Σάββατο 3 Οκτωβρίου 2020

αὐταπάτες

«μια απλή μελέτη του έργου της νεοελληνικής διανόησης είναι ικανή να καταδείξει ότι η Ορθόδοξη θεολογία έχει διαποτίσει το σύγχρονο πολιτισμό των νεοελλήνων μόνο και μόνο από τους όρους και τις λέξεις που χρησιμοποιούνται

Στὴν πραγματικότητα, μόνο οἱ ὅροι καὶ οἱ λέξεις ποὺ χρησιμοποιοῦνται εἶναι ὀρθόδοξοι. Ἀλλὰ εἶναι βαλμένοι σὲ ἄσχετα, σουρεαλιστικὰ καὶ μή, ποιήματα καὶ περιστάσεις. Ἡ ἀλήθεια εἶναι ὅτι λαὸς καὶ Κολωνάκι εἶναι «ἀκατήχητοι» (δὲν ἐννοῶ τὸ γνωστὸ κατηχητικό), ὅτι δὲν ἔχουν διαβάσει τίποτε πέρα ἀπὸ κάτι ὕμνους, καὶ βέβαια δὲν πατᾶν τὸ πόδι στὴν κορωνο-ἐκκλησία. Στὶς δὲ ἐκκλησίες, ἡ βαρεμάρα στὸ κήρυγμα πάει σύννεφο καὶ ἡ κοινοτοπία εἶναι κοινὸς τόπος -ἂν κἂν γίνεται κήρυγμα στὰ γρήγορα μὴν τυχὸν καὶ βαρεθεῖ ὁ κόσμος καὶ κλάψει τὸ μωρὸ ποὺ περιμένει γιὰ θεία κοινωνία, καὶ ἔχουμε καὶ καφὲ μετά. Βέβαια, οἱ πολίτες εἶναι ἱκανοὶ νὰ ἔχουν ἄποψη γιὰ τὰ πάντα, ἀλλὰ μὴν τοὺς ζαλίσουμε μὲ ὑψηλὰ νοήματα γιατὶ θὰ πλαντάξουν, καὶ ἔτσι ἂς τοὺς κουράσουμε μὲ τὰ ἴδια καὶ τὰ ἴδια. Διαβάστε -ἀντίθετα- μιὰ ὁμιλία τοῦ Χρυσοστόμου, μὲ ἀργὸ ρυθμό, καὶ δεῖτε πόση ὥρα τοὺς μίλαγε τὶς Κυριακές, γιὰ νὰ συγκρίνετε. Ὁπότε, ἁρπάζουν οἱ ποιητὲς μιὰ λέξη ἢ φράση «σοῦπερ οὐάου» ἀπὸ κανὰ τροπάρι, καὶ νά, χαρά, οἱ τῆς Ἐκκλησίας γιὰ τὸ μπόλιασμα τοῦ νεοελληνικοῦ πολιτισμοῦ. Μὴ θυμηθοῦμε τώρα καὶ τὸ συναμφότερον τοῦ Ζουράρι βραδιάτικα, καὶ πάρουμε μαλόξ.

Ἀπὸ τὴν ἄλλη μεριά, τῶν ἀντιχριστιανῶν, τὸ κωμικὸ μὲ ὅσους μὲ αὐταρέσκεια θεωροῦν τὰ δημοτικὰ ποιήματα ὡς ἀπόδειξη ὅτι ὁ λαὸς δὲν ἐκχριστιανίστηκε «σὲ βάθος (καὶ παραμένει εἰδωλολάτρης)» εἶναι ὅτι ξεχνᾶν πὼς ἀπὸ τὴν ἀρχὴ τῆς Τουρκοκρατίας καὶ μετὰ ἡ κατήχηση τῶν Χριστιανῶν οὐσιαστικὰ ἐγκαταλείφθηκε λόγῳ διωγμῶν, φτώχειας ἢ ἀγραμματοσύνης. Τὰ δημοτικὰ τραγούδια ἐκφράζουν μιὰ κατάσταση 500 χρόνων ἀποχριστιανισμοῦ διὰ τῆς βίας, κι ὄχι ἐθελούσια, ὄχι «τὴν αὐθεντικὴ ψυχὴ τοῦ λαοῦ». Εἶναι ἡ ἐποχὴ ὅπου κάθε τὶ λόγιο, καὶ χριστιανικὸ λόγιο, εἶναι ἀδύνατο νὰ εὐδοκιμήσει. Εἶναι σὰν νὰ λέγαμε στὰ 1700 ὅτι ἡ φυσικὴ ροπὴ τῆς «ψυχῆς τῶν Ἑλλήνων» εἶναι ἡ ἀγάπη γιὰ τὴν ἀγραμματοσύνη ἐπειδὴ δὲν ὑπῆρχαν σχολεῖα. Βέβαια, καὶ μετὰ τὸ 1821, οἱ Κοραϊστὲς κατέστρεψαν τὴν Ἐκκλησία μὲ τὰ προτεσταντικὰ κηρύγματά τους τύπου σαβουὰρ βίβρ. Ἄρα, ἔχουμε ἕνα λαὸ ἀκατήχητο, ποὺ ἐνῶ εἶχε ἕνα ἐπίπεδο στὸ 1.000-1.100 (τὸ ἀνώτερο πανευρωπαϊκά, σίγουρα), ἔμαθε νὰ ζῆ σὲ ἕνα ἰσλαμικὸ περιβάλλον μὲ χαρέμια (ζωικὸ-παγανιστικὸ κατάλοιπο), παλουκώματα καὶ ἄλλα τέτοια ἐκπολιτιστικά, καὶ ἔμπρακτη (ὄχι ρητή) ἀπαγόρευση τῆς «κατήχησης».

chronographiae

Δεν υπάρχουν σχόλια: