Επειδή δεν έχουν όλες οι χώρες ενδοτικές κυβερνήσεις που να υπογράφουν τη θανατική καταδίκη των Πολιτών τους με μνημόνια και με PSI, ή που να διευκολύνουν την αλλαγή της ιδιοκτησίας τους, όπως η Ελλάδα μεταξύ άλλων με το νέο πτωχευτικό νόμο-έκτρωμα που έχει τεθεί ήδη σε λειτουργία, οι δυνατότητες ανάπτυξης τους είναι μηδενικές χωρίς τη μείωση των χρεών τους, δημοσίων και ιδιωτικών – με τους τρεις τρόπους που αναφέραμε (πληθωρισμός, διαγραφή, αναχρηματοδότηση). Προφανώς οι Η.Π.Α. θα υιοθετήσουν τη λύση του πληθωρισμού, εκτυπώνοντας μαζικά δολάρια, σε συνδυασμό με τις άλλες δύο – κάτι που δεν πρόκειται να επιτραπεί στην Ευρώπη, από χώρες όπως η Γερμανία ή η Ολλανδία. Ως εκ τούτου, η ευρωπαϊκή οικονομία θα βιώσει τεράστιες δυσκολίες, ενδεχομένως μεγάλες κοινωνικές αναταραχές, εξεγέρσεις και διακρατικές συγκρούσεις, οι οποίες ασφαλώς δεν πρόκειται να καταπολεμηθούν με αστεία προγράμματα της τάξης των 750 δις €, όπως το Next Generation EU – με το οποίο η Γερμανία προσπαθεί να κερδίσει μόνο χρόνο. Σε κάθε περίπτωση, η «πανδημία» του Covid 19, η οποία εάν δεν είχε συμβεί θα έπρεπε να είχε εφευρεθεί, παρείχε χρόνο για την εύρεση λύσεων και δικαιολογία για μία ακόμη αύξηση της ρευστότητας από τις κεντρικές τράπεζες, παράλληλα με τη δρομολόγηση δημοσιονομικών μέτρων από τις κυβερνήσεις – κάτι που όμως φτάνει στο τέλος του, με το κραχ να είναι σχεδόν νομοτελειακό όταν κοπάσει ο θόρυβος της «πανδημίας». Λογικά λοιπόν όλοι αναφέρονται στον εφιάλτη της επόμενης ημέρας – ο οποίος θα είναι οικονομικά θανατηφόρος για τις πιο αδύναμες χώρες, τράπεζες, επιχειρήσεις και νοικοκυριά.
Ανάλυση
Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία σχετικά με το ότι, η παγκόσμια οικονομία είναι υπερχρεωμένη, με μία πλεονάζουσα παραγωγική ικανότητα που διατηρεί χαμηλές τις τιμές των προϊόντων, οπότε τον πληθωρισμό – ενώ ένα ακόμη στοιχείο που στηρίζει το χαμηλό πληθωρισμό, είναι οι εισαγωγές αγαθών από τις χώρες φθηνού εργατικού δυναμικού όπως η Κίνα, σε συνδυασμό με τις εισροές μεταναστών που πιέζουν τις αμοιβές στην αγορά εργασίας. Παράδειγμα η Γερμανία, στην οποία έχουν εισέλθει τα τελευταία χρόνια πάνω από 1 εκ. μετανάστες – με αποτέλεσμα να διατηρούνται χαμηλοί οι μισθοί των Γερμανών εργαζομένων και να μην τίθεται σε λειτουργία το σπιράλ μισθών-τιμών που «παράγει» πληθωρισμό.
Την ίδια στιγμή η σύγχρονη τεχνολογία, όπως η τεχνητή νοημοσύνη, η ρομποτική, η ψηφιοποίηση και η αυτοματοποίηση, καταστρέφουν μαζικά θέσεις εργασίας – μειώνοντας ακόμη περισσότερο τα εισοδήματα της μεσαίας τάξης που πλέον έχει αποκεφαλαιοποιηθεί (ανάλυση), πόσο μάλλον της χαμηλότερης, εις βάρος της κατανάλωσης, οπότε των επενδύσεων και της ανάπτυξης. Το γεγονός αυτό πιέζει επί πλέον τον πληθωρισμό – αυξάνοντας όμως το βάρος των δανείων και των χρεών, μη επιτρέποντας την πληθωριστική μείωση τους.
Η υπερχρεωμένη παγκόσμια οικονομία τώρα δημιουργεί μόνο κερδοσκοπικές φούσκες περιουσιακών στοιχείων – κυρίως επειδή η μαζική αύξηση ρευστότητας εκ μέρους των κεντρικών τραπεζών που εκτοξεύθηκε ακόμη περισσότερο από την κακή διαχείριση του Covid 19, οδηγείται στα πάγια, όπως οι μετοχές και τα ακίνητα. Ως εκ τούτου έχει προκληθεί σε αυτά πληθωρισμός, όπως φαίνεται από τη μαζική εισροή κεφαλαίων στα χρηματιστήρια τις τελευταίες 16 εβδομάδες – όπου επενδύθηκε το θηριώδες ποσό ρεκόρ των 436 δις $ στις Η.Π.Α. (γράφημα).
Οι φούσκες αυτές είναι δεδομένο πως αργά ή γρήγορα θα σπάσουν – οπότε θα βιώσουμε το «κραχ της ουτοπίας» που θα καταστρέψει τη φανταστική ασφάλεια όσων πιστεύουν πως οι τιμές μπορούν να αυξάνονται στο διηνεκές. Στα πλαίσια αυτά, έχει ενδιαφέρον η συνοπτική παρουσίαση της κατάστασης που έχει δημιουργηθεί – κατάληξη της οποίας θα είναι η γνωστή δημιουργική καταστροφή του Schumpeter που, όσο πιο πολύ αργήσει, τόσο πιο επώδυνη θα είναι. Ειδικότερα τα εξής:
(1) Στην αρχική φάση ώθησης της πιστωτικής επέκτασης, το δανειακό κεφάλαιο, σημειώνοντας πως το χρήμα είναι πάντοτε χρέος (ανάλυση), οδηγείται στην αύξηση της παραγωγής, καθώς επίσης στην άνοδο της παραγωγικότητας των εργαζομένων – όπου οι επενδύσεις κατευθύνονται σε νέες παραγωγικές εγκαταστάσεις, σε μηχανήματα, σε λογισμικό κοκ., ενισχύοντας την παραγωγή αγαθών και υπηρεσιών που αρχικά είναι υγιείς και εξαιρετικά κερδοφόρες.
(2) Με την πίστωση να συνεχίζει να διευρύνεται, εισέρχονται νέοι επιχειρηματίες που μπορούν εύκολα να δανεισθούν τα κεφάλαια που απαιτούνται, για να τα επενδύσουν στους κερδοφόρους τομείς της πραγματικής οικονομίας – κάτι που σύντομα οδηγεί σε μία πλεονάζουσα παραγωγική ικανότητα, η οποία έχει ως αποτέλεσμα τη μείωση των περιθωρίων κέρδους και τη στασιμότητα των μισθών σε ολόκληρη την οικονομία.
(3) Οι φυσικοί πόροι που απαιτούνται, όπως το πετρέλαιο ή ο χαλκός, ενδέχεται να έχουν υψηλότερες τιμές λόγω της αυξημένης ζήτησης – κλιμακώνοντας έτσι το κόστος εισόδου στην παραγωγή και τις τιμές που πληρώνουν οι καταναλωτές. Οι υψηλότερες αυτές τιμές είναι αρνητικές – επειδή αφενός μεν μειώνουν το διαθέσιμο εισόδημα, αφετέρου δεν δημιουργούν προστιθέμενη αξία.
(4) Επειδή στη συνέχεια οι επενδύσεις στην πραγματική οικονομία δεν έχουν υψηλές αποδόσεις, τα χρήματα οδηγούνται στη χρηματοπιστωτική κερδοσκοπία – η οποία «παράγει» κέρδη που προέρχονται από τη γρήγορα αναπτυσσόμενη πίστωση και από τη μόχλευση. Τόσο η πίστωση όμως, όσο και η μόχλευση στηρίζονται είτε από μία ουτοπική ασφάλεια, είτε από απαιτήσεις έναντι επικίνδυνων αντισυμβαλλομένων, είτε από κενές υποσχέσεις μελλοντικής αύξησης της παραγωγικότητας – άρα παύουν να συνδέονται με την πραγματική οικονομία παραγωγής αγαθών και υπηρεσιών.
(5) Η χρηματοδότηση, ο δανεισμός δηλαδή, παράγει τεράστια κέρδη, επειδή η πίστωση και η μόχλευση αφορούν εν πρώτοις τους υγιείς δανειολήπτες – ενώ στη συνέχεια τους οριακούς, έως ότου υπερβαίνουν κατά πολύ την αύξηση των παραγωγικών περιουσιακών στοιχείων. Τότε, το δανεισμένο χρήμα δεν έχει άλλη επιλογή, από το να «κυνηγήσει» μία περιορισμένη ομάδα παραγωγικών στοιχείων, όπως τις εταιρίες της FANG (Facebook, Amazon, Netflix, Google) – διογκώνοντας τις φούσκες που δημιουργούνται. Οφείλουμε να σημειώσουμε εδώ πως η άνοδος των χρηματιστηρίων οφείλεται κυρίως σε αυτές ακριβώς τις εταιρίες, καθώς επίσης σε αντίστοιχες που υπόσχονται μελλοντική μεγάλη ανάπτυξη (Growth) – παρά το ότι είναι συνήθως υπερβολικά ζημιογόνες και «καίνε» μαζικά χρήματα.
(6) Οι φούσκες των περιουσιακών στοιχείων δημιουργούν μία ουτοπική εξασφάλιση που στη συνέχεια αξιοποιείται για μία ακόμη μεγαλύτερη πιστωτική επέκταση. Για παράδειγμα, ενώ μία μετοχή της Amazon κόστιζε πριν λίγα χρόνια 200 $, οπότε μπορούσε να δανεισθεί κανείς ένα αντίστοιχο ποσόν τοποθετώντας την ως εγγύηση, αργότερα που εκτοξεύθηκε στα 3.000 $, αυξήθηκε ανάλογα ο δανεισμός. Έτσι οι φούσκες στα ακίνητα που σε πολλές χώρες έχουν αυξηθεί κατακόρυφα οι τιμές τους, καθώς επίσης στις μετοχές διογκώθηκαν – μαζί με τον αντίστοιχο δανεισμό και με την εξασφάλιση του.
(7) Όταν η φούσκα που βασίζεται στην πίστωση σπάει (σήμερα υπολογίζεται στα 600 τρις $, χωρίς τα παράγωγα ύψους άνω του 1 τετράκις $), τότε αποκαλύπτεται πως η εξασφάλιση του δανεισμού ήταν ουτοπική – με αποτέλεσμα να αφαιρούνται τα θεμέλια του μελλοντικού δανεισμού. Με απλά λόγια, τα περιουσιακά στοιχεία που είχε τοποθετήσει ο δανειολήπτης ως εγγύηση εξαφανίζονται – αλλά το χρέος του απομένει και πρέπει να πληρωθεί. Στο παράδειγμα της Ελλάδας, όταν οι τιμές των ακινήτων μειώθηκαν κατά περίπου 600 δις € από το 2010 έως το 2014, παράλληλα με την πτώση των μισθών και των εισοδημάτων, αφενός μεν ήταν αδύνατος ο μελλοντικός δανεισμός, οπότε η ανάπτυξη, αφετέρου χρεοκόπησαν οι τράπεζες από τα δάνεια που είχαν δώσει έναντι εγγυήσεων που έπαψαν πια να υπάρχουν στο συγκεκριμένο ύψος.
(8) Με δεδομένο τώρα το ότι, η χρηματοδότηση αύξησε την πίστωση σε οριακούς δανειολήπτες, όπως στο παράδειγμα των ενυπόθηκων δανείων χαμηλής εξασφάλισης στις Η.Π.Α. που προκάλεσαν την κρίση του 2008 σε συνδυασμό με τις απάτες των εταιριών αξιολόγησης (ανάλυση, σκάνδαλο των CDO’s), ενώ σήμερα κράτη, επιχειρήσεις και νοικοκυριά είναι κάτι χειρότερο από οριακοί δανειολήπτες, μεγάλο μέρος του ανεξόφλητου χρέους είναι αδύνατον να πληρωθεί – όπως το κόκκινο ιδιωτικό στην Ελλάδα και το δημόσιο χρέος που μαζί με τα repos έχει ήδη υπερβεί τα 370 δις € ή το 220% του ΑΕΠ. Τότε οι δανειστές, επίσης οι κεντρικές τράπεζες και τα κράτη, έχουν τις εξής τρεις μόνο επιλογές:
(α) τον πληθωρισμό με την υποτίμηση του νομίσματος, δηλαδή με τη μείωση της αγοραστικής του αξίας – όπου αυξάνονται μεν οι μισθοί πληθωριστικά αλλά όχι τα χρέη,
(β) την αναχρηματοδότηση των δανείων με χαμηλά επιτόκια, για να διατηρηθεί η ψευδαίσθηση πως μπορούν να εξοφληθούν αργότερα, όταν ακολουθήσει η ανάπτυξη – κάτι που είναι αδύνατον, αφού η ανάπτυξη προϋποθέτει το δανεισμό και άρα την πιστοληπτική ικανότητα των υποψήφιων δανειοληπτών που δεν υπάρχει (εξαίρεση η αλλαγή ιδιοκτησίας, όπως στο παράδειγμα της Ελλάδας, ανάλυση), καθώς επίσης υγιείς τράπεζες και
(γ) τη διαγραφή του υπερβάλλοντος χρέους – αυτού δηλαδή που είναι αδύνατον να πληρωθεί και εμποδίζει την ανάπτυξη, ενώ δεν είναι εγγυημένο με την παρούσα αξία των περιουσιακών στοιχείων.
(9) Με δεδομένο το ότι, οι πραγματικοί μισθοί έχουν σταματήσει από πολλά χρόνια τώρα να αυξάνονται (στην Ελλάδα μειώθηκαν για πρώτη φορά στην ιστορία και οι ονομαστικοί, παραδόξως χωρίς καμία αντίδραση των εργαζομένων), ενώ το χρέος της εποχής της φούσκας πρέπει να εξυπηρετηθεί, τα πλεονάσματα των εισοδημάτων που δεν είναι τοποθετημένα κερδοσκοπικά είναι πολύ χαμηλά, για να στηρίξουν την κατανάλωση – οπότε οι κεντρικές τράπεζες, στην αγωνιώδη προσπάθεια τους να αναζωπυρώσουν έναν νέο κύκλο επέκτασης των πιστώσεων και ανόδου των εξασφαλίσεων, μειώνουν τις αποδόσεις των ταμειακών κεφαλαίων, των καταθέσεων δηλαδή, σχεδόν στο μηδέν. Παρέχουν ταυτόχρονα δωρεάν πιστώσεις με μηδενικά επιτόκια – ενώ παράλληλα τα κράτη χαρίζουν χρήματα στους Πολίτες τους, όπως η χρεοκοπημένη Ελλάδα το 2020 περί τα 27 δις € δανειζόμενη, με την επίκληση της πανδημίας και παραποιώντας τα στοιχεία της (ανάλυση), ή οι Η.Π.Α. 1,9 τρις $ (πηγή).
(10) Με δεδομένο τώρα το ότι, οι μισθοί παραμένουν στάσιμοι, ενώ αυτοί που διαθέτουν υγιή πιστοληπτική ικανότητα είναι ελάχιστοι, οι τράπεζες που παράγουν από το πουθενά πάνω από το 90% των χρημάτων μέσω των δανείων (ανάλυση), έχουν μικρές δυνατότητες παροχής δανείων – κυρίως σε μεγάλες επιχειρήσεις που όμως σπάνια τα χρειάζονται για παραγωγικούς σκοπούς, ειδικά όταν μειώνεται η ζήτηση και αυξάνεται η πλεονάζουσα παραγωγικότητα. Προτιμούν λοιπόν να χρησιμοποιούν τα κεφάλαια που τους δίνουν δωρεάν, με μηδενικά επιτόκια δηλαδή, οι κεντρικές τράπεζες για κερδοσκοπικούς σκοπούς σε επικίνδυνα περιουσιακά στοιχεία, όπως είναι οι μετοχές, τα ομόλογα και τα ακίνητα – ή απλά να τα διατηρούν στα αποθεματικά τους.
(11) Σε μία οικονομία χαμηλού ή ανύπαρκτου ρυθμού ανάπτυξης, η οποία εκτός του ότι είναι υπερχρεωμένη, επιβαρύνεται με πλεονάζουσα παραγωγική ικανότητα σε κάθε τομέα, που υπάρχουν για παράδειγμα εργοστάσια που υπολειτουργούν ή ξενοδοχεία με χαμηλή πληρότητα, τα χρήματα προς δανεισμό «κυνηγούν» ξανά μία ακόμη πιο περιορισμένη ομάδα παραγωγικών περιουσιακών στοιχείων ή εισοδηματικών τάξεων – κάτι που ελαχιστοποιείται σταδιακά, αυξάνοντας τον κίνδυνο να εκραγούν οι φούσκες που προκύπτουν.
(12) Η συνολική οφειλόμενη πίστωση παραμένει υψηλή, ακόμη και όταν οι μισθοί είναι στάσιμοι μαζί με την υπόλοιπη πραγματική οικονομία – ενώ η πιστωτική αύξηση μειώνεται, μαζί με την ταχύτητα κυκλοφορίας του χρήματος. Σε τελική ανάλυση, τα χρήματα που εκδίδονται από τις κεντρικές τράπεζες, καθώς επίσης τα κέρδη τους από τις διογκωμένες φούσκες των περιουσιακών τους στοιχείων, οδηγούνται σε επενδυτικές τράπεζες, σε αμοιβαία κεφάλαια υψηλού ρίσκου, στους κερδοσκόπους και στις μεγάλες εταιρίες – κλιμακώνοντας τους κινδύνους και τροφοδοτώντας τη δημιουργία μονοπωλίων.
Συμπερασματικά λοιπόν, μία υπερχρεωμένη παγκόσμια οικονομία δεν μπορεί να αναπτυχθεί – αφού δεν είναι σε θέση να αυξήσει τον υγιή δανεισμό, τροφοδοτώντας την κατανάλωση και τις επενδύσεις. Η μοναδική δυνατότητα της είναι η δημιουργία κερδοσκοπικών φουσκών περιουσιακών στοιχείων που αργά ή γρήγορα καταρρέουν – προκαλώντας ανυπολόγιστες καταστροφές.
Επίλογος
Ολοκληρώνοντας, επειδή δεν έχουν όλες οι χώρες ενδοτικές κυβερνήσεις που να υπογράφουν τη θανατική καταδίκη των Πολιτών τους με μνημόνια και με PSI, ή που να διευκολύνουν την αλλαγή της ιδιοκτησίας τους, όπως η Ελλάδα μεταξύ άλλων με το νέο πτωχευτικό νόμο-έκτρωμα που έχει τεθεί ήδη σε λειτουργία (ανάλυση), οι δυνατότητες ανάπτυξης τους είναι μηδενικές χωρίς τη μείωση των χρεών τους, δημοσίων και ιδιωτικών – με τους τρεις τρόπους που αναφέραμε παραπάνω (πληθωρισμός, διαγραφή, αναχρηματοδότηση).
Προφανώς οι Η.Π.Α. θα υιοθετήσουν τη λύση του πληθωρισμού, εκτυπώνοντας μαζικά δολάρια, σε συνδυασμό με τις άλλες δύο – κάτι που δεν πρόκειται να επιτραπεί στην Ευρώπη, από χώρες όπως η Γερμανία ή η Ολλανδία. Ως εκ τούτου, η ευρωπαϊκή οικονομία θα βιώσει τεράστιες δυσκολίες, ενδεχομένως μεγάλες κοινωνικές αναταραχές, εξεγέρσεις και διακρατικές συγκρούσεις, οι οποίες ασφαλώς δεν πρόκειται να καταπολεμηθούν με αστεία προγράμματα της τάξης των 750 δις €, όπως το Next Generation EU – με το οποίο η Γερμανία προσπαθεί να κερδίσει μόνο χρόνο.
Σε κάθε περίπτωση, η «πανδημία» του Covid 19, η οποία εάν δεν είχε συμβεί θα έπρεπε να είχε εφευρεθεί, παρείχε χρόνο για την εύρεση λύσεων και δικαιολογία για μία ακόμη αύξηση της ρευστότητας από τις κεντρικές τράπεζες, παράλληλα με τη δρομολόγηση δημοσιονομικών μέτρων από τις κυβερνήσεις – κάτι που όμως φτάνει στο τέλος του, με το κραχ να είναι σχεδόν νομοτελειακό όταν κοπάσει ο θόρυβος της «πανδημίας». Λογικά λοιπόν όλοι αναφέρονται στον εφιάλτη της επόμενης ημέρας – ο οποίος θα είναι οικονομικά θανατηφόρος για τις πιο αδύναμες χώρες, τράπεζες, επιχειρήσεις και νοικοκυριά.
(Ακολουθείστε μας στο Twitter πατώντας εδώ για να ενημερώνεστε αμέσως για τις αναλύσεις μας)
Το εκρηκτικό τέλος της ουτοπίας – The Analyst
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου