Των Richard Barbrook και Andy Cameron
Υπάρχει μια αναδυόμενη παγκόσμια ορθοδοξία, που αφορά στη σχέση μεταξύ κοινωνίας, τεχνολογίας και πολιτικής. Αποκαλούμε αυτήν την ορθοδοξία «η ορθοδοξία της Καλιφόρνια», προς τιμήν της πολιτείας όπου γεννήθηκε.
Δίνοντας υπόσταση και τεχνολογική απόδειξη σε μια φιλελεύθερη πολιτική φιλοσοφία, και συνεπώς βάζοντας τέρμα στις εναλλακτικές επιλογές για το μέλλον, οι Καλιφορνέζοι ιδεολόγοι, καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι οι κοινωνικές και πολιτικές αντιπαραθέσεις σχετικά με το μέλλον δεν έχουν πια νόημα.
Η Ιδεολογία της Καλιφόρνια είναι ένα μείγμα κυβερνητικής οικονομίας της ελεύθερης αγοράς και αντιδραστικού φιλελευθερισμού. Διαδίδεται από περιοδικά όπως το Wired και το Μondo 2000 και διακηρύσσεται στα βιβλία των Stewart Brand, Kevin Kelly, και άλλων. Τη νέα αυτή πίστη ενστερνίστηκαν οι μανιακοί των υπολογιστών, οι slacker φοιτητές, οι καπιταλιστές των 30 και κάτι, οι αντικομφορμιστές ακαδημαϊκοί, οι μελλοντολόγοι γραφειοκράτες, και ο ίδιος ο Πρόεδρος των ΗΠΑ. Ως συνήθως, οι Ευρωπαίοι δεν άργησαν να αντιγράψουν την τελευταία μόδα από την Αμερική. Ενώ μια πρόσφατη αναφορά της Ευρωπαϊκής Ένωσης πρότεινε την υιοθέτηση του καλιφορνέζικου μοντέλου της ελεύθερης οικονομίας για να χτίσουν τη λεωφόρο της πληροφορικής (Infobahn), πρωτοποριακοί καλλιτέχνες και ακαδημαϊκοί προωθούν τη μετα-ανθρωπιστική φιλοσοφία που αναπτύχθηκε από τους υποστηρικτές της «εξτροπίας» της Δυτικής Ακτής (βλ. futura #1, «Το Μανιφέστο των Μετα-Ανθρώπων»). Η παγκόσμια κυριαρχία της Καλιφορνέζικης Ιδεολογίας φαίνεται να είναι ολοκληρωτική, χωρίς κανένα φανερό αντίπαλο.
Με μια επιφανειακή ανάγνωση, τα κείμενα των Καλιφορνέζων Ιδεολόγων είναι ένα διασκεδαστικό μείγμα από την πολιτιστική τρέλα της περιοχής του Σαν Φρανσίσκο, από την εις βάθος ανάλυση των τελευταίων επιτευγμάτων στο χώρο της hi-tech τέχνης και της βιομηχανίας των μμε και της ψυχαγωγίας. Η πολιτική τους φαίνεται να είναι απόλυτα φιλελεύθερη – θέλουν να χρησιμοποιηθεί η τεχνολογία της πληροφορικής έτσι ώστε να δημιουργηθεί μια «δημοκρατία α λα Τζέφερσον» στον κυβερνοχώρο, όπου κάθε άνθρωπος θα μπορεί να εκφράζει ελεύθερα τον εαυτό του. Ανυποχώρητη στα πιστεύω της, η Καλιφορνέζικη Ιδεολογία, προσφέρει ένα μοιραίο όραμα του φυσικού και αναπόφευκτου θριάμβου της ελεύθερης αγοράς υψηλής τεχνολογίας.
O άγιος McLuhan
Στη δεκαετία του ’60, ο McLuhan διακήρυξε ότι η εξουσία των μεγάλων επιχειρήσεων και των κυβερνήσεων θα ανατρεπόταν από την ουσιαστική δύναμη που προσφέρουν οι νέες τεχνολογίες στους ανθρώπους.
Η σύγκληση των Μ.Μ.Ε., της πληροφορικής και των τηλεπικοινωνιών θα κατέληγε αναπόφευκτα σε μια ηλεκτρονική άμεση δημοκρατία –την ηλεκτρονική αγορά– στην οποία ο καθένας θα μπορούσε να εκφράζει τη γνώμη του χωρίς το φόβο της λογοκρισίας.
Εμπνευσμένοι από τις προβλέψεις του McLuhan, οι ριζοσπάστες της Δυτικής Ακτής έγιναν οι πρωτοπόροι στη χρήση της νέας πληροφορικής τεχνολογίας στον εναλλακτικό τύπο, σε τοπικούς ραδιοφωνικούς σταθμούς, σε μικρές λέσχες φίλων των υπολογιστών.
Κατά τη διάρκεια των δεκαετών του ’70 και του ’80, πολλά από τα βασικά επιτεύγματα στους ηλεκτρονικούς υπολογιστές και τα δίκτυα έγιναν από ανθρώπους επηρεασμένους από την τεχνολογική αισιοδοξία της νέας αριστεράς και της αντικουλτούρας. Στη δεκαετία του ’90, μερικοί από αυτούς τους πρώην hippies, έχουν γίνει μέχρι και ιδιοκτήτες ή διευθυντές μεγάλων εταιριών υψηλής τεχνολογίας και η πρωτοποριακή δουλειά ακτιβιστών των media αναστήθηκε από το εμπόριο της υψηλής τεχνολογίας.
Η άνοδος της Εικονικής Τάξης
Παρόλο που οι εταιρίες σε αυτούς τους τομείς μπορούν να αυτοματοποιήσουν και να μισθώσουν ένα μεγάλο μέρος των εργασιακών τους αναγκών, παραμένουν εξαρτημένες από ανθρώπους-κλειδιά που μπορούν να ερευνούν και να δημιουργούν αυθεντικά προϊόντα, από προγράμματα software και τσιπ μέχρι βιβλία και τηλεοπτικά προγράμματα. Αυτοί οι εξειδικευμένοι «εργάτες του νου» και επιχειρηματίες αποτελούν τη λεγόμενη «εικονική τάξη» (virtual class): …techno-διανόηση των γνωστικών επιστημόνων, των μηχανικών, των επιστημόνων της πληροφορικής, των δημιουργών βίντεο-παιχνιδιών και όλων των υπολοίπων ειδικών των επικοινωνιών (Krocker και Weinstein). Αδυνατώντας να τους προσαρμόσουν στη λογική της γραμμής παραγωγής ή να τους αντικαταστήσουν από μηχανές, οι μάνατζερ απασχολούν αυτούς τους «εργάτες του νου» μέσω συμβολαίων ορισμένου χρόνου. Όπως η «εργατική αριστοκρατία» του περασμένου αιώνα, το «προσωπικό-κορμός» των Μ.Μ.Ε. και γενικότερα της πληροφορικής και τηλεπικοινωνιακής βιομηχανίας, βιώνει τις απολαβές, τα πλεονεκτήματα και τις ανασφάλειες της αγοράς. Αυτοί οι hi-tech δεξιοτέχνες, εκτός του ότι πληρώνονται καλά, απολαμβάνουν σημαντική αυτονομία στην επιλογή του ρυθμού εργασίας και του τόπου απασχόλησης.
Έτσι, το πολιτισμικό χάσμα μεταξύ του χίπη και του «ανθρώπου της εταιρίας» έχει γίνει ιδιαιτέρως ακαθόριστο. Όμως, από την άλλη πλευρά, αυτοί οι «εργάτες» είναι δεσμευμένοι από τους όρους των συμβολαίων και δεν έχουν καμία εγγύηση σταθερής απασχόλησης. Η έλλειψη του ελεύθερου χρόνου που είχαν οι χίπις έχει κάνει την εργασία αυτή καθαυτή την κύρια οδό για την αυτοολοκλήρωση της πλειοψηφίας των μελών της εικονικής τάξης. Επειδή αυτοί οι εξειδικευμένοι «εργάτες» αποτελούν συγχρόνως ένα προνομιούχο τμήμα της εργατικής δύναμης και τους κληρονόμους των ριζοσπαστικών ιδεών που είχαν οι ακτιβιστές των «κοινοτικών μέσων», η Ιδεολογία της Καλιφόρνια καθρεφτίζει ταυτόχρονα τις αρχές της οικονομίας της αγοράς και τις ελευθερίες των χίπη δραστηριοτήτων. Αυτό το περίεργο υβρίδιο ιδεών διαμορφώνεται αποκλειστικά μέσω μιας σχεδόν καθολικής πίστης στον τεχνολογικό ντετερμινισμό. Από την εποχή των ’60ς, οι φιλελεύθεροι –με την κοινωνική σημασία του όρου– ήλπιζαν ότι οι νέες πληροφορικές τεχνολογίες θα πραγματοποιούσαν τα ιδανικά τους. Απαντώντας στην πρόκληση της Νέας Αριστεράς, η Νέα Δεξιά ανάστησε μια παλαιότερη μορφή φιλελευθερισμού: τον οικονομικό φιλελευθερισμό. Σε αντίθεση με τη συλλογική ελευθερία που οραματίζονταν οι χίπη ριζοσπάστες, οι Νέοι-Δεξιοί προβάλλουν την ελευθερία των ατόμων μέσα στην αγορά. Από τη δεκαετία του ’70 και μετά, ο Toffler, ο de Sola Pool και άλλοι τέτοιοι γκουρού, προσπάθησαν να αποδείξουν ότι ο ερχομός των υπερ-μέσων θα οδηγούσε παραδόξως σε μια επιστροφή στον οικονομικό φιλελευθερισμό του παρελθόντος. Αυτή η αναχρονιστική ουτοπία απηχούσε τις προβλέψεις του Asimov, του Heinlein και άλλων macho συγγραφέων επιστημονικής φαντασίας, των οποίων οι μελλοντικοί κόσμοι ήταν πάντα γεμάτοι με διαστημικούς εμπόρους, εκνευριστικούς πωλητές, ιδιοφυείς επιστήμονες, πειρατές και άλλους θρασείς ατομιστές.
Το μονοπάτι της τεχνολογικής προόδου οδηγεί πίσω στην Αμερική των Πατέρων του Έθνους.
Αγορά ή συναλλαγή – Άμεση δημοκρατία ή ελεύθερο εμπόριο
Με τον McLuhan ως άγιο προστάτη της θεωρίας, η Ιδεολογία της Καλιφόρνια αναδύθηκε μέσα από την απρόσμενη σύγκρουση/ένωση του δεξιού φιλελευθερισμού, του αντιεξουσιαστικού ριζοσπαστικού και τεχνολογικού ντετερμινισμού – μία υβριδική ιδεολογία με όλες τις αμφιβολίες και αντιφάσεις της να παραμένουν ανέπαφες. Αυτές οι αντιφάσεις είναι περισσότερο φανερές στις αντικρουόμενες ενοράσεις του μέλλοντος που συμμερίζεται η Καλιφορνέζικη Ιδεολογία.
Από τη μία πλευρά, η αντι-εταιρική καθαρότητα της Νέας Αριστεράς έχει συντηρηθεί από τους υπερασπιστές της «εικονικής κοινότητας» (virtual community). Σύμφωνα με τον γκουρού τους, Howard Rheingold, οι αξίες των αντιεξουσιαστικών ηθών των χίπις θα συνεχίσουν να χρησιμοποιούν όλο και περισσότερο τα υπερ-μέσα για να αντικαταστήσουν τον εταιρικό καπιταλισμό, τις υπερεξουσίες του συστήματος και την οικονομία της αγοράς με μια high-tech «οικονομία των δώρων» (gift economy), στην οποία οι πληροφορίες ανταλλάσσονται ελεύθερα μεταξύ των συμμετεχόντων.
Σύμφωνα με την άποψη του Rheingold, η εικονική τάξη βρίσκεται ακόμη στο μέτωπο της πάλης για κοινωνική απελευθέρωση. Παρά τη φρενήρη εμπορική και πολιτική συμμετοχή στην κατασκευή της υπερλεωφόρου των πληροφοριών (information superhighway), η άμεση δημοκρατία της ηλεκτρονικής αγοράς θα θριαμβεύσει στο τέλος ενάντια στις εταιρίες και τη γραφειοκρατία.
Από την άλλη πλευρά, άλλοι ιδεολόγοι της Δυτικής Ακτής έχουν ενστερνιστεί την ιδεολογία του “laissez faire, laissez passer” του πάλαι ποτέ συντηρητικού εχθρού. Για παράδειγμα, το περιοδικό Wired –η μηνιαία βίβλος της «εικονικής τάξης»– έχει αναπαράγει άκριτα τις απόψεις του Newt Gingrich, του ακροδεξιού ρεπουμπλικάνου προέδρου του αμερικανικού κοινοβουλίου, και του ζεύγους Toffler, που είναι στενοί του σύμβουλοι. Αγνοώντας τις θέσεις τους για τις περικοπές στις κοινωνικές παροχές, το περιοδικό έχει μαγνητιστεί από τον ενθουσιασμό τους για τις ελευθεριακές δυνατότητες που προσφέρουν οι νέες πληροφοριακές τεχνολογίες. Ο Gringrich και οι Toffler υποστηρίζουν ότι η σύγκλιση των Μ.Μ.Ε., της πληροφορικής και των τηλεπικοινωνιών δεν θα δημιουργήσει μια ηλεκτρονική αγορά, αλλά αντιθέτως θα οδηγήσει στην αποθέωση της αγοράς (market), όπου μέσω της ηλεκτρονικής ανταλλαγής ο καθένας θα μπορεί να γίνει ελεύθερος έμπορος.
Σύμφωνα με αυτή την εκδοχή της Καλιφορνέζικής Ιδεολογίας κάθε μέλος της εικονικής τάξης θα μπορεί να έχει την ευκαιρία να γίνει ένας επιτυχημένος, high-tech επιχειρηματίας. Οι τεχνολογίες της πληροφορικής ενδυναμώνουν το άτομο, αναπτύσσουν την προσωπική ελευθερία και μειώνουν δραστικά την εξουσία του Έθνους- Κράτους. Οι υπάρχουσες κοινωνικές, πολιτικές, και νομικές δομές εξουσίας θα παραμεριστούν και θα αντικατασταθούν από αδέσμευτες συναλλαγές μεταξύ αυτόνομων ατόμων και των προγραμμάτων που χρησιμοποιούν. Αυτοί οι αναμορφωμένοι Μακλουανικοί υποστηρίζουν δυναμικά ότι η κεντρική εξουσία θα πρέπει να μείνει υπό τις ενέργειες των προικισμένων επιχειρηματιών που είναι οι μόνοι άνθρωποι που έχουν την απαιτούμενη ψυχραιμία και γενναιότητα να ρισκάρουν. Πράγματι, οι προσπάθειες για εναντίωση στις αξίες των κυβερνήσεων και των τεχνολογικών και οικονομικών δυνάμεων, παραμένουν απλά προσπάθειές αυτών που είναι αρκετά ηλίθιοι για να τα βάλλουν με τους βασικούς νόμους της φύσης. Η ελεύθερη οικονομία και αγορά είναι οι μόνοι ικανοί μηχανισμοί για την οικοδόμηση του μέλλοντος, οι οποίοι ταυτόχρονα υπόσχονται μια πλήρη άνθηση των ατομικών ελευθερίων μέσα στα ηλεκτρονικά δρομολόγια του Τζεφερσιανικού Κυβερνοδιαστήματος. Όπως στις νουβέλες της επιστημονικής φαντασίας των Heinlein και Asimov, το μονοπάτι προς το μέλλον φαίνεται να οδηγεί πίσω στο παρελθόν.
Ο μύθος της ελεύθερης αγοράς
Σχεδόν κάθε σημαντική τεχνολογική ανάπτυξη των τελευταίων δύο εκατονταετιών πραγματοποιήθηκε με τη βοήθεια μεγάλων ποσών δημοσίου χρήματος και κάτω από μια σημαντική κυβερνητική επιρροή. Οι τεχνολογίες των υπολογιστών και του Internet εφευρέθηκαν με τη βοήθεια τεράστιων κρατικών επιχορηγήσεων. Για παράδειγμα, το πρόγραμμα κατασκευής της πρώτης Μηχανής Διαφορικού έλαβε από την Βρετανική Κυβέρνηση επιχορήγηση ύψους 17.470 λιρών οι οποίες, το 1834, αποτελούσαν μια μικρή περιουσία. Από τον Κολοσσό στο EDVAK, από τους εξομοιωτές πτήσεων στην εικονική πραγματικότητα, η ανάπτυξη της πληροφορικής στηρίχτηκε, σε κρίσιμες στιγμές στις δημόσιες ερευνητικές επιχορηγήσεις ή τα υψηλά συμβόλαια με δημόσιους οργανισμούς. Η IBM Corp. δημιούργησε το πρώτο προγραμματιζόμενο ψηφιακό υπολογιστή αφότου της ζητήθηκε από το αμερικανικό Υπουργείο Αμύνης κατά τη διάρκεια του πολέμου της Κορέας. Το αποτέλεσμα της έλλειψης κρατικού παρεμβατισμού σήμαινε ότι η ναζιστική Γερμανία έχασε την ευκαιρία να κατασκευάσει τον πρώτο ηλεκτρονικό υπολογιστή στα τέλη της δεκαετίας του ’30, όταν η Βέρμαχτ αρνήθηκε να χρηματοδοτήσει τον Κornrad Zuze, ο οποίος ήταν πρωτοπόρος στη χρήση του δυαδικού συστήματος, στην αποθήκευση προγραμμάτων και στις ηλεκτρονικές λογικές πύλες.
Ένα από τα περίεργα στοιχεία σε σχέση με την Ιδεολογία της Καλιφόρνια είναι ότι η Δυτική Ακτή είναι προϊόν τεράστιας κρατικής παρέμβασης. Κυβερνητικά δολάρια χρησιμοποιήθηκαν για την κατασκευή του συστήματος ύδρευσης, των δρόμων, των σχολείων, των πανεπιστημίων και των υπολοίπων έργων υποδομής, τα οποία βελτιώνουν την ποιότητα ζωής. Στην κορυφή αυτών των δημοσίων επιχορηγήσεων, το βιομηχανικό συγκρότημα τεχνολογίας της Δυτικής Ακτής, που απορρόφησε το μερίδιο του λέοντος για δεκαετίες. Η αμερικανική κυβέρνηση έχει ξοδέψει δισεκατομμύρια από τα δολάρια των φορολογουμένων για αεροπλάνα, πυραύλους, ηλεκτρονικά προϊόντα και πυρηνικές βόμβες που κατασκευάστηκαν από τις καλιφορνέζικες εταιρίες.
Όλη αυτή η δημόσια χρηματοδότηση είχε μια τεράστια θετική επίδραση στην ακόλουθη ανάπτυξη της Silicon Valley και άλλων high-tech βιομηχανιών, για την οποία το αμερικανικό κοινό δεν έχει πληροφορηθεί. Οι επιχειρήσεις, συνήθως, καυχώνται για τη «δημιουργική θέλησή» τους στο να αναπτύσσουν νέες ιδέες και ελάχιστα αναγνωρίζουν την εισφορά του κράτους ή της εργατικής δύναμης την οποία απασχολούν. Παρ’ όλα αυτά, κάθε τεχνολογική πρόοδος είναι αθροιστική, δηλαδή εξαρτάται από τα αποτελέσματα μιας συλλογικής ιστορικής πορείας και πρέπει να καταμετρηθεί, εν μέρει τουλάχιστον, ως συλλογικό κατόρθωμα. Έτσι, όπως σε κάθε άλλη βιομηχανική χώρα, οι αμερικανοί επιχειρηματίες στην πραγματικότητα έχουν στηριχτεί στο δημόσιο χρήμα και στον κρατικό παρεμβατισμό για να θρέψουν και να αναπτύξουν τις βιομηχανίες τους. Όταν οι ιαπωνικές εταιρίες απείλησαν να καταλάβουν την αμερικανική αγορά των micro-chips, οι φιλελεύθεροι καπιταλιστές της πληροφορικής της Καλιφόρνια δεν είχαν κανένα ιδεολογικό ενδοιασμό να συμμετάσχουν σε ένα κρατικοδίαιτο καρτέλ, οργανωμένο από το κράτος για να αντιμετωπίσουν τους εισβολείς από την Ανατολή!
Κύριοι και δούλοι
Παρά τον κεντρικό ρόλο που έπαιξε ο δημόσιος παρεμβατισμός στην ανάπτυξη των υπερ-μέσων, η Ιδεολογία της Καλιφόρνια είναι ένα ριζικά αντι-κρατιστικό δόγμα. Η άνοδος αυτού του δόγματος είναι αποτέλεσμα αποτυχίας της πολιτικής ανανέωσης στις ΗΠΑ κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του ’60 και των αρχών της δεκαετίας του ’70. Παρόλο που οι Ιδεολόγοι της Καλιφόρνια χαιρετούν τον ελευθεριακό ατομισμό των χίπις, δεν συζητούν ποτέ τις πολιτικές και κοινωνικές επιταγές της αντιεξουσιαστικής κουλτούρας. Η ατομική ελευθερία δεν μπορεί πλέον να πραγματοποιηθεί μέσω της επανάστασης ενάντια στο σύστημα, παρά μέσω της υποταγής στους «φυσικούς» νόμους της τεχνολογικής προόδου και της ελεύθερης αγοράς. Σε πολλά κυβερνοπάνκ αναγνώσματα και ταινίες, αυτός ο αντικοινωνικός φιλελευθερισμός εκφράζεται από τον κεντρικό ήρωα, το μοναχικό άτομο που μάχεται για την επιβίωση μέσα στον εικονικό κόσμο των πληροφοριών. Στην αμερικανική παράδοση, το έθνος χτίστηκε χάρη στα αγέρωχα άτομα – τους κυνηγούς, τους καουμπόης, τους ιεροκήρυκες, και τους πιονέρους των συνόρων. Παρ’ όλα αυτά, αυτός ο πρώιμος μύθος της Αμερικανικής Δημοκρατίας αγνοεί την αντίφαση που βρίσκεται στην καρδιά του αμερικανικού ονείρου: ότι κάποια άτομα μπορούν να διαπρέψουν μέσω της δυστυχίας των άλλων. Η ζωή του Θωμά Τζέφερσον –του ανθρώπου που βρίσκεται πίσω από το ιδανικό της Τζεφερσονιακής Δημοκρατίας– αποδεικνύει καθαρά τη διπλή φύση του φιλελεύθερου ατομισμού. Ο άνθρωπος που έγραψε την εμψυχωτική έκκληση για δημοκρατία και ελευθερία στην Αμερικανική Διακήρυξη της Ανεξαρτησίας, ήταν την ίδια στιγμή ένας από τους μεγαλύτερους ιδιοκτήτες σκλάβων στη χώρα. Παρά τη χειραφέτηση και το κίνημα των πολιτικών δικαιωμάτων, ο φυλετικός διαχωρισμός υπάρχει ακόμα στο κέντρο των αμερικανικών πολιτικών πεπραγμένων – ειδικά στην Καλιφόρνια. Πίσω από την ρητορική της ατομικής ελευθερίας, βρίσκεται ακόμα ο φόβος του κυρίου για τον επαναστάτη δούλο. Στις τελευταίες εκλογές την κυβέρνηση της Καλιφόρνιας, ο υποψήφιος των Ρεπουμπλικάνων κέρδισε χάρη σε μια σκληρή αντι-μεταναστευτική εκστρατεία. Σε εθνικό επίπεδο, ο θρίαμβος των νέο-φιλελεύθερων του Gingrich στις βουλευτικές εκλογές, στηρίχθηκε στην κινητοποίηση των «θυμωμένων λευκών αρσενικών» ενάντια στην υποτιθέμενη απειλή των μαύρων αρπακτικών και κοινωνικών παροχών, στους μετανάστες από το Μεξικό και στις υπόλοιπες ψωροπερήφανες μειονότητες.
Οι hi-tech βιομηχανίες αποτελούν ένα αναπόσπαστο τμήμα αυτού του ρατσιστικού ρεπουμπλικανικού συνασπισμού. Παρόλα αυτά, η αποκλειστικά ιδιωτική και εταιρική κατασκευή του κυβερνοδιαστήματος μπορεί να οδηγήσει μονάχα στη διάσπαση της αμερικανικής κοινωνίας σε ανταγωνιστικές, φυλετικά προσδιορισμένες τάξεις. Ήδη οι πεινασμένες για κέρδος εταιρίες τηλεπικοινωνιών έχουν ανάψει το κόκκινο φως για τους κατοίκους των φτωχών αστικών περιοχών, οι οποίοι αποκλείονται από τις καινούργιες on-line υπηρεσίες εξαιτίας της έλλειψης χρημάτων. Σε αντίθεση, οι γιάπις και τα παιδιά τους μπορούν να παίζουν τους κυβερνοπάνκ σε έναν εικονικό κόσμο στον οποίο δεν είναι υποχρεωμένοι να συναντούν τους φτωχούς γείτονές τους. Δουλεύοντας για τις hi-tech και νέο-επικοινωνιακές εταιρίες, πολλά μέλη της «εικονικής τάξης» θα ήθελαν να πιστεύουν ότι η νέα τεχνολογία θα έλυνε κατά κάποιο τα κοινωνικά, φυλετικά και οικονομικά προβλήματα της Αμερικής χωρίς να χρειαστούν θυσίες εκ μέρους τους. Ανάμεσα στις ολοένα διευρυνόμενες κοινωνικές διαφορές, ένα ακόμα apartheid διαμορφώνεται ανάμεσα στους «πλούσιους της πληροφορίας» και τους «φτωχούς της πληροφορίας». Έτσι οι εκκλήσεις γίνονται για τον εξαναγκασμό των τηλεπικοινωνιακών εταιριών στην προσφορά καθολικής πρόσβασης των πολιτών στο πληροφοριακό εποικοδόμημα, κατακρίνονται από το περιοδικό Wired ως εναντιώσεις στην πρόοδο. Την πρόοδο ποιού;
Ο βουβός υπηρέτης – Ο χαζός σερβιτόρος
Όπως διαπίστωσε ο Hegel, η τραγωδία των αφεντικών είναι ότι δεν μπορούν να απεξαρτηθούν από τους σκλάβους. Οι πλούσιοι λευκοί Καλιφορνέζοι χρειάζονται τους σκουρόχρωμους συνανθρώπους τους να δουλεύουν στα εργοστάσιά τους, να μαζεύουν τη σοδειά τους, να προσέχουν τα παιδιά τους και να περιποιούνται τους κήπους τους. Αδύναμοι να παραδώσουν τον πλούτο και την εξουσία, οι λευκοί της Καλιφόρνια μπορούν να βρουν πνευματική παρηγοριά στη λατρεία της τεχνολογίας. Αν τελικά οι ανθρώπινοι σκλάβοι είναι αναξιόπιστοι, τότε πρέπει να εφευρεθούν μηχανικοί. Η αναζήτηση του αγίου δισκοπότηρου της τεχνητής νοημοσύνης αποκαλύπτει την επιθυμία του Golem, ενός δυνατού και πιστού σκλάβου που το δέρμα του έχει το χρώμα του χώματος και που τα σωθικά του είναι φτιαγμένα από άμμο. Οι techno-ουτοπιστές φαντάζονται ότι είναι δυνατόν να αποκτήσουν δουλική εργασία από άψυχες μηχανές. Όμως, ενώ η τεχνολογία μπορεί να αποθηκεύσει ή να ενισχύσει την εργασία, δεν μπορεί ποτέ να καταργήσει την ανάγκη για ανθρώπους που επινοούν, κατασκευάζουν και συντηρούν μηχανές. Η δουλική εργασία δεν αποκτάται χωρίς κάποιος να είναι σκλαβωμένος. Στις εκτάσεις του στο Monticello, o Jefferson ανακάλυψε πολλά έξυπνα gadgets, μεταξύ των οποίων ένα «βουβό υπηρέτη» που μεσολαβούσε στην επικοινωνία με τους σκλάβους του.
Στα τέλη του 20ού αιώνα, δεν θεωρείται έκπληξη ότι αυτός ο φιλελεύθερος ιδιοκτήτης σκλάβων είναι ο ήρωας όσων κηρύττουν την ελευθερία, ενώ την ίδια στιγμή αρνούνται στους σκουρόχρωμους συμπολίτες τους τα δημοκρατικά δικαιώματα τα οποία θεωρούνται θεμελιώδη.
Αποκλείοντας το μέλλον
Οι προφήτες της Καλιφορνέζικης Ιδεολογίας υποστηρίζουν ότι τα κυβερνητικά κύματα και οι χαοτικές δίνες των ελεύθερων αγορών και των παγκοσμίων επικοινωνιών, θα καθορίσουν το μέλλον. Έτσι η οποιαδήποτε πολιτική συζήτηση αποτελεί σπατάλη αναπνοής και σάλιου. Ως φιλελεύθεροι, θεωρούν ότι η θέληση του λαού, όπως υλοποιείται από τις δημοκρατικές κυβερνήσεις, είναι μια επικίνδυνη αίρεση που παρεμβάλλεται στη «φυσική» και αποδοτική ελευθερία της συγκέντρωσης περιουσίας. Ως τεχνολογικοί ντετερμινιστές πιστεύουν ότι οι ανθρώπινοι και συναισθηματικοί δεσμοί εμποδίζουν την αποτελεσματική ανάπτυξη της μηχανής. Εγκαταλείποντας τη δημοκρατία και την κοινωνική αλληλεγγύη, οι Καλιφορνέζοι Ιδεολόγοι, ονειρεύονται ένα ψηφιακό νιρβάνα, που κατοικείται αποκλειστικά από φιλελεύθερους ψυχοπαθείς.
Η εναλλακτική θεώρηση
Παρά τους ισχυρισμούς παγκοσμιότητας, η Ιδεολογία της Καλιφόρνια αναπτύχθηκε από μια ομάδα ανθρώπων, η οποία ζει σε μια συγκεκριμένη χώρα που ακολουθεί μια ιδιαίτερη επιλογή κοινωνικο-οικονομικής και τεχνολογικής ανάπτυξης. Το εκλεκτικό χαρμάνι της συντηρητικής οικονομικής θεωρίας και του hippie φιλελευθερισμού, αντανακλά την ιστορία της Δυτικής Ακτής και όχι το αναπόφευκτο μέλλον του υπόλοιπου κόσμου. Οι high-tech ιδεολόγοι διακηρύττουν ότι υπάρχει μόνο ένας δρόμος εμπρός. Στην πραγματικότητα όμως, η ανάγκη για συζήτηση ποτέ δεν ήταν πιο ισχυρή και πιο επιτακτική από ότι είναι σήμερα. Το καλιφορνέζικο μοντέλο είναι μονάχα ένα, ανάμεσα σε πολλά.
Στην Ε.Ε., η πρόσφατη ιστορία της Γαλλίας παρουσιάζει μια έμπρακτη απόδειξη ότι είναι δυνατόν να χρησιμοποιηθεί ο κρατικός παρεμβατισμός παράλληλα με τον ανταγωνισμό της αγοράς, ώστε να αναπτυχθούν οι νέες τεχνολογίες και να διασφαλιστεί το ότι τα πλεονεκτήματα της ανάπτυξης θα διατεθούν στο σύνολο του πληθυσμού.
Μετά τη νίκη των Ιακωβίνων απέναντι στους φιλελεύθερους αντιπάλους τους το 1792, η δημοκρατία της Γαλλίας ενσωμάτωσε την έννοια της γενικής βούλησης. Ως δημοκρατία της γενικής βούλησης, το κράτος προσπάθησε να αντιπροσωπεύσει τα συμφέροντα όλων των πολιτών αντί να προστατέψει τα δικαιώματα της ατομικής ιδιοκτησίας. Η Γαλλική Επανάσταση προχώρησε πέρα από το φιλελευθερισμό, στη δημοκρατία. Αναθαρρημένη από αυτήν τη λαϊκή νομιμότητα, η κυβέρνηση ήταν ικανή να επηρεάσει τη βιομηχανική ανάπτυξη.
Για παράδειγμα, το δίκτυο MINITEL απέκτησε αυτήν τη σημαντική μερίδα χρηστών, μέσω της εθνικοποιημένης τηλεπικοινωνιακής εταιρίας η οποία προσέφερε δωρεάν τερματικά. Από τη στιγμή που δημιουργήθηκε η αγορά, εμπορικές και κοινοτικές υπηρεσίες ήταν ικανές να βρουν αρκετούς πελάτες ώστε να ανθίσουν.
Το συμπέρασμα της γαλλικής εμπειρίας είναι ότι οι ευρωπαϊκοί και εθνικοί φορείς θα έπρεπε να ασκούν πιο ακριβή ρυθμιστικό έλεγχο, να επενδύουν περισσότερο και να υιοθετήσουν μεγαλύτερη κρατική παρέμβαση στην ανάπτυξη των υπερμέσων.
Το μάθημα του MINITEL είναι ότι τα υπερμέσα, στην Ευρώπη, θα έπρεπε να αναπτυχθούν ως υβριδική ένωση κρατικού παρεμβατισμού, καπιταλιστικού επιχειρηματικού πνεύματος και do it yourself κουλτούρας. Χωρίς αμφιβολία, οι λεωφόροι των πληροφοριών θα δημιουργήσουν μια μεγάλη αγορά στην οποία οι ιδιωτικές εταιρίες θα πουλάνε διάφορα είδη πληροφοριών, ταινίες, τηλεοπτικά προγράμματα, μουσική, βιβλία σε όλο το Δίκτυο. Από τη στιγμή που οι άνθρωποι θα μπορούν να διακινούν όσο και να αποκτούν τα υπερ-μέσα, η άνθηση των κοινοτικών μέσων, των ιδιαίτερων αγορών και των ειδικών ομάδων συμφερόντων θα πραγματοποιηθεί. Ωστόσο, αυτό προϋποθέτει μια ενεργή ανάμειξη του κράτους. Για να πραγματοποιηθούν τα ενδιαφέροντα όλων των πολιτών, η γενική βούληση θα πρέπει να υλοποιηθεί, τουλάχιστον εν μέρει, μέσω των δημοσίων θεσμών.
Η Καλιφορνέζικη Ιδεολογία απορρίπτει έννοιες όπως κοινότητα και κοινωνική πρόοδος και επιδιώκει να αλυσοδέσει την ανθρωπότητα στους βράχους του οικονομικού και τεχνολογικού φαταλισμού. Κάποτε οι hippies της Δυτικής Ακτής έπαιξαν ένα σημαντικό ρόλο στη δημιουργία της δικής μας σύγχρονης θεώρησης της κοινωνικής απελευθέρωσης. Ως αποτέλεσμα, ο φεμινισμός, η κουλτούρα των ναρκωτικών, η απελευθέρωση της ομοφυλοφιλίας και της εθνοτικής ταυτότητας έπαψαν, από τη δεκαετία του ’60 και έπειτα, να αποτελούν περιθωριακά ζητήματα. Κατά ειρωνικό τρόπο, η Καλιφόρνια σήμερα αποτελεί το κέντρο της ιδεολογίας που απαρνιέται τη σχετικότητα αυτών των νέων κοινωνικών θεμάτων.
Είναι αναγκαίο, πλέον, για μας να υποστηρίξουμε τη δική μας επιλογή. Μετά από είκοσι χρόνια, είναι αναγκαίο να αποκηρύξουμε μια για πάντα την έλλειψη σθένους που εκφράστηκε από το μεταμοντερνισμό. Μπορούμε να κάνουμε περισσότερα από το να «παίξουμε με τα lego» που δημιούργησαν οι πρωτοπορίες του παρελθόντος.
Πρέπει να συζητήσουμε τι είδους υπερ-μέσα ταιριάζουν στο δικό μας κοινωνικό όραμα, πώς θα δημιουργήσουμε τα interactive προϊόντα και τις on-line υπηρεσίες που θέλουμε να χρησιμοποιήσουμε, το είδος των υπολογιστών που μας αρέσουν, και τα προγράμματα που μας φαίνονται πιο χρήσιμα. Πρέπει να βρούμε τρόπους να κρίνουμε κοινωνικά και πολιτικά τις μηχανές που αναπτύσσουμε. Ενώ μπορούμε να μάθουμε από τη στάση του «μπορώ να το κάνω» των Καλιφορνέζων ατομιστών, πρέπει επίσης να αναγνωρίσουμε ότι οι δυνατότητες των υπερ-μέσων δεν μπορούν να πραγματοποιηθούν μόνο μέσω των δυνάμεων της αγοράς. Χρειαζόμαστε μια οικονομία που να μπορεί να απελευθερώσει τις δημιουργικές δυνάμεις των hi-tech δεξιοτεχνών. Μόνο τότε θα μπορέσουμε να αδράξουμε τις Προμηθεϊκές ευκαιρίες των υπερ-μέσων ενώ η κοινωνία θα οδεύει προς το επόμενο στάδιο της μοντέρνας εποχής.
Τίτλος πρωτοτύπου: «The Californian Ideology» (condensed version), περιοδικό Mute τ. 3, φθινόπωρο 1995
http://www.metamute.org/en/content/the_californian_ideology_0
Αναδημοσίευση μετάφρασης από το περιοδικό futura, τ. 3, καλοκαίρι 1996, σσ. 52-59.
Μετάφραση: Χριστίνα Καράλη
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου