Συνέχεια από Κυριακή, 13 Απριλίου 2014
Η ανακάλυψη ενός μεγαλύτερου Θεού
Του Ernst Benz, από το βιβλίο:
Το κύριο μέρος αυτού του ύμνου είναι η περιγραφή μιας απελπιστικής απώλειας του εαυτού στην άβυσσο των κόσμων, στο τίποτα. Το τίποτα αυτό όμως εμφανίζεται στο τέλος, από μια βίαιη ανατροπή της πίστης, να είναι γεμάτο από ένα πανταχού παρόντα Θεό, που εδώ ως μεγαλύτερος Θεός καταλαμβάνει τον χώρο ενός μεγαλύτερου κόσμου. Εδώ προετοιμάζεται η μετάβαση στο τελευταίο βήμα, το οποίο έκανε ο Emanuel Swedenborg: αυτός δεν ήταν μόνο ο πρώτος βρήκε ένα μεγαλύτερο Θεό μέσα στο μεγαλύτερο σύμπαν, αλλά είναι επίσης αυτός που συνέδεσε το γεγονός του Χριστού, την κάθοδο του Υιού, με αυτό το μεγαλύτερο σύμπαν των πολλών κόσμων.
Το μοτίβο της καχεξίας του κόσμου και του εφήμερου χαρακτήρα των δημιουργημάτων, είναι είναι ένα από τα αρχαιότερα μοτίβα της χριστιανικής θεώρησης του ανθρώπου και της φύσης. Το νέο είναι η ανατολή και η δύση άπειρων ήλιων, μπρος στην αιωνιότητα του Θεού. Το νέο είναι πως ακόμα και το «σιωπηλό μεγαλείο των άστρων» δεν έχει καμιά ύπαρξη ενώπιον του απείρου του Θεού. Νέο είναι πως και ο πολικός αστέρας και η άμαξα «σαν τα ρόδα το σούρουπο» ενώπιον του Θεού μαραίνονται. Νέα είναι η σκέψη, περί επιστροφής του κόσμου, που δημιουργήθηκε από το τίποτα, σε ένα «δεύτερο τίποτα».
Συνεχίζεται
Η ανακάλυψη ενός μεγαλύτερου Θεού
Του Ernst Benz, από το βιβλίο:
Außerirdische Welten, Von Kopernikus zu den Ufos (Εξωγήινοι κόσμοι, Από τον Κοπέρνικο μέχρι τα ούφο), Aurum Verlag, Edition 2000
Το σοκ που προκάλεσε η επανάσταση του Κοπέρνικου
Το σοκ που προκάλεσε η επανάσταση του Κοπέρνικου
Στον Jean Paul εμφανίζεται ο μηδενισμός ο οποίος επεκτείνεται στο διάστημα, ως η μοναδική διέξοδος από τον τρόμο που προκάλεσε ο Κοπέρνικος. Και η «Κλάρα» του Schelling μιλά περί «ιλίγγου» που την καταβάλλει, όταν φαντάζεται το «βάθος» του κόσμου.
Αλλά και πριν τον Jean Paul, υπονοείται στα ποιήματα ευσεβών ποιητών μια άλλη διέξοδος. Στο ποιητικό έργο του Barthold Heinrich Brockes, «Γήινη απόλαυση εν Θεώ» (1721), που αποτελείται από ποιήματα με περιεχόμενο την φυσική και την ηθική, βρίσκεται και το ποίημα με τον τίτλο «Το στερέωμα»:
Όταν προσφάτως το μάτι μου πήγε στο ζαφειρένιο βάθος
Που δεν το περιορίζει ούτε πάτος, ούτε παραλία, ούτε σκοπός και τέλος
Και βυθίστηκε στην ανεξερεύνητη θάλασσα του κούφιου αέρινου χώρου
Και το μπερδεμένο μου βλέμμα πήγε πότε εδώ και πότε εκεί,
Και όλο βυθιζόταν πιο πολύ: το πνεύμα μου τρόμαξε τότε.
Ζαλίστηκε το μάτι μου, έμεινε η ψυχή μου
Από την θέα της άπειρα άμετρης βαθιάς σπηλιάς,
Που δικαίως εικόνα της αιωνιότητας ονομάζεται,
Και μόνο από τον Θεό προέρχεται, χωρίς τέλος και αρχή.
Σαν πλημμύρα χτύπησε ο χώρος της αβύσσου
Της απύθμενης θάλασσας στο βυθιζόμενο σίδερο
Σε μια στιγμή χτύπησε το πνεύμα μου.
Το τρομακτικό υπόγειο του βαθέως σκοτεινού φωτός,
Της φωτεινής σκοτεινιάς, χωρίς αρχή, χωρίς όριο,
Αναποδογυρίστηκε ο κόσμος, έθαψε και τους λογισμούς.
Όλο μου το είναι έγινε σκόνη, μια τελεία, ένα τίποτα
Και εγώ έχασα τον εαυτό μου. Αυτό με σώριασε ξαφνικά:
Ω σωτήριο τίποτα! Μακάρια απώλεια!
Πανταχού παρόντα Θεέ, σε σένα βρήκα πάλι εμένα.8
Το κύριο μέρος αυτού του ύμνου είναι η περιγραφή μιας απελπιστικής απώλειας του εαυτού στην άβυσσο των κόσμων, στο τίποτα. Το τίποτα αυτό όμως εμφανίζεται στο τέλος, από μια βίαιη ανατροπή της πίστης, να είναι γεμάτο από ένα πανταχού παρόντα Θεό, που εδώ ως μεγαλύτερος Θεός καταλαμβάνει τον χώρο ενός μεγαλύτερου κόσμου. Εδώ προετοιμάζεται η μετάβαση στο τελευταίο βήμα, το οποίο έκανε ο Emanuel Swedenborg: αυτός δεν ήταν μόνο ο πρώτος βρήκε ένα μεγαλύτερο Θεό μέσα στο μεγαλύτερο σύμπαν, αλλά είναι επίσης αυτός που συνέδεσε το γεγονός του Χριστού, την κάθοδο του Υιού, με αυτό το μεγαλύτερο σύμπαν των πολλών κόσμων.
Συσχετιζόμενη με την αργή διείσδυση της νέας κοσμοθεωρίας στο στρώμα των μορφωμένων, αναγγέλλεται μια νέα αίσθηση του κόσμου στο πεδίο της χριστιανικής ευσέβειας. Λαμβάνοντας υπ’ όψιν το γεγονός του αδιαμφισβήτητου πρωτείου γεγονότων που είναι υπεύθυνα για την σωτηρία, τα οποία γιορτάζονται κατά την διάρκεια του εκκλησιαστικού έτους, σε μερικούς ευσεβείς ποιητές, όπως ο B. H. Brockes, εμφανίζεται η απορία, γιατί να μην υπάρχει μια γιορτή αφιερωμένη στον δημιουργό. Σε ένα ποίημα του, «Για την αρχή 1723ου έτους», του 1724 γράφει:
«Θα έπρεπε, αυτό που κάνει η παντοδυναμία του Θεού,
Εν πρώτοις να ληφθεί υπόψιν, προς τιμήν του,
Αφού ο Χριστιανισμός
Δεν ξέρω γιατί, σε όλο το έτος
Καμιά γιορτή δεν έχει ορίσει προς τιμήν του δημιουργού,
Για να ευφραινόμαστε με τα θαύματα και την δόξα του;»
Ο ίδιος βρίσκει το θάρρος, στο ποίημα του «Γήινη απόλαυση εν Θεώ», να παρουσιάσει την αντίθεση μεταξύ της αντίληψης περί Θεού στην κοσμοθεωρία του Πτολεμαίου και του μεγαλύτερου Θεού του σύμπαντος του Κοπέρνικου. Κάνει την αντιπαραβολή του «παλιού Θεού-άνδρα» με την «αληθινή θεότητα» του εκ νέου παρατηρημένου κόσμου10.
«Ο δικός σου παλιός Θεός-άνδρας, είτε ήταν μικρός,
Που σαν ένας άρχοντας διοικεί, δια μέσου άλλων,
Δια μέσου άλλων βλέπει και ακούει και το σκήπτρο του κρατά,
Πρέπει να είναι άνδρας τέτοιου μεγέθους, ώστε
Εκατοντάδες χιλιάδες χιλιάδες μίλια,
Δεν είναι ούτε ένα κομμάτι από το δάκτυλο του.
Ναι, τόσο μεγάλος θα ήταν, και όμως μικρός.
Γιατί αν είχε μορφή, θα έπρεπε να είναι πεπερασμένος.
Το να πιστεύει κανείς πως η θεότητα είναι πεπερασμένη,
Σημαίνει να της αφαιρέσεις την πανταχού παρουσία, την ίδια την θεότητα.
Άπειρο αιώνιο σύμπαν, άνοιξε τα μάτια της ψυχής μας,
Με την αγάπη σου,
Ώστε την αληθινή λάμψη της θεότητας,
Να μπορούμε να βλέπουμε και να καταλαβαίνουμε στα έργα σου!
Δώσε στις ψυχές μας, την ασύλληπτη ουσία σου,
Στο βιβλίο των πλασμάτων, με σεβασμό και έκπληξη να διαβάσουμε,
Δώσε μας, και στην σκοτεινή νύχτα,
Από την άκτιστη δύναμη σου,
Στα σκοτεινά άστρα το ένδοξο αποτύπωμα
Το τρομακτικό μέγεθος και την ποσότητα,
Την τρομακτική ταχύτητα,
Των ουράνιων δημιουργημάτων, να δούμε και να υμνήσουμε!
Και έτσι, όταν σε όλα τα πράγματα,
Εσένα Κύριε παρόντα βλέπουμε,
Θα θεωρούμε τίποτα εμάς, και θα υψώνουμε εσένα.»
Εδώ φαίνεται πως η πρόοδος της φυσικής γνώσης είναι ταυτόχρονα και πρόοδος της γνώσης περί Θεού. Η παρατήρηση του μεγαλύτερου σύμπαντος, οδηγεί σε μια θαυμάζουσα ενόραση:
«Έτσι γράφει ό δημιουργός, όταν γράφει.
Ω τρισευτυχείς, μακάριες ψυχές,
Που ο Θεός, το ύψιστο αγαθό, θα επιλέξει τότε,
Να δουν ακόμα πιο βαθιά το φως της αιώνιας σοφίας,
Και εκείνον τον δημιουργό, το περιεχόμενο, να καταλάβουν!»
Η νέα θρησκευτική αίσθηση του κόσμου, με την ταυτόχρονα τρομακτική και εντυπωσιακή ματιά στο βάθος του εκ νέου παρατηρηθέντος σύμπαντος, εκφράζεται με τον πιο εντυπωσιακό τρόπο στον Albrecht von Haller. Υπάρχει μια «Ατελείωτη ωδή στην αιωνιότητα», που εκδόθηκε το 1743, και με τον αποσπασματικό της χαρακτήρα, εκφράζει το άρρητο αίσθημα που προκαλεί το βλέμμα στο άπειρο βάθος του σύμπαντος.
«Τρομακτική θάλασσα της πρώτης αιωνιότητας!
Πανάρχαια πηγή των κόσμων και των καιρών!
Άπειρος τάφος των κόσμων και του χρόνου
Στέρεο βασίλειο του παρόντος
Στάχτη του παρελθόντος
Έχεις ένα σπόρο του μέλλοντος
Άπειρο! Ποιος σε επιθυμεί;
Για σένα είναι οι κόσμοι μια μέρα και ο άνθρωπος μια στιγμή
Ίσως χιλιάδες ήλιοι να σέρνονται,
Και χιλιάδες μένουν πίσω.
Σαν ένα ρολόι, που εμψυχούται από ένα βαρίδι,
Κινείται ένας ήλιος που την δύναμη του Θεού
Η ώθηση της παρέρχεται, και ένας άλλος κοιμάται,
Εσύ όμως μένεις και δεν του μετράς...
Ω Θεέ! Εσύ είσαι η αιτία όλων,
Εσύ ήλιε είσαι το μέτρο του άμετρου χρόνου
Εσύ μένεις με την ίδια δύναμη και ένα αιώνιο μεσημέρι
Ποτέ δεν ανατέλλεις, και ποτέ δεν θα δύσεις
Ένα μοναδικό τώρα σε σένα είναι ολόκληρη αιωνιότητα.
Μόνο σε σένα μπορούν να βυθιστούν οι δυνάμεις
Και σύντομα, με ανοικτό φάρυγγα,
Ένα γενικό τίποτα της ουσίας νέο βασίλειο
Χρόνος και αιωνιότητα ταυτόχρονα,
Όπως όταν ο ωκεανός πίνει μια σταγόνα νερό.
Τελειότητα του μεγαλείου!
Τι είναι ο άνθρωπος που σου αντιτίθεται;
Είναι ένα σκουλήκι, ένα κόκκος άμμου στον κόσμο.
Ο κόσμος ο ίδιος είναι ένα σημείο, αν μετρηθεί με εσένα.
Ανώριμο τίποτα, ούτε καν από χθες είμαι,
Και αύριο στο τίποτα θα επιστρέψει η μισή μου ουσία,
Η ζωή μου είναι μεσημεριανός ύπνος.
Πως ελπίζει κανείς να ζήσει την δική σου;...
Το σιωπηλό μεγαλείο των άστρων,
Που είναι σαν σταθερός μας σκοπός,
Φεύγει από σένα, σαν χορτάρι σε υγρή μέρα καλοκαιριού,
Σαν τα ρόδα, που το μεσημέρι είναι νέα,
Και μαραμένα το σούρουπο,
Είναι ενώπιον σου ο πολικός αστέρας και η άρκτος.
Όταν το νέο ον πάλευε ακόμα με το θηρίο
Και δεν ήταν ώριμο ακόμα, ο κόσμος εκτοξεύτηκε από την άβυσσο,
Πριν το βαρύ μάθει τον δρόμο της πτώσης,
Και στην νύχτα του παλιού τίποτα
Πριν ξεχυθεί το πρώτο ρεύμα φωτός,
Ήσουν τόσο μακριά, όπως το τώρα είναι από την πηγή σου μακριά,
Και όταν ένα δεύτερο τίποτα θάψει αυτό τον κόσμο,
Όταν από το σύμπαν τίποτα δεν θα μείνει στη θέση του,
Και όταν κάποιος ουρανός από άλλο άστρο
Θα έχει τελειώσει την πορεία του
Θα είσαι τόσο νέος όσο τώρα, το ίδιο απόμακρος από τον θάνατο σου
Το ίδιο αιωνίως μελλοντικός, όπως σήμερα.
Οι γρήγορες ταλαντώσεις των λογισμών
Που ο χρόνος ο ήχος και ο άνεμος
Και ακόμα και το φτερό του φωτός είναι αργό σε σύγκριση με αυτές
Κουράζονται όταν σε σκέφτονται και ελπίζουν να μην έχουν εμπόδια,
Εγώ μαζεύω τρομακτικά νούμερα
Εκατομμύρια
Χρόνο ρίχνω πάνω στον χρόνο και κόσμο πάνω σε κόσμο, σε σωρούς
Και όταν από το τρομακτικό ύψος
Με ίλιγγο σε κοιτάζω
Η δύναμη του αριθμού που έχει πολλαπλασιαστεί χιλιάδες φορές
Δεν είναι ούτε ένα κομμάτι από σένα
Εγώ τις παίρνω πίσω, και εσύ βρίσκεσαι μπροστά μου.»
Το μοτίβο της καχεξίας του κόσμου και του εφήμερου χαρακτήρα των δημιουργημάτων, είναι είναι ένα από τα αρχαιότερα μοτίβα της χριστιανικής θεώρησης του ανθρώπου και της φύσης. Το νέο είναι η ανατολή και η δύση άπειρων ήλιων, μπρος στην αιωνιότητα του Θεού. Το νέο είναι πως ακόμα και το «σιωπηλό μεγαλείο των άστρων» δεν έχει καμιά ύπαρξη ενώπιον του απείρου του Θεού. Νέο είναι πως και ο πολικός αστέρας και η άμαξα «σαν τα ρόδα το σούρουπο» ενώπιον του Θεού μαραίνονται. Νέα είναι η σκέψη, περί επιστροφής του κόσμου, που δημιουργήθηκε από το τίποτα, σε ένα «δεύτερο τίποτα».
Συνεχίζεται
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου