Είναι ασφαλώς ουτοπικές οι προβλέψεις για το μέλλον, σε συνθήκες τόσο έντονης αβεβαιότητας στην Ελλάδα, στην ΕΕ και διεθνώς – οπότε το μόνο που μπορεί να συστήσει κανείς στις κυβερνήσεις είναι να πάψουν να είναι δογματικές, να μην έχουν προκαταλήψεις, να κυβερνούν για όλους τους Πολίτες και όχι μόνο για τους ψηφοφόρους τους, να μη διχάζουν τις κοινωνίες, να αλλάζουν πολιτικές όταν αλλάζουν οι συνθήκες, να κάνουν προσεκτικά, ρεαλιστικά, συνετά βήματα και να μην υποτιμούν τις έντονες κοινωνικές αντιδράσεις που κυοφορούνται, με βασική αιτία τα λανθασμένα αφηγήματα που προωθούν οι ίδιες. Τέλος, σε όλους τους Έλληνες και τις Ελληνίδες ευχόμαστε Καλή Χρονιά, με τη βεβαιότητα πως όλα θα πάνε καλά για τους ίδιους και τις οικογένειες τους – ένα ευτυχισμένο 2022, αφού η χώρα μας, στη μακραίωνη ιστορία της, πάντοτε ξεπερνούσε όλα της τα προβλήματα, όσο δύσκολα και αν ήταν.
Ανάλυση
Όταν τελειώνει ο χρόνος, όλοι προσπαθούν να προβλέψουν τι θα συμβεί τον επόμενο – ενώ, σύμφωνα με τη WSJ, το παγκόσμιο Οικονομικό Φόρουμ και εμπνευστής της «Μεγάλης Επαναφοράς» (ανάλυση), ζητάει ανέκαθεν από πολιτικούς, επιχειρηματίες και επιφανείς διανοούμενους, διαμορφωτές της κοινής γνώμης, να αναφέρουν τους μεγαλύτερους κινδύνους του επομένου ή του μεθεπομένου έτους.
Εν τούτοις, στα τέλη του 2019 κανένας δεν είχε προβλέψει ούτε την εμφάνιση, ούτε τις συνέπειες της πανδημίας – ενώ στα τέλη του 2020 δεν υπήρχε καμία αναφορά στον κίνδυνο του πληθωρισμού που θεωρείται νεκρός από το 1990. Ακόμη δε και κατά τη διάρκεια του μεγαλύτερου μέρους του 2021, κεντρικές τράπεζες και πολιτικοί επέμεναν στην παροδικότητα του φαινομένου – παρά το ότι ήταν ξεκάθαρο.
Κάτι ανάλογο συνέβη και στο θέμα της κατακόρυφης ανόδου των τιμών του φυσικού αερίου, ειδικά στην ΕΕ, λόγω του τεράστιου λάθους της να το ορίσει ως το βασικό καύσιμο της ενεργειακής μετάβασης – χωρίς πρόγραμμα, χωρίς προετοιμασία και χωρίς μακροπρόθεσμες συμβάσεις προμήθειας όπως η Ν. Κορέα ή η Ιαπωνία, παρά το ότι ήταν γνωστό πως θα υπάρξουν μεγάλες ελλείψεις (ανάλυση).
Το γεγονός αυτό τεκμηριώνει πως οι αντιλήψεις μας, όσον αφορά τους κινδύνους, είναι λανθασμένες – κυρίως όμως το ότι, οι μεγαλύτερες απειλές έχουν σχέση πολύ συχνά με καταστάσεις που δεν είχαμε καθόλου φαντασθεί. Ακριβώς για το λόγο αυτό ονομάσθηκαν αυτού του είδους οι απειλές που δεν προβλέπονται, «μαύροι κύκνοι» – τους οποίους δεν παύει κανείς να αναζητάει, αλλά δεν τους βρίσκει ποτέ. Εμείς πάντως είχαμε γράψει τα εξής στα τέλη του 2020 που συνεχίζουμε να τα πιστεύουμε:
«Η προτεραιότητα των τελευταίων δύο δεκαετιών στη Δύση, ειδικά μετά το 2008, ήταν η διατήρηση της ανοδικής δυναμικής των τιμών των περιουσιακών στοιχείων, όπως είναι οι μετοχές, τα ομόλογα και τα ακίνητα – ανεξάρτητα από το κόστος για την οικονομία.
Έτσι όμως δημιουργήθηκαν σοβαρές στρεβλώσεις στην οικονομία – αφού ο πληθωρισμός των περιουσιακών στοιχείων που προκλήθηκε, έχει στο παράδειγμα των ακινήτων αυξήσει τα ενοίκια, μειώνοντας μεταξύ άλλων τις δυνατότητες αποταμίευσης των νοικοκυριών. Το αποτέλεσμα ήταν και είναι η διαρκής συμπίεση των χαμηλών και μεσαίων εισοδηματικών τάξεων – η οποία εντείνεται από τον περιορισμό του κράτους προνοίας λόγω των δημοσίων χρεών κοκ.
Συμπερασματικά λοιπόν η Δύση ευρίσκεται αντιμέτωπη με μία υπερμεγέθη μαύρη τρύπα που απειλεί να καταπιεί τα πάντα – με μία τεράστια «μαύρη τρύπα» που στην ουσία είναι το τέλος του μακροπρόθεσμου κύματος Kondratieff.
Εάν τώρα μείνει ακίνητη, πρόθυμη να κάνει ότι μπορεί για να συντηρήσει ένα σύστημα που πεθαίνει, όταν άλλες χώρες όπως η Κίνα έχουν αρχίσει να αναδιαρθρώνουν την οικονομία τους, να εξαλείφουν τους αναποτελεσματικούς παράγοντες και να δημιουργούν νέες ευκαιρίες για το μέλλον, θα οδηγηθεί στην παρακμή – η οποία θα συνοδεύεται από μεγάλες κοινωνικές αναταραχές και εξεγέρσεις.
Επειδή όμως οι δυτικές κυβερνήσεις δεν έχουν μαγικές ικανότητες αντιμετώπισης τόσο σύνθετων προβλημάτων, η μοναδική τους λύση είναι το «σβήσιμο και η επανεκκίνηση», ένα νέο Bretton Woods – κάτι που εάν δεν συμβεί, δεν θα αποφευχθεί ένα από τα εξής τέσσερα σενάρια: (α) το πιθανότερο είναι ένα καταστροφικό κραχ, με κριτήριο την ιστορία, όταν οι κεντρικές τράπεζες και τα κράτη χάσουν εντελώς τον έλεγχο – με τον πληθωρισμό να εκτινάσσεται στα ύψη, (β) ένα πολιτικό χάος, (γ) η σταδιακή, ήσυχη εκτόπιση των δυτικών χρημάτων χωρίς αντίκρισμα στην παραγωγή από τα ασιατικά, κυρίως από το κινεζικό, με την παράλληλη παρακμή της Δύσης και (δ) ένας παγκόσμιος πόλεμος, μεταξύ τω Η.Π.Α. και της Κίνας» (πηγή).
Συνεχίζοντας, η μεγάλη πρόοδος στην υπολογιστική ισχύ, στην τεχνητή νοημοσύνη και στα «μεγάλα δεδομένα» (big data), υποτίθεται πως θα μετέτρεπε την πρόβλεψη σε επιστήμη – κάτι που όμως αποδείχθηκε ουτοπικό, αφού η τεχνολογία δεν μπορεί να δει το μέλλον καλύτερα από τους ανθρώπους.
Ειδικότερα, οι αλγόριθμοι μπορούν να προβλέψουν πάρα πολλά, αλλά πάντοτε με βάση τις συνήθειες του παρελθόντος, όπως η οικονομία με βάση την ιστορία – οπότε είναι αδύνατον να προβλέψει κάτι που δεν έχει συμβεί ποτέ ή έχει συμβεί τόσο σπάνια που τα δεδομένα δεν προσφέρουν ένα αξιόπιστο μοτίβο.
Η συγκεκριμένη αδυναμία της τεχνολογίας, έγινε πολύ εμφανής τα τελευταία δύο χρόνια – όπως στο παράδειγμα της πανδημίας, όπου μόλις την περασμένη εβδομάδα ένα μοντέλο που χρησιμοποιήθηκε από τα κέντρα ελέγχου και πρόληψης νοσημάτων, υπολόγισε πως η μετάλλαξη «Όμικρον» αποτελούσε το 73% των νέων κρουσμάτων, την εβδομάδα που έληξε στις 18 Δεκεμβρίου (πηγή).
Μία εβδομάδα όμως αργότερα αναθεωρήθηκε ο υπολογισμός στο 23% – γεγονός που σημαίνει πως έκανε κατά 95% λάθος, σε σχέση με την αρχική του εκτίμηση! Προφανώς κάτι τέτοιο δεν εμπνέει καμία εμπιστοσύνη στα λογισμικά μοντέλα που χρησιμοποιούνται – κάτι που έχει συμβεί δεκάδες φορές, ακόμη και στις δημοσκοπήσεις όσον αφορά το Grexit ή την εκλογή του προέδρου Trump που ήταν το πρώτο πολιτικό θύμα της πανδημίας.
Ανάλογες καταστάσεις τώρα συμβαίνουν και με τα οικονομικά μοντέλα – σημειώνοντας πως η ιατρική και η οικονομία έχουν πάρα πολλά κοινά. Εν προκειμένω, οι προβλέψεις την περασμένη άνοιξη για τον πληθωρισμό στις Η.Π.Α. στο τέλος του 2021, εκ μέρους 68 οικονομολόγων που συμμετείχαν στην έρευνα της WSJ, κυμαίνονταν μεταξύ 1,3% και 4,3% (πηγή). Όσον αφορά δε τη Fed, προέβλεψε με πιθανότητα 70% πως ο πληθωρισμός θα κυμαίνεται μεταξύ 1,5% και 3,3% – ενώ έφτασε το Νοέμβριο στο 6,8% με βάση το δείκτη τιμών καταναλωτή ή στο 5,7% με βάση το δείκτη της Fed.
Με δεδομένο τώρα το ότι, οι Η.Π.Α. δεν έχουν ανάλογο πρόβλημα με την ενέργεια, όπως η Ευρώπη, όσον αφορά τη συμβολή της στην άνοδο των τιμών, είναι αδιανόητη αυτή η λανθασμένη πρόβλεψη – αφού ήταν γνωστοί οι συντελεστές που θα συνέτειναν νομοτελειακά στην άνοδο του πληθωρισμού, όπως το πλημμύρισμα της αμερικανικής οικονομίας με νέα χρήματα τόσο από την κεντρική τράπεζα, όσο και από το δημόσιο, τα προβλήματα της εφοδιαστικής αλυσίδας και το σπιράλ μισθών τιμών (ανάλυση).
Εύλογα λοιπόν αναρωτιέται κανείς πού οφείλονται οι λανθασμένες προβλέψεις, τόσο στην ιατρική, όσο και στην οικονομία – με την απάντηση να είναι ουσιαστικά πολύ εύκολη.
Ειδικότερα η αιτία είναι το ότι, οι περισσότεροι άνθρωποι είναι ταξινομημένοι σε «πολωμένα στρατόπεδα» – με την έννοια πως τα νοητικά τους μοντέλα είναι σταθερά, οπότε οι νέες πληροφορίες φιλτράρονται πάντα μέσα από τις προϋπάρχουσες προκαταλήψεις. Με απλά λόγια, πιστεύουν σε αυτά που θέλουν να πιστεύουν, παρά το ότι πρόκειται συχνά για ευχολόγια, κλείνοντας τα αυτιά και τα μάτια τους στην πραγματικότητα – ενώ δεν αλλάζουν απόψεις όταν τα πράγματα αλλάζουν, όπως είχε προτείνει πολύ σωστά ο Keynes.
Αντίθετα όμως με αυτές τις αντιλήψεις, ένας κόσμος υπαρξιακής αβεβαιότητας, όπως ο σημερινός, απαιτεί ταπεινότητα όσον αφορά τις προβλέψεις – κυρίως όμως προθυμία να αναθεωρήσει κανείς τα νοητικά του μοντέλα ως απάντηση στις νέες πληροφορίες, μακριά από ανόητους δογματισμούς. Για παράδειγμα, είναι αδιανόητοι οι ισχυρισμοί πως η μετάλλαξη «Όμικρον» καταπολεμάται από τα υπάρχοντα εμβόλια, όταν δεν υπάρχει κανένα επιστημονικό δεδομένο που να το αποδεικνύει – ή ότι τα εμβόλια μειώνουν τις θανατηφόρες συνέπειες του ιού, χωρίς συγκεκριμένες αποδείξεις.
Οι πολιτικές συνέπειες
Συνεχίζοντας, αυτού του είδους οι αντιλήψεις στην πολιτική, έχουν ως συνέπεια τις αντιδράσεις και τη ριζοσπαστικοποίηση των πληθυσμών σε πάρα πολλά κράτη – όπως στο παράδειγμα της Χιλής η οποία, με κεντροδεξιές και με κεντροαριστερές κυβερνήσεις, πέτυχε ένα από τα υψηλότερα κατά κεφαλήν εισοδήματα της Λατινικής Αμερικής, τα χαμηλότερα ποσοστά φτώχειας, καθώς επίσης μία σταθερή μείωση των εισοδηματικών ανισοτήτων.
Εν τούτοις, φαίνεται πως οι Χιλιανοί δυσαρεστήθηκαν σε μεγάλο βαθμό από την κακοδιαχείριση της πανδημίας – σημειώνοντας πως η χώρα των 19 εκ. κατοίκων είχε 39.000 θανάτους. Στα πλαίσια αυτά, επέλεξαν ριζικά διαφορετικές προσεγγίσεις στις πρόσφατες προεδρικές εκλογές – στις οποίες κανένας κεντρώος υποψήφιος δεν μπόρεσε να περάσει στο δεύτερο γύρο.
Στο δεύτερο γύρο λοιπόν πέρασαν μόνο οι υποψήφιοι δύο ακραίων κομμάτων (πηγή): ένας 35χρονος αριστερός που έχει ως βασικό στόχο του την κατάργηση της ελεύθερης αγοράς στη Χιλή, πρώην αρχηγός φοιτητικών διαδηλώσεων και με σύμμαχο το κομμουνιστικό κόμμα, καθώς επίσης ένας ακροδεξιός υπερασπιστής της στρατιωτικής δικτατορίας του Pinochet που κυβέρνησε τη Χιλή έως το 1990! Τελικά επικράτησε ο αριστερός υποψήφιος, αν και στον πρώτο γύρο ήταν δεύτερος (πηγή) – ενδεχομένως επειδή οι Χιλιανοί τρόμαξαν από την προβλεπόμενη αναβίωση του δικτατορικού καθεστώτος.
Ένα δεύτερο παράδειγμα είναι οι Η.Π.Α., αν και διαφορετικής λογικής – με την έννοια πως τόσο ο πρόεδρος Trump, όσο και ο Biden, προσπάθησαν και οι δύο να αναμορφώσουν τη χώρα σύμφωνα με τις προτιμήσεις της πολιτικής τους βάσης, χωρίς να βλέπουν το σύνολο, την αμερικανική κοινωνία ως όλο ή/και τις αλλαγές των συνθηκών.
Ειδικά όσον αφορά τον Biden, στήριξε τη στρατηγική του για τον Covid 19 στο μαζικό εμβολιασμό, με το λαϊκίστικο σύνθημα «πανδημία των ανεμβολίαστων» – χωρίς να έχει κάποιο εφεδρικό σχέδιο, όπως για παράδειγμα τα μαζικά τεστ, όταν αρκετοί δεν θέλησαν να κάνουν το εμβόλιο. Πόσο μάλλον όταν εμφανίσθηκε η μετάλλαξη Όμικρον που δεν αντιμετωπίζεται παρά ελάχιστα από τα εμβόλια – χωρίς δυστυχώς να αλλάξει στάση.
Όσον αφορά δε την οικονομική του στρατηγική, επικεντρώθηκε στην τόνωση της ζήτησης και στη μείωση των ανισοτήτων, μέσω της στήριξης των φτωχών οικογενειών και των ανέργων – με τη δρομολόγηση υπέρογκων δημοσιονομικών μέτρων που εκτόξευσαν το δημόσιο χρέος των Η.Π.Α. πάνω από το 130% του ΑΕΠ ή στα 29 τρις $ το 2020. Η πολιτική αυτή αποδείχθηκε λανθασμένη, μεταξύ άλλων επειδή είναι ακατάλληλη σε μία εποχή πληθωρισμού και ελλείψεων – ειδικά όσον αφορά την αγορά εργασίας, όπου έχει τεθεί ήδη σε λειτουργία το σπιράλ «μισθών-τιμών» (ανάλυση) σε αρκετές επιχειρήσεις.
Εν τούτοις ο Biden επιμένει στο λάθος, όπως και στο θέμα της πανδημίας, πιστεύοντας πως ο μέσος όρος του πληθωρισμού θα είναι λίγο πιο πάνω από το 2% τα επόμενα πέντε χρόνια – ενώ οι Ρεπουμπλικάνοι τον προβλέπουν στο 4%. Κάτι ανάλογο συμβαίνει και στην εξωτερική πολιτική, όπου «βάλλει» εναντίον της Ρωσίας – θεωρώντας εύλογη την περαιτέρω περικύκλωση της από το ΝΑΤΟ, αν είναι δυνατόν, όπως επίσης την αποδοχή της παγκόσμιας κυριαρχίας των Η.Π.Α. από την Κίνα.
Ένα τρίτο παράδειγμα είναι ασφαλώς η Ελλάδα, η κυβέρνηση της οποίας επικεντρώθηκε επίσης στον εμβολιασμό και στο διχασμό των Πολιτών, χωρίς να δίνει καμία σημασία στις νέες συνθήκες που έχουν προκύψει – όπως στο ότι οι εμβολιασμένοι κολλούν και μεταδίδουν ή στις ιδιαιτερότητες της νέας μετάλλαξης.
Όσον αφορά την οικονομία, η κυβέρνηση επιμένει στη λανθασμένη πολιτική της ζήτησης και στις θηριώδεις δαπάνες/στηρίξεις με δανεικά, παρά το ότι η χώρα είναι υπερχρεωμένη εάν όχι χρεοκοπημένη – επιταχύνοντας το ξεπούλημα της δημόσιας περιουσίας και τους πλειστηριασμούς της ιδιωτικής, ως αντάλλαγμα προφανώς για τα δανεικά που της παρέχονται.
Εύλογα λοιπόν προβλέπεται και εδώ η ριζοσπαστικοποίηση των Πολιτών – αφού ήδη συνειδητοποιούν πως δεν ισχύει το αφήγημα της «ελευθερίας των εμβολιασμένων» ή της ανάκαμψης με δανεικά που θα αναγκαστούν να πληρώσουν στο πολλαπλάσιο οι ίδιοι, τα παιδιά τους και τα παιδιά των παιδιών τους.
Ειδικά όσον αφορά το σενάριο της ανάπτυξης μέσω των ξένων επενδύσεων, όλοι γνωρίζουν πια πως οι εξαρτημένες οικονομίες (ανάλυση) είναι καταστροφικές για τους Πολίτες τους – αφού η όποια ανάπτυξη ωφελεί μόνο τους ξένους και νέους ιδιοκτήτες των παραγωγικών μέσων/πόρων της χώρας τους. Το καλύτερο οικονομικά σενάριο για την κυβέρνηση είναι πάντως η συνέχιση της πανδημίας – με την ελπίδα για τους Έλληνες να έχει πραγματικά ήπιες επιπτώσεις η Όμικρον.
Προβληματικές καταστάσεις διαπιστώνονται σε πολλές άλλες χώρες, όπως στην Ιταλία που το δημόσιο χρέος της έφτασε στο 155,8% του ΑΕΠ το 2020 ή στα 2,71 τρις € – στη Γαλλία (115,7% του ΑΕΠ ή 2,76 τρις €) και στην Ισπανία (120% του ΑΕΠ ή 1,43 τρις €). Πώς να αυξήσει υπό αυτές τις συνθήκες η ΕΚΤ τα επιτόκια, χωρίς να προκαλέσει μαζικές χρεοκοπίες; Εάν δεν τα αυξήσει, τι θα συμβεί με τον πληθωρισμό, ειδικά στη Γερμανία που έχουν δημιουργηθεί ήδη συνθήκες στασιμοπληθωρισμού; Θα διαφοροποιηθεί από τις Η.Π.Α. που θα τα αυξήσουν, αποδεχόμενη την υποτίμηση του ευρώ;
Από την άλλη πλευρά βέβαια, οι «πολωμένοι» ψηφοφόροι τείνουν γενικότερα να κατηγορούν για τα λάθη και για τις αλλαγές πολιτικών μέτρων ή αποφάσεων την Πολιτική, θεωρώντας την ανίκανη – αντί να κατανοούν τη δυσκολία λήψης αποφάσεων, σε συνθήκες αβεβαιότητας.
Η ευθύνη όμως αυτής της «πολωμένης» συμπεριφοράς των Πολιτών, βαρύνει κυρίως τα κόμματα – τα οποία, για να εκλεγούν, προκαλούν την πόλωση των ψηφοφόρων τους, μεταξύ άλλων μέσω διατεταγμένων ΜΜΕ και χαμηλού επιπέδου προπαγάνδας.
Επίλογος
Ολοκληρώνοντας, είναι ασφαλώς ουτοπικές οι προβλέψεις για το μέλλον, σε συνθήκες τόσο έντονης αβεβαιότητας στην Ελλάδα, στην ΕΕ και διεθνώς – οπότε το μόνο που μπορεί να συστήσει κανείς στις κυβερνήσεις είναι να πάψουν να είναι δογματικές, να μην έχουν προκαταλήψεις, να κυβερνούν για όλους τους Πολίτες και όχι μόνο για τους ψηφοφόρους τους, να μη διχάζουν τις κοινωνίες, να αλλάζουν πολιτικές όταν αλλάζουν οι συνθήκες, να κάνουν προσεκτικά, ρεαλιστικά, συνετά βήματα και να μην υποτιμούν τις έντονες κοινωνικές αντιδράσεις που κυοφορούνται, με βασική αιτία τα λανθασμένα αφηγήματα που προωθούν οι ίδιες.
Τέλος, σε όλους τους Έλληνες και τις Ελληνίδες ευχόμαστε Καλή Χρονιά, με τη βεβαιότητα πως όλα θα πάνε καλά για τους ίδιους και τις οικογένειες τους – ένα ευτυχισμένο 2022 αφού η χώρα μας, στη μακραίωνη ιστορία της, έχει αποδείξει πως πάντοτε ξεπερνούσε όλα της τα προβλήματα, όσο δύσκολα και αν ήταν. Προσοχή μόνο στην οικονομική διαχείριση, αφού δεν θα είναι εύκολη η χρονιά – ειδικά σε ένα κράτος που για τρίτο συνεχόμενο έτος έχει παρουσιάσει ελλειμματικό προϋπολογισμό και επιβιώνει μόνο με δανεικά.
2022, η ουτοπία των προβλέψεων σε συνθήκες αβεβαιότητας – The Analyst
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου