Συκοφαντία – Βλασφημία
Ἀπὸ τὸ βιβλίο
τοῦ Ἀρχιμ. Ἱεροθέου Βλάχου
(νῦν Μητρ. Ναυπάκτου)
«Ὀσμὴ Γνώσεως»
Ἐκδόσεις «Τέρτιος»,
Κατερίνη 1985, σελ. 131-133
τοῦ Ἀρχιμ. Ἱεροθέου Βλάχου
(νῦν Μητρ. Ναυπάκτου)
«Ὀσμὴ Γνώσεως»
Ἐκδόσεις «Τέρτιος»,
Κατερίνη 1985, σελ. 131-133
«ἐν τῷ ἄρχοντι τῶν δαιμονίων ἐκβάλλει τὰ δαιμόνια».
(Ματθ. θ´34 )
(Ματθ. θ´34 )
. Μὲ τὴν θεραπεία τῶν δύο τυφλῶν καὶ τοῦ κωφοῦ δαιμονισμένου οἱ ὄχλοι «ἐθαύμασαν λέγοντες ὅτι οὐδέποτε ἐφάνη οὕτως ἐν τῷ Ἰσραήλ». Ἡ ἄμεση ὅμως ἀντίδρασι τῶν Φαρισαίων στὶς θεραπεῖες καὶ στὴν γνώμη τοῦ λαοῦ δὲν ἦταν νὰ ἀρνηθοῦν τὰ θαύματα, ἀλλὰ νὰ τὰ διαστρέψουν καὶ νὰ τὰ ἀποδώσουν στὴν ἐνέργεια τῶν δαιμονίων, λέγοντες: «ἐν τῷ ἄρχοντι τῶν δαιμονίων ἐκβάλλει τὰ δαιμόνια». Πρόκειται γιὰ μία βαρυτάτη μορφὴ συκοφαντίας, ποὺ καταλήγει σὲ βλασφημία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ἡ ἑρμηνεία, ποὺ ἔδωσαν οἱ Φαρισαῖοι γιὰ τὰ θαύματα, ἔδειξε τὴν ψυχική τους ἀσθένεια. Ἀπεκάλυψε τὴν ὕπαρξι στὴν καρδιά τους τοῦ πονηροῦ πνεύματος.
Συκοφαντία ἐναντίον τοῦ Χριστοῦ
. Στὰ ἅγια εὐαγγέλια ἐπανειλημμένα φαίνεται ἡ ἀντίδρασι τῶν Φαρισαίων στὸ ἔργο τοῦ Χριστοῦ καὶ ὅτι πολλὲς φορὲς ἑρμήνευσαν ἔτσι τὶς θεραπεῖες. Δὲν τολμοῦσαν νὰ τὶς ἀρνηθοῦν, ἀλλὰ τὶς παρερμήνευαν ἐπιδιώκοντες νὰ ἀποπροσανατολίσουν τὸν λαό, νὰ στρέψουν τὴν προσοχή του ἀπὸ τὸν Χριστό.
. Ὁ Ἱερὸς Χρυσόστομος παρατηρεῖ: «Οὗ τε γένοιτο ἂν ἀνοητότερον;», δηλ. μποροῦσε νὰ ὑπάρχει πιὸ ἀνόητη σκέψη ἀπὸ αὐτήν; Διότι ὁ Κύριος δὲν ἔβγαζε μόνον δαιμόνια, ἀλλὰ καὶ θεράπευε τοὺς λεπρούς, ἤγειρε τοὺς νεκρούς, ἠρεμοῦσε τὴν θάλασσα, συγχωροῦσε ἁμαρτήματα, ἐκήρυττε τὴν βασιλεία τοῦ Θεοῦ, ὁδηγοῦσε στὸν Πατέρα Του τοὺς ἀνθρώπους. Ἀκόμη ἀγαποῦσε καὶ εὐεργετοῦσε τοὺς ἀνθρώπους, πράγμα ποὺ δὲν ἔκανε, οὔτε μπορεῖ νὰ κάνει ὁ διάβολος. Αὐτὸς διαιρεῖ, μισεῖ, ταράσσει τοὺς ἀνθρώπους. Ἔπειτα βλέπουμε σὲ ἄλλες περιπτώσεις τὸν διάβολο στὴν συνάντηση μὲ τὸν Χριστὸ νὰ φρίττη: «τί ἡμῖν καὶ σοί, Ἰησοῦ υἱὲ τοῦ Θεοῦ; ἦλθες ὧδε πρὸ καιροῦ βασανίσαι ἡμᾶς;» (Ματθ. η´ 29). Ἄρα βλέπουμε πὼς οἱ Φαρισαῖοι εἶναι χειρότεροι καὶ ἀπὸ τοὺς δαίμονες. Διότι ἐκεῖνοι ἀναγνωρίζουν τὴν Θεότητά Του, ἐνῶ οἱ Φαρισαῖοι τὴν ἀρνοῦνται.
. Ἡ διαγωγὴ τῶν Φαρισαίων συνεχίζεται στοὺς αἰῶνας. Ὁ Χριστὸς βλασφημεῖται συνεχῶς. Μὲ αὐτὸ δὲν ἐννοοῦμε μόνον τοὺς ὑβριστικοὺς λόγους ποὺ μπορεῖ κανεὶς νὰ ἐκστομίσει ἐναντίον τοῦ Χριστοῦ, ἀλλὰ καὶ τὴν ἄρνησι τῆς Θεότητός Του. Ὑπάρχουν μερικοὶ ποὺ πιστεύουν ὅτι ὁ Χριστὸς ἦταν ἕνας σοφὸς ἄνθρωπος, ποὺ δίδαξε τοὺς ἀνθρώπους καὶ τοὺς ἔμαθε νὰ συμπεριφέρονται σωστὰ καὶ κοινωνικά. Μιλοῦν γιὰ μία ἐξυπνάδα τοῦ Χριστοῦ, ἢ γιὰ μεθόδους ποὺ εἶχε κατορθώσει νὰ ἀνακαλύψει καὶ μὲ αὐτὲς προσέφερε τὸ καλὸ στοὺς ἀνθρώπους. Ἡ ἄρνησι ὅμως τῆς Θεότητος τοῦ Χριστοῦ καὶ ἡ ὑποτίμησί Του στὴν τάξι τῶν κτιστῶν εἶναι ἡ μεγαλύτερη συκοφαντία, ἡ μεγαλύτερη βλασφημία ἐναντίον Του καὶ ἐναντίον τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ὁ Χριστὸς θαυματουργοῦσε ὡς Θεάνθρωπος. Καὶ ὅταν δὲν πιστεύουμε στὴν Θεανδρικότητα τοῦ Χριστοῦ, τότε παύουμε νὰ εἴμαστε Χριστιανοί, πολῖται τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ καὶ γινόμαστε ὀπαδοὶ μιᾶς ἐπίγειας συναισθηματικῆς Θρησκείας, ποὺ ἱκανοποιεῖ τὶς ψυχολογικές μας ἀνάγκες.
. Ὁ Ἱερὸς Χρυσόστομος παρατηρεῖ: «Οὗ τε γένοιτο ἂν ἀνοητότερον;», δηλ. μποροῦσε νὰ ὑπάρχει πιὸ ἀνόητη σκέψη ἀπὸ αὐτήν; Διότι ὁ Κύριος δὲν ἔβγαζε μόνον δαιμόνια, ἀλλὰ καὶ θεράπευε τοὺς λεπρούς, ἤγειρε τοὺς νεκρούς, ἠρεμοῦσε τὴν θάλασσα, συγχωροῦσε ἁμαρτήματα, ἐκήρυττε τὴν βασιλεία τοῦ Θεοῦ, ὁδηγοῦσε στὸν Πατέρα Του τοὺς ἀνθρώπους. Ἀκόμη ἀγαποῦσε καὶ εὐεργετοῦσε τοὺς ἀνθρώπους, πράγμα ποὺ δὲν ἔκανε, οὔτε μπορεῖ νὰ κάνει ὁ διάβολος. Αὐτὸς διαιρεῖ, μισεῖ, ταράσσει τοὺς ἀνθρώπους. Ἔπειτα βλέπουμε σὲ ἄλλες περιπτώσεις τὸν διάβολο στὴν συνάντηση μὲ τὸν Χριστὸ νὰ φρίττη: «τί ἡμῖν καὶ σοί, Ἰησοῦ υἱὲ τοῦ Θεοῦ; ἦλθες ὧδε πρὸ καιροῦ βασανίσαι ἡμᾶς;» (Ματθ. η´ 29). Ἄρα βλέπουμε πὼς οἱ Φαρισαῖοι εἶναι χειρότεροι καὶ ἀπὸ τοὺς δαίμονες. Διότι ἐκεῖνοι ἀναγνωρίζουν τὴν Θεότητά Του, ἐνῶ οἱ Φαρισαῖοι τὴν ἀρνοῦνται.
. Ἡ διαγωγὴ τῶν Φαρισαίων συνεχίζεται στοὺς αἰῶνας. Ὁ Χριστὸς βλασφημεῖται συνεχῶς. Μὲ αὐτὸ δὲν ἐννοοῦμε μόνον τοὺς ὑβριστικοὺς λόγους ποὺ μπορεῖ κανεὶς νὰ ἐκστομίσει ἐναντίον τοῦ Χριστοῦ, ἀλλὰ καὶ τὴν ἄρνησι τῆς Θεότητός Του. Ὑπάρχουν μερικοὶ ποὺ πιστεύουν ὅτι ὁ Χριστὸς ἦταν ἕνας σοφὸς ἄνθρωπος, ποὺ δίδαξε τοὺς ἀνθρώπους καὶ τοὺς ἔμαθε νὰ συμπεριφέρονται σωστὰ καὶ κοινωνικά. Μιλοῦν γιὰ μία ἐξυπνάδα τοῦ Χριστοῦ, ἢ γιὰ μεθόδους ποὺ εἶχε κατορθώσει νὰ ἀνακαλύψει καὶ μὲ αὐτὲς προσέφερε τὸ καλὸ στοὺς ἀνθρώπους. Ἡ ἄρνησι ὅμως τῆς Θεότητος τοῦ Χριστοῦ καὶ ἡ ὑποτίμησί Του στὴν τάξι τῶν κτιστῶν εἶναι ἡ μεγαλύτερη συκοφαντία, ἡ μεγαλύτερη βλασφημία ἐναντίον Του καὶ ἐναντίον τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ὁ Χριστὸς θαυματουργοῦσε ὡς Θεάνθρωπος. Καὶ ὅταν δὲν πιστεύουμε στὴν Θεανδρικότητα τοῦ Χριστοῦ, τότε παύουμε νὰ εἴμαστε Χριστιανοί, πολῖται τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ καὶ γινόμαστε ὀπαδοὶ μιᾶς ἐπίγειας συναισθηματικῆς Θρησκείας, ποὺ ἱκανοποιεῖ τὶς ψυχολογικές μας ἀνάγκες.
Συκοφαντία ἐναντίον τῆς Ἐκκλησίας
. Ἐφ’ ὅσον πάντοτε συκοφαντεῖται ὁ Χριστός, εἶναι ἑπόμενο νὰ συκοφαντεῖται καὶ νὰ βλασφημεῖται πάντα καὶ ἡ Ἐκκλησία. Πρέπει νὰ ὑπογραμμισθῆ ὅτι ἐφ’ ὅσον ἡ Ἐκκλησία εἶναι Σῶμα Χριστοῦ, μέσα στὴν ὁποία ὑπάρχει τὸ Ἅγιον Πνεῦμα, ποὺ τὴν ζωοποιεῖ, ὅ,τι λέγεται ἐναντίον της καταλήγει σὲ βλασφημία ἐναντίον τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ἡ ὁποία «οὐκ ἀφεθήσεται τοῖς ἀνθρώποις» (Ματθ. ιβ´ 31).
. Δύο εἴδη συκοφαντίας θὰ ἀναφέρουμε. Τὸ ἕνα εἶναι ὅταν ἀμφισβητοῦνται τὰ χαρίσματα μὲ τὰ ὁποῖα τὸ Ἅγιον Πνεῦμα χαριτώνει τὰ μέλη τῆς Ἐκκλησίας. Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος γράφει: «Ἑκάστῳ δίδοται ἡ φανέρωσις τοῦ πνεύματος πρὸς τὸ συμφέρον. ᾯ μὲν γάρ, διὰ τοῦ πνεύματος δίδοται λόγος σοφίας, ἄλλῳ λόγος γνώσεως κατὰ τὸ αὐτὸ πνεῦμα, ἑτέρῳ δὲ πίστις ἐν τῷ αὐτῷ πνεύματι, ἄλλῳ δὲ χαρίσματα ἰαμάτων ἐν τῷ αὐτῷ πνεύματι, ἄλλῳ δὲ ἐνεργήματα δυνάμεων, ἄλλῳ δὲ Προφητεία· ἄλλῳ δὲ διακρίσεις πνευμάτων» (Α´ Κορινθ. ιβ´ 1-10). Κάθε ἕνας ἔχει τὸ ἰδιαίτερο χάρισμα ἀνάλογα μὲ τὴν καθαρότητα τῆς καρδιᾶς τὴν πίστη καὶ τὸ συμφέρον, τόσο τοῦ ἴδιου ὅσο καὶ τῆς Ἐκκλησίας. Ὅποιος ἀρνεῖται τὸ χάρισμα ἑνὸς ἄλλου μέλους τῆς Ἐκκλησίας πέφτει στὸ ἁμάρτημα τῆς βλασφημίας τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, τὸ Ὁποῖο δίδει τὸ χάρισμα αὐτό.
. Γενικότερα μποροῦμε νὰ ποῦμε ὅτι ὅποιος περιφρονεῖ τὴν ἡσυχαστικὴ ζωὴ (μοναχισμὸ – νοερὰ προσευχὴ) ἢ ὅποιος ἀρνεῖται ὁποιαδήποτε ἄλλη διακονία ποὺ γίνεται στὴν Ἐκκλησία, αὐτὸς δείχνει ὅτι ζεῖ μία ἀποσπασματικότητα καὶ καταφέρεται ἐναντίον τοῦ Παναγίου Πνεύματος. Εἶναι δίδαγμα ὅλων τῶν ἁγίων Πατέρων, ὅτι ἡ ἀπολυτοποίησι τοῦ δικοῦ μας χαρίσματος, ἡ καθολικοποίησι τῆς δικῆς μας προσωπικῆς ἐμπειρίας καὶ ἡ προσπάθεια νὰ ἐπιβληθῆ ὡς καθολική, ὅταν συνοδεύεται καὶ ἀπὸ τὴν περιφρόνησι τῆς πείρας ἢ τοῦ χαρίσματος τοῦ ἄλλου, εἶναι αἵρεσι.. Ἄλλωστε, κατὰ τὴν Ὀρθόδοξη διδασκαλία, ὑπάρχει μία θαυμάσια σύζευξι μεταξὺ τῆς θεωρίας καὶ τῆς πράξεως. Ὅπως τὸ μάτι δὲν πρέπει νὰ περιφρονῆ τὸ πόδι καὶ ἀντιστρόφως, ἔτσι καὶ ἡ θεωρία δὲν μπορεῖ νὰ περιφρονῆ τὴν πρᾶξι, οὔτε ἡ πρᾶξι νὰ ἀρνῆται τὴν θεωρία. Δυστυχῶς στὸ σημεῖο αὐτὸ γίνονται πολλὰ λάθη ἀπὸ φανατισμοὺς καὶ ἔτσι διασπᾶται ἡ ἐκκλησιαστικὴ ἑνότητα.
. Τὸ ἄλλο εἶδος βλασφημίας εἶναι ὅτι οἱ σύγχρονοι ἄνθρωποι συκοφαντοῦν διαρκῶς τὸ ἔργο ποὺ κάνει ἡ Ἐκκλησία. Δὲν ὑπάρχει κάτι ποὺ νὰ τὸ θεωροῦν σωστό. Σὲ ὅλα ἔχουν νὰ προσφέρουν ἀντίλογο. Τὰ πάντα τὰ διαστρεβλώνουν. Τὴν θεωροῦν μία ἀνθρώπινη ὀργάνωσι καὶ αὐτοὺς ἀκόμη τοὺς ἱεροὺς Κανόνες «ἐντάλματα ἀνθρώπων». Τὴν θεωροῦν κοινωνικὴ ὀργάνωσι ποὺ πρέπει νὰ καταναλίσκεται σὲ κοινωνικὴ ἐργασία. Ἔτσι ἄλλοτε κατηγοροῦν ὅτι δὲν κάνει κοινωνικὸ ἔργο, δίδοντες στὴν λέξη «κοινωνικὸ» μία ἀπνευμάτιστη ἔννοια, ἄλλοτε ἀμφισβητοῦν τὸ δικαίωμα νὰ ἀσχολεῖται μὲ κοινωνικὰ ἔργα. Αὐτὸ γίνεται σὲ πολλὲς περιπτώσεις.
. Ἐπίσης ἄλλοι ἰσχυρίζονται ὅτι ἡ σύγχρονη Ἐκκλησία εἶναι δαιμονισμένη, μὲ ἄλλα λόγια διατυπώνεται ἡ ἄποψι ὅτι χάλασε ἡ Ἐκκλησία. Ἔχασε τὴν ἀρχαία αἴγλη της. Παρὰ ταῦτα ἡ Ἐκκλησία εἶναι τὸ Σῶμα τοῦ Χριστοῦ. Καὶ ὅπως ἡ φωτιὰ χωρὶς νὰ ἀλλοιώνει τὸ σίδηρο τὸ κάνει νὰ λάμπει, ἔτσι καὶ ἡ Ἐκκλησία λάμπει ἀπὸ τὸ Φῶς τοῦ Χριστοῦ. Τὸ ὅτι δὲν μποροῦμε νὰ δοῦμε τὴν πνευματικότητα τῆς Ἐκκλησίας εἶναι γιατί δὲν ἔχουμε καθαρότητα. Εἴμαστε ἐμεῖς δαιμονισμένοι καὶ βλέπουμε παντοῦ δαιμόνια. Οἱ «ἀλειτούργητοι» διαρκῶς μιλοῦν καὶ συκοφαντοῦν, ἐνῶ οἱ λειτουργημένοι, οἱ ἐκκλησιαστικοποιημένοι αἰσθάνονται τὴν Ἐκκλησία ὡς «κόσμο τοῦ κόσμου», ὡς «τὴν πνευματικὴ ἐλεημοσύνη τῆς ἀνθρωπότητος».
. Δύο εἴδη συκοφαντίας θὰ ἀναφέρουμε. Τὸ ἕνα εἶναι ὅταν ἀμφισβητοῦνται τὰ χαρίσματα μὲ τὰ ὁποῖα τὸ Ἅγιον Πνεῦμα χαριτώνει τὰ μέλη τῆς Ἐκκλησίας. Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος γράφει: «Ἑκάστῳ δίδοται ἡ φανέρωσις τοῦ πνεύματος πρὸς τὸ συμφέρον. ᾯ μὲν γάρ, διὰ τοῦ πνεύματος δίδοται λόγος σοφίας, ἄλλῳ λόγος γνώσεως κατὰ τὸ αὐτὸ πνεῦμα, ἑτέρῳ δὲ πίστις ἐν τῷ αὐτῷ πνεύματι, ἄλλῳ δὲ χαρίσματα ἰαμάτων ἐν τῷ αὐτῷ πνεύματι, ἄλλῳ δὲ ἐνεργήματα δυνάμεων, ἄλλῳ δὲ Προφητεία· ἄλλῳ δὲ διακρίσεις πνευμάτων» (Α´ Κορινθ. ιβ´ 1-10). Κάθε ἕνας ἔχει τὸ ἰδιαίτερο χάρισμα ἀνάλογα μὲ τὴν καθαρότητα τῆς καρδιᾶς τὴν πίστη καὶ τὸ συμφέρον, τόσο τοῦ ἴδιου ὅσο καὶ τῆς Ἐκκλησίας. Ὅποιος ἀρνεῖται τὸ χάρισμα ἑνὸς ἄλλου μέλους τῆς Ἐκκλησίας πέφτει στὸ ἁμάρτημα τῆς βλασφημίας τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, τὸ Ὁποῖο δίδει τὸ χάρισμα αὐτό.
. Γενικότερα μποροῦμε νὰ ποῦμε ὅτι ὅποιος περιφρονεῖ τὴν ἡσυχαστικὴ ζωὴ (μοναχισμὸ – νοερὰ προσευχὴ) ἢ ὅποιος ἀρνεῖται ὁποιαδήποτε ἄλλη διακονία ποὺ γίνεται στὴν Ἐκκλησία, αὐτὸς δείχνει ὅτι ζεῖ μία ἀποσπασματικότητα καὶ καταφέρεται ἐναντίον τοῦ Παναγίου Πνεύματος. Εἶναι δίδαγμα ὅλων τῶν ἁγίων Πατέρων, ὅτι ἡ ἀπολυτοποίησι τοῦ δικοῦ μας χαρίσματος, ἡ καθολικοποίησι τῆς δικῆς μας προσωπικῆς ἐμπειρίας καὶ ἡ προσπάθεια νὰ ἐπιβληθῆ ὡς καθολική, ὅταν συνοδεύεται καὶ ἀπὸ τὴν περιφρόνησι τῆς πείρας ἢ τοῦ χαρίσματος τοῦ ἄλλου, εἶναι αἵρεσι.. Ἄλλωστε, κατὰ τὴν Ὀρθόδοξη διδασκαλία, ὑπάρχει μία θαυμάσια σύζευξι μεταξὺ τῆς θεωρίας καὶ τῆς πράξεως. Ὅπως τὸ μάτι δὲν πρέπει νὰ περιφρονῆ τὸ πόδι καὶ ἀντιστρόφως, ἔτσι καὶ ἡ θεωρία δὲν μπορεῖ νὰ περιφρονῆ τὴν πρᾶξι, οὔτε ἡ πρᾶξι νὰ ἀρνῆται τὴν θεωρία. Δυστυχῶς στὸ σημεῖο αὐτὸ γίνονται πολλὰ λάθη ἀπὸ φανατισμοὺς καὶ ἔτσι διασπᾶται ἡ ἐκκλησιαστικὴ ἑνότητα.
. Τὸ ἄλλο εἶδος βλασφημίας εἶναι ὅτι οἱ σύγχρονοι ἄνθρωποι συκοφαντοῦν διαρκῶς τὸ ἔργο ποὺ κάνει ἡ Ἐκκλησία. Δὲν ὑπάρχει κάτι ποὺ νὰ τὸ θεωροῦν σωστό. Σὲ ὅλα ἔχουν νὰ προσφέρουν ἀντίλογο. Τὰ πάντα τὰ διαστρεβλώνουν. Τὴν θεωροῦν μία ἀνθρώπινη ὀργάνωσι καὶ αὐτοὺς ἀκόμη τοὺς ἱεροὺς Κανόνες «ἐντάλματα ἀνθρώπων». Τὴν θεωροῦν κοινωνικὴ ὀργάνωσι ποὺ πρέπει νὰ καταναλίσκεται σὲ κοινωνικὴ ἐργασία. Ἔτσι ἄλλοτε κατηγοροῦν ὅτι δὲν κάνει κοινωνικὸ ἔργο, δίδοντες στὴν λέξη «κοινωνικὸ» μία ἀπνευμάτιστη ἔννοια, ἄλλοτε ἀμφισβητοῦν τὸ δικαίωμα νὰ ἀσχολεῖται μὲ κοινωνικὰ ἔργα. Αὐτὸ γίνεται σὲ πολλὲς περιπτώσεις.
. Ἐπίσης ἄλλοι ἰσχυρίζονται ὅτι ἡ σύγχρονη Ἐκκλησία εἶναι δαιμονισμένη, μὲ ἄλλα λόγια διατυπώνεται ἡ ἄποψι ὅτι χάλασε ἡ Ἐκκλησία. Ἔχασε τὴν ἀρχαία αἴγλη της. Παρὰ ταῦτα ἡ Ἐκκλησία εἶναι τὸ Σῶμα τοῦ Χριστοῦ. Καὶ ὅπως ἡ φωτιὰ χωρὶς νὰ ἀλλοιώνει τὸ σίδηρο τὸ κάνει νὰ λάμπει, ἔτσι καὶ ἡ Ἐκκλησία λάμπει ἀπὸ τὸ Φῶς τοῦ Χριστοῦ. Τὸ ὅτι δὲν μποροῦμε νὰ δοῦμε τὴν πνευματικότητα τῆς Ἐκκλησίας εἶναι γιατί δὲν ἔχουμε καθαρότητα. Εἴμαστε ἐμεῖς δαιμονισμένοι καὶ βλέπουμε παντοῦ δαιμόνια. Οἱ «ἀλειτούργητοι» διαρκῶς μιλοῦν καὶ συκοφαντοῦν, ἐνῶ οἱ λειτουργημένοι, οἱ ἐκκλησιαστικοποιημένοι αἰσθάνονται τὴν Ἐκκλησία ὡς «κόσμο τοῦ κόσμου», ὡς «τὴν πνευματικὴ ἐλεημοσύνη τῆς ἀνθρωπότητος».
Συνέπειες τῆς συκοφαντίας
. Οἱ συνέπειες τῆς ἀρνήσεως τῆς Θεότητος τοῦ Χριστοῦ καὶ τῆς ἁγιότητος τῆς Ἐκκλησίας εἶναι φοβερές. Ἡ μία εἶναι ὅτι ἀρνούμαστε τὴν Χάρι τοῦ Χριστοῦ. Ἡ συνεχὴς δὲ ἄρνησι τῆς Χάριτος μᾶς πωρώνει, μᾶς νεκρώνει μὲ αἰώνιες συνέπειες. Ἀποκτοῦμε ἐθισμὸ στὴν ἄρνησι καὶ αὐτὸ συνιστᾶ τὸν πνευματικὸ θάνατο. Ἡ ἄλλη εἶναι ὅτι δημιουργεῖται μία ἐσωτερικὴ διαστροφή. Ὁ ἄνθρωπος βλέπει παντοῦ δαιμονισμένους. Θεωρεῖ ὅτι οἱ ἄλλοι εἶναι ἡ κόλασί του. Ἐνῶ ἡ Ὀρθοδοξία διδάσκει ὅτι ἐμεῖς εἴμαστε κόλασι τῶν ἄλλων καὶ μποροῦμε νὰ γίνουμε ὁ Παράδεισός τους.
. Νὰ διώξουμε τὴν πονηρία. Νὰ γίνουμε ἁπλοί. Ἡ ἁπλότητα ποὺ εἶναι συνδεδεμένη μὲ τὴν ταπείνωση θὰ μᾶς λυτρώση ἀπὸ τὴν βάσανο τῆς συκοφαντίας καὶ βλασφημίας.
πηγή ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ. Νὰ διώξουμε τὴν πονηρία. Νὰ γίνουμε ἁπλοί. Ἡ ἁπλότητα ποὺ εἶναι συνδεδεμένη μὲ τὴν ταπείνωση θὰ μᾶς λυτρώση ἀπὸ τὴν βάσανο τῆς συκοφαντίας καὶ βλασφημίας.
ΣΧΟΛΙΟ:
« Γενικότερα μποροῦμε νὰ ποῦμε ὅτι ὅποιος περιφρονεῖ τὴν ἡσυχαστικὴ ζωὴ (μοναχισμὸ – νοερὰ προσευχὴ) ἢ ὅποιος ἀρνεῖται ὁποιαδήποτε ἄλλη διακονία ποὺ γίνεται στὴν Ἐκκλησία, αὐτὸς δείχνει ὅτι ζεῖ μία ἀποσπασματικότητα καὶ καταφέρεται ἐναντίον τοῦ Παναγίου Πνεύματος».
Μέ μιά ωραία σύνοψη ο Μητροπολίτης εκθέτει τό τεράστιο πρόβλημα τής σημερινής εκκλησίας. Λέμε λοιπόν ότι υπάρχει η ησυχαστική ζωή η οποία αντικατοπτρίζει τήν ζωή τών χαρισμάτων τού Αγίου Πνεύματος. Λέμε επίσης ότι υπάρχει η εκκλησία, η οποία είναι τό σώμα τού Χριστού καί περιγράφουμε αυτό τό σώμα τού Χριστού μέ τήν φυσική εικόνα τού ανθρωπίνου σώματος προσπαθώντας από τήν εικόνα αυτή νά αντλήσουμε τήν ενότητα τών μελών τού ανθρωπίνου οργανισμού.
Όπως μάς διδάσκει ο Άγιος Συμεών ο Νέος Θεολόγος, τά χαρίσματα, δηλ. οι Άγιοι, αποτελούν τό σώμα Χριστού. Εσείς τώρα, μάς λέτε ότι τά διακονήματα αποτελούν καί αυτά σώμα Χριστού. Ενώνετε αυτά τά δύο σώματα μέ μιά μικρή νύξη περί ενότητος θεωρίας καί πράξεως στήν εκκλησία. Θέλετε νά πείτε ότι τά χαρίσματα τού Αγίου Πνεύματος δέν αποτελούν μέρος τής πράξεως; Δέν είναι αυτή η ίδια η πράξη; Διακρίνετε μήπως δύο πράξεις; Ποιά είναι η παρουσία τής Ησυχαστικής ζωής στήν εκκλησία;
Ο κληρικαλισμός δέν είναι η απόρριψη τής Ησυχαστικής ζωής; Ο οικουμενισμός, πού είναι η εξέλιξη τού κληρικαλισμού δέν είναι η οριστική εγκατάλειψη τού Ησυχασμού; Η ενότης αυτών τών δύο δέν αποτέλεσε τήν δόξα τού Βυζαντίου; Εσείς λοιπόν πώς ενώνετε αυτές τίς δύο εκδοχές τής εκκλησίας οι οποίες αλληλοσπαράσσονται;
Η λύση αυτού τού προβλήματος θά είναι καί η σωτηρία μας.
Περιμένουμε τήν απάντησή σας.
Οι απειλές δείχνουν έλλειψη απαντήσεως, (άς τόχετε κατά νού), καί μάς υποχρεώνουν νά σκεφτούμε ότι εκμεταλλεύεστε τήν Ησυχαστική παράδοση γιά δικούς σας σκοπούς.
Αμέθυστος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου