Συνέχεια από: Τρίτη, 1 Απριλίου 2014
O Doctor Angelicus συναντά τον Κάλλιστο Αγγελικούδη
Ο Κάλλιστος Αγγελικούδης αναλύει και σχολιάζει το κατά των Ελλήνων βιβλίο του Θωμά Ακινάτη |
Περί θείας απλότητος και διαφοράς ουσίας και
ενέργειας
421. « Τα πράγματα προέρχονται ( προΐασιν ) απ’ τον Θεό, όπως ακριβώς τα τεχνητά (τα τεχνήματα, οι κατασκευές…) απ’ τον τεχνίτη ». Τί να πω σε μια τόσο μεγάλη, ολοφάνερη ανοησία και βλασφημία ; πώς να συγκρίνουμε τον τεχνίτη προς τον Θεό ; Δεν ξεύρω, τί λέει ο άνθρωπος. Τα πράγματα προέρχονται εκ του μη όντος απ’ τον Θεό, τα δε τεχνητά ( τεχνήματα ) δεν προέρχονται καθόλου και κατά κανέναν τρόπο απ’ τον τεχνίτη. Κι αν μιλούσαμε και για την τέχνη του τεχνίτη και του Θεού, ούτε και τότε θα μπορούσαν να συγκριθούν αυτά τα δυό. Γιατί υπερέχει άπειρα η τέχνη και η σοφία του Θεού απ’ την ανθρώπινη τέχνη και σοφία. Μετριάζεται όμως ( η σύγκριση…), αν και ελάχιστα, αν λέγεται μιμητικά˙ το να πης όμως ότι προέρχονται τα πράγματα απ’ τον Θεό, όπως ακριβώς τα τεχνητά ( τεχνήματα ) απ’ τον τεχνίτη, αυτό είναι αποτέλεσμα μεγάλης διανοητικής ανωμαλίας ( του φρενός ) και ασέβειας επιπλέον.
422. « Οι άλλες αρετές, που δεν αρμόζουν ιδιαίτερα στον Θεό, δεν έχουν το παράδειγμά τους στη θεία φύση, αλλά μόνο στη θεία σοφία ». Βλέπεις, πώς αναιρεί εύκολα ( ως εύκολος ) ο Θωμάς τα δικά του και γίνεται ο ίδιος αντίπαλος του εαυτού του χωρίς να τον υποχρεώνη ( βιάζη ) κανένας ; Γιατί αυτός είναι που λέει, αυτό που τώρα προανέφερα, και ο οποίος για να το ανατρέψη πάλι, λέει μεταβαλλόμενος˙ « η θεία ουσία είναι το νοείν του Θεού και όλα τα άλλα που λέγονται πως υπάρχουν σ’ αυτόν ». Γι’ αυτό και νομίζει τη θεία σοφία ουσία του Θεού. Ενώ εδώ λέει ολοφάνερα πως είναι άλλο η θεία φύση κι άλλο η θεία σοφία, αν δεν έχουν βέβαια αυτές οι αρετές το παράδειγμά τους στη θεία φύση, αλλά μόνο στη θεία σοφία. Σοφίζεται ( επινοεί έξυπνα τεχνάσματα ) έτσι και επαναστατεί ( αστατεί ) ενάντια στον εαυτό του, χωρίς να πατάη πουθενά ( επ’ ουδενός βεβηκώς ), ως μάταιος, ο Θωμάς.
423. « Μπορούμε να συνάγουμε τη θεία σοφία επισκεπτόμενοι ( εξετάζοντας επιμελώς… ) τα ποιήματα. Εξ ού και ομολογεί ο Δαυίδ πως βοηθιέται ο ίδιος απ’ τη θεωρία των θείων έργων στο να γνωρίση τη θεία σοφία, και λέει˙ ‘ θαυμάσια τα έργα σου, Κύριε, και η ψυχή μου γινώσκει σφόδρα’ ». Νά που ομολογεί εδώ κι ο Θωμάς, όπως ο Δαυίδ, την αλήθεια και, όπως λέει ακριβώς ο Μέγας Βασίλειος, ότι « δυνάμεως και σοφίας Θεού ενδεικτικά εισι τα ποιήματα, ουδαμώς της ουσίας αυτού » ( Κατά Ευνομίου Β΄ ), έτσι αποφαίνεται βέβαια κι ο Θωμάς, ότι μπορούμε να συνάγουμε τη θεία σοφία επισκεπτόμενοι τα ποιήματα. Και σωστά ( καλώς ) είπε ‘ να συνάγουμε ’, « πάντα γαρ τα θεία ποιήματα εν σοφία εποίησεν ο Θεός » ( Ψαλμ. ργ΄ 24 ). Γι’ αυτό και λέγεται, ότι « εξέχεεν ο Θεός την σοφίαν αυτού επί πάντα τα έργα αυτού » ( Σοφία Σειράχ α΄9 )˙ κι όχι εξ ίσου σε όλα ούτε και όμοια, αλλά με ποικιλία και παντοειδώς, όπως γνωρίζει ( έγνω ) αυτό που τους χρειάζεται( το δέον ) ο ποιητής. Γι’ αυτό και συνάγει από πολλά ποιήματα μιά σοφία του Θεού ο θεωρός νους. Αυτή η αλήθεια του Θωμά ανατρέπει αυτά που έχει πη προηγουμένως, ότι είναι όλες οι θείες ενέργειες και όλα όσα θεωρούνται και λέγονται στον Θεό ουσία του Θεού, όπως ( θά ’λεγε… ) ακριβώς ένας άθεος.
424. « Ο Θεός ποιεί σύμφωνα μ’ αυτόν τον ίδιον (καθ’ αυτόν ), κι αυτό που ποιεί σύμφωνα μ’ αυτό το ίδιο (καθ’ αυτό ), ποιεί με την ιδιαίτερή του ( ίδια ) ουσία˙ κι αυτό με το οποίο ποιεί κάποιος, είναι η ενεργητική του δύναμη. Είναι άρα η ίδια η ουσία του Θεού η ενεργητική του δύναμη ». Ξεπέφτει πάλι στα προηγούμενα κακόδοξα και ξερνάει ( ερεύγεται ) ιό θανατηφόρο για την ψυχή. Κι εγώ ποιώντας και οποιοσδήποτε άλλος , ποιούμε με τη δική μας ουσία˙ γιατί δεν ποιεί κανείς χωρίς τη δική του ουσία, διότι βέβαια αυτό που δεν υπάρχει ( το μη ον ) δέν ποιή, και ποιεί κανείς πολλά και ποικίλα και κατά πολλούς τρόπους διαφορετικά, με μεγαλύτερη ή μικρότερη δύναμη, που δεν φανερώνουν ασφαλώς την ουσία.
425. Από πού αυτή η βία ( ο βιασμός… ) και το συμπέρασμα, επειδή ποιεί ο Θεός σύμφωνα μ’ αυτόν τον ίδιον με τη δική του ενεργητική δύναμη, να ταυτίζεται η θεία ενεργητική δύναμη με τη θεία ουσία ; Το αντίθετο ( ισχύει… ) λοιπόν, είναι δηλ. αναγκαίο, επειδή ποιεί ο Θεός με τη θεία ενεργητική του δύναμη, να υπάρχη κάποια διαφορά ανάμεσα στη θεία ουσία και την ενεργητική του δύναμη. Γιατί όπως λέει ακριβώς ο άγιος Ιουστίνος ο φιλόσοφος και μάρτυρας, θέλοντας να αποδείξη στους Έλληνες πως είναι διαφορετικό σε κάτι η θεία ουσία απ’ τη θεία θέληση: αν ταυτίζεται στον Θεό το να είναι και το να θέλη, πώς είναι ένα μεν το είναι του, και πολλά αυτά που θέλησε ; ( Ερωτήσεις χριστιανικαί Γ΄)˙ δεν ταυτίζεται άρα με την ουσία του Θεού η θεία θέληση, κι αυτό λέω κι εγώ˙ αν ταυτίζεται με την ουσία του Θεού η ενεργητική του δύναμη, πώς είναι μια μεν η θεία ουσία, άτμητη και παντελώς αμέθεκτη, εκχέεται δε και μεταδίδεται με διαφορετικούς τρόπους σε όλα τα όντα η ενεργητική του δύναμη, μετεχόμενη κατά το μάλλον και ήττον ( περισσότερο ή λιγότερο…) απ’ το καθένα, όπως λέει κι ο ίδιος˙ « είναι αναγκαίο να χορηγή ο Θεός, που είναι τέλειος στον εαυτό του, σε όλα τα όντα απ’ τη δική του δύναμη το είναι »;
426. Αν χορηγή λοιπόν σε όλα τα όντα το είναι όχι απ’ τη δική του ουσία – γιατί αυτό προέρχεται από έσχατη μανία, που κατασκευάζει ( επινοεί με δόλο… ) να είναι όλα όμοια με τον Θεό κατ’ ουσίαν – αλλά απ’ τη δική του δύναμη, είναι διαφορετικό ολοφάνερα σε κάτι η θεία ουσία απ’ την ενεργητική δύναμη του Θεού˙ το οποίο λέει ακριβώς κι ο Θωμάς για να αναιρέση, σαν να είναι κεραυνόπληκτος ο νους του, τα ίδια τα δικά του˙ « φανερώνει τη θεία φύση ο Ψαλμωδός λέγοντας ‘ Θεός ’, και τη δύναμη λέγοντας ‘ μέγας Κύριος ’ » ( Ψαλμ. ηδ΄3 ). Είναι διαφορετικό άρα οπωσδήποτε η θεία ουσία απ’ την ενεργητική δύναμη του Θεού, όπως ομολογεί φανερά εδώ κι ο ίδιος. Κι όταν αποκαλή όλα όσα υπάρχουν στον Θεό ουσία του Θεού κι ότι « τίποτα δεν υπάρχει στον Θεό εκτός ( παρά ) απ’ την ουσία του » κι ότι « ταυτίζεται κάθε θεία δύναμη και ενέργεια με την ουσία του Θεού », αυτό δεν είναι παρά φλυαρία και κομπασμός οίησης του Θωμά..
427. « Η δύναμη στον Θεό δεν ονομάζεται αρχή της ενέργειας, αλλ’ αρχή του γεγενημένου ( αυτού που έχει γίνει, έχει δημιουργηθή… ) ». Είναι ψέμμα κι αυτό, που προτείνει ο Θωμάς. Γιατί η δύναμη στον Θεό είναι κατ’ εξοχήν αρχή της ενέργειας˙ και είναι μεν αυτή σύμφωνη με τη φύση του Θεού, δεν ενεργεί όμως πάντοτε, γιατί ακολουθεί τη θέληση του Θεού, όσο ενεργεί. « Λήψεσθε » λέει ο Σωτήρας « δύναμιν επελθόντος του αγίου Πνεύματος εφ’ υμάς » ( Πραξ. α΄8 ). Γιατί ; για να ενεργείται μέσα από μας μ’ αυτήν τη δύναμη του Πνεύματος η διδασκαλία της αλήθειας και τα θαύματα και αριστεύματα του θείου χαρακτήρα της αποστολής.
428. Και λέει κι ο ίδιος ο Θωμάς, πως δεν φανερώνει τη δύναμη τής αιτίας το αποτέλεσμα, παρά με τον λόγο της ενέργειας, η οποία, προερχόμενη απ’ τη δύναμη, τελειώνει ( παύεται ) στο αποτέλεσμα. Και δεν γνωρίζεται η φύση τής αιτίας με το αποτέλεσμα, παρά καθόσον γνωρίζεται μ’ αυτό η δύναμή του, η οποία ακολουθεί τη φύση. Εξαρτάται ( ήρτηται ) άρα η δύναμη στον Θεό απ’ την ουσία και την ακολουθεί και είναι αρχή της ενέργειας και φανερώνεται απ’ την ενέργεια η δύναμη, καθώς προέρχεται ( η ενέργεια… ) απ’ αυτήν, όπως λέει κι ο Θωμάς. Δεν αληθεύει άρα λέγοντας έτσι απροσδιόριστα εδώ ο Θωμάς, ότι δεν ονομάζεται αρχή της ενέργειας η δύναμη στον Θεό.
429. Είναι μεν πάντοτε, όπως είπα, δυνατός ο Θεός, δεν ενεργεί όμως πάντοτε κατά τη δύναμή του. Κι όταν θέλη να ενεργήση κάτι, γίνεται η δύναμή του αρχή της ενέργειας˙ γιατί κανείς δεν ενεργεί αυτό ακριβώς που δεν μπορεί. Και δεν είναι τότε η δύναμη αρχή του γεγενημένου, αλλ’ η θεία ενέργεια, η μετά σοφίας κίνηση, για να το πω έτσι, της δύναμης του Θεού. Ψεύδεται άρα λέγοντας ο Θωμάς, ότι ονομάζεται η δύναμη στον Θεό αρχή του γεγενημένου. Γιατί ήταν και πριν απ’ τα γεγενημένα δυνατός ο Θεός και είχε φυσική ( πεφυκίαν ) σ’ αυτόν τη δύναμη, όπως λέει κι ο ίδιος ο Θωμάς˙ « κάθε τι που ποιεί έχει τη δύναμη, ώστε να ποιή˙ ο δε Θεός ενεργεί και ποιεί˙ έχει άρα τη δύναμη να ενεργή˙ και θα επιγραφή άρα κατάλληλα ( αρμοζόντως ) η ενεργητική δύναμη σ’ αυτόν ».
430. Έτσι όπως δεν είναι λοιπόν όταν ποιή τα πάντα εν σοφία ο Θεός ( Ψαλμ. ργ΄24 ), ούτε κι όταν προνοείται και αγαθοεργή την κτίση, εκείνη την ώρα σοφός και προνοητής και αγαθός, αλλά τα έχει αυτά χωρίς αρχή ( εξ ανάρχου ) φυσικώς, και τα προχέει και στην κτίση, όποτε κρίνει πώς χρειάζεται, έτσι όντας και δυνατός, χωρίς αρχή και εκ φύσεως ( εξ ανάρχου πεφυκότως ), μεταδίδει όποτε χρειάζεται και στα γεγενημένα απ’ τη δική του δύναμη ενεργώντας σ’ αυτά εκείνα που τους αναλογούν ( τα καθήκοντα ). Και δεν είναι δυνατός ο Θεός λόγω των γεγενημένων, μακριά από εμάς αυτή η ανοησία, αλλά παρήγαγε μάλλον ως δυνατός εκ του μη όντος τα γεγενημένα, με διαφορετικές ενέργειες, μύριες όσες αυτός που κηρύττεται απλός στη φύση και ποικίλος στις ενέργειες απ’ τους αγίους, « ού αι ενέργειαι άπειροι μεν δια το μέγεθος, ανεξερεύνητοι δε δια το πλήθος », όπως λέει ο Μέγας Βασίλειος ( Περί αγίου Πνεύματος ). Δεν αληθεύει άρα λέγοντας ο Θωμάς, πως « η δύναμη στον Θεό ονομάζεται ( λέγεται ) αρχή του γεγενημένου κι όχι αρχή της ενέργειας ». Γιατί είναι και τα δυό ψευδή, διότι λέμε πως η δύναμη απλώς υπάρχει στον Θεό.
Συνεχίζεται
422. « Οι άλλες αρετές, που δεν αρμόζουν ιδιαίτερα στον Θεό, δεν έχουν το παράδειγμά τους στη θεία φύση, αλλά μόνο στη θεία σοφία ». Βλέπεις, πώς αναιρεί εύκολα ( ως εύκολος ) ο Θωμάς τα δικά του και γίνεται ο ίδιος αντίπαλος του εαυτού του χωρίς να τον υποχρεώνη ( βιάζη ) κανένας ; Γιατί αυτός είναι που λέει, αυτό που τώρα προανέφερα, και ο οποίος για να το ανατρέψη πάλι, λέει μεταβαλλόμενος˙ « η θεία ουσία είναι το νοείν του Θεού και όλα τα άλλα που λέγονται πως υπάρχουν σ’ αυτόν ». Γι’ αυτό και νομίζει τη θεία σοφία ουσία του Θεού. Ενώ εδώ λέει ολοφάνερα πως είναι άλλο η θεία φύση κι άλλο η θεία σοφία, αν δεν έχουν βέβαια αυτές οι αρετές το παράδειγμά τους στη θεία φύση, αλλά μόνο στη θεία σοφία. Σοφίζεται ( επινοεί έξυπνα τεχνάσματα ) έτσι και επαναστατεί ( αστατεί ) ενάντια στον εαυτό του, χωρίς να πατάη πουθενά ( επ’ ουδενός βεβηκώς ), ως μάταιος, ο Θωμάς.
423. « Μπορούμε να συνάγουμε τη θεία σοφία επισκεπτόμενοι ( εξετάζοντας επιμελώς… ) τα ποιήματα. Εξ ού και ομολογεί ο Δαυίδ πως βοηθιέται ο ίδιος απ’ τη θεωρία των θείων έργων στο να γνωρίση τη θεία σοφία, και λέει˙ ‘ θαυμάσια τα έργα σου, Κύριε, και η ψυχή μου γινώσκει σφόδρα’ ». Νά που ομολογεί εδώ κι ο Θωμάς, όπως ο Δαυίδ, την αλήθεια και, όπως λέει ακριβώς ο Μέγας Βασίλειος, ότι « δυνάμεως και σοφίας Θεού ενδεικτικά εισι τα ποιήματα, ουδαμώς της ουσίας αυτού » ( Κατά Ευνομίου Β΄ ), έτσι αποφαίνεται βέβαια κι ο Θωμάς, ότι μπορούμε να συνάγουμε τη θεία σοφία επισκεπτόμενοι τα ποιήματα. Και σωστά ( καλώς ) είπε ‘ να συνάγουμε ’, « πάντα γαρ τα θεία ποιήματα εν σοφία εποίησεν ο Θεός » ( Ψαλμ. ργ΄ 24 ). Γι’ αυτό και λέγεται, ότι « εξέχεεν ο Θεός την σοφίαν αυτού επί πάντα τα έργα αυτού » ( Σοφία Σειράχ α΄9 )˙ κι όχι εξ ίσου σε όλα ούτε και όμοια, αλλά με ποικιλία και παντοειδώς, όπως γνωρίζει ( έγνω ) αυτό που τους χρειάζεται( το δέον ) ο ποιητής. Γι’ αυτό και συνάγει από πολλά ποιήματα μιά σοφία του Θεού ο θεωρός νους. Αυτή η αλήθεια του Θωμά ανατρέπει αυτά που έχει πη προηγουμένως, ότι είναι όλες οι θείες ενέργειες και όλα όσα θεωρούνται και λέγονται στον Θεό ουσία του Θεού, όπως ( θά ’λεγε… ) ακριβώς ένας άθεος.
424. « Ο Θεός ποιεί σύμφωνα μ’ αυτόν τον ίδιον (καθ’ αυτόν ), κι αυτό που ποιεί σύμφωνα μ’ αυτό το ίδιο (καθ’ αυτό ), ποιεί με την ιδιαίτερή του ( ίδια ) ουσία˙ κι αυτό με το οποίο ποιεί κάποιος, είναι η ενεργητική του δύναμη. Είναι άρα η ίδια η ουσία του Θεού η ενεργητική του δύναμη ». Ξεπέφτει πάλι στα προηγούμενα κακόδοξα και ξερνάει ( ερεύγεται ) ιό θανατηφόρο για την ψυχή. Κι εγώ ποιώντας και οποιοσδήποτε άλλος , ποιούμε με τη δική μας ουσία˙ γιατί δεν ποιεί κανείς χωρίς τη δική του ουσία, διότι βέβαια αυτό που δεν υπάρχει ( το μη ον ) δέν ποιή, και ποιεί κανείς πολλά και ποικίλα και κατά πολλούς τρόπους διαφορετικά, με μεγαλύτερη ή μικρότερη δύναμη, που δεν φανερώνουν ασφαλώς την ουσία.
425. Από πού αυτή η βία ( ο βιασμός… ) και το συμπέρασμα, επειδή ποιεί ο Θεός σύμφωνα μ’ αυτόν τον ίδιον με τη δική του ενεργητική δύναμη, να ταυτίζεται η θεία ενεργητική δύναμη με τη θεία ουσία ; Το αντίθετο ( ισχύει… ) λοιπόν, είναι δηλ. αναγκαίο, επειδή ποιεί ο Θεός με τη θεία ενεργητική του δύναμη, να υπάρχη κάποια διαφορά ανάμεσα στη θεία ουσία και την ενεργητική του δύναμη. Γιατί όπως λέει ακριβώς ο άγιος Ιουστίνος ο φιλόσοφος και μάρτυρας, θέλοντας να αποδείξη στους Έλληνες πως είναι διαφορετικό σε κάτι η θεία ουσία απ’ τη θεία θέληση: αν ταυτίζεται στον Θεό το να είναι και το να θέλη, πώς είναι ένα μεν το είναι του, και πολλά αυτά που θέλησε ; ( Ερωτήσεις χριστιανικαί Γ΄)˙ δεν ταυτίζεται άρα με την ουσία του Θεού η θεία θέληση, κι αυτό λέω κι εγώ˙ αν ταυτίζεται με την ουσία του Θεού η ενεργητική του δύναμη, πώς είναι μια μεν η θεία ουσία, άτμητη και παντελώς αμέθεκτη, εκχέεται δε και μεταδίδεται με διαφορετικούς τρόπους σε όλα τα όντα η ενεργητική του δύναμη, μετεχόμενη κατά το μάλλον και ήττον ( περισσότερο ή λιγότερο…) απ’ το καθένα, όπως λέει κι ο ίδιος˙ « είναι αναγκαίο να χορηγή ο Θεός, που είναι τέλειος στον εαυτό του, σε όλα τα όντα απ’ τη δική του δύναμη το είναι »;
426. Αν χορηγή λοιπόν σε όλα τα όντα το είναι όχι απ’ τη δική του ουσία – γιατί αυτό προέρχεται από έσχατη μανία, που κατασκευάζει ( επινοεί με δόλο… ) να είναι όλα όμοια με τον Θεό κατ’ ουσίαν – αλλά απ’ τη δική του δύναμη, είναι διαφορετικό ολοφάνερα σε κάτι η θεία ουσία απ’ την ενεργητική δύναμη του Θεού˙ το οποίο λέει ακριβώς κι ο Θωμάς για να αναιρέση, σαν να είναι κεραυνόπληκτος ο νους του, τα ίδια τα δικά του˙ « φανερώνει τη θεία φύση ο Ψαλμωδός λέγοντας ‘ Θεός ’, και τη δύναμη λέγοντας ‘ μέγας Κύριος ’ » ( Ψαλμ. ηδ΄3 ). Είναι διαφορετικό άρα οπωσδήποτε η θεία ουσία απ’ την ενεργητική δύναμη του Θεού, όπως ομολογεί φανερά εδώ κι ο ίδιος. Κι όταν αποκαλή όλα όσα υπάρχουν στον Θεό ουσία του Θεού κι ότι « τίποτα δεν υπάρχει στον Θεό εκτός ( παρά ) απ’ την ουσία του » κι ότι « ταυτίζεται κάθε θεία δύναμη και ενέργεια με την ουσία του Θεού », αυτό δεν είναι παρά φλυαρία και κομπασμός οίησης του Θωμά..
427. « Η δύναμη στον Θεό δεν ονομάζεται αρχή της ενέργειας, αλλ’ αρχή του γεγενημένου ( αυτού που έχει γίνει, έχει δημιουργηθή… ) ». Είναι ψέμμα κι αυτό, που προτείνει ο Θωμάς. Γιατί η δύναμη στον Θεό είναι κατ’ εξοχήν αρχή της ενέργειας˙ και είναι μεν αυτή σύμφωνη με τη φύση του Θεού, δεν ενεργεί όμως πάντοτε, γιατί ακολουθεί τη θέληση του Θεού, όσο ενεργεί. « Λήψεσθε » λέει ο Σωτήρας « δύναμιν επελθόντος του αγίου Πνεύματος εφ’ υμάς » ( Πραξ. α΄8 ). Γιατί ; για να ενεργείται μέσα από μας μ’ αυτήν τη δύναμη του Πνεύματος η διδασκαλία της αλήθειας και τα θαύματα και αριστεύματα του θείου χαρακτήρα της αποστολής.
428. Και λέει κι ο ίδιος ο Θωμάς, πως δεν φανερώνει τη δύναμη τής αιτίας το αποτέλεσμα, παρά με τον λόγο της ενέργειας, η οποία, προερχόμενη απ’ τη δύναμη, τελειώνει ( παύεται ) στο αποτέλεσμα. Και δεν γνωρίζεται η φύση τής αιτίας με το αποτέλεσμα, παρά καθόσον γνωρίζεται μ’ αυτό η δύναμή του, η οποία ακολουθεί τη φύση. Εξαρτάται ( ήρτηται ) άρα η δύναμη στον Θεό απ’ την ουσία και την ακολουθεί και είναι αρχή της ενέργειας και φανερώνεται απ’ την ενέργεια η δύναμη, καθώς προέρχεται ( η ενέργεια… ) απ’ αυτήν, όπως λέει κι ο Θωμάς. Δεν αληθεύει άρα λέγοντας έτσι απροσδιόριστα εδώ ο Θωμάς, ότι δεν ονομάζεται αρχή της ενέργειας η δύναμη στον Θεό.
429. Είναι μεν πάντοτε, όπως είπα, δυνατός ο Θεός, δεν ενεργεί όμως πάντοτε κατά τη δύναμή του. Κι όταν θέλη να ενεργήση κάτι, γίνεται η δύναμή του αρχή της ενέργειας˙ γιατί κανείς δεν ενεργεί αυτό ακριβώς που δεν μπορεί. Και δεν είναι τότε η δύναμη αρχή του γεγενημένου, αλλ’ η θεία ενέργεια, η μετά σοφίας κίνηση, για να το πω έτσι, της δύναμης του Θεού. Ψεύδεται άρα λέγοντας ο Θωμάς, ότι ονομάζεται η δύναμη στον Θεό αρχή του γεγενημένου. Γιατί ήταν και πριν απ’ τα γεγενημένα δυνατός ο Θεός και είχε φυσική ( πεφυκίαν ) σ’ αυτόν τη δύναμη, όπως λέει κι ο ίδιος ο Θωμάς˙ « κάθε τι που ποιεί έχει τη δύναμη, ώστε να ποιή˙ ο δε Θεός ενεργεί και ποιεί˙ έχει άρα τη δύναμη να ενεργή˙ και θα επιγραφή άρα κατάλληλα ( αρμοζόντως ) η ενεργητική δύναμη σ’ αυτόν ».
430. Έτσι όπως δεν είναι λοιπόν όταν ποιή τα πάντα εν σοφία ο Θεός ( Ψαλμ. ργ΄24 ), ούτε κι όταν προνοείται και αγαθοεργή την κτίση, εκείνη την ώρα σοφός και προνοητής και αγαθός, αλλά τα έχει αυτά χωρίς αρχή ( εξ ανάρχου ) φυσικώς, και τα προχέει και στην κτίση, όποτε κρίνει πώς χρειάζεται, έτσι όντας και δυνατός, χωρίς αρχή και εκ φύσεως ( εξ ανάρχου πεφυκότως ), μεταδίδει όποτε χρειάζεται και στα γεγενημένα απ’ τη δική του δύναμη ενεργώντας σ’ αυτά εκείνα που τους αναλογούν ( τα καθήκοντα ). Και δεν είναι δυνατός ο Θεός λόγω των γεγενημένων, μακριά από εμάς αυτή η ανοησία, αλλά παρήγαγε μάλλον ως δυνατός εκ του μη όντος τα γεγενημένα, με διαφορετικές ενέργειες, μύριες όσες αυτός που κηρύττεται απλός στη φύση και ποικίλος στις ενέργειες απ’ τους αγίους, « ού αι ενέργειαι άπειροι μεν δια το μέγεθος, ανεξερεύνητοι δε δια το πλήθος », όπως λέει ο Μέγας Βασίλειος ( Περί αγίου Πνεύματος ). Δεν αληθεύει άρα λέγοντας ο Θωμάς, πως « η δύναμη στον Θεό ονομάζεται ( λέγεται ) αρχή του γεγενημένου κι όχι αρχή της ενέργειας ». Γιατί είναι και τα δυό ψευδή, διότι λέμε πως η δύναμη απλώς υπάρχει στον Θεό.
Συνεχίζεται
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου