και σε καρδιά ανθρώπου δεν ανέβηκαν», και τα οποία, σύμφωνα με τα λεγόμενα του Παύλου, φανερώνονται μόνο δια του Πνεύματος στους άξιους.

21. Βλέπεις οδό συντομότατη και πολυωφέλιμη και ακίνδυνη, η οποία οδηγεί αμέσως προς τους υπέρλαμπρους και ουράνιους θησαυρούς; Στην περίπτωση όμως της μη χριστιανικής σοφίας, πρέπει πρώτα να σκοτώσεις το φίδι, εξοντώνοντας την αλαζονεία που προκαλείται από αυτήν σε σένα (πόσο δύσκολο είναι αυτό, γιατί λέγει· «θα ταπεινώσεις την έκφυλη αλαζονεία της φιλοσοφίας»), και όταν την εξοντώσεις, πρέπει έπειτα να σπάσεις και να συντρίψεις το κεφάλι και την ουρά, σαν άκρα και ακράτητα κακά, την ολοφάνερα δηλαδή πλανημένη δοξασία για τα νοερά και θεία και τις αρχές και τη μυθολογία για τα κτίσματα. Το ενδιάμεσο σώμα, δηλαδή τους περί φύσεως λόγους, όπως οι φαρμακοποιοί καθαρίζουν τις σάρκες των φιδιών ψήνοντας αυτές με φωτιά και νερό, έτσι κι εσύ πρέπει να καθαρίζεις αυτούς από τα βλαβερά νοήματα με το εξεταστικό και θεωρητικό της ψυχής. Αλλ’ όμως, κι αν τα κάνεις όλα αυτά και χρησιμοποιήσεις σωστά εκείνο που διαχωρίσθηκε (πόσο δύσκολο έργο είναι και αυτό και πόση διάκριση χρειάζεται), όμως, κι αν καλώς χρησιμοποιήσεις το μόριο της έξωθεν σοφίας που το έχεις προσλάβει καλώς, αυτό βέβαια δεν είναι κακό, γιατί είναι καμωμένο για να γίνει όργανο για κάτι το καλό· αλλ’ ούτε έτσι θα μπορούσε να κληθεί κυρίως δώρο Θεού και πνευματικό, γιατί είναι φυσικό και δεν έχει σταλεί από τον ουρανό (άνωθεν). Γι’ αυτό και ο σοφός στα θεία περισσότερο από κάθε άλλον Παύλος το ονομάζει σαρκικό, λέγοντας· «προσέχετε ποιοι είμαστε εμείς πού κληθήκαμε· ότι δεν υπάρχουν μεταξύ μας πολλοί σοφοί κατά σάρκα». Αν και βέβαια ποιος θα μπορούσε να χρησιμοποιήσει αυτή τη σοφία καλύτερα από τους καλουμένους από τον Παύλο έξωθεν σοφούς; Αλλ’ όμως τους ονομάζει «κατά σάρκα σοφούς» λόγω του έργου αυτής· και πολύ σωστά.

Συνεχίζεται
ΛΟΓΩ ΤΗΣ ΛΥΣΣΑΛΕΑΣ ΜΑΧΗΣ ΕΝΑΝΤΙΟΝ ΤΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑΣ ΛΟΓΩ ΤΗΣ ΟΠΟΙΑΣ ΥΙΟΘΕΤΗΣΑΜΕ ΤΗΝ ΛΟΓΙΚΗ, ΔΗΛ. ΤΟΝ ΑΝΘΡΩΠΟ ΜΙΑΣ ΑΛΛΗΣ ΠΑΡΑΔΟΣΕΩΣ ΜΕ ΤΗΝ ΠΑΡΑΛΛΗΛΗ ΚΑΤΑΔΙΚΗ ΤΗΣ ΛΟΓΙΚΗΣ ΘΑ ΕΠΑΝΑΛΑΒΟΥΜΕ ΤΟ ΑΥΤΟΝΟΗΤΟ. Η ΛΟΓΙΚΗ ΤΗΣ ΣΥΓΧΡΟΝΟΥ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑΣ ΠΕΡΙΟΡΙΖΕΤΑΙ ΣΤΗΝ ΛΟΓΙΚΗ ΤΗΣ ΤΑΥΤΟΤΗΤΟΣ ΑΠΟΡΡΙΠΤΟΝΤΑΣ ΤΗ ΘΕΟΛΟΓΙΚΗ ΤΡΟΠΟΝ ΤΙΝΑ ΛΟΓΙΚΗ ΤΗΣ ΜΗ-ΑΝΤΙΦΑΣΕΩΣ ΔΙΑ ΧΕΙΡΟΣ ΠΟΠΠΕΡ ΚΑΙ ΤΟΝ ΝΟΜΟ ΤΗΣ ΛΟΓΙΚΗΣ ΤΟΥ ΤΡΙΤΟΥ ΑΠΟΚΛΕΙΟΜΕΝΟΥ ΔΗΛ. ΤΗΝ ΣΥΝΘΕΣΗ ΘΕΣΕΩΣ ΚΑΙ ΑΝΤΙΘΕΣΕΩΣ ΠΟΥ ΑΠΟΤΕΛΟΥΝ ΤΟΝ ΤΥΠΟ ΤΗΣ ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗΣ ΤΟΥ ΧΕΓΚΕΛ, ΘΑ ΔΟΥΜΕ ΤΟ ΕΞΗΣ ΑΠΟ ΤΟΝ ΑΓΙΟ ΓΡΗΓΟΡΙΟ.
 
12. Γι’ αυτό λοιπόν δεν θα εμποδίζουμε να ασχολούνται με την έξω παιδεία όσοι θέλουν από εκείνους που δεν επέλεξαν τον μοναχικό βίο, αλλά δεν συμβουλεύουμε καθόλου κανένα να αφοσιώνεται σ’ αυτήν ως το τέλος. Το να προσδοκά όμως κανείς να γνωρίσει με ακρίβεια από αυτήν κάτι από τα θεία το αποκλείουμε τελείως· γιατί δεν είναι δυνατόν να διδαχθεί από αυτήν κάτι το ασφαλές περί Θεού. Γιατί «την εμώρανε ο Θεός», όχι με την έννοια ότι την έκαμε τέτοια εξ αρχής (πώς δηλαδή θα ήταν δυνατόν να κάνει σκότος το φώς;), αλλ’ απέδειξε ότι είναι μωράν (μωρία), όχι συγκρίνοντάς την προς τη δική του (παιδεία), μακριά μια τέτοια σκέψη· γιατί, αν θα έλεγε κανείς αυτό, θα έπρεπε να πει ότι και ο νόμος που δόθηκε μέσω του Μωυσέως καταργήθηκε και μωράνθηκε, όταν φανερώθηκε ο νόμος της χάριτος· εφόσον όμως αυτός δεν μωράνθηκε (γιατί προερχόταν από τον Θεό), άρα σύμφωνα με το λόγο αυτό μωράνθηκε οπωσδήποτε η σοφία των Ελλήνων, κατά το ότι δεν προερχόταν από τον Θεό· και καθετί που δεν προέρχεται από τον Θεό, δεν είναι ον γι’ αυτό η σοφία των Ελλήνων είναι ψευδώνυμη. Βεβαίως ο νους που την έχει βρει, σαν νους βέβαια που είναι, προέρχεται από τον Θεό· αυτήν όμως, αφού αστόχησε ως προς τον πρέποντα σκοπό τής θεογνωσίας, δικαιότερα θα μπορούσε κανείς να την αποκαλέσει έκπτωση σοφίας και άλογη σοφία, και με άλλα λόγια μωρία, παρά σοφία. Γι’ αυτό και ο απόστολος είπε ότι μωράνθηκε, όχι ως συγκρινόμενη με άλλη, αλλ’ επειδή επιδιώκει τα πράγματα του κόσμου αυτού και δεν γνώρισε τον προαιώνιο Θεό, ούτε θέλησε να τον γνωρίσειΔιότι, αφού είπε, «πού είναι ο συζητητής του αιώνος τούτου;», αμέσως πρόσθεσε· «εμώρανε ο Θεός τη σοφία του κόσμου αυτού», δηλαδή όταν φανερώθηκε, φανέρωσε ότι είχε αστοχήσει ως προς την αληθινή γνώση και δεν ήταν σοφία, αλλ’ απλώς ονομαζόταν έτσι. Εάν ήταν σοφία, πώς θα γινόταν μωρία, και μάλιστα από τον Θεό και τη Σοφία του, όταν φανερώθηκε πάνω στη γη;

 Σύμφωνα με τον μέγα Διονύσιο το καλό δεν εναντιώνεται στο καλό, το ανώτερο στο κατώτερο, εγώ όμως θα έλεγα, ότι τα νοητά δεν μειώνονται ποτέ μεταξύ τους, και θα πρόσθετα, ότι το καθένα λαμβάνει αύξηση της καλλονής του με την παρουσία του ανωτέρου. Και τί θα μπορούσε να πει κανείς, όταν φανερώθηκε η ίδια η καλλοποιός δύναμις; Ούτε βέβαια τα «δεύτερα φώτα», δηλαδή οι αγγελικές φύσεις, θα μπορούσε κανείς να πει, ότι αχρειώνονται όταν λάμψει επάνω σ’ αυτά το πρώτο φως, ούτε πάλι αυτό που υπολείπεται πολύ από αυτά, αλλ’ είναι οπωσδήποτε φως, εννοώ το δικό μας λογικό και νοερό, έγινε σκότος, όταν φανερώθηκε το θείο φως, και μάλιστα με σκοπό να φωτίσει κάθε άνθρωπο που έρχεται στον κόσμο. Εκείνος όμως πού αντιτάσσεται στο φως αυτό, είτε άγγελος είναι είτε άνθρωπος, επειδή με τη θέλησή του στέρησε τον εαυτό του από το φως, αφού εγκαταλείφθηκε, έγινε σκότος.

ΜΕΝΟΥΜΕ ΠΡΟΣΚΟΛΛΗΜΕΝΟΙ ΣΤΟΥΣ ΠΑΤΕΡΕΣ ΜΑΣ ΣΤΟΥΣ ΟΠΟΙΟΥΣ ΠΕΡΙΕΧΕΤΑΙ ΚΕΚΑΘΑΡΜΕΝΗ Η ΑΝΘΡΩΠΙΝΗ ΛΟΓΙΚΗ, ΤΟ ΦΩΣ ΠΟΥ ΠΡΟΙΚΙΖΕΙ Ο ΘΕΟΣ ΚΑΘΕ ΑΝΘΡΩΠΟ. ΑΥΤΟ ΑΚΡΙΒΩΣ ΠΟΥ ΜΕ ΤΗΝ ΑΘΕΙΑ ΜΑΣ ΕΓΙΝΕ ΣΚΟΤΟΣ.
Αρχαίο κείμενο

Δεν υπάρχουν σχόλια: