Υπάρχει λύση για την Ελλάδα, παρά την οδυνηρή της κατάσταση, η οποία όμως προϋποθέτει τη ριζική αλλαγή νοοτροπίας της κοινωνίας, καθώς επίσης την εξαφάνιση του υπάρχοντος πολιτικού συστήματος – με την ταυτόχρονη παραδειγματική τιμωρία τουλάχιστον όλων αυτών των μελών των κυβερνήσεων που συνέβαλλαν στην καταστροφή.
«Εάν δεν εκμεταλλευθούμε έγκαιρα τις γεωπολιτικές συγκυρίες (ανάλυση), καθώς επίσης εάν δεν αντιδράσουμε όλοι μαζί ως ομάδα, τότε το Έθνος μας θα μετατραπεί σε μία μαύρη τρύπα στο χάρτη – σε μία πολυπολιτισμική περιοχή που οι ιθαγενείς θα αποτελούν μία εξαθλιωμένη μειονότητα που δεν θα έχει καμία σχέση με τη σημερινή”.
Ανάλυση
Τα νούμερα είναι κουραστικά – περισσότερο για αυτούς που τα αναζητούν προσεκτικά παραθέτοντας τα λεπτομερώς με τις πηγές τους και λιγότερο για εκείνους που απλά τα διαβάζουν. Χωρίς κούραση όμως δεν αποκτάται σαφής γνώση και χωρίς σαφή γνώση δεν επιτρέπεται να εκφράζει κανείς άποψη – πόσο μάλλον να ψηφίζει αυτούς που θα διαχειριστούν το μέλλον της πατρίδας του και των παιδιών του, τα οποία σήμερα εγκαταλείπουν μαζικά την Ελλάδα, συμβάλλοντας χωρίς φυσικά να το θέλουν στην «αποτέφρωση» της.
Στα πλαίσια αυτά, η Ελλάδα έχει εισπράξει 245,7 δις € από την Ευρώπη και 32,1 δις € από το ΔΝΤ – συνολικά 277,8 δις €, τα οποία στο συντριπτικά μεγαλύτερο μέρος τους οδηγήθηκαν στην εξυπηρέτηση παλαιών δανείων. Σήμερα το δημόσιο χρέος της είναι 345,4 δις € (30.06, πηγή), συν τα 15 δις € της τελευταίας δόσης, οπότε 360,4 δις € – απέναντι σε ένα ΑΕΠ στα τέλη του 2017 ύψους 177,7 δις € σε τρέχουσες τιμές (πηγή). Επομένως είναι στο 202,4% του ΑΕΠ μαζί με τα ταμειακά διαθέσιμα (μαξιλάρι) – τα οποία ασφαλώς αποτελούν χρέος.
Η μέση ωρίμανση του χρέους στις 30.06.18 ήταν 18,2 έτη (πηγή), ενώ το ετήσιο μέσο σταθμικό επιτόκιο σε ταμειακή βάση 1,67% (πηγή) – με το 83% να προέρχεται από τον επίσημο τομέα (Τρόικα, άρα εδώ 286,68 δις €) και το 17% από τον ιδιωτικό τομέα (πηγή). Το κόστος εξυπηρέτησης του χρέους (=τόκοι) πριν τη συμφωνία της 21ης Ιουνίου ήταν στα 110,7 δις €, ενώ μετά τη συμφωνία επιμήκυνσης μέρους του ανήλθε στα 123,7 δις € σύμφωνα με υπολογισμούς (άρα το δημόσιο χρέος μαζί με τους σημερινούς προϋπολογισθέντες τόκους είναι στα 484,1 δις €, αφού αυτά θα πληρώσουμε το λιγότερο στο μέλλον, πηγή) – οπότε ασφαλώς δεν μειώθηκε αλλά, αντίθετα, αυξήθηκε κατά 13 δις € από τη συμφωνία του Ιουνίου, με την προϋπόθεση πως η κυβέρνηση θα εξοφλήσει τα 3,3 δις € εντός του 2018 στο ΔΝΤ, θα εισπράξει τα 4,5 δις € από την ΕΚΤ και τα επιτόκια θα παραμείνουν σταθερά (κάτι που είναι αδύνατον, αφού ο δανεισμός από τις αγορές για την ανακύκλωση του χρέους θα έχει πολύ υψηλότερα επιτόκια).
Το χρονοδιάγραμμα της λήξης του χρέους τώρα ανά πιστωτή και συνολικά φαίνεται στο γράφημα που ακολουθεί – σημειώνοντας πως οι συμφωνίες επαναγοράς (repos, περί τα 25 δις € στην πρώτη στήλη με πράσινο) σε ετήσια βάση διαμορφώνονται στα 550 δις € στον προϋπολογισμό του 2018 (σελ. 63, πηγή), κάτι που ασφαλώς δεν είναι καθόλου φυσιολογικό και οφείλει να ερευνηθεί από την Τράπεζα της Ελλάδας ή από τη Δικαιοσύνη. Οι τόκοι προβλεπόταν στα 6,6 δις € το 2018 (σελ. 56) ή στο 3,6% του ΑΕΠ – οπότε καλύπτονται από την υποχρέωση πρωτογενών πλεονασμάτων 3,5% έως το 2022.
Περαιτέρω, σημειώνοντας πως τα 6,6 δις € των τόκων οδηγούνται σχεδόν στο σύνολο τους στο εξωτερικό, αφού οι δανειστές μας είναι ξένοι, οπότε η οικονομία μας που ήδη πάσχει από έλλειψη ρευστότητας αιμορραγεί ακατάπαυστα, το θέμα μας είναι πώς θα χρηματοδοτούνται αυτά τα ποσά – οι δόσεις δηλαδή (χρεολύσια), οι οποίες κυμαίνονται από 5 δις € έως 12 δις € ετήσια (το 2019 λίγο υψηλότερες), με τα δεδομένα του γραφήματος.
Επίσης πώς θα πληρώνουμε τους υψηλότερους τόκους που θα προκύψουν από την έξοδο μας στις αγορές – επιτυγχάνοντας ταυτόχρονα να αυξήσουμε το ρυθμό ανάπτυξης μας παραπάνω από το επιτόκιο που θα μας προσφέρουν οι αγορές για να μην είναι ανοδικό το χρέος μας, εάν υποθέσουμε πως οι εταιρείες αξιολόγησης θα μας δώσουν την πιστοληπτική βαθμίδα που χρειαζόμαστε (στις 21.07 είμαστε στο Β+ από την S&P, δηλαδή 4 βαθμίδες κάτω, ενώ στο Β3 από τη Moody‘s, δηλαδή 6 βαθμίδες κάτω – πηγή). Διαθέτουμε βέβαια στα ταμεία του κράτους περί τα 24 δις € κατά την κυβέρνηση (μαξιλάρι), τα οποία μας φτάνουν για να πληρώσουμε τα χρεολύσια (δόσεις) ενδεχομένως έως και το 2020 – εάν τα υπόλοιπα του 2018 προς εξόφληση είναι της τάξης των 7 δις €.
Η ανάπτυξη
Το σημαντικότερο όμως δεν είναι ο δανεισμός μας από τις αγορές, με βάση τα κουραστικά νούμερα που αναφέραμε (με την υπόθεση πως δεν θα μεσολαβήσει ένα παγκόσμιο κραχ ή μία ιταλική τραγωδία, κάτι μάλλον απίθανο να μη συμβεί), αλλά το εάν θα διενεργηθούν επενδύσεις από τους Έλληνες και τους ξένους (οι ιδιωτικοποιήσεις δεν είναι επενδύσεις, πόσο μάλλον στις εξευτελιστικές τιμές που εξαγοράζονται οι δημόσιες επιχειρήσεις μας, όπως τα αεροδρόμια ή ο ΟΠΑΠ) – αφού χωρίς επενδύσεις είναι αδύνατον να αυξηθεί το ΑΕΠ και να γίνει κάπως βιώσιμο το χρέος, τουλάχιστον έως το 2032. Θωρούμε δε πως εφόσον δεν επενδύσουν οι Έλληνες πρώτοι, δεν θα ακολουθήσουν οι ξένοι – εκτός από τις ευκαιριακές κερδοσκοπικές τοποθετήσεις με στόχο το άμεσο κέρδος.
Στα πλαίσια αυτά, οι επενδυτές θα συγκρίνουν εν πρώτοις την κατάσταση της Ελλάδας το 2010 που ξεκίνησαν τα μνημόνια με το 2018 – διαπιστώνοντας πως το δημόσιο χρέος στα τέλη του 2010 ήταν στο 148,3% του ΑΕΠ ή στα 329,5 δις € (πηγή), απέναντι σε ένα ΑΕΠ 222,15 δις €, ενώ σήμερα είναι στα 202,4% του ΑΕΠ ή στα 360,4 δις € μαζί με τα ταμειακά διαθέσιμα, απέναντι σε ένα ΑΕΠ 177,7 δις € (44,45 δις € χαμηλότερο). Παρά το PSI, το οποίο εμείς τουλάχιστον θεωρούμε ως έγκλημα – έχοντας το φυσικά τεκμηριώσει (ανάλυση).
Θα διαπιστώσουν βέβαια πως τόσο το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών, όσο και ο προϋπολογισμός έχουν πια σχεδόν ισοσκελισθεί, ενώ προηγουμένως είχαν θηριώδη ελλείμματα, αλλά ο τρόπος που επιτεύχθηκαν ασφαλώς δεν θα τους ικανοποιήσει – αφού δεν ήταν το αποτέλεσμα της ανάπτυξης, αλλά της εξαθλίωσης του πληθυσμού μέσω των υπερβολικών φόρων και των μειώσεων των δαπανών (ειδικά των δημοσίων επενδύσεων).
Αυτό που θα τους επηρεάσει αρνητικά όμως δεν είναι το ότι η Ελλάδα ως κράτος ήταν και είναι χρεοκοπημένο, μετά την πιο αποτυχημένη διάσωση όλων των εποχών, αλλά πως ο ιδιωτικός τομέας (τράπεζες, επιχειρήσεις και νοικοκυριά) έχει επί πλέονχρεοκοπήσει, όταν τότε ήταν ακόμη σχετικά υγιής – μεταξύ άλλων πως το διαθέσιμο κατά κεφαλήν εισόδημα των νοικοκυριών, από το οποίο εξαρτάται η κατανάλωση (ο βασικότερος συντελεστής του ΑΕΠ), οπότε οι επενδύσεις, έχει μειωθεί σχεδόν κατά 28% το 2015 σε σχέση με το 2007, όταν στις υπόλοιπες χώρες του ΟΟΣΑ αυξήθηκε κατά 8,1% (οπότε η απόσταση εκτοξεύθηκε στο 36,1%). Μόνο το κόκκινο (=μη εξυπηρετούμενο) ιδιωτικό χρέος έχει υπερβεί πλέον τα 230 δις € από αμελητέο προηγουμένως – ενώ, εάν προσθέσουμε ως οφείλουμε τα επισφαλή δάνεια των επιχειρήσεων μεταξύ τους, η όλη εικόνα θα σκοτεινιάσει ακόμη περισσότερο.
Έχοντας ήδη αναφερθεί στα υπόλοιπα καταστροφικά μεγέθη της ελληνικής οικονομίας (ανάλυση), θεωρούμε απίθανο να προβούν σε πραγματικές επενδύσεις οι Έλληνες – όταν η εγχώρια ζήτηση έχει καταρρεύσει χωρίς καμία προοπτική καλυτέρευσης με τις δεσμεύσεις που έχει αναλάβει η κυβέρνηση (τεσσαρακονταετές μνημόνιο), οι εξαγωγές συνεχίζουν να είναι χαμηλότερες από τις εισαγωγές, η όποια βελτίωση της ανταγωνιστικότητας προήλθε αποκλειστικά και μόνο από τη μείωση των μισθών, ο σχηματισμός παγίου κεφαλαίου προμηνύει μεγάλες «φυσικές» καταστροφές κοκ.
Εκτός αυτού έχει χρεοκοπήσει το υφιστάμενο πολιτικό σύστημα, μαζί με τους θεσμούς του, συνεχίζοντας να διατηρεί την ίδια νοοτροπία: το κομματικό-πελατειακό κράτος που απομυζεί αχόρταγα τον ιδιωτικό τομέα, χωρίς να παράγει τίποτα και χωρίς να στηρίζει την υγιή επιχειρηματικότητα, με ένα ορθολογικό επιχειρηματικό και φορολογικό πλαίσιο – έχοντας διαφθείρει επί πλέον ολόκληρη την κοινωνία σε πολύ μεγάλο βαθμό.
Ως εκ τούτου, εάν η αξιωματική αντιπολίτευση που συνέβαλλε τα μέγιστα στην καταστροφή μέσω των μνημονίων διαδεχθεί τη σημερινή κυβέρνηση, εφαρμόζοντας δήθεν ένα άλλο οικονομικό μείγμα εντός της πολιτικής των μνημονίων που στηρίζει ανεπιφύλακτα, η κατάρρευση θα συνεχιστεί – ενώ η ίδια η κοινωνία που ψηφίζει τις κυβερνήσεις δεν έχει αλλάξει σχεδόν καθόλου νοοτροπία, παρά την οδυνηρή τραγωδία που βιώνει τα τελευταία δέκα χρόνια.
Πόσο μάλλον όταν η σημερινή κυβέρνηση, χάνοντας ενδεχομένως τις εκλογές, θα επιδοθεί στον πόλεμο των δρόμων – ενώ η ευρύτερη πολιτική αστάθεια θα συνεχιστεί, με επόμενο σταθμό την εκλογή του προέδρου της Δημοκρατίας το 2020 (γεγονός που γνωρίζουν οι δυνάμεις κατοχής της Ελλάδας, επιθυμώντας τη συγκυβέρνηση της ΝΔ με το ΣΥΡΙΖΑ). Επομένως δεν πρόκειται να επενδύσει κανένας Έλληνας και κανένας ξένος, αφού δεν σκέφτονται διαφορετικά – ενώ γνωρίζουν πολύ καλά τι σημαίνουν τα διπλανά γραφήματα (εξέλιξη του ΑΕΠ από το 1995, εξέλιξη σχηματισμού καθαρού παγίου κεφαλαίου, εξέλιξη εγχώριου τραπεζικού δανεισμού ανά δανειολήπτη).
Επίλογος
Εν τούτοις υπάρχει λύση για την Ελλάδα, παρά την οδυνηρή της κατάσταση, όπως συμβαίνει πάντοτε – η οποία όμως προϋποθέτει τη ριζική αλλαγή νοοτροπίας της κοινωνίας, καθώς επίσης την εξαφάνιση του υπάρχοντος πολιτικού συστήματος, με την ταυτόχρονη παραδειγματική τιμωρία τουλάχιστον όλων αυτών των μελών των κυβερνήσεων που συνέβαλλαν στην καταστροφή (πρόεδροι Δημοκρατίας, πρωθυπουργοί, υπουργοί και υφυπουργοί).
Μόνο έτσι θα μπορούσε να επιδιωχθεί η κατάργηση των παράνομων, αποικιοκρατικών και αντισυνταγματικών όρων των δανειακών συμβάσεων, καθώς επίσης των ανασταλτικών για την οικονομία δεσμεύσεων των μνημονίων– με την διεκδίκηση αποζημίωσης για τις τεράστιες καταστροφές που προκάλεσε η Τρόικα στην Ελλάδα, ύψους άνω του 1 τρις €.
Μόνο με τον τρόπο αυτό και με ένα καθαρά ελληνικό σχέδιο (ανάλυση) θα μπορούσε να αποκατασταθεί η χαμένη εμπιστοσύνη των Πολιτών προς την Πολιτεία, να υιοθετηθούν οι πραγματικά αναγκαίες διαρθρωτικές αλλαγές και να εφαρμοσθεί ένα δίκαιο, ανταγωνιστικό στην περιοχή μας φορολογικό σύστημα – οπότε να επιστρέψουν τα 120 δις € των καταθέσεων των Ελλήνων που διέφυγαν στο εξωτερικό και να χρηματοδοτηθεί η βιώσιμη ανάπτυξη της οικονομίας μας. Διαφορετικά η Ελλάδα θα αναπτυχθεί μεν κάποια στιγμή, αλλά όχι για τους Έλληνες – αφού θα αλλάξει ιδιοκτησία, με τους νέους ιδιοκτήτες να έχουν πάρει ήδη θέσεις, όπως φαίνεται από την υφαρπαγή των περιουσιακών μας στοιχείων σε εξευτελιστικές τιμές.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου