Σάββατο 22 Απριλίου 2017

Πόλις, Οντολογία, Εκκλησιαστικό Γεγονός: Σχετικά με το συνέδριο για το έργο του Χρήστου Γιανναρά στο Πανεπιστήμιο του Cambridge (Μάρτιος 2017)

Άγγελος Γουνόπουλος*
«Πολιτισμός […] δίχως την τόλμη της εξόδου στη σχέση,
υποκαθιστά την οντολογία με την ψυχολογία.
Ο σημερινός πολιτισμός, ο δικός μας τρόπος του βίου»[1]
Χρήστος Γιανναράς
Το άρθρο καταπιάνεται με το επιστημονικό συνέδριο «Πόλις, Οντολογία και Εκκλησιαστικό Γεγονός: Σπουδή στη σκέψη του Χρήστου Γιανναρά», που διεξήχθη υπό την αιγίδα του Πανεπιστημίου του Cambridge στο εν λόγω ιστορικό Πανεπιστήμιο, το διήμερο 27/28 Μαρτίου του 2017.
Στο συνέδριο συναντήθηκαν άνθρωποι από κάθε γωνιά της γης, από την Ελλάδα και την Κίνα, έως την Αυστραλία, τη Ρωσία και φυσικά τη Μεγάλη Βρετανία, αναπτύσσοντας τα επιστημονικά ενδιαφέροντά τους και γονιμοποιώντας τον δημιουργικό διάλογο πάνω στη σκέψη του Γιανναρά. Ειδικότερα, το συνέδριο κινήθηκε γύρω από διάφορα θέματα, διερευνώντας την «κριτική οντολογία της σχέσης», τον αποφατισμό, την πατερική θεμελίωση της θεολογίας του «Προσώπου», τη θεολογική σύμπλεξη Heidegger και Wittgenstein, τη δυνατότητα μιας Ορθόδοξης Πολιτικής Θεολογίας, την ματιά πάνω στα σύγχρονα προβλήματα της Ορθοδοξίας, κλπ.
Ο ίδιος ο Γιανναράς τίμησε με την παρουσία του τις εργασίες του συνεδρίου, εμπλουτίζοντάς τες με τις γόνιμες παρεμβάσεις του, δικαιολογώντας τον Rowan Williams, Αρχιεπίσκοπο του Canterbury, σύμφωνα με τον οποίο είναι«ένας από τους σημαντικότερους χριστιανούς φιλόσοφους της Ευρώπης».
Επιπλέον, να επισημάνουμε, ότι ο ευρωπαϊκός αγγλόφωνος κόσμος, γνώρισε το έργο του Γιανναρά μόλις σχετικά πρόσφατα, παρά τις παλαιότερες μεταφράσεις της «Ελευθερίας του Ήθους» (The Freedom of Morality-1984) και του έργου του, «Αλφαβητάρι της Πίστης» (Elements of Faith-1991). Στη δεξίωση του έργου του από τον αγγλόφωνο κόσμο συνέβαλλαν οι μεταφράσεις των έργων, «Χάιντεγγερ και Αεροπαγίτης» (On the Absence and Unknowability of GodHeidegger and the Aeropagite-2005), «Σχόλιο στο Άσμα Ασμάτων» (Variations on the Song of Songs-2005), «Ορθοδοξία και Δύση» (Orthodoxy and the West-2006), «Πρόσωπο και Έρως» (Person and Eros-2007), «Οντολογία της Σχέσης» (Relational Ontology-2011), «Το Αίνιγμα του Κακού» (The Enigma of Evil-2012), «Ενάντια στη Θρησκεία» (Against Religion-2013) και τέλος, «Το Σχίσμα στη Φιλοσοφία» (The Schismin Philosophy-1015).
Το άνοιγμα του έργου του Γιανναρά στον κόσμο, οφείλεται στη σημασία που κομίζει γι΄αυτόν, η οποία επισημάνθηκε από αρκετούς συνέδρους, όπως από τον John Milbank ή τον Jonathan Cole. Η οικουμενική σημασία του έργου του Γιανναρά και ο κριτικός της έλεγχος, ήταν ο βασικός θεματικός πυρήνας του συνεδρίου του Πανεπιστημίου του Cambridge.  
Οι εργασίες του συνεδρίου
H Ευαγγελία Γρηγοροπούλου από το Πανεπιστήμιο του Durham, άνοιξε τις εργασίες του συνεδρίου με την ανακοίνωσή της: «Η γοητεία της μη-θρησκευτικής μεταφυσικής στον Χρήστο Γιανναρά: η περίπτωση του Ζήσιμου Λορεντζάτου», αναπτύσσοντας την επιρροή του σπουδαίου κριτικού λογοτεχνίας στη σκέψη του Γιανναρά. Ο Γιανναράς, κατανόησε την θεολογική σκέψη στην Ελλάδα και την δυτική χριστιανική νοησιαρχία ως θρησκευτικό φαινόμενο που συνιστά αλλοτρίωση της πίστης. Η θρησκειοποίηση του Χριστιανισμού παρεκκλίνει καίρια του εκκλησιαστικού γεγονότος το οποίο ακολουθεί ο Λορεντζάτος, προσφέροντας με τη ζωή του μια ερμηνευτική των αυθεντικών κριτηρίων της πίστης.
Ο Νίκος Κορωναίος, από το Πανεπιστήμιο της Leuven στο Βέλγιο, ανέπτυξε το θέμα «Η Σκέψη του Χρήστου Γιανναρά και η Σύγχρονη Φιλοσοφία της Εκπαίδευσης σε Διάλογο»,επισημαίνοντας ότι η έννοια «τρόπος» που χρησιμοποιεί ευρέως ο Γιανναράς, αλλά και η ευρύτερη οντολογία του, ευνοεί μια εναλλακτική απάντηση στο πρόβλημα της «εκπαίδευσης και της χρονικότητας» όπως το επεξεργάστηκαν οι Biesta και Säfström.
Στη δεύτερη συνεδρία, ο Διονύσιος Σκλήρης από το Πανεπιστήμιο της Σορβόννης, ανέπτυξε το θέμα: «Ο Πλεονασμός της λέξης "Πολιτικό" στην Πολιτική Θεολογία σύμφωνα με τον Χρήστο Γιανναρά», καθώς για τον Γιανναρά, όπως υποστήριξε, κάθε θεολογία είναι πολιτική από τη φύση της. Ο Γιανναράς στρέφεται ενάντια σε κάποιες συγκεκριμένες πολιτικές θεολογίες που προσπαθούν να ενώσουν σε ιδεολογικό επίπεδο το εγκόσμιο και το υπερβατικό, που έχουν όμως διαχωριστεί σε οντολογικό επίπεδο εξαιτίας του δυισμού της δυτικής σκέψης, μετατρέποντας έτσι την πολιτική θεολογία σε ηθικιστική ιδεολογία. Ο αριστερός ηθικισμός της κοινωνικής καταγγελίας γίνεται η άλλη όψη του ίδιου νομίσματος μαζί με τον δεξιό ηθικισμό της δημόσιας σφαίρας. Ο Γιανναράς, προτείνει τη δική του θέση για την πολιτική θεολογία θεμελιώνοντάς την στον αποφατισμό και στην «κριτική οντολογία». Επιπλέον, παρατηρείται η ανάπτυξη μιας ιδιαίτερης σχέσης του Γιανναρά με τον μαρξισμό μέσω μιας αριστοτελικής ανάγνωσής του, φέρνοντας τον Μαρξ κοντά στην Πατερική παράδοση και απομακρύνοντας τον από τον επιστημονισμό και τον θετικισμό, δηλαδή από την επίσημη μορφή που πήρε στα καθεστώτα του υπαρκτού σοσιαλισμού. Τέλος, με γέφυρα τον αριστοτελισμό, καταξιώνεται η φιλοσοφική παράδοση από τον Καντ, μέχρι τον Καρλ Πόππερ και τον Γιούργκεν Χάμπερμας.
Στην Τρίτη συνεδρία, η Deborah Casewellαπό το Πανεπιστήμιο του Λίβερπουλ, ανέπτυξε το θέμα: «Αγαπώντας σχετιζόμενος με το Τίποτα: περί Ετερότητας και Σχεσιακότητας». Η Casewell, παρέπεμψε στον Andrew Louth, για τον οποίο ο Λεβινάς αποτελεί καλύτερη θεωρητική βάση για τον Γιανναρά απ΄ότι ο Χάιντεγκερ. Στον Χάιντεγκερ θεμελιώνουν τη σκέψη τους, τόσο ο Γιανναράς όσο και ο Λεβινάς, οδηγώντας όμως την οντοθεολογία τους σε διαφορετικές κατευθύνσεις: ο Γιανναράς επιδιώκει να ξανακερδίσει τον αποφατισμό, ενώ ο Λεβινάς να αποφύγει τη βία του ολοκληρωτισμού. Η Casewell, επικέντρωσε στις έννοιες της «αγάπης» και της «ανυπαρξίας» στο έργο του Γιανναρά, ώστε να διερευνήσει τη θεολογία του «Προσώπου» συγκρίνοντάς την με τη σκέψη του Λεβινάς. Για τον Λεβινάς η συνάντηση με τον Άλλο γίνεται τόσο η βάση της ηθικής όσο και ο τόπος όπου βρίσκουμε τα ίχνη του Θεού, όταν για τον Γιανναρά, το έδαφος για την ανάπτυξη της ηθικής κομίζεται από την ενσάρκωση γονιμοποιώντας τη σχέση και την αγάπη με τον Άλλο. Για τον Γιανναρά, η ενσάρκωση μεταμορφώνει την ανθρώπινη ύπαρξη, όταν για τον Λεβινάς, ο Θεός γνωστοποιείται μέσα από την απουσία του, μέσα από το πρόσωπο του Άλλου.  
Ο TikhonVasilyev, του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης, ανέπτυξε το θέμα: «Όψεις του Αποφατισμού στη σκέψη των Μπουλγκάκοφ, Λότσκυ, και Γιανναρά», υποστηρίζοντας ότι στους τρεις θεολόγους η κατανόηση του αποφατισμού διαφέρει. Η επιρροή του Γιανναρά από τον Λότσκυ έχει εκτενώς σχολιαστεί στη βιβλιογραφία (Louth, Gavriliuk), όπως και η κριτική του Λότσκυ στον Μπουλγκάκοφ για το ότι δεν είναι αποφατικός (Williams), αν και η θεολογία του τελευταίου χρήζει επανεκτίμησης. Σύγχρονες έρευνες δείχνουν την επιρροή του Μπουλγκάκοφ στον Λότσκυ (Papanikolaou, Gallaher) ανοίγοντας το δρόμο για τη διερεύνηση μιας γραμμής σύνδεσης Μπουλγκάκοφ-Γιανναρά.
Ο π. Daniel Isai, από το Πανεπιστήμιο της Ιένας, καταπιάστηκε με το θέμα: «Γιανναράς καιη Υπέρβαση της Οντοθεολογίας του Μαριόν». Για τον π. Isai, και οι δύο διανοητές έρχονται από διαφορετικές θεολογικές και φιλοσοφικές παραδόσεις, εισάγοντας την οντοθεολογία τους μέσω του Αγίου Διονυσίου του Αεροπαγίτη και της αποφατικής του θεολογίας. Ο Γιανναράς ελκύεται από τον Λότσκυ και ο Jean-LucMarion από τον Hans Urs von Balthasar. Συναντιούνται όμως αμφότεροι, στην κοινή τους επιθυμία να υπερβούν τόσο τον καταφατικό όσο και τον αποφατικό λόγο, σκοπεύοντας στη ζωντανή σχέση ως ομοίωση του τρόπου ύπαρξης του Θεού. Ο Άγιος Διονύσιος μιλά για το γεγονός, ότι καμία ανθρώπινη έννοια ή σύλληψη δεν είναι συμβατή με τον τρόπο υπάρξεώς του Θεού. Γύρω από αυτή την ιδέα κινείται η προσωποκεντρική φιλοσοφία του Γιανναρά και η φαινομενολογία του Marion, διευκολύνοντας την προσέγγιση της συγκλονιστικής εμπειρίας του Θεού. Η λύση των δύο φιλοσόφων ανιχνεύεται στην ενσάρκωση του Χριστού όπου αποκαλύπτεται στον άνθρωπο το μυστήριο της τριαδικής αγάπης, ανοίγοντας το δρόμο για τη συνάντηση με την Εικόνα του Πατέρα που είναι το Πρόσωπο του Υιού.
Στην τέταρτη συνεδρία, ο Δημήτρης Κουκουρδίνος από το Πανεπιστήμιο του Winchester, ανέπτυξε το θέμα «Πέρα από τον Κυρίαρχο Φιλελευθερισμό: Γιανναράς, Πολιτική Θεολογία και η περίπτωση της Σχεσιακής Δημοκρατίας», υποστηρίζοντας ότι οι ιδέες και οι διδασκαλίες της Ορθοδοξίας μπορούν να γίνουν πολιτικές με μια ευρύτερη έννοια. Ο όρος «πολιτική» δεν αντιστοιχεί σε μια ορθόδοξη θέση για τα προβλήματα της νεοτερικής εποχής, αλλά στην κριτική στάση απέναντι στη ζωή που είναι εκ των πραγμάτων πολιτική. Όπως σημειώνει ο Γιανναράς, η αληθινή πολιτική θεολογία υπηρετεί την πολιτική φύση της ανθρωπότητας, τη δύναμη της αγάπης ως αληθινής κατάστασης της αυθεντικής κοινότητας των προσώπων, της αληθινής «Πόλεως». Σήμερα, παρά τις διακηρύξεις της δεκαετίας του ΄90 περί «Τέλους της Ιστορίας», το φιλελεύθερο υπόδειγμα περνάει μεγάλη κρίση. Για τον Κουκουρδίνο, σ΄αυτό το ιστορικό πλαίσιο, η ιδέα του «Προσώπου», επίκεντρο του γιανναρικού έργου, αντιπροσωπεύει μια ριζοσπαστική υπέρβαση του ατομοκεντρικού υποδείγματος του κυρίαρχου φιλελευθερισμού, ανοίγοντας παράθυρο στη θέαση της αυθεντικής Δημοκρατίας ως πηγή σκέψης για πολιτικούς επιστήμονες, έτσι ώστε να σκεφτούν πέρα από τα αντιπροσωπευτικά πολιτικά συστήματα προς την κατεύθυνση ενός «σχεσιακού» μοντέλου Δημοκρατίας.
Ο Άγγελος Γουνόπουλος, από το Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο της Θεσσαλονίκης, ανέπτυξε το θέμα «Η Αποφατική Πολιτική Θεολογία του Χρήστου Γιανναρά». Εκκινώντας από τους όρους «Πόλις» και «Εκκλησία» στο έργο του Γιανναρά, ανίχνευσε τη σχέση εκκλησιαστικού γεγονότος και πολιτικής ζωής. Έπειτα, ανέπτυξε την κριτική του Γιανναρά στις πολιτικές θεολογίες του δυτικού κόσμου, συμπυκνώνοντάς την σε δύο καίρια προβλήματα: αφενός, στη θεμελίωσή τους στη δυτική λογική που θέτει σε ένταση το υπερβατικό με το εγκόσμιο μη κατανοώντας το γεγονός της ενσάρκωσης, και αφετέρου, στην ψυχολογική λειτουργία που υπηρετεί η θεμελίωση της πολιτικής δέσμευσης του πιστού, στη Βίβλο. Κάθε τέτοια προσέγγιση για τον Γιανναρά, μετατρέπει τη θεολογία σε ιδεολογία και το εκκλησιαστικό γεγονός σε θρησκευτικό. Αντίθετα, η πολιτική θεολογία του Χριστιανισμού προκύπτει ως τρόπος ζωής (ήθος) του αναγεννημένου πιστού μέσα στο εκκλησιαστικό γεγονός που μετέχει στην πολιτική ζωή της Πόλεως.  Η ελευθερία της σχέσης και ο αποφατισμός, θεμελιώνουν οντολογικά τόσο την Εκκλησία όσο και την Πόλη, ευνοώντας την κοινωνία των προσώπων και την ελεύθερη πολιτική ζωή. Στην βασική κοσμοαντίληψη του ατομοκεντρικού ψυχολογικού παραδείγματος ο Γιανναράς αντιπροτείνει την οντολογία της ελευθερίας της σχέσης.
Ο Vincenzo M. Marcello La Matina από το Πανεπιστήμιο της Macerata, συνέβαλε στις εργασίες του συνεδρίου –μη μπορώντας να παραβρεθεί- με το κείμενο: «Συμβολή στη φιλοσοφία της Γλώσσας του Χρήστου Γιανναρά».
Στην καταληκτική ομιλία της πρώτης ημέρας, ο Brandon Gallaher από το Πανεπιστήμιο του Exeter, ανέπτυξε το θέμα: «Ορθοδοξία και Δύση: το πρόβλημα της Αυτοκριτικής - μια Επαναξιολόγηση», όπου και προέβη σε αυτοκριτική της παλαιότερης πεποίθησης του, σύμφωνα με την οποία ο Γιανναράς εντάσσονταν στο αντιπαραθετικό πλαίσιο δυτικής και ανατολικής θεολογίας. Στην πραγματικότητα, υποστηρίζει ο Gallaher, η θέση του Γιανναρά είναι μια αυτοκριτική προσέγγιση αναγνωρίζοντας ότι όλοι είμαστε πλέον δυτικοί και έχουμε χάσει την Εκκλησία και την Πόλη, αντιμετωπίζοντας ένα κοινό πρόβλημα. 
Η δεύτερη ημέρα του συνεδρίου άνοιξε με την έκτη συνεδρία, και τον π.Ανδρέα Ανδρεόπουλοαπό το Πανεπιστήμιο του Winchesterμε θέμα: «Εκκλησία και Πόλις: Το Νόημα της Ελευθερίας», αναπτύσσοντας μια κριτική αποτίμηση της Μεγάλης Οικουμενικής Συνόδου της Κρήτης.
Στη συνέχεια, ο Jonathan Cole, από το Πανεπιστήμιο Charles Sturt της Καμπέρας, ανέπτυξε το θέμα: «Η προβληματική περί Ελληνικής Ταυτότητας και η Αναζήτηση του Χρήστου Γιανναρά για τις Πολιτικές της Αυθεντικής Ύπαρξης». Ο Cole θεωρεί, ότι η έμφασή του Γιανναρά στην αλήθεια ως σκοπού του πολιτικού γεγονότος και στην αυθεντική ύπαρξη ως αιτούμενο της ανθρώπινης ζωής, προκύπτει ως ανάγκη μέσα στο περιβάλλον των ανεπίλυτων εντάσεων της ελληνικής ταυτότητας, απόρροια της σύστασης του ελληνικού κράτους το 1828 και των ιστορικών, κοινωνικών και πολιτικών αναταραχών που επακολούθησαν, διαμορφώνοντας την κριτική του σκέψη απέναντι στον δυτικό κόσμο, η οποία συχνά κατανοείται ως αντι-δυτικισμός. Παρά τις ιστορικές δεσμεύσεις αυτής της σκέψης, ο Cole υποστηρίζει, ότι η πολιτική οντολογία του Γιανναρά γονιμοποιείται στο σύγχρονο κόσμο αναλαμβάνοντας καινούριες προκλήσεις γι΄αυτόν, προσφέροντας παγκόσμιας εμβέλειας ιδέες για τον κοινό πολιτικό αγώνα της ανθρωπότητας, ευνοώντας τελικά τη συνάντηση του ελληνικού και του δυτικού τρόπου σκέψης, αλλά και ολόκληρης της Χριστιανοσύνης.
Ο Pavlo Smytsnyuk από το Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης, ανέπτυξε το θέμα: «Hμετάθεση ενός περίπλοκου Ορίου: Εκκλησία, Πόλις και η Διάκριση Μυστηριακού και Εγκόσμιου στο έργο του Γιανναρά Ενάντια στη Θρησκεία». Ο Smytsnyuk θεωρεί, ότι για να απαντήσουμε στο κεντρικό ερώτημα της πολιτικής θεολογίας για το εύρος της δομικής ταύτισης θεολογίας και πολιτικής, πρέπει να διερευνήσουμε τις εννοιολογικές επικαλύψεις των δύο όρων. Ο Γιανναράς, υποστηρίζει ότι υπάρχει μια οντολογική συνέχεια από την αρχαία ελληνική Πόλη στην Εκκλησία, και ο Smytsnyuk υποθέτει, ότι τρεις θεολογικές συνέπειες προκύπτουν από την συνάρθρωση τους: α) μια θεολογική διάκριση ανάμεσα στο μυστηριακό και το εγκόσμιο, η οποία δεν χαράσσεται ανάμεσα στη θρησκευτική και την πολιτική σφαίρα, αλλά μέσα στην κάθε μια από αυτές. Η Εκκλησία δεν προσδιορίζεται επακριβώς και αποκλειστικά ως «μυστηριακή», αφού δεν είναι μόνο μια πίστη ή ένα ηθικό σύστημα, αλλά και ένα κοινωνικοπολιτισμικό εγχείρημα (ήθος) ικανό να δεξιωθεί κοσμικές απόψεις. Επιπλέον, η πολιτική ζωή χρησιμοποιεί «μυστικά» σύμβολα με σκοπό να εισαχθεί στην ευρύτερη μεταφυσική τάξη πραγμάτων, β) έχει υποστηριχθεί ότι η πολιτική σκέψη του Γιανναρά είναι προέκταση της εκκλησιολογίας του, όμως ο Smytsnyuk υποστηρίζει ότι στη σκέψη του Έλληνα στοχαστή, η Πόλη είναι το μοντέλο για την Εκκλησία και όχι το αντίθετο, γ) η συνέχεια Εκκλησίας και Πόλης ενδέχεται να ευνοήσει μια δημιουργική σπορά πέρα από τον ελληνικό χώρο, διασφαλίζοντας ότι η Πόλις δεν θα παρακμάσει μέσα στην ελληνιστική δημόσια θρησκεία, αλλά ότι θα παραμείνει οικουμενική πρόταση και κοινωνικό ιδεώδες.
Στην έβδομη συνεδρία ο Pui Him Ip από το Πανεπιστήμιο του Cambridge, ανέπτυξε το θέμα: «Χρήστος Γιανναράς και η Πατερική Παράδοση - Διαστρέβλωση ή δημιουργική Πιστότητα;», διερευνώντας την πατερική θεμελίωση της προσωποκεντρικής οντολογίας του Γιανναρά. Εντόπισε δύο βασικά στοιχεία: α) την έμφαση στον αποφατισμό ως την αφετηριακή θέση για την αληθινή γνώση η οποία θεμελιώνεται στο εκκλησιαστικό γεγονός, β) την έμφαση στο «Πρόσωπο» ως κεντρική έννοια γύρω από την οποία αναδύεται από την πατερική παράδοση μια χριστιανική απάντηση στο ερώτημα της ύπαρξης (οντολογικό ερώτημα) όπως αυτό μορφοποιείται από τον Χάιντεγκερ. Ο Γιανναράς υποστηρίζει ότι θεμελιώνει την προσωποκεντρική του οντολογία στην ελληνική παράδοση της ανατολής. Ωστόσο, αυτή είναι μια αμφιλεγόμενη επίκληση, γιατί ενώ για κάποιους μελετητές η πρόταση του Γιανναρά μοιάζει με μια υψηλής δημιουργικότητας ερμηνευτική της ελληνικής πατερικής σκέψης, για άλλους, οι φιλοσοφικές του αιτιάσεις σχετικά με την φύση της προσωπικότητας και τη σημασία της είναι απούσες στα γραπτά των Πατέρων, ενώ εντάσσονται στην επιρροή της σύγχρονης σκέψης και των ερωτήσεων που θέτει στα αρχαία κείμενα. Για τον Pui Him Ip, η αποτίμηση του έργου του Γιανναρά, εξαρτάται από το αν θεμελιώνεται σε μια πατερική προσωποκεντρική οντολογία ή όχι.
Την όγδοη συνεδρία άνοιξε ο Σωτήρης Μητραλέξης από το Πανεπιστήμιο του Cambridge και το Πανεπιστήμιο της Κωνσταντινούπολης, με θέμα: «Υπόρρητες διακρίσεις: Διαφορές ανάμεσα στη σκέψη του Χρήστου Γιανναρά και του Ιωάννη Ζηζιούλα». Επισήμανε, ότι αμφότεροι είναι αναγνωρισμένοι ως σημαντικές φωνές της ελληνικής σκέψης και της Ορθόδοξης θεολογίας του 20ου αιώνα, ενώ ο στοχασμός τους συνηθίζεται να αντιμετωπίζεται από κοινού, παίρνοντας τίτλους όπως «Θεολογία ή Οντολογία του Προσώπου», «Ευχαριστιακή Εκκλησιολογία», κλπ. Οι κοινή αντιμετώπισή τους, ως ένα βαθμό είναι ορθή, όχι μόνο λόγω των ουσιαστικών τους θεματικών συγγενειών (πρόσωπο και φύση, ουσία και υπόσταση, κοινωνία και ετερότητα, εκκλησία και ευχαριστιακή κοινότητα, έρως και έκσταση, κλπ.), αλλά και διότι ανέπτυξαν θεολογίες που υπερέβησαν και αντιπαρατέθηκαν με την προϋπάρχουσα εκκλησιαστική νοοτροπία στην Ελλάδα. Ωστόσο, με την ανακοίνωσή του ο Μητραλέξης κατέδειξε τις διακρίσεις, και το σημαντικότερο, τις επιπτώσεις των μεταξύ τους διαφορών.
Ο Paul Tyson, από το Πανεπιστήμιο Queensland της Αυστραλίας, ανέπτυξε το θέμα: «Ελευθερία και Αναγκαιότητα: Χρήστος Γιανναράς και ο Παγκόσμιος αγώνας για Ζωή», υποστηρίζοντας ότι αν και η ελληνική Πόλη εμφανίζεται ως κοινότητα διαλόγου επιδιώκοντας το κοινό καλό ως ενέργημα της ανθρώπινης ελευθερίας, ωστόσο, τεχνικές δυνάμεις πάντοτε εμπλέκονταν εντός της, καθορίζοντας την ελευθερία της. Σήμερα, τέτοιες δυνάμεις ορίζονται από τις παγκόσμιες μη πολιτικές αναγκαιότητες της διεθνοποιημένης διακυβέρνησης, από τα συμφέροντα των υπερεθνικών εταιρειών και του χρηματοοικονομικού κεφαλαίου, της γραφειοκρατίας και των γεωπολιτικών παικτών. Αυτές οι εξελίξεις μετατοπίζουν δομικά τις δυνατότητες των ανθρώπων να αυτοπροσδιοριστούν ελεύθερα διαχειριζόμενοι την κοινή τους ζωή, διαμορφώνοντας τις συνθήκες της. Στην πράξη, η ελευθερία του ανθρώπου κινδυνεύει, ενώ με πολιτικούς όρους αντιμετωπίζουμε έναν παγκόσμιο αγώνα για ζωή. Για τον Tyson, το έργο του Γιανναρά μιλάει με τρόπο οξυδερκή γι΄αυτή τη δυναμική. Ο Tyson, χώρισε την ανακοίνωσή του σε τρία μέρη: στο πρώτο, μίλησε για το ελληνικό Δημοψήφισμα του 2015 ως αποθέωση της απάνθρωπης εικονικής αναγκαιότητας πάνω στην πολιτική και την πραγματική ελευθερία. Στο δεύτερο, υποστήριξε πως ο Γιανναράς βοηθά στην κατανόηση του τι η αναγκαιότητα και η ελευθερία είναι, αλλά και στο πως συλλαμβάνονται οι όροι αυτοί στη δυτική κουλτούρα καθορίζοντας την ιστορική της ύπαρξη. Στο τρίτο μέρος, υποστήριξε ότι η οντολογική ελευθερία του εκκλησιαστικού γεγονότος, βοηθά στη διερεύνηση της απαραίτητης πολιτικής αντίστασης στις δυνάμεις που επιβάλλουν την αναγκαιότητα στον κόσμο του καιρού μας.
Τελευταία εισηγήτρια η Elena Paris από το Πανεπιστήμιο του Βουκουρεστίου, ανέπτυξε τη θεματική: «Ηθική και Οντολογία: Χρήστος Γιανναράς και οι αρετές του John Milbank», συγκρίνοντας την πρόσληψη της ηθικής και της αρετής στους δύο φιλοσόφους και θεολόγους. 
Επίλογος
Όπως φάνηκε και στον καταληκτικό διάλογο του συνεδρίου, ανάμεσα στον ομότιμο καθηγητή Γιανναρά και τον John Milbank, ομότιμο καθηγητή της θρησκείας, της πολιτικής και της ηθικής του Πανεπιστημίου του Nottingham, αυτά που ενώνουν τους ανθρώπους είναι πολύ περισσότερα από αυτά που τους χωρίζουν· διότι ακόμα και η διαφωνία, αλλά και οι αποχρώσεις του Λόγου, δεν θέτουν τον άνθρωπο κατ΄ανάγκη ενώπιον της βασανιστικής επιλογής να διαλέξει μια απόλυτη αλήθεια, αλλά αφήνουν τη δυνατότητα ανοιχτή οι Λόγοι να αλληλοπεριχωρούνται μεταξύ τους, δημιουργικά.
Πράγματι: ας κρατήσουμε γι΄αυτό το θέμα, μια παρατήρηση του Γιανναρά (διατυπώνω τη θέση του από μνήμης): Σήμερα, είπε, κατανοούμε δύο θέσεις που διαφέρουν λιγότερο ή περισσότερο, ως αλληλο-αποκλειόμενες, απόλυτες αλήθειες. Είτε η μία κομίζει ολόκληρη την αλήθεια, είτε η άλλη. Έτσι, καλούμαστε να διαλέξουμε στρατόπεδο, να γίνουμε οπαδοί. Όμως στην αρχαιότητα, οι θέσεις του Πλάτωνα ή του Αριστοτέλη, αν και δεν ήταν ίδιες και είχαν πολλές αντιθέσεις, αντιφάσεις, διαφορετικές εκκινήσεις και απολήξεις, εντούτοις δεν κατανοήθηκαν ως απόλυτες αλήθειες ώστε να ισχύει, είτε η μια, είτε η άλλη, θέτοντας το βασανιστικό ερώτημα για το ποια θα επικρατήσει τελικά, καθιστώντας το ζήτημα αυτό, ζήτημα ζωής ή θανάτου για τους οπαδούς τους. Ήταν θεωρίες, ερμηνευτικές του τρόπου της ύπαρξης, εγγενώς ανεπαρκείς να καταστούν απόλυτες αλήθειες και δόγματα, και ως προς αυτό διαλέγονταν μεταξύ τους, φωτίζοντας την εμπειρία από διαφορετικές θέσεις, αδυνατώντας να την εξαντλήσουν οριστικά στις διατυπώσεις τους.
Ας κρατήσουμε ως μέτρο κάθε κριτικής αποτίμησης της πραγματικότητας, κάθε ειλικρινούς απόπειρας διαλόγου και συνάντησης με τον άλλο άνθρωπο, την συμπάθεια, την αποφατικότητα του νοήματος, την ελευθερία της σχέσης, τη δυναμική που συνεπάγονται. Αυτό ήταν και το σημαντικότερο συμπέρασμα του συνεδρίου του Πανεπιστημίου του Cambridge όπου και δεξιώθηκε η σκέψη του Χρήστου Γιανναρά. Ωστόσο, δεν συναντιόμαστε οι άνθρωποι μόνο σε συνέδρια για να φανερώνουμε την αλήθεια της ελευθερίας της σχέσης, διότι η ζωή φρόντισε για όλους μας απλόχερα, ως προς αυτό! Με κάποιο τρόπο, όλοι έχουμε ζήσει εμπειρικά την οντολογική αλήθεια της ελευθερίας της σχέσης και τη δυναμική της. Ευτυχώς…
Το πρόγραμμα του συνεδρίου εδώ:        
[1]  Χρήστος Γιανναράς, Σχόλιο στο Άσμα Ασμάτων, Ίκαροςθ, Αθήνα 2016 (κεφάλαιο 16: Interlude).
*υποψήφιος διδάκτορας Πολιτικών Επιστημών
ΣΧΟΛΙΟ: Δέν φαίνεται καθαρά τό θεμέλιο βάσει τού οποίου θά μπορούσε νά χαρακτηρισθεί ορθόδοξος θεολόγος ή στοχαστής. Ο Ζήσιμος Λορεντζάτος υπήρξε μαθητής τού Γάλλου νεοπλατωνικού Σουόν ο οποίος πίστευε  στήν ύπαρξη ενός κοινού θεμελίου, μιάς κοινής ρίζας, τής αιωνίου θρησκείας, πάνω στήν οποία στηρίζονται όλες οι θρησκευτικές παραδόσεις, όπως παρουσιάστηκε στήν Ελληνική γλώσσα από τίς εκδόσεις τού Φιλίπ Σερράρντ. Μιά θεωρία η οποία συγγενεύει φανερά μέ τήν κακοδοξία τών κλάδων πού κυριαρχεί σήμερα στά οικουμενιστικά σαλόνια. Η Εκκλησία τού Γιανναρά δέν είναι η εκκλησία τών Αγίων μας.Οι γνώσεις του τής αρχαίας φιλοσοφίας καί τής πατερικής θεολογίας είναι έμμεσες καί προέρχονται από μελέτες τής Δύσεως. Η Ορθοδοξία του χρησιμεύει,όπως καί σέ όλους τούς δυτικοτραφείς νεώτερους διανοούμενους, στύλ Λουδοβίκου, σάν λύση τών προβλημάτων πού έθεσε ο Χάιντεγκερ.

Μάξιμος ο Ομολογητής, Άγιος: Τέταρτη εκατοντάδα διαφόρων κεφαλαίων


"29. Το πηγάδι του Ιακώβ(Ιω. 4, 5-14) είναι η Γραφή. Το νερό είναι η θεία γνώση που περιέχει η Γραφή. Το βάθος είναι το δυσκολοπλησίαστο νόημα των γραφικών αινιγμάτων. Το δοχείο για την άντληση είναι η μάθηση του θείου λόγου μέσω αναγνώσεως, την οποία δεν είχε ο Κύριος, γιατί Λόγος είναι ο ίδιος και δεν παρέχει σ' όσους πιστεύουν τη γνώση που προέρχεται από μάθηση και μελέτη, αλλά δωρίζει στους άξιους τη σοφία που πηγάζει από την πνευματική χάρη και που ρέει ασταμάτητα και αστείρευτα. Γιατί το δοχείο της αντλήσεως, δηλαδή η μάθηση, παίρνει ένα ελάχιστο μέρος της γνώσεως και αφήνει το όλον που με κανένα λόγο δεν πιάνεται· ενώ η κατά χάρη γνώση έχει το σύνολο — και μάλιστα χωρίς μελέτη — της δυνατής για ανθρώπους σοφίας, η οποία αναβλύζει ανάλογα με τις ανάγκες. 

30. Υπάρχει μεγάλη και απερίγραπτη διαφορά ανάμεσα στο δέντρο της ζωής και στο άλλο που δεν είναι τέτοιο, η οποία φαίνεται και μόνο από το ότι το ένα ονομάστηκε δένδρο της ζωής, ενώ το άλλο όχι της ζωής, αλλά της γνώσεως του καλού και του κακού(Γεν. 2, 9). Γιατί το δένδρο της ζωής οπωσδήποτε προξενεί ζωή, ενώ αυτό που δεν είναι της ζωής, είναι φανερό ότι προξενεί θάνατο. Αυτό που δεν προξενεί ζωή —γιατί δεν ονομάστηκε δένδρο της ζωής— σαφώς προξενεί το θάνατο· γιατί τίποτε άλλο δεν αντιδιαστέλλεται κατ' εναντίωση προς τη ζωή. 



31. Το δένδρο της ζωής, και ως σοφία που είναι, έχει πολύ μεγάλη διαφορά από το δένδρο της γνώσεως του καλού και του κακού, το οποίο μήτε σοφία ήταν, μήτε ονομάστηκε έτσι. Γιατί ιδίωμα της σοφίας είναι ο νούς και το λογικό, ενώ ιδίωμα της καταστάσεως της αντίθετης προς τη σοφία είναι η αλογία και η αίσθηση

32. Επειδή ο άνθρωπος δημιουργήθηκε αποτελούμενος από ψυχή νοερή και σώμα με αισθήσεις, ας δεχτούμε, σύμφωνα με μία άποψη, ότι «δένδρο της ζωής» είναι ο νους της ψυχής, όπου υπάρχει η σοφία, και «δένδρο της γνώσεως του καλού και του κακού» η σωματική αίσθηση, όπου υπάρχει ξεκάθαρη η κίνηση της αλογίας. Ο άνθρωπος έλαβε θεία εντολή να μη λάβει πείρα αυτής μέσω κάποιας ενέργειάς του, αλλά δεν τη φύλαξε. 

35. Καλό του νου είναι η απαθής διάθεση προς το πνεύμα και κακό η εμπαθής σχέση προς την αίσθηση. Καλό για την αίσθηση είναι η ένεκα ηδονής εμπαθής κίνηση προς σώμα, και κακό η διάθεση που δημιουργείται όταν την στερηθεί. 

36. Εκείνος που έπεισε τη συνείδησή του να θεωρεί το κάκιστο που κάνει ότι είναι εκ φύσεως καλό(αυτοσυνειδησία), αυτός αφού άπλωσε την πρακτική του σαν να ήταν χέρι, πήρε αξιοκατηγόρητα από το δένδρο της ζωής, νομίζοντας ότι το κάκιστο είναι από τη φύση του αθάνατο. Γι' αυτό ο Θεός, θέτοντας φυσικά στη συνείδηση του ανθρώπου την καταδίκη του κακού, τον ξεχώρισε από τη ζωή, γιατί έγινε κακός κατά την προαίρεση· έτσι αν κάνει το κακό, να μην μπορεί να πείσει τη συνείδησή του ότι το κάκιστο είναι εκ φύσεως καλό ". 
Η ΕΝΝΟΙΑ ΤΗΣ ΣΧΕΣΗΣ ΚΑΤΑΓΕΤΑΙ ΑΠΟ ΤΟΝ ΑΥΓΟΥΣΤΙΝΟ ΚΑΙ ΕΙΝΑΙ ΕΞΕΛΙΞΗ ΤΟΥ ΦΙΛΙΟΚΒΕ.
Αμέθυστος 

Δεν υπάρχουν σχόλια: