Σάββατο 8 Φεβρουαρίου 2025

Production of Presence - Παραγωγή της Παρουσίας(1)

Production of Presence
What Meaning Cannot Conway


Παραγωγή της Παρουσίας
Αυτό που η σημασία δεν μπορεί να μεταδώσει


Του Hans Ulrich Gumbrecht


O Hans Ulrich Gumbrecht
είναι ομότιμος καθηγητής συγκριτικής φιλολογίας (ισπανικής, πορτογαλικής, γαλλικής) στο Πανεπιστήμιο Stanford. Είναι επίσης καθηγητής σε διάφορα πανεπιστήμια ανά τον κόσμο. Από το 1980 (αναφορά στο κείμενο) ξεκίνησε την οργάνωση συνεδρίων στο Dubrovnik, στην Γιουγκοσλαβία. Στα συνέδρια αυτά, που σταμάτησαν με τη διάλυση της Γιουγκοσλαβίας, συμμετείχαν οι σημαντικότεροι εκπρόσωποι των επιστημών της φιλολογίας, λογοτεχνίας, των επικοινωνιών (Friedrich Kittler, Nicklas Luhmann...). Ένα από τα θέματα, το 1986, ήταν η υλικότητα της επικοινωνίας.

Περιεχόμενα
Οδηγίες για τον χρήστη
Υλικότητες/Το μη ερνηνευτικό/Παρουσία: Μια ανεκδοτολογική αναφορά στις επιστημολογικές μετατοπίσεις
Μεταφυσική: Μια σύντομη προϊστορία αυτού που τώρα αλλάζει
Πέραν της σημασίας: Θέσεις και έννοιες σε κίνηση
Epiphany/Presentification/Deixis: Μέλλοντα για τις ανθρωπιστικές επιστήμες και τις τέχνες
Ας σιωπήσουμε για μια στιγμή: περί λύτρωσης

Οδηγίες για τον χρήστη


Έννοιες κλειδιά
Το μικρό αυτό βιβλίο χρησιμοποιεί μια σειρά «φιλοσοφικών» κατά το μάλλον ή ήττον εννοιών, με ένα ανοίκειο τρόπο. Απαιτούνται όμως τόσες πολλές σελίδες για να εξηγηθεί, γιατί είναι έτσι, ώστε δεν είναι μακριά από την αλήθεια αν πούμε, πως η εξήγηση και η περιπλοκή των εννοιών είναι ο κύριος σκοπός του βιβλίου. Για να αποφευχθούν οι παρεξηγήσεις και η απογοήτευση των αναγνωστών, μερικοί αρχικοί-και πολύ στοιχειώδεις-ορισμοί θα ήταν χρήσιμοι. Η λέξη «παρουσία» (presence) δεν αναφέρεται (τουλάχιστον δεν αναφέρεται κυρίως) σε μια χρονική, αλλά σε μια χωρική σχέση προς τον κόσμο και τα αντικείμενα του. Κάτι που είναι «παρόν», μπορούν να το αγγίξουν τα ανθρώπινα χέρια, πράγμα που συνεπάγεται, πως αντιστρόφως, μπορεί να έχει μια άμεση επίδραση στα ανθρώπινα σώματα. Η λέξη «παραγωγή» (Production), χρησιμοποιείται σύμφωνα με τη σημασία της ετυμολογικής της ρίζας (στα λατινικά producere), που αναφέρεται στην πράξη «γέννησης ή ανάδειξης» (bringing forth) ενός αντικειμένου μέσα στον χώρο. Η λέξη «παραγωγή» δεν σχετίζεται εδώ με την κατασκευή τεχνουργημάτων ή βιομηχανικών εμπορευμάτων. Επομένως, η «παραγωγή της παρουσίας» καταδεικνύει όλα εκείνα τα είδη γεγονότων και διαδικασιών, στις οποίες η επίδραση που τα «παρόντα» αντικείμενα έχουν στα ανθρώπινα σώματα, ξεκινούν ή εντείνονται. Όλα τα αντικείμενα που είναι διαθέσιμα στην «παρουσία» θα αποκαλούνται «πράγματα του κόσμου». Αν και είναι δυνατόν να ισχυριστούμε, ότι κανένα αντικείμενο του κόσμου δεν μπορεί ποτέ να είναι διαθέσιμο, με ένα άμεσο τρόπο στα ανθρώπινα σώματα και τις διάνοιες, η έννοια «πράγματα του κόσμου» συμπεριλαμβάνει, ως υποδήλωση, την αναφορά στην επιθυμία για μια τέτοια αμεσότητα. Δεν υπάρχει ανάγκη να συμβουλευτούμε γλωσσολογικά ή φιλοσοφικά εγχειρίδια για να καταλάβουμε τη σημασία της λέξης «σημασία» (meaning), (όπως και της απόδοσης σημασίας), που βρίσκεται στον υπότιτλο του βιβλίου και μέσα στα κεφάλαια αυτού του βιβλίου. Αν αποδώσουμε σημασία σε ένα πράγμα που είναι παρόν, εάν δηλαδή σχηματίσουμε μια ιδέα για το τί μπορεί να είναι αυτό το πράγμα σε σχέση προς εμάς, φαίνεται να μειώνουμε, αναπόφευκτα, την επίδραση που αυτό το πράγμα μπορεί να έχει στα σώματα και τις αισθήσεις μας. Η λέξη «μεταφυσική» χρησιμοποιείται εδώ με αυτή την έννοια. Αντιθέτως, και παρά το γεγονός ότι διαπραγματευόμαστε μια σειρά από θεολογικές έννοιες και μοτίβα στα ακόλουθα κεφάλαια, εκείνες οι σημασίες της «μεταφυσικής» που είναι συνώνυμες με «υπερβατικότητα» (transcendence) ή «θρησκεία» παραλείπονται. Η «μεταφυσική» αναφέρεται σε μια στάση, τόσο καθημερινή στάση, όσο και ακαδημαϊκή προοπτική, που προσδίδει μεγαλύτερη αξία στη σημασία των φαινομένων παρά στην υλική παρουσία τους. Η λέξη λοιπόν υποδεικνύει μια θέαση του κόσμου που θέλει πάντοτε να πηγαίνει «πέρα» (ή «κάτω») από αυτό που είναι «φυσικό». Διαφορετική από τις λέξεις «παρουσία», «παραγωγή» και «πράγματα του κόσμου», η λέξη «μεταφυσική» παίζει το ρόλο του αποδιοπομπαίου τράγου στο μικρό εννοιολογικό δράμα αυτού του βιβλίου. Η «μεταφυσική» μοιράζεται τον ρόλο του αποδιοπομπαίου τράγου με άλλες έννοιες και ονόματα, όπως «ερμηνευτική», «καρτεσιανή θεώρηση του κόσμου», «παράδειγμα υποκείμενο/αντικείμενο», και πάνω απ’ όλα «ερμηνεία». Επειδή μια τέτοια εννοιολογική κατανομή ρόλων περιλαμβάνει το ρίσκο να γίνει κανείς εμμονικός, πρέπει να γίνει κατανοητό, πως η έμφαση που δίνει το βιβλίο στις λέξεις «παρουσία», «παραγωγή» και «πράγματα του κόσμου», δεν πάει τόσο μακριά, ώστε να αναθεματίσει οποιοδήποτε τρόπο σχέσης προς τον κόσμο που βασίζεται στη σημασία.

Στοιχήματα

Το βιβλίο αυτό επιδιώκει να κάνει μια δέσμευση κατά της τάσης στην σύγχρονη κουλτούρα, να εγκαταλείψει ή και να ξεχάσει τη δυνατότητα μιας σχέσης με τον κόσμο που βασίζεται στην παρουσία. Ειδικότερα: μια δέσμευση κατά της συστηματικής παραγκώνισης της παρουσίας, και κατά της ακαταμάχητης κεντρικότητας της ερμηνείας, στους ακαδημαϊκούς τομείς που αποκαλούμε «ανθρωπιστικές επιστήμες και τέχνες». Ενώ η μοντέρνα (συμπεριλαμβανομένης της σύγχρονης) δυτική κουλτούρα μπορεί να περιγραφεί ως μια διαδικασία σταδιακής εγκατάλειψης και λήθης της παρουσίας, μερικά από τα «special effects» που παράγονται σήμερα από τις πιο προηγμένες τεχνολογίες επικοινωνίας, μπορεί εν τέλει να προκύψει, πως είναι τα εργαλεία για το εκ νέου ξύπνημα της επιθυμίας για παρουσία. Το βιβλίο αυτό υποστηρίζει, ότι είναι η σχέση με τα πράγματα του κόσμου, η οποία μπορεί να ταλαντώνεται μεταξύ επιδράσεων της παρουσίας και επιδράσεων της σημασίας (presence effects, meaning effects). Οι επιδράσεις της παρουσίας βέβαια, απευθύνονται αποκλειστικά στις αισθήσεις. Οι αντιδράσεις επομένως που προκαλούν δεν έχουν τίποτα κοινό με την Einfühlung (ενσυναίσθηση), δηλαδή με την απεικόνιση του τι συμβαίνει στην ψυχή ενός άλλου προσώπου.

Συνάφειες

Δεν υπάρχει ούτε μια ακαδημαϊκή «σχολή» ή «σχολή σκέψης» στην οποία μπορεί να ανήκει αυτό το βιβλίο. Σίγουρα δεν προσκολλάται στην ευρωπαϊκή παράδοση της ερμηνευτικής (το αντίθετο!), ούτε είναι μια άσκηση στην «αποδόμηση» (deconstruction), και βρίσκεται σε ακόμα πιο μεγάλη απόσταση από τις «μελέτες πολιτισμού» ή (Θεός φυλάξοι!) από τον «Μαρξισμό». Δεν προβάλλει επίσης ιδιαίτερες απαιτήσεις για ηθικά αξιέπαινες αξίες όπως «ασέβεια» (irreverence), «αντίσταση» ή «ανεξαρτησία». Γιατί το βιβλίο αυτό οφείλει περισσότερα απ’ όσο μπορεί να εκφράσει, στις ιδέες που προκλήθηκαν από το έργο δυο φίλων και συναδέλφων που θαυμάζω πολύ. Τα πέντε κεφάλαια του σημειώνουν μια τροχιά που έλαβε την έμπνευση της, από το 1980, από την ανακάλυψη του Friedrich Kittler, μιας νέας sensibilité intellectuelle για κάθε είδους «υλικότητες» (materialities). Η τροχιά αυτή όμως εκτροχιάστηκε απαλά και επανατοποθετήθηκε ανεπαίσθητα για μένα, από το μοναδικό στιλ του Robert Harrison να χειρίζεται μερικά κλασικά θέματα του φιλοσοφικού υπαρξισμού, μεταξύ των οποίων τη σημαντικότητα του χώρου, της γης και των νεκρών για την ανθρώπινη ζωή. Επιπλέον, το τρίτο κεφάλαιο προσφέρει μια αναφορά σε ορισμένες πιο σημειακές συνάφειες μεταξύ αυτού του στοχασμού περί «παρουσίας» και μιας σειράς πρόσφατων βιβλίων από διάφορους τομείς εντός των ανθρωπιστικών επιστημών. Οι πολλαπλές αυτές συνάφειες όμως δεν συγκλίνουν στην υπόσχεση (ή απειλή) μια νέας διανοητικής τοποθέτησης ή ενός νέου ακαδημαϊκού παραδείγματος. Τέλος, επειδή ο συγγραφέας δηλώνει, πως του κατέστη πολύ δύσκολο να φανταστεί το έργο του χωρίς το την φιλοσοφία του Martin Heidegger, το τελευταίο πράγμα που θα ήθελε να αποδεχθεί είναι η ταμπέλα «χαϊντεγκεριανός». Οι λόγοι του για την άρνηση αυτή δεν είναι φιλοσοφικοί.

Τόνοι

Μερικοί αναγνώστες του χειρόγραφου αυτού του βιβλίου παρατήρησαν μια παράξενη εναλλαγή μεταξύ αναπάντεχα (για να μην πούμε εξοργιστικά) «αυτοβιογραφικών» τόνων στο πρώτο και το τελευταίο κεφάλαιο, και ενός πιο ακαδημαϊκού στιλ στα ενδιάμεσα κεφάλαια. Άλλοι βρήκαν ολόκληρο το κείμενο απαράδεκτα επικεντρωμένο στο εγώ-που, δεδομένου του σκανδαλώδους αριθμού των βιβλίων και άρθρων του συγγραφέα, στα οποία αναφέρεται στις υποσημειώσεις, πρόκειται για μια κριτική την οποία ο συγγραφέας δεν μπορεί εύκολα να απορρίψει. Για τον λόγο αυτό, ο συγγραφέας αισθάνεται υπόχρεος να δηλώσει πως δεν έχει καμιά καλή δικαιολογία (υπάρχει όμως σε οποιαδήποτε περίπτωση «καλή» δικαιολογία;), ούτε φυσικά πειστικούς λόγους, για τον τρόπο με τον οποίο εκφράζεται αυτό το βιβλίο. Είναι μάλλον σίγουρο, πως εν μέρει αισθάνθηκε αναγκασμένος να γράψει με ένα τέτοιο ιδιαίτερο τρόπο, επειδή σκέφτηκε πως ήταν απαραίτητο να βρει ένα ιδιαίτερο μέρος για την πολύ προσωπική του δέσμευση (και για τον τρόπο με τον οποίο αυτή αναδύθηκε), μέσα σε ένα διανοητικό χώρο με παράξενα θολά περιγράμματα. Ο συγγραφέας όμως δεν πήρε καμιά απόφαση, ούτε έκανε κάποια επιλογή, των εναλλαγών στο βιβλίο. Ίσως όμως οι εναλλαγές αυτές να μην είναι απλώς προσωπικές και ατομικές αντιδράσει σε ένα διανοητικό περιβάλλον, στο οποίο μακροχρόνια ισχύουσες βεβαιότητες και θέσεις και σχολές ξεθωριάζουν, ενώ δε φαίνεται να αναδύονται στον ορίζοντα νέες βεβαιότητες και θέσεις και σχολές. Όπως το εισηγήθηκε ένας από τους πιο εύστοχους (και πολύ γενναιόδωρους) φίλους του συγγραφέα: κάτω από αυτές τις περιστάσεις, δεν μπορούμε παρά να είμαστε εμείς το διανοητικό μας περιβάλλον, και ακόμα πρέπει να είμαστε το πλαίσιο αναφοράς για το έργο το οποίο μας ενδιαφέρει.

Επαναλήψεις και δομή


Μερικά διανοητικά μοτίβα, μερικές παραθέσεις, μερικά επιχειρήματα, όπως και ορισμοί, αναδύονται στην επιφάνεια αρκετές φορές στα ακόλουθα κεφάλαια-σαν να ήταν μια κακώς επιμεληθείσα συλλογή δοκιμίων, με όψη βιβλίου, και όχι αυτό που πράγματι είναι, δηλαδή, ένα βιβλίο γραμμένο, από την πρώτη ως την τελευταία σελίδα, με αμείωτη συγκέντρωση. Ο λόγος για τις τόσες πολλές επαναλήψεις πρέπει να είναι το γεγονός, πως η πρώτη ορμή για το βιβλίο ήρθε ως μια έντονη διαίσθηση (intuition), (και παρέμεινε διαίσθηση καθ’ όλη τη διάρκεια), παρά ως ένα σχήμα με μορφή ακολουθίας για την έκθεση του επιχειρήματος. Ο συγγραφέας έκανε ότι καλύτερο μπορούσε για να μεταμορφώσει αυτή τη διαίσθηση του περί «παρουσίας» σε μια συμβατική διήγηση (ένας φίλος και αναγνώστης είπε σε «generational fable» (μύθος γενεών;)), που ξεκινά στο παρελθόν, κορυφώνεται στο παρών, και τελειώνει με μια ματιά στα πιθανά μέλλοντα. Παρά την αφηγηματική επιφάνεια, όμως, η διανοητική κίνηση από την οποία πέρασε ο συγγραφέας, έδωσε την αίσθηση μιας κίνησης περιπλοκής σε ομόκεντρους κύκλους. Για τον λόγο αυτό, σε κάποιο σημείο σταμάτησε τον γενναίο αγώνα του κατά της επανάληψης-και αυτός είναι επίσης ο λόγος για τον οποίο πιστεύει, πως οι επαναλήψεις αυτές ίσως λειτουργήσουν ως βηματοδότης για τους μελλοντικούς αναγνώστες.

Συνεχίζεται με τα κεφάλαια του βιβλίου

Δεν υπάρχουν σχόλια: