Έχει εμφανισθεί ξανά το φάντασμα του πληθωρισμού, ιδίως στις Η.Π.Α. και στη Γερμανία, ενώ είναι πολύ δύσκολο να επανέλθουν οι οικονομίες σε πορεία ανάπτυξης – σημειώνοντας σε σχέση με την άνοδο του ΑΕΠ που διαπιστώνεται το 2021 πως δεν πρόκειται για ανάπτυξη, αλλά για μία ελαφριά ανάκαμψη, μετά την κατάρρευση του 2020. Εκτός αυτού η ανεργία παραμένει σε υψηλά επίπεδα σε αρκετές χώρες, όταν ταυτόχρονα οι επιχειρήσεις δεν βρίσκουν προσωπικό – προφανώς επειδή οι μισθοί είναι χαμηλοί και δεν αυξάνονται (με εξαίρεση τις Η.Π.Α.), λόγω της ανασφάλειας των επιχειρήσεων για το μέλλον, των προβλημάτων στην παραγωγή τους εξαιτίας της αλυσίδων διανομής κοκ. Στην περίπτωση δε αύξησης των μισθών, τίθεται σε λειτουργία ο φαύλος κύκλος μισθών-τιμών που αποτελεί τη βάση του πληθωρισμού – με την έννοια πως όταν αυξάνονται οι μισθοί, αυξάνονται οι τιμές των προϊόντων αφού η αύξηση μεταφέρεται στην κατανάλωση, οπότε οι εργαζόμενοι απαιτούν νέες αυξήσεις που μεταφέρονται ξανά στις τιμές κοκ. Συμπερασματικά λοιπόν ο κίνδυνος στασιμοπληθωρισμού, υπό πολύ χειρότερες συνθήκες σε σχέση με το παρελθόν, δεν είναι καθόλου αμελητέος – οπότε πρέπει να είναι κανείς πολύ προσεκτικός με τις προβλέψεις του, αφού σχεδόν τίποτα δεν λειτουργεί σωστά στην παγκόσμια οικονομία. Εύλογα, αφού η διαχείριση της χρηματοπιστωτικής κρίσης του 2008, της ευρωπαϊκής κρίσης χρέους του 2010 και της πανδημίας του 2020 ήταν εντελώς εσφαλμένη – τουλάχιστον από οικονομικής πλευράς.
Ανάλυση
Ο στασιμοπληθωρισμός (Stagflation, από τις λέξεις Stagnation και Inflation), περιγράφει την κατάσταση μίας «συναλλαγματικής περιοχής», στην οποία έχουμε την ίδια χρονική περίοδο οικονομική στασιμότητα και πληθωρισμό.
Κατά τη διάρκεια της περιόδου αυτής μία οικονομία δεν μπορεί ούτε να χρησιμοποιήσει την παραγωγική της δυναμικότητα, μέσω της νομισματικής επέκτασης (τύπωμα χρημάτων, χαμηλά επιτόκια), καθώς επίσης της διευκόλυνσης των πιστώσεων, ούτε να περιορίσει τη μείωση της αγοραστικής αξίας των χρημάτων, μέσω της μείωσης του επιπέδου των δραστηριοτήτων της. Η αιτία είναι το ότι οι δύο αυτοί στόχοι είναι αντικρουόμενοι μεταξύ τους – οπότε αποτελούν ένα πολύ δύσκολο οικονομικό και πολιτικό δίλημμα.
Το φαινόμενο αυτό, άγνωστο μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του ΄60, παρατηρήθηκε για πρώτη φορά το 1969, στις Η.Π.Α. και στη Μ. Βρετανία – ενώ η λέξη «εφευρέθηκε» από τον υπουργό οικονομικών της Βρετανίας, ο οποίος πέθανε το 1970. Η αιτία ήταν η αύξηση των τιμών της ενέργειας από τον OPEC (διπλασιάστηκε η τιμή του πετρελαίου μεταξύ των ετών 1973 και 1975), η οποία προκάλεσε την έκρηξη του κόστους παραγωγής των βιομηχανικών χωρών – με τον πληθωρισμό στις Η.Π.Α. να διπλασιάζεται σχεδόν το 1974 (από 6% στο 11%), καθώς επίσης με την ανεργία να εκτοξεύεται στο 8,4% (από 4,9% το 1973).
Η γενεσιουργός αιτία του στασιμοπληθωρισμού είναι συνήθως τα «σοκ» στην προσφορά, τα οποία επηρεάζουν το επίπεδο των τιμών, μέσω της πίεσης του κόστους – όταν αυξάνεται δηλαδή το κόστος παραγωγής ή διάθεσης. Για παράδειγμα, οι επιχειρήσεις υποχρεώνονται, λόγω των αυξημένων τιμών ενέργειας, μίας κακής σοδειάς κλπ. να αυξήσουν τις τιμές τους, παρά τη μειωμένη ζήτηση.
Τα αρνητικά αυτά «σοκ προσφοράς» ονομάζονται κάποιες φορές «τιμολογιακά σοκ» – λόγω του ότι οι παραγωγοί επιβαρύνουν με το αυξημένο κόστος τις τιμές πώλησης των προϊόντων τους. Επειδή δε η συνολική ζήτηση σε μία οικονομία παραμένει αρχικά αναλλοίωτη (η πραγματική ζήτηση σε αξία, δηλαδή το σύνολο των σχεδιαζόμενων επενδύσεων και των καταναλωτικών δαπανών μίας οικονομίας, δεν επηρεάζεται απ’ ευθείας από το σοκ της προσφοράς), οι επιχειρήσεις πουλούν λιγότερα προϊόντα, όταν αυξάνουν τις τιμές – οπότε μειώνουν την παραγωγή τους και απολύουν εργαζομένους.
Τότε μόνο εμφανίζονται οι τυπικές «παράπλευρες απώλειες» του καθοδικού σπειροειδή κύκλου της αρνητικής εξέλιξης της οικονομικής ανάπτυξης – η μείωση των εισοδημάτων λόγω της αύξησης της ανεργίας, καθώς επίσης η απογοήτευση των επιχειρήσεων λόγω του απρόβλεπτα μειωμένου τζίρου τους, οπότε η συγκράτηση της αύξησης των τιμών.
Όταν τώρα μία οικονομία υφίσταται ένα «σοκ προσφοράς», τότε αποτυγχάνουν τα κλασικά εργαλεία της ανάπτυξης, μέσω της κρατικής πολιτικής. Ειδικότερα, εάν αυξηθεί η προσφορά χρήματος (τύπωμα χρημάτων από την κεντρική τράπεζα, αυξημένα δάνεια από τις εμπορικές τράπεζες), για να σταθεροποιηθεί η απασχόληση, τότε αυξάνονται οι τιμές από την πίεση του κλιμακούμενου κόστους.
Εάν αποφασισθεί δε η ενίσχυση της ανάπτυξης εκ μέρους του δημοσίου όπως, για παράδειγμα, η αύξηση των καταναλωτικών δαπανών του κράτους ή κάποια δημοσιονομικά μέτρα (μείωση των φόρων κλπ.), τότε σταθεροποιείται μεν η συνολική ζήτηση, με αποτέλεσμα όμως ξανά την αύξηση των τιμών – καθώς επίσης την άνοδο των δημοσίων ελλειμμάτων και των δημοσίων χρεών.
Περαιτέρω, εάν εξετάσει κανείς τις σημερινές οικονομικές συνθήκες διεθνώς, θα διαπιστώσει τα εξής: η ποσότητα χρήματος που παράγουν οι κεντρικές τράπεζες είναι στα ύψη, οι ισολογισμοί τους επίσης (γράφημα), τα βασικά επιτόκια είναι μηδενικά, οι αλυσίδες εφοδιασμού έχουν πρόβλημα, οπότε υπάρχει σοκ προσφοράς, οι τιμές της ενέργειας και των πρώτων υλών έχουν αυξηθεί σε μεγάλο βαθμό, είναι υπερχρεωμένα πολλά κράτη, νοικοκυριά και επιχειρήσεις, οι τράπεζες αντιμετωπίζουν σημαντικά προβλήματα, ιδίως οι ευρωπαϊκές (ανάλυση), η αναδιανομή των εισοδημάτων είναι περισσότερο άδικη από ποτέ, υπάρχουν φούσκες σε όλα τα πάγια περιουσιακά στοιχεία, από τις μετοχές έως τα κρυπτονομίσματα κοκ.
Στα πλαίσια αυτά, έχει εμφανισθεί ξανά το φάντασμα του πληθωρισμού, ιδίως στις Η.Π.Α. και στη Γερμανία, ενώ είναι πολύ δύσκολο να επανέλθουν οι οικονομίες σε πορεία ανάπτυξης – σημειώνοντας σε σχέση με την άνοδο του ΑΕΠ που διαπιστώνεται το 2021 πως δεν πρόκειται για ανάπτυξη, αλλά για μία ελαφριά, φυσιολογική ανάκαμψη, μετά την κατάρρευση του 2020. Εκτός αυτού η ανεργία παραμένει σε υψηλά επίπεδα σε αρκετές χώρες, όταν ταυτόχρονα οι επιχειρήσεις δεν βρίσκουν προσωπικό – προφανώς επειδή οι μισθοί είναι χαμηλοί και δεν αυξάνονται (με εξαίρεση τις Η.Π.Α.), λόγω της ανασφάλειας των επιχειρήσεων για το μέλλον, των προβλημάτων στην παραγωγή τους εξαιτίας της αλυσίδων διανομής κοκ.
Στην περίπτωση δε αύξησης των μισθών, τίθεται σε λειτουργία ο φαύλος κύκλος μισθών-τιμών που αποτελεί τη βάση του πληθωρισμού – με την έννοια πως όταν αυξάνονται οι μισθοί, αυξάνονται οι τιμές των προϊόντων αφού η αύξηση μεταφέρεται στην κατανάλωση, οπότε οι εργαζόμενοι απαιτούν νέες αυξήσεις που μεταφέρονται ξανά στις τιμές κοκ.
Συμπερασματικά λοιπόν ο κίνδυνος στασιμοπληθωρισμού, υπό πολύ χειρότερες συνθήκες σε σχέση με το παρελθόν, δεν είναι καθόλου αμελητέος – οπότε πρέπει να είναι κανείς πολύ προσεκτικός με τις προβλέψεις του, αφού σχεδόν τίποτα δεν λειτουργεί σωστά στην παγκόσμια οικονομία. Εύλογα, αφού η διαχείριση της χρηματοπιστωτικής κρίσης του 2008, της ευρωπαϊκής κρίσης χρέους του 2010 και της πανδημίας του 2020 ήταν εντελώς εσφαλμένη – τουλάχιστον από οικονομικής πλευράς.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου