Συνέχεια από Πέμπτη 16 Νοεμβρίου 2023
Του A.J. NIJK
Κοσμικότης και εκκοσμίκευση σαν επιχείρημα του Οικουμενικού στοχασμού.
Κοσμικότης και εκκοσμίκευση σαν επιχείρημα του Οικουμενικού στοχασμού.
Η συχνή χρήση του όρου εκκοσμίκευση στο εκκλησιαστικό περιβάλλον της Γερμανίας, ιδιαιτέρως γύρω στο 1930, είναι ένα σημαντικό φαινόμενο, αλλά δεν είναι απομονωμένο. Το 1928 οι έννοιες κοσμικότης και εκκοσμίκευση είχαν έναν σημαντικό ρόλο στην παγκόσμια ιεραποστολική διάλεξη στην Ιερουσαλήμ και από τότε δεν μπορούμε να εξαιρέσουμε αυτό το θέμα, στον οικουμενικό στοχασμό, γύρω από την φύση του κόσμου στον οποίο οι σημερινοί Χριστιανοί πρέπει να εργασθούν, να πράξουν!
Αυτές οι συζητήσεις των Ιεροσολύμων ενθάρρυναν αποφασιστικώς τους Γερμανούς της «αποεκκοσμικεύσεως». Για το θέμα αυτό έγιναν ξανά ομιλίες στην Βρέμη το 1930, στο συνέδριο που επραγματοποιήθη από την Ευρωπαϊκή Ιεραποστολή, όπως και στο συνέδριο της Γερμανικής Ιεραποστολής, στην Halle το 1931. Ο λόγος του Heim στον οποίο αναφερθήκαμε ήδη, ανακοινώθηκε το 1930 στην Βρέμη. Ο Heim είχε λάβει μέρος και στις συζητήσεις των Ιεροσολύμων. Πάντως, είναι βέβαιο πλέον, πως η έννοια secular civilization (κοσμικός πολιτισμός), που καθορίσθηκε στα Ιεροσόλυμα απηχεί την αγγλοσαξωνική της καταγωγή. Η σημασία της ταυτίζεται απολύτως με αυτό που στην Αγγλία και την Αμερική, ακόμη από την εποχή της Secular Society εννοείτο σαν κοσμικότης! [ίσως είναι συνέχεια της αποικιοκρατικής κοσμιότητος, ένα κράμα εξωτερικής ηθικής και αποικιοκρατικής ανωτερότητος, που πλασσάρεται σήμερα σαν αριστοκρατικό ήθος, ένα ήθος αντίθετο της σοφίας των αρχαίων, των αρχαίων σοφών νομοθετών, που είχε σαν συνέπεια να ονομασθεί ο άνθρωπος Κύριος.]
Ανάμεσα στα εισαγωγικά κείμενα που μοιράστηκαν στους συμμετέχοντες στο συνέδριο των Ιεροσολύμων υπάρχει ένα άρθρο του αμερικανού Rufus M. Jones που φέρει τον τίτλο «κοσμικός πολιτισμός και το Χριστιανικό χρέος», και εκπλήσσει το γεγονός πως αυτό που ονομάζεται στο άρθρο κοσμικός πολιτισμός, στο σχήμα του συνεδρίου καταλαμβάνει μια σημαντική θέση στον πίνακα των αντιπάλων του Χριστιανισμού, δίπλα στο Ισλάμ, στον Βουδισμό, τον Ινδουισμό και τον Κομφουκιανισμό! «Κανένας μελετητής τών πιο σοβαρών προβλημάτων της ζωής δεν μπορεί να μην σημειώσει πως ο πιο μεγάλος αντίπαλος του Χριστιανισμού στον σημερινό κόσμο δεν είναι ο μωαμεθανισμός ή ο βουδισμός ή ο ινδουισμός ή ο κομφουκιανισμός, αλλά ένας τρόπος ζωής κοσμικός και μια κοσμική ερμηνεία τής φύσεως των πραγμάτων, που έχουν εξαπλωθεί σε όλον τον κόσμο». Και συμπληρώνει σε μια σημείωση: «Χρησιμοποιώ εδώ την λέξη “κοσμικό” για να δείξω έναν τρόπο ζωής και μια ερμηνεία της ζωής που αγκαλιάζουν μόνον την φυσική τάξη των πραγμάτων και δεν υπολογίζουν τον Θεό, ή μια κυριαρχία της πνευματικής πραγματικότητος, ουσιώδη για την ζωή ή την σκέψη». Εδώ αναγνωρίζεται αμέσως η αγγλοσαξωνική σημασία του όρου, που αναφέραμε.
Στην συνέχεια του άρθρου όμως χάνεται η ορμή της καταγγελίας και ο συγγραφεύς θέτει τόσες ερωτήσεις, όσες είναι και οι αποδείξεις του. Προσπαθεί να βολιδοσκοπήσει την κοσμικότητα σαν έναν τρόπο ζωής και να κατανοήσει τον εκκοσμικευμένο πλησίον του. Τον πιέζει και τον ενδιαφέρει όσο το δυνατόν λεπτομερέστερα, αυτό που κινεί τον κόσμο (what men and women live by). Και γι’ αυτό προσπαθεί να καταστήσει ιστορικά κατανοητή την καταγωγή της αβύσσου ανάμεσα στην Εκκλησία και τον κόσμο, και γι’ αυτό δίνει μεγάλη προσοχή στον ρόλο της επιστήμης σαν αντιπάλου και στις αξίες της ζωής σαν μη-χριστιανικά περιβάλλοντα, οι οποίες από πολλές απόψεις αξιολογούνται θετικά!
[Είναι φανερή ήδη η προσπάθεια να συμμαχήσουν ο εσωτερικός της καρδιάς άνθρωπος με τον εξωτερικό άνθρωπο της πτώσεως, να γίνει μια σύνθεση του Δαυίδ με τον Γολιάθ, χρησιμοποιώντας σαν μοντέλλο την Χριστολογία, η οποία μπορεί να χρησιμεύσει για την ένωση ασυγχύτως και αδιαιρέτως των δύο φύσεων τού ανθρώπου, τού κατά φύσιν και τού παρά φύσιν, του φύσει και θέσει, του νοητού κόσμου με τον φαινομενικό κόσμο, κάτι που πέτυχε η φαινομενολογία και ολοκλήρωσε ο υπαρξισμός, με όχημά του τον χρόνο. Του αγαθού με το πονηρό. Γι’ αυτό και ο Χριστός έχει μια ανθρωπότητα γυμνή σαν την δική μας, προσλαμβάνοντας και τα διαβλητά πάθη, και απορρίπτεται η Θεοτόκος, η οποία μας υποχρεώνει να δούμε την θεωμένη φύση του Κυρίου, από της συλλήψεώς Του. Η αγάπη στις σχέσεις της Αγίας Τριάδος, μας δίνει τον νέο τρόπο ζωής, που είναι η ανοχή της διαφορετικότητος, δηλαδή της αμαρτίας].
Για την τρέχουσα εικόνα του Θεού γράφει: «Μεγάλο μέρος της θρησκευτικής σκέψεως του παρελθόντος δημιούργησε, συνειδητά ή ασυνείδητα, μια ιδέα του Θεού σαν ενός όντος πάνω στον ουρανό και αυτή η παιδική στάση με την αναφορά της στον ουρανό κυριαρχεί μέχρι και σήμερα σέ μεγάλο μέρος της φρασεολογίας και της χριστιανικής σκέψης. Ο Θεός θεωρείται η «Μεγάλη Αιτία» των πραγμάτων, και δεν θα είναι πλέον εύκολο να πείσουμε την επιστημονική μας εποχή, εκτός και αν μάθουμε να ερμηνεύουμε τον Θεό μ’ έναν τέτοιο τρόπο ώστε να γίνει μια ζωντανή πραγματικότης με πολύ διαφορετικές λειτουργίες από εκείνες του «Αρχιτέκτονος» των πραγμάτων ή ενός «ξεκινητού» των κοσμικών κινήσεων. [Αυτές οι δύο έννοιες, η Μεγάλη Αιτία και ο ξεκινητής, περιέχονται στο όνομα του Πατρός, όπως το αποδίδει ο Γιανναράς. Αιτιώδης Αρχή.] Η εποχή μας είναι έτοιμη να ακούσει πιο ευγενικές ιδέες για τον Θεό, εάν κάποιος τις διαθέτει για να τις αναγγείλει». Και μια άλλη ιδέα, εξίσου σημαντική, λέει: «Το πιο αδύναμο σημείο του εξοπλισμού μας είναι η έλλειψη και η αδυναμία μας να ζήσουμε την χριστιανική ζωή για την οποία μιλούμε και κηρύττουμε».
Στην διάρκεια των συζητήσεων στην Ιερουσαλήμ, οι ιδέες του Jones συζητήθηκαν και δεν καταγγέλθηκαν. Μάλιστα αφιέρωσαν μια επιπλέον συνάντηση για να ολοκληρώσουν την συζήτηση. Μίλησαν ακόμη και για την μεγάλη επήρρεια αυτού του κοσμικού τρόπου ζωής (secular way of life), [που είναι το χάπι εντ, το αμερικάνικο όνειρο, το οποίο επέβαλλε παντού το Χόλλυγουντ] και σε χώρες πέραν της Δύσεως. Ο Εγγλέζος Oliver C. Quick, ολοκλήρωσε την ομιλία του, λέγοντας: «Η εμπειρία των μαθητών στον δρόμο προς τις Εμμαούς, που υποχρεώθηκαν να εγκαταλείψουν την παληά αλήθεια για να την ξαναβρούν μέσα σ’ ένα νέο φως, πρέπει να είναι αληθινή και ισχύουσα σε κάθε εποχή». Και ο Charles E. Raven συμπληρώνει: «Το πρόβλημά μας είναι να βρούμε με ποιο τρόπο ο Χριστιανισμός θα μπορούσε να βαπτίσει την νέα επιστήμη και την νέα κοινωνική τάξη με το πνεύμα του Χριστού. Είναι τόσο τρομερό αυτό το πρόβλημα που θα μας υποχρεώσει να χάσουμε την εμπιστοσύνη μας στους εαυτούς μας, αλλά ίσως κατορθώσουμε να απελευθερωθούμε από την αυτάρκειά μας που μας τυφλώνει μπρός στο μεγαλείο και στον τρόμο των χρόνων μας».
Από τότε το θέμα της εκκοσμικεύσεως συζητήθηκε πάντοτε μέσα στην Οικουμενική συζήτηση. Στην συνάντηση της Οξφόρδης του 1937, η οποία υπήρξε παγκόσμια και είχε τον τίτλο Ζωή και Εργασία, ακούγονται λόγια σαν αυτά: Το κύριο χαρακτηριστικό του κόσμου μας είναι η γενική εκκοσμίκευση της ζωής και της σκέψης. Το 1959 το θέμα συζητήθηκε στην συνάντηση των Ευρωπαϊκών Εκκλησιών στο Nyborg, όπου μίλησαν για την συνάντηση ανάμεσα στην Χριστιανική πίστη [ποια άραγε; Και η ειδωλολατρία πίστη είναι] και την μοντέρνα τεχνολογική κοινωνία και για το τέλος της εποχής του Κωνσταντίνου.
Η σημασία της κοσμικότητος [ένα θέμα που κυριαρχεί και στην νεορθοδοξία, όπου σαν σκοπός της Εκκλησίας είναι πλέον η σωτηρία του κόσμου, εφόσον αυτή είναι ήδη σωσμένη] συζητήθηκε και στο Bossey, τον ίδιο χρόνο, όπως και της εκκοσμικεύσεως που συζητήθηκε στην παγκόσμια διάσκεψη γύρω από τα θέματα και τα προβλήματα της Εκκλησίας και της κοινωνίας, που έλαβε χώρα το 1966, στην Γενεύη.
Αυτές οι συζητήσεις των Ιεροσολύμων ενθάρρυναν αποφασιστικώς τους Γερμανούς της «αποεκκοσμικεύσεως». Για το θέμα αυτό έγιναν ξανά ομιλίες στην Βρέμη το 1930, στο συνέδριο που επραγματοποιήθη από την Ευρωπαϊκή Ιεραποστολή, όπως και στο συνέδριο της Γερμανικής Ιεραποστολής, στην Halle το 1931. Ο λόγος του Heim στον οποίο αναφερθήκαμε ήδη, ανακοινώθηκε το 1930 στην Βρέμη. Ο Heim είχε λάβει μέρος και στις συζητήσεις των Ιεροσολύμων. Πάντως, είναι βέβαιο πλέον, πως η έννοια secular civilization (κοσμικός πολιτισμός), που καθορίσθηκε στα Ιεροσόλυμα απηχεί την αγγλοσαξωνική της καταγωγή. Η σημασία της ταυτίζεται απολύτως με αυτό που στην Αγγλία και την Αμερική, ακόμη από την εποχή της Secular Society εννοείτο σαν κοσμικότης! [ίσως είναι συνέχεια της αποικιοκρατικής κοσμιότητος, ένα κράμα εξωτερικής ηθικής και αποικιοκρατικής ανωτερότητος, που πλασσάρεται σήμερα σαν αριστοκρατικό ήθος, ένα ήθος αντίθετο της σοφίας των αρχαίων, των αρχαίων σοφών νομοθετών, που είχε σαν συνέπεια να ονομασθεί ο άνθρωπος Κύριος.]
Ανάμεσα στα εισαγωγικά κείμενα που μοιράστηκαν στους συμμετέχοντες στο συνέδριο των Ιεροσολύμων υπάρχει ένα άρθρο του αμερικανού Rufus M. Jones που φέρει τον τίτλο «κοσμικός πολιτισμός και το Χριστιανικό χρέος», και εκπλήσσει το γεγονός πως αυτό που ονομάζεται στο άρθρο κοσμικός πολιτισμός, στο σχήμα του συνεδρίου καταλαμβάνει μια σημαντική θέση στον πίνακα των αντιπάλων του Χριστιανισμού, δίπλα στο Ισλάμ, στον Βουδισμό, τον Ινδουισμό και τον Κομφουκιανισμό! «Κανένας μελετητής τών πιο σοβαρών προβλημάτων της ζωής δεν μπορεί να μην σημειώσει πως ο πιο μεγάλος αντίπαλος του Χριστιανισμού στον σημερινό κόσμο δεν είναι ο μωαμεθανισμός ή ο βουδισμός ή ο ινδουισμός ή ο κομφουκιανισμός, αλλά ένας τρόπος ζωής κοσμικός και μια κοσμική ερμηνεία τής φύσεως των πραγμάτων, που έχουν εξαπλωθεί σε όλον τον κόσμο». Και συμπληρώνει σε μια σημείωση: «Χρησιμοποιώ εδώ την λέξη “κοσμικό” για να δείξω έναν τρόπο ζωής και μια ερμηνεία της ζωής που αγκαλιάζουν μόνον την φυσική τάξη των πραγμάτων και δεν υπολογίζουν τον Θεό, ή μια κυριαρχία της πνευματικής πραγματικότητος, ουσιώδη για την ζωή ή την σκέψη». Εδώ αναγνωρίζεται αμέσως η αγγλοσαξωνική σημασία του όρου, που αναφέραμε.
Στην συνέχεια του άρθρου όμως χάνεται η ορμή της καταγγελίας και ο συγγραφεύς θέτει τόσες ερωτήσεις, όσες είναι και οι αποδείξεις του. Προσπαθεί να βολιδοσκοπήσει την κοσμικότητα σαν έναν τρόπο ζωής και να κατανοήσει τον εκκοσμικευμένο πλησίον του. Τον πιέζει και τον ενδιαφέρει όσο το δυνατόν λεπτομερέστερα, αυτό που κινεί τον κόσμο (what men and women live by). Και γι’ αυτό προσπαθεί να καταστήσει ιστορικά κατανοητή την καταγωγή της αβύσσου ανάμεσα στην Εκκλησία και τον κόσμο, και γι’ αυτό δίνει μεγάλη προσοχή στον ρόλο της επιστήμης σαν αντιπάλου και στις αξίες της ζωής σαν μη-χριστιανικά περιβάλλοντα, οι οποίες από πολλές απόψεις αξιολογούνται θετικά!
[Είναι φανερή ήδη η προσπάθεια να συμμαχήσουν ο εσωτερικός της καρδιάς άνθρωπος με τον εξωτερικό άνθρωπο της πτώσεως, να γίνει μια σύνθεση του Δαυίδ με τον Γολιάθ, χρησιμοποιώντας σαν μοντέλλο την Χριστολογία, η οποία μπορεί να χρησιμεύσει για την ένωση ασυγχύτως και αδιαιρέτως των δύο φύσεων τού ανθρώπου, τού κατά φύσιν και τού παρά φύσιν, του φύσει και θέσει, του νοητού κόσμου με τον φαινομενικό κόσμο, κάτι που πέτυχε η φαινομενολογία και ολοκλήρωσε ο υπαρξισμός, με όχημά του τον χρόνο. Του αγαθού με το πονηρό. Γι’ αυτό και ο Χριστός έχει μια ανθρωπότητα γυμνή σαν την δική μας, προσλαμβάνοντας και τα διαβλητά πάθη, και απορρίπτεται η Θεοτόκος, η οποία μας υποχρεώνει να δούμε την θεωμένη φύση του Κυρίου, από της συλλήψεώς Του. Η αγάπη στις σχέσεις της Αγίας Τριάδος, μας δίνει τον νέο τρόπο ζωής, που είναι η ανοχή της διαφορετικότητος, δηλαδή της αμαρτίας].
Για την τρέχουσα εικόνα του Θεού γράφει: «Μεγάλο μέρος της θρησκευτικής σκέψεως του παρελθόντος δημιούργησε, συνειδητά ή ασυνείδητα, μια ιδέα του Θεού σαν ενός όντος πάνω στον ουρανό και αυτή η παιδική στάση με την αναφορά της στον ουρανό κυριαρχεί μέχρι και σήμερα σέ μεγάλο μέρος της φρασεολογίας και της χριστιανικής σκέψης. Ο Θεός θεωρείται η «Μεγάλη Αιτία» των πραγμάτων, και δεν θα είναι πλέον εύκολο να πείσουμε την επιστημονική μας εποχή, εκτός και αν μάθουμε να ερμηνεύουμε τον Θεό μ’ έναν τέτοιο τρόπο ώστε να γίνει μια ζωντανή πραγματικότης με πολύ διαφορετικές λειτουργίες από εκείνες του «Αρχιτέκτονος» των πραγμάτων ή ενός «ξεκινητού» των κοσμικών κινήσεων. [Αυτές οι δύο έννοιες, η Μεγάλη Αιτία και ο ξεκινητής, περιέχονται στο όνομα του Πατρός, όπως το αποδίδει ο Γιανναράς. Αιτιώδης Αρχή.] Η εποχή μας είναι έτοιμη να ακούσει πιο ευγενικές ιδέες για τον Θεό, εάν κάποιος τις διαθέτει για να τις αναγγείλει». Και μια άλλη ιδέα, εξίσου σημαντική, λέει: «Το πιο αδύναμο σημείο του εξοπλισμού μας είναι η έλλειψη και η αδυναμία μας να ζήσουμε την χριστιανική ζωή για την οποία μιλούμε και κηρύττουμε».
Στην διάρκεια των συζητήσεων στην Ιερουσαλήμ, οι ιδέες του Jones συζητήθηκαν και δεν καταγγέλθηκαν. Μάλιστα αφιέρωσαν μια επιπλέον συνάντηση για να ολοκληρώσουν την συζήτηση. Μίλησαν ακόμη και για την μεγάλη επήρρεια αυτού του κοσμικού τρόπου ζωής (secular way of life), [που είναι το χάπι εντ, το αμερικάνικο όνειρο, το οποίο επέβαλλε παντού το Χόλλυγουντ] και σε χώρες πέραν της Δύσεως. Ο Εγγλέζος Oliver C. Quick, ολοκλήρωσε την ομιλία του, λέγοντας: «Η εμπειρία των μαθητών στον δρόμο προς τις Εμμαούς, που υποχρεώθηκαν να εγκαταλείψουν την παληά αλήθεια για να την ξαναβρούν μέσα σ’ ένα νέο φως, πρέπει να είναι αληθινή και ισχύουσα σε κάθε εποχή». Και ο Charles E. Raven συμπληρώνει: «Το πρόβλημά μας είναι να βρούμε με ποιο τρόπο ο Χριστιανισμός θα μπορούσε να βαπτίσει την νέα επιστήμη και την νέα κοινωνική τάξη με το πνεύμα του Χριστού. Είναι τόσο τρομερό αυτό το πρόβλημα που θα μας υποχρεώσει να χάσουμε την εμπιστοσύνη μας στους εαυτούς μας, αλλά ίσως κατορθώσουμε να απελευθερωθούμε από την αυτάρκειά μας που μας τυφλώνει μπρός στο μεγαλείο και στον τρόμο των χρόνων μας».
Από τότε το θέμα της εκκοσμικεύσεως συζητήθηκε πάντοτε μέσα στην Οικουμενική συζήτηση. Στην συνάντηση της Οξφόρδης του 1937, η οποία υπήρξε παγκόσμια και είχε τον τίτλο Ζωή και Εργασία, ακούγονται λόγια σαν αυτά: Το κύριο χαρακτηριστικό του κόσμου μας είναι η γενική εκκοσμίκευση της ζωής και της σκέψης. Το 1959 το θέμα συζητήθηκε στην συνάντηση των Ευρωπαϊκών Εκκλησιών στο Nyborg, όπου μίλησαν για την συνάντηση ανάμεσα στην Χριστιανική πίστη [ποια άραγε; Και η ειδωλολατρία πίστη είναι] και την μοντέρνα τεχνολογική κοινωνία και για το τέλος της εποχής του Κωνσταντίνου.
Η σημασία της κοσμικότητος [ένα θέμα που κυριαρχεί και στην νεορθοδοξία, όπου σαν σκοπός της Εκκλησίας είναι πλέον η σωτηρία του κόσμου, εφόσον αυτή είναι ήδη σωσμένη] συζητήθηκε και στο Bossey, τον ίδιο χρόνο, όπως και της εκκοσμικεύσεως που συζητήθηκε στην παγκόσμια διάσκεψη γύρω από τα θέματα και τα προβλήματα της Εκκλησίας και της κοινωνίας, που έλαβε χώρα το 1966, στην Γενεύη.
Συνεχίζεται
1 σχόλιο:
Λέει ο Χριστός: "Εν τώ κόσμω τούτω θλίψιν έξετε... Αλλά θαρσείτε, εγώ νενίκηκα τον κόσμον"... Δεν λέει, εν τω κόσμω τούτω χαράν έξετε, το αμερικάνικο δηλ. όνειρο...
Δημοσίευση σχολίου