Συνέχεια από Τρίτη,28 Μαρτίου 2017
HANS URS VON BALTHASAR
ΘΕΟΛΟΓΙΚΗ (THEOLOGIK)
Τρίτος Τόμος
ΤΟ ΠΝΕΥΜΑ ΤΗΣ ΑΛΗΘΕΙΑΣ (DER GEIST DER WAHRHEIT)
(Οι δύο προηγούμενοι τόμοι: 1) Αλήθεια τού κόσμου(Wahrheit der Welt), 2) Αλήθεια τού Θεού (Wahrheit Gottes) )
Johannes Verlag, 1987
γ) Ο Παράκλητος
Όταν
ονομάζεται πολλές φορές ως ο Παράκλητος (Paraklet), ο Αρωγός, Βοηθός,
Συνήγορος, Μάρτυρας και Πληρεξούσιος το Άγιο Πνεύμα στον Ιωάννη, δεν
αμφισβητείται βέβαια κατά κανέναν τρόπο ο κεντρικός του ρόλος ως Ερμηνευτή τής αποκάλυψης του Θεού στον
Χριστό, στην οποίαν και θέλει μόνο να
προσδώση μεγαλύτερην αξία ((
Παρακολουθώντας τα θεία μυστήρια μόνο με τη στενώτατη ανθρώπινη λογική… )) . «Η
βασική λειτουργία τού Αγίου Πνεύματος είναι η αποκαλυπτική, και εισάγουσα στη
θεϊκήν αλήθεια δράση στον Ιωάννη», λέει ο R. Schnackenburg… Μας είναι αδιάφορο,
από πού έχει πάρει τον χαρακτηρισμό Παράκλητος ο Ιωάννης·
είτε από μιαν παρούσα τότε όψιμη ιουδαϊκή ή
γνωστική παράδοση, είτε απ’ το λογοτεχνικό είδος τού αποχαιρετιστήριου λόγου,
είτε τον συνέδεσε εκείνος για πρώτη φορά με το Άγιο Πνεύμα. Βιβλικά μπορούμε να προσεγγίσουμε
ευκολώτατα από δυό ‘ιωάννειους’ λόγους το περιεχόμενο και την ‘αξία’ τής έκφρασης:
τη μια απ’ τη φράση, ότι είναι ο ίδιος ο Χριστός «ο παράκλητός μας στον Πατέρα»
(Α’ Ιωάν. 2, 2 – «Τεκνία μου, ταύτα γράφω υμίν ίνα μή αμάρτητε·
και εάν τις αμάρτη, παράκλητον έχομεν προς τον πατέρα, Ιησούν Χριστόν δίκαιον·
και αυτός ιλασμός εστι περί τών αμαρτιών ημών, ου περί τών ημετέρων δε μόνον,
αλλά και περί όλου τού κόσμου»…) ((
Παραθέτουμε ‘εκτενέστερα’ τα χωρία απ’ όπου αποσπούν αυτό που θέλουν, για να
φανή έστω κάπως η ‘βιαιοπραγία’ τής sola scriptura, που εξελίχθηκε πλέον σε… sola manipulatione… )) , ο Συνήγορος,
«αν έχη κάποιος αμαρτήση», επειδή είναι «το εξιλαστήριο θύμα για τις αμαρτίες μας», «αλλά όχι μόνο για τις
δικές μας, αλλά και για ολόκληρον τον κόσμο». Η βασική ‘δήλωση’ είναι για μας
εδώ, ότι μας βοηθά και μας αντιπροσωπεύει, μας υπερασπίζεται και εγγυάται για
εμάς, και προστίθεται η παγκοσμιότητα αυτής τής συνηγορίας: που αφορά και
περιλαμβάνει ολόκληρον τον κόσμο ((
Σιγά-σιγά θα το πάνε εκεί που θέλουν… )) . Η άλλη πρόσβαση είναι μέσω τής φράσης:
«Δεν θα σας αφήσω ορφανούς…, θα παρακαλέσω τον πατέρα και θα σας στείλει έναν
άλλον υποστηρικτή (Παράκλητο), για να είναι αιώνια μαζί σας» (Ιωάν. 14, 18
- «Εάν αγαπάτε με, τας εντολάς τας εμάς
τηρήσατε, και εγώ ερωτήσω τον πατέρα και άλλον παράκλητον δώσει υμίν, ίνα μένη
μεθ’ υμών εις τον αιώνα, το Πνεύμα τής αληθείας, ό ο κόσμος ου δύναται λαβείν, ότι ου θεωρεί αυτό ουδέ γινώσκει αυτό·
υμείς δε γινώσκετε αυτό, ότι παρ’ υμίν μένει
και εν υμίν έσται. ουκ αφήσω υμάς ορφανούς·
έρχομαι προς υμάς. έτι μικρόν και ο
κόσμος με ουκέτι θεωρεί, υμείς δε
θεωρείτε με, ότι εγώ ζω και υμείς ζήσεσθε·
εν εκείνη τη ημέρα γνώσεσθε υμείς ότι εγώ εν τω πατρί μου και υμείς εν εμοί
καγώ εν υμίν. ο έχων τας εντολάς μου και
τηρών αυτάς,, εκείνός εστιν ο αγαπών
με· ο δε αγαπών με αγαπηθήσεται υπό τού πατρός
μου, και εγώ αγαπήσω αυτόν και εμφανίσω
αυτώ εμαυτόν»…) (( Ας
σταβομουτσουνιάζουν όσο θέλουν μπροστά στα αληθινά λόγια τού Κυρίου… )) . Αυτή
είναι η πρώτη απ’ τις πέντε ρήσεις περί Παρακλήτου, που εισάγει για πρώτη φορά
την έννοια υποδηλώνοντας, ότι μπορεί
(είναι σε θέση…) να αναλάβη (να
‘καταλάβη’…) κάποτε εντελώς τη θέση τού Ιησού ο Παράκλητος και να εμποδίση
έτσι το ορφάνεμα των Μαθητών, και να το κάνη αυτό πολύ περισσότερο, καθόσον
προέρχεται, όπως λέγεται επανειλημμένα (14, 26 – 16, 26), απ’ τον Πατέρα, και δεν
είναι άρα λιγότερο θεϊκός απ’ τον Ιησού (( ‘θεϊκά’
πράγματα!... )) , ώστε και να
αντικαταστήση με μιαν αιώνια παραμονή
τον χρονικό περιορισμό τής παρουσίας τού Ιησού
(( δεν πιστεύουν όντως σε τίποτα!... )) , χωρίς να αντικαταστήση
όμως – αν προσθέσουμε και τον αμέσως
επόμενον λόγο: «έρχομαι προς υμάς» (14, 18 – βλ. παραπάνω…) – ως έναν απόντα
τον Ιησού, αλλά αναπαριστώντας τον αντίθετα εκ νέου (( το τράβηξε πολύ, και δεν διστάζει να πη
και να ‘ξε-πή’ μέσα στην ίδια φράση, ως αληθινός δολοπλόκος… )) . Κι ενώ δεν
μπορεί να δη πλέον τον Ιησού ο κόσμος, επειδή δεν τον γνωρίζει, θα έρθη η
ενέργεια του Παρακλήτου, ώστε να τον δουν οι Μαθητές, «γιατί εγώ ζω, κι εσείς
ζήτε (επίσης). Και θα γνωρίσετε εκείνην την ημέρα, ότι εγώ είμαι μέσα στον
Πατέρα μου κι εσείς σε μένα κι εγώ σε σας» (14, 19 κ.ε. – βλ. παραπάνω…).
Βρίσκονται δε όλα αυτά στην ‘περιοχή’ τού πρώτου περί Παρακλήτου
‘αποφθέγματος’, και αποτελούν ολοφάνερα ενέργεια του υποσχεμένου Αγίου
Πνεύματος, γιατί ονομάζει άμεσα Άγιο Πνεύμα τον Παράκλητο το δεύτερο
‘απόφθεγμα’ (14, 26), αποδίδοντας μάλιστα τη δράση που περιγράφηκε στο
προηγούμενο μέρος σ’ αυτόν τον Παράκλητο: αποκάλυψη
του βαθέως νοήματος της διδασκαλίας
τού Λόγου στην ανάμνηση του Ιησού
(( Σημ. τ. μετ.: Θέλει προσοχή, γιατί οι άνθρωποι αυτοί πλέκουν με
πολλήν επιτηδειότητα τη διαστροφή τους: ότι ανεχώρησε ο Ιησούς, και άφησε πίσω
του (!) το Άγιο Πνεύμα, να πνέη όπου θέλουμε πλέον εμείς, οι κοσμοκράτορες… ))
.
Θα συμφωνήσουμε με τον R. E. Brown, ότι δεν μπορούν να
διαχωριστούν αναμεταξύ τους οι διάφορες φράσεις για το Πνεύμα, αλλά διαπερνούν
η μια την άλλη, ότι όμως παραμένουν
διαφορετικοί, παρ’ όλον τον στενό σύνδεσμο ανάμεσά τους, ο Ιησούς και το Πνεύμα (( Ένα ‘αριστούργημα’ θεο-λογικής, όπου
είμαστε πράγματι εμείς οι άνθρωποι οι ‘άρχοντες’ αυτού τού κόσμου, και
παρακολουθούμε με τις ικανότητές μας και το τί ακριβώς συμβαίνει με την Αγία
Τριάδα, ως αντικείμενο της ανώτερης πανεπιστημιακής μας μελέτης… Δεν μπορεί να
είναι πράγματι ορθόδοξος κάποιος, και να ‘συνομιλή’ μ’ αυτούς που βαθαίνουν
ακόμα περισσότερο την αίρεση… )) . Αλληλοπεριχωρούνται οι ρόλοι τού Πνεύματος
ως «Μάρτυρος» (15, 26 – «όταν δε έλθη ο παράκλητος όν εγώ πέμψω υμίν παρά τού
πατρός, το Πνεύμα τής αληθείας ό παρά
του πατρός εκπορεύεται, εκείνος μαρτυρήσει περί εμού·
και υμείς δε μαρτυρείτε, ότι απ’ αρχής
μετ’ εμού εστε») και ως «Διεκπεραιωτή» (16, 8-11): εμφανίζεται και με τις
δυό μορφές στη μεγάλη δίκη τού Ιησού, ενάντια στον κόσμο που τον καταδιώκει και
τον καταδικάζει: μαρτυρώντας ήδη, ότι έχουν
δίκαιο οι μαζί μ’ Αυτόν μαρτυρούντες Μαθητές (15, 27), και αποδεικνύοντας
ότι έχει άδικο ο κόσμος που Τον καταδικάζει, κι ότι έχει ήδη χάσει (αυτός ο
κόσμος…) τη δίκη με τον Θεό: «ότι έχει ήδη κριθή ο άρχων τού κόσμου τούτου»
(16, 11). Έχει δε μικρή πλέον σημασία η ένσταση εδώ, ότι αναγνωρίζεται μόνον
απ’ τους Μαθητές, κι όχι κι απ’ τον κόσμο αυτή η μαρτυρία τού Πνεύματος, κι ότι
δεν αισθάνεται να κατηγορείται σε κάποιο δικαστήριο ο κόσμος, καθώς είναι
προφανής μόνο στη συνείδηση των Μαθητών αυτή η κατηγορία. Γιατί πρόκειται για ένα
εντελώς αντικειμενικό, δημόσιο, και μάλιστα «κοσμικό» (kosmisch – αφορά σε όλο το Σύμπαν…)
γεγονός, όπου δεν ενδιαφέρει, το αν αντιλαμβάνεται εδώ και τώρα την ήττα του το καταδικασμένο μέρος. «Δικάζεται» όμως
«τώρα αυτός ο κόσμος, και εκβάλλεται
τώρα ο άρχοντας αυτού τού κόσμου
έξω» (12, 31), κι αν λέη η Αποκάλυψη ότι «γνωρίζει πόσο σύντομος είναι ο χρόνος
του», όταν εκβάλλεται ο Δράκος απ’ τον Ουρανό στη Γη κι έχη «μεγάλη την οργή»
(Αποκ. 12, 9 κ.ε. – «…και ο δράκων επολέμησε και οι άγγελοι αυτού, και ουκ
ίσχυσεν, ουδέ τόπος ευρέθη αυτώ έτι εν τω ουρανώ. και εβλήθη ο δράκων, - ο όφις
ο μέγας ο αρχαίος, ο καλούμενος Διάβολος και ο Σατανάς, ο πλανών την οικουμένην
όλην, εβλήθη εις την γην, και οι άγγελοι αυτού μετ’ αυτού εβλήθησαν. και ήκουσα
φωνήν μεγάλην εν τω ουρανώ λέγουσαν·
άρτι εγένετο η σωτηρία και η δύναμις και η βασιλεία τού Θεού ημών και η εξουσία
τού Χριστού αυτού, ότι εβλήθη ο κατήγορος των αδελφών ημών, ο κατηγορών αυτών
ενώπιον του Θεού ημέρας και νυκτός. και αυτοί ενίκησαν αυτόν δια το αίμα τού
αρνίου και δια τον λόγον τής μαρτυρίας αυτών, και ουκ ηγάπησαν την ψυχήν αυτών
άχρι θανάτου. δια τούτο ευφραίνεσθε ουρανοί και οι εν αυτοίς σκηνούντες·
ουαί την γην και την θάλασσαν, ότι κατέβη ο διάβολος προς υμάς έχων θυμόν
μέγαν, ειδώς ότι ολίγον καιρόν έχει»), δεν είναι επίσης και στο Ευαγγέλιο απλώς
ανύποπτος, για το ότι έχει χάσει τη δίκη του, ο καταδιώκων κόσμος. Aντιστρέφεται η καταδίκη τού
Ιησού από τούς Ιουδαίους και τον Πιλάτο, και αποκαλύπτει ως «αμαρτία», «επειδή
δεν πίστεψαν σε μένα», αυτήν την ‘απόφαση’ ο Παράκλητος, που αποδεικνύει ως
νικητή, δικαιομένον με την Ανάσταση απ’ τον Πατέρα, τον καταδικασθέντα,
μεταθέτοντας απ’ τον κόσμο που δικάζει στον κόσμο που δικάζεται το ‘δικαστήριο’
(Ιωάν. 16, 8-11). Έχει και μιαν υποκειμενική όμως πλευρά η αντικειμενική
«διεκπεραίωση» (ελέγχειν): το «να οδηγήση κάποιον στη συνείδηση», ώστε «να του παρουσιάση τις
αμαρτίες του και να τον παρακινήση να μεταστραφή, και να τον οδηγήση απ’ την
αμαρτία στη μετάνοια».
Εμφανίζεται ωστόσο εσωτερικά συνδεδεμένη αυτή η «δικαστική» δράση με την «εισαγωγή σε
όλην την αλήθεια»: ενώ δηλώνει δηλ. μια θετική καθοδήγηση των πιστών στην
εσωτερική πληρότητα της αποκαλυπτόμενης αλήθειας μεταξύ Πατρός και Υιού η
«εισαγωγή», αποκαλύπτει εξίσου, με παγκόσμια ιστορική εμβέλεια και οριστικά
στον κόσμο που δεν πιστεύει, τη νικηφόρα υπεροχή τής απόλυτης αλήθειας απέναντι
στο εχθρικό ψεύδος η ‘δικαστική’ δράση. Μπορούμε να κρατήσουμε βέβαια την ιδέα
μιας πάλης ανάμεσα στο καλό και το κακό πνεύμα (όπως πάλεψε ο άγγελος της
αλήθειας ενάντια στον άγγελο του ψεύδους στο Κουμράν) για τον κάθε ξεχωριστόν
άνθρωπο, έχει αποφασιστή όμως εκ των προτέρων, ως προς την παγκόσμια ιστορία, η έκβαση της δίκης·
μπορούμε επίσης να πούμε, πως εξουσιάζει «ως βασιλιάς (!), μέχρι να βρεθούν
κάτω απ’ τα πόδια του όλοι οι εχθροί του» ο Χριστός (Α’ Κορ. 15,25),
επιτρέπεται όμως και να πούμε πως «Περιμένει μόνον ακόμη, μέχρι να τεθούν ως
υποπόδιο κάτω απ’ τα πόδια του όλοι οι εχθροί του» ο Νικητής (Εβρ. 10, 13).
Περιγράφουν τη μετα-χριστιανική (( !!! )) παγκόσμια ιστορία χωρίς καμμιάν επιείκια,
γεμάτη απ’ το μίσος και την καταδίωξη των Χριστιανών οι αποχαιρετιστήριοι
λόγοι. Συναρτούν όμως με τον μισούμενο και καταδιωκόμενο Χριστό, άρα με τον Νικητή, αυτές τις θλίψεις τής
Εκκλησίας (( Σημ. τ. μετ.: Πώς να μη
θυμηθής εδώ το οργανωσιακό εν Ελλάδι περιοδικό «Προς τη νίκη»… Λέει όμως το
σημείο που βλέπει ο Μέγας Κωνσταντίνος στον ουρανό: «Εν τούτω νίκα», και είναι
αυτό μια συνεχής παρότρυνση στον αγωνιζόμενο και ‘μηδέποτε αναπαυόμενο’ στην
ζωή αυτή αληθινό μαθητή τού Χριστού, που δεν υποκύπτει βέβαια σε κανένα ψευδές
απόφθεγμα περί ‘αγαπολογίας’… )) . Συνυπάρχουν άμεσα το «μαρτυρείν» τού Πνεύματος με το «μαρτυρείν» τών Μαθητών για τον Χριστό ( Ιωάν. 15, 26 κ.ε.), έτσι ώστε να ‘γευόμαστε’ ήδη στο Ευαγγέλιο
αυτό το οποίο και θα διεξέλθη η Αποκάλυψη: τη μαρτυρία γι’ αυτούς «που
σκοτώθηκαν για τον Λόγο τού Θεού και για να μαρτυρήσουν γι’ Αυτόν» (Αποκ. 6, 9
– «Και ότε ήνοιξεν την πέμπτην σφραγίδα, είδον υποκάτω τού θυσιαστηρίου τας
ψυχάς τών εσφαγμένων δια τον λόγον τού Θεού και δια την μαρτυρίαν τού αρνίου ήν
είχον· και έκραξαν φωνή μεγάλη λέγοντες·
έως πότε, ο δεσπότης ο άγιος και ο αληθινός, ου κρίνεις και εκδικείς το αίμα
ημών εκ των κατοικούντων επί τής γης; και εδόθη αυτοίς εκάστω στολή λευκή, και
ερρέθη αυτοίς ίνα αναπαύσωνται έτι χρόνον μικρόν, έως πληρώσωσι και οι
σύνδουλοι αυτών και οι αδελφοί αυτών οι μέλλοντες αποκτέννεσθαι ως και
αυτοί»…).
Δεν θα αμφισβητήσουμε λοιπόν, επειδή δεν ανταποκρίνεται επαρκώς η πράξη του στον τίτλο του, τον τίτλο τού Παρακλήτου
για το Άγιο Πνεύμα. Γιατί δεν ενεργεί φυσικά όπως ένας επίγειος συνήγορος το
Πνεύμα, το οποίο και διεξάγει πολύ περισσότερο στο επίπεδο της θεϊκής
αποκάλυψης στον Χριστό τη ‘δίκη’ του, όπου και εισάγει, καθ’ όλην τη διάρκεια της ιστορίας, σε όλη την αλήθεια,
αντικρούοντας ταυτόχρονα το ψεύδος.
Απομένει μια ματιά απ’ τους
αποχαιρετιστήριους λόγους στο «Βιβλίο τών σημείων» (Κεφ. 1-12), για να δούμε,
αν επιβεβαιώνεται κι εδώ ο προσδιορισμός τού Πνεύματος ως Ερμηνευτού. Πρέπει να
έχουμε δυό πράγματα υπ’ όψιν μας, για να καταλάβουμε τί λένε για το Πνεύμα αυτά
τα κεφάλαια. Το ένα, ότι είναι από μιας αρχής ο φορέας και, όσον αφορά στον
ίδιον, η πηγή και ο δωρητής τού Πνεύματος ο Ιησούς, ότι παύει όμως να υφίσταται
πλέον, μπροστά στον Σταυρό και στην παράδοση του πνεύματος και στο τρύπημα της
πλευράς του, η δυνατότητα να πάρουν αυτό το δώρο οι άνθρωποι (( τέλειωσε ο Χριστός!... )) . Αντικειμενικά
είναι πάντοτε «πνεύμα και ζωή» (6, 63) και ερμηνεύεται πάντοτε απ’ το Πνεύμα ο
Λόγος τού Ιησού, αλλά δεν μπορεί να κατανοηθή, εφ’ όσον δεν έχει εκχυθή ακόμα
στον θάνατο (του Ιησού…) και δεν έχει εμφυσηθή ακόμα στην ανάσταση του κόσμου
το Πνεύμα, όπως εννοείται αυτή η ερμηνεία. Και το δεύτερο: ότι αναπολεί, ζώντας
και γράφοντας μέσα σε μιαν πιστεύουσα και πνευματικά προικισμένη κοινότητα, με
σχεδόν ακατανόητη συμπόνοια αυτήν την πρώτη φάση ο Ευαγγελιστής: ήταν τόσο σαφή
(για την τωρινή του ματιά, που τα βλέπει όλα ερμηνευμένα) όλα όσα έγιναν εν
Πνεύματι και όσα ειπώθηκαν για το Πνεύμα, ώστε να φαίνεται ασύλληπτο το γιατί
δεν είχαν ακόμα κατανοηθή. Παρουσιάζονται τόσο εμφαντικά ως μια ερμηνεία τού
Θεού στο Πνεύμα (εν Πνεύματι…) τα λόγια και τα σημεία τού Ιησού, ώστε φαίνεται
να αποδέχεται κι ο ίδιος, πως έπρεπε να κατανοούνται χωρίς περαιτέρω εξηγήσεις
στην ‘πνευματικότητά’ τους. Γι’ αυτό
και η γεμάτη έκπληξη ερώτησή του στον «δάσκαλο του Ισραήλ» (τον Νικόδημο…), πώς
δεν αντιλαμβάνεται αυτό το απλούστατο, ότι πρέπει να ξαναγεννηθής. Δεν επαρκεί
όμως, όπως και στον Παύλο, η σκέψη «από τα κάτω», απ’ τη ‘σφαίρα’ (Sphӓre) τής σαρκός, για να
κατανοηθούν τα περιεχόμενα της εκ των άνω ανοιγομένης και προσιτής μόνο στο Άγιο
Πνεύμα ‘σφαίρας’. Αποτελείται από ανθρώπινες, παγιωμένες έννοιες εκείνη η
κατώτερη σφαίρα, ενώ πνέει, όπου αυτό
θέλει, στην ανώτερη το Πνεύμα.
Το οποίο και το ακούμε μεν από τα κάτω, χωρίς να μπορούμε όμως, λόγω τής
ελεύθερης κινητικότητάς του, να το ΄τοποθετήσουμε’ (Ιωάν. 3, 3-12 – «…μη
θαυμάσης ότι είπόν σοι, δει υμάς γεννηθήναι άνωθεν. το πνεύμα όπου θέλει
πνει, και την φωνήν αυτού ακούεις, αλλ’ ουκ οίδας πόθεν έρχεται και πού υπάγει﮲ ούτως
εστί πας ο γεγεννημένος
εκ του Πνεύματος»…). «Δεν μπορεί κανένας άνθρωπος να εισέλθη από μόνος του»
στη σφαίρα τού Πνεύματος (( άλλα αντί άλλων… )) , «αλλά πρέπει να του
δοθή απ’ τον ουρανό» (3, 27 – «…ου
δύναται άνθρωπος λαμβάνειν ουδέν,
εάν μη ή δεδομένον αυτώ εκ του ουρανού»…) ﮲ μπορεί βέβαια να κατέχη
απεριόριστα το Πνεύμα ο Ιησούς (3, 34), και να κατάγονται απ’ τη σφαίρα τού
«ζωοποιού Πνεύματος» τα λόγια του, και να είναι ο ίδιος «πνεύμα και ζωή», και
να είναι ολόκληρος ενσαρκωμένος Λόγος: «δεν ωφελεί σε τίποτα (για να τον
γνωρίσουμε) η» απλή και δίχως πνεύμα «σάρκα» (6, 63). Επικεντρώνεται δε, σε
αντίθεση προς τους ‘συνοπτικούς’ (Ευαγγελιστές… – Synoptiker), στη γνώση τού
«βαπτίζοντος Πνεύματος» ολόκληρη η αφήγηση της Βάπτισης. Kαι γίνεται μεν σαφές το τί
σημαίνει αυτό, εκεί όπου «μιλά λόγους τού Θεού ο απεσταλμένος τού Θεού» (3, 34
– «…όν γαρ απέστειλεν ο Θεός, τα ρήματα του Θεού λαλεί»…), και προσφέρει απ’
τον εαυτό του «ζωντανό ύδωρ» ως «δώρο τού Θεού» (4, 10 – 7, 37 κ.ε. – «Εν δε τη
εσχάτη ημέρα τη μεγάλη τής εορτής ειστήκει ο Ιησούς και έκραξε λέγων﮲ εάν τις διψά, ερχέσθω πρός με και πινέτω. ο πιστεύων εις εμέ,
καθώς είπεν η γραφή, ποταμοί εκ της κοιλίας αυτού ρεύσουσιν ύδατος ζώντος.
τούτο δε είπε περί τού Πνεύματος ού έμελλον λαμβάνειν οι πιστεύοντες εις αυτόν﮲ ούπω γαρ ήν Πνεύμα Άγιον, ότι Ιησούς ουδέπω εδοξάσθη»…), αλλά
‘απαιτείται’ να αδειάση (να ‘κενωθή’…) κατ’ αρχάς πλήρως το δοχείο στον Σταυρό
για να παραληφθή η προσφορά (( Σημ. τ. μετ.: Ισχυρίζεται εδώ ο Μπ., ότι
αδειάζει πρώτα ο Χριστός απ’ το Άγιο Πνεύμα, για να έρθη στους ανθρώπους το
Άγιο Πνεύμα! Δεν έχουν τον Θεό τους!... )) ﮲ και μόνον όταν ‘κατατίθεται’ όχι μόνο νερό μαζί με το «πνεύμα
τής αληθείας», αλλά και αίμα ως μαρτυρία, εκείνη η «μεγαλύτερη μαρτυρία» που
«καταθέτει για τον Υιό του» ο Πατήρ (Α’ Ιωάν. 5, 6-9), εισέρχεται πράγματι στην
τριαδική ‘σφαίρα’, που παρέχει κατανόηση από ‘μέσα’, αυτός που δέχεται το δώρο.
Κατανοούν έτσι μετά κατ’ αρχάς απ’ το Πάσχα, όταν τούς ‘υπενθυμίζη’ αυτά που
έχουν ήδη λεχθή και πραχθή το Πνεύμα, και οι Μαθητές. Αλλά ακόμα και «η έλξη
τού Πατρός» προς τον Υιό (6, 44 – «…απεκρίθη ουν ο Ιησούς και είπεν αυτοίς﮲ μη γογγύζετε μετ’ αλλήλων. ουδείς δύναται ελθείν πρός με, εάν
μη ο πατήρ ο πέμψας με ελκύση αυτόν, και
εγώ αναστήσω αυτόν τη εσχάτη ημέρα. έστι γεγραμμένον εν τοις προφήταις﮲ και έσονται πάντες διδακτοί Θεού»…) ενεργείται κατ’ αρχάς, όταν
μετατραπούν σε τροφή και πόση η σάρκα και το αίμα του, κι όταν μπορή να
‘φαγωθή’ ως αμνός τού Πάσχα ο «αμνός τού Θεού» (1, 29. 36), όταν έχη έτσι
«καθαγιασθή», ώστε να μπορούν να «καθαγιασθούν στην αλήθεια» και οι Μαθητές
(17, 19 – «…ο λόγος ο σός αλήθειά εστι. καθώς εμέ απέστειλας εις τον κόσμον,
καγώ απέστειλα αυτούς εις τον κόσμον﮲ και υπέρ αυτών εγώ αγιάζω εμαυτόν, ίνα και αυτοί ώσιν
ηγιασμένοι εν αληθεία»…). Τώρα και μόνο μπορεί να ‘εννοηθή’ ως ο «Ανερχόμενος»
(6, 62) ο «κατερχόμενος» Υιός, ο οποίος και ήταν πάντοτε ενωμένος στην προσφορά
του με το Πνεύμα, και να φανερωθή ως ένας «ανοιχτός», καθώς εννοείται εν
Πνεύματι, λόγος αυτό το οποίο και αντιλαμβάνονταν ως απλόν «εικονικό λόγο»
μέχρι τώρα οι Μαθητές (16, 29 – «…Λέγουσιν αυτώ οι μαθηταί αυτού﮲ ίδε νυν παρρησία λαλείς, και παροιμίαν ουδεμίαν λέγεις. νυν
οίδαμεν ότι οίδας πάντα και ου χρείαν έχεις ίνα τίς σε ερωτά. εν τούτω
πιστεύομεν ότι από Θεού εξήλθες»…) ((
Δεν μπορεί να ‘διαβάση’ ούτε καν αυτά που όντως λέγονται στα Κείμενα η sola scriptura… )) . Βρίσκεται σίγουρα
πολύ κοντά (( ! )) σε όσα λέει ο Παύλος στην Α’ προς Κορ. 2 για
τη συμμετοχή στο εσωτερικό Πνεύμα τού
Θεού με όλα αυτά ο Ιωάννης, το Πνεύμα εκείνο που εξερευνά τα βάθη τού Θεού
και που αποκαλύπτει ότι είναι η υπερέχουσα σοφία τού Θεού αυτό που φαινόταν ως
μωρία και σκάνδαλο μέχρι τώρα (όπως και λέει πολλές φορές στους Ιουδαίους, ότι
δεν καταλαβαίνουν, επειδή «δεν είναι απ’ τον Θεό», ο Ιησούς).
(( Σημ. τ. μετ.: Είναι τόση η ‘δυστυχία’
αυτών τών ανθρώπων, που δεν θέλουν να δεχτούν την Αλήθεια, αλλά επιμένουν να
την ‘προσαρμόσουν’ στα πεπερασμένα δικά μας μέτρα, «ως θεοί»… Ας ακούσουμε,
τελειώνοντας κι αυτό το υποκεφάλαιο, κάτι απ’ τον άγιο Νικόλαο Καβάσιλα και την
«Εν Χριστώ ζωή»: «Κι εκτός απ’ όλ’ αυτά, όταν επαγγέλλεται η ίδια η ζωή, ο
Χριστός, ότι θα είναι πάντοτε μαζί με τους αγίους: “Ιδού γαρ, φησίν, εγώ μεθ’
υμών ειμι πάσας τας ημέρας έως τής συντελείας τού αιώνος”, τί άλλο χρειάζεται
εμείς να συλλογισθούμε; Γιατί δεν αναχώρησε βέβαια μόλις παρέδωσε τα σπέρματα
της ζωής στη γη και έβαλε τη φωτιά και τη μάχαιρα, αφήνοντας τό να φυτρώσουν
αυτά και να τραφούν και τό να ανάψη η φωτιά και να χρησιμοποιηθή η μάχαιρα
στους ανθρώπους, αλλά παρίσταται κι ο ίδιος αληθινά, “ενεργών εν ημίν το θέλειν
και το ενεργείν”, όπως λέει ο μακάριος Παύλος· κι ανάβει ο ίδιος και προσφέρει τη φωτιά, κι είναι ο
ίδιος που κατέχει τη μάχαιρα. Και συνολικά, “ούτε αξίνη δοξασθήσεται άνευ τού
αίροντος αυτήν”, και τίποτα το αγαθό δεν γεννιέται σε κείνους στους οποίους δεν
παρίσταται ο αγαθός» )) .
( συνεχίζεται )
2 σχόλια:
ΕΓΙΝΕ ΣΥΝΕΔΡΙΟ ΓΙΑ ΤΟΝ ΓΙΑΝΝΑΡΑ ΑΝΑΦΕΡΘΗΚΕ ΚΑΙ Ο ΒALTHASAR .ΠΑΝΤΩΣ ΠΡΩΤΗ ΦΟΡΑ ΓΙΝΕΤΑΙ ΣΕ ΕΝ ΖΩΗ ΘΕΟΛΟΓΟ; ΦΙΛΟΣΟΦΟ;ΣΥΝΕΔΡΙΟ ΠΑΡΟΥΣΙΑ ΚΑΙ ΤΟΥ ΙΔΙΟΥ ΟΥΤΕ ΑΓΙΟΣ ΝΑ ΗΤΑΝ ΤΕΤΟΙΟ ΛΙΒΑΝΙΣΜΑ. ΜΕΤΑ ΦΤΑΙΕΙ. Ο ΠΑΠΑΣ ΡΩΜΗΣ
Δυστυχώς δέν κατέχουμε τά θέματα, δέν καταλαβαίνουμε τί γίνεται.Πιάνουμε μόνο τήν οίησή τους.Αργεί η μέρα πού θά κατορθώσουμε νά δούμε τήν βαρειά σκιά τής πλάνης.
Δημοσίευση σχολίου