Σάββατο 23 Ιουνίου 2018

Ποιοι είναι οι δαιμονισμένοι στην εποχή μας;

Εικόνα
Ο Γέροντας Παΐσιος για τους δαιμονισμένους:

– Γέροντα, στόν δαιμονισμένο των Γαδαρηνών πόσοι δαίμονες κατοικούσαν;
- ­Δαιμόνια πολλά, γράφει τό Ευαγγέλιο. Γι’ αυτό είπε ό δαιμονισμένος ότι τό όνομά του ήταν ­λεγεώνα. Και βλέπετε, όπως σέ έναν δαιμονισμένο μπορεί νά κατοικούν ενα σωρό δαίμονες, έτσι και στην καρδιά του πιστού μπορεί νά χωρέσουν όλοι οί Άγιοι. Αφού ό Χριστός χωράει, πόσο μάλλον οί Άγιοι! Μεγάλα μυστήρια! Μιά φορά, όταν ήμουν στο Καλύβι του Τιμίου Σταύρου, χτύπησε κάποιος τό καμπανάκι. Κοίταξα από τό παράθυρο, και τί νά δω! Έναν άνδρα πού τον ακολουθούσε μιά ολόκληρη φάλαγγα δαιμόνων, ενα μαύρο σμήνος! Πρώτη φορά είδα νά εξουσιάζουν έναν άνθρωπο τόσοι δαίμονες. Αυτός ήταν μέντιουμ είχε ανακατέψει ευχές τής Εκκλησίας μέ επικλήσεις δαιμόνων, χριστιανικά βιβλία με μαγικά, και μετά τον εξουσίαζαν οί δαίμονες. Φοβερό! Πολύ στενοχωρέθηκα.
Μερικοί ψυχίατροι και τους δαιμονισμένους τους θεωρούν ψυχοπαθείς. Μερικοί ιερείς πάλι κάποιους ψυχοπαθείς τους βγάζουν δαιμονισμένους. Ένώ, ένας ψυχοπαθής, για να βοηθηθή, πρέπει να πάη άλλου, ένας δαιμονισμένος άλλου. Ό ψυχίατρος πώς μπορεί νά βοηθήση τόν δαιμονισμένο;

- Γέροντα, ένας δαιμονισμένος είναι σέ θέση νά καταλάβη σέ τί έφταιξε και δαιμονίσθηκε;

- Ναί, μπορεί νά τό καταλάβη, εκτός αν εχη πάθει και τό μυαλό του, οπότε είναι πολύ δύσκολο νά βοηθηθή. Αν είναι μόνο δαιμονισμένος, μπορείς πιο εύκολα νά συνεννοηθής μαζί του και νά τόν βοηθήσης, άλλά πρέπει νά κάνη υπακοή. Αλλιώς πώς νά βοηθηθή; Μιά φορά ήρθε στο Καλύβι ένας από την νότια Ελλάδα, πού είχε πάει στους Ινδούς, και είχε δαιμονισθή. Έλεγε κάτι βρισιές και έβγαζε άπό τό στόμα του αφρούς. Τά μάτια του ήταν ορθάνοιχτα, άγρια. Τού έλεγα: μή λες αυτές τις βλασφημίες, γιατί έτσι καλείς τά δαιμόνια, δεν άκουγε. Και άπό τήν άλλη ζητούσε νά τόν βοηθήσω. Βοήθησε με, έλεγε, μόνον εσύ μπορείς νά μέ βοηθήσης. Έμ, πώς νά σέ βοηθήσω; τού λέω. Θέλεις νά προσευχηθώ, γιά νά λυτρωθής μέ τήν Χάρη τού Χριστού, κι εσύ καλείς τά δαιμόνια. Πήγαινε νά έξομολογηθής, νά σού διαβάσουν εξορκισμούς και έλα μετά νά συζητήσουμε. Δεν πηγαίνω, μου λέει. Έλα μέσα νά σού βάλω λαδάκι άπό τό κανδήλι, τού λέω. 
Δεν θέλω. Θέλω νά μέ βοηθήσης. 
Πήγε μετά πιο πέρα και κουβέντιαζε μέ κάποιον. Κάποια στιγμή πού έλεγα σέ μιά συντροφιά ότι ό Θεός επιτρέπει τις δοκιμασίες γιά τήν σωτηρία μας, φώναξε από πέρα: Ρε σύ, γιατί λές πώς εργάζεται ό Θεός, για νά σωθούν οί άνθρωποι; 
Έχουμε έναν πατέρα στον ουρανό και έναν στην γη και πιο πάνω είναι ένας άρχοντας. 
Πάψε τις δαιμονολογίες, του λέω, και έλεγα την ευχή. 
Τώρα με μπέρδεψες, μου λέει. Φύγε, τού είπα και τον τίναξα πέρα. Έγινε κουβάρι. Έσύ μέ ποιόν είσαι;, με ρωτάει. Μέ τον Χριστό, τού λέω. Ψέματα λές, μου λέει, δεν είσαι μέ τον Χριστό, άφού εγώ είμαι ό Χριστός κι έσύ μέ χτυπάς. Τού τά παρουσιάζει ανάποδα ό διάβολος.

- Αυτά τά λέει ό διάβολος;

- Ναί, ό διάβολος, άλλά, βλέπεις, ό Θεός τού έδωσε τό κουράγιο νά έρθη μέχρι τό Αγιον
Όρος. Γιά νά ξεκινήση άπό τήν άλλη άκρη τής Ελλάδος νά έρθη στο Όρος σέ τέτοια
κατάσταση, είναι μεγάλο πράγμα! Άλλά δέν ακούει και γίνεται χειρότερα. ‘Αν έκανε
υπακοή, θά βοηθιόταν.

Με την έωσφορική υπερηφάνεια μπορεί να δαιμονιστεί ο άνθρωπος

Όποιος έχει πολλή υπερηφάνεια είναι σκοτισμένος. Τό μυαλό του είναι άνταριασμένο, είναι σάν νά έχη καυσαέρια. Κάνει χοντρά σφάλματα και δέν τό καταλαβαίνει. Έγώ, μού είπε κάποιος, όλους τούς αγαπώ και τον διάβολο τον αγαπώ δέν είναι κακός…. Τί λές, βρέ; τού λέω. “Αν ό Θεός άφηνε τελείως ελεύθερο τον διάβολο, θά μας είχε ξεκάνει όλους. Ποιος είδε χαΐρι άπό τον διάβολο, γιά νά δής κι έσύ;. Έχει φθάσει όμως σέ τέτοια σκότιση, πού, ό,τι κι άν τού πής γιά νά τον βοηθήσης, δέν καταλαβαίνει. Λέει ότι τον καταπιέζεις! Καταπίεση είναι αύτη; Άντε τώρα νά τού βγάλης αυτόν τόν λογισμό… Δεν είναι τρελλός, άφού τό μυαλό του δουλεύει. Πρέπει νά καταλάβη ότι είναι άρνηση, είναι βλασφημία αυτό πού λέει.
Έτσι φθάνουν σιγά-σιγά στην σατανολατρία. Αν δής σατανολάτρες, φαίνονται ότι είναι κυριευμένοι άπό τόν διάβολο. Βλέπεις έναν δαιμονισμό επάνω τους. Και τά καημένα τά παιδιά τά κατευθύνουν εκεί πού θέλουν αυτοί μέ σατανικές μουσικές. Φθάνουν νά επικαλούνται τόν σατανά. Έχω ακούσει ότι μερικούς δίσκους ρόκ, άν τούς γυρίσης ανάποδα, θά ακούσης τραγούδια μέ τά όποια επικαλούνται τόν σατανά. Έχουν μέχρι και δοξολογία στον σατανά: Σ’ εσένα αφιερώνομαι, σατανά. Φοβερό! 

- Δηλαδή, Γέροντα, μπορεί ή υπερηφάνεια νά οδήγηση στον δαιμονισμό;

- Ναί. “Ας υποθέσουμε ότι κάποιος κάνει ένα σφάλμα και δικαιολογεί τόν εαυτό του. Αν τού πούν οί άλλοι μιά κουβέντα, γιά νά τόν βοηθήσουν, λέει ότι τόν αδικούν, πιστεύει ότι είναι καλύτερος άπό εκείνους και τούς κατακρίνει. Υστερα αρχίζει σιγά-σιγά νά κρίνη τούς Αγίους. Πρώτα τούς νεώτερους, μετά τούς παλαιότερους: Εκείνος δέν έκανε θαύματα, ό άλλος έκανε εκείνο…. Έπειτα άπό λίγο προχωρεί και αρχίζει νά κρίνη τις Συνόδους: και οί Σύνοδοι μέ τόν τρόπο πού αποφάσιζαν…, επομένως και οί Σύνοδοι κατά τήν γνώμη του δέν έχουν ακρίβεια. Και τελικά φθάνει νά λέη: Και ό Θεός γιατί νά τό κάνη εκείνο έτσι;. Έ, όταν ό άνθρωπος φθάνη σέ τέτοιο σημείο, δέν τρελλαίνεται δαιμονίζεται.
Είχε έρθει στο Καλύβι μέ τόν πατέρα του ένας δαιμονισμένος πού έλεγε ότι είναι θεός. Είχε πάει σέ έναν πνευματικό έξω στον κόσμο, κι εκείνος, επειδή φοβήθηκε μήπως ό διάβολος του όρμήση, του είπε: Ευλόγησε με! Τί νά πής; Τέλος πάντων! Έλεγε μετά στόν πατέρα του: Νά δής, και ό πατήρ Παϊσιος θά παραδεχθή ότι είμαι θεός. Βάζει στοίχημα μέ τόν πατέρα του σέ όσα χρήματα είχαν μαζί τους ότι θά τόν παραδεχθώ γιά θεό. Μόλις άρχισα νά κάνω κομποσχοίνι, τινάχθηκε όρθιος. Τί κάνεις έσύ μ’ αυτό; φώναξε. Έγώ έχω κάνει όλες τις αμαρτίες. Έχω κάνει κι εκείνη κι εκείνη τήν αμαρτία… Έχω τόν διάβολο μέσα μου και έχω θεοποιηθή. Πρέπει νά παραδεχθής ότι είμαι θεός. Έσύ, βρέ, τίποτε δέν έκανες, μού λέει. Κάνεις συνέχεια βούρ-βούρ μ’ αυτό!. Έλεγε κάτι βαρείες κουβέντες! Είχα αγανακτήσει. Άντε, φύγε άπό ‘δώ, χαμένε, τού λέω. Τού έδωσα ένα ξεσκόνισμα γερό. Αγρίεψε, έγινε θηρίο. Βγάζει τά χρήματα άπό τήν τσέπη του, τά πετάει στόν πατέρα του: Πάρ’ τα, λέει, έχασα τό στοίχημα.

Οί δαιμονισμένοι αντιδρούν σέ οτιδήποτε ιερό

- Γέροντα, πώς μπορεί κανείς νά καταλάβη άν κάποιος είναι δαιμονισμένος και όχι ψυχοπαθής;

- Αυτό και ένας απλός γιατρός, ευλαβής, μπορεί νά τό καταλάβη. Όσοι πάσχουν άπό δαιμόνιο, όταν πλησιάσουν σέ κάτι ιερό, τινάζονται. Έτσι φαίνεται ξεκάθαρα ότι έχουν δαιμόνιο. Λίγο αγιασμό άν τούς δώσης ή μέ άγιο Λείψανο άν τούς σταύρωσης, αντιδρούν, επειδή στρυμώχνονται μέσα τους τά δαιμόνια, ένώ, άν έχουν ψυχοπάθεια, δέν αντιδρούν καθόλου. Ακόμη κάί επάνω σου άν έχης έναν σταυρό και τούς πλησίασης, ανησυχούν, ταράζονται. Κάποτε σέ μιά αγρυπνία στο Αγιον Όρος μού είπαν οί πατέρες ότι έχουν τόν λογισμό πώς κάποιος λαϊκός πού ήταν εκεί είχε δαιμόνιο. Κάθησα στο διπλανό στασίδι και ακούμπησα επάνω του τόν σταυρό μου πού έχει Τίμιο Ξύλο. Τινάχθηκε επάνω σηκώθηκε καί πήγε στήν άλλη μεριά. Όταν έφυγε λίγο ό κόσμος, πήγα μέ τρόπο δίπλα του. Πάλι τά ίδια. Κατάλαβα ότι πράγματι είχε δαιμόνιο.
Οταν μού φέρνουν στο Καλύβι παιδάκια καί μου λένε ότι έχουν δαιμόνιο, γιά νά διαπιστώσω αν είναι δαιμονισμένα, μερικές φορές παίρνω ένα τεμάχιο αγίου Λειψάνου τού Αγίου Αρσενίου καί τό κρύβω στήν χούφτα μου. Καί νά δήτε, ένώ έχω κλειστά καί τά δυό χέρια μου, τό παιδάκι, αν έχη δαιμόνιο, κοιτάζει φοβισμένο τό χέρι μέ τό όποιο κρατώ τό άγιο Λείψανο. Αν όμως δέν έχη δαιμόνιο, άλλά λ.χ. κάποια αρρώστια εγκεφαλική, δέν αντιδρά καθόλου. Άλλοτε πάλι τούς δίνω νερό στό όποιο προηγουμένως έχω βουτήξει τεμάχιο άγιου Λειψάνου, αλλά, άν έχουν δαιμόνιο, δέν τό πίνουν απομακρύνονται. Σέ ένα δαιμονισμένο παιδάκι έδωσα μιά φορά νά φάη πρώτα γλυκά, γιά νά διψάση πολύ, καί μετά τού έφερα άπό αυτό τό νερό. Στον Γιαννάκη, είπα, θά δώσω πιο καλό νερό. Μόλις ήπιε λίγο, άρχισε νά φωνάζη: Αυτό τό νερό μέ καίει. Τί έχει μέσα;. Τίποτε, τού λέω. Τί μέ κάνεις; μέ καίει, φώναζε. Δέν καίει εσένα κάποιον άλλον καίει, τού λέω. Τό σταύρωνα στό κεφάλι, καί τινάζονταν τά χέρια, τά πόδια του… Έπαθε δαιμονική κρίση. Τό δαιμόνιο τό έκανε ένα κουβάρι.
Θυμάστε κι εκείνον τόν φοιτητή πού είχε έρθει εδώ παλιά; Έχω μέσα μου δαιμόνιο, μου έλεγε, καί μέ τυραννάει πολύ. Περνάω μαρτύριο άπό τόν δαίμονα, γιατί μέ αναγκάζει νά λέω καί αισχρά. Έχω φθάσει σέ απελπισία. Αισθάνομαι νά μέ πιέζη μέσα μου, νά μέ σφίγγη πότε έδώ, πότε εκεί, καί ό καημένος έδειχνε τήν κοιλιά του, τό στήθος, τά πλευρά, τά χέρια. Επειδή ήταν πολύ ευαίσθητος, γιά νά μήν τόν πληγώσω καί γιά νά τον παρηγορήσω, του είπα: Κοίταξε, δέν έχεις μέσα σου δαιμόνιο μιά εξωτερική δαιμονική επίδραση είναι επάνω σου. Όταν πήγαμε στήν εκκλησία, είπα στις αδελφές πού ήταν εκεί νά κάνουν ευχή γιά τό δυστυχισμένο πλάσμα τού Θεού, κι έγώ πήρα άπό τό Ιερό ένα τεμάχιο αγίου Λειψάνου τού Αγίου Αρσενίου, τόν πλησίασα και τόν ξαναρώτησα: Σέ ποιό σημείο σέ πιέζει και σέ βασανίζει ό δαίμονας; Πού νομίζεις ότι βρίσκεται;. Μού έδειξε τότε τά πλευρά του. Πού, έδώ;, τόν ρώτησα και ακούμπησα επάνω τήν χούφτα μου μέ τό άγιο Λείψανο. Βγάζει αμέσως ένα ουρλιαχτό! Μ’ έκαψες, μ’ έκαψες! Δέν φεύγω…ω…ω! Δέν φεύγω!. Φώναζε, έβριζε, έλεγε αισχρά. Τότε άρχισα μέσα μου νά λέω: ­Κύριε Ίησου Χριστέ, Κύριε Ιησού Χριστέ, δίωξε τό ακάθαρτο πνεύμα άπό τό πλάσμα Σου και νά τόν σταυρώνω μέ τό ιερό Λείψανο. Αυτό γινόταν επί είκοσι λεπτά. Υστερα ό δαίμονας τόν σπάραξε, τόν έρριξε κάτω. Έκανε τούμπες. Τό κουστούμι του έγινε μέσ’ στις σκόνες. Τόν σηκώσαμε όρθιο. Έτρεμε ολόκληρος και έκανε έντονες σπασμωδικές κινήσεις. Πιάσθηκε άπό τό τέμπλο, γιά νά στηριχτεί. Άπό τά χέρια του έτρεχε κρύος ιδρώτας, όπως είναι ή δροσιά στά χορτάρια. Σέ λίγο έφυγε ό δαίμονας και ηρέμησε. Έγινε καλά και τώρα είναι μιά χαρά.

Μη δίνετε σημασία στα λόγια του δαιμονισμένου

- Γέροντα, τί πρέπει νά προσεχή κανείς, όταν συζητά μέ έναν δαιμονισμένο;

- Νά λέη τήν ευχή και νά τού φέρεται μέ καλωσύνη.

- Γέροντα, θυμούνται οί δαιμονισμένοι τί λένε πάνω στήν κρίση τους;

- Άλλα τά θυμούνται και άλλα δέν τά θυμούνται. Δεν ξέρουμε πώς εργάζεται ό Θεός. Μερικές φορές επιτρέπει νά τά θυμούνται, γιά νά ταπεινωθούν καί νά μετανοήσουν. Καί όταν ζητάη κάτι ό δαιμονισμένος, δέν είναι εύκολο νά καταλάβη κανείς πότε αυτό είναι άπό τόν διάβολο καί πότε τό έχει ανάγκη ό ίδιος. Είχα συναντήσει κάπου μιά δαιμονισμένη κοπέλα. Αυτή είχε διαβάσει Καζαντζάκη καί πίστευε κάτι βλάσφημα πράγματα μέ αποτέλεσμα νά δαιμονισθή. Ξαφνικά τήν έπιασε τό δαιμόνιο καί έβαλε κάτι φωνές! Καίγομαι, καίγομαι!. Οί δικοί της τήν κρατούσαν, γιά νά τήν σταυρώσω. Μετά φώναζε: Νερό, νερό!. Λέω: Φέρτε της νερό. Όχι, όχι, μου λένε, γιατί μας είπε κάποιος νά μήν κάνουμε υπακοή στον διάβολο. Τώρα, λέω, ή καημένη διψάει. Φέρτε νερό.
Καταλάβαινα πότε ήταν τό κάψιμο άπό τόν διάβολο καί πότε ήταν άπό δίψα. Ήπιε ή καημένη κανα-δυό ποτήρια νερό. Κάρβουνα, έλεγε, έχω μέσα μου, τόσο κάψιμο νιώθω. Καί έναν κουβά νερό νά έπινα, δέν θά έσβηνε μέσα μου ή φωτιά. Τέτοιο κάψιμο ένιωθε! 

-Όταν, Γέροντα, φωνάζη ένας δαιμονισμένος, πώς καταλαβαίνουμε πότε μιλάει ό διάβολος μέσω του άνθρωπου καί πότε ό άνθρωπος;

- Όταν μιλάη ό διάβολος, τά χείλη δέν κινούνται κανονικά κινούνται σάν μηχανή. Ένώ, όταν μιλάη ό άνθρωπος, κινοϋνται φυσιολογικά. Όταν φωνάζη ένας δαιμονισμένος, τήν ώρα πού του διαβάζουν εξορκισμούς ή οί άλλοι εύχονται γι’ αυτόν, άλλοτε ή ίδια ή ψυχή βασανίζεται καί λέει λ.χ. στον διάβολο: φύγε, τί κάθεσαι; καί άλλοτε ό διάβολος βρίζει τόν άνθρωπο ή τόν ιερέα ή βλασφημάει τόν Χριστό, τήν Παναγία, τούς Άγιους. Άλλοτε λέει ψέματα ή άλλοτε πιέζεται άπό τήν δύναμη του ονόματος του Χριστού νά πή τήν αλήθεια. Μερικές φορές πάλι ό δαιμονισμένος λέει δικά του άπό τά πνευματικά πού έχει διαβάσει κ.λπ. Τί νά πώ; Μπερδεμένα πράγμα τα. Γι’ αυτό, όταν συζητάτε μαζί του, νά προσέχετε πολύ. Μή δίνετε σημασία στά λόγια του. Μπορεί νά λέη λ.χ. μέ καις. Αν πράγματι τόν καις και πής τόν καίω, κάηκες. Αν δέν τόν καις καί πιστέψης ότι τόν καις, κάηκες δυό φορές. Ή μπορεί νά φωνάζη βρωμιάρες καί σέ μιά νά πή: Έσύ είσαι καθαρή. Αν εκείνη τό πιστέψη, πάει, χάθηκε. Γι’ αυτό μήν κάνετε πειράματα μέ τόν διάβολο.
Σέ ένα μοναστήρι πήγαν έναν δαιμονισμένο καί ό ηγούμενος είπε στους πατέρες νά πάνε στήν εκκλησία νά κάνουν κομποσχοίνι. Είχαν έκεϊ καί τήν κάρα τού Αγίου Παρθενίου, επισκόπου Λαμψάκου, καί τό δαιμόνιο στρυμώχθηκε πολύ. Συγχρόνως, ό ηγούμενος ανέθεσε καί σέ έναν ιερομόναχο νά διάβαση στόν δαιμονισμένο εξορκισμούς. Ό ιερομόναχος αυτός ήταν ευλαβής μέν εξωτερικά, άλλά εσωτερικά είχε κρυφή υπερηφάνεια. Ήταν αγωνιστής καί τυπικός σέ όλα. Νουθετούσε πνευματικά τούς άλλους, γιατί ήταν καί λόγιος. Ό ίδιος όμως δέν βοηθιόταν άπό κανέναν, γιατί οί άλλοι, άπό σεβασμό, όταν τόν έβλεπαν νά κάνη κάτι στραβό, δίσταζαν νά τού τό πούν. Είχε δημιουργήσει ψευδαισθήσεις στόν εαυτό του ότι είναι ό πιο ενάρετος της μονής κ.λπ. Ό πονηρός βρήκε ευκαιρία εκείνη τήν ήμερα νά τού κάνη κακό. Έβαλε τήν πονηριά του, γιά νά τού δώση τήν εντύπωση ότι αυτός διώχνει τό δαιμόνιο άπό τόν δαιμονισμένο. Μόλις λοιπόν άρχισε νά διαβάζη τούς εξορκισμούς, άρχισε τό δαιμόνιο νά φωνάζη: καίγομαι! πού μέ διώχνεις, άσπλαχνε, οπότε νόμισε ότι καίγεται άπό τόν δικό του εξορκισμό – ενώ ό δαίμονας ζοριζόταν, γιατί προσεύχονταν καί οί άλλοι πατέρες -, καί απάντησε στόν δαίμονα: Νά έρθης σ’ εμένα. Τό είχε πει αυτό ό Άγιος Παρθένιος σέ ένα δαιμόνιο, άλλά εκείνος ήταν άγιος. Μιά φορά δηλαδή πού ένα δαιμόνιο φώναζε: καίγομαι, καίγομαι, πού να πάω;, ό Άγιος του είπε: Έλα σ’ εμένα. Τότε τό δαιμόνιο είπε στον Αγιο: ¨καί μόνον τό όνομα σου μέ καίει, Παρθένιε!, καί έφυγε άπό τόν δαιμονισμένο πού ταλαιπωρούσε. Πήγε καί αυτός νά κάνη τόν Αγιο Παρθένιο καί δαιμονίσθηκε. ‘Από εκείνη τήν στιγμή τόν εξουσίαζε πιά ό δαίμονας. Χρόνια ολόκληρα βασανιζόταν καί δέν μπορούσε νά άναπαυθή πουθενά. Συνέχεια γύριζε,
πότε έξω στον κόσμο καί πότε μέσα στό “Αγιον Όρος. Τί τράβηξε ό καημένος! Τού είχε δημιουργήσει αυτή ή κατάσταση ψυχική κούραση καί σωματική κόπωση μέ τρεμούλα. Καί νά δήτε, ένώ ήταν καλός παπάς, δέν μπορούσε μετά νά λειτουργήση. Βλέπετε τί κάνει ό διάβολος;

- Γέροντα, έχει κάποια σχέση ό καφές μέ τις αντιδράσεις ενός δαιμονισμένου;

- Όταν τό νευρικό σύστημα είναι ταραγμένο καί πιή κανείς πολλούς καφέδες, κλονίζονται τά νεύρα καί τό ταγκαλάκι εκμεταλλεύεται αυτήν τήν κατάσταση. Δέν είναι ότι ό καφές είναι κάτι δαιμονικό. Χρησιμοποιεί τό ταγκαλάκι τήν επίδραση του στά νεύρα, καί ό δαιμονισμένος αντιδράει χειρότερα.

Βοήθεια στους δαιμονισμένους

- Γέροντα, κάπου γράφει ότι ό διάβολος εμφωλεύει στήν καρδιά τού δαιμονισμένου, άλλά δέν θέλει νά τό ξέρη αυτό ό άνθρωπος, γιά νά μήν τόν πολεμήση μέ τήν ευχή. Έτσι είναι;

- Ναί, γιατί τό δαιμόνιο έχει δικαίωμα νά καθήση μέσα στον δαιμονισμένο ένα διάστημα καί μπορεί νά λουφάζη, ένώ μέ τήν ευχή ζορίζεται, επαναστατεί καί μπορεί νά φύγη. Ή ευχή είναι βαρύ πυροβολικό γιά τόν διάβολο. Μού είχαν φέρει στο Καλύβι ένα παλληκάρι δαιμονισμένο πού έλεγε συνέχεια τήν ευχή. Ό πατέρας του ήταν μοναχός, άλλά πέταξε τά ράσα καί παντρεύτηκε, καί τό καημένο γεννήθηκε μέ δαιμόνιο. Έτσι τά οικονόμησε ό Θεός, γιά νά πάρη μισθό τό παιδί, νά σωθή καί ό πατέρας, νά έχουμε κι εμείς οί μοναχοί ώς φρένο παραδείγματα άπό μοναχούς πού πέταξαν τά ράσα καί τώρα ταλαιπωρούνται. Κάποια στιγμή πού τό έπιασε τό δαιμόνιο, φώναζε σάν τήν κότα πολύ δυνατά: Κά, κά, κά…. Τί έπαθες;, τού λέω, ένώ μέ τόν νου μου έλεγα: ­Έν τω ονόματι τον Ιησού Χρίστου έξελθε, άκάθαρτον πνεύμα, άπό τό πλάσμα τον Θεον. Κι έγώ θέλω νά φύγω, φώναζε τό δαιμόνιο, επειδή πολύ μέ βασανίζει αυτός ό άνθρωπος, γιατί συνέχεια λέει τήν ευχή. Θέλω νά πάω στο Πακιστάν, νά βρώ λίγη ανάπαυση!.

- Γέροντα, γιατί δέν έφευγε τό δαιμόνιο, άφού τό παιδί έλεγε τήν ευχή;

- Φαίνεται ότι καί τό παιδί είχε δώσει κάποια δικαιώματα, άλλά καί τό δαιμόνιο είχε τό αφεντικό του καί έπαιρνε άπό αυτό εντολές.

- Γέροντα, όταν προσεύχεται κανείς γιά έναν δαιμονισμένο, τί πρέπει νά λέη;

- Κατ’ αρχήν νά δοξολογήση τόν Θεό: Σέ ευχαριστώ, Θεέ μου, νά πή, πού μέ βοήθησες καί βρίσκομαι σ’ αυτήν τήν κατάσταση, ένώ κι έγώ μπορούσα νά ήμουν στήν θέση του καί νά είχα όχι πέντε-έξι δαιμόνια άλλά χιλιάδες. Σέ παρακαλώ, βοήθησε τόν δούλο Σου πού ταλαιπωρείται τόσο πολύ. Νά κάνη δηλαδή πρώτα καρδιακή προσευχή καί ύστερα νά συνέχιση μέ τήν ευχή: ­Κύριε Ιησού Χριστέ, έλέησον τόν δούλον Σου.
Μερικές φορές εμείς πού προσευχόμαστε, γινόμαστε αιτία νά μή φεύγη τό δαιμόνιο άπό τόν δαιμονισμένο, γιατί προσευχόμαστε μέ υπερηφάνεια. Έναν λογισμό ύπερήφανο άν φέρουμε, λ.χ. νά, έγώ μέ τήν προσευχή μου θά βοηθήσω νά φύγη τό δαιμόνιο, αμέσως εμποδίζεται ή θεία βοήθεια καί βοηθάμε τόν διάβολο νά παραμένη.
Νά εύχώμαστε γιά τούς δαιμονισμένους πάντα μέ ταπείνωση, μέ πόνο καί αγάπη.
Μιά δαιμονισμένη πολύ τήν πόνεσε ή ψυχή μου. Έκανε μιά συγκατάβαση ή καημένη, είπε ένα ναι στον διάβολο, καί τήν ταλαιπωρεί φοβερά τό δαιμόνιο χρόνια ολόκληρα. Καίει τις σάρκες της. Γυρίζουν μέ τόν άνδρα της στά μοναστήρια καί κουβαλούν μαζί τους καί τό δεκαεξάχρονο κορίτσι τους. Κάθονται όλη νύχτα στήν εκκλησία καί κάνουν αγρυπνία. Αν ήταν άνδρας, θά τόν έσφιγγα στήν αγκαλιά μου. Τό δαιμόνιο πολύ υποφέρει, όταν σφίξης τόν δαιμονισμένο μέ θεϊκή αγάπη.
Όταν δέν ερεθίζης τόν δαιμονισμένο καί δέν του πάς κόντρα, άλλά τόν πονάς, φεύγει τό δαιμόνιο γιά λίγο ή γιά πολύ. Ή ταπείνωση είναι τό ισχυρότερο σοκ γιά τόν διάβολο. 
Σέ ένα μοναστήρι, τήν ώρα πού οί προσκυνητές προσκυνούσαν τά άγια Λείψανα, πετάχθηκε ξαφνικά ένας πού είχε δαιμόνιο καί είπε στον ηγούμενο άγρια: Μέ τό ζόρι πρέπει νά πάμε;. Ό ηγούμενος ταπεινά καί μέ καλωσύνη τού είπε: Όχι μέ τό ζόρι, μέ τήν θέληση σας. Τότε εκείνος φώναξε: έγώ μέ τό ζόρι θά πάω καί όρμησε στά άγια Λείψανα καί προσκύνησε. Είδατε, πιέστηκε ό δαίμονας άπό τήν ταπείνωση καί τήν καλωσύνη του ηγουμένου. Αυτό φοβούνται οί δαίμονες.

- Γέροντα, βοηθιούνται οί δαιμονισμένοι άπό τήν χάρη τών Αγίων, όταν πηγαίνουν προσκύνημα τήν ήμερα της μνήμης τους;

- Καλύτερα δαιμονισμένοι νά μήν πηγαίνουν στά πανηγύρια, γιατί αποσπούν τόν κόσμο άπό τήν προσευχή. Γίνεται αταξία. Ας πάνε άλλη μέρα νά προσκυνήσουν. Καί άν ακόμη ξέρουν οί δικοί του ότι υπάρχει εκεί κάποιος άνθρωπος πού μπορεί νά τόν βοηθήση, ας μήν τόν πάνε εκείνη τήν ήμερα μέσα στον κόσμο. Διαφημίσεις θά κάνουμε;
Ούτε είναι σωστό, όταν φωνάζη ένας δαιμονισμένος, νά μαζεύεται κόσμος. Ένα παιδάκι δαιμονισμένο, τό καημένο, μού είπε προχθές: Έχω γίνει ρεζίλι. Είχαν μαζευτή όλοι γύρω του σάν τούς γλάρους. Φύγετε, τούς λέω. Τσίρκο έχουμε;. Τίποτε αυτοί. Δέν καταλαβαίνουν ότι, όταν κάποιος έχη ένα κουσούρι καί εκδηλώνεται μπροστά στόν κόσμο, ρεζιλεύεται.

- Γέροντα, ή θεία Κοινωνία βοηθάει τούς δαιμονισμένους;

- Γιά όσους γεννήθηκαν δαιμονισμένοι, επειδή δέν έφταιξαν οί ίδιοι, ή συχνή θεία Κοινωνία είναι τό δραστικώτερο φάρμακο. Αυτοί έχουν πολύ μεγάλο μισθό, όταν δέν γογγύζουν, μέχρι νά ελευθερωθούν μέ τήν Χάρη τού Θεού. Είναι μάρτυρες, άν υπομένουν, γι’ αυτό καί επιβάλλεται νά κοινωνούν συχνά. Ένας όμως πού δαιμονίσθηκε άπό δική του απροσεξία, πρέπει νά μετανοήση, νά έξομολογηθή, καί νά αγωνίζεται, γιά νά θεραπευθή, καί θά κοινωνήση, μέ τήν άδεια τού πνευματικού, όταν πρέπη. Αν κοινωνήση, χωρίς νά μετανοήση καί χωρίς νά έξομολογηθή, θά δαιμονισθή χειρότερα. Ένας δαιμονισμένος, όταν τόν πήγαν νά κοινωνήση, έφτυνε τήν θεία Κοινωνία. Ό Χριστός θυσιάσθηκε, καταδέχθηκε νά τού δώση τό Σώμα καί τό Αίμα Του, καί αυτός νά τό φτύνη! Φοβερό! Βλέπετε, ό διάβολος δέν δέχεται βοήθεια.

- Γέροντα, μπορούμε νά δίνουμε τά ονόματα τους νά διαβάζωνται στήν Προσκομιδή;

- Ναί, βέβαια. Οί δαιμονισμένοι πολύ βοηθιούνται, όταν οί ιερείς διαβάζουν μέ πόνο τά ονόματα τους στήν Προσκομιδή.

- Γέροντα, όταν κάποιος πού είχε δαιμονισθή έχη μετανοήσει, έξομολογήται, κοινωνάη, καί ή δαιμονική επήρεια δέν φεύγη, τί συμβαίνει;

- Δέν φεύγει, γιατί ακόμη δέν έχει σταθεροποιήσει πνευματική κατάσταση. Αν τόν βοηθήση αμέσως ό Θεός να απαλλαγή άπό αυτήν τήν δαιμονική επήρεια, αμέσως πάλι θά ξεφύγη. Γι’ αυτό ό Θεός άπό πολλή αγάπη επιτρέπει νά ύποχωρή τό κακό σιγά-σιγά. Έτσι ό άνθρωπος καί εξοφλάει καί σταθεροποιεί πνευματική κατάσταση. Όσο εκείνος σταθεροποιεί κατάσταση πνευματική, τόσο υποχωρεί καί τό κακό. Άπό τόν ίδιο θά έξαρτηθή πόσο γρήγορα θά απαλλαγή άπό τήν δαιμονική επήρεια. Μιά φορά μέ ρώτησε ένας πατέρας πού τό παιδί του είχε δαιμόνιο: Πότε θά γίνη καλά τό παιδί μου;. Όταν έσύ σταθεροποίησης πνευματική κατάσταση, του λέω, θά βοηθηθή καί αυτό. Τό ταλαίπωρο, ένώ ζούσε πνευματικά, ό πατέρας του αντιδρούσε καί του έλεγε ότι θά τρελλαθή, άν δέν άλλάξη ζωή. Άρχισε νά τό πηγαίνη ό ίδιος σέ οίκο ανοχής, οπότε τό παιδί παρασύρθηκε καί δαιμονίσθηκε. Όταν τό κυρίευε τό δαιμόνιο, ορμούσε πάνω στήν μάνα του μέ άσχημες διαθέσεις. Ή καημένη ή μάνα του αναγκάσθηκε νά φύγη σ’ ένα νησί, γιά νά γλιτώση. Ό πατέρας είχε μετανοιώσει καί προσπαθούσε νά ζή πνευματικά, άλλά τό παιδί δέν γινόταν καλά. Όταν γύρισε μέ τό παιδί του όλα τά προσκυνήματα, έμαθε όλα τά Συναξάρια τών Αγίων καί σταθεροποίησε κατάσταση, τότε έγινε καλά τό παιδί.

Για τους εξορκισμούς

- Γέροντα, σήμερα έφεραν μία δαιμονισμένη καί παρακάλεσαν νά πούμε στον ιερέα νά τής διάβαση εξορκισμούς. Τί νά κάναμε;

- Σ’ αυτήν τήν περίπτωση καλύτερα νά λέγατε νά τό κανονίση ό πνευματικός της. Γιά νά είναι ό διάβολος μέσα της, θά πή ότι ή αυτή έκανε κάποια σοβαρή αμαρτία ή οί γονείς της, καί έδωσαν δικαιώματα, γιατί ή αμαρτία φέρνει τόν διάβολο. Άν δέν μετανοήσουν καί δέν εξομολογηθούν, δέν φεύγει ή αμαρτία, επομένως δέν φεύγει καί ό διάβολος. Ή μπορεί καί γιά κάποιον άλλον λόγο νά επέτρεψε ό Θεός νά δαιμονισθή.

- Βοηθιούνται, Γέροντα, οί δαιμονισμένοι μέ τούς εξορκισμούς;

- Ανάλογα. Οί εξορκισμοί βοηθούν, όταν διαβάζονται σέ ένα παιδάκι δαιμονισμένο πού δέν έδωσε δικαιώματα καί δέν ξέρει άπό εξομολόγηση ή σέ έναν μεγάλο πού έχασε τά λογικά του καί δέν μπορεί νά έξομολογηθή. Όταν έχη τά λογικά του ό δαιμονισμένος, πρέπει πρώτα νά βοηθηθή νά βρή σέ τί έφταιξε καί δαιμονίσθηκε, νά μετανοήση, νά έξομολογηθή καί μετά, άν χρειασθή, νά τού διαβάσουν εξορκισμούς. Γιατί καί μόνο μέ τήν συγχωρητική ευχή, μπορεί νά φύγη τό δαιμόνιο.
Μερικοί ιερείς μαζεύουν καί αυτούς πού έχουν δαιμόνιο καί άλλους πού έχουν κάποια αρρώστια καί τούς διαβάζουν όλους μαζί εξορκισμούς. Ένας είχε πάρκινσον καί τού διάβαζαν εξορκισμούς. Νά, καί σήμερα, έφεραν έναν ηλικιωμένο πού έλεγαν ότι είναι δαιμονισμένος. Τό αριστερό του χέρι πάει πέρα-δώθε. Τόν πιάνουν καί κρίσεις. Άπό πότε,τόν ρωτάω, είσαι έτσι;. Άπό μικρός, μού λέει. Απόρησα. Πρόσεξα μετά ότι τό κεφάλι του, στο αριστερό μέρος, ήταν λίγο ζουληγμένο. Στήν γέννα, φαίνεται, κάτι είχε πάθει καί ύστερα είχε πρόβλημα. Νά έχη ό άλλος τόν πόνο του καί νά τού λένε πώς έχει δαιμόνιο, νά τού διαβάζουν εξορκισμούς, ­έξελθε, άκάθαρτον πνεύμα…, καί νά γίνεται ρεζίλι καί στόν κόσμο! Δέν κάνει! Πόσα παιδιά πού τά θεωρούν δαιμονισμένα, δέν έχουν δαιμόνιο! Μού έφεραν ένα παιδί είκοσι πέντε χρόνων πού έλεγαν ότι είναι δαιμονισμένο. Τού έδωσα νά πιή αγιασμό καί τό καημένο δέν αντέδρασε καθόλου. Τί κάνει τό παιδί; ρωτάω τόν πατέρα του. Άπό πότε τό έπαθε;. Άπό έξι χρόνων, μού λέει. Τότε είχαν φέρει σκοτωμένο τόν παππού του στο μαγαζί καί τό παιδί, μόλις τόν είδε, έπαθε. Είχε πάθει τό καημένο έναν νευρικό κλονισμό. Έδώ, καί σέ μεγάλον άν συμβή αυτό, μπορεί νά πάθη, πόσο μάλλον ένα
παιδάκι! Άντε, τώρα, νά τό έχουν γιά δαιμονισμένο!

- Γέροντα, οί εξορκισμοί διαβάζονται καί νοερώς;

- Νοερώς είναι καλύτερα. Βασικά οί εξορκισμοί πρέπει νά διαβάζωνται μέ πόνο, μέ ταπείνωση, όχι μέ υπερηφάνεια. Όταν οί ιερείς λένε δυνατά καί υπερήφανα τό ­έξελθε, πνεύμα άκάθαρτον, αγριεύει ό διάβολος, θυμώνει, εκμεταλλεύεται τόν εγωισμό του δαιμονισμένου καί μπορεί νά του πή: γιά δές, σέ κάνει ρεζίλι στόν κόσμο κοπάνα τον αυτόν τόν παπά, οπότε ό δαιμονισμένος αρχίζει νά χτυπάη τόν παπά. Έτσι δέν φεύγει τό δαιμόνιο, άλλά φεύγει ό παπάς μέ τό ευχολόγιο του… Μιά φορά ένας ιερέας είπε σέ έναν δαιμονισμένο: Σέ διατάζω, ακάθαρτο πνεύμα, νά φύγης άπό αυτόν τόν άνθρωπο!. Έ, γι’ αυτό κι έγώ δέν φεύγω…, του λέει ό διάβολος μέ τό στόμα του δαιμονισμένου. Γι’ αυτό λέω στους ιερείς, όταν διαβάζουν εξορκισμούς, ποτέ νά μή φωνάζουν: ­έξελθε, ακάθαρτον πνεύμα…, λες καί τά δαιμόνια δέν ακούν! Άλλά καί οί συγγενείς του δαιμονισμένου δέν χρειάζεται νά πουν σέ άλλους ότι θά καλέσουν τόν παπά νά διάβαση εξορκισμούς. Καλύτερα νά πουν ότι θά διάβαση μιά παράκληση, καί άς διάβαση τούς εξορκισμούς μέ χαμηλή φωνή.

Μαρτύριο περνούν οι δαιμονισμένοι

Πάντως πολύ ταλαιπωρούνται όσοι έχουν δαιμόνιο, γιατί καί ταπεινώνονται, άλλά καί βασανίζονται άπό τόν διάβολο! Μιά φορά είχα συναντήσει στήν Μονή Σταυρονικήτα ενα παλληκάρι είκοσι τριών ετών πού είχε δαιμόνιο. Ήταν πετσί καί κόκκαλο. Έξω έκανε παγωνιά, στόν ναό έκαιγε σόμπα, καί αυτός φορούσε ένα λεπτό κοντομάνικο πουκάμισο καί καθόταν πίσω στήν λιτή. Δέν άντεξα, πάω, του δίνω ένα μάλλινο ρούχο. Φόρεσε το αυτό, του λέω. Δέν κρυώνεις;. Τί νά κρυώσω, πάτερ, μου λέει, έγώ καίγομαι. Έ νά, αυτό είναι κόλαση.
Σέ μερικούς μάλιστα δαιμονισμένους, πού άπό τήν φύση τους είναι ευαίσθητοι, τό ταγκαλάκι τούς λέει ότι δέν θά σωθούν καί τούς βάζει νά αυτοκτονήσουν. Φοβερό! Δέν είναι μικρό πράγμα! Ήξερα κάποιον δαιμονισμένο πού καί οί παπάδες τόν είχαν βαρεθή τόν καημένο. Πήγαινε νά τού διαβάσουν εξορκισμούς καί τόν έδιωχναν. Υστερα ό διάβολος τού έλεγε καί γιά μένα: μήν πάς καί σ’ αυτόν ούτε αυτός θά σέ δεχθή, καί τόν είχε ρίξει στήν απελπισία. Έναν άλλον, πού είχε γίνει καλά μέ τήν χάρη τού Άγιου Αρσενίου, τί τόν έκανε ό διάβολος! Ειχε έρθει έδώ, γιά νά προσκύνηση τά Λείψανα τού Αγίου Αρσενίου, άλλά ήταν κλειστό τό Μοναστήρι. Τού παρουσιάζεται λοιπόν ό διάβολος μέ τήν μορφή τού Αγίου Αρσενίου κάτω στήν πόρτα καί τού λέει: Νά μήν ξαναπατήσης έδώ ούτε έγώ σέ θέλω ούτε ό Παΐσιος. Τόν έδιωξε. Κατάλαβες; Άρχισε μετά καί έβριζε τόν Αγιο, έβριζε κι έμενα. Καλά, έγώ είμαι γιά βρίσιμο, άλλά ό Άγιος!… Όποτε ό ταλαίπωρος δαιμονίσθηκε πάλι. Έδώ, μόνο μέ αναίδεια άν φερθή κανείς, απομακρύνεται ή Χάρις τού Θεού, πόσο μάλλον νά βρίζη τούς Αγίους. Ήρθε καί στο Καλύβι καί φώναζε: Τί σού έκανα καί δέν μέ θέλεις; Γιατί κι έσύ δέν μέ βοηθάς; Θέλεις νά βασανίζωμαι;. Καί νά τού λέω: ευλογημένε, ό διάβολος ήταν αυτός πού σ’ έδιωξε δέν ήταν ό Άγιος ό Άγιος δέν διώχνει, καί νά μήν άκούη. Πίστευε στόν λογισμό του. Ξέρετε τί ταλαιπωρία, τί μαρτύριο περνούν κάθε μέρα οί καημένοι;
Άλλά καί πολλοί δαιμονισμένοι ταλαιπωρούνται, γιά νά βάλουν μερικοί άλλοι μυαλό. Γιατί, όταν τούς βλέπουν πόσο βασανίζονται, προβληματίζονται, έρχονται σέ συναίσθηση καί μετανοούν. Μη νομίζετε δηλαδή ότι όσοι δαιμονίζονται έχουν περισσότερες αμαρτίες. Επιτρέπει όμως ό Θεός νά δαιμονίζωνται, οπότε εξευτελίζονται, ταπεινώνονται, ξοφλάνε αμαρτίες, παίρνουν αυτοί μισθό, άλλά βοηθιούνται καί όσοι τούς βλέπουν νά ταλαιπωρούνται.
Βέβαια θά πή κανείς ότι υπάρχουν άνθρωποι πού κάνουν ένα σωρό αμαρτίες καί δέν δαιμονίζονται πώς γίνεται αυτό; Όταν ό άνθρωπος έχη φθάσει σέ τελεία πώρωση, τότε δέν προσβάλλεται άπό τόν δαίμονα, γιατί βλέπει ό Θεός ότι δέν θά βοηθηθή. Πρέπει νά ξέρουμε ότι καί ή προσβολή άπό δαιμονική ενέργεια είναι, κατά κάποιον τρόπο, δώρο τού Θεού προς τόν αμαρτωλό άνθρωπο, γιά νά ταπεινωθή, νά μετανοήση καί νά σωθή.

από το βιβλίο «ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΠΑΙΣΙΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ ΛΟΓΟΙ τ. Γ΄»


Πηγή: gerontes.wordpress.com

orthodoxos

Δεν υπάρχουν σχόλια: