Συνέχεια από Παρασκευή, 13 Οκτωβρίου 2023
HANS URS VON BALTHASARΘΕΟΛΟΓΙΚΗ (THEOLOGIK)
Τρίτος Τόμος
ΤΟ ΠΝΕΥΜΑ ΤΗΣ ΑΛΗΘΕΙΑΣ (DER GEIST DER WAHRHEIT)
(Οι δύο προηγούμενοι τόμοι: 1) Αλήθεια τού κόσμου (Wahrheit der Welt), 2) Αλήθεια τού Θεού (Wahrheit Gottes) )
Johannes Verlag, 1987
4. ΓΙΑ ΤΟ ΦΙΛΙΟΚΒΕ
VΙ.ΠΝΕΥΜΑ ΚΑΙ ΚΟΣΜΟΣ
1. ΚΟΣΜΙΚΗ ΔΙΑΣΤΑΣΗ
Οι διεξοδικές περιγραφές τής βαθύτατης, εσωτερικής σχέσης μεταξύ Αγίου Πνεύματος και Εκκλησίας τού Χριστού (( ΞΙΩΝΗΣ! )) δεν μπορούν να μας οδηγήσουν να λησμονήσουμε τις παρατηρήσεις που προηγήθηκαν για την παγκόσμια επίδραση του Πνεύματος. Aκόμα κι αν δεν επιμείνουμε προσωρινά στην περιγραφή τής Γενέσεως 1, 1, όπου το αιωρούμενο επάνω απ’ το χάος Πνεύμα τού Θεού πρέπει ήδη να χαρακτηρισθή ως το τρίτο θεϊκό πρόσωπο;;;, είναι αναμφισβήτητο ότι μετά την ολοκλήρωση της Δημιουργίας τού Κόσμου με αναφορά στον Υιό, και μάλιστα τον ενανθρωπήσαντα και ως αμνό τού Θεού αποθνήσκοντα Υιό, και τη φανέρωση (την «απόδειξη»!) αυτού τού ενανθρωπήσαντος Υιού ως προϊόντος (εκ) του Αγίου Πνεύματος;;;, είναι λοιπόν αναμφισβήτητο ότι το Πνεύμα πρέπει, ομολογημένα ή ανομολόγητα, να έχη συμμετάσχει ως πρόσωπο στη Δημιουργία, και καθώς το λυτρωτικό έργο τού Χριστού υπήρξε ταυτόχρονα παγκόσμιο, καθίσταται αδύνατος ο περιορισμός τής επίδρασης του Πνεύματος στον χώρο τής Εκκλησίας[ ΙΩΑΚΕΙΜ ΝΤΑ ΦΙΟΡΕ] (( !!! – Δηλαδή ο Κύριος δεν είπε στους αποστόλους να πορευτούν σε όλον τον κόσμο διδάσκοντας και βαπτίζοντας στο όνομα του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος… και δεν είναι ακριβώς αυτό η εγκαθίδρυση κάθε τοπικής Εκκλησίας; Έχουν ξεφύγει εντελώς, και επιμένουν να είναι εντελώς «φευγάτοι»… )) . Μπορούμε μάλιστα προσωρινά να παραβλέψουμε όσα έχουμε ήδη πη σχετικά με την Παλαιά Διαθήκη και την πασιφανή εκεί και στενή σχέση ανάμεσα στον Λόγο και το Πνεύμα τού Γιαχβέ – παρ’ όλο που μαρτυρείται ο λόγος τών Προφητών εν Πνεύματι πίστεως, και οι Ψαλμοί μιλούν εμφαντικά για την επίδραση του Πνεύματος στη φύση και την ανθρώπινη ζωή –, η δράση όμως τού Πνεύματος ως «παγκοσμιοποιητή» τού προσώπου και του έργου τού Υιού δεν μπορεί πλέον κατά κανέναν τρόπο να παραβλεφθή. Γιατί ο Θεός και Πατήρ εργάστηκε πάντα και ταυτόχρονα «και με τα δυό του χέρια» σ’ αυτόν τον κόσμο.[ΟΙ ΑΚΤΙΣΤΕΣ ΕΝΕΡΓΕΙΕΣ ΤΗΣ ΟΥΣΙΑΣ ΤΟΥ ΘΕΟΥ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΥΠΟΣΤΑΣΕΙΣ]
Κανένας πράγματι «θεολόγος» (( εννοεί τού Πανεπιστημίου… )) δεν θα εκπροσωπήση πια σήμερα τη θέση τών Πατέρων (( !!! )) , πως εκτός Εκκλησίας δεν υπάρχει (καμμιά) σωτηρία, έστω κι αν «παρεχωρείτο» (και…) τότε στους αιρετικούς η δυνατότητα να προσφέρουν έγκυρα μυστήρια (( ;;; )) , ενώ απ’ την άλλη κανένας δεν θα συμφωνήση και με τις θέσεις τού Ιωακείμ τής Φιόρα, ότι η εποχή τού Πνεύματος αναμένεται κατ’ αρχάς μελλοντικά, όταν η Εκκλησία τών κληρικών θα έχη ξεπερασθή. Σ’ αυτήν την «παραπλάνηση μέσω τού (ίδιου του…) Πνεύματος» η Εκκλησία έχει δικαίως πάντοτε αντισταθή. Έχει όμως επίσης επαρκώς καταδειχθή, ότι Εκκλησία υφίσταται μόνον ως έτοιμη να «διαβή» επαρκώς εντός τού κόσμου, σ’ έναν χώρο, όπου και θα βρη «σπέρματα πνευματικά» - μια Εκκλησία που έχει ωστόσο πάντοτε, μέσα στην υπερβολική «ανθρωπιά» της, «φόβο μπροστά στο Πνεύμα», το οποίο «έχει» όμως «εκχυθή εις πάσαν σάρκαν», φόβο μπροστά στο τόλμημα και «την απαντοχή τής αντίφασης του μεγάλου (είτε παραδοσιακού είτε προοδευτικού) πλήθους» (Κ. Rahner…) (( Οι άνθρωποι είναι «καθαροί» ιδεολόγοι, και η Εκκλησία είναι γι’ αυτούς άλλη μια, η μεγαλύτερη ίσως, «ιδεολογία»… )) . Ο W. Kasper κατέδειξε, ότι οι αναγκαίες διορθώσεις σε μιαν καθ’ υπερβολήν κλειστή (μέχρι και τον χαρακτηρισμό της ως «μυστικό σώμα») εκ μέρους τών Πατέρων έννοια της Εκκλησίας έχουν ήδη επισυμβή: απ’ τη μια αναγνωρίζεται ως μια «ενδιάμεση πραγματικότητα», επειδή η Εκκλησία είναι «μόνον» ένα μυστήριο για τη σωτηρία τού κόσμου, κι απ’ την άλλη αναγνωρίζεται απ’ την καθολική (λατινική…) Εκκλησία, ότι μπορούν και άλλες εκκλησιαστικές κοινότητες να προσφέρουν απολύτως δωρεά στο Άγιο Πνεύμα στα μυστήριά τους, ότι υπάρχουν δηλ. πολλοί «που φαίνονται να είναι εκτός, εντός τής Εκκλησίας», όπως το έχει (άλλωστε…) διατυπώσει (και…) ο ίδιος ο Αυγουστίνος.
Το Πνεύμα καθοδηγεί όχι μόνον την Εκκλησία, αλλά (ολόκληρο…) τον, κατ’ αρχήν σεσωσμένον απ’ τον Χριστό, κόσμο προς την τελείωσή του. Οι «άρρητοι στεναγμοί», που αποδίδει (( ! )) ο Παύλος στο Πνεύμα, δεν αφορούν μόνο στην τελείωση των χριστιανών, αλλά μαζί τους και μέσω αυτών «σε ολόκληρη την κτίση, που στενάζει συνολικά και αδημονεί με οδύνη» στην ακούσια «υποδούλωσή της στη φθορά», προς μια συνολική σωτηρία (Ρωμ. 8, 20 κ.ε.) (( Ρωμ. 8, 18 κ.ε.: «Λογίζομαι γάρ ότι ουκ άξια τά παθήματα τού νύν καιρού πρός τήν μέλλουσαν δόξαν αποκαλυφθήναι εις ημάς. η γάρ αποκαραδοκία τής κτίσεως τήν αποκάλυψιν τών υιών τού Θεού απεκδέχεται. τή γάρ ματαιότητι η κτίσις υπετάγη, ουχ εκούσα, αλλά διά τόν υποτάξαντα, επ’ ελπίδι ότι καί αυτή η κτίσις ελευθερωθήσεται από τής δουλείας τής φθοράς εις τήν ελευθερίαν τής δόξης τών τέκνων τού Θεού…» )) . Η φύση τού κόσμου μοιάζει εξάλλου να φέρη μέχρι και στα ελαχιστότατα μόριά της τη σφραγίδα και την αποτύπωση της τριαδικής της προέλευσης. Ο δε Παύλος μάς δείχνει στη συνέχεια ότι αυτός ο «άρρητος στεναγμός» τού Πνεύματος δεν αποτελεί κάποιο μάταιο αναστεναγμό, αλλά μιαν τεράστια κινητήρια δύναμη: ο Θεός-Πατήρ «κατανοεί» (( ! )) αυτόν τον «αγώνα τού Πνεύματος» και επιτρέπει σε όλα που έχουν προκαθορισθή και εκλεχτεί «κατά την απόφασή του» να φτάσουν τελικά στη «μακαριότητα»
Οι Πατέρες, και ιδίως οι Έλληνες, είχαν τονίσει με τον πιο εμφαντικό τρόπο την καθολικήν «αναφορά» τής Ενανθρωπήσεως του Λόγου στη σύνολη ανθρωπότητα, στον σύνολο μάλιστα Κόσμο· μια καθολικότητα που έχει εν πολλοίς σήμερα, μετά την επηρεασμένη από την εσχατολογία τού Αυγουστίνου εποχιακή συσκότισή της, αναβιώσει (κι ας σκεφτούμε μόνο το έργο τού Lubac «Καθολικισμός»). Η Εκκλησία θεωρείται έτσι ως ένας «εσωτερικός κύκλος», τον οποίον και υπερβαίνει η υποστατική ένωση, και μ’ αυτόν τον τρόπο και η κοινωνία εν Αγίω Πνεύματι· αυτό που είναι «εν εντάσει» ενωμένο στην Εκκλησία, πρέπει να «επεκταθή», να καταστή δηλ. και «εν εκτάσει» στην ανθρωπότητα και (σε όλη…) τη Δημιουργία. Απολυτοποιώντας τώρα κανείς αυτή την ιδέα ή «σκέψη», φτάνει βέβαια στη έλξη που «ασκεί» ο Ιωακειμισμός (( ο Ιωακείμ ντα Φιόρε… )) · το Άγιο Πνεύμα είναι έτσι στα «Προσευχητάρια» (Postille) του Petrus Olivis στην Αποκάλυψη «(ένας…) κινητήρας για την αλλαγή στην ιστορία και στην ζωή τής κοινωνίας», με το οποίο και καθίστανται οι φραγκισκανοί «πνευματικοί» πρόδρομοι των (συγχρόνων…) θεολόγων τής απελευθέρωσης[Θ. ΠΑΠΑΘΑΝΑΣΙΟΥ]. Περισσότερο θεωρεί τη σύνολη Δημιουργία ο Καλβίνος στην Πνευματολογία του, όταν περιγράφη, ξεκινώντας απ’ την αρχή-αρχή τής Γενέσεως, το «Πνεύμα τού Θεού εκκεχυμένο πάνω απ’ τις αβύσσους», το οποίο και χορηγεί έτσι (( ;; )) την εν τάξει ωραιότητά του στον Κόσμο· «γιατί αυτό είναι που εξαπλούται πάνω απ’ όλα, διατηρεί όλα τα πράγματα στον ουρανό και στη γη στην ύπαρξη, τα ζωοποιεί και τους χορηγεί την εσωτερική (τους…) δύναμη. Και καθώς δεν το περιορίζουν ούτε ο χώρος ούτε τα σύνορα, αποδεικνύεται (( ! )) ήδη να υπερέχη πάνω απ’ όλα τα κτίσματα· αποδεικνύοντας ολοφάνερα, με τη δύναμή του να ενσταλάζη ύπαρξη, ζωή και κίνηση σε όλα τα όντα, ότι είναι (αληθινός…) Θεός»[ΟΙ ΑΚΤΙΣΤΕΣ ΕΝΕΡΓΕΙΕΣ ΤΗΣ ΟΥΣΙΑΣ ΤΟΥ ΘΕΟΥ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΥΠΟΣΤΑΣΕΙΣ]
Κανένας πράγματι «θεολόγος» (( εννοεί τού Πανεπιστημίου… )) δεν θα εκπροσωπήση πια σήμερα τη θέση τών Πατέρων (( !!! )) , πως εκτός Εκκλησίας δεν υπάρχει (καμμιά) σωτηρία, έστω κι αν «παρεχωρείτο» (και…) τότε στους αιρετικούς η δυνατότητα να προσφέρουν έγκυρα μυστήρια (( ;;; )) , ενώ απ’ την άλλη κανένας δεν θα συμφωνήση και με τις θέσεις τού Ιωακείμ τής Φιόρα, ότι η εποχή τού Πνεύματος αναμένεται κατ’ αρχάς μελλοντικά, όταν η Εκκλησία τών κληρικών θα έχη ξεπερασθή. Σ’ αυτήν την «παραπλάνηση μέσω τού (ίδιου του…) Πνεύματος» η Εκκλησία έχει δικαίως πάντοτε αντισταθή. Έχει όμως επίσης επαρκώς καταδειχθή, ότι Εκκλησία υφίσταται μόνον ως έτοιμη να «διαβή» επαρκώς εντός τού κόσμου, σ’ έναν χώρο, όπου και θα βρη «σπέρματα πνευματικά» - μια Εκκλησία που έχει ωστόσο πάντοτε, μέσα στην υπερβολική «ανθρωπιά» της, «φόβο μπροστά στο Πνεύμα», το οποίο «έχει» όμως «εκχυθή εις πάσαν σάρκαν», φόβο μπροστά στο τόλμημα και «την απαντοχή τής αντίφασης του μεγάλου (είτε παραδοσιακού είτε προοδευτικού) πλήθους» (Κ. Rahner…) (( Οι άνθρωποι είναι «καθαροί» ιδεολόγοι, και η Εκκλησία είναι γι’ αυτούς άλλη μια, η μεγαλύτερη ίσως, «ιδεολογία»… )) . Ο W. Kasper κατέδειξε, ότι οι αναγκαίες διορθώσεις σε μιαν καθ’ υπερβολήν κλειστή (μέχρι και τον χαρακτηρισμό της ως «μυστικό σώμα») εκ μέρους τών Πατέρων έννοια της Εκκλησίας έχουν ήδη επισυμβή: απ’ τη μια αναγνωρίζεται ως μια «ενδιάμεση πραγματικότητα», επειδή η Εκκλησία είναι «μόνον» ένα μυστήριο για τη σωτηρία τού κόσμου, κι απ’ την άλλη αναγνωρίζεται απ’ την καθολική (λατινική…) Εκκλησία, ότι μπορούν και άλλες εκκλησιαστικές κοινότητες να προσφέρουν απολύτως δωρεά στο Άγιο Πνεύμα στα μυστήριά τους, ότι υπάρχουν δηλ. πολλοί «που φαίνονται να είναι εκτός, εντός τής Εκκλησίας», όπως το έχει (άλλωστε…) διατυπώσει (και…) ο ίδιος ο Αυγουστίνος.
Το Πνεύμα καθοδηγεί όχι μόνον την Εκκλησία, αλλά (ολόκληρο…) τον, κατ’ αρχήν σεσωσμένον απ’ τον Χριστό, κόσμο προς την τελείωσή του. Οι «άρρητοι στεναγμοί», που αποδίδει (( ! )) ο Παύλος στο Πνεύμα, δεν αφορούν μόνο στην τελείωση των χριστιανών, αλλά μαζί τους και μέσω αυτών «σε ολόκληρη την κτίση, που στενάζει συνολικά και αδημονεί με οδύνη» στην ακούσια «υποδούλωσή της στη φθορά», προς μια συνολική σωτηρία (Ρωμ. 8, 20 κ.ε.) (( Ρωμ. 8, 18 κ.ε.: «Λογίζομαι γάρ ότι ουκ άξια τά παθήματα τού νύν καιρού πρός τήν μέλλουσαν δόξαν αποκαλυφθήναι εις ημάς. η γάρ αποκαραδοκία τής κτίσεως τήν αποκάλυψιν τών υιών τού Θεού απεκδέχεται. τή γάρ ματαιότητι η κτίσις υπετάγη, ουχ εκούσα, αλλά διά τόν υποτάξαντα, επ’ ελπίδι ότι καί αυτή η κτίσις ελευθερωθήσεται από τής δουλείας τής φθοράς εις τήν ελευθερίαν τής δόξης τών τέκνων τού Θεού…» )) . Η φύση τού κόσμου μοιάζει εξάλλου να φέρη μέχρι και στα ελαχιστότατα μόριά της τη σφραγίδα και την αποτύπωση της τριαδικής της προέλευσης. Ο δε Παύλος μάς δείχνει στη συνέχεια ότι αυτός ο «άρρητος στεναγμός» τού Πνεύματος δεν αποτελεί κάποιο μάταιο αναστεναγμό, αλλά μιαν τεράστια κινητήρια δύναμη: ο Θεός-Πατήρ «κατανοεί» (( ! )) αυτόν τον «αγώνα τού Πνεύματος» και επιτρέπει σε όλα που έχουν προκαθορισθή και εκλεχτεί «κατά την απόφασή του» να φτάσουν τελικά στη «μακαριότητα»
Οι Πατέρες, και ιδίως οι Έλληνες, είχαν τονίσει με τον πιο εμφαντικό τρόπο την καθολικήν «αναφορά» τής Ενανθρωπήσεως του Λόγου στη σύνολη ανθρωπότητα, στον σύνολο μάλιστα Κόσμο· μια καθολικότητα που έχει εν πολλοίς σήμερα, μετά την επηρεασμένη από την εσχατολογία τού Αυγουστίνου εποχιακή συσκότισή της, αναβιώσει (κι ας σκεφτούμε μόνο το έργο τού Lubac «Καθολικισμός»). Η Εκκλησία θεωρείται έτσι ως ένας «εσωτερικός κύκλος», τον οποίον και υπερβαίνει η υποστατική ένωση, και μ’ αυτόν τον τρόπο και η κοινωνία εν Αγίω Πνεύματι· αυτό που είναι «εν εντάσει» ενωμένο στην Εκκλησία, πρέπει να «επεκταθή», να καταστή δηλ. και «εν εκτάσει» στην ανθρωπότητα και (σε όλη…) τη Δημιουργία. Απολυτοποιώντας τώρα κανείς αυτή την ιδέα ή «σκέψη», φτάνει βέβαια στη έλξη που «ασκεί» ο Ιωακειμισμός (( ο Ιωακείμ ντα Φιόρε… )) · το Άγιο Πνεύμα είναι έτσι στα «Προσευχητάρια» (Postille) του Petrus Olivis στην Αποκάλυψη «(ένας…) κινητήρας για την αλλαγή στην ιστορία και στην ζωή τής κοινωνίας», με το οποίο και καθίστανται οι φραγκισκανοί «πνευματικοί» πρόδρομοι των (συγχρόνων…) θεολόγων τής απελευθέρωσης[Θ. ΠΑΠΑΘΑΝΑΣΙΟΥ]. Περισσότερο θεωρεί τη σύνολη Δημιουργία ο Καλβίνος στην Πνευματολογία του, όταν περιγράφη, ξεκινώντας απ’ την αρχή-αρχή τής Γενέσεως, το «Πνεύμα τού Θεού εκκεχυμένο πάνω απ’ τις αβύσσους», το οποίο και χορηγεί έτσι (( ;; )) την εν τάξει ωραιότητά του στον Κόσμο· «γιατί αυτό είναι που εξαπλούται πάνω απ’ όλα, διατηρεί όλα τα πράγματα στον ουρανό και στη γη στην ύπαρξη, τα ζωοποιεί και τους χορηγεί την εσωτερική (τους…) δύναμη. Και καθώς δεν το περιορίζουν ούτε ο χώρος ούτε τα σύνορα, αποδεικνύεται (( ! )) ήδη να υπερέχη πάνω απ’ όλα τα κτίσματα· αποδεικνύοντας ολοφάνερα, με τη δύναμή του να ενσταλάζη ύπαρξη, ζωή και κίνηση σε όλα τα όντα, ότι είναι (αληθινός…) Θεός»[ΟΙ ΑΚΤΙΣΤΕΣ ΕΝΕΡΓΕΙΕΣ ΤΗΣ ΟΥΣΙΑΣ ΤΟΥ ΘΕΟΥ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΥΠΟΣΤΑΣΕΙΣ]
Από το σημείο αυτό προκύπτει και το ερώτημα – πριν από κάθε «ανάμειξη» παλαιοδιαθηκικών αναφορών περί Πνεύματος, που διακρίνουν μεταξύ τής απλής και μόνο φυσικής ζωής τού ανθρώπου (Γέν. 2, 7) και της («υπερφυσικής») δωρεάς τού θεϊκού Πνεύματος στους κεχρισμένους απ’ τον Θεό και τους Προφήτες –, αν το τριαδικό Πνεύμα διαθέτη παρ’ όλ’ αυτά και μια συγκεκριμένη σχέση προς τη Δημιουργία τού Κόσμου συνολικά, και αν αυτή η «σχέση» θεωρείται (μπορεί να θεωρηθή…) από μια σύγχρονη επιπλέον άποψη, ως μια συνολική, περιλαμβάνουσα τόσο τη φύση όσο και την ανθρωπότητα, ιστορία (( !! )) . Αυτή την εξήγηση του Κόσμου δεν μπορεί (μάλιστα…) να την αντιπαρέλθη πλέον συνολικά η «ιδέα», όπως κι αν κατανοηθή στις λεπτομέρειές της, της εξελίξεως, είτε θεωρηθή πως η φύση «διευθύνεται» προς μια συνειδητά ιστορική ανθρωπότητα είτε πως η ανθρωπότητα αποτελεί μιαν εκτενώς φυσική, μαζί με το προ-ανθρώπινο θεμέλιό της, ιστορία (( Η «θεολογία» τους είναι πράγματι μια σύγχρονη, ανάμεσα στις άλλες, ακαδημαϊκή «επιστήμη» τής ανθρώπινης, ανεξαρτητοποιημένης διάνοιας… )) .
Η ιδιαίτερη θέαση του κόσμου από τον Χέγκελ είχε αποκλείσει βέβαια προηγουμένως, ότι το «μέγεθος» εκείνο, το οποίο ο ίδιος χαρακτηρίζει ως «πνεύμα τού κόσμου», μπορεί να εξισωθή συνολικά με το τριαδικό Άγιο Πνεύμα. Δεν θα μπορούσε να συναρτάται ωστόσο αυτό με την ιδιαίτερη μορφή τής τριαδικής του σκέψης; Ένας πέραν πάσης τώρα υποψίας για (οποιονδήποτε…) πανθεϊσμό συγγραφέας, ο Karl Barth, έχει μιλήσει σαφώς και διεξοδικά για το Άγιο Πνεύμα ως εκείνο το θεϊκό πρόσωπο, «το οποίο και καθιστά δυνατή… την ίδια την ύπαρξη του δημιουργήματος, του επιτρέπει να υπάρχη, το “φέρει” εν τη υπάρξει του, ενώ και η ύπαρξη αυτή αναφέρεται (εξ ολοκλήρου…) σ’ Αυτό». Και τούτο, επειδή ο Υιός τού Θεού έχει προβλεφθή πριν από κάθε αιωνιότητα ως ο μέλλων να ενανθρωπήση κατά την απόφαση του Θεού, και ήταν τόσο «πολύ» μάλιστα προαποφασισμένο (( ! )) , ώστε «να είναι όχι μόνο σύμμετρο και “αντάξιο”, αλλά και “αναγκαίο”, να είναι ο Θεός Δημιουργός. Εφ’ όσον υπήρχε δηλ. η αιώνια απόφαση του Θεού μέσα στην απόλυτη ελευθερία τής αγάπης του…, “έπρεπε” να είναι Δημιουργός» (και πάλι ο Karl Rahner) (( «Βίαια» είσοδος στην άρρητη Αγία Τριάδα!... )) . Δεν υπήρξε άρα ποτέ ένας «άσαρκος λόγος». Και καθίσταται άρα και η δυνατότητα, να υπάρχη (κάποιο…) κτίσμα που να βρίσκεται έξω απ’ τον Θεό, λόγω ακριβώς τού Πνεύματος, μέσω τού οποίου θα ενσαρκωθή και ο Λόγος, εντελώς «ανύποπτη», αλλά κάτι το «εξαιρετικό» (( ;; )) . Ο Barth μπορεί γι’ αυτό να κατανοή τα παλαιοδιαθηκικά κείμενα περί Πνεύματος, που «εννοούνται αναμφίβολα κοσμολογικά», ως άμεσα προηγούμενα («βάσεις») των σωτηριολογικών, εσχατολογικών κειμένων. Ενώ μπορεί να «διαβάζη» περαιτέρω τη Δημιουργία ως μια συνολική ιστορία σωτηρίας, απoβλέπουσα από την εξέλιξη της φύσεως στον άνθρωπο κι απ’ αυτόν στον Χριστό («συνεχή Δημιουργία», “creatio continua”), όπου η φύση στηρίζεται «από πάντοτε» στη χάρη, «διασωζόμενη» πάντοτε απ’ αυτήν, ενώ και ο παρεχόμενος στην κτίση χρόνος τής παρέχεται και της χορηγείται απ’ τον αιώνιο τριαδικό χρόνο και την ιστορία τού Θεού [ΖΗΖΙΟΥΛΑΣ Ο ΧΡΟΝΟΣ ΣΤΗΝ ΑΙΔΙΟ ΤΡΙΑΔΑ. ΔΕΝ ΜΠΟΡΕΙ ΟΙ ΥΠΟΣΤΑΣΕΙΣ ΝΑ ΕΧΟΥΝ ΤΗΝ ΥΠΑΡΞΗ ΤΑΥΤΟΧΡΟΝΑ] . Από εδώ καθίσταται, πέρα κι απ’ το «παγκόσμιο πνεύμα» τού Χέγκελ, το ερώτημα για το Άγιο Πνεύμα ως «παγκόσμια ψυχή» άλλη μια φορά επίκαιρο.
( συνεχίζεται )
Η ιδιαίτερη θέαση του κόσμου από τον Χέγκελ είχε αποκλείσει βέβαια προηγουμένως, ότι το «μέγεθος» εκείνο, το οποίο ο ίδιος χαρακτηρίζει ως «πνεύμα τού κόσμου», μπορεί να εξισωθή συνολικά με το τριαδικό Άγιο Πνεύμα. Δεν θα μπορούσε να συναρτάται ωστόσο αυτό με την ιδιαίτερη μορφή τής τριαδικής του σκέψης; Ένας πέραν πάσης τώρα υποψίας για (οποιονδήποτε…) πανθεϊσμό συγγραφέας, ο Karl Barth, έχει μιλήσει σαφώς και διεξοδικά για το Άγιο Πνεύμα ως εκείνο το θεϊκό πρόσωπο, «το οποίο και καθιστά δυνατή… την ίδια την ύπαρξη του δημιουργήματος, του επιτρέπει να υπάρχη, το “φέρει” εν τη υπάρξει του, ενώ και η ύπαρξη αυτή αναφέρεται (εξ ολοκλήρου…) σ’ Αυτό». Και τούτο, επειδή ο Υιός τού Θεού έχει προβλεφθή πριν από κάθε αιωνιότητα ως ο μέλλων να ενανθρωπήση κατά την απόφαση του Θεού, και ήταν τόσο «πολύ» μάλιστα προαποφασισμένο (( ! )) , ώστε «να είναι όχι μόνο σύμμετρο και “αντάξιο”, αλλά και “αναγκαίο”, να είναι ο Θεός Δημιουργός. Εφ’ όσον υπήρχε δηλ. η αιώνια απόφαση του Θεού μέσα στην απόλυτη ελευθερία τής αγάπης του…, “έπρεπε” να είναι Δημιουργός» (και πάλι ο Karl Rahner) (( «Βίαια» είσοδος στην άρρητη Αγία Τριάδα!... )) . Δεν υπήρξε άρα ποτέ ένας «άσαρκος λόγος». Και καθίσταται άρα και η δυνατότητα, να υπάρχη (κάποιο…) κτίσμα που να βρίσκεται έξω απ’ τον Θεό, λόγω ακριβώς τού Πνεύματος, μέσω τού οποίου θα ενσαρκωθή και ο Λόγος, εντελώς «ανύποπτη», αλλά κάτι το «εξαιρετικό» (( ;; )) . Ο Barth μπορεί γι’ αυτό να κατανοή τα παλαιοδιαθηκικά κείμενα περί Πνεύματος, που «εννοούνται αναμφίβολα κοσμολογικά», ως άμεσα προηγούμενα («βάσεις») των σωτηριολογικών, εσχατολογικών κειμένων. Ενώ μπορεί να «διαβάζη» περαιτέρω τη Δημιουργία ως μια συνολική ιστορία σωτηρίας, απoβλέπουσα από την εξέλιξη της φύσεως στον άνθρωπο κι απ’ αυτόν στον Χριστό («συνεχή Δημιουργία», “creatio continua”), όπου η φύση στηρίζεται «από πάντοτε» στη χάρη, «διασωζόμενη» πάντοτε απ’ αυτήν, ενώ και ο παρεχόμενος στην κτίση χρόνος τής παρέχεται και της χορηγείται απ’ τον αιώνιο τριαδικό χρόνο και την ιστορία τού Θεού [ΖΗΖΙΟΥΛΑΣ Ο ΧΡΟΝΟΣ ΣΤΗΝ ΑΙΔΙΟ ΤΡΙΑΔΑ. ΔΕΝ ΜΠΟΡΕΙ ΟΙ ΥΠΟΣΤΑΣΕΙΣ ΝΑ ΕΧΟΥΝ ΤΗΝ ΥΠΑΡΞΗ ΤΑΥΤΟΧΡΟΝΑ] . Από εδώ καθίσταται, πέρα κι απ’ το «παγκόσμιο πνεύμα» τού Χέγκελ, το ερώτημα για το Άγιο Πνεύμα ως «παγκόσμια ψυχή» άλλη μια φορά επίκαιρο.
( συνεχίζεται )
ΦΙΛΟΣΟΦΙΚΟΣ ΤΡΑΓΕΛΑΦΟΣ. ΜΕ ΠΟΙΟ ΣΚΟΠΟ;
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου