Δευτέρα 28 Δεκεμβρίου 2020

Αγ. Γρηγόριος Παλαμάς - ΥΠΕΡ ΤΩΝ ΙΕΡΩΣ ΗΣΥΧΑΖΟΝΤΩΝ (38)

 Συνέχεια από Πέμπτη, 24 Δεκεμβρίου 2020


45. Αφού μάθει και από τον μέγα Διονύσιο και τον πολύ στα θεία Μάξιμο, ότι «ο νους μας έχει τη δύναμη για να νοεί, με την οποία βλέπει τα νοητά, και την ένωση που υπερβαίνει τη φύση του νου, με την οποία συνάπτεται προς τα επέκεινα του εαυτού του», ζητεί τότε αυτό το κορυφαίο από τα προσόντα μας, τη μόνη τέλεια και ενιαία και αμέριστη ουσία μας, η οποία και ορίζει και ενοποιεί, σαν είδος ειδών που είναι, ακόμη και τις συστροφές της διάνοιας, με τις οποίες επιβεβαιώνονται και οι επιστήμες, καθώς προχωρούν σαν τα ερπετά με συναγωγή και διαίρεση. Γιατί, αν και ο νους και με αυτές (τις συστροφές της διάνοιας) και μέσω αυτών κατεβαίνει προς την πολυμερή ζωή, προβάλλοντας σ’ όλες τις ενέργειες, έχει πάντως και μια άλλη ανώτερη ενέργεια, με την οποία έχει τη δυνατότητα να ενεργεί αυτός και καθ’ εαυτόν, καθόσον μπορεί να μένει και καθ’ εαυτόν, όταν χωρισθεί από την ποικιλότροπη αυτή και πολύμορφη και χαμερπή διαγωγή, όπως ακριβώς και ο έφιππος έχει κάποια ενέργεια με την οποία ηνιοχεί κατ’ εξοχήν καλύτερα, και όχι μόνο όταν κατεβαίνει από τον ίππο, αλλά και όταν είναι πάνω στον ίππο ή στο άρμα, θα μπορούσε να ενεργήσει αυτήν καθ’ εαυτόν, εάν δεν παραδώσει με τη θέλησή του όλον τον εαυτό του στη φροντίδα να ηνιοχεί. Και ο νους λοιπόν, αν δεν στρέφεται ολόκληρος και πάντοτε προς τα κάτω, θα μπορούσε ν’ αποκτήσει και την ανώτερη και υψηλότερη ενέργεια, αν και πολύ δυσκολότερα από τον έφιππο, καθόσον έχει κατά τρόπο φυσικό τη σύνδεση με το σώμα και είναι αναμιγμένος με τις σωματοειδείς γνώσεις και με τις πολύτροπες και δυσκολοαπόβλητες σχέσεις της καθημερινής ζωής. Όταν λοιπόν ο νους αποκτήσει την καθ’ εαυτόν ενέργεια, η οποία είναι η στροφή προς τον εαυτό του και φρούρηση αυτού, ανεβαίνοντας πάνω από τον εαυτό του με αυτήν, θα μπορούσε να συνευρεθεί και με τον Θεό.

46. Γι’ αυτό λοιπόν ο εραστής της κοινωνίας (συνουσίας) με τον Θεό φεύγει από τον ένοχο βίο και εκλέγει τον μοναχικό και ασύζευκτο τρόπο ζωής και με προθυμία ζει μέσα στα άδυτα της ησυχίας χωρίς φροντίδες και μέριμνες, απαλλαγμένος από κάθε σχέση· κι αφού λύσει έτσι την ψυχή του από κάθε υλικό δεσμό, κατά το δυνατόν, συνάπτει το νου με τον Θεό με την αδιάλειπτη ευχή και με αυτήν, αφού συγκεντρωθεί εξολοκλήρου στον εαυτό του, βρίσκει καινή και απόρρητη άνοδο προς τους ουρανούς, τον αψηλάφητο γνόφο της κρυφιομύστου σιγής, όπως θα μπορούσε να πει κανείς, και προσηλώνοντας ακριβώς σ’ αυτό το νου με ανείπωτη ηδονή, υπερίπταται πάνω από όλα τα κτιστά προς σταθερή και τέλεια και γεμάτη γλυκύτητα γαλήνη και σε πραγματική ησυχία και αφθεγξία. Αφού έτσι απομακρυνθεί από τον εαυτό του και παραδοθεί ολόκληρος στον Θεό, βλέπει τη δόξα του Θεού και εποπτεύει θείο φως, ελάχιστα υποπίπτοντας στην αίσθηση ως αίσθηση, θέαμα χαριτωμένο και ιερό αμόλυντων ψυχών και νοερών δυνάμεων, χωρίς το οποίο φως ούτε νους θα μπορούσε να δει με τη νοερή αίσθηση που έχει, όταν ενωθεί με τα πάνω από τον εαυτό του, όπως ούτε οφθαλμός σώματος χωρίς το αισθητό φως.

47. Ο νους μας λοιπόν βγαίνει έξω από τον εαυτό του (ἔξω ἑαυτοῦ γίνεται) και έτσι ενώνεται με τον Θεό, αλλ’ αφού ανεβεί πάνω από τον εαυτό του (ὑπέρ ἑαυτόν γινόμενος). Ο Θεός πάλι και αυτός βγαίνει έξω από τον εαυτό του (ἔξω ἑαυτοῦ γίνεται) και έτσι ενώνεται με το νου μας, αλλά δείχνοντας συγκατάβαση· σαν δηλαδή να θέλγεται από έρωτα και αγάπη, εξαιτίας της υπερβολικής χρηστότητάς (αγαθότητάς) του, βγαίνοντας κατά τρόπο ακοινώνητο από τον εαυτό του που βρίσκεται πάνω από όλα και από όλους, ενώνεται με εμάς κατά μία ένωση ασύλληπτη από το νου. Ότι όμως ο Θεός δεν ενώνεται μόνο με εμάς δείχνοντας συγκατάβαση, αλλά και με τους επουράνιους αγγέλους, πάλι μας διδάσκει ο άγιος Μακάριος λέγοντας· «ο μέγας και υπερούσιος από άπειρη αγαθότητα μικραίνει τον εαυτό του, για να μπορέσει να αναμιχθεί μαζί με τα νοερά κτίσματά του, εννοώ με τις άγιες ψυχές και τους αγγέλους, ώστε να μπορέσουν και αυτοί να μετέχουν της αθάνατης ζωής με την θεότητά του». Και πώς δεν θα έδειχνε μέχρι σ’ αυτό συγκατάβαση εκείνος που από συγκατάβαση έφτασε να λάβει ακόμα και σάρκα, σάρκα που έφτασε μέχρι και σε θάνατο και μάλιστα θάνατο σταυρικό, για να αφαιρέσει το κάλυμμα του σκότους που έπεσε εξαιτίας της παραβάσεως επάνω στην ψυχή και να μεταδώσει από το φως του, όπως ο ίδιος άγιος δίδαξε στο κεφάλαιο που αναφέρθηκε στην αρχή;

Αρχαίο κείμενο

45. Μαθών δέ καί παρά τοῦ μεγάλου Διονυσίου καί Μαξίμου τοῦ πάνυ, «τόν καθ᾿ ἡμᾶς νοῦν, τήν μέν ἔχειν δύναμιν εἰς τό νοεῖν, δι᾿ ἧς τά νοητά βλέπει, τήν δέ ἕνωσιν ὑπερσίρουσαν τήν τοῦ νοῦ φύσιν, δι᾿ ἧς συνάπτεται πρός τά ἐπέκεινα ἑαυτοῦ», τοῦτο δή ζητεῖ τό ἀκρότατον τῶν ἐν ἡμῖν, τήν μόνην τελείαν καί ἑνιαίαν καί πάντῃ ἀμερῆ τῶν καθ᾿ ἡμᾶς, ἥ καί τούς κατά διάνοιαν ἀνελιγμούς, ἐν οἷς καί τά τῶν ἐπιστημῶν ἔχει τήν ἀσφάλειαν, σχεδόν κατά τά ἑρπυστικά τῶν ζώων ἐν συναγωγῇ καί διαιρέσει προϊόντας, καί ὁρίζει καί ἑνοποιεῖ, ἅτε εἶδος οὖσα τῶν εἰδῶν. Εἰ γάρ καί πρός αὐτούς καί δι᾿ αὐτῶν πρός τήν πολυμερῆ κάτειοι ζωήν ὁ νοῦς, προϊσχόμενος τάς ἐνεργείας πᾶσιν, ἀλλ᾿ ἔχει δήπου καί τινα ἑτέραν κρείττονα ἐνέργειαν, ἥν αὐτός ἄν ἐνεργοίη καί καθ᾿ ἑαυτόν, ἅτε μένειν καί καθ᾿ ἑαυτόν δυνάμενος, ἐπειδάν μερισθῇ τῆς ποικιλοτρόπου ταύτης καί πολυειδοῦς καί χαμερποῦς διαίτης, ὥσπερ δῆτα καί ὁ ἔφιππος ἔχει τινά ἐνέργειαν τοῦ ἡνιοχεῖν διαφερόντως κρείττω, καί οὐχ ἡνίκ᾿ ἄν ἀποβαίη μόνον, ἀλλά καί ἐφ᾿ ἵππου ὤν καί ἅρματος, ἐνεργήσειεν ἄν καθ᾿ ἑαυτόν αὐτήν, εἰ μή ὅλον ἑαυτόν ἑκών ποιοίη τῆς τοῦ ἡνιοχεῖν ἐπιμελείας. Καί νοῦς τοίνυν, εἰ μή ὅλος καί ἀεί περί τά κάτω στρέφοιτο, γένοιτ᾿ ἄν καί τῆς κρείττονός τε καί ὑψηλοτέρας ἐνεργείας, εἰ καί μακρῷ δυσχερέστερον ἐφίππου, ἅτε φύσει τήν μετά σώματος ἔχων συμπλοκήν καί ταῖς σωματοειδέσι γνώσεσι συμπεφυρμένος καί τοῖς ἐκ τοῦ τῇδε βίου πολυτρόποις καί δυσαποβλήτοις σχέσεσι. Τῆς οὖν καθ᾿ ἑαυτόν ἐνεργείας γενόμενος ὁ νοῦς, ἥτις ἐστίν ἡ πρός ἑαυτόν στροφή καί τήρησις, δι᾿ αὐτῆς ὑπεραναβαίνων ἑαυτόν, καί Θεῷ συγγένοιτ᾿ ἄν.

46. Διά τοῦτο τοίνυν τόν ὑπαίτιον φεύγει βίον ὁ τῆς τοῦ Θεοῦ συνουσίας ἐραστής καί τήν μοναχικήν καί ἀσυνδύαστον αἱρεῖται πολιτείαν καί τοῖς τῆς ἡσυχίας ἀδύτοις ἀπραγμόνως τε καί ἀπεριμερίμνως ἐνδιαιτᾶσθαι προθυμεῖται, πάσης σχέσεως ἀπηλλαγμένος, ἐν οἷς προσύλου παντός δεσμοῦ, καθ᾿ ὅσον ἐφικτόν, λύσας τήν ψυχήν, συνάπτει τόν νοῦν τῇ ἀδιαλείπτῳ πρός Θεόν εὐχῇ, καί δι᾿ αὐτῆς ἑαυτοῦ ὅλος γεγονώς καινήν καί ἀπόρρητον ἄνοδον εἰς οὐρανούς εὑρίσκει, τόν ἀναφῆ τῆς κρυφιομύστου σιγῆς, ὡς ἄν τις εἴποι, γνόφον καί τούτῳ μεθ᾿ ἡδονῆς ἀπορρήτου προσέχων ἀκριβῶς τόν νοῦν ἐν ἁπλουστάτῃ καί παντελεῖ καί γλυκερᾷ γαλήνη καί ὄντως ἡσυχίᾳ τε καί ἀφθεγξίᾳ πάντων ὑπερίπταται κτιστῶν. Ὅλος δ᾿ οὕτως ἐκστάς καί ὅλος γενόμενος Θεοῦ, δόξαν ὁρᾷ Θεοῦ καί φῶς ἐποπτεύει θεῖον, ἥκιστα αἰσθήσει ᾗ αἰσθήσει ὑποπίπτον, ψυχῶν δέ καί νόων ἀσπίλων εὔχαρι καί ἱερόν θέαμα, οὗ χωρίς οὐδ᾿ ἄν νοῦς ᾗ νοεράν ἔχων αἴσθησιν ὁρῴη τοῖς ὑπέρ ἑαυτόν ἑνούμενος, καθάπερ οὐδέ ὀφθαλμός σώματος τοῦ κατ᾿ αἴσθησιν φωτός χωρίς.

47. Ὁ μέν οὖν ἡμέτερος νοῦς ἔξω ἑαυτοῦ γίνεται καί οὕτως ἑνοῦται τῷ Θεῷ, ἀλλ᾿ ὑπέρ ἑαυτόν γινόμενος. Ὁ δέ Θεός καί αὐτός ἔξω ἑαυτοῦ γίνεται καί οὕτω τῷ καθ᾿ ἡμᾶς «ἑνοῦται νῷ, ἀλλά συγκαταβάσει χρώμενος˙ ὥσπερ γάρ ἔρωτι καί ἀγαπήσει θελγόμενος καί δι᾿ ὑπερβολήν ἀγαθότητος ἐκ τοῦ ὑπέρ πάντα καί πάντων ἐξῃρημένου ἔξω ἑαυτόῦ ἀνεκφοιτήτως γινόμενος, καί κατ᾿ αὐτήν τήν ὑπέρ νοῦν ἕνωσιν ἡμῖν ἑνοῦται. Ὅτι δέ οὐχ ἡμῖν μόνον, ἀλλά καί τοῖς ἐπουρανίοις ἀγγέλοις συγκαταβαίνων ἑνοῦται Θεός, ὁ ἅγιος Μακάριος πάλιν ἡμᾶς διδάξει, «διά χρηστότητα», λέγων, «ἄπειρον συσμικρύνει ἑαυτόν ὁ μέγας καί ὑπερούσιος, τοῦ δυνηθῆναι τοῖς νοεροῖς αὐτοῦ κτίσμασι συγκραθῆναι, ψυχαῖς ἁγίων φημί καί ἀγγέλοις, ἵνα καί αὐτοῖς γένοιτο ζωῆς ἀθανάτου τῇ αὐτοῦ θεότητι μετασχεῖν». Πῶς δ᾿ οὐκ ἄν μέχρι τύτου συγκαταβαίη, ὁ μέχρι σαρκός συγκαταβάς, καί σαρκός θανάτου καί θανάτου σταυροῦ, ἵνα περιέλῃ τό ἐπιπεσόν ἐκ παραβάσεως τῇ ψυχῇ κάλυμμα τοῦ σκότους καί τοῦ οἰκείου μεταδῷ φωτός, ὡς ὁ αὐτός ἅγιος ἐν τῷ τήν ἀρχήν εἰρημένῳ κεφαλαίῳ ἐδίδαξεν;

Δεν υπάρχουν σχόλια: