Συνέχεια από Παρασκευή, 18 Ιουνίου 2021
HANS URS VON BALTHASAR
ΘΕΟΛΟΓΙΚΗ (THEOLOGIK)
Τρίτος Τόμος
ΤΟ ΠΝΕΥΜΑ ΤΗΣ ΑΛΗΘΕΙΑΣ (DER GEIST DER WAHRHEIT)
(Οι δύο προηγούμενοι τόμοι: 1) Αλήθεια τού κόσμου (Wahrheit der Welt), 2) Αλήθεια τού Θεού (Wahrheit Gottes) )
Johannes Verlag, 1987
4. ΓΙΑ ΤΟ ΦΙΛΙΟΚΒΕ
V. ΤΟ ΠΝΕΥΜΑ ΚΑΙ Η ΕΚΚΛΗΣΙΑ
5. ΠΝΕΥΜΑ ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΙΚΟ
«Αν με την Καινή Διαθήκη αναπτύχθηκε ωστόσο και η Γραφή (ο γραπτός λόγος επιπλέον τού «παραδοσιακού» προφορικού), αυτή η Γραφή δεν μπορεί να έχη πλέον εκείνο το «τελικό» και αποκλειστικό νόημα που διαθέτει, κατά την παύλεια αντίληψη, στην Παλαιά Διαθήκη, αλλά αποτελεί μάλλον το «εργαλείο», με το οποίο φανερώνεται το «παλαιό» στον «ανοιχτό χώρο» τού μυστηρίου τού Χριστού. Είναι η «ακινητοποιημένη» τρόπον τινά πορεία τής καινούργιας εξήγησης της Γραφής εκ μέρους τού Χριστού (( !!! Τί νά περιμένουμε από αυτούς τούς ανθρώπους; )) . (Μια Γραφή) που δεν «απαιτεί» σε καμμιά περίπτωση να «αυτονομηθή» ή να «αποκλεισθή» με την κατά γράμμα εξήγηση στον εαυτό της, αλλά (που) μπορεί να υφίσταται μόνον εντός τής «πνευματικής» πραγματικότητας του Ιησού Χριστού, ο οποίος και φανερώνει εν Αγίω Πνεύματι στους Μαθητές αυτό που δεν μπορούσαν ακόμα κάποτε να αναλάβουν» (J. Ratzinger, Ein Versuch zur Frage des Traditionsbegriffs – Μια προσπάθεια στο ερώτημα για την έννοια της παράδοσης, στο: K. Rahner, J. Ratzinger, Offenbarung und Ueberlieferung – Θεοφάνεια και παράδοση). Μπορούμε κάλλιστα να πούμε, ότι η Καινή Διαθήκη – με την ασυνήθιστα αποσπασματική μορφή τών «αναμνήσεων» για τον Ιησού, τις «τυχαίες» λίγο ή πολύ Επιστολές, και ένα «οραματικό βιβλίο», όπου o οραματιζόμενος διατάσσεται να καταγράψη όσα είδε – δεν ήταν, από καθαρά ανθρώπινη άποψη, παρά μια απαραίτητη βοήθεια του Πνεύματος (( !!! )) , αναλογιζόμενοι τον γρήγορο «εκφυλισμό» τών αναμνήσεων για τον Χριστό (όπως το βλέπουμε στη Γνώση, αλλά ήδη και στον Παπία). Δίδεται ως ένα ιδιαίτερο χάρισμα της Εκκλησίας, ώστε η Εκκλησία να αποκτήση ένα σίγουρο «μέτρο» («κανόνα») για την επίσημη (αυθεντική!) παράδοσή της. «Αυτή η γραπτή μαρτυρία δεν είναι άρα ένα μέγεθος απολύτως έξω απ’ την παράδοση και τους επίσημους φορείς της, αλλά μια δύναμη καθ’ εαυτή, όπου την ενότητα και την «ενεργητική διαφορά» (τη μονιμότητα άρα τής κανονιστικής λειτουργίας τής Γραφής) την εγγυάται ταυτόχρονα και τελικά η μόνιμη και νικηφόρα μόνο δύναμη του Πνεύματος… Αγία Γραφή μπορεί έτσι να υπάρχη μόνο στην επίσημη παράδοση» (K. Rahner, Zur Theologie der Heiligen Schrift – Για τη θεολογία τής Αγίας Γραφής). Η Καινή Διαθήκη «παρενέβη» μ’ αυτήν την έννοια, και ο Νικόλαος Κουζάνος τονίζει, πως ο Χριστός οικοδόμησε “sine littera” («δίχως γράμμα και γραφή») την Εκκλησία του, ενώ ήδη ο Ειρηναίος είχε αναφερθή στους «βάρβαρους λαούς», που «κατέχουν τη σωτηρία γραμμένη δίχως μελάνι και χαρτί μέσω τού Αγίου Πνεύματος στις καρδιές τους, και κρατάνε με επιμέλεια και πίστη τις παλιές παραδόσεις»· ο δε Blondel θεωρεί την Εκκλησία ως «τον φύλακα του πρωταρχικού χαρίσματος, που δεν είχε πλήρως διατυπωθή και δεν είχε εντελώς κατανοηθή ως χάρισμα, το κατείχε όμως πάντοτε η Εκκλησία. Η οποία χρησιμεύει στο να μας αποδεσμεύση (να μας αποσπάση) απ’ τις ίδιες τις Γραφές, στις οποίες συνεχίζει ωστόσο να υποτάσσεται με σεβασμό, θέλοντας να μας οδηγήση, χωρίς να το πράττη μόνο μέσα απ’ τις Γραφές, στον πραγματικό Χριστό, που δεν μπορεί να τον εξαντλήση ή να τον αντικαταστήση καμμιά φιλολογική προσωπογραφία» (Histoire et Dogme, 1956). Από εδώ προέρχεται και το συνεχώς επαναλαμβανόμενο επιχείρημα, ότι η Γραφή πρέπει να εξηγείται και να κατανοείται υπό την επίδραση του ιδίου Πνεύματος, που την έχει υπαγορεύσει, γιατί αυτό που συμβαίνει είναι η μαρτυρία τού Αγίου Πνεύματος για τον Χριστό (περί Χριστού), επιτελούμενη σε όποιον θα επιθυμούσε εκούσια και πιστεύοντας να την αποδεχθή. (( Όπως βλέπουμε, τα πράγματα δεν είναι «απλά»· πώς θα μπορούσαν άλλωστε, χωρίς να χτυπηθή η πρωταρχική υπερηφάνεια… Το λεγόμενο «σχίσμα», η αίρεση, εμπεδώνεται συνεχώς και αδιαλείπτως απ’ όλα τα διανοητικά «μυαλά» τής λατινικής αποστασίας, που ζητούν συνεχώς να «εξαφανίσουν» ει δυνατόν από το προσκήνιο τον Χριστό, και να αποδώσουν τα πάντα στο Άγιο Πνεύμα και στην «Εκκλησία»!… Προφανώς οι «ορθόδοξοι επίσημοι» που μπορούν να «συνομιλούν» και να «αλληλο-ασπάζονται» με τέτοια δεδομένα δεν είναι πια, εδώ και καιρό, χριστιανοί ορθόδοξοι… Ας το πάρουμε επιτέλους απόφαση… ))
Γι’ αυτό μπορούμε να παραδεχτούμε πως μας «ικανοποιεί» (“sufficientia”) η Γραφή, όταν έχη τη θέση της εντός τής πνευματικά προικισμένης, και προικισμένης επίσης με τα «προφυλακτικά» αξιώματα Εκκλησίας, όπου και κηρύσσεται, αναγινώσκεται και εξηγείται. Έτσι κατανοούσαν και οι Πατέρες καθ’ όλον τον Μεσαίωνα την «επάρκεια» της Γραφής. Η οποία κατανόηση πρέπει ωστόσο να διαχωριστή εξαρχής απ’ την αρχή τής “sola Scriptura” τών Μεταρρυθμιστών, οι οποίοι «εξαίρεσαν» - μιλώντας συνοπτικά –τη Γραφή απ’ το «ιερό μυστήριο» της Εκκλησίας, αντιπαραθέτοντάς την ως κανόνα σ’ αυτήν. Η ολοκληρωμένη χρονολογικά (ιστορικά) με τον Σταυρό και την Ανάσταση αποκάλυψη της αγάπης τού Θεού στο πρόσωπο του Χριστού, μπορεί να «εξηγείται» (να ερμηνεύεται) εκ νέου, διαφορετικά και βαθύτερα, μέχρι το τέλος τού κόσμου απ’ το Πνεύμα, ξεκινώντας πάντοτε απ’ τη μαρτυρία τού ίδιου του Πνεύματος στη Γραφή, που αποτελεί ένα τόσο «πεπληρωμένο» Πνεύματος «γράμμα», ώστε να μην υπάρχη τέλος σ’ αυτήν τη συνεχώς «προπορευόμενη» εξήγηση και ερμηνεία.
( συνεχίζεται )
ΝΑ ΛΟΙΠΟΝ ΓΙΑΤΙ Ο ΑΓΙΟΣ ΣΙΛΟΥΑΝΟΣ ΕΛΕΓΕ ΔΕΙΧΝΟΝΤΑΣ ΤΟΥΣ ΜΟΝΑΧΟΥΣ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΟΡΟΥΣ. ΚΑΙ ΟΛΑ ΝΑ ΧΑΘΟΥΝ ΑΥΤΟΙ ΘΑ ΤΑ ΞΑΝΑΓΡΑΨΟΥΝ ΕΝ ΑΓΙΩ ΠΝΕΥΜΑΤΙ. ΔΕΝ ΓΝΩΡΙΖΟΥΜΕ ΜΟΝΟΝ ΑΝ ΥΠΑΡΧΟΥΝ ΑΚΟΜΗ "ΑΥΤΟΙ".
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου