Συνέχεια από: Δευτέρα 23 Απριλίου 2018
Στις πηγές της νεωτερικής θεολογίας (ΧXV)
ΦΟΥΕΡΜΠΑΧ – Feuerbach
Το θείο Είναι, δηλώνει ο Φόυερμπαχ, δεν είναι άλλο παρά το Είναι τού ανθρώπου τού ελευθερωμένου από τα όρια του ατόμου, καθώς όλα τα χαρακτηριστικά τού θείου Είναι αποτελούν τα χαρακτηριστικά του ανθρώπου. «Η συνείδηση που έχει ο άνθρωπος τού θεού είναι η Γνώση που έχει ο άνθρωπος τού εαυτού του». Ο Φόυερμπαχ δεν θέλει, όπως ο Hegel, να ξαναενώσει την γνώση και την πίστη, κλείνοντας την θρησκεία μέσα σ’ ένα σύστημα, για να την υπερβεί με τον στοχασμό. Αντιθέτως επιθυμεί να υποβάλλει την θρησκεία σε μια γενετικο-κριτική ανάλυση στοχεύοντας στην απομυστικοποίηση τής δογματικής της υποδομής, για να κατορθώσει να βρει σε συγκεκριμένες ανθρώπινες ανάγκες την εξήγηση των θρησκευτικών αναπαραστάσεων. Προσπαθώντας λοιπόν -λέει- να αντιπαραθέσουμε ένα άπειρο θείο στο πεπερασμένο για να κατορθώσουμε να το αποκτήσουμε, να το κατακτήσουμε στην αυτοσυνειδησία τού πνεύματος, αυτό είναι καθαρή ψευδαίσθηση. Ό,τι και να λέγεται περί τού θείου δεν είναι παρά κατηγόρημα του ανθρωπίνου υποκειμένου. Η συνείδηση δεν είναι ο θεός ο οποίος γίνεται συνειδητός μέσα μου, όπως ήθελε ο Hegel, αλλά είναι στην πραγματικότητα η δική μου συνείδηση αυτού που είμαι. «Αποκτούμε -λέει ο Φόυερμπαχ- μια αληθινή τέλεια ενότητα τού θείου Είναι και τού ανθρωπίνου, δηλαδή την ενότητα τού ανθρωπίνου Είναι με τον εαυτό του, μόνον εάν καταργήσουμε μια συγκεκριμένη φιλοσοφία τής θρησκείας, μια θεολογία διακεκριμένη από την ψυχολογία ή την ανθρωπολογία, μόνον εάν αναγνωρίσουμε την ίδια την ανθρωπολογία σαν θεολογία».
Homo homini Deus. Ο άνθρωπος για τον άνθρωπο θεός!
Ο Φόυερμπαχ κατανοεί πως η κρυμμένη καρδιά τού Εγελιανού συστημάτος είναι το τριαδικό δόγμα. Αλλά θέλει να αποκαλύψει την μυστική ανθρωπολογική ουσία. Όταν διαφορετικές και αντιφατικές μεταξύ τους ποιότητες ενώνονται σ’ ένα μοναδικό Είναι και αυτό το Είναι γίνεται κατανοητό σαν κάτι προσωπικό, δηλαδή όταν η προσωπικότης αναδεικνύεται σαν κάτι ιδιαίτερο, τότε έχουμε ήδη ξεχάσει πως αυτό που αντανακλάται στην αναπαράσταση, σαν δεδομένο ανεξάρτητο και αποκομμένο από το υποκείμενο, ήταν πρωτογενώς το αληθινό υποκείμενο.
Έτσι λοιπόν -ισχυρίζεται ο Φόυερμπαχ- η συνείδηση που έχει ο άνθρωπος για τον εαυτό του, στην πληρότητά του, εκφράζεται στην Τριάδα. Η Τριάδα ανακεφαλαιώνει και ενώνει σε ένα μοναδικό ΕΙΝΑΙ όλες τις ιδιότητες, τις ποιότητες του ανθρώπου «και γι’ αυτό μειώνει το καθολικό Είναι, δηλαδή τον θεό σαν θεό, σ’ ένα ιδιαίτερο όν, σε μία ιδιαίτερη εξουσία». Πρωτογενώς η Τριάδα δεν είναι τίποτε άλλο από την ανακεφαλαίωση των ουσιωδών και βασικών ιδιοτήτων τις οποίες διακρίνει ο άνθρωπος στην φύση του. Αυτές οι διαφορετικές ιδιότητες ενός μοναδικού ανθρωπίνου όντος παρουσιάζονται σαν ουσίες, σαν θεία πρόσωπα. Αυτά που υπάρχουν στον Θεό σαν υποστάσεις, υποκείμενα, πρόσωπα είναι όπως ακριβώς αυτές οι ιδιότητες που διακρίνονται και παρουσιάζονται στον άνθρωπο. Μόνον στην αναπαράσταση τής προσωπικότητας του θεού, η ανθρώπινη προσωπικότης αποξενώνει από τον εαυτό της, τις ιδιότητές της. Η προσωπικότητα του θεού όμως υπάρχει μόνον στην φαντασία. Γι’ αυτό και οι βασικές ιδιότητες του θεού είναι υποστάσεις, πρόσωπα μόνον για την φαντασία, για την σκέψη δεν είναι παρά ιδιότητες.
Η Τριάδα είναι η αντίφαση πολυθεϊσμού και μονοθεϊσμού, φαντασίας και Γνώσεως, ψευδαισθήσεως και πραγματικότητος. «Η φαντασία είναι η Τριάδα, η νόηση είναι η ενότης των προσώπων. Για την νόηση τα τρία διακεκριμένα πρόσωπα δεν είναι άλλο από διακρίσεις, για την φαντασία οι διακρίσεις είναι τρία διακεκριμένα πρόσωπα τα οποία καταστρέφουν την ενότητα του θείου Είναι. Για την νόηση τα τρία Θεία πρόσωπα είναι φαντάσματα, για την δημιουργική φαντασία, την διάνοια είναι όντα. Η Τριάδα απαιτεί από τον άνθρωπο να σκέφτεται το αντίθετο από αυτό που διανοείται και να διανοείται το αντίθετο απ’ αυτό που σκέπτεται. Απαιτεί να σκεπτόμαστε τα φαντάσματα σαν όντα».
Πιο συγκεκριμένα όμως ποια είναι -σύμφωνα με την λογική του Φόυερμπαχ- η ανθρωπολογική γένεση τής Χριστιανικής Τριάδος, δηλαδή σε ποιες ανθρώπινες ανάγκες ανταποκρίνονται οι διανοητικές του προβολές; Επειδή η συνείδηση που έχει ο άνθρωπος για τον εαυτό του στην ζωντανή του πληρότητα πραγματοποιείται μόνον στην ολοκληρωμένη ενότητα του Εγώ και του Εσύ, απαντά ο Φώυερμπαχ, νά που ο θεός στην θρησκευτική του αναπαράσταση δεν μπορεί να είναι μόνος, πρέπει να περιλαμβάνει στην μοναδική του ουσία διακεκριμένα πρόσωπα. Και γι’ αυτό έχουμε τον Θεό πατέρα και τον Θεό Υιό. Ο Θεός Πατήρ είναι το ΕΓΩ, ο Θεός Υιός είναι το ΕΣΥ. Το Εγώ είναι η νοημοσύνη. Το Εσύ είναι η αγάπη. Η αγάπη ενωμένη με την νοημοσύνη και η νοημοσύνη ενωμένη με την αγάπη είναι πνεύμα, είναι ο ολοκληρωμένος άνθρωπος. Δεν υπάρχει όμως στην Τριάδα και ένα τρίτο πρόσωπο; Καθώς φαίνεται το Άγιο Πνεύμα εμποδίζει τόσο τις σκέψεις του Φόυερμπαχ που το καταργεί. Το Άγιο Πνεύμα ενοχλεί την “συμμετρία”. Το τρίτο πρόσωπο της Τριάδος δεν εκφράζει τίποτε άλλο από την αμοιβαία αγάπη των δύο πρώτων θείων προσώπων: Είναι η ενότης του Υιού με τον Πατέρα, η έννοια της κοινωνίας, τοποθετημένο όμως παράλογα σαν ιδιαίτερο όν, προσωπικό. Το Άγιο Πνεύμα δεν είναι παρά ένα όνομα, μια Λέξη. Η ποιητική φανέρωση της προσωποιήσεως της αμοιβαίας αγάπης ανάμεσα στον Πατέρα και στον Υιό. Ο Φόυερμπαχ δεν θεωρεί αναγκαίο να του αφιερώσει περισσότερη προσοχή. Εάν τα θεία πρόσωπα δεν είναι περισσότερα από δύο, αφού στην έννοια της αγάπης αρκεί ο αριθμός δύο, εμφανίζοντας περισσότερα πρόσωπα ελαττώνουμε την δύναμη τής αγάπης!
Και όμως ο Φώυερμπαχ δεν μένει ούτε στην μείωση τής Τριάδος σε δύο πρόσωπα: Στο τέλος αισθάνεται την ανάγκη να μιλήσει για ένα και μόνον πρόσωπο, αυτό του Χριστού. Ο Χριστός είναι ο Θεός ο οποίος κατέστη γνωστός, προσωπικός. Η ανθρωπότης του θεού είναι η προσωπικότης του. Λέγοντας «Ο Θεός είναι ένα προσωπικό όν» εννοούμε: Ο Θεός είναι ένα ανθρώπινο όν. Ο Θεός είναι άνθρωπος. Η ενασχόληση των συγχρόνων του με την Persona Dei φαίνεται χωρίς καμία βάση στον Φόυερμπαχ. «Εάν δεν ντρέπεστε για έναν προσωπικό θεό, δεν πρέπει τότε να ντραπείτε ούτε για έναν σωματικό θεό. Μια αφηρημένη και άχρωμη προσωπικότης, μια προσωπικότης χωρίς σώμα και χωρίς αίμα, είναι ένα ανύπαρκτο φάντασμα». Μόνον ο Χριστός είναι ο προσωπικός θεός, ο πραγματικά αληθινός θεός των Χριστιανών. Μόνον Αυτός αντιστοιχεί στην λαχτάρα προς έναν προσωπικό θεό, επειδή μόνον σ’ Αυτόν ικανοποιούνται η Φαντασία και το αίσθημα.
Τοποθετώντας σαν Αρχή Γενέσεως τής Τριάδος το μοναδικό πρόσωπο του Χριστού, ο Φώυερμπαχ εξηγώντας το παιχνίδι του, δηλώνει πως η Τριάδα προεβλήθη στον φανταστικό ουρανό της θρησκείας επειδή χρησίμευε σαν έκφραση τής ανθρώπινης επιθυμίας να βρεθεί σε κοινωνία. Η μυστική πηγή τής Τριάδος είναι η ανάγκη τής κοινωνικής ζωής, η ανάγκη του Εσύ για το Εγώ: Κανένα όν (ακόμη και αν ονομάζεται άνθρωπος ή θεός ή πνεύμα ή Εγώ) δεν είναι καθ’ εαυτό και μόνον αληθινό, τέλειο, απόλυτο. Μόνον ο δεσμός, η ενότης τών όντων στην ίδια ουσία συστήνει την αλήθεια και την τελειότητα! Το Τριαδικό Χριστιανικό δόγμα περιέχει το Μυστήριο της κοινωνικής ουσίας των ανθρώπων: πολλαπλότης ανθρώπων, ενότης της ανθρωπότητος. Στο φως τής Τριάδος πιστοποιείται ότι η ανθρώπινη ουσία δεν βρίσκεται σε κάποιο ιδιαίτερο άτομο, αλλά σε ολόκληρη την ανθρωπότητα. Ο άνθρωπος είναι ένα “γενικό όν” το οποίο υπάρχει και σώζεται μόνον στο Όλον.
Το ανθρώπινο πρόσωπο στην πρωτογενή και μοναδική σύστασή του βρίσκεται έξω από τα ενδιαφέροντα τού Φόυερμπαχ. Δεν μπορούσε όμως να είναι διαφορετικά εφόσον η αντιπαράθεση γινόταν με τον Hegel. Ο Φόυερμπαχ, ο φιλόσοφος που θεολογούσε σ’ όλη την διάρκεια της ζωής του παρότι ήθελε να κάνει αντί-θεολογία, δεν μπόρεσε ποτέ του να αντιληφθεί, όπως και οι περισσότεροι σύγχρονοί του θεολόγοι, πως ο πραγματικός άνθρωπος είναι ο μοναδικός άνθρωπος και δεν είναι “το γενικό όν” και πως δεν μπορεί να είναι μια απλή, περαστική στιγμή του είδους του. Η εποχή του μιλούσε συνεχώς, μέχρι ναυτίας, για αυτοσυνειδησία και υποκειμενικότητα. Δεν είχαν όμως δίκαιο, αν και από αντίθετες όχθες, ο Κίρκεγκαρντ και ο Στίρνερ, να διαμαρτύρονται με όλες τους τις δυνάμεις, πως η πολιτισμένη τους εποχή έτρεφε στην πραγματικότητα την πιο βαθιά απόρριψη για το άτομο, για την πραγματική Persona, για το υπαρκτό πρόσωπο;
Αμέθυστος
ΚΑΙ ΟΜΩΣ ΕΙΝΑΙ ΠΟΛΥΤΙΜΟΣ:
"Ό,τι και να λέγεται περί τού θείου δεν είναι παρά κατηγόρημα του ανθρωπίνου υποκειμένου. Η συνείδηση δεν είναι ο θεός ο οποίος γίνεται συνειδητός μέσα μου, όπως ήθελε ο Hegel, αλλά είναι στην πραγματικότητα η δική μου συνείδηση αυτού που είμαι".
ΤΟ ΠΡΟΣΩΠΟ ΕΙΝΑΙ Η ΕΜΠΕΙΡΙΑ ΤΟΥ ΚΑΤ' ΕΙΚΟΝΑ ΚΑΙ ΚΑΘ' ΟΜΟΙΩΣΙΝ ΤΗΝ ΟΠΟΙΑ ΤΑΥΤΙΖΩ ΜΕ ΤΟΝ ΑΚΤΙΣΤΟ ΘΕΟ ΚΑΙ ΚΑΤΑΛΗΓΩ ΝΑ ΤΑΥΤΙΣΩ ΤΗΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΤΡΙΑΔΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΔΙΟ ΚΑΙ ΝΑ ΠΙΣΤΕΥΩ ΟΤΙ Ο ΧΡΙΣΤΟΣ ΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΔΥΝΑΤΟΤΗΤΑ, ΑΠΟΚΑΤΕΣΤΗΣΕ ΤΗΝ ΔΥΝΑΤΟΤΗΤΑ ΤΟΥ ΚΤΙΣΤΟΥ ΝΑ ΖΕΙ ΜΕ ΤΟΥΣ ΟΡΟΥΣ ΤΟΥ ΑΚΤΙΣΤΟΥ.
ΚΑΙ Ο ΛΥΚΟΣ ΕΓΙΝΕ ΘΕΟΣ ΚΑΙ ΠΟΙΜΑΙΝΕΙ ΤΑ ΠΡΟΒΑΤΑ ΤΟΥ, ΟΧΙ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ, ΤΑ ΔΙΚΑ ΤΟΥ.
Αμέθυστος
Στις πηγές της νεωτερικής θεολογίας (ΧXV)
ΦΟΥΕΡΜΠΑΧ – Feuerbach
Το θείο Είναι, δηλώνει ο Φόυερμπαχ, δεν είναι άλλο παρά το Είναι τού ανθρώπου τού ελευθερωμένου από τα όρια του ατόμου, καθώς όλα τα χαρακτηριστικά τού θείου Είναι αποτελούν τα χαρακτηριστικά του ανθρώπου. «Η συνείδηση που έχει ο άνθρωπος τού θεού είναι η Γνώση που έχει ο άνθρωπος τού εαυτού του». Ο Φόυερμπαχ δεν θέλει, όπως ο Hegel, να ξαναενώσει την γνώση και την πίστη, κλείνοντας την θρησκεία μέσα σ’ ένα σύστημα, για να την υπερβεί με τον στοχασμό. Αντιθέτως επιθυμεί να υποβάλλει την θρησκεία σε μια γενετικο-κριτική ανάλυση στοχεύοντας στην απομυστικοποίηση τής δογματικής της υποδομής, για να κατορθώσει να βρει σε συγκεκριμένες ανθρώπινες ανάγκες την εξήγηση των θρησκευτικών αναπαραστάσεων. Προσπαθώντας λοιπόν -λέει- να αντιπαραθέσουμε ένα άπειρο θείο στο πεπερασμένο για να κατορθώσουμε να το αποκτήσουμε, να το κατακτήσουμε στην αυτοσυνειδησία τού πνεύματος, αυτό είναι καθαρή ψευδαίσθηση. Ό,τι και να λέγεται περί τού θείου δεν είναι παρά κατηγόρημα του ανθρωπίνου υποκειμένου. Η συνείδηση δεν είναι ο θεός ο οποίος γίνεται συνειδητός μέσα μου, όπως ήθελε ο Hegel, αλλά είναι στην πραγματικότητα η δική μου συνείδηση αυτού που είμαι. «Αποκτούμε -λέει ο Φόυερμπαχ- μια αληθινή τέλεια ενότητα τού θείου Είναι και τού ανθρωπίνου, δηλαδή την ενότητα τού ανθρωπίνου Είναι με τον εαυτό του, μόνον εάν καταργήσουμε μια συγκεκριμένη φιλοσοφία τής θρησκείας, μια θεολογία διακεκριμένη από την ψυχολογία ή την ανθρωπολογία, μόνον εάν αναγνωρίσουμε την ίδια την ανθρωπολογία σαν θεολογία».
Homo homini Deus. Ο άνθρωπος για τον άνθρωπο θεός!
Ο Φόυερμπαχ κατανοεί πως η κρυμμένη καρδιά τού Εγελιανού συστημάτος είναι το τριαδικό δόγμα. Αλλά θέλει να αποκαλύψει την μυστική ανθρωπολογική ουσία. Όταν διαφορετικές και αντιφατικές μεταξύ τους ποιότητες ενώνονται σ’ ένα μοναδικό Είναι και αυτό το Είναι γίνεται κατανοητό σαν κάτι προσωπικό, δηλαδή όταν η προσωπικότης αναδεικνύεται σαν κάτι ιδιαίτερο, τότε έχουμε ήδη ξεχάσει πως αυτό που αντανακλάται στην αναπαράσταση, σαν δεδομένο ανεξάρτητο και αποκομμένο από το υποκείμενο, ήταν πρωτογενώς το αληθινό υποκείμενο.
Έτσι λοιπόν -ισχυρίζεται ο Φόυερμπαχ- η συνείδηση που έχει ο άνθρωπος για τον εαυτό του, στην πληρότητά του, εκφράζεται στην Τριάδα. Η Τριάδα ανακεφαλαιώνει και ενώνει σε ένα μοναδικό ΕΙΝΑΙ όλες τις ιδιότητες, τις ποιότητες του ανθρώπου «και γι’ αυτό μειώνει το καθολικό Είναι, δηλαδή τον θεό σαν θεό, σ’ ένα ιδιαίτερο όν, σε μία ιδιαίτερη εξουσία». Πρωτογενώς η Τριάδα δεν είναι τίποτε άλλο από την ανακεφαλαίωση των ουσιωδών και βασικών ιδιοτήτων τις οποίες διακρίνει ο άνθρωπος στην φύση του. Αυτές οι διαφορετικές ιδιότητες ενός μοναδικού ανθρωπίνου όντος παρουσιάζονται σαν ουσίες, σαν θεία πρόσωπα. Αυτά που υπάρχουν στον Θεό σαν υποστάσεις, υποκείμενα, πρόσωπα είναι όπως ακριβώς αυτές οι ιδιότητες που διακρίνονται και παρουσιάζονται στον άνθρωπο. Μόνον στην αναπαράσταση τής προσωπικότητας του θεού, η ανθρώπινη προσωπικότης αποξενώνει από τον εαυτό της, τις ιδιότητές της. Η προσωπικότητα του θεού όμως υπάρχει μόνον στην φαντασία. Γι’ αυτό και οι βασικές ιδιότητες του θεού είναι υποστάσεις, πρόσωπα μόνον για την φαντασία, για την σκέψη δεν είναι παρά ιδιότητες.
Η Τριάδα είναι η αντίφαση πολυθεϊσμού και μονοθεϊσμού, φαντασίας και Γνώσεως, ψευδαισθήσεως και πραγματικότητος. «Η φαντασία είναι η Τριάδα, η νόηση είναι η ενότης των προσώπων. Για την νόηση τα τρία διακεκριμένα πρόσωπα δεν είναι άλλο από διακρίσεις, για την φαντασία οι διακρίσεις είναι τρία διακεκριμένα πρόσωπα τα οποία καταστρέφουν την ενότητα του θείου Είναι. Για την νόηση τα τρία Θεία πρόσωπα είναι φαντάσματα, για την δημιουργική φαντασία, την διάνοια είναι όντα. Η Τριάδα απαιτεί από τον άνθρωπο να σκέφτεται το αντίθετο από αυτό που διανοείται και να διανοείται το αντίθετο απ’ αυτό που σκέπτεται. Απαιτεί να σκεπτόμαστε τα φαντάσματα σαν όντα».
Πιο συγκεκριμένα όμως ποια είναι -σύμφωνα με την λογική του Φόυερμπαχ- η ανθρωπολογική γένεση τής Χριστιανικής Τριάδος, δηλαδή σε ποιες ανθρώπινες ανάγκες ανταποκρίνονται οι διανοητικές του προβολές; Επειδή η συνείδηση που έχει ο άνθρωπος για τον εαυτό του στην ζωντανή του πληρότητα πραγματοποιείται μόνον στην ολοκληρωμένη ενότητα του Εγώ και του Εσύ, απαντά ο Φώυερμπαχ, νά που ο θεός στην θρησκευτική του αναπαράσταση δεν μπορεί να είναι μόνος, πρέπει να περιλαμβάνει στην μοναδική του ουσία διακεκριμένα πρόσωπα. Και γι’ αυτό έχουμε τον Θεό πατέρα και τον Θεό Υιό. Ο Θεός Πατήρ είναι το ΕΓΩ, ο Θεός Υιός είναι το ΕΣΥ. Το Εγώ είναι η νοημοσύνη. Το Εσύ είναι η αγάπη. Η αγάπη ενωμένη με την νοημοσύνη και η νοημοσύνη ενωμένη με την αγάπη είναι πνεύμα, είναι ο ολοκληρωμένος άνθρωπος. Δεν υπάρχει όμως στην Τριάδα και ένα τρίτο πρόσωπο; Καθώς φαίνεται το Άγιο Πνεύμα εμποδίζει τόσο τις σκέψεις του Φόυερμπαχ που το καταργεί. Το Άγιο Πνεύμα ενοχλεί την “συμμετρία”. Το τρίτο πρόσωπο της Τριάδος δεν εκφράζει τίποτε άλλο από την αμοιβαία αγάπη των δύο πρώτων θείων προσώπων: Είναι η ενότης του Υιού με τον Πατέρα, η έννοια της κοινωνίας, τοποθετημένο όμως παράλογα σαν ιδιαίτερο όν, προσωπικό. Το Άγιο Πνεύμα δεν είναι παρά ένα όνομα, μια Λέξη. Η ποιητική φανέρωση της προσωποιήσεως της αμοιβαίας αγάπης ανάμεσα στον Πατέρα και στον Υιό. Ο Φόυερμπαχ δεν θεωρεί αναγκαίο να του αφιερώσει περισσότερη προσοχή. Εάν τα θεία πρόσωπα δεν είναι περισσότερα από δύο, αφού στην έννοια της αγάπης αρκεί ο αριθμός δύο, εμφανίζοντας περισσότερα πρόσωπα ελαττώνουμε την δύναμη τής αγάπης!
Και όμως ο Φώυερμπαχ δεν μένει ούτε στην μείωση τής Τριάδος σε δύο πρόσωπα: Στο τέλος αισθάνεται την ανάγκη να μιλήσει για ένα και μόνον πρόσωπο, αυτό του Χριστού. Ο Χριστός είναι ο Θεός ο οποίος κατέστη γνωστός, προσωπικός. Η ανθρωπότης του θεού είναι η προσωπικότης του. Λέγοντας «Ο Θεός είναι ένα προσωπικό όν» εννοούμε: Ο Θεός είναι ένα ανθρώπινο όν. Ο Θεός είναι άνθρωπος. Η ενασχόληση των συγχρόνων του με την Persona Dei φαίνεται χωρίς καμία βάση στον Φόυερμπαχ. «Εάν δεν ντρέπεστε για έναν προσωπικό θεό, δεν πρέπει τότε να ντραπείτε ούτε για έναν σωματικό θεό. Μια αφηρημένη και άχρωμη προσωπικότης, μια προσωπικότης χωρίς σώμα και χωρίς αίμα, είναι ένα ανύπαρκτο φάντασμα». Μόνον ο Χριστός είναι ο προσωπικός θεός, ο πραγματικά αληθινός θεός των Χριστιανών. Μόνον Αυτός αντιστοιχεί στην λαχτάρα προς έναν προσωπικό θεό, επειδή μόνον σ’ Αυτόν ικανοποιούνται η Φαντασία και το αίσθημα.
Τοποθετώντας σαν Αρχή Γενέσεως τής Τριάδος το μοναδικό πρόσωπο του Χριστού, ο Φώυερμπαχ εξηγώντας το παιχνίδι του, δηλώνει πως η Τριάδα προεβλήθη στον φανταστικό ουρανό της θρησκείας επειδή χρησίμευε σαν έκφραση τής ανθρώπινης επιθυμίας να βρεθεί σε κοινωνία. Η μυστική πηγή τής Τριάδος είναι η ανάγκη τής κοινωνικής ζωής, η ανάγκη του Εσύ για το Εγώ: Κανένα όν (ακόμη και αν ονομάζεται άνθρωπος ή θεός ή πνεύμα ή Εγώ) δεν είναι καθ’ εαυτό και μόνον αληθινό, τέλειο, απόλυτο. Μόνον ο δεσμός, η ενότης τών όντων στην ίδια ουσία συστήνει την αλήθεια και την τελειότητα! Το Τριαδικό Χριστιανικό δόγμα περιέχει το Μυστήριο της κοινωνικής ουσίας των ανθρώπων: πολλαπλότης ανθρώπων, ενότης της ανθρωπότητος. Στο φως τής Τριάδος πιστοποιείται ότι η ανθρώπινη ουσία δεν βρίσκεται σε κάποιο ιδιαίτερο άτομο, αλλά σε ολόκληρη την ανθρωπότητα. Ο άνθρωπος είναι ένα “γενικό όν” το οποίο υπάρχει και σώζεται μόνον στο Όλον.
Το ανθρώπινο πρόσωπο στην πρωτογενή και μοναδική σύστασή του βρίσκεται έξω από τα ενδιαφέροντα τού Φόυερμπαχ. Δεν μπορούσε όμως να είναι διαφορετικά εφόσον η αντιπαράθεση γινόταν με τον Hegel. Ο Φόυερμπαχ, ο φιλόσοφος που θεολογούσε σ’ όλη την διάρκεια της ζωής του παρότι ήθελε να κάνει αντί-θεολογία, δεν μπόρεσε ποτέ του να αντιληφθεί, όπως και οι περισσότεροι σύγχρονοί του θεολόγοι, πως ο πραγματικός άνθρωπος είναι ο μοναδικός άνθρωπος και δεν είναι “το γενικό όν” και πως δεν μπορεί να είναι μια απλή, περαστική στιγμή του είδους του. Η εποχή του μιλούσε συνεχώς, μέχρι ναυτίας, για αυτοσυνειδησία και υποκειμενικότητα. Δεν είχαν όμως δίκαιο, αν και από αντίθετες όχθες, ο Κίρκεγκαρντ και ο Στίρνερ, να διαμαρτύρονται με όλες τους τις δυνάμεις, πως η πολιτισμένη τους εποχή έτρεφε στην πραγματικότητα την πιο βαθιά απόρριψη για το άτομο, για την πραγματική Persona, για το υπαρκτό πρόσωπο;
Αμέθυστος
ΚΑΙ ΟΜΩΣ ΕΙΝΑΙ ΠΟΛΥΤΙΜΟΣ:
"Ό,τι και να λέγεται περί τού θείου δεν είναι παρά κατηγόρημα του ανθρωπίνου υποκειμένου. Η συνείδηση δεν είναι ο θεός ο οποίος γίνεται συνειδητός μέσα μου, όπως ήθελε ο Hegel, αλλά είναι στην πραγματικότητα η δική μου συνείδηση αυτού που είμαι".
ΤΟ ΠΡΟΣΩΠΟ ΕΙΝΑΙ Η ΕΜΠΕΙΡΙΑ ΤΟΥ ΚΑΤ' ΕΙΚΟΝΑ ΚΑΙ ΚΑΘ' ΟΜΟΙΩΣΙΝ ΤΗΝ ΟΠΟΙΑ ΤΑΥΤΙΖΩ ΜΕ ΤΟΝ ΑΚΤΙΣΤΟ ΘΕΟ ΚΑΙ ΚΑΤΑΛΗΓΩ ΝΑ ΤΑΥΤΙΣΩ ΤΗΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΤΡΙΑΔΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΔΙΟ ΚΑΙ ΝΑ ΠΙΣΤΕΥΩ ΟΤΙ Ο ΧΡΙΣΤΟΣ ΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΔΥΝΑΤΟΤΗΤΑ, ΑΠΟΚΑΤΕΣΤΗΣΕ ΤΗΝ ΔΥΝΑΤΟΤΗΤΑ ΤΟΥ ΚΤΙΣΤΟΥ ΝΑ ΖΕΙ ΜΕ ΤΟΥΣ ΟΡΟΥΣ ΤΟΥ ΑΚΤΙΣΤΟΥ.
ΚΑΙ Ο ΛΥΚΟΣ ΕΓΙΝΕ ΘΕΟΣ ΚΑΙ ΠΟΙΜΑΙΝΕΙ ΤΑ ΠΡΟΒΑΤΑ ΤΟΥ, ΟΧΙ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ, ΤΑ ΔΙΚΑ ΤΟΥ.
Αμέθυστος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου