ΑΓΙΟΥ ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΒΕΛΙΜΙΡΟΒΙΤΣ
«ΟΜΙΛΙΑ ΣΤΟ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ ΤΗΣ ΣΥΓΧΩΡΗΣΕΩΣ»(Ματθ. ιη´23-35)
[Β´ Μέρος]
ἀπὸ τὸ βιβλίο
«Ὁμιλίες Δ´-
Ἀπὸ τὴν Κυριακὴ τῶν Ἁγ. Πάντων
ὣς τὴν ἑνδεκάτη Κυριακὴ μετὰ τὴν Πεντηκοστή»,
Ἀθῆναι 2012, μετάφρ. Π. Μπότση,σελ. 197 ἑπ.
Μέρος Α´: ΑΓΙΟΥ ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΒΕΛΙΜΙΡΟΒΙΤΣ «ΟΜΙΛΙΑ ΣΤΟ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ ΤΗΣ ΣΥΓΧΩΡΗΣΕΩΣ»
. Ἂν γνωρίζαμε πόσα μᾶς συγχωροῦνται σιωπηρὰ κάθε μέρα καὶ κάθε ὥρα, ὄχι μόνο ἀπὸ τὸν Θεὸ ἀλλὰ κι ἀπὸ ἀνθρώπους, θὰ τρέχαμε μὲ ντροπὴ νὰ συγχωρέσουμε τοὺς ἄλλους. Πόσα ἀπρόσεχτα ἀλλὰ καὶ προσβλητικὰ λόγια βγαίνουν ἀπὸ τὸ στόμα μας, στὰ ὁποῖα ἡ ἀπάντηση ποὺ δεχτήκαμε εἶναι ἡ σιωπή; Πόσα ἄγρια βλέμματα ρίχνουμε ἀπὸ δῶ κι ἀπὸ κεῖ; Πόσες ἀνάρμοστες πράξεις κάνουμε, σὲ πόσες ἀπαράδεκτες ἐνέργειες προβαίνουμε; Κι οἱ ἄνθρωποι τὰ προσπερνοῦν ὂλ’ αὐτά, δὲν ἐφαρμόζουν τὸ «ὀφθαλμὸν ἀντὶ ὀφθαλμοῦ καὶ ὀδόντα ἀντὶ ὀδόντος». Καὶ τί νὰ ποῦμε γιὰ τὴ συχώρεση τοῦ Θεοῦ; Δὲν ὑπάρχουν ἐπαρκῆ λόγια νὰ τὴν ἐκφράσουν. Γιὰ νὰ περιγράψει κανεὶς τὰ ἀμέτρητα βάθη τῆς ἀγάπης καὶ τῆς συγχωρητικότητας τοῦ Θεοῦ, χρειάζεται λόγος θεϊκός. Καὶ τέτοιος εἶναι ὁ λόγος ποὺ μᾶς δίνει τὸ σημερινὸ εὐαγγέλιο. Ποιός θὰ μποροῦσε στὸν οὐρανὸ ἢ στὴ γῆ νὰ μᾶς ἐξηγήσει καλύτερα καὶ νὰ μᾶς περιγράψει τὰ πράγματα τοῦ Θεοῦ, ἂν ὄχι ὁ ἴδιος ὁ Κύριος Ἰησοῦς Χριστός, ὁ προαιώνιος Υἱὸς τοῦ Θεοῦ; «Οὐδεὶς ἐπιγινώσκει… τὸν πατέρα εἰ μὴ ὁ υἱὸς καὶ ᾧ ἐὰν βούληται ὁ υἱὸς ἀποκαλύψαι» (Ματθ. ια´ 27).
. Ὁ Κύριος Ἰησοῦς φανέρωσε τὴν ἀμέτρητη συγχωρητικότητα τοῦ Θεοῦ στὴν παραβολὴ τοῦ δούλου ἐκείνου ποὺ εἶχε μεγάλο χρέος. Πῆρε ἀφορμὴ γι’ αὐτὸ ἀπὸ τὸν ἀπόστολο Πέτρο, ὅταν τὸν ρώτησε πόσες φορὲς θά ᾽πρεπε νὰ συγχωρεῖ τὶς προσβολὲς τοῦ ἀδελφοῦ του: «ἕως ἑπτάκις;» Στὴν ἐρώτηση αὐτὴ ὁ Κύριος ἀπάντησε μ’ αὐτὰ τὰ πολὺ σημαντικὰ λόγια: «οὐ λέγω σοι ἕως ἑπτάκις, ἀλλ’ ἕως ἑβδομηκοντάκις ἑπτὰ» (Ματθ. ιη´ 22). Προσπάθησε νὰ συγκρίνεις τὶς δύο αὐτὲς προτάσεις καὶ θὰ διαπιστώσεις τὴ διαφορὰ ἀνάμεσα στὸν Θεὸ καὶ τὸν ἄνθρωπο. Ὁ Πέτρος, ὅταν ρώτησε τὸ Διδάσκαλό Του «ἕως ἑπτάκις;», νόμιζε πὼς εἶχε φτάσει στὰ ἀνώτατα ὅρια τῆς συγχωρητικότητας. Ἡ ἀπάντηση τοῦ Κυρίου ὅμως ἦταν: ἕως ἐβδομηκοντάκις ἑπτά! Καὶ σὰν νὰ μὴ τοῦ φάνηκε ἀρκετὸ ἀκόμα κι αὐτὸ τὸ μέτρο, προσέθεσε μετὰ καὶ τὴν ἀκόλουθη παραβολή, γιὰ νὰ ξεκαθαρίσει καλύτερα τὰ πράγματα.
* * *
. «Διὰ τοῦτο ὠμοιώθη ἡ βασίλεια τῶν οὐρανῶν ἀνθρώπῳ βασιλεῖ, ὃς ἠθέλησε συνάραι λόγον μετὰ τῶν δούλων αὐτοῦ» (Ματθ. ιη´ 23). Ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν δὲν προσφέρεται γιὰ περιγραφή, οὔτε μὲ λόγια οὔτε μὲ χρώματα. Ἡ ὁμοιότητά της μπορεῖ ν’ ἀπεικονιστεῖ μόνο μέσα σὲ περιορισμένη ἔκταση, μὲ ὅρους αὐτοῦ τοῦ κόσμου. Ὁ Κύριος χρησιμοποιεῖ παραβολές, ἐπειδὴ εἶναι οὐσιαστικὰ ἀδύνατο νὰ ἐκφράσει μὲ ἄλλα μέσα πράγματα ποὺ δὲν ἀνήκουν σ’ αὐτὸν τὸν κόσμο. Τὸν κόσμο αὐτὸν τὸν ἔχει παραμορφώσει καὶ ἀμαυρώσει ἡ ἁμαρτία. Δὲν ἔχασε ἐντελῶς ὅμως τὴν ὁμοιότητά του μὲ τὸν ἄλλο κόσμο, τὸν ἀληθινό. Ὁ κόσμος αὐτὸς δὲν εἶναι ἀντίγραφο τοῦ ἄλλου, σὲ καμιὰ περίπτωση. Εἶναι ἁπλὰ μία χλωμὴ εἰκόνα καὶ σκιά του. Ἑπομένως ἀνάμεσα στοὺς δύο κόσμους μποροῦμε νὰ κάνουμε σύγκριση ὅπως ἀνάμεσα σὲ κάτι ἀληθινὸ καὶ στὴ σκιά του.
. Κάποιος βασιλιὰς ἀποφάσισε νὰ κανονίσει τοὺς λογαριασμούς του μὲ τοὺς δούλους του, ποὺ ἦταν ὀφειλέτες του. Ἕνας βασιλιὰς δὲν εἶναι ποτὲ ὀφειλέτης στοὺς δούλους του, ἐκεῖνοι τοῦ χρωστᾶνε. «Ἀρξαμένου δὲ αὐτοῦ συναίρειν προσηνέχθη αὐτῷ εἷς ὀφειλέτης μυρίων ταλάντων» (Ματθ. ιη´ 24). Ἕνα τάλαντο ἰσοδυναμεῖ μὲ διακόσιες σαράντα χρυσὲς λίρες. Δέκα χιλιάδες τάλαντα ἀνέρχονται σὲ περίπου δυόμισυ ἑκατομμύρια χρυσὲς λίρες. Αὐτὸ ἦταν ἕνα τεράστιο ποσὸ ἀκόμα καὶ γιὰ μία χώρα, ὄχι γιὰ ἕνα δοῦλο. Τί σημασία ἔχει αὐτὸ ὅμως; Τὸ πλῆθος τῶν ἁμαρτιῶν μας ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ, τῶν ὀφειλῶν μας πρὸς Αὐτόν, εἶναι πολὺ μεγαλύτερο. Ὅταν ὁ Κύριος μιλάει γιὰ τὴν ὀφειλὴ τοῦ δούλου πρὸς τὸ βασιλιά, ἐννοεῖ τὶς ὀφειλές μας στὸν Θεό, γι’ αὐτὸ καὶ ἐπισημαίνει πόσο μεγάλο εἶναι τὸ ὀφειλόμενο ποσό, ποὺ ὅμως σὲ καμιὰ περίπτωση δὲν εἶναι μεγαλύτερο ἀπὸ τὶς ἁμαρτίες τῶν ἀνθρώπων.
. «Μὴ ἔχοντος δὲ αὐτοῦ ἀποδοῦναι ἐκέλευσεν αὐτὸν ὁ κύριος αὐτοῦ πραθῆναι καὶ τὴν γυναίκα αὐτοῦ καὶ τὰ τέκνα καὶ πάντα ὅσα εἶχε, καὶ ἀποδοθῆναι» (Ματθ. ιη´ 25). Τὴν ἐποχὴ ἐκείνη τόσο ὁ ρωμαϊκὸς ὅσο κι ὁ ἰουδαϊκὸς νόμος (Ἕξ. κα´ 2, Λευϊτ. κε´ 39), προέβλεπαν νὰ πουλιοῦνται σκλάβοι οἱ πτωχευμένοι ὀφειλέτες, μαζὶ μὲ τὶς οἰκογένειές τους. Ἀναφέρεται στὴν Ἁγία Γραφὴ πὼς μία χήρα ἔκραζε στὸν προφήτη Ἐλισαῖο: «Ὁ δοῦλος σου ἀνήρ μου ἀπέθανε… καὶ ὁ δανειστὴς ἦλθε λαβεῖν τοὺς δύο υἱούς μου ἑαυτῷ εἰς δούλους» (Δ´ Βασ. δ´ 1). Αὐτὸ ἔκανε κι ὁ βασιλιὰς τῆς παραβολῆς κι ἦταν τόσο δίκαιο ὅσο καὶ νόμιμο.
. Τὸ βαθύτερο νόημα τῆς ἐντολῆς τοῦ βασιλιᾶ ἦταν πώς, ὅταν οἱἁμαρτίες ξεπερνοῦν τὰ ὅρια, ὁ Θεὸς μᾶς στερεῖ ὅλες τὶς δωρεὲς τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ποὺ καταξιώνουν τὸν ἄνθρωπο. Ἡ πώληση τοῦ ὀφειλέτη σημαίνει πὼς ὁ ἁμαρτωλὸς στερεῖται τὸ πρόσωπο ποὺ τοῦ ἔδωσε ὁ Θεός. Ἡ πώληση τῆς γυναίκας του σημαίνει τὴ στέρηση τῶν δώρων τῆς ἀγάπης καὶ τοῦ ἐλέους. Ἡ πώληση τῶν παιδιῶν του ὑποδηλώνει πὼς στερεῖται τὴ δυνατότητα δημιουργίας καὶ ἑνὸς ἔστω ἀγαθοῦ. Καὶ πάντα ὅσα εἶχε, σημαίνει πὼς ἀποξενώνεται ἀπὸ κάθε χαρὰ πνευματικῆς εὐλογίας. Καὶ ἀποδοθῆναι, σημαίνει πὼς ὅλα τὰ θεόσδοτα χαρίσματα ἐπιστρέφουν ἀπὸ τὸν ἁμαρτωλὸ ἄνθρωπο στὸν Θεό, τὴν Πηγὴ καὶ τὸν Κύριο «παντὸς ἀγαθοῦ». «Ἡ εἰρήνη ὑμῶν πρὸς ὑμᾶς ἐπιστραφήτω» ἀπὸ ἕνα σπίτι ποὺ δὲν ἀξίζει, εἶπε ὁ Κύριος στοὺς μαθητές Του (Ματθ. ι´ 13).
. «Πεσὼν οὖν ὁ δοῦλος προσεκύνει αὐτῶ λέγων· κύριε, μακροθύμησον ἐπ’ ἐμοὶ καὶ πάντα σοι ἀποδώσω. σπλαγχνισθεὶς δὲ ὁ κύριος του δούλου ἐκείνου ἀπέλυσεν αὐτὸν καὶ τὸ δάνειον ἀφῆκεν αὐτῷ» (Ματθ. ιη´ 26, 27). Τί ξαφνική, τί ἀπρόσμενη μεταβολή! Πόσο φτηνὸ ἀντίλυτρο τοῦ δανείου, πόσο ἀμέτρητο ἔλεος! Ὁ κακὸς δοῦλος, ποὺ εἶχε σωρεύσει ἕνα τεράστιο χρέος, δὲν εἶχε ποῦ νὰ καταφύγει, οὔτε δεξιὰ οὔτε ἀριστερά. Δὲν μποροῦσε κανένας ἄλλος στὸν κόσμο νὰ τὸν βοηθήσει, ἐκτὸς ἀπὸ τὸ δανειστή του. Ἀπὸ τὴ μιὰ μεριὰ ἦταν ὁ κύριός του κι ἀπὸ τὴν ἄλλη οἱ σύνδουλοί του. Οἱ ἄλλοι δοῦλοι δὲν τολμοῦσαν νὰ τὸν βοηθήσουν, ἐνάντια στὴ θέληση τοῦ κυρίου τους. Ὁ μόνος ποὺ θὰ μποροῦσε νὰ τὸν βοηθήσει, ἦταν ὁ κύριός του, ὁ κριτής του. Ἔτσι κι ἐκεῖνος ἔκανε τὸ μοναδικὸ πράγμα ποὺ τοῦ ἦταν δυνατὸ καὶ λογικό: Ἔπεσε στὰ πόδια τοῦ κυρίου του κι ἐπαιτοῦσε τὸ ἔλεός του. Δὲν τοῦ ζήτησε νὰ τοῦ χαρίσει τὸ χρέος – οὔτε νὰ τὸ σκεφτεῖ αὐτὸ δὲν τολμοῦσε. Τοῦ ζήτησε μόνο παράταση τοῦ χρόνου ἐξόφλησης. Μακροθύμησον ἐπ’ ἐμοὶ καὶ πάντα σοὶ ἀποδώσω, τοῦ εἶπε. Κι ὁ βασιλιάς, ποὺ ἦταν ἀληθινὸς ἄνθρωπος καὶ σωστὸς κριτής, ἀπέλυσεν αὐτὸν καὶ τὸ δάνειον ἀφῆκεν αὐτῷ. Τοῦ χάρισε μία διπλὴ ἐλευθερία: τόσο ἀπὸ τὴ σκλαβιὰ ὅσο κι ἀπὸ τὸ χρέος.
. Δὲν εἶναι αὐτὸ ἕνα πραγματικὰ βασιλικὸ δῶρο; Αὐτὸς ὅμως δὲν εἶναι ὁτρόπος ποὺ συμπεριφέρονται πολλὲς φορὲς οἱ ἐπίγειοι βασιλιάδες. Τέτοιο ἔλεος καὶ μάλιστα μὴ ἀπαιτητό, μόνο ἀπὸ τὸν οὐράνιο Βασιλιὰ μπορεῖ νὰ ἔρθει.Ἐκεῖνος τὸ κάνει αὐτὸ καὶ μάλιστα συχνά. Ὅταν κάποιος ἁμαρτωλὸς συνέρχεται καὶ μετανοεῖ, ὁ οὐράνιος Βασιλιὰς εἶναι ἕτοιμος νὰ τοῦ συγχωρέσει μύριες ἁμαρτίες, νὰ ἐπιστρέψει στὸν ἁμαρτωλὸ ὅλες τὶς δωρεές, ποὺ ἀποστερήθηκε.
. Κανένας ἄνθρωπος δὲν μπορεῖ νὰ φτάσει τὸ μέτρο τῆς εὐεργεσίας τοῦ Θεοῦ. Κανένας δὲν μπορεῖ οὔτε καν νὰ τὴν περιγράφει. «Ἰδοὺ γὰρ ἀπήλειψα ὡς νεφέλην τὰς ἀνομίας σου καὶ ὡς γνόφον τὰς ἁμαρτίας σου· ἐπιστράφηθι πρός με καὶ λυτρώσομαί σε» (Ἠσ. μδ´ 22), εἶπε ὁ Κύριος. Ἐκεῖνος ποὺ ἐπιστρέφει στὸν Θεὸ μὲ εἰλικρινῆ μετάνοια, δέχεται τὴ συγχώρηση τοῦ Θεοῦ γιὰ ὅλες τὶς ἁμαρτίες του. Ὁ Θεὸς τοῦ χαρίζει περισσότερο χρόνο δοκιμασίας, γιὰ νὰ δεῖ κατὰ πόσο ὁ ἁμαρτωλὸς αὐτὸς θὰ μείνει μαζί Του ἢ θὰ τὸν προδώσει.
. Ὅταν ὁ βασιλιὰς Ἐζεκίας βρισκόταν στὸ νεκρικὸ κρεβάτι, γύρισε πρὸς τὸν τοῖχο καὶ προσευχήθηκε στὸν Κύριο θρηνώντας καὶ ζητώντας Του νὰ ἐπιμηκύνει τὴ ζωή του. Ὁ Θεὸς εἰσάκουσε τὴν προσευχή του καὶ τοῦ χάρισε ἄλλα δεκαπέντε χρόνια ζωῆς. Μετὰ ἀπ’ αὐτὸ ὁ Ἐζεκίας εὐχαρίστησε καὶ δοξολόγησε τὸν Θεὸ μὲ τοῦτα δῶ τὰ λόγια: «Εἵλου γάρ μου τὴν ψυχήν, ἵνα μὴ ἀπόληται, καὶ ἀπέρριψας ὀπίσω μου πάσας τὰς ἁμαρτίας» (Ἠσ. λη´ 17). Εὐδόκησες στὴν ψυχή μου καὶ τὴν προφύλαξες ἀπὸ τὸ λάκκο τῆς φθορᾶς, εἶπε. Μὲ λύτρωσες ἀπ’ ὅλες τὶς ἁμαρτίες μου.
. Κάτι ἀνάλογο ἔγινε μὲ τὸ δοῦλο ποὺ ἦταν καταχρεωμένος. Ζήτησε ἀπὸ τὸν Κύριο νὰ μακροθυμήσει, νὰ τοῦ χαρίσει λίγο χρόνο γιὰ νὰ μπορέσει νὰ ἐξοφλήσει τὸ χρέος του. Κι ὁ Κύριος τοῦ χάρισε ὁλόκληρο τὸ χρέος, ἀλλὰ τοῦ ἔδωσε καὶ τὴν ἐλευθερία του. Περίμενε μόνο νὰ δεῖ ὄχι πῶς θὰ κατορθώσει ὁ δοῦλος ἐκεῖνος ν’ ἀποπληρώσει τὸ παλιό του χρέος, ἀλλὰ τί θὰ τοῦ ἀνταποδώσει γιὰ τὴ νέα εὐεργεσία του. Ἂς παρακολουθήσουμε τί ἔκανε στὴ συνέχεια ὁ δοῦλος:
. «Ἐξελθὼν δὲ ὁ δοῦλος ἐκεῖνος εὗρεν ἕνα τῶν συνδούλων αὐτοῦ, ὃς ὄφειλεν αὐτῷ ἑκατὸν δηνάρια, καὶ κρατήσας αὐτὸν ἔπνιγε λέγων· ἀπόδος μοι εἴ τι ὀφείλεις» (Ματθ. ιη´ 28). Ἀφοῦ ὁ κύριός του τὸν συγχώρεσε, τοῦ χάρισε τὸ χρέος καὶ τὸν ἐλευθέρωσε, ὁ δοῦλος βρῆκε κάποιον σύνδουλό του ποὺ τοῦ εἶχε δανείσει χρήματα. Τώρα ὁ δοῦλος φέρθηκε σὰν κύριος στὸν σύνδουλό του. Τότε ὅμως ἔγινε ἕνας φοβερὸς κύριος, δυνάστης. Ἐνῶ ὁ βασιλιὰς εἶχε φερθεῖ στὸν ὀφειλέτη του μ’ ἕναν ἀνθρώπινο καὶ βασιλικὸ τρόπο, ὁ ἴδιος ὀφειλέτης, ποὺ ἡ εὐσπλαχνία τοῦ κυρίου του τὸν εἶχε σώσει ἀπὸ τὸν ὄλεθρο, στὸν σύνδουλο του φέρθηκε σὰν ἄγριο θηρίο. Καὶ γιὰ τί χρέος; Μόλις γιὰ ἑκατὸ δηνάρια! Ὁ βασιλιὰς τοῦ χάρισε τὸ χρέος του, ποὺ ἦταν δέκα χιλιάδες τάλαντα. Κι ὁ ἀχάριστος δοῦλος γιὰ ἕνα ἐλάχιστο ποσὸ ἅρπαξε τὸν σύνδουλό του ἀπὸ τὸν λαιμὸ καὶ τὸν πέταξε στὴ φυλακή, ὡσότου τοῦ πληρώσει τὸ χρέος.
. Αὐτὸς δὲν ἦταν ὁ τρόπος ποὺ διευθετοῦσε ὁ βασιλιὰς τοὺς λογαριασμοὺς μὲ τοὺς δούλους του, ἀλλὰ ἐκεῖνος ποὺ χρησιμοποιοῦσαν οἱ δοῦλοι μεταξύ τους. Ὁ δανειστὴς-δοῦλος ἅρπαξε ἀπὸ τὸ λαιμὸ τὸν χρεώστη-σύνδουλό του καὶ ἀπαιτοῦσε τὴν ἄμεση ἀποπληρωμὴ τοῦ χρέους του.
ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου