Παρασκευή 10 Δεκεμβρίου 2021

ΑΓΙΟΣ ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΚΑΒΑΣΙΛΑΣ: ΟΤΙ ΑΛΛΗ ΕΊΝΑΙ Η ΚΟΙΝΗ ΟΛΩΝ ΤΩΝ ΑΝΘΡΩΠΩΝ ΑΝΑΣΤΑΣΗ ΚΑΙ ΑΛΛΗ Η ΒΑΣΙΛΕΙΑ ΤΟΥ ΘΕΟΥ.

        ΑΓΙΟΣ ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΚΑΒΑΣΙΛΑΣ: ΟΤΙ ΑΛΛΗ ΕΊΝΑΙ Η ΚΟΙΝΗ ΟΛΩΝ ΤΩΝ ΑΝΘΡΩΠΩΝ ΑΝΑΣΤΑΣΗ ΚΑΙ ΑΛΛΗ Η ΒΑΣΙΛΕΙΑ ΤΟΥ ΘΕΟΥ.


     Στον υπέροχο λόγο του για το Βάπτισμα και το Χρίσμα, με τα οποία και εισερχόμαστε οι αμαρτωλοί και «δεδεμένοι» υπό τού Διαβόλου, «λελυμένοι», «λελουσμένοι» και «χρισμένοι» στην αγία Του Εκκλησία, ο Άγιος Νικόλαος Καβάσιλας διακρίνει πράγματι μεταξύ τής κοινής τών πάντων ανθρώπων Αναστάσεως (όπως ψέλνουμε το Σάββατο του Λαζάρου: «Την κοινήν Ανάστασιν προ του σου πάθους πιστούμενος, εκ νεκρών ήγειρας τον Λάζαρον, Χριστέ ο Θεός…») και της Βασιλείας του Θεού, στην οποία και εισέρχονται μόνον εκείνοι που την επιθυμούν σφόδρα! Λέει λοιπόν ο άγιος:

     «Ενταύθα δε και θαυμάσαι τις αν. Ου γαρ οι λελουμένοι μόνον, αλλ’ ήδη και οίς ουκ εξεγένετο παρασκευασθήναι προς τον αθάνατον βίον τη δυνάμει των μυστηρίων, και απλώς άνθρωποι πάντες αγήρω (αγέραστα) κομιούνται τα σώματα και αναστήσονται άφθαρτοι. Θαυμαστόν γαρ, ει μετέσται τής αναστάσεως (θα μετέχουν στην ανάσταση), ην του Χριστού θάνατος μόνος εισήνεγκεν εις τον κόσμον, τοις μη το λουτρόν δεξαμένοις, ω (με το οποίο) κοινωνούμεν τού ζωοποιούντος θανάτου. Ει γαρ τον ιατρόν έφυγον και την βοήθειαν ουκ εδέξαντο και το μόνον απεσείσαντο (πέταξαν μακριά) φάρμακον, τί λοιπόν ήν, ό προς την αθανασίαν αυτοίς αρκέσει; Και δοκεί δυοίν θάτερον εικός είναι συμβαίνειν (ένα από τα δύο φαίνεται πως μπορεί να συμβαίνη)· ή πάντων εξής απολαύειν άπαντας, ών ο Χριστός ημίν αίτιος εγένετο αποθνήσκων, και συναναστήναι και συζήν αυτώ και συμβασιλεύειν και την άλλην έχειν ευδαιμονίαν, ει γε δεί των παρ’ ημών ουδενός (ή δεν χρειάζεται τίποτα να προσφέρουμε κι εμείς)· ή, ει πάσα ανάγκη και ημάς οτιούν (κάτι) εισφέρειν, τους μη την πίστιν εισενεγκότας τω Σωτήρι μηδέ αναβιώναι…

      (Στα νέα ελληνικά: «Και πρέπει πράγματι να θαυμάσουμε εδώ, ότι όχι μόνον εκείνοι που λούσθηκαν με το Βάπτισμα, αλλά κι εκείνοι που δεν προετοιμάσθηκαν για την αθάνατη ζωή με τη δύναμη των Μυστηρίων, και όλοι γενικά οι άνθρωποι θα ξαναπάρουν αγέραστα τα σώματά τους και θα αναστηθούν άφθαρτοι. Και είναι πράγματι αξιοθαύμαστο το γεγονός ότι θα μετέχουν στην ανάσταση, την οποία μόνος ο θάνατος του Χριστού εισήγαγε στον κόσμο, ακόμα κι εκείνοι που δεν δέχτηκαν το Βάπτισμα, μέσω τού οποίου ενωνόμαστε με τον ζωοποιό θάνατο. Γιατί, αν απέφυγαν τον ιατρό και δεν δέχθηκαν τη βοήθεια και έδιωξαν μακριά το μοναδικό φάρμακο, τί θα είναι εκείνο που θα σταθή αρκετό να τους δώση την αθανασία; Φαίνεται δε λογικό να συμβαίνη ένα απ’ τα δυό· ή θα απολαύσουν από εδώ και πέρα όλοι εκείνα τα οποία μάς έδωσε με τον θάνατό του ο Χριστός, και θα συναναστηθούν δηλ. και θα ζήσουν μαζί Του και θα συμβασιλεύσουν και θα έχουν και κάθε άλλη ευδαιμονία, χωρίς να χρειάζεται να συνεισφέρουμε κι εμείς τίποτα απ’ τη μεριά μας· ή, αν χρειάζεται να συνεισφέρουμε κι εμείς κάτι, δεν θα αναβιώσουν (δεν θα αναστηθούν) όσοι δεν προσέφεραν την πίστη τους στον Σωτήρα…)

     »’Εστι τοίνυν εκείνο περί τούτων ειπείν. Η ανάστασις φύσεώς εστιν επανόρθωσις· τα δε τοιαύτα προίκα δίδωσιν ο Θεός – ώσπερ γαρ πλάττει μηδέ βουλομένους (χωρίς τη δική μας βούληση), ούτως αναπλάττει μηδέν προεισενεγκόντας (χωρίς να έχουμε προσφέρει κι εμείς τίποτα). Η δε βασιλεία εκείνη και η του Θεού θεωρία και το συνείναι Χριστώ τρυφή εστί τής θελήσεως· δια τούτο τοίς θελήσασι και ηγαπηκόσι και ποθήσασιν έξεστι (μπορεί να υπάρξη) μόνοις· τούτους μεν γαρ και τρυφάν ακόλουθόν εστι των ποθουμένων παρόντων, τον δε μη βουληθέντα αμήχανον (δεν μπορεί να συμβή). Πώς γαρ αν και τρυφάν δύναιτο και χαίρειν παρόντων, ών ουκ έλαβε πόθον απόντων; Επεί μηδέ επιθυμήσαι τηνικαύτα δύναιτ’ αν και ζητήσαι τυχείν, ότι ουχ ορά το κάλλος εκείνο, και ό φησιν ο Κύριος· “Ου δύναται λαβείν, ότι ου θεωρεί αυτό ουδέ γινώσκει αυτό”, τυφλός εντεύθεν εις τον βίον εκπεσών εκείνον και πάσης αισθήσεως και δυνάμεως απεστερημένος, δι’ ών έξεστι (είναι δυνατόν) και γνώναι τον Σωτήρα και θελήσαι συνείναι και δυνηθήναι...

     (Στα νέα ελληνικά: »Μπορούμε λοιπόν να πούμε τα εξής περί αυτού: Η ανάσταση είναι επανόρθωση της φύσης μας· κι αυτό μάς το προσφέρει δωρεάν, ως προίκα, ο Θεός – γιατί όπως ακριβώς μάς πλάθει χωρίς τη δική μας βούληση, έτσι και μας αναπλάθει χωρίς να προσφέρουμε εμείς τίποτα. Η βασιλεία δε εκείνη και η θεωρία τού Θεού και η συνύπαρξη με τον Χριστό αποτελεί τρυφή τής θελήσεως· γι’ αυτό και μπορεί να υπάρξη μόνο γι’ αυτούς που την έχουν θελήσει, αγαπήσει και ποθήσει· γιατί η τρυφή εκείνη είναι συνέπεια όσων ποθούνται ήδη τώρα, ενώ δεν μπορεί να υπάρξη για κείνον που δεν τη θέλησε. Γιατί πώς θα μπορούσε να εντρυφά  και να χαίρεται με την παρουσία πραγμάτων που δεν τα πόθησε όταν ήταν ακόμα απόντα; Και δεν μπορούσε να τα επιθυμήση και να τα ζητήση, γιατί δεν βλέπει εκείνο το κάλλος, για το οποίο μάς λέει και ο Κύριος: “Δεν μπορεί να το λάβη, επειδή ούτε το θεωρεί ούτε το γνωρίζει” (Ιωάν. 14, 17), έχοντας εκπέσει ως τυφλός σε κείνην την ζωή και έχοντας αποστερηθή από κάθε αίσθηση και δύναμη, με τις οποίες μπορούμε εμείς οι άνθρωποι και να γνωρίσουμε τον Σωτήρα μας και να θελήσουμε να συνυπάρξουμε μαζί Του και να το μπορέσουμε αυτό…)

     »Δια τούτο ου χρη θαυμάζειν, ει ζήσονται μεν αθάνατα πάντες, ου πάντες δε μακαρίως· ότι τής μεν περί την φύσιν απλώς τού Θεού προνοίας απολαύουσι πάντες ομοίως· των δε την θέλησιν κοσμούντων δώρων, μόνοι τών άλλων οι περί Θεόν ευσεβείς. Ο δε λόγος, ότι πάσι μεν ο Θεός άπαντα βούλεται ταγαθά, και πάντων ομοίως μεταδίδωσι των αυτού, και όσα την θέλησιν ευ ποιεί και α την φύσιν επανορθοί· ημείς δε των μεν εις την φύσιν τού Θεού χαρίτων, επεί μη δυνάμεθα φεύγειν, και μη βουλόμενοι τυγχάνομεν πάντες – και γαρ και άκοντας ευ ποιεί και βιάζεται φιλανθρώπως, οπόταν αποσείσαθαι την ευεργεσίαν βουλώμεθα μεν, ου δυνώμεθα δε…

    (Στα νέα ελληνικά: »Γι’ αυτό δεν χρειάζεται να θαυμάζουμε το ότι όλοι μεν θα ζήσουν αθάνατα, όχι όμως όλοι μακάρια· γιατί την μεν απλή πρόνοια του Θεού για την ανθρώπινη φύση θα την απολαύσουν όλοι με τον ίδιον τρόπο· τα δε δώρα που κοσμούν τη θέληση, μόνοι μεταξύ τών άλλων εκείνοι που έχουν ευσέβεια προς τον Θεό. Κι ο λόγος γι’ αυτό είναι, ότι ο Θεός θέλει μεν να μεταδίδη σε όλους όλα τα αγαθά, και μεταδίδει έτσι σε όλους κατά τον ίδιον τρόπο αυτά που προέρχονται απ’ Αυτόν, και εκείνα που ευεργετούν τη θέλησή μας και όσα επανορθώνουν τη φύση· έτσι λοιπόν κι εμείς αποκτούμε όλοι, ακόμα κι όταν δεν το θέλουμε, τις φυσικές χάριτες του Θεού, καθώς δεν μπορούμε καν να τις αποφύγουμε – γιατί μάς ευεργετεί ακόμα και παρά τη θέλησή μας και μας βιάζει με φιλανθρωπία, όταν εμείς θέλουμε μεν να απορρίψουμε την ευεργεσία, αλλά δεν το μπορούμε…)

     »Τοιούτον δε το της αναστάσεως δώρον· ου γαρ εφ’ ημίν εστιν ούτε το γεννηθήναι την αρχήν ούτε το αποθανόντας αναβιώσκεσθαι πάλιν ή τουναντίον. Α δε της θελήσεως της ανθρωπίνης εξήρτηται, λέγω δη το ελέσθαι (το να διαλέξουμε) το αγαθόν, αμαρτιών άφεσις, ήθους ορθότης, ψυχής καθαρότης, Θεού φίλτρον (η αγάπη προς τον Θεό), το τούτον άθλον η εσχάτη μακαριότης. Ταύτα δε εφ’ ημίν εστι λαβείν ή φυγείν, όθεν βουλομένοις μεν έξεστιν, μη βουλομένοις δε πώς αν γένοιτοι αυτών απολαύειν; Ου γαρ έστιν άκοντας εθέλειν, ουδέ βιάζεσθαι βουλομένους...

       (Στα νέα ελληνικά: »Αυτό είναι λοιπόν το δώρο τής ανάστασης· γιατί δεν ανήκει στη δική μας εκλογή ούτε η αρχική μας γέννηση σ’ αυτόν τον κόσμο ούτε το να αναβιώσουμε (να αναστηθούμε) μετά τον θάνατο ή  το αντίθετο. Αυτά όμως που εξαρτώνται απ’ την ανθρώπινη θέληση, και εννοώ την εκλογή τού αγαθού, την άφεση των αμαρτιών, την ορθότητα του ήθους, την καθαρότητα της ψυχής, την αγάπη προς τον Θεό, έχουν ως έπαθλο την εσχάτη μακαριότητα. Κι αυτά εξαρτώνται από εμάς, αν θα τα αποκτήσουμε ή θα τα αποφύγουμε, οπότε είναι κατορθωτά μεν σε όσους τα θέλουν, πώς θα μπορούσαν όμως να τα απολαύσουν κι εκείνοι που δεν τα θέλουν;  Γιατί δεν είναι βέβαια δυνατόν να θέλουμε παρά τη θέλησή μας, ούτε και να εξαναγκαζόμαστε για να θελήσουμε κάτι…)

    »Έτι δε δι’ εκείνον τον λόγον· επεί γαρ μόνος έλυσεν ο Κύριος την μεν φύσιν τής φθοράς, την δε γνώμην τής αμαρτίας, το μεν “πρωτότοκος γενόμενος των νεκρών”, το δε “πρόδρομος υπέρ ημών” εισελθών εις τα Άγια των Αγίων, άτε την αμαρτίαν αποκτείνας και τον Θεόν ημίν διαλλάξας και “το μεσότοιχον καταλύσας” και υπέρ ημών εαυτόν αυτός αγιάσας, ίνα και ημείς ώμεν “ηγιασμένοι εν αληθεία”· φανερόν ότι μόνοι λύοιντο αν εικότως (εύλογα) και της φθοράς και της αμαρτίας, οι και θελήσεως αυτώ και φύσεως μετασχόντες· το μεν ως άνθρωποι, το δε ως “ηγαπηκότες την επιφάνειαν αυτού” και το πάθος και τοις προστάγμασι πεισθέντες και θελήσαντες άπερ εκείνος. Οι δε το μεν είχον, το δε ουκ εδέξαντο, και το μεν ανθρώποις είναι σφίσι (σ’ αυτούς) συνέβη, πιστεύειν δε τω Σωτήρι την σωτηρίαν και κοινωνείν το αγαθόν τής γνώμης ουκέτι· τούτους τής μεν αφέσεως των αμαρτιών και των επί δικαιοσύνη στεφάνων εκπίπτειν ακόλουθόν εστι, τη γνώμη διϊσταμένους, λυθήναι δε την ετέραν ελευθερίαν και αναστήναι τής φύσεως της αυτής ως ανθρώπω τω Χριστώ γενομένους ουδέν κωλύει...

     (Στα νέα ελληνικά: »Αλλά υπάρχει κι ένας ακόμα λόγος· επειδή μόνος ο Κύριος έλυσε και τη φθορά τής φύσης μας και την αμαρτία τής γνώμης μας, το μεν ένα με το να “γίνη πρωτότοκος μέσα απ’ τους νεκρούς”, το δε άλλο εισερχόμενος “πρόδρομος υπέρ ημών” στα Άγια των Αγίων, αποκτείνοντας την αμαρτία και συμφιλιώνοντας τον Θεό μαζί μας και “καταλύοντας το μεσότοιχο” και αγιάζοντας υπέρ ημών τον εαυτό του, ώστε να είμαστε και ’μείς “αγιασμένοι με την αλήθεια”, είναι φανερό ότι μόνον εκείνοι λύονται και απαλλάσσονται κατά εύλογον τρόπο απ’ τη φθορά και την αμαρτία, οι οποίοι μετείχαν και στη θέληση και στη φύση Του· και το μεν ένα το επιτυγχάνουν ως άνθρωποι, το δε άλλο, το περί θελήσεως, ως “αυτοί που αγάπησαν την επί τής γης παρουσία του” και το πάθος Του, και υπάκουσαν στα προστάγματά του και θέλησαν ό,τι ακριβώς κι Εκείνος. Κάποιοι είχαν λοιπόν την ανθρώπινη φύση, δεν δέχθηκαν όμως όλα τα υπόλοιπα, οπότε τούς συνέβη μεν να είναι κι αυτοί άνθρωποι, όχι όμως και το να εμπιστευθούν στον Σωτήρα μας τη σωτηρία τους και να κοινωνούν με το αγαθό τής γνώμης Του· οπότε είναι επόμενο να εκπέσουν από την άφεση των αμαρτιών τους και από το να λάβουν κι αυτοί τα στέφανα της δικαιοσύνης, καθώς μένουν αποχωρισμένοι από τη γνώμη και το θέλημά Του· τίποτα όμως δεν τους εμποδίζει απ’ το να αποκτήσουν κι αυτοί την άλλη ελευθερία και να αναστηθούν κατά την ανθρώπινη φύση όπως αναστήθηκε κατά την ανθρωπότητά Του και ο Χριστός…)

      »Το γαρ βάπτισμα της εν Χριστώ μακαρίας ζωής αίτιόν εστι μόνον, ου της ζωής· απλώς γάρ την αθάνατον ζωήν το τον Χριστόν τεθνάναι και αναβιώναι πάσι παρέσχεν ομοίως. Δια τούτο η μεν ανάστασις κοινόν εστι δώρον πάσιν ανθρώποις, άφεσις δε αμαρτιών και οι εν ουρανοίς στέφανοι και η βασιλεία, εκείνων γίνεται μόνων, οις υπήρξε προεισενέγκαι την οφειλομένην συντέλειαν (συνεισφορά), οί τάττουσιν εαυτούς ενθένδεν (από εδώ), ως έστιν οικείως έχειν προς τον βίον εκείνον και τον νυμφίον· γεννώμενοι μεν καινώς, ότι καινός εκείνος Αδάμ, κάλλει δε λάμποντες και την ώραν σώζοντες, ήν αυτοίς ενεποίησε το λουτρόν, ότι “ωραίος κάλλει παρά τούς υιούς τών ανθρώπων”, και την μεν κεφαλήν εστώσαν έχοντες οίαι τών ολυμπιονικών, ότι στέφανός εστιν, ώτα δε ότι Λόγος, οφθαλμούς δε ότι ήλιος, όσφρησιν δε ότι και μύρον εστίν ο νυμφίος και “μύρον εκκενωθέν”, σεμνοί δε και επί τών ιματίων δια τον γάμον. Είεν».

     (Στα νέα ελληνικά: »Γιατί το Βάπτισμα είναι αιτία τής μακαρίας ζωής, και όχι απλώς τής ζωής· ο δε θάνατος και η ανάσταση του Χριστού έδωσε παρόμοια σε όλους τούς ανθρώπους την αθάνατη και μόνον ζωή. Γι’ αυτό και η ανάσταση είναι κοινό σε όλους μας δώρο, η άφεση όμως τών αμαρτιών και οι ουράνιοι στέφανοι και η βασιλεία προσφέρεται μόνο σε κείνους, που προσέφεραν κι αυτοί την οφειλόμενη συνεισφορά, και συντάσσουν τούς εαυτούς τους από αυτήν εδώ την ζωή έτσι, ώστε να αποκτούν οικειότητα προς εκείνη την ζωή και προς τον Νυμφίο· με το να γεννιούνται κατά καινούργιον τρόπο, εφ’ όσον κι Εκείνος είναι ο καινούργιος Αδάμ, να αστράφτουν δε με την ομορφιά τους, διασώζοντας την ακμή που τους πρόσφερε το Βάπτισμα, αφού κι Αυτός είναι “o ωραίος με το κάλλος του ανάμεσα στους υιούς τών ανθρώπων”, και έχοντας ορθό μεν το κεφάλι όπως οι ολυμπιονίκες, εφ’ όσον Αυτός είναι το στεφάνι, έχοντας δε και ώτα, εφ’όσον Αυτός είναι ο Λόγος, και οφθαλμούς, εφ’ όσον είναι και Ήλιος, και όσφρηση, εφ’όσον είναι και μύρο ο Νυμφίος, και μάλιστα “μύρο που διαδόθηκε”, και έχοντας σεμνά τα ιμάτιά τους για τον γάμο. Μακάρι να γίνουμε όλοι έτσι»)

     Πρόκειται πράγματι για «υπέροχο» κείμενο, και βλέπουμε πώς οι Πατέρες μας οδηγούν βήμα το βήμα με την ένθεη και χαρισματική λογική τους από δόξαν εις δόξαν τού Θεού και από αποκεκαλυμμένη αλήθεια σε αλήθεια τους ανθρώπους· όσους φυσικά το θελήσουν.

      Η τόσο σαφής αυτή «διάκριση» μεταξύ τής κοινής για όλους μας Αναστάσεως και της χαριζομένης μόνο σ’ αυτούς που αγαπούν, όπως είναι εύλογο, με όλο τους το Είναι τον Κύριο Βασιλείας – εφ’ όσον η Βασιλεία είναι το να βρεθούμε στον αιώνα τον άπαντα μαζί με τον Χριστό – συντελεί και στο να κατανοήσουμε σωστά και την ακροτελεύτια φράση τού Συμβόλου τής Πίστεώς μας, όπου και λέμε: «Προσδοκώ ανάστασιν νεκρών και ζωήν τού μέλλοντος αιώνος. Αμήν». Γιατί ζωή τού μέλλοντος αιώνος δεν μπορεί να είναι άλλη από την Ζωή με τον Κύριο και με ολόκληρη την Αγία Τριάδα…

      (Το πρωτότυπο κείμενο, καθώς και η μεγάλη βοήθεια στη μεταφορά στα νέα ελληνικά προέρχονται απ’ την εξαιρετική έκδοση του Ιερού Ησυχαστηρίου Μοναζουσών «Ευαγγελιστής Ιωάννης ο Θεολόγος», στα Βασιλικά τής Θεσσαλονίκης, του κειμένου τού αγίου Νικολάου Καβάσιλα «Περί τής εν Χριστώ ζωής – Λόγοι επτά», από τον Β’ Λόγο, για το Άγιο Βάπτισμα) 

Σταύρος

Ο ΑΓΙΟΣ ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ ΠΑΛΑΜΑΣ  ΣΤΟΝ ΛΟΓΟ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΑΝΑΛΗΨΗ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ ΑΝΑΦΕΡΕΙ ΚΑΘΑΡΑ ΟΤΙ ΟΛΟΙ ΘΑ ΑΝΑΣΤΗΘΟΥΝ ΑΛΛΑ ΛΙΓΟΙ ΘΑ ΑΝΑΛΗΦΘΟΥΝ ΣΤΗΝ ΒΑΣΙΛΕΙΑ, ΟΠΩΣ ΛΙΓΟΙ ΠΑΡΑΣΤΑΘΗΚΑΝ, ΟΙ ΑΓΑΠΗΜΕΝΟΙ ΤΟΥ ΜΑΘΗΤΕΣ, ΣΤΗΝ ΑΝΑΛΗΨΗ ΤΟΥ.

2 σχόλια:

Θωμάς είπε...

https://amethystosbooks.blogspot.com/2015/05/blog-post_336.html
Αμέθυστε στην παραπάνω ανάρτηση δεν κατάλαβα την πρώτη πρόταση του σχολίου σου. Μπορείς να βοηθήσεις;

amethystos είπε...

Είναι ακριβώς αυτό πού διακρίνει καί ο Καβάσιλας. Η Βασιλεία δέν ταυτίζεται μέ τόν Παράδεισο. Βρίσκουμε καί στό Ευαγγέλιο αναφορές ότι νεκροί αναστήθηκαν καί ξαναπαντρεύτηκαν. Οι ψυχές θά ξαναενωθούν μέ τό σώμα τους, θά είναι η ποθητή αποκατάσταση αλλά η Βασιλεία απαιτεί Μετάνοια, άλλο εισιτήριο. Τί άλλο;