Παρασκευή 17 Αυγούστου 2018

HANS URS VON BALTHASAR--ΘΕΟΛΟΓΙΚΗ (THEO-LOGIK) (35)- Η νέα αίρεση. Η οικονομία τού Αγίου Πνεύματος.

Συνέχεια από Τρίτη, 12 Ιουνίου 2018
                                          
                                  HANS URS VON BALTHASAR
                                     ΘΕΟΛΟΓΙΚΗ  (THEOLOGIK)
                                                 Τρίτος Τόμος
             ΤΟ ΠΝΕΥΜΑ ΤΗΣ ΑΛΗΘΕΙΑΣ  (DER GEIST DER WAHRHEIT)
        (Οι δύο προηγούμενοι τόμοι: 1) Αλήθεια τού κόσμου (Wahrheit der Welt), 2)    Αλήθεια τού Θεού (Wahrheit Gottes) )
                                                      Johannes Verlag, 1987

                                            3.  Η ΚΟΙΝΗ ΔΡΑΣΗ ΤΗΣ ΔΥΑΔΑΣ
                                   γ)  Συγκεκριμένα και γενικά (καθολικά…)
                                                             ( συνέχεια )

Eίμαστε καλά ή τόχουμε χαμένο;
     3.  Ένα τρίτο σημείο μπορεί να προστεθή εδώ, που μας επιστρέφει στην αρχή τής όλης τριλογίας (Trilogie). Ενώ ο Χριστός παρουσιάζεται στην πίστη ως μια αδιαίρετη και γι’ αυτό αξιόπιστη μορφή (ακόμα και στην ολοκλήρωση τής αμορφίας του στον Σταυρό), το Πνεύμα, δίνει ωστόσο τη δύναμη να αντιληφθούν οι πιστοί την αποκάλυψη τού Θεού ως μιαν ενιαία, οργανικά διαφοροποιημένη μορφή. Και μάλιστα, όχι απ’ την απόσταση ενός ψυχρού παρατηρητή, αλλά συμμετέχοντας στην ίδιαν τη μορφή, που η ‘συμφωνία’ της μπορεί να γίνη μόνον από μέσα γνωστή και να σταθμισθή. Έτσι λύνεται πλέον το παράδοξο (Paradox), ότι ο Σταυρός βρίσκεται ακριβώς στο κέντρο τής προνοημένης και περαιωμένης μορφής ως «συντριβή τής μορφής», γιατί καταλαβαίνει από μέσα ο παρατηρητής, ότι μένει ακατανόητη, άνευ μάλιστα σημασίας, χωρίς την προΰπαρξη τού Σταυρού η μορφή τού Χριστού, ότι ζη γι’ αυτήν (προς αυτήν…) την ώρα ο Ιησούς, ότι έχει μάλιστα γεννηθή γι’ αυτήν, κι ότι προέρχεται και ολόκληρη η δράση του ως Αναστάντος από εκεί.[ Η γνωστή ποταπή θεολογία τού λύτρου]                     ((Ένας διασπασμένος, διανοητικός κόσμος… Κι όταν προσπαθή να ενώση, διανοητικά πάλι, τα κομμάτια, καταλήγει αναπόφευκτα στις ‘ασχήμιες’ μιας υπερήφανης, ‘ανθρώπινης’ λογικής… )) . Κι αν η θεολογία τού Παύλου για τη «θέα τής μορφής», φαινόταν κατ’ αρχάς περισσότερο ‘περιφερειακή’ (peripher) καθίσταται, με την εσωτερική θέα που παρέχει το Πνεύμα, κεντρική, καθώς προστίθεται τώρα, δίπλα στην «αισθητική» (Aesthetik), και όλη η «θεο-δραματική» (Theodramatik) στη συνολική χριστιανική εμπειρία: ο κοσμο-ιστορικός αγώνας ανάμεσα στην ατελεύτητη (άπειρη, απέραντη…) ελευθερία, που είναι το Καλό, και την πεπερασμένη, που μπορεί να διαλέξη ανάμεσα στο καλό και το κακό   (( μπορεί;… )) , συνοψίζεται στον Σταυρό και την «άλλη του όψη», την κάθοδο στον Άδη. Για να φανερωθή σ’ αυτήν τη ‘συμπύκνωση’ το Τρίτο, η «λογική» (Logik) τελικά, σύμφωνα με την οποία μπορεί να χαρακτηρισθή ως «η Αλήθεια» η μορφή τού Ιησού.
      Γίνεται επίσης σαφές, γιατί έπρεπε να συμβή μια ‘αναστροφή’ (‘αντιστροφή’…) στην οικονομική απέναντι στην ενυπάρχουσα Τριάδα: μόνο για να γίνη δούλος ο Κύριος. Δεν ταιριάζει στο Πνεύμα τού υπάκουου δούλου το να συμπεριφέρεται ως ο Κύριος πάνω στο Πνεύμα· εφ’ όσον «παρακαταθέτει» στον Πατέρα τη «θεϊκή του μορφή» και «κενούται παραλαμβάνοντας τη μορφή τού δούλου» ο Υιός, φανερώνει με την αγαπητική του απάντηση προς τον Πατέρα την αιωνίως προΰπάρχουσα ετοιμότητά του απέναντί του, εκείνη τη στάση, που αρμόζει στο καθαρό δημιούργημα, αλλά βρίσκεται ήδη αρχετυπικά στον αιώνιο Υιό, έτσι ώστε να μπορέση «να αναλάβη», χωρίς να αλλάξη η θεϊκή του ύπαρξη, «την παρομοιότητα (ή ομοιότητα) προς τον άνθρωπο, και να συμπεριφερθή όπως ένας άνθρωπος, ταπεινούμενος (υποβιβαζόμενος!...)», και «υπάκουος μέχρι θανάτου, θανάτου δε Σταυρού» (Φιλ. 2, 6-8). Αλλά και το Πνεύμα, που το έχει ανέκαθεν στον εαυτό του και το εκπορεύει (ausgehen), δεν χρειάζεται να αλλάξη, εφ’ όσον παραμένει το Πνεύμα τής πλήρους ετοιμότητας προς τον Πατέρα μέσα σ’ Αυτόν (τον Υιό…), και τον φέρει ταυτόχρονα, ως το καθοδηγητικό Πνεύμα τού Πατρός, στην ανθρώπινή του μορφή, αιωρούμενο υπεράνω του από τη Βάπτιση, ώστε να τον καταστήση, ως τον ύψιστο των Προφητών, για όλην του την ζωή υποδοχέα τής καθοδήγησης του Πατρός     (( Τερατουργήματα, και ύβρεις και βλασφημίες… )) . Ως άνθρωπος γίνεται αυτό που είναι πάντοτε ως Θεός ο Υιός, γίνεται αυτός που ‘υποδέχεται’ (‘αποδέχεται’…) ως τον Λόγο τού Θεού τον εαυτό του, και «μαρτυρά, αυτό που είδε και που άκουσε» (Ιωάν. 5, 32)   (( Άλλα αντί άλλων… )) , ενώ μπορεί και διατηρεί  ταυτόχρονα την υπεροχή (την κυρίαρχη εξουσία…) τού αιωνίως εκφερομένου απ’ τον Πατέρα Λόγου: αυτο-υποδοχή (ή αποδοχή…) ως αυτο-είναι (ή αυθ-ύπαρξη…)· αυτο-υποδέχεται αυτό που αυτο-είναι.
      Καθώς γίνεται άνθρωπος ο αιώνιος Υιός, λαμβάνει (αποδέχεται…) ο αναλλοίωτος (άτρεπτος…) Υιός τού Θεού, την «άλλη», «αλλασσόμενη» (τρεπτή…) μορφή τού ανθρώπου, και «αλλάζει» αναγκαστικά και η (αναλλοίωτη) σχέση του προς το Άγιο Πνεύμα   (( Είπαμε: δεν πιστεύουν! «Κουτάκια» στο μυαλό τους, με τα οποία επιχειρούν να ‘τακτοποιήσουν’ τα της αρρήτου Αγίας Τριάδος, θανατώνοντας τις ψυχές… )) , που ήταν ανέκαθεν το Πνεύμα επίσης τής αγαπητικής του απάντησης προς τον Πατέρα, λόγω τής οποίας ή με την οποία και παρουσιάζεται στον άνθρωπο-Χριστό – και μάλιστα σε κείνον που αναπληρώνει τις αμαρτίες – η ετοιμότητα, να ανταποκριθή μέχρι τα άκρα στην πατρική καθοδήγηση. Μπορούμε έτσι να ξαναπούμε, πως η συζητούμενη εδώ ‘αντιστροφή’, που βασίζεται στην «υπακοή» τού Υιού «μέχρι τον σταυρικό θάνατο», ‘επιτρέπει’ και στο Άγιο Πνεύμα να έχη μιαν τρόπον τινά κοινήν εμπειρία (συν-εμπειρία…) με την εμπειρία τού δημιουργήματος απέναντι στον Θεό: δεν είναι δηλ. απλώς και μόνον ένας «εξωτερικός» μάρτυρας των πράξεων και των παθών τού Ιησού πάνω στη γη το Άγιο Πνεύμα (που είναι και ‘μάρτυρας’), αλλά είναι ταυτόχρονα εκείνο που αποκτά, ως «Πνεύμα Χριστού» (Ρωμ. 8, 9), ένα είδος εσωτερικής εμπειρίας τών πράξεων και των παθών Του   (( Γράφει ο απόστολος Παύλος: «…οι γαρ κατά σάρκα όντες τα της σαρκός φρονούσιν, οι δε κατά πνεύμα τα του πνεύματος. το γαρ φρόνημα της σαρκός θάνατος, το δε φρόνημα του πνεύματος ζωή και ειρήνη· διότι το φρόνημα της σαρκός έχθρα εις Θεόν· τω γαρ νόμω τού Θεού ουχ υποτάσσεται· ουδέ γαρ δύναται· οι δε εν σαρκί όντες Θεώ αρέσαι ου δύνανται. υμείς δε ουκ εστέ εν σαρκί, αλλ’ εν πνεύματι, είπερ Πνεύμα Θεού οικεί εν υμίν. ει δε τις Πνεύμα Χριστού ουκ έχει, ούτος ουκ έστιν αυτού. ει δε Χριστός εν υμίν, το μεν σώμα νεκρόν δι’ αμαρτίαν, το δε πνεύμα ζωή δια δικαιοσύνην. ει δε το Πνεύμα του εγείραντος Ιησούν εκ νεκρών οικεί εν υμίν, ο εγείρας τον Χριστόν εκ νεκρών ζωοποιήσει και τα θνητά σώματα υμών δια το ενοικούν αυτού Πνεύμα εν υμίν»  -  Όπως βλέπουμε, δεν μελετώνται οι Γραφές προς σωτηρίαν, αλλά προς επικύρωσιν, με ‘αρπαγές’ λέξεων εδώ κι εκεί, μιας επίμονης αίρεσης… )) . Δεν είναι μόνον το Πνεύμα, που «εξερευνά τα βάθη τής θεότητας», αλλά είναι τώρα, ως το Πνεύμα επίσης τού Υιού, που ‘καταμετρά’ «τα βάθη τού κόσμου» μέχρι τα «κατώτερα της γης» (“katotera tes ges”), ο τελικός σταθμός τής ανθρώπινης ύπαρξης: «ο θάνατος που ακολουθείται απ’ τον Άδη» (Αποκ. 6, 8)   (( ! )) .
      Έτσι ‘εμφυσάται’ και ο Ιησούς Χριστός στην Εκκλησία: όχι σαν κάποιος που στέκεται ‘ανύποπτος’ απέναντι στην ανθρώπινη μοίρα   (( Κύριε ελέησον! … )) , αλλ’ ως το Πνεύμα, που γνωρίζει και εσωτερικά στον Ιησού ποια θα είναι από ’δώ και πέρα η εκκλησιαστική μαρτυρία (martyrion) για τον Ιησού: «Θα μαρτυρήση για μένα, και θα μαρτυρήσετε και εσείς» (Ιωάν. 15, 26-27)   (( «… όταν δε έλθη ο παράκλητος όν εγώ πέμψω υμίν παρά τού πατρός, το Πνεύμα τής αληθείας ό παρά τού πατρός εκπορεύεται, εκείνος μαρτυρήσει περί εμού· και υμείς δε μαρτυρείτε, ότι απ’ αρχής μετ’ εμού εστε» - Εδώ είναι και η ‘απάντηση’ για το δήθεν “filioque – και εκ του Υιού», εφ’ όσον είναι άλλο το «πέμψω» και άλλο το «εκπορεύεται» … )) , και μπορούν να συμβαδίζουν πλέον, να είναι μάλιστα ενωμένες οι δυό μαρτυρίες.
      Και ‘ανοίγεται’ τώρα το αντικείμενο του μεθεπόμενου κεντρικού κεφαλαίου μπροστά μας: το Πνεύμα και η Εκκλησία, ένα αντικείμενο με απίστευτα πολλές ‘απόψεις’. Υπάρχει ωστόσο ένα ακόμα ‘θέμα’ που πρέπει να προηγηθή, και που δεν μπορούμε πια να το παραθεωρήσουμε, καθώς είναι μάλιστα, μετά από όσα είπαμε, επείγον: Κατά πόσον μπορεί να ονομασθή δηλ., με την έννοια που περιγράψαμε,  ως Πνεύμα τού Ιησού το Άγιο Πνεύμα; Πρόκειται για το ερώτημα (ακριβώς…) τού Filioque.
      
( συνεχίζεται με το επόμενο κεφάλαιο: Περί τού Filioque )

Δεν υπάρχουν σχόλια: