Κυριακή 15 Απριλίου 2018

Ο ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΣΜΟΣ ΣΕ ΕΝΑΝ ΠΛΟΥΡΑΛΙΣΤΙΚΟ ΚΟΣΜΟ: Η ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΠΝΕΥΜΑΤΟΣ (1) - Georges Khodr

Georges Khodr

Ο ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΣΜΟΣ ΣΕ ΕΝΑΝ ΠΛΟΥΡΑΛΙΣΤΙΚΟ ΚΟΣΜΟ: Η ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΠΝΕΥΜΑΤΟΣ 


Το τέλος του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου έφερε μια εντονότερη αίσθηση της ενότητας του κόσμου. Με το τέλος του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου αρχίσαμε να βιώνουμε μια διαδικασία παγκοσμιοποίησης στο πλαίσιο της οποίας η ετερογενής φύση των διάφορων θρησκευτικών πιστεύω αποτελεί μείζον εμπόδιο. Η αυξανόμενη ανάγκη για ενότητα καθιστά επιτακτικό τον διάλογο, αν θέλουμε να αποφύγουμε έναν defacto συγκρητισμό των αναδυόμενων θρησκειών, που απαιτούν την καθολικότητα [1]. Μπροστά σε αυτή την αναζωπύρωση των θρησκειών και σε ένα πλήθος ανθρώπων που δεν δείχνει κανένα σημάδι επιρροής ή αποδοχής του ευαγγελίου, τίθεται το ερώτημα εάν ο Χριστιανισμός είναι πραγματικά τόσο εγγενώς αποκλεισμένος από άλλες θρησκείες, όπως έχει διακηρυχθεί μέχρι τώρα. 

Το ζήτημα είναι σημαντικό όχι μόνο για την χριστιανική ιεραποστολή, αλλά και για την παγκόσμια ειρήνη. Αλλά αυτό δεν είναι εν πρώτοις ένα πρακτικό πρόβλημα. Είναι η φύση της ίδιας της αλήθειας που διακυβεύεται εδώ. Η πνευματική ζωή που ζούμε είναι μία κατάσταση, αν η αλήθεια του Χριστού περιορίζεται στα όρια της ιστορικής Εκκλησίας,[ποιά είναι η ιστορική εκκλησία;] και είναι μία εντελώς διαφορετική κατάσταση αν είναι απεριόριστη και διάσπαρτη σε όλο τον κόσμο. Στην πράξη και στο περιεχόμενο, η αγάπη είναι ένα πράγμα, αν ο Χριστιανισμός είναι αποκλειστικός, και ένα πολύ διαφορετικό πράγμα αν είναι περιεκτικός[2]. Όπως το βλέπουμε, το πρόβλημα δεν είναι απλώς ένα θεολογικό πρόβλημα. Αγκαλιάζει τη φαινομενολογία των θρησκειών, τη συγκριτική τους μελέτη, την ψυχολογία και την κοινωνιολογία τους. Αυτοί οι άλλοι τομείς υποσκάπτουν έναν ορισμένο νομικίστικο δογματισμό που έχει επικρατήσει εδώ και καιρό στις χριστιανικές χώρες και βασίστηκε στην άγνοια των άλλων θρησκειών εκ μέρους των επαγγελματιών θεολόγων. Πάνω απ' όλα, είναι η αυθεντικότητα της πνευματικής ζωής των μη Χριστιανών που θέτει όλο το πρόβλημα της παρουσίας του Χριστού σε αυτούς. Είναι λοιπόν πολύ ανόητο για τους θεολόγους να κρίνουν τη σχέση του Χριστιαν-ισμού με άλλες θρησκείες εάν δεν είναι σε θέση να ενσωματώσουν δημιουργικά και κριτικά τα εξωχριστιανικά δεδομένα στις θεολογικές τους σκέψεις. Η θεολογία πρέπει να είναι μια συνεχής αμφίδρομη ανταλλαγή μεταξύ της βιβλικής αποκάλυψης και της ζωής, προκειμένου να αποφευχθεί η στειρότητα. Επιπλέον, αν υπακοή στον Κύριο σημαίνει να τον ακολουθούμε οπουδήποτε βρούμε ίχνη της παρουσίας του, τότε έχουμε την υποχρέωση να διερευνήσουμε την αυθεντική πνευματική ζωή των μη Χριστιανών. Αυτό εγείρει το ζήτημα της παρουσίας του Χριστού εκτός της χριστιανικής ιστορίας. Η εντυπωσιακά ευαγγελική ποιότητα πολλών μη χριστιανών μας υποχρεώνει, εξάλλου, να αναπτύξουμε μια εκκλησιολογία και μια ιεραποστολολογία, στην οποία το Άγιο Πνεύμα καταλαμβάνει αναγκαστικά ανώτατη θέση. Ο άγιος Γρηγόριος ο Σιναΐτης λέγει : «Γνώσιν αληθείας, την της χάριτος αίσθησιν είναι κυρίως νόμισον. Τας δε λοιπάς νοήσεων εμφάσεις και πραγμάτων αποδείξεις αποκαλείν δει». Ήγουν : «Γνώση της αλήθειας να ξέρεις πως είναι το να νοιώσεις τη θεία χάρη μέσα σου. Τις δε άλλες (που τις λένε γνώσεις της αλήθειας), πρέπει να τις λένε φανερώματα των νοημάτων κι αποδείξεις των πραγμάτων»[3]

Συνεχίζεται

Μετάφραση: Γεώργιος Η. Μπόρας
Σημειώσεις


[1]ΣτΜ: εδώ απορεί κανείς με το επιχείρημα. Δηλαδή ο διάλογος είναι προσχηματικός για να μην ολισθήσουμε στον συγκρητισμό; Εν τοιαύτη περιπτώσει ο διάλογος σε τι θα ωφελήσει; Είναι πόλεμος χαρακωμάτων;

[2]ΣτΜ: Η πνευματική ζωή είναι παγκόσμιο γεγονός από μόνο του. Η παγκοσμιότητα δεν είναι υπόθεση γνωστοποίησης του γεγονότος αλλά βίωσης του γεγονότος που έχει παγκόσμια χαρακτηριστικά. Η αγιότητα, είτε την κοινωνεί όλος ο κόσμος είτε όχι, είναι ένα παγκόσμιο γεγονός. Το ζήτημα έχει να κάνει με την δεκτικότητα του οιοδήποτε ανθρώπου σε όλα τα μήκη και πλάτη της γης. Ο άνθρωπος από μόνος του εξαιρείται των παγκοσμίων γεγονότων και δεν τον εξαιρεί η αλήθεια. Η μη αποδοχή της αλήθειας, για πολλούς λόγους, δεν ρίχνει την ευθύνη στην αλήθεια, ούτε είναι λόγος αυτός να χαρακτηριστεί ως εγωιστική αποκλειστικότητα η διακονία της αλήθειας, διακονία που έχει τις προϋποθέσεις της. Κανείς δεν δύναται να διακονεί μια περιχαρακωμένη αλήθεια. Είναι αντίφαση μια περιχαρακωμένη αλήθεια. Τι αλήθεια είναι άραγε αυτή; Απρόσιτη και περιχαρακωμένη νοείται μόνο ‘κάποια’ αλήθεια. Αυτή είναι εγγενώς αποκλεισμένη από την οικουμένη. Κάτι που μπορεί να είναι αληθές ή έχει στοιχεία της αλήθειας αληθεύει εν μέρη και άρα δεν είναι η αλήθεια —η οποία αληθεύει παντού και πάντα— πως μπορεί να χαρακτηριστεί οικουμενικό και παγκόσμιο; Δεν είναι αντίφαση; Το εύρος διάδοσης ή το περιεχόμενο καθορίζουν την αλήθεια; Μπορεί η αλήθεια να μην έχει καθολικό χαρακτήρα; Δεν είναι τοιουτοτρόπως μια εγελιανή συνιστώσα στην επερχόμενη σύνθεση; Ποια πιστότητα αντλούμε από το μέρος; Το μέρος αληθεύει εν μέρει και ψεύδεται εν πολλοίς διότι είναι η απόκρυψη του όλου. Το όλον αληθεύει ως όλον και αποκαλύπτεται ως έχει: η αλήθεια. Η αναζήτηση ψηγμάτων του αληθούς στο πέλαγος του ψεύδους και του ψευδούς είναι α) απαράδεκτη μιας και αρνούμαστε την ρητή διαβεβαίωση ότι Εγώ είμαι η αλήθεια, β) βλασφημία, μιας και αρνούμαστε την άπαξ αποκαλυφθείσα αλήθεια, και διολισθαίνουμε δε μια προοδευτική αποκάλυψη και υποβάθμιση της Πεντηκοστής. Η αλήθεια αφορά και κηρύσσεται σε όλο τον κόσμο. Πότε; Όταν ο Κύριος κηρύσσεται. Εφόσον η αλήθεια είναι ο Κύριος περί ποιας άλλης αλήθειας μπορούν οι διάφορες άλλες θρησκείες να μιλήσουν. Ποιος ο λόγος να αναζητήσουμε μια σπερματική, αληθεύουσα διδασκαλία και τι ακριβώς θα αναπληρώσει. Ποιος είναι σε αυτή την περίπτωση αυτός που αρνείται την αλήθεια και την καθολικότητά της; Αυτός που δεν αποφασίζει να δει το όλον, αυτός που ενώ υποτίθεται αληθεύει στο όλον εν τούτοις ως γυρολόγος αναζητά το μέρος – γιατί άραγε; για να επιβεβαιώσει το όλον;-, αυτός ο οποίος αποκρύπτει το όλον και ξεπουλά τα πρωτοτόκια για να επιτύχει την αναγνώριση από ένα αυθάδες μέρος. Εν τέλει πως είναι δυνατόν να βιώνεις το όλον και να το αποκρύβεις για να μην απορριφτείς από το μέρος; Πρόκειται σίγουρα γι αυτούς που δεν έχουν καμιά σχέση με το όλον. Και πρόκειται γι αυτούς που μέσα από τους διαλόγους συνθέτουν αυτό που δεν έχουν και φυσικά αυτό που νομίζουν ότι έχουν δεν αφορά στην αλήθεια. Σε κάθε περίπτωση είναι σύνθεση ψευδών ή επιμέρους αληθών. Η σύνθεση ή η ανασκαφή ψηγμάτων αληθούς, προερχομένων εκ του κόσμου τούτου δεν αφορά στην αλήθεια αλλά στην πλάνη. Η πλάνη είναι εκ του κόσμου τούτου. Η αλήθεια δεν είναι εκ του κόσμου τούτου. Η αλήθεια φύσει αφορά όλο τον κόσμο. Το γεγονός της αποκλειστικότητας της αλήθειας εντός της Ορθόδοξης Εκκλησίας δεν μειώνει ούτε την αλήθεια —είναι αυτή που είναι—, ούτε περιορίζει την δυναμική της ανάπτυξη, μπορούν όλοι να την προσεγγίσουν. Μπορεί να πάει όπου θέλει, ως αλήθεια, αλλά πάντα θα εκπορεύεται από την πηγή της ζωής. Ειδικότερα θα πληρώνει εκεί που διατηρείται ανόθευτη η εντολή, ο λόγος αλλά και οι προϋποθέσεις τους. Εντός της Εκκλησιάς η πιστότητα των Αγίων μας παραδίδει ανόθευτο το περιεχόμενο. Χρεία ετέρων μαρτύρων ουκ έχομεν. Είναι η αλήθεια που δεν μας επιτρέπει να την σχετικοποιούμε και όχι οι ανθρώπινες ενδεχομένως αδυναμίες. Κατά κάποιο τρόπο η αλήθεια κινείται στον παγκόσμιο χώρο με τον τρόπο της και αποκαλύπτεται μόνο εκεί που υφίστανται οι προϋποθέσεις. Αλλιώς παύει να υφίσταται. Θα μπορούσαμε να πούμε ότι η αλήθεια έχει εγγενή αξιοπρέπεια. Αυτοφυλάσσεται και φυλάσσει κι εμάς.

Τὴν ἀλήθειαν δὲ καὶ τὸ ἀγαθόν, τὸν Θεὸν ἔλεγε δηλοῦν, ἀλλὰ τὴν μὲν ἀλήθειαν, ὅταν ἐκ τῆς οὐσίας τὸ θεῖον σημαίνεσθαι δοκῇ· ἁπλοῦν γάρ, καὶ μόνον, καὶ ἕν, καὶ ταὐτόν, καὶ ἀμερές, καὶ ἄτρεπτον, καὶ ἀπαθὲς πρᾶγμα ἡ ἀλήθεια καὶ ἀλάθητον, καὶ παντελῶς ἀδιάστατον· τὸ δὲ ἀγαθόν, ὅταν ἐκ τῆς ἐνεργείας. Και παρακάτω: Ἐνέργεια γάρ ἐστι καὶ φανέρωσις τοῦ μὲν νοῦ ὁ λόγος ὡς αἰτίας αἰτιατόν· καὶ τῆς σοφίας ἡ φρόνησις, καὶ τῆς θεωρίας ἡ πρᾶξις, καὶ τῆς γνώσεως ἡ ἀρετή, καὶ τῆς ἀλήστου γνώσεως ἡ πίστις· ἐξ ὧν ἡ ἐνδιάθετος πρός τε τὴν ἀλήθειαν καὶ τὸ ἀγαθόν, φημὶ δὲ τὸν Θεόν, σχέσις δημιουργεῖται, ἣν ἔφασκεν εἶναι θείαν ἐπιστήμην καὶ γνῶσιν ἄπταιστον καὶ ἀγάπην καὶ εἰρήνην, ἐν αἷς καὶ δι᾽ὧν ἡ θέωσις· τὴν μὲν ἐπιστήμην ὡς συμπλήρωσιν πάσης τῆς ἐφικτῆς ἀνθρώποις περὶ Θεοῦ καὶ τῶν θείων γνώσεως καὶ τῶν ἀρετῶν περιοχὴν ἄπταιστον, τὴν δὲ γνώσιν ὡς ἐπιβᾶσαν γνησίως τῇ ἀληθείᾳ, καὶ πεῖραν τοῦ θείου διαρκῆ παρεχομένην, τὴν δὲ ἀγάπην ὡς ὅλης τοῦ Θεοῦ κατὰ διάθεσιν ὅλην μετέχουσαν τῆς τερπνότητος, τὴν δὲ εἰρήνην ὡς τὰ αὐτὰ τῷ Θεῷ πάσχουσαν καὶ πάσχειν τοὺς κατ᾽αὐτὴν ἀξιωθέντας γενέσθαι παρασκευάζουσαν.

[3]ΣτΜ: Ο συγγραφέας είναι πεπεισμένος περί της παρουσίας του Αγίου Πνεύματος στους Αβοριγίνες ας πούμε. Είναι αυτή η στάση μια ακύρωση και μια άρνηση της ενανθρώπησης. Θεωρούμε μ’ αυτόν τον τρόπο ότι ο Κύριος μας έδωσε τα προσχήματα να τον βρούμε εκεί όπου δεν υπάρχει. Η ιεραποστολή διδάσκει τον Κύριο δεν ψάχνει να βρει την ανάμνηση ενός Κυρίου που δεν υπάρχει. Πως θα ενωθούν αυτοί με τον Κύριο καθόσον δεν έχουν την άληστο γνώση ήτοι την πίστη; Η γνώση τους είναι τα πονηρά πνεύματα και σε καμιά περίπτωση δεν είναι η άληστος γνώση.

ΤΑΥΤΙΖΕΤΑΙ ΣΤΗΝ ΚΑΛΥΤΕΡΗ ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ ΤΟ ΑΓΙΟ ΠΝΕΥΜΑ ΜΕ ΤΙΣ ΑΚΤΙΣΤΕΣ ΕΝΕΡΓΕΙΕΣ ΤΗΣ ΑΓΙΑΣ ΤΡΙΑΔΟΣ, ΛΟΓΩ ΑΓΝΟΙΑΣ ΚΑΙ ΜΑΤΑΙΟΔΟΞΙΑΣ.

2 σχόλια:

Ανώνυμος είπε...

«Η ιεραποστολή διδάσκει τον Κύριο δεν ψάχνει να βρει την ανάμνηση ενός Κυρίου που δεν υπάρχει.»
Κι όμως η εκκλησία από την πρώτη αρχή δίδαξε μεν τον λόγο της αληθείας, αναγνώρισε δε και συγκεκαλυμμένα ψήγματα αυτής, και την ανάμνηση του αληθινού Θεού, στις διδασκαλίες π.χ. των αρχαίων ελλήνων.

Ν.

amethystos είπε...

ΧΡΙΣΤΟΣ ΑΝΕΣΤΗ. Γόνιμη παρατήρηση. Εδώ βρίσκεται η σημερινή ορθόδοξη αποτυχία.Ο Θεάνθρωπος καί Σωτήρ Ιησούς Χριστός ένωσε δύο φύσεις στήν υπόστασή Του καί έχει ενωμένες ασυγχύτως καί αδιαιρέτως σ' Αυτή δύο ενέργειες, δύο θελήσεις, μέ τό πρωτείο τής Θείας φύσεως. Η πρόσληψη τής Ελληνικής γλώσσας καί τού ελληνικού λόγου τής ψυχής είναι η ανθρώπινη φύσις. Η οποία διαθέτει τόν υποδοχέα τού Θείου Λόγου, τόν Νού. Μόνον η αρχαία ελληνική φιλοσοφία περιέχει, ακόμη μέχρι σήμερα στά σπλάχνα της τόν νού καί τό φώς τού νού, τόν λόγο.Στόν οποίο σπείρεται ο Θείος Λόγος. Αυτή είναι η ορθόδοξη ανθρωπολογία, η οποία εδραιώθηκε από τήν άσκηση τού πεπτωκότος νού καί τήν προσευχή τής Μετανοίας. Η δυτική παρέκκλιση υποκατέστησε τόν λόγο μέ τήν λογική καί τήν θέληση καί τήν απόφαση μέ τήν οποία συνοδεύεται, τήν πράξη ή τήν ορθοπραξία,μέ τήν βούληση γιά δύναμη. Αυτή τήν παρέκκλιση ονόμασε νόηση, δηλ. τήν λογική πράξη όπως τήν επέβαλλε ο γερμανικός ιδεαλισμός. Χάνοντας τόν ανθρώπινο λόγο η σημερινή εκκλησία υποκύπτοντας στήν δυτική κακοδοξία, τόν υποκατέστησε μέ τήν Θ. Λειτουργία, μέ τό λειτουργικό καί ευχαριστιακό μέρος τής πίστης μας. Καί προσπαθεί νά κάνει ιεραποστολή μέ τήν Θ. Λειτουργία καί μόνον τήν οποία κατέστησε τήν ουσία τής Σωτηρίας. Ο Παπισμός όμως πολύ ενωρίς αποφάσισε υπέρ τού πρωτείου τής ανθρώπινης φύσεως έναντι τής Θείας καί ο Προτεσταντισμός πολλαπλασίασε, εισήγαγε στήν πολλαπλότητα αυτό τό πρωτείο. Σήμερα ο οικουμενισμός προσπαθεί θεωρητικά , γιατί στήν πράξη είναι ανέφικτο, νά ενώσει τήν πολλαπλότητα. Ομως η ανθρωπολογική ιεραποστολή τών δύο αιρέσεων θριαμβεύει, όπως είναι ευνόητο.