Πέμπτη 7 Μαρτίου 2019

The Modern Spirit of Asia - The Spiritual and the Secular in China and India

Η απομυθοποίηση της ενώσεως των θρησκειών 
Κεφάλαιο 2  α 

Η πνευματικότητα στην μοντέρνα κοινωνία
Peter van der Veer
Princeton University Press, 2014

Στο παρόν κεφάλαιο παρουσιάζω πώς η έννοια της πνευματικότητας μεταφέρθηκε από την Δύση στην Ινδία και την Κίνα, και πώς λειτούργησε για να συνδέσει διαφορετικούς εννοιολογικούς κόσμους.Κατά τον 19ο και στις αρχές του 20ου αιώνα, η έννοια της πνευματικότητας είχε προσλάβει ένα ριζοσπαστικό χαρακτήρα, εκφράζοντας κριτική προς την αποικιοκρατία και τον υλισμό, αλλά και την επίσημη θρησκεία. Το κεφάλαιο αυτό αρχίζει με την συζήτηση περί του ρόλου τής πνευματικότητας στην Δύση. Η συζήτηση αυτή περιλαμβάνει τον ρόλο της πνευματικότητας στην αντί-ιμπεριαλιστική κοσμικότητα, τον ρόλο της στην διαμόρφωση της σύγχρονης αφηρημένης τέχνης, και τον ρόλο της στην κριτική του υλισμού. Το κεφάλαιο συνεχίζει με την πνευματικότητα στην Ινδία, εστιάζοντας στις μορφές τού Gandhi και τού Tagore, και στην Κίνα, εστιάζοντας σε μορφές όπως ο Taixu καιChen Yingning
Ο όρος «πνευματικότητα» παραπέμπει ασθενώς στην γερμανική λέξη Geist (πνεύμα) και στον μυστικισμό. Είναι μοντέρνα δυτική έννοια, όπως «θρησκεία», «μαγεία», και «εκκοσμίκευση». Δεν υπάρχει αντίστοιχος όρος ούτε στα σανσκριτικά ούτε στα κινέζικα1. Με μεταφράσεις λέξεων από την μοντέρνα γλώσσα Hindi ή κινέζικα, προκύπτει αμέσως μια προβληματική σύγχυση με όρους που αναφέρονται σε «θεούς» και «ψυχές», ή ένα μείγμα με λέξεις που παραπέμπουν στην διάνοια (aatmikmaansiklingxingjingshen). Στην περίπτωση της κινέζικης πνευματικότητας, η μετάφραση με την λέξη zhongguo-jingshen, αναφέρεται σε βασικά χαρακτηριστικά της Κίνας (κατ’ ακρίβειαν στο «πνεύμα του κινέζικου έθνους»). Δεν είμαι σε θέση να παρουσιάσω την γενεαλογία των ινδικών και κινέζικων εννοιών, απλώς επισημαίνω, πως παρόλη την ευρεία αναφορά στην Ινδία και την Κίνα ως «πνευματικές», η πνευματικότητα είναι είναι μοντέρνος όρος της Δύσεως.
Προς το τέλος του 19ου και στις αρχές του 20ου αιώνα, ο όρος «πνευματικότητα» προσέλαβε κεντρική σημασία για την κατανόηση του μοντερνισμού σε όλον τόν κόσμο. Είναι προφανές, πως βρίσκει κανείς βαθιές προϊστορίες πνευματικότητας στον μυστικισμό, στον γνωστικισμό και ερμητισμό, και σε όλο το φάσμα των παραδόσεων από την αρχαιότητα2, αλλά η σύγχρονη πνευματικότητα είναι κάτι διαφορετικό, που δεν μπορεί να εξηγηθεί με όρους αυτών των πολύπλοκων προϊστοριών. Είναι μέρος του μοντερνισμού, και με τον τρόπο αυτό μέρος της ευρείας μεταμόρφωσης που έλαβε χώρα κατά τον 19ο αιώνα, είναι μια ιστορική ρήξη επομένως. Είναι ιδιαίτερα δύσκολο να οριστεί η πνευματικότητα. Θέλω να εισηγηθώ, πως η αοριστία του όρου, ως αντίθετου προς τον υλισμό, ως διακριτού από το σώμα, αλλά καί από την θρησκεία και την κοσμικότητα, τον έχει καταστήσει παραγωγικό, ως γέφυρα μεταξύ πολλών παραδόσεων παγκοσμίως. Το επιχείρημα μου είναι ότι το πνευματικό και το κοσμικό παράγονται ταυτόχρονα, ως δυο συνδεδεμένες εναλλακτικές προς την επίσημη θρησκεία, στην ευρωπαϊκή και αμερικάνικη μοντέρνα εποχή. Λέω επίσης, πως η κεντρική αντίφαση στην έννοια τής πνευματικότητας, είναι ότι θεωρείται γενική, παγκόσμια και ταυτόχρονα ως άρρηκτα δεμένη με έννοιες εθνικής ταυτότητας. Και επειδή η έννοια αυτή ταξιδεύει σε όλο τον κόσμο, το ίχνος της διαφέρει από τόπο σε τόπο, καθώς ενσωματώνεται σε διαφορετικές ιστορικές πορείες.
Το πνευματικό ως μοντέρνα κατηγορία εμφανίστηκε κατά το δεύτερο μισό του 19ου αιώνα, ως μέρος της Μεγάλης Μεταμόρφωσης3. Με αυτό το χαρακτηριστικό, είναι μέρος της παγκοσμιοποίησης που έλαβε χώρα τον 19ο αιώνα, μιας ριζικής πολιτικής, οικονομικής και πολιτισμικής προσάρτησης (integration) του κόσμου. Όπως πειστικά λέει ο Prasenjit Duara, η προσάρτηση αυτή είναι ακανόνιστη στον χρόνο και τον τόπο, λαμβάνει χώρα σε διάφορα επίπεδα της κοινωνίας, προσαρτώντας αγορές και πολιτικά συστήματα με μια διαφορική (differential) διαδικασία. Στο κεφάλαιο αυτό ασχολούμαστε με μια κατάσταση που ο Duara ονομάζει «διανοητική παγκοσμιοποίηση», η οποία δημιούργησε «μοναδικές» εθνικές διαμορφώσεις της πνευματικότητας, στα πλαίσια του παγκόσμιου καπιταλιστικού συστήματος4. Στα επόμενα τονίζω ορισμένες πτυχές της πνευματικότητας, χωρίς να παρουσιάζω ένα ορισμό, που είναι καταδικασμένος να προκαλέσει σύγχυση. 

Απόσπασμα από το δοκίμιο «ΤΟ ΑΓΙΟ ΠΝΕΥΜΑ ΣΑΝ “ΚΟΙΝΩΝΙΑ”» του Joseph Ratzinger.
[«Οι λέξεις “πνευματολογία” και “πνευματικότης” είναι ήδη συνδεδεμένες μεταξύ τους στην γλωσσολογία: η μία είναι η μετάφραση της άλλης! 
Ο Αυγουστίνος κατόρθωσε να αναθεωρήσει την έννοια τού πνεύματος, να δημιουργήσει μια μεταφυσική τού πνεύματος (ή μονον αυτή;). Και κατ' αρχάς δεν υπάρχει καμία αμφιβολία πως εννοούσε τον λόγο τού Ευαγγελιστού (πνεύμα ο θεός) καθαρά οντολογικά: “πνεύμα” γι' αυτόν σήμαινε “όχι ύλη”.
Θα μπορούσαμε να διαφωνήσουμε μαζί του λέγοντας πως ο Ιωάννης δεν εννοεί τίποτε απ' αυτά, αλλά με την λέξη “πνεύμα” εκφράζεται η ετερότης του θεού όσον αφορά την κοσμική πραγματικότητα! Έτσι ώστε το αντίθετο του πνεύματος να μην είναι η “ύλη” αλλά “ο κόσμος τούτος”. Έτσι λοιπόν θάπρεπε να γίνει κατανοητός ο λόγος του κατά Ιωάννην κατά μία αξιολογική έννοια και όχι οντολογική σύμφωνα με τον τρόπο των Ελλήνων, μ' ένα τρόπο που θα στοχεύει στην ειδική θρησκευτική ποιότητα της ετερότητας και γι' αυτό τον λόγο επομένως αναφέρεται στο Άγιο πνεύμα σαν έκφραση της παραμονής του θεού στον εαυτό του! Ότι δηλαδή αναφέρεται στην αγιότητα που υπονοείται στην ετερότητα!
Και να λοιπόν που από πολλές απόψεις υπονοείται τώρα μια αντίθεση απείρως πιο ριζική από την αντίθεση ανάμεσα στο “πνεύμα” και στην “ύλη”, διότι είναι αναμφίβολο πλέον πως το “πνεύμα” μπορεί να είναι ακόμη και μια γήινη πραγματικότης η οποία η οποία δεν περιέχει ακόμη αναγκαίως μια υπέρβαση όλης της κοσμικής πραγματικότητος στο σύνολό της.]

Το πνευματικό και το κοσμικό παρήχθησαν ταυτοχρόνως και σε αλληλεπίδραση. Οι μοντέρνες κατηγορίες «θρησκεία», «κοσμικότητα» και «πνευματικότητα» είχαν γενικευθεί κατά την εποχή της αποικιοκρατίας και προκάλεσαν διαφορετικές επιδράσεις σε διαφορετικές κοινωνίες. Το λέμε πάλι, οι έννοιες αυτές δεν ήταν καινούργιες, αλλά τέθηκαν υπό νέα χρήση. Η κατηγορία του κοσμικού πηγάζει από την σχέση Εκκλησίας και κόσμου στην ευρωπαϊκή ιστορία, επισημαίνοντας την αντίθεση μεταξύ του «εγκόσμιου» και του υπερβατικού. Η κατηγορία αυτή όμως έχει μεταμορφωθεί, τόσο στην Ευρώπη όσο και άλλου. Η μοντέρνα μεταμόρφωση του «κοσμικού» γίνεται σαφής όταν δούμε την πρώτη χρήση του όρου «εκκοσμίκευση», από τον George Holyoake στην Αγγλία το 1846. Ο Holyoake είχε επιτεθεί στον Χριστιανισμό, χαρακτηρίζοντας τον «άσχετη υπόθεση», και η επίθεση του είχε συνεχιστεί από τις κοσμικούς συλλόγους (Secular Societies) στις αρχές δεκαετίας του 1850. Μια από τις ενδιαφέρουσες πτυχές αυτών των συλλόγων ήταν το ότι συνδύαζαν μια ριζικά αντίθετη στάση προς την Εκκλησία, με ένα αντί-θεσμικό σοσιαλισμό και ελεύθερη στάση προς πνευματιστικά πειράματα. Τα μέλη των συλλόγων αυτών επεδείκνυαν μεγάλο ενδιαφέρον να συνδεθούν με τον άλλο πνευματικό κόσμο μέσω μιας επιστήμης του τύπου do-it-yourself Οι πρακτικές αυτές δεν θεωρήθηκαν μη-λογικές, αλλά μάλλον ως προσπάθειες δημιουργίας πειραμάτων που ήταν επιστημονικώς πολύ διαφορετικά από αυτά που λάμβαναν χώρα στα πανεπιστήμια την εποχή εκείνη. Δεν χρειάζονταν (ή δεν ήθελαν) την δικαιολογία του επιστημονικού κατεστημένου, το οποίο θεωρούσαν ως στενά συνδεδεμένο με την high society και την κατεστημένη Εκκλησία, πράγμα που όντως ίσχυε στο Oxford και Cambridge.

Ένα καλό παράδειγμα του συνδυασμού μεταξύ ριζοσπαστικού σοσιαλισμού, εκκοσμίκευσης και πνευματικότητας είναι η  διάσημη φεμινίστρια Annie Besant. Η Annie Besant είχε γίνει μέλος τουSecular Society του Λονδίνου κατά την δεκαετία του 1870, και είχε αρχίσει την συνεργασία με τονCharles Bradlaugh, διάσημο σοσιαλιστή και πρόεδρο του National Secular Society, προωθώντας τον έλεγχο των γεννήσεων και άλλες φεμινιστικές υποθέσεις. Είχε συνδυάσει τις ριζοσπαστικές σοσιαλιστικές της θεωρήσεις με την επιστημονική της παιδεία. Ήταν η πρώτη γυναίκα που είχε αποφοιτήσει από το University CollegeLondon, και είχε μεγάλο ενδιαφέρον για το πνευματιστικά θέματα. Είχε συναντήσει την Madame Blavatsky, ιδρύτρια του Theosophical Society, και είχε γίνει ηγετική θεοσοφίστρια. Όταν είχε πάει στην Ινδία, ήταν για λίγο καιρό πρόεδρος του Indian NationalCongress5. Η Madame Blavatsky (μαζί με τον Colonel HSOlcott), είχε ιδρύσει το TheosophicalSociety στην Νέα Υόρκη. Η εκκοσμικευμένη Αμερική ήταν ένα πλούσιο έδαφος καλλιέργειας διαφόρων παραλλαγών πνευματικότητας. Το φάσμα των παραλλαγών αυτών εκτείνονταν από τις δραστηριότητες πνευματικής αναζήτησης στο «burned-over district» (εκεί έλαβε χώρα το δεύτερο μεγάλο θρησκευτικό ξύπνημα) της Νέας Υόρκης, μέχρι τον φιλελεύθερο προτεσταντισμό6.
Ο επιστημονικός πειραματισμός και η επιστημονική λογική ήταν θεμελιώδη για την εποχή της εκκοσμίκευσης. Η επιστημονική πρόοδος συνδεόταν συχνά με την εκκοσμίκευση της διάνοιας7. Από την σημερινή μας προοπτική μπορεί να φαίνεται περίεργο που πνευματικότητα και η κοσμική επιστήμη δεν ήταν αντίθετες κατά τον 19ο αιώνα. Μια κοινή θεώρηση στην ιστορία της επιστήμης, είναι ότι η επιστήμη καθαρίζει τον εαυτό της από τέτοιες αβέβαιες υποθέσεις. Έτσι για παράδειγμα, η συμβολή του Alfred Russel Wallace στην ανάπτυξη της θεωρίας της εξελίξεως, ταυτόχρονα με τον Δαρβίνο, είναι γενικώς παραδεκτή, αλλά τα πνευματιστικά του πειράματα θεωρούνται μια διαταραχή από την οποία η επιστήμη καθαρίστηκε. Αυτό που δεν περιλαμβάνεται στην τελεολογική αυτή προοπτική της επιστήμης, ως διαδικασίας προοδευτικής κάθαρσης, είναι η κοινωνική και πολιτική ενσωμάτωση, τόσο των στοιχείων από τα οποία η επιστήμη καθαρίζεται, όσο και της καθαρισμένης επιστήμης. Ο πνευματισμός θεωρήθηκε ως η εκκοσμικευμένη αναζήτηση της αλήθειας, που έχει πειραματικό χαρακτήρα, και είναι αντίθετος προς τον θρησκευτικό σκοταδισμό και την ιεραρχία. Αυτή ήταν η αναζήτηση της αλήθειας η οποία είχε εμποδιστεί από το κράτος και την Εκκλησία, δυο αλληλένδετοι θεσμοί στην Αγγλία. Μέσα στα πλαίσια του πνευματισμού, και των αντινομικών παραδόσεων της Βρετανίας είχε γεννηθεί αντί-αποικιοκρατική παγκοσμιοποίηση. Ίσως το πιο σημαντικό στοιχείο της εμφάνισης της πνευματικότητας ήταν ότι πρόσφερε μια εναλλακτική στην θεσμική θρησκεία. Εδώ βλέπουμε την σύνδεση που έχουν η εκκοσμίκευση και η πνευματικότητα. Και οι δυο περιορίζουν τα θρησκευτικά ιδρύματα. Στην Δύση, η πνευματικότητα είχε δημιουργήσει μια εναλλακτική στον χριστιανισμό της Εκκλησίας. Μαζί με την ούτω λεγόμενη εκκοσμίκευση της διάνοιας στον φιλελευθερισμό του 19ου αιώνα, στον σοσιαλισμό, αλλά και στην επιστήμη (ιδιαιτέρως στην θεωρία της εξελίξεως του Δαρβίνου), βρίσκει κανείς κινήματα, διάσπαρτα σε όλον τον κόσμο, που αναζητούν μια γενική πνευματικότητα, που δεν έχει σχέση με κάποια παράδοση. Καλά παραδείγματα στην Αμερική είναι οι transcedentalists από τον Emerson μέχρι τον Whitman, αλλά και η χριστιανική επιστήμη της Mary Baker. Η θεοσοφία είναι ένα άλλο προϊόν της αναζήτησης του πνεύματος στην Αμερική και την δυτική Ευρώπη. Στην πραγματικότητα, δεν ήταν μόνο η Αμερική γεμάτη πνευματικότητα, η «μεταφυσική θρησκεία», όπως την αποκάλεσε η Catherine Albanese9, αλλά σε ολόκληρο τον κόσμο είχε επεκταθεί αυτό τό είδος κινήματος, παράλληλο προς την εξάπλωση των εκκοσμικευμένων ιδεολογιών. 

Δεν υπάρχουν σχόλια: