Συνέχεια από: Τετάρτη 24 Μαρτίου 2021
Ο ΧΑΙΝΤΕΓΚΕΡ ΣΕ ΔΙΑΜΑΧΗ ΜΕ ΤΟΝ ΠΑΡΜΕΝΙΔΗ ΚΑΙ ΤΟΝ ΣΟΦΙΣΤΗ
ΤΟΥ PAOLO VANIN
Τα χωρία τού Παρμενίδη στον χρόνο. (συνέχεια).
Η σκέψη τού Είναι, λοιπόν
τοποθετείται, παρότι δεν ξεκαθαρίζει ακόμη, στον ορίζοντα τού χρόνου και αυτός
ο τελευταίος αρχίζει να νοείται, για να χρησιμοποιήσουμε έναν όρο τού Χάιντεγκερ (με συνειδητό αναχρονισμό), σαν εκ-στατική ενότης και όχι σαν συνέχεια
παρουσίας. Παρ’όλα αυτά δεν βρισκόμαστε ακόμη απέναντι σε μία θετική σκέψη τού Είναι, αλλά μόνον στην αναγκαιότητά του, την οποία φέρει πάνω του από τις δύο
βασικές θέσεις που υποστηρίζουμε:
Η σκέψη σκέπτεται την διαφορά.
Η διαλεκτική Ένα-πολλά, φορτωμένη
μ’αυτή την διαφορά, μπορεί να λυθεί μόνον στο γίγνεσθαι, στον χρόνο.
Όταν στον Σοφιστή θα βρεθούμε
επιτέλους απέναντι στην θετική σκέψη του Είναι και στο ξεδίπλωμά του, ο Πλάτων
θα’χει εγκαταλείψει εντελώς κάθε νύξη γύρω από τον σύνδεσμο της χρονικότητος με
το Είναι, κατορθώνοντας μία σημαντική και γεμάτη σημασία μεταστροφή πορείας, σε
σχέση με τον Παρμενίδη.
Αυτό που απορρίπτεται στην πρώτη θέση
είναι πώς η βεβαίωση “το ένα είναι ένα” μπορεί να είναι καθαυτή τελειωτική.
Πράγματι ξεκαθαρίζοντας πως ένα-ένα δεν σημαίνει τίποτε, φανερώνεται αμέσως πως
όταν λέγεται πώς το Ένα Είναι (ό,τιδήποτε), δημιουργείται μία διαλεκτική ένταση
ανάμεσα στο Είναι και στο Ένα, η οποία απαιτεί από το ένα μέρος να διευκρινίσει
καλύτερα αυτούς τους όρους και από το άλλο, να ερευνήσει το δικό τους
γίγνεσθαι. Το Ένα σημαίνει πολλά πράγματα: υπάρχει ένα “ένα-ξεχωριστό μέρος”, (ένα "ένα-ολότης των μερών"), ένα “ένα όλον” (το είναι στο σύνολό του) και ένα
(Ένα-αρχή ενότητος)! Ακόμη και το Είναι, από το μέρος του, είναι ένας προβληματικός
όρος, καθότι αποτυπώνει πότε την στατική παρουσία, πότε το εκ-στατικό
γίγνεσθαι, και κάποια φορά είναι κατηγόρημα των πολλών (των όντων) και τότε
φαίνεται σαν ενυπάρχον και κάποια άλλη φορά γίνεται κατανοητό σαν ένα-όλον και
τότε θεωρείται στην υπερβατικότητά του!
Οι σχέσεις ανάμεσα σε όλες αυτές τις
σημασίες είναι σύνθετες και θα τις εμβαθύνουμε στην συνέχεια. Στον Παρμενίδη
επιτρέπουν πάρα πολλά διαλεκτικά παιχνίδια, τα οποία ποιο συχνά προοδεύουν με
μία μείωση της σημαντικής τους παρά με μία αντίθεση (άρνηση) και σύνθεση: το
Ένα είναι στον εαυτό του και σε άλλο, είναι ακίνητο και σε κίνηση, είναι
ταυτόσημο με τον εαυτό του και με τα άλλα, είναι διαφορετικό από τον εαυτό του
και από τα άλλα κ.τ.λ..
Πολλά από αυτά τα παράδοξα βρίσκουν
την λύση τους στο εσωτερικό της δευτέρας θέσεως, όπου ο Πλάτων διακρίνει τις
διαφορετικές σημασίες και αφού τις ξεκαθαρίσει, θα μπορέσει να ξαναερευνήσει
και να εμβαθύνει την έννοια του χρόνου, εισάγοντας την θεμελιώδη έννοια του
εξαίφνης.
Οι σημασίες του Ενός σαν ξεχωριστού
μέρους, σαν ολότητος των μερών και σαν ενοποιού αρχής δεν είναι απ’αυτή την
άποψη αξιολογίες, διότι αφορούν την σχέση όλον-μέρη, παρά τον χρόνο και το
γίγνεσθαι. Για να είμαστε πιο ακριβείς ο Πλάτων φανερώνει πώς αυτές οι έννοιες
έγιναν δυνατές λόγω της χρονικότητος του Ενός: και γι’αυτό δεν μπορούν αυτές να
την εξηγήσουν (την χρονικότητα). Και πράγματι η χρονικότης του Είναι γεννά την
δυνατότητα του Ενός (που είναι), που είναι (γίνεται) διαφορετικό από τον εαυτό
του και έτσι παρουσιάζεται σαν μη-Ένα (άρνηση του όλου, δηλαδή μηδέν) και σαν
άλλα (άρνηση του ξεχωριστού, ατομικού, δηλαδή πολλαπλό).
Ο Πλάτων απέδειξε στην πρώτη θέση πώς,
εάν το παρόν στην απλή του ταυτότητα με τον εαυτό του, προσλαμβάνεται σαν
απόλυτος ορίζοντας του Είναι, αυτός ο τελευταίος καταλήγει να συμπέσει με το
μηδέν. Σ’αυτή την δήλωση, παρ’όλα αυτά, εντοπίζεται κάτι διφορούμενο, καθότι οι
έννοιες του παρόντος και του ταυτού δεν διακρίνονται μεταξύ τους, αλλά
βρίσκονται απλώς πλησίον. Ο Πλάτων ακολουθεί δύο δρόμους για να ελευθερωθεί από
την φυλακή αυτής της εκμηδένισης του Είναι, που είναι χαρακτηριστική της
παρουσίας-ταυτότητος: στον Παρμενίδη, αφού ανεγνωρίσθη η ανάγκη ξεθεμελιώσεως
της καθαρής ταυτότητος, καθότι η σκέψη σκέφτεται πάντοτε την διαφορά, αφήνει
ανοιχτό πεδίο και για την υπέρβαση της προοπτικής που δίνει την παρουσίαση,
βλέποντας το γίγνεσθαι και την χρονικότητα πίσω από το Είναι! Αντιθέτως όμως,
στον Σοφιστή για λόγους που θα συζητήσουμε στην συνέχεια, παρότι συνεχίζει τον
στοχασμό γύρω από το ταυτό και το διαφορετικό, εγκαταλείπει τον στοχασμό πάνω
στον χρόνο, μειώνοντας το γίγνεσθαι σε ένα από τα γένη του Είναι: κάτι που
βρίσκεται στο εσωτερικό του, όχι στις πλάτες του: ας συνεχίσουμε όμως τώρα τον
δρόμο του Παρμενίδη!
Εάν όπως με μεγάλη λεπτότητα το συνέλαβε
ο Αυγουστίνος, παρελθόν και μέλλον μεταφέρονται ή αναφέρονται στο παρόν,
τελικώς παραμένει μόνον αυτό το τελευταίο σαν απόλυτος ορίζων. Αλλά όπως έχουμε
ήδη πει, στην καθαρή του ταυτότητα, το Είναι συμπίπτει με το μηδέν, εκτός και
αν κατορθώσουμε να φωτίσουμε μία χρονικότητα εσωτερική στο παρόν. Η
“χρονικοποίηση” του παρόντος, παρ’όλα αυτά, δεν μπορεί να γίνει ξεκινώντας από
αυτό το ίδιο, διότι “χρονικοποιώντας” το σημαίνει να το καταστήσουμε, όπως το
αντιλαμβάνεται σωστά ο Πλάτων, “παρελθόν-μέλλον” δηλαδή σημαίνει να το
αρνηθούμε σαν παρόν. Γι’αυτό, εάν η ερμηνεία του χρόνου σαν απλής διαδοχής
καταστάσεων δεν είναι αρκετή, διότι δεν εξηγεί το γίγνεσθαι, δεν είναι αποδεκτή
ακόμη περισσότερο η αναφορά παρελθόντος και μέλλοντος στο παρόν, διότι μ’αυτόν τον
τρόπο το γίγνεσθαι, εκτός του ότι δεν εξηγείται πλέον, καταλήγει να διαγραφεί
εντελώς (και μαζί μ’αυτό το Είναι). Δεν μένει λοιπόν παρά να γκρεμίσουμε τον
στατικό ορίζοντα του παρόντος και να αντιστρέψουμε την τάξη της ερμηνείας: δεν
είναι η κατάσταση που εξηγεί το γίγνεσθαι, αλλά αυτό το τελευταίο είναι που
καθιστά δυνατή την κατάσταση και επιτρέπει να “παρουσιάζεται” σαν παρελθόν, σαν
παρόν ή σαν μέλλον. Πρόκειται με άλλα λόγια, να συλλάβουμε εκείνη την ιδιαίτερη
κατάσταση στην οποία αυτό που είναι παρόν παύει να είναι, αλλάζει και
εισερχόμενο στο μέλλον γίνεται και παρελθόν (ποιο γερασμένο από τον εαυτό του
και ποιο νέο από τον εαυτό του, λέει ο Πλάτων): δεν είναι πιά παρόν, δεν είναι
ακόμη μέλλον και δεν είναι ούτε παρελθόν, αλλά γίγνεται!
Ας ακούσουμε όμως τον ίδιο τον Πλάτωνα
: “Άραγε υπάρχει αυτό το αλλόκοτο σημείο (άτοπον) στο οποίο θα βρίσκεται τότε,
όταν μεταβάλλεται; Ποιο να είναι αυτό; Το εξαίφνης. Γιατί αυτό σημαίνει το
εξαίφνης: είναι το σημείο από το οποίο αναχωρούν οι αλλαγές στις δύο αντίθετες
κατευθύνσεις (εξ’εκείνου μεταβάλλον εις εκάτερον. Γιατί η μεταβολή δεν
προέρχεται από την ακινησία ακόμη ακίνητη, ούτε από την κίνηση ακόμη σε κίνηση.
Αλλά αυτή η άτοπος φύσις του εξαίφνης εγκάθηται (τοποθεταίται) μεταξύ της
κινήσεως και της στάσεως, που δεν είναι σε κανένα χρόνο, αυτό προς το οποίο και
από το οποίο το κινούμενον μεταβάλλει στην στάση (εστάναι) και το ακίνητο (το
εστός) μεταβάλλεται επί το κινείσθαι”. (Πλάτων, Παρμενίδης 156 D).
Συνεχίζεται
Αμέθυστος.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου