ΑΓΙΟΥ ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΒΕΛΙΜΙΡΟΒΙΤΣ
«ΟΜΙΛΙΑ ΣΤΟ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ ΤΗΣ ΣΥΓΧΩΡΗΣΕΩΣ»
[Κυριακὴ ΙΑ´ Ματθ.](Ματθ. ιη´23-35)
[Γ´ Μέρος]
ἀπὸ τὸ βιβλίο
«Ὁμιλίες Δ´-
Ἀπὸ τὴν Κυριακὴ τῶν Ἁγ. Πάντων
ὣς τὴν ἑνδεκάτη Κυριακὴ μετὰ τὴν Πεντηκοστή»,
Ἀθῆναι 2012, μετάφρ. Π. Μπότση,σελ.217 ἑπ.
Μέρος Α´: ΑΓΙΟΥ ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΒΕΛΙΜΙΡΟΒΙΤΣ «ΟΜΙΛΙΑ ΣΤΟ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ ΤΗΣ ΣΥΓΧΩΡΗΣΕΩΣ»Μέρος Β´: ΑΓΙΟΥ ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΒΕΛΙΜΙΡΟΒΙΤΣ «ΟΜΙΛΙΑ ΣΤΟ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ ΤΗΣ ΣΥΓΧΩΡΗΣΕΩΣ»-2
. «Πεσὼν οὖν ὁ σύνδουλος αὐτοῦ εἰς τοὺς πόδας αὐτοῦ παρεκάλει αὐτὸν λέγων· μακροθύμησον ἐπ’ ἐμοὶ καὶ ἀποδώσω σοι» (Ματθ. ιη´ 29). Ἐπαναλήφθηκε τὸ ἴδιο σενάριο ποὺ εἶχε ἐκτυλιχτεῖ λίγο νωρίτερα, ὅταν ὁ κακὸς αὐτὸς δοῦλος εἶχε γονατίσει μπροστὰ στὰ πόδια τοῦ κυρίου του. Εἶχε ζητήσει κι αὐτὸς ἀπὸ τὸν κύριό του νὰ μακροθυμήσει, νὰ τοῦ χαρίσει λίγο χρόνο, κι αὐτὸς θὰ πλήρωνε τὸ χρέος του. Κι ὁ κύριός του ἔνιωσε συμπάθεια καὶ τοῦ χάρισε τὰ μύρια τάλαντα. Ὁ ἴδιος ὅμως, ὅταν ἦρθε ἡ σειρά του, δὲν ἔνιωσε καμιὰ συμπάθεια γιὰ τὸν σύνδουλό του, ποὺ τοῦ χρωστοῦσε μόλις ἑκατὸ δηνάρια. Δὲν ἔδειξε οὔτε ἔλεος οὔτε συγχωρητικότητα, ἀλλὰ «ἔβαλεν αὐτὸν εἰς φυλακὴν ἕως οὗ ἀποδῷ αὐτῷ τὸ ὀφειλόμενον» (Ματθ. ιη´ 30).
. Ἔτσι συμπεριφέρθηκε ὁ δανειστὴς δοῦλος στὸν χρεώστη σύνδουλό του. Ἔτσι συμπεριφέρεται ἄνθρωπος σὲ ἄνθρωπο. Καὶ τέτοια συμπεριφορὰ μετατρέπει τὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ σὲ δικαιοσύνη. Ὅταν ὁ ἄνθρωπος παίζει μὲ τὴν εὐσπλαχνία τοῦ Θεοῦ, πέφτει ὁ ἴδιος στὴ δικαιοσύνη Του. Κι ἡ κρίση αὐτῆς τῆς δικαιοσύνης, ποὺ ἀκολουθεῖ μία περιφρονημένη εὐσπλαχνία, εἶναι φοβερή: «Μὴ πλανᾶσθε, Θεὸς οὐ μυκτηρίζεται· ὃ γὰρ ἐὰν σπείρῃ ὁ ἄνθρωπος, τοῦτο καὶ θερίσει» (Γαλ. ϛ´ 7), βεβαιώνει ὁ ἀπόστολος Παῦλος. Ὅταν γονατίζουμε μπροστὰ στὸν Θεὸ καὶ ζητοῦμε τὸ ἔλεός Του γιὰ τὶς δυσεξαρίθμητες ἁμαρτίες μας κι ἔπειτα πετᾶμε τὸν ἀδελφό μας στὴ φυλακὴ γιὰ μία μοναδικὴ ἁμαρτία, ποὺ ἔκανε καὶ μᾶς προσέβαλε, τότε μυκτηρίζουμε τὸν Θεό. Ἂς μὴν ξεγελιόμαστε. Ὁ Θεὸς δὲν ἐπιτρέπει νὰ τὸν ἐμπαίζουμε, νὰ τὸν μυκτηρίζουμε, νὰ παίζουμε μαζί Του. Τὰ χέρια Του δὲν εἶναι μακριά μας, καὶ τὰ δυό Του χέρια. Τόσο ἐκεῖνο ποὺ μᾶς χαϊδεύει ὅσο κι ἐκεῖνο ποὺ τιμωρεῖ. «Φοβερὸν τὸ ἐμπεσεῖν εἰς χεῖρας Θεοῦ ζῶντος» (Ἑβρ. ι´ 31). Πόσο φοβερὸ εἶναι, φαίνεται καθαρὰ ἀπὸ τὴ συνέχεια τῆς παραβολῆς τοῦ Χριστοῦ:
. «Ἰδόντες δὲ οἱ σύνδουλοι αὐτοῦ τὰ γενόμενα ἐλυπήθησαν σφόδρα, καὶ ἐλθόντες διεσάφησαν τῷ κυρίῳ ἑαυτῶν πάντα τὰ γενόμενα» (Ματθ. ιη´ 31). Ποιοί εἶναι αὐτοὶ οἱ σύνδουλοι, ποὺ εἶδαν τὰ γενόμενα καὶ ἐλυπήθησαν σφόδρα; Εἶναι ἄνθρωποι σπλαχνικοί, ποὺ διαθέτουν πνευματικὴ ἀντίληψη καὶ γνωρίζουν τί θὰ κάνει ὁ Θεὸς στὸν πονηρὸ δοῦλο, ἐκεῖνοι ποὺ βλέπουν μὲ τὰ ἴδια τους τὰ μάτια τὴν ἀνείπωτη κακία τοῦ πονηροῦ δούλου καὶ κραυγάζουν στὸν Θεό. Θὰ μπορούσαμε νὰ ποῦμε πὼς αὐτὸ ἀναφέρεται καὶ στοὺς ἀγγέλους, ποὺ θὰ μποροῦσαν νὰ ὀνομαστοῦν κι αὐτοὶ σύνδουλοι τῶν ἀνθρώπων, ἀφοῦ κι οἱ δύο βρίσκονται στὴν ὑπηρεσία τοῦ Θεοῦ ἢ κι ἐπειδή, σύμφωνα μὲ τὰ λόγια του Κυρίου, ὅσοι εἶναι ἄξιοι γιὰ τὸν ἄλλο κόσμο, εἶναι «ἰσάγγελοι» (Λουκ. κ´ 36).
. Περιττεύει νὰ ποῦμε πὼς οὔτε οἱ σπλαγχνικοὶ ἄνθρωποι οὔτε κι οἱ ἄγγελοι πρέπει νὰ πληροφορήσουν τὸν Θεὸ γιὰ ὅ,τι γίνεται στὸν κόσμο, γιὰ νὰ τὸ μάθει κι ὁ Θεὸς μ’ αὐτὸν τὸν τρόπο. Ὁ Ὕψιστος Θεὸς εἶναι παντογνώστης καὶ παντεπόπτης. Ὅλα ὅσα βλέπουν κι ἀντιλαμβάνονται ἄγγελοι καὶ ἄνθρωποι, γίνονται μὲ τὴ βοήθεια τοῦ Θεοῦ. Γιατί ἀναφέρει τότε πὼς οἱ σύνδουλοι εἶδαν αὐτὸ ποὺ ἔκανε ὁ ἄσπλαγχνος δοῦλος καὶ τὸ ἀνέφεραν στὸν κύριό τους; Γιὰ νὰ δείξει τὴ συμπάθεια ποὺ δείχνουν οἱ καλοὶ ἄνθρωποι κι οἱ ἄγγελοι. Εἶναι θέλημα τοῦ ἴδιου τοῦ Θεοῦ, ὥστε ὅλοι οἱ πιστοὶ δοῦλοι Του νὰ χαίρονται μὲ τὸ καλὸ καὶ νὰ θλίβονται μὲ τὴν ἁμαρτία. Οἱ λυπημένοι δοῦλοι τότε ἦρθαν καὶ πληροφόρησαν τὸν κύριό τους γιὰ ὅσα ἔγιναν.
. «Τότε προσκαλεσάμενος αὐτὸν ὁ κύριος αὐτοῦ λέγει αὐτῷ· δοῦλε πονηρέ, πᾶσαν τὴν ὀφειλὴν ἐκείνην ἀφῆκα σοι, ἐπεὶ παρεκάλεσάς με. οὐκ ἔδει καὶ σὲ ἐλεῆσαι τὸν σύνδουλόν σου, ὡς καὶ ἐγώ σε ἠλέησα;» (Ματθ. ιη´ 32, 33). Ὁ βασιλιὰς δὲν θὰ τιμωρήσει τὸν πονηρὸ δοῦλο προτοῦ καταγγείλει μπροστά του τὴν κακία του. Μ’ αὐτὸν τὸν τρόπο θὰ ἐνεργήσει ὁ Κύριος καὶ στὴν Τελικὴ Κρίση. Θὰ στραφεῖ σ’ ἐκείνους ποὺ στέκονται στὰ δεξιά Του, θὰ τοὺς καλέσει στὴν αἰώνια μακαριότητα καὶ θὰ τοὺς ἐξηγήσει γιατί κρίθηκαν ἄξιοι. Μετὰ θὰ στραφεῖ σ’ ἐκείνους ποὺ στέκονται ἀριστερά Του, θὰ τοὺς ὁδηγήσει στὴν αἰώνια κόλαση καὶ θὰ τοὺς ἐξηγήσει ἐπίσης γιατί καταδικάστηκαν νὰ πᾶνε ἐκεῖ. Ὁ Κύριος θέλει νὰ γνωρίζουν ὅλοι γιατί κρίθηκαν ἄξιοι γιὰ ἀνταπόδοση ἢ γιὰ τιμωρία, ὥστε κανένας νὰ μὴ σκεφτεῖ πὼς ὁ Θεὸς τοὺς μεταχειρίστηκε ἄδικα.. Ὁ Θεὸς καλεῖ πρῶτα τὸν πονηρὸ δοῦλο καὶ τὸν ἀπομακρύνει γιὰ πάντα ἀπὸ κοντά Του. Τὸ πονηρὸ δὲν μπορεῖ νὰ ἔχει κάτι κοινὸ μὲ τὸ καλό. Ἀμέσως μετὰ ἀποδείχνεται γιατί ὁ Θεὸς ἀποκάλεσε τὸν δοῦλο αὐτὸν πονηρό: πᾶσαν τὴν ὀφειλὴν ἐκείνην ἀφῆκα σοι. Ὁ Θεὸς δὲν μπαίνει σὲ λεπτομέρειες. Δὲν λέει: «σοῦ χάρισα τὸ δάνειο δέκα χιλιάδων ταλάντων καὶ σὺ δὲν χάρισες στὸν σύνδουλό σου τὸ δικό του χρέος, τὰ ἑκατὸ δηνάρια». Λέει ἁπλά: πᾶσαν τὴν ὀφειλήν. Ἐλπίζει ἔτσι νὰ διεγείρει στὸν ἁμαρτωλὸ τὴ συναίσθηση τοῦ μεγάλου χρέους του. Ἐπεὶ παρεκάλεσάς με.
. Ὁ Κύριος δὲν μπαίνει καὶ δῶ σὲ λεπτομέρειες. Ἀποσιωπᾶ ὅσα προηγήθηκαν τῆς παράκλησης τοῦ δούλου, τὸ ὅτι ἔπεσε στὰ πόδια Του γονατιστὸς καὶ τὸν παρακάλεσε. Οἱ δύο αὐτὲς πράξεις σημαίνουν μετάνοια. Καὶ τῆς μετάνοιας προηγήθηκε ἡ προσευχή. Ἡ προσευχὴ χωρὶς μετάνοια εἶναι χωρὶς νόημα, ἀνενεργή. Ἀπὸ τὴ στιγμὴ ὅμως ποὺ ἡ προσευχὴ θὰ συνδεθεῖ μὲ τὴ μετάνοια, ὁ Θεὸς τὴν εἰσακούει. Ὁ δοῦλος μὲ τὸ ὑπέρογκο χρέος στὴν ἀρχὴ ἔδειξε πραγματικὴ μετάνοια κι ἔτσι ζήτησε ἀπὸ τὸν κύριό του νὰ μακροθυμήσει. Ἡ προσευχή του εἰσακούστηκε ἀμέσως κι ὁ κύριος τοῦ ἔδωσε περισσότερα ἀπ’ ὅσα ζητοῦσε. Τοῦ χάρισε ὁλόκληρο τὸ χρέος. Ὁ κύριος συνέχισε χαρακτηρίζοντας τὴν κακία τοῦ δούλου αὐτοῦ πρὸς τὸν συνδουλό του κι αὐτὸ τὸ ἔκανε μὲ ἐρώτηση. Γιὰ ποιό λόγο; Γιατί δὲν τοῦ εἶπε: «Ἐγὼ σοῦ ἔδειξα ἔλεος, ἐσὺ ὅμως φέρθηκες ἄσπλαγχνα στὸν σύνδουλό σου», ἀλλὰ οὐκ ἔδει καὶ σὲ ἐλεῆσαι τὸν σύνδουλόν σου, ὡς καὶ ἐγὼ σὲ ἠλέησα; Τό ᾽κανε αὐτό, ὥστε ὁ πονηρὸς δοῦλος νὰ συνειδητοποιήσει πὼς δὲν εἶχε τί ν’ ἀπαντήσει, ὥστε ὁ κύριος νὰ τὸν φέρει σὲ ἀμηχανία, ἀνίκανο νὰ μιλήσει καὶ νὰ πεῖ κάτι. Τοῦ ἔδωσε τὴν εὐκαιρία νὰ μιλήσει γιὰ νὰ ὑπερασπιστεῖ τὸν ἑαυτό του, ἂν εἶχε κάτι νὰ πεῖ. Ὅταν ὁ ὑπηρέτης τοῦ ἀρχιερέα χτύπησε τὸν Κύριο στὸ μάγουλο καὶ τὸν ρώτησε: «Οὕτως σὺ ἀποκρίνη τῷ ἀρχιερεῖ;», ὁ Κύριος Ἰησοῦς τοῦ ἀπάντησε: «Εἰ κακῶς ἐλάλησα, μαρτύρησον περὶ τοῦ κακοῦ· εἰ δὲ καλῶς, τί μὲ δέρεις;» (Ἰωάν. ιη´ 22-23). Παρόμοια ἀπάντηση μὲ τοῦ Χριστοῦ ἔπρεπε νὰ δώσει κι ὁ δοῦλος, ἀντὶ τῆς ἔνοχης σιωπῆς του. Τέτοια ἀπάντηση ὅμως θὰ ἦταν σὰ νά ᾽ριχνε κάρβουνα ἀναμμένα στὸ κεφάλι του καὶ κάτω ἀπὸ τὰ πόδια του. Ὁ τρόπος αὐτός, τοῦ νὰ ἐκθέτει κανεὶς τὴν ἐνοχὴ τοῦ ἄλλου, χρησιμοποιεῖται κι ἀπὸ τὸν βασιλιὰ τῆς σημερινῆς εὐαγγελικῆς περικοπῆς: οὐκ ἔδει καὶ σὲ ἐλεῆσαι τὸν σύνδουλόν σου;
. Στὴν ἀρχὴ εἴχαμε τὸν τρόμο τῆς σιωπῆς κι ὕστερα ἀκολούθησε ὁ τρόμος τῆς καταδίκης: «Καὶ ὀργισθεὶς ὁ κύριος αὐτοῦ παρέδωκεν αὐτὸν τοῖς βασανισταῖς ἕως οὐ ἀποδῷ πᾶν τὸ ὀφειλόμενον αὐτῷ» (Ματθ. ιη´ 34). Ὅταν τὸ ἔλεος ἀντιστρέφεται καὶ γίνεται δίκαιη καταδίκη, τότε ὁ Θεὸς γίνεται φοβερός. Ὁ μακάριος Δαβὶδ λέει στὸ Θεό: «Σὺ φοβερὸς εἶ, καὶ τίς ἀντιστήσεταί σοι; ἀπὸ τότε ἡ ὀργή σου» (Ψαλμ. ΟΕ´ 8). Κι ὁ προφήτης Ἠσαΐας: «Ἰδοὺ τὸ ὄνομα Κυρίου ἔρχεται διὰ χρόνου πολλοῦ, καιόμενος ὁ θυμὸς» (Λ´ 27).
. Ὁ βασιλιὰς τότε ὀργίστηκε πολὺ ἐναντίον τοῦ ἄσπλαγχνου δούλου καὶ τὸν παράδωσε στοὺς βασανιστὲς – στὰ πονηρὰ πνεύματα, ἀφοῦ ἐκεῖνα εἶναι ποὺ βασανίζουν πραγματικὰ τὸ ἀνθρώπινο γένος. Σὲ ποιόν θὰ μποροῦσε νὰ παραδοθεῖ ἐκεῖνος ποῦ εἶχε ἀπομακρυνθεῖ ἀπὸ τὸν Θεὸ γιὰ τὴν ἀσπλαχνία του, αὐτὸς ποῦ ὁ Θεὸς τὸν ἀποκαλεῖ πονηρὸ δοῦλο, ἂν ὄχι σ’ ἐκεῖνον ποὺ προκαλεῖ τὸ μεγαλύτερο κακό, στὸ διάβολο; Γιατί λέει: ἕως οὗ ἀποδῷ πᾶν τὸ ὀφειλόμενον αὐτῷ; Γιὰ νὰ δείξει πὼς εἶχε ἤδη καταδικαστεῖ στὰ αἰώνια βάσανα. Πρῶτα πρῶτα εἶναι ἐντελῶς ἀπίθανο γιὰ ἕναν ἄνθρωπο μὲ τέτοιο χρέος νὰ μπορέσει ποτὲ νὰ τὸ ἐξοφλήσει. Καὶ δεύτερον, ἐπειδὴ ὁ Θεὸς δὲν ἀπαγγέλει ποτὲ τέτοια τελικὴ καταδίκη στὸν ἄνθρωπο σ’ αὐτὴ τὴ ζωή, παρὰ μόνο μετὰ τὸν θάνατο, ὁπότε δὲν ὑπάρχει πιὰ δυνατότητα γιὰ μετάνοια, οὔτε καὶ γιὰ τὴν ἐξόφληση τοῦ χρέους τῶν ἁμαρτιῶν ποὺ ἔκανε σ’ αὐτὴ τὴ ζωή.
. «Οὕτω καὶ ὁ πατήρ μου ὁ ἐπουράνιος ποιήσει ὑμῖν, ἐὰν μὴ ἀφῆτε ἕκαστος τῷ ἀδελφῷ αὐτοῦ ἀπὸ τῶν καρδιῶν ὑμῶν τὰ παραπτώματα αὐτῶν» (Ματθ. ιη´ 35). Αὐτὸ εἶναι τὸ τέλος τῆς παραβολῆς κι αὐτὴ εἶναι ἡ οὐσία τοῦ θέματος. Δὲν ὑπάρχει ἐπιφύλαξη ἢ κάποιο διφορούμενο στὰ λόγια αὐτά. Ὁ Θεὸς θὰ συμπεριφερθεῖ ἀπέναντί μας μὲ τὸν τρόπο ποὺ ἐμεῖς συμπεριφερόμαστε στὸν ἀδελφό μας. Ὁ Κύριος Ἰησοῦς μᾶς τὸ ξεκαθάρισε αὐτὸ καὶ μαζί Του δὲν ὑπάρχει πιθανότητα λάθους ἢ ἔλλειψη γνώσης. Σ’ αὐτὴν τὴν περίπτωση ὁ Χριστὸς δὲν εἶπε «ὁ Πατέρας σου», ἀλλὰ «ὁ πατήρ μου ὁ ἐπουράνιος». Ἤθελε μ’ αὐτὸν τὸν τρόπο νὰ δείξει πὼς ἂν δὲν συγχωρήσουμε τὸν ἀδελφό μας γιὰ τὶς ἁμαρτίες του, χάνουμε τὸ δικαίωμα νὰ ὀνομάσουμε Πατέρα μας τὸν Θεό. Ὁ Κύριος ἐπισημαίνει ἐπίσης μὲ ποιὸν τρόπο πρέπει νὰ γίνει ἡ συχώρεση: ἀπὸ τῶν καρδιῶν ὑμῶν. Ὁ βασιλιὰς συγχώρεσε τὸ χρέος τοῦ δούλου του μὲ τὴν καρδιά του, γι’ αὐτὸ καὶ λέει, σπλαγχνισθεὶς δὲ ὁ κύριος… Κι ἡ εὐσπλαγχνία, τὸ ἔλεος, προέρχεται ἀπὸ τὴν καρδιά.
. Ἂν δὲ συγχωρήσουμε τὸν ἀδελφό μας κι ἂν δὲν τὸ κάνουμε αὐτὸ ἀπὸ τὴν καρδιά μας, μὲ συμπάθεια κι ἀγάπη, τότε κι ὁ Θεός, ὁ κοινὸς Δημιουργός μας, θὰ φερθεῖ σ’ ἐμᾶς ὅπως κι ὁ βασιλιὰς ἐκεῖνος τῆς παραβολῆς στὸν ἀνελεήμονα δοῦλο. Θὰ παραδοθοῦμε στοὺς βασανιστὲς – στὰ πονηρὰ πνεύματα – ποὺ θὰ μᾶς βασανίζουν αἰώνια στὸ βασίλειο τοῦ σκότους, ἐκεῖ ὅπου ὁ κλαυθμὸς κι ὁ βρυγμὸς τῶν ὀδόντων εἶναι ἀτελεύτητος. Ἂν δὲν ἦταν ἔτσι, δὲν θὰ μᾶς τὸ εἶχε πεῖ ὁ Κύριος. Δὲν τὸ εἶπε μόνο στὸ κείμενο τῆς παραβολῆς τοῦ ἄσπλαχνου δούλου αὐτό, ἀλλὰ καὶ σὲ ἀρκετὲς ἄλλες περιπτώσεις: «Ἐν ᾧ γὰρ κρίματι κρίνετε κριθήσεσθε, καὶ ἐν ᾧ μέτρῳ μετρεῖτε μετρηθήσεται ὑμῖν» (Ματθ. ζ´ 2).
* * *
. Ἡ διδαχὴ αὐτὴ εἶναι ἀκριβῶς ἴδια μ’ ἐκείνην τῆς σημερινῆς εὐαγγελικῆς περικοπῆς, χωρὶς κανένα διφορούμενο, χωρὶς καμιὰ ἐπιφύλαξη. Τὴν ἴδια ἀκριβῶς διδαχὴ μᾶς ἔκανε ὁ Κύριος καὶ μὲ τὴ μεγαλύτερη προσευχὴ ποὺ μᾶς παρέδωσε, τὴν Κυριακὴ προσευχή: «Καὶ ἄφες ἡμῖν τὰ ὀφειλήματα ἡμῶν, ὡς καὶ ἡμεῖς ἀφίεμεν τοῖς ὀφειλέταις ἡμῶν» (Ματθ. ϛ´ 12). Ὅταν λέμε ἀπὸ τότε τὸ “Πάτερ ἡμῶν”, ἀνανεώνουμε τὴ συμφωνία μας μὲ τὸν Θεό. Τοῦ λέμε νὰ μᾶς φερθεῖ ὅπως φερόμαστε κι ἐμεῖς στοὺς δικούς μας ἀνθρώπους. Νὰ μᾶς ἐλεήσει, ὅπως ἐλεοῦμε κι ἐμεῖς, νὰ μᾶς συγχωρήσει, ὅπως συγχωροῦμε κι ἐμεῖς αὐτοὺς ποὺ μᾶς προσβάλλουν.
. Πόσο εὔκολα δίνουμε ἐντολὲς στὸν Θεό, τί φοβερὴ εὐθύνη ἀναλαμβάνουμε γιὰ τὸν ἑαυτό μας! Στὸ Θεὸ εἶναι εὔκολο νὰ μᾶς συγχωρέσει, στὸ μέτρο ποὺ συγχωροῦμε κι ἐμεῖς τοὺς ἄλλους. Τοῦ εἶναι εὔκολο νὰ συγχωρέσει σὲ ὅλους μας κάποιο χρέος ἀπὸ δέκα χιλιάδες τάλαντα. Ἐμεῖς εἴμαστε ἕτοιμοι νὰ συγχωρέσουμε μὲ τέτοια θεϊκὴ εὐκολία χρέος ἑκατὸ δηναρίων ποῦ μᾶς ὀφείλει ὁ ἄδελφός μας; Πιστέψτε μέ, ὅσο μεγάλο κι ἂν εἶναι τὸ χρέος κάποιου ἀνθρώπου πρὸς τὸν συνάνθρωπό του, ὅσο κι νὰ ἁμάρτησε ἕνας ἄνθρωπος στὸν ἀδελφὸ ἢ τὸν φίλο του, τὸ χρέος αὐτὸ δὲν θὰ ξεπερνᾶ τὰ ἑκατὸ δηνάρια, σὲ σύγκριση μὲ τὸ τεράστιο χρέος ποὺ ὀφείλει ὁ καθένας μας στὸν Θεό. Ὅλοι μας, χωρὶς ἐξαίρεση, εἴμαστε καταχρεωμένοι στὸν Θεό. Ὁποτεδήποτε σκεφτοῦμε νὰ ὁδηγήσουμε τοὺς συνανθρώπους μας στὸ δικαστήριο γιὰ τὰ χρέη του, πρέπει νὰ σκεφτοῦμε πὼς ἐμεῖς χρωστᾶμε στὸν Θεὸ ἀπείρως περισσότερα. Ἐκεῖνος ὅμως μακροθυμεῖ, περιμένει, ὑπομένει καὶ μᾶς συγχωρεῖ. Πρέπει νὰ θυμόμαστε πὼς μὲ ὅποιο μέτρο μετρᾶμε τοὺς ἄλλους, θὰ μετρηθοῦμε κι ἐμεῖς. Πάνω ἀπ’ ὅλα πρέπει νὰ θυμόμαστε τὰ λόγια ποὺ εἶπε ὁ Χριστὸς πάνω στὸ σταυρό: «Πάτερ, ἄφες αὐτοῖς!» (Λουκ. κγ´ 24). Ὅποιος ἔχει ἔστω καὶ λίγη συνείδηση, θὰ ντραπεῖ, ὅταν τὰ θυμηθεῖ αὐτὰ καὶ θὰ τραβήξει τὸ χέρι του, δὲν θὰ συνεχίσει νὰ καταδιώκει ἐκείνους ποὺ τοῦ ὀφείλουν κάποιο μικρὸ χρέος.
. Ἀδελφοί μου! Ἂς βιαστοῦμε νὰ συγχωρήσουμε ὅλες τὶς ἁμαρτίες καὶ τὶς προσβολὲς ποὺ μᾶς κάνουν, ὥστε κι ὁ Θεὸς νὰ συγχωρέσει ὅλες τὶς δικές μας ἁμαρτίες καὶ προσβολές. Ἂς κάνουμε γρήγορα, προτοῦ μᾶς κρούσει τὴν πόρτα ὁ θάνατος καὶ μᾶς πεῖ: «Εἶναι πολὺ ἀργά!» Πίσω ἀπὸ τὴν πόρτα τοῦ θανάτου δὲν θὰ μπορέσουμε οὔτε νὰ συγχωρέσουμε οὔτε νὰ συγχωρεθοῦμε. Δόξα στὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ καὶ στὴ δικαιοσύνη Του. Δόξα καὶ ὕμνος στὸ θεῖο μας Διδάσκαλο καὶ Κύριο Ἰησοῦ Χριστό, μαζὶ μὲ τὸν ἄναρχο Πατέρα καὶ τὸ Πανάγιο Πνεῦμα, τὴν ὁμοούσια καὶ ἀδιαίρετη Τριάδα, τώρα καὶ πάντα καὶ στοὺς αἰῶνες τῶν αἰώνων. Ἀμήν.
ΠΗΓΗ ἠλ. κειμ.: alopsis.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου