Κυριακή 7 Ιανουαρίου 2018

HANS URS VON BALTHASAR--ΘΕΟΛΟΓΙΚΗ (THEO-LOGIK) (29) -Η ΝΕΑ ΑΙΡΕΣΗ, Η ΠΑΝΝΟΗΣΙΑ.

Συνέχεια από Παρασκευή, 15 Δεκεμβρίου 2017

                                           HANS URS VON BALTHASAR
                                     ΘΕΟΛΟΓΙΚΗ  (THEOLOGIK)
                                                 Τρίτος Τόμος
             ΤΟ ΠΝΕΥΜΑ ΤΗΣ ΑΛΗΘΕΙΑΣ  (DER GEIST DER WAHRHEIT)
        (Οι δύο προηγούμενοι τόμοι: 1) Αλήθεια τού κόσμου (Wahrheit der Welt), 2)    Αλήθεια τού Θεού (Wahrheit Gottes) )
                                                      Johannes Verlag, 1987
               2.  Η ΔΥΑΔΑ (DYAS) ΣΤΗΝ ΠΡΑΞΗ ΤΗΣ ΑΠΟΚΑΛΥΨΗΣ (ΦΑΝΕΡΩΣΗΣ)
                                                  β)  Θεωρητική άποψη

Eίμαστε καλά ή τόχουμε χαμένο;
        Το κεντρικό θέμα τής θεολογικής θεώρησης ή θεωρίας περί Πνεύματος είναι το μυστήριο της Ενσάρκωσης· και δεν επιτρέπεται να θεωρήση ικανό τον εαυτό του για να αποκαλύψη (να ‘ξεσκεπάση’…) τον μυστηριακό της χαρακτήρα κανένας θεολόγος  (( εννοεί τούς ‘ακαδημαїκούς θεολόγους’… )) · ο οποίος και μπορεί να προσπαθήση το πολύ-πολύ να το πλησιάση, λαμβάνοντας υπ’ όψιν του όλες τις δεδομένες και υποδηλούμενες στη Γραφή απόψεις, με όσο το δυνατόν μεγαλύτερην ακρίβεια. Παρουσιάσαμε δε την ουσιαστική δύναμη πρόσβασης, με αφορμή το ερώτημα για μιαν Πνευματο-Χριστολογία, ήδη στα «Πρελούδια».
       Είναι αναντίρρητο, ότι ‘εντυπωσιάστηκαν’ ήδη από δυό ‘αντιπαρατιθέμενα’ μεταξύ τους κείμενα, που παραπέμπουν, πριν από κάθε βαθύτερη θεώρηση, σε δυό δρόμους οι ίδιοι οι Πατέρες. Όπου παρουσιάζει κατ’ αρχάς να ενεργή ο Λόγος στο 2, 6-8 η προς Φιλιππησίους Επιστολή: είναι ο Λόγος που ‘κενούται’, είναι ο Λόγος που ‘λαμβάνει δούλου μορφή’, είναι ο Λόγος που ‘ταπεινώνεται’ και ‘υπακούει’   (( Για την ακρίβεια: «… τούτο γαρ φρονείσθω εν υμίν ό και εν Χριστώ Ιησού, ός εν μορφή Θεού υπάρχων ουκ αρπαγμόν ηγήσατο το είναι ίσα Θεώ, αλλ’ εαυτόν εκένωσε μορφήν δούλου λαβών, εν ομοιώματι ανθρώπων γενόμενος, και σχήματι ευρεθείς ως άνθρωπος εταπείνωσεν εαυτόν γενόμενος υπήκοος μέχρι θανάτου, θανάτου δε σταυρού. Διό και ο Θεός αυτόν υπερύψωσε και εχαρίσατο αυτώ όνομα το υπέρ παν όνομα, ίνα εν των ονόματι Ιησού παν γόνυ κάμψη επουρανίων και επιγείων και καταχθονίων, και πάσα γλώσσα εξομολογήσηται ότι Κύριος Ιησούς Χριστός εις δόξαν Θεού Πατρός» … )) . Ενώ παραπέμπει, απέναντι σ’ αυτό, σε μιαν ενεργητικήν πράξη τού Πνεύματος η περιγραφή τής Ενανθρώπησης απ’ τον Λουκά: είναι το Πνεύμα που «κυριεύει» και «επισκιάζει» την Παρθένο. Γι’ αυτό και υπάρχει μια σειρά από «λογο-λογικές» (logologisch) εκφράσεις στους Πατέρες: «υφαίνει ο ίδιος το ανθρώπινο ένδυμά του» ο Λόγος (Μελίτων ;), «έχρισε ο ίδιος τον εαυτό του, γιατί είναι το χρίσμα τής ανθρωπότητας η θεότητα» (Νικήτας ;), και χρίει με το ίδιο του το Πνεύμα (! ) τον ναό τής σαρκός του κατά την Ενανθρώπηση ο Λόγος (Κύριλλος Αλεξανδρείας). Απέναντι σ’ αυτά υπάρχουν ωστόσο οι «πνευματολογικές» εκφράσεις, όπως εκείνη (για να πάρουμε ένα και μόνον παράδειγμα) τού Αυγουστίνου: «Δεν έδωσε μόνον ως Θεός το Άγιο Πνεύμα, αλλά το δέχτηκε και ως άνθρωπος, και γι’ αυτό ονομάζεται ως ‘πλήρης χάριτος’ και ‘πλήρης Αγίου Πνεύματος’ ο Ιησούς Χριστός… ‘γιατί τον έχρισε με Άγιο Πνεύμα ο Θεός’, όχι μ’ ένα ορατό φυσικά έλαιον, αλλά με το δώρο τής χάριτος (dono gratiae)… και δεν εχρίσθη τότε για πρώτη φορά, όταν κατήλθε πάνω απ’ τον βαπτισθέντα Χριστό με τη μορφή περιστεράς το Άγιο Πνεύμα, … αλλά πρέπει να εννοήσουμε μάλλον, ότι εχρίσθη όταν ‘έγινε σάρξ’ (Ιωάν. 1, 14) μ’ αυτό το μυστικό και αόρατο χρίσμα ο Λόγος τού Θεού, όταν ενώθηκε δηλ., χωρίς να το αξίζη από κάποια καλά, προηγούμενα έργα, με τον Λόγο τού Θεού, για να γίνη ένα πρόσωπο μαζί του, η ανθρώπινη φύση» (De Trin. XV 26, 46);;;;   (( Προσοχή σε όλην αυτήν τη διατύπωση… Ο Κύριος προσέλαβε την ανθρώπινη φύση, όλη, πλην αμαρτίας… Και προηγείται τής Ενσάρκωσης και την ‘επιτρέπει’ η ύπαρξη της Θεοτόκου, και το «γεννηθήτω μοι κατά το ρήμα σου»… Αλλιώς ‘ταξιδεύουμε’ σε χώρες πλάνες και πλανεμένες… )) .
       Η ενανθρώπηση του Λόγου είναι για ολόκληρη την ανθρωπότητα, άρα και για την ανθρωπότητα του Χριστού, η ύψιστη κατά τον Αυγουστίνο και ολόκληρη τη σχολή που τον ακολουθεί, απ’ όλες τις χάριτες, ενώ παραμένει το ερώτημα από πλευράς τού Θεού, αν λαμβάνη ο Λόγος, που γίνεται μόνον αυτός άνθρωπος, ο ίδιος την ανθρωπότητά του, αν του την παρέχη το Πνεύμα ή αν εξυψώνεται τελικά έτσι αυτή η ανθρωπότητα;;; – κάτι που θα αποτελέση μιαν περαιτέρω θεωρία - , ώστε να μπορή να την ιδιοποιηθή, και μόνον αυτός, ο Υιός   (( Ατέλειωτοι λογισμοί… )) . Δεν θα αναιρεθή δε πλέον σ’ αυτήν τη συνάφεια, αλλά θα τονισθή μόνον με πολύ διαφορετικούς τρόπους η άποψη περί «χάριτος», ενώ θα καταστή η ίδια η «ένωση» (ανθρώπου και Θεού στον Θεάνθρωπο…) το βασικό αντικείμενο του ‘στοχασμού’· και μιλά εδώ πρώτος ο Πέτρος Λομβάρδος   (( σχολαστικός ‘θεολόγος’ τής Δύσεως, 1095 – 1160… )) για την “gratia unionis” («χάρις τής ενώσεως»…), μ’ έναν τέτοιον ωστόσο τρόπο, ώστε να εμφανίζεται τόσο εκ φύσεως (και όχι υιοθετημένος) όσο και δια της χάριτος Υιός τού Θεού ο Ιησούς. Οδηγεί δε στη διάκριση μιας
«άκτιστης χάριτος» αυτή η διπλή ‘όψη’, την οποίαν και συνδέουν με το Άγιο Πνεύμα, που «επενεργεί την ενότητα», οι Αλεξανδρινοί (
Alexandersumma - ;), και μιας χάριτος που μεταβάλλει την ίδια την ανθρώπινη φύση, και ονομάζεται γι’ αυτό (απ’ την εποχή τού Gilbert Porretanus)   (( σχολαστικός ‘λογικολόγος’ και ‘θεολόγος’, 1085 – 1154… )) «κτιστή χάρι», και κατευθύνει προς την ενότητα αυτήν τη φύση. Και γίνεται έτσι ως η «ενδιάμεση αγάπη» (medium) ανάμεσα στον απείρως υπερέχοντα Θεό και το τόσο απομακρυσμένο απ’ αυτόν Δημιούργημα ή Πλάσμα το Άγιο Πνεύμα. Εμφανιζόμενο και ως η δύναμη που καθιστά εφικτή την ένωση δια της χάριτος (gratia habitualis) της ανθρωπότητας (γενικά, αλλά και στον ύψιστον βαθμό στο ‘πρόσωπο’ του Χριστού) με τον Θεό. Ενώ συνιστά μια ‘στροφή’, ταυτίζοντας (θεωρημένη εντελώς τώρα απ’ την πλευρά τού Θεού) με την υποστατική ένωση, ενεργηθείσα από ολόκληρον τον τριαδικό Θεό, την “gratia unionis” ο Bonaventura, μη θεωρώντας πλέον ως αναπόφευκτη προϋπόθεση, αλλά απλώς ως κατάλληλη (congrua – ανάλογη, προσήκουσα…) την απαιτούμενη γι’ αυτήν την υποστατική ένωση χαρίτωση της ανθρώπινης φύσης. ΄Στροφή’ που ολοκληρώνεται στον Αλβέρτο: όπου δεν είναι πια, θεώμενη από τα ‘πάνω’, η ύψιστη περίπτωση συνηθισμένης χάρης, αλλά η συμπερίληψη απλώς τής ανθρώπινης φύσης στο Είναι τού Λόγου η unio hypostatica, μια «άπειρη» δηλ. «χάρη», κοντά στην οποίαν αποδίδει ωστόσο ακόμα και μια συνηθισμένη χάρη για το έργο του στον άνθρωπο Ιησού ο Αλβέρτος. Θα ακολουθήση δε κατ’ αρχάς αυτήν την άποψη του Αλβέρτου και ο Θωμάς (Ακινάτης…): για τον οποίον συνίσταται στο ότι είναι (ακριβώς…) Θεός το πρόσωπο, με το οποίο και ενώνεται η ανθρωπότητα, η ‘ενωτική χάρη’    (( «Ρήτορας πολυφθόγγους ως ιχθύας αφώνους ορώμεν επί σοί, Θεοτόκε…» - Εδώ όμως υπάρχει απίστευτη επιμονή στην αίρεση… )) . Ορίζεται δε στο θεїκό πρόσωπο η ανύψωση, κι αποδεικνύει αυτό (ακριβώς…) το θεїκό πρόσωπο η χάρη· χωρίς να χρειάζεται (βέβαια πια…) μιαν εκ των προτέρων συνήθη χάρη. Για να αντικαταστήση τελικά κάθε διάκριση άκτιστης και κτιστής χάρης η εντελώς μοναδική, υπέρμετρη και υπερβαίνουσα κάθε «γένος» «χάρις τής ενώσεως» στη Summa, κάτι που θα διατηρηθή και στο Compendium (Συλλογή ή Επιτομή…).
       Συντελείται ωστόσο μια παράξενη, ριζική αναμόρφωση στον Scotus: κατά τον οποίον, δεν προσδίδει κανένα ιδιαίτερο χαρακτηριστικό στην ανθρωπότητα η “unio”, που δεν ονομάζεται καν πλέον “gratia”, αλλά αποδίδονται μάλλον στη “gratia habitualis” όλα τα ‘χαρακτηριστικά' τού Ιησού, τα οποία και τα διαθέτει στον ύψιστον βαθμό. Δεν θα παρακολουθήσουμε εμείς ωστόσο στις λεπτομέρειές τους τις όψιμα σχολαστικές και ολοένα περισσότερο διακλαδούμενες μορφές (αυτών τών απόψεων…), αλλά θα συνοψίσουμε τις κεντρικές και μόνο θέσεις. Κατανοήθηκε, κατά τον Θωμά (Ακινάτη…), ως αγιάζουσα δια του εαυτού της η ενωτική (Θεού και ανθρώπου στο πρόσωπο του Χριστού…) χάρη· και μπορεί να κατανοηθή κατόπιν, ότι επενεργεί είτε δια της χάριτος της Τριάδος είτε δια του (ενωμένου με τη θεїκήν ουσία) Λόγου και μόνον ως προς την ανθρωπότητα του Ιησού· απαιτείται όμως σχεδόν γενικά μια πρόσθετη ‘συνήθης’ χάρη σ’ αυτόν τον ουσιαστικόν αγιασμό για τις πράξεις τού Ιησού (για να μπορέση δηλ. να πράξη ο Ιησούς!...), όπως λέει ο Suarez, σε αντίθεση προς τον Vasquez, για τον οποίον και είναι αρκετή η ενωτική χάρη (παρουσιάζοντας ένα πλήθος μάλιστα από πατερικά κείμενα· παρόμοια λέει δε και ο Nazarius, για τον οποίον και υπερβαίνει εκείνην την «τυχαία» συνήθη χάρη η χάρη τής ενώσεως, όπως και ο Johannes a Sancto Thoma, για τον οποίον και αγιάζει η προσωπική αγιότητα του Λόγου την ανθρωπότητά του).
     Παραμένει ωστόσο συνήθως η ‘άποψη’ για έναν διπλόν αγιασμό τής ανθρωπότητας του Χριστού: όπου ο ένας συντελείται ουσιωδώς (φυσικά) μέσα απ’ την ίδιαν την ένωση, αλλά τρόπον τινά «ριζικά» (“radicaliter”, «στις ρίζες», «ριζόθεν»…) και μόνον, έτσι ώστε να χρειάζεται και έναν (‘τυχαίον’) ακόμα ‘εφοδιασμό’ με αγιοποιητική χάρη για τις πράξεις και το πάθος της η ανθρωπότητα του Χριστού. Και όπου αποδίδεται στον ίδιον τον θεїκόν Υιό    (( απίστευτες διατυπώσεις… ))  (ή και στην ύπαρξη - in fieri - ολόκληρης της Τριάδος κατά την υποστατικήν ένωση) ο πρώτος αγιασμός, ενώ στο Άγιο Πνεύμα ο δεύτερος. Ανανεώνει λοιπόν άλλη μια φορά στα ουσιώδη την αντίληψη του Θωμά ο Scheeben, τονίζοντας την ουσιαστική κατ’ αρχάς αγιότητα του Θεού, η οποία δεν «καθαγιάζει» μόνον την ανθρώπινη φύση του Υιού, αλλά απ’ την οποίαν και διαπερνάται, μέσα απ’ τον ενωμένον με τη θεїκήν ουσία Λόγο τού Θεού, αυτή η ανθρώπινη φύση    (( διασταυρωτά και χιαστί, και πάει λέγοντας… )) . Χωρίς να χρειάζεται (πλέον…) καμμιά “gratia creata” («δημιουργική χάρις»…), επειδή είναι πολύ πιο ‘εσωτερική’ ή ‘εγκάρδια’ αυτή η ‘διείσδυση’ (το χρίσμα, λένε οι Πατέρες) της ανθρώπινης φύσης μέσω τού Λόγου, απ’ όσο θα μπορούσε να το επενεργήση η κάθε ‘συνήθης’ χάρις. Περιλαμβάνεται δε και ο «καθαγιασμός» τού Δημιουργήματος στον Χριστό (εν Χριστώ…) προς πλήρη διακονία τού Θεού σ’ αυτό.
 

      ( συνεχίζεται )  

Δεν υπάρχουν σχόλια: