Τρίτη 16 Μαρτίου 2021

HANS URS VON BALTHASAR--ΘΕΟΛΟΓΙΚΗ (THEO-LOGIK) (63)

Συνέχεια από Δευτέρα, 22 Φεβρουαρίου 2021

                                           HANS URS VON BALTHASAR

                                     ΘΕΟΛΟΓΙΚΗ  (THEOLOGIK)

                                                 Τρίτος Τόμος

             ΤΟ ΠΝΕΥΜΑ ΤΗΣ ΑΛΗΘΕΙΑΣ  (DER GEIST DER WAHRHEIT)

        (Οι δύο προηγούμενοι τόμοι: 1) Αλήθεια τού κόσμου (Wahrheit der Welt), 2)    Αλήθεια τού Θεού (Wahrheit Gottes) )

                                      Johannes Verlag, 1987

                                    4.  ΓΙΑ ΤΟ ΦΙΛΙΟΚΒΕ

                                 V. ΤΟ ΠΝΕΥΜΑ ΚΑΙ Η ΕΚΚΛΗΣΙΑ

                    4.  ΥΠΟΚΕΙΜΕΝΙΚΟ ΚΑΙ ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΙΚΟ ΠΝΕΥΜΑ

                               β) Η διπλή ενότητα της Εκκλησίας                                           

         1. Πρέπει τώρα να σκεφτούμε διεξοδικά τη διπλή αυτή ενότητα υποκειμενικής και αντικειμενικής αγιότητας της Εκκλησίας, έχοντας πάντα υπ’ όψιν μας ως βάση όσα ήδη παραθέσαμε από χριστολογικο-πνευματολογικής πλευράς. Το caro cardo salutis («η σάρκα, άξονας της σωτηρίας») του Τερτυλλιανού μένει χριστολογικά αναφαίρετο μέχρι και την Ανάσταση και την Πνευματοποίηση του Χριστού: η σάρκα δεν ωφελεί βέβαια καθεαυτή σε τίποτα (Ιωάν. 6, 63), η ενότητα όμως που διαμορφώθηκε στον ενσαρκωμένο Λόγο προς σωτηρίαν τού κόσμου δεν επιτρέπεται, υπό οιουσδήποτε όρους, να «διαλυθή» (Α’ Ιωάν. 4, 3)    (( Η σάρκα τού Χριστού; Η Ενσάρκωση («δεν ωφελεί σε τίποτα»);  Ας ακούσουμε το ίδιο το Ευαγγέλιο: Ιωάν. 6, 60 κ.ε.: «Πολλοί ούν ακούσαντες εκ τών μαθητών αυτού είπον· σκληρός εστιν ούτος ο λόγος· τίς δύναται αυτού ακούειν; ειδώς δέ ο Ιησούς εν εαυτώ ότι γογγύζουσι περί τούτου οι μαθηταί αυτού, είπεν αυτοίς· τούτο υμάς σκανδαλίζει; εάν ούν θεωρήτε τόν υιόν τού ανθρώπου αναβαίνοντα όπου ήν τό πρότερον; τό πνεύμά εστι τό ζωοποιούν, η σαρξ ουκ ωφελεί ουδέν· τά ρήματα ά εγώ λαλώ υμίν, πνεύμά εστι καί ζωή εστιν. αλλ’ εισίν εξ υμών τινες οί ού πιστεύουσιν…». -  Α’ Ιωάν. 4, 1 κ.ε.: «Αγαπητοί, μή παντί πνεύματι πιστεύετε, αλλά δοκιμάζετε τά πνεύματα ει εκ τού Θεού εστιν, ότι πολλοί ψευδοπροφήται εξεληλύθασιν εις τόν κόσμον. εν τούτω γινώσκετε τό πνεύμα τού Θεού· πάν πνεύμα ό ομολογεί Ιησούν Χριστόν εν σαρκί εληλυθότα, εκ τού Θεού εστι· καί πάν πνεύμα ό μή ομολογεί τόν Ιησούν Χριστόν εν σαρκί εληλυθότα, εκ τού Θεού ουκ έστι· καί τούτό εστι τό τού αντιχρίστου ό ακηκόατε ότι έρχεται, καί νύν εν τώ κόσμω εστίν ήδη. Υμείς εκ τού Θεού εστε, τεκνία, καί νενικήκατε αυτούς, ότι μείζων εστίν ο εν υμίν ή ο εν τώ κόσμω. αυτοί εκ τού κόσμου εισί· διά τούτο εκ τού κόσμου λαλούσι καί ο κόσμος αυτών ακούει. ημείς εκ τού Θεού εσμεν· ο γινώσκων τόν Θεόν ακούει ημών· ός ουκ έστιν εκ τού Θεού ουκ ακούει ημών. εκ τούτου γινώσκωμεν τό πνεύμα τής αληθείας καί τό πνεύμα τής πλάνης» … )) .  Γι’ αυτό «υπενθυμίζει» αναμφισβήτητα, αν είναι (βέβαια) αυθεντικό, το μετα-πασχαλίως δεδωρημένο Πνεύμα, «ότι ο Ιησούς Χριστός ήρθε εν σαρκί» (Α’ Ιωάν. 4, 2): στην οδεύουσα προς τον Σταυρό, καθημερινά μάλιστα φέρουσα τον Σταυρό (θεανθρώπινη πλέον) σάρκα. Πνευματολογικά όμως,  τίθεται το ταυτόσημο και ενιαίο τριαδικό Πνεύμα (που είναι ταυτόχρονα υποκειμενική αγάπη και αντικειμενικός καρπός), ως ο «ερμηνευτής» τής οικονομικής αγάπης Πατρός και Υιού προς τον κόσμο, στην υπηρεσία της χριστολογικής «διάστασης» («απόστασης» -Diastase) μεταξύ θνητού-αντιληπτού και αναληφθέντος-ακαταλήπτου Υιού, καθιστώντας δεδομένη, σύμφωνα με τη δική του (του Πνεύματος) διπλή, εκκλησιαστική «όψη» και «παρουσία», τόσο την επίγεια όσο και την αναστημένη δόξα (ως δούλου τού Θεού και ως Κυρίου «υπεράνω όλων τών ουρανών») του Υιού: ως αντικειμενική (δηλ.), ανέφικτη υποκειμενικά αγιότητα, (αλλά) και ως υποκειμενική αγιότητα, που υφίσταται μόνον όταν «κοπιάζη πασχίζοντας» εντός τής αντικειμενικής αγιότητας, καθοδηγούμενη και νομιμοποιούμενη («κανονιζόμενη») απ’ αυτήν, έχοντάς την έτσι ως οδό και σκοπό . Ο Προτεσταντισμός αναγνωρίζει στη δική του sola scriptura την ύπαρξη ενός τέτοιου αντικειμενικού κανόνα, που «οργανώνει» κάθε τι εκκλησιαστικά υποκειμενικό: η Καθολική «Εκκλησία» (Catholica) θεωρεί (όπως το αποσαφήνισε το «Σύνταγμα» Dei Verbum) την circumincessio (συνύπαρξη-περιχώρηση) Γραφής (norma normans) – Παράδοσης – Αξιώματος (normae normatae) ως την πλήρη μορφή τής αντικειμενικής αγιότητας, που εξασφαλίζει πρώτα απ’ όλα τον κανονιστικό επίσης χαρακτήρα τής Γραφής. Ας προσέξουμε (λοιπόν), πόσο συχνά αναφέρεται το ανωτέρω «Σύνταγμα», διαπραγματευόμενο τις τρεις αυτές αλληλένδετες δυνάμεις τής αντικειμενικής αγιότητας, στην ενέργεια του Αγίου Πνεύματος: το Πνεύμα ενέπνευσε τη Γραφή, με το Πνεύμα η Γραφή ερμηνεύθηκε περαιτέρω στη διδασκαλία, την ζωή και τον «πολιτισμό» (την «κουλτούρα») κάθε εποχής έτσι, ώστε «η αποστολική παράδοση να προοδεύη υποστηριζόμενη από το Άγιο Πνεύμα» εξετάζοντας τη σημασία τών Γραφών, μέσα απ’ την «πνευματική εμπειρία», αλλά και «μέσα απ’ το βέβαιο χάρισμα της αληθείας στο επισκοπικό αξίωμα», το οποίο «ακούει με σεβασμό, προφυλάσσει με αγιότητα και ερμηνεύει πιστά τον Λόγο τού Θεού με θεϊκή εντολή και υποστηριζόμενο από το Άγιο Πνεύμα». Το αντικειμενικό Άγιο Πνεύμα εγγυάται στην Εκκλησία (στην οποία πρέπει να προστεθούν, κοντά στα τρία στοιχεία που ήδη αναφέραμε, τα μυστήρια και το εκκλησιαστικό δίκαιο), ότι ο τριαδικός Θεός δεν «διατίθεται» (δεν «επιτάσσεται») ούτε όταν τον συναντάμε προσωπικά, γι’ αυτό και ικετεύουμε στους μεγάλους αγιοπνευματικούς ύμνους αυτό το «Πνεύμα τής αγιότητας» να κατέλθη, πάντοτε εκ νέου, στην Εκκλησία και τα μέλη της   (( Σημ. τ. μετ.: Πολλά τα «ατοπήματα» κι εδώ: «Το αντικειμενικό Άγιο Πνεύμα», δηλ. το «Πνεύμα» στην εξουσία τού Πάπα και κάθε τοπικού επισκόπου! «Στην Εκκλησία και τα μέλη της»· δηλ. είναι άλλο η Εκκλησία και άλλο τα μέλη! Εκτός αν «εννοείται» (που «εννοείται») η «Εκκλησία» ως θεσμός, και μέλη εκείνοι που προσχωρούν και ανήκουν στον «θεσμό»! - Είναι φανερό, ότι στον «Διάλογο των Εκκλησιών» οι ορθόδοξοι επίσκοποι προσέρχονται κι αυτοί ως Λατίνοι, εφ’ όσον «υποστηρίζουν» τα ίδια ακριβώς πράγματα!... )) . Όπως δεν μπορεί να δώση κανείς ένα εκκλησιαστικό αξίωμα ο ίδιος στον εαυτό του, και δεν μπορεί να λάβη κανείς ο ίδιος ένα μυστήριο, έτσι και η ενότητα της Εκκλησίας δεν δημιουργείται τελικά από ανθρώπους – όσο κι αν οφείλουν να μοχθήσουν, για να τη διαφυλάξουν – , αλλά απ’ το αντικειμενικό Άγιο Πνεύμα, το οποίο «είναι» κι εδώ η «αυτο-παράδοση» του «πνευματωθέντος» Κυρίου τής Εκκλησίας. Γι’ αυτό και η Εκκλησία είναι σαφώς (κάτι) περισσότερο απ’ το άθροισμα των εμπειρικών, «μερικών» και τοπικών Εκκλησιών, που είναι βέβαια τέτοιες Εκκλησίες μόνον επειδή (ανα)παρίσταται σε όλες μια δεδωρημένη άνωθεν και καταγώμενη απ’ την Αγία Τριάδα ενότητα, όπου κάθε αντικειμενικότητα (εξ)υπηρετεί την «εκκλησιαστική αγιότητα» της ένταξης των πιστών με την υποκειμενική τους αγάπη στο Σώμα τού Χριστού, για να «διασωθούν» σ’ αυτήν την ενότητα, που υπερβαίνει κάθε δι-υποκειμενική αγάπη και σύμπνοια  (( σ.σ.: «Κοινωνία τού Αγίου Πνεύματος» στη Β’ Κορ. 13, 13 σημαίνει πρωταρχικά, αντικειμενική (συμ)μετοχή στο Άγιο Πνεύμα, και δευτερευόντως την επενεργουμένη από το Πνεύμα κοινότητα των πιστών μεταξύ τους )). Οι «αντικειμενικές αυτές αγιότητες» μπορούν να φέρουν, στις διάφορες «όψεις» τους, τον τίτλο «άγιος, αγία», χωρίς να επιτρέπεται (όμως) να ερμηνευτή αυτό υποκειμενικά. Όπως λέμε «Αγία Γραφή» και «άγια μυστήρια», έτσι μπορεί να ονομαστή και η ορθόδοξη σύνοδος ή το καθολικό συμβούλιο «άγια»· αλλά και η προσφώνηση του Πάπα ως «αγίου πατέρα» δεν σημαίνει κάτι το διαφορετικό, χαρακτηρίζοντας έτσι, απλώς το αξίωμα, και όχι το πρόσωπο.

( συνεχίζεται ) 

ΕΧΕΙ ΧΑΘΕΙ ΜΑΛΛΟΝ Η ΟΡΘΟ-ΔΟΞΗ ΠΙΣΤΗ. 

Δεν υπάρχουν σχόλια: