H εισβολή του Ερντογάν στην βορειοδυτική Συρία διεξάγεται σε συνθήκες ένοχης και υποκριτικής σιωπής απ’ όλους τους μεγάλους παράγοντες της διεθνoύς κοινότητας, οι οποίοι έχουν εγκαταλείψει τους Κούρδους μόνους απέναντι στην τουρκική βαρβαρότητα.
Προ διημέρου, η καλά ενημερωμένη ιστοσελίδα al-monitor.com, δημοσιοποίησε ένα συνολικό ρεπορτάζ της κατάστασης που διαμορφώνεται με την τουρκική εισβολή, το οποίο αξίζει να αναδημοσιεύσουμε, καθώς αποκαλύπτει τους απώτερους, στυγνούς σχεδιασμούς του Τούρκου προέδρου, για μια ‘τελική λύση’ στο ζήτημα των Κούρδων της Συρίας…
Παρ’ όλο που ο αμερικανός πρόεδρος απηύθυνε έκκληση στον Τούρκο πρόεδρο Ρετσέπ Ταγίπ Ερντογάν στις 24 Ιανουαρίου να «είναι προσεκτικός και να αποφύγει κάθε κίνηση που μπορεί να προκαλέσει σύγκρουση μεταξύ των τουρκικών και των αμερικανικών δυνάμεων», η Τουρκία φαίνεται αποφασισμένη να επεκτείνει τις στρατιωτικές της επιχειρήσεις και πέραν της τρέχουσας επίθεσης στο Αφρίν.
Δύο μέρες μετά την συνομιλία του Τραμπ με τον Ερντογάν, η τουρκική προεδρία ανακοίνωσε ότι, έπειτα από μια τηλεφωνική επικοινωνία μεταξύ του συμβούλου του Ερντογάν, Ιμπραήμ Καλίν, και του συμβούλου εθνικής ασφαλείας του προέδρου στρατηγού Χ.Ρ. Μακμάστερ, «δεν θα δοθούν άλλα όπλα» στο Κούρδικο Κόμμα Δημοκρατικής Ένωσης (PYD) και στις Μονάδες Λαϊκής Προστασίας (YPG), πράγμα που αποτελεί σημαντική αμερικάνικη στροφή, ενδεχομένως και καθοριστική για την έκβαση της διαμάχης.
Την επόμενη μέρα, ο Τούρκος υπουργός εξωτερικών Μελβούτ Τσαβούσογλου κάλεσε τις αμερικάνικες δυνάμεις να εγκαταλείψουν το Μανιμπίζ (αρχαία Ιεράπολη).
Η Τουρκία θεωρεί το YPG –την ένοπλη οργάνωση που συνδέεται με το συρο-κουρδικό PYD– ως τρομοκράτες που διατηρούν σχέσεις με το Κουρδικό Εργατικό Κόμμα (PKK), το οποίο και οι ΗΠΑ έχει επίσης κηρύξει ως τρομοκρατική οργάνωση. Ωστόσο οι ΗΠΑ υποστηρίζουν τις Συριακές Δημοκρατικές Δυνάμεις (SDF) ως τον κύριο εταίρο τους στο πεδίο των συριακών μαχών, και η SDF απαρτίζεται κυρίως από μαχητές του YPG.
«Ο Ερντογάν ισχυρίζεται τώρα ότι το Αφρίν και οι γύρω πόλεις έχουν Αραβική πλειοψηφία, παρ’ όλο που αξιόπιστες τοπικές πηγές αναφέρουν μια σημαντική κουρδική πλειοψηφία, μια αξιοσημείωτη αραβική μειονότητα, καθώς και μερικούς Γιεζίντι, Αρμένιους και Κιρκάσιους. Ο απώτερος στόχος του Τούρκου προέδρου μπορεί να είναι η διασφάλιση ενός ‘ανθρωπιστικού διαδρόμου’ ώστε να επιστραφούν οι 3,5 εκ. Σύριοι που διαμένουν στην Τουρκία. Στις 24 Ιανουαρίου, την ίδια μέρα που ο Ερντογάν μίλησε με τον Τραμπ, ο πρώτος είπε: «Πρώτα, θα εξολοθρεύσουμε τους τρομοκράτες και ύστερα θα κάνουμε βιώσιμη την περιοχή. Για ποιόν; Για τα 3,5 εκατομμύρια Σύρους που τώρα φιλοξενούμε. Δεν μπορούν να μένουν για πάντα σε σκηνές«.
Στην κοινή τους ανακοίνωση, ο Ερντογάν και ο Τραμπ «καλωσόρισαν την επιστροφή πάνω από 100.000 προσφύγων στην χώρα τους, μετά την συντριβή του Ισλαμικού Κράτους και δεσμεύτηκαν ότι θα συνεχίσουν την συνεργασία τους ώστε να βοηθήσουν ακόμα περισσότερους να επιστρέψουν«.
Ο Φεχίμ Ταστεκίν γράφει ότι «Η οργιώδης παραπληροφόρηση από τον Ερντογάν σχετικά με την πληθυσμιακή σύνθεση του Αφρίν, και η επιθυμία του να εγκαταστήσει εκεί τους πρόσφυγες, θέτει το ανησυχητικό ερώτημα μήπως πρόκειται για κάποιο σχέδιο μεταβολής της δημογραφικής σύνθεσης αυτής της πλειοψηφικά κατοικούμενης από Κούρδους περιοχής. Αντίστοιχα σχέδια έχουν χρησιμοποιηθεί πολύ συχνά για την καταστολή της δυσαρέσκειας εναντίον της εξουσίας, από την εποχή των Οθωμανών».
Οι συνεργάτες της Τουρκίας στα πεδία των μαχών της επιχείρησης στο Αφρίν περιλαμβάνουν Τζιχαντιστές, Σαλαφιστές, και άλλους που επιθυμούν να κλείσουν τους λογαριασμούς τους με το YPG. Ο Ταστεκίν εξηγεί: «Αυτό που ανησυχεί πολλούς είναι ότι ακόμα κι όταν ο Ερντογάν ισχυρίζεται ότι θα καθαρίζει το Αφρίν από τους ‘τρομοκράτες’, ακριβώς έτσι αποκαλεί η Συρία μερικές από τις οργανώσεις που εκείνος θέλει να εγκαταστήσει στην περιοχή. Πολλές από αυτές έχουν υπόβαθρο, ιδεολογίες και νοοτροπίες που είναι απαράδεκτες για τους Κούρδους. Σε αυτές τις ομάδες περιλαμβάνονται πρώην μέλη της Αλ-Κάιντα, Σαλαφιστές τζιχαντιστές, μια ποικιλία άλλων ισλαμιστών που συνδέονται με την Μουσουλμανική Αδελφότητα, αλλά και μισθοφόρους που ελέγχονται από τις τουρκικές εθνικές μυστικές υπηρεσίες (MIT).
«Μεταξύ των ομάδων που συμμετέχουν στην πολιορκία του Αφρίν και παίρνουν μέρος στις επιχειρήσεις υπό την αιγίδα των τουρκικών ενόπλων δυνάμεων και της MIT, είναι και οι Φαιλάκ αλ-Σαμ, η Τζαίς αλ-Νασρ, η Τζαμπχάτ αλ-Σαμίγια, η Αχράρ αλ-Σαμ, η ταξιαρχία Nureddin Zengi, η Suqour al-Jaber, η ταξιαρχία Sultan Murad, η ταξιαρχία Samarkand, η Muntasir Billah , η μεραρχία Σουλτάν Μουράτ, η ταξιαρχία Φατίχ Σουλτάν Μεχμέτ, η ταξιαρχία του Σαλαχεντίν, η Χαμζά, το Ισλαμικό Κόμμα του Τουρκεστάν κ.ά.»
Ο Μετίχ Γκουρτσάν επίσης γράφει: «Φαίνεται ότι η Τουρκία έχει το πράσινο φως της Μόσχας, για την επίθεση, δεδομένου ότι η Ρωσία ελέγχει όλον τον συριακό εναέριο χώρο δυτικά του Ευφράτη. Δίχως αμφιβολία, η Ρωσία θεωρεί ότι η επιχείρηση αυτή θα επιδεινώσει περαιτέρω τις σχέσεις μεταξύ των συμμάχων στο ΝΑΤΟ, ΗΠΑ και Τουρκίας, με δεδομένη και την υποστήριξη των πρώτων στο YPG. Επιπρόσθετα, η Ρωσία μάλλον υπολογίζει και ότι, καθώς θα αντιμετωπίσει την απειλή να συντριβεί από την Τουρκία και τους συμμάχους της του Ελεύθερου Συριακού Στρατού, το YPG θα αναγκαστεί να αποδεχθεί την ρώσικη πρόταση, ώστε να παραδώσει το Αφρίν πίσω στον Μπασάρ Αλ Άσαντ».
Ο Γκουρτσάν προσθέτει ότι η Τουρκία «αμφιταλαντεύεται διαρκώς στο ζήτημα της παραμονής του Άσαντ στην εξουσία, και διαπραγματεύεται μαζί του μια πιθανή συμμαχία εναντίον των Κούρδων. Αλλά ο Σύρος πρόεδρος γνωρίζει καλά ότι ο Ερντογάν θα επιθυμούσε μια Συρία δίχως αυτόν, έτσι ο συριακός στρατός μπορεί να καταλήξει υποστηρίζοντας σε κάποιο βαθμό τους Κούρδους. Ο Άσαντ μπορεί να αποφασίσει να συμβάλει στην εκκένωση των μονάδων του YPG, σε μια ενδεχόμενη περικύκλωσή τους, ή να τους βοηθήσει ώστε να λάβουν ενισχύσεις από τ’ ανατολικά του Ευφράτη. Βέβαια, μια άλλη ενδεχόμενη στάση του Άσαντ είναι «βλέποντας και κάνοντας», υπολογίζοντας πως ό,τι και να κάνει το Αφρίν θα παραδοθεί εν τέλει στην κυβέρνησή του». [..]
Μέσα στην Τουρκία η επιχείρηση στο Αφρίν αποδεικνύεται λίρα εκατό για τον Ερντογάν. Ο Γκουρτσάν μεταδίδει ότι πηγές από την Άγκυρα δήλωσαν στο Al-Monitor ότι «κρατικοί και στρατιωτικοί αξιωματούχοι εμφανίζονται πλήρως αποφασισμένοι να επεκτείνουν τις επιχειρήσεις τους πρώτα στο Μπανιμπίζ, κι ύστερα Ανατολικά του Ευφράτη, ώστε να υπονομεύσουν στο πεδίο των μαχών την συνεργασία ΗΠΑ και YPG».
Η Αιλά Ζαν Γιαγκλέι γράφει: «το δεύτερο και το τρίτο κοινοβουλευτικό κόμμα, το κεντροαριστερό Ρεπουμπλικανικό Λαϊκό Κόμμα (CHP), και το ακροδεξιό Κόμμα της Εθνικιστικής Δράσης (MHP), υποστήριξαν πλήρως τις επιχειρήσεις, με τον πρόεδρο του CHP Κεμάλ Κιλισντάρογλου, που συνήθως εμφανίζεται ιδιαιτέρως επικριτικός προς τον Ερντογάν, να δηλώνει ότι η ασφάλεια της τουρκικής μεθορίου είναι ‘εθνικό ζήτημα’ για την Τουρκία».
«Μια μεγάλη πλειοψηφία των Τούρκων πιστεύει ότι η κυβέρνηση δικαιούται να εισβάλει στην Συρία καταδιώκοντας τους Κούρδους, υποστηρίζει ο αναλυτής Αντίλ Γκιούρ, η εταιρεία του οποίου (A&G) πραγματοποίησε μια δημοσκόπηση που δεν έχει ακόμα δημοσιοποιηθεί. Δίχως να δίνει ακριβή νούμερα, δήλωσε ότι η υποστήριξη της εισβολής από την βάση του κυβερνώντος AKP, καθώς και από εκείνην του MHP αγγίζει 100%».
Όσο για την Ρωσία, ο Αντόν Μαντράσοφ λέει: «δεδομένου του πιθανού ρίσκου που υπάρχει για το κύρος της, η Ρωσία κατέφυγε στη γνωστή της τακτική να επιρρίπτει τις ευθύνες στην ΗΠΑ για τις τουρκικές επιχειρήσεις. Το Ρώσικο υπουργείο εξωτερικών ανέφερε ότι η επιχείρηση στην Βόρεια Συρία προκλήθηκε από την ανεξέλεγκτη παροχή σύγχρονων όπλων στους Κούρδους από το Πεντάγωνο».
Ο Μαντράσοφ συνεχίζει: «Πρώτον, με την στρατιωτική της αστυνομία να παραμένει στην ζώνη αποκλιμάκωσης του Τελ Ριφάατ, η Μόσχα διατηρεί ακόμα πιθανότητες να αναδειχθεί στον ειρηνοποιό της σύγκρουσης του Αφρίν. Δεύτερον, οι αμυντικές γραμμές του Καντονιού είναι καλά οχυρωμένες. Παρά το εύρος των τουρκικών δυνάμεων που αναπτύσσονται στην επιχείρηση και την συνδρομή 25.000 στρατιωτών από την συριακή αντιπολίτευση, το αποτέλεσμα της εκστρατείας παραμένει αμφίβολο. Τρίτον, με το να τηρεί τις αποστάσεις της, η Μόσχα στέλνει και μήνυμα σε άλλα κουρδικά μέρη της Συρίας, δείχνοντάς τους το τίμημα που τους περιμένει αν προχωρήσουν σε πράξεις που θέτουν εν αμφιβόλω την ακεραιότητα της χώρας».
Σύγχρονοι Βάρβαροι!
Ο τουρκικός στρατός που εισέβαλε πριν μερικές μέρες στο συριακό Κουρδιστάν κατέστρεψε χθες τον ιστορικό ναό των Χετταίων Tell Ain Dara που κατασκευάστηκε πριν από περίπου 3000 χρόνια. Το μνημείο ανακαλύφτηκε το 1954, αποτελούνταν από μαύρο βασάλτη και ήταν ιδιαίτερου αρχιτεκτονικού και ιστορικού ενδιαφέροντος. Ο ναός ήταν αφιερωμένος στη θεά Ištar, ερωμένη ενός θεού που είχε τη μορφή ταύρου και κεφάλι αετού. Για τους Χετταίους, τους Αραμαίους και τους Ασσύριους της περιοχής ήταν μεγάλης σπουδαιότητας. Ίσως γι αυτό και να το κατέστρεψε η τουρκική αεροπορία καθώς στην ευρύτερη περιοχή του ναού δεν διεξάγονταν μάχες ούτε υπήρχαν Κούρδοι μαχητές. Β. Στοϊλόπουλος
Ανάρτηση από:geromorias.blogspot.com
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου