Τρίτη 15 Ιουλίου 2025

Giovanni Reale - ΠΛΑΤΩΝ (45)

 Συνέχεια από: Κυριακή 13 Ιουλίου 2025

Giovanni Reale 

ΠΛΑΤΩΝ

VΙI

Η ΜΕΤΑΦΟΡΑ ΤΟΥ «ΔΕΥΤΕΡΟΥ ΠΛΟΥ» ΚΑΙ Η ΕΠΑΝΑΣΤΑΤΙΚΗ ΑΝΑΚΑΛΥΨΗ ΤΟΥ ΠΛΑΤΩΝΑ ΤΟΥ ΝΟΗΤΟΥ ΜΕΤΑΑΙΣΘΗΤΟΥ ΟΝΤΟΣ

Η θεωρία των «Ιδεών» και η διδασκαλία των «Πρώτων και Υπέρτατων Αρχών»

Η διπολική δομή ως χαρακτηριστικό γνώρισμα του τρόπου σκέψης των Ελλήνων

 Ήδη οι προσωκρατικοί έστρεφαν την προσοχή τους σε αντίθετες αρχές και στη διπολική δομή της πραγματικότητας, ξεκινώντας από τον Ηράκλειτο και κατόπιν κυρίως με τους Πυθαγορείους. Σε ένα απόσπασμα του Φιλολάου διαβάζουμε:

Όλα τα πράγματα είναι εκ φύσεως είτε περιορίζοντα είτε απεριόριστα, ή συγχρόνως και περιορίζοντα και απεριόριστα. Πράγματα που να είναι μόνον απεριόριστα ή μόνον περιορίζοντα δεν θα μπορούσαν να υπάρξουν. Εφόσον, λοιπόν, είναι φανερό ότι τα όντα δεν δύνανται να συγκροτούνται ούτε αποκλειστικά από περιορίζοντα στοιχεία ούτε αποκλειστικά από απεριόριστα, καθίσταται προφανές ότι το σύμπαν και τα πράγματα που περιέχονται σε αυτό συνίστανται από τη σύζευξη περιοριστικών και απεριόριστων στοιχείων.[ΑΡΣΕΝ ΚΑΙ ΘΗΛΥ ΕΠΟΙΗΣΕΝ ΑΥΤΟΥΣ]

Αλλά και η ίδια η αρχαιότερη θεολογική σκέψη βασίζεται σε μια διπολική σύλληψη. Ήδη στη Θεογονία του Ησιόδου αυτό γίνεται φανερό. Από την αρχή οι θεοί και οι κοσμικές δυνάμεις διαιρούνται σε δύο πολικά αντίθετες σφαίρες, που ανάγονται στη Γαία και το Χάος, οι οποίες έχουν, αντίστοιχα, τα χαρακτηριστικά ης μορφής και της αμορφίας: σε αυτή τη διπολικότητα συνοψίζεται το σύνολο των όντων. Αλλά και στη δεύτερη φάση της θεογονίας, δηλαδή με την έλευση του Δία, η διπολική σύλληψη παραμένει υποκείμενη ιδέα. Όπως έχει επισημανθεί, οι Τιτάνες, που ηττήθηκαν από τον Δία, ρίχνονται στον Τάρταρο, ο οποίος, μπορεί κανείς δικαίως να πει, νοείται ως ένα είδος «αντίκοσμου πολικά αντίθετου» προς τον Όλυμπο. Επιπλέον, ο καθένας από τους θεούς φαίνεται να είναι ένα μίγμα ή σύνθεση δυνάμεων με πολικά αντίθετα χαρακτηριστικά: ο Απόλλων, για παράδειγμα, έχει ως σύμβολα το τόξο και τη λύρα· η Άρτεμις είναι παρθένος και ταυτόχρονα προστάτρια  των γυναικών που γεννούν, και ούτω καθεξής. Επιπλέον, κάθε θεότητα έχει μια άλλη θεότητα ως πολικά αντίθετή της: για παράδειγμα, στον Απόλλωνα αντιπαρατίθεται πολικά ο Διόνυσος, στην Άρτεμιδα αντιπαρατίθεται η Αφροδίτη, και ούτω καθεξής.

Μια μελετήτρια του ελληνικού μύθου, η Paula Philippson, έχει αναγνωρίσει με τελειότητα αυτόν τον ιδιαίτερο χαρακτήρα της πολικής μορφής ως βασικής δομής της ελληνικής σκέψης. Αξίζει να διαβάσει κανείς μια σελίδα της, στην οποία έχω ήδη αρκετές φορές στρέψει την προσοχή, διότι είναι πραγματικά υποδειγματική:

«Η πολική μορφή της σκέψης βλέπει, συλλαμβάνει, σχηματίζει και οργανώνει τον κόσμο, ως ενότητα, σε ζεύγη αντιθέτων. Αυτά είναι οι μορφές με τις οποίες ο κόσμος παρουσιάζεται στο ελληνικό πνεύμα, με τις οποίες αυτό μετασχηματίζει και συλλαμβάνει σε ταξινομήσεις την πολλαπλότητα του κόσμου. Αυτά τα ζεύγη αντιθέτων της πολικής μορφής της σκέψης είναι θεμελιωδώς διαφορετικά από τα ζεύγη αντιθέτων της μονοθεμελιακής (μονιστικής) μορφής σκέψης ή της δυϊστικής, στο πλαίσιο των οποίων αυτά αλληλοαποκλείονται, ή, πολεμώντας μεταξύ τους, αλληλοκαταστρέφονται ή, τέλος, συμφιλιούμενα, παύουν να είναι ως αντίθετα [...]. Αντίθετα, στη μορφή της πολικής σκέψης τα αντίθετα ενός ζεύγους δεν είναι μόνο αδιάσπαστα συνδεδεμένα μεταξύ τους, όπως οι πόλοι του άξονα μιας σφαίρας, αλλά είναι, στη βαθύτερη λογική τους ουσία, ακριβώς πολική, αλληλοεξαρτώμενα μέσω της αντίθεσής τους: χάνοντας τον αντίθετο πόλο, θα έχαναν και το ίδιο τους το νόημα. Το νόημά τους συνίσταται ακριβώς στο γεγονός ότι αυτά, ως αντίθετα – όπως και ο άξονας που τα χωρίζει – είναι μέρη μιας μεγαλύτερης ενότητας που δεν μπορεί να οριστεί αποκλειστικά με βάση αυτά: για να το πούμε με γεωμετρικούς όρους, είναι σημεία μιας σφαίρας τέλεια αυτάρκους. Αυτή η πολική μορφή της σκέψης πληροί αναγκαστικά κάθε αντικειμενοποίηση της ελληνικής σκέψης. Γι’ αυτό και η ελληνική θέαση του θείου είναι διαμορφωμένη στο πρότυπό της»[P. Philippson, Origini e forme del mito greco (Προέλευση και μορφές του ελληνικού μύθου), επιμέλεια A. Brelich, Boringhieri, Τορίνο 1993, σ. 65-66].

Αυτή η «πολική» μορφή, ή, για να το πούμε καλύτερα, «διπολική», που χαρακτηρίζει την ελληνική σκέψη σε όλες της τις μορφές, όπως προκύπτει καθαρά από όσα είπαμε στην προηγούμενη παράγραφο, σφραγίζεται με τελειότητα ακριβώς στη πρωτολογική θεωρία των πρώτων και υπέρτατων Αρχών του Πλάτωνα: του «Ενός» και της «Αόριστης Δυάδας του μεγάλου και του μικρού», και στις θέσεις που απορρέουν από αυτήν, δηλαδή στις «άγραφες δοξασίες» και σε όλη τη σειρά υπαινιγμών και διασταυρούμενων αναφορών που υπάρχουν στα γραπτά του.

Και αυτό αποδεικνύει περίτρανα τη σημασία και την εμβέλεια των μαρτυριών για τις ‘άγραφες δοξασίες’ και των «βοηθημάτων» που αυτές προσφέρουν στην κατανόηση των πλατωνικών γραπτών.


Σημασία και ιστορική εμβέλεια της θεωρίας των Ιδεών και της διδασκαλίας των Αρχών

Ολοκληρώνω τις σκέψεις που αναπτύχθηκαν σε αυτό το κεφάλαιο, εφιστώντας την προσοχή του αναγνώστη στη σημασία της διδασκαλίας των Ιδεών, με την οποία πρέπει να συσχετισθεί η παράλληλη σημασία της θεωρίας των Αρχών, η οποία ωστόσο παρέμεινε περισσότερο στο παρασκήνιο και έδρασε, θα λέγαμε, ως αντίστιξη.

Πρώτα απ’ όλα, αξίζει να επαναλάβουμε μια ήδη διατυπωμένη παρατήρηση, δηλαδή να θυμίσουμε ότι τα αποτελέσματα που πέτυχε ο Πλάτων με τον «δεύτερο πλου» του αποτελούν το σημαντικότερο ορόσημο στην ιστορία της μεταφυσικής.

Πράγματι, η δυτική σκέψη, όπως είχα πολλές φορές την ευκαιρία να επισημάνω, αποδεικνύεται αποφασιστικά υποταγμένη στη συνθήκη της ανακάλυψης του υπεραισθητού όντος, όχι μόνο στο μέτρο και στον βαθμό που την αποδέχεται, αλλά και στον βαθμό που δεν την αποδέχεται: διότι, σε αυτή την τελευταία περίπτωση, η μη αποδοχή των αποτελεσμάτων του «δεύτερου πλου» θα πρέπει να δικαιολογηθεί, και η διαλεκτική αντιπαράθεση που συνδέεται με τη μη αποδοχή θα εμπεριέχει πάντα σε κάποιον βαθμό αυτόν τον καθορισμό. Ας θυμηθούμε, ιδίως, ότι μόνο μετά τα αποτελέσματα του ‘δεύτερου πλου’ μπορούμε να μιλάμε για «αισθητό» και «υπεραισθητό», για «εμπειρικό» και «μεταεμπειρικό», για «φυσικό» και «υπερφυσικό». Και μόνο στο φως αυτών των κατηγοριών οι Φυσικοί πριν τον Πλάτωνα εμφανίζονται ως ‘υλιστές’, και ο φυσικός κόσμος δεν είναι πλέον το σύνολο των όντων, αλλά το σύνολο αυτών που φαίνονται. Και, κατά πολύ μεγαλύτερο λόγο, αυτό ισχύει και για τις θέσεις που έλαβαν οι φιλόσοφοι μετά τον Πλάτωνα, μετά την ανακάλυψή του.[ΠΑΤΕΡΙΚΟ ΜΕΤΑ-ΠΑΤΕΡΙΚΟ ΕΝ ΧΡΟΝΩ]

Όσον αφορά τη θεωρία των Ιδεών, αρκεί να θυμηθούμε την κρίση που διατύπωσε ο Χέγκελ, ο οποίος δεν δίστασε να γράψει ότι ακριβώς στη διατύπωση της θεωρίας των Ιδεών έγκειται η πραγματική «μεγαλοφυΐα» του Πλάτωνα. Πηγαίνει μάλιστα ακόμη παραπέρα, δηλώνοντας ότι, με τη δημιουργία της θεωρίας των Ιδεών, «ο Πλάτων σημαδεύει ένα ορόσημο στην ιστορία της φιλοσοφίας, και άρα γενικά στην παγκόσμια ιστορία» [Hegel, Lezioni di storia della filosofia (Μαθήματα ιστορίας της φιλοσοφίας), ιταλική μετάφραση των E. Codignola και G. Sanna, La Nuova Italia, Φλωρεντία 1932, τόμος II, σ. 209].

Και τι να πούμε για τη θεωρία των Αρχών;

Ας θυμηθούμε μόνο επιγραμματικά ότι η θεωρία του Ενός υπήρξε το γενετικό κέντρο γύρω από το οποίο σχηματίστηκε και αναπτύχθηκε ο Νεοπλατωνισμός, με τη συστηματική καινοτομία της παραγωγής από το ίδιο το Ένα της αντιθετικής αρχής της Δυάδας, και συνεπώς με την παραγωγή της διπολικής δομής του πραγματικού από το ίδιο το Ένα (δηλαδή με την παραγωγή του διπολισμού από έναν ριζικό μονοπολισμό). Επομένως, χωρίς τις άγραφες δοξασίες δεν θα μπορούσε να εξηγηθεί ούτε ο ίδιος ο Νεοπλατωνισμός ούτε η ιστορία του.[ΕΝΟΣ ΔΕ ΕΣΤΙΝ ΧΡΕΙΑ ΟΧΙ ΝΑ ΤΥΡΒΑΖΕΙΣ ΠΕΡΙ ΠΟΛΛΑ]

Για την αντίστροφη ροή αυτής της θεματικής των πρώτων πλατωνικών Αρχών στην ιστορία της νεότερης και σύγχρονης σκέψης παραπέμπω στα έργα των Krämer [Ο Πλάτωνας και τα Θεμέλια της Μεταφυσικής. Δοκίμιο για τη Θεωρία των Αρχών και τις Άγραφες Δοξασίες του Πλάτωνα, με Συλλογή Θεμελιωδών Κειμένων σε Δίγλωσση Έκδοση. Εισαγωγή και Μετάφραση από τον G. Reale, Vita e Pensiero, Μιλάνο, 1983, 1994] και Beierwaltes [Σκέψη του Ενός: Μελέτες στη Νεοπλατωνική Φιλοσοφία και την Ιστορία των Επιρροών της, Εισαγωγή από τον G. Reale, μετάφραση από τον M.L. Gatti, Vita e Pensiero, Μιλάνο 1991]. Εδώ περιορίζομαι να υποδείξω μια σύντομη παρατήρηση σχετικά με τη θεωρητική εμβέλεια αυτής της διδασκαλίας.

Συγκεκριμένα: τι νόημα μπορεί να έχει για τον σημερινό άνθρωπο να ακούσει από τον Πλάτωνα ότι το Αγαθό είναι το Ένα που ενεργεί πάνω στη Δυάδα, δηλαδή πάνω στη χαώδη διαίρεση στα πολλά; Γιατί η αντίδραση του σύγχρονου ανθρώπου να μην είναι ακριβώς εκείνη που είχαν οι αρχαίοι, όταν άκουσαν να εκτίθεται αυτή η διδασκαλία;

Ο σημερινός άνθρωπος τείνει να διαιρεί τα πάντα, όπως έκανε με το άτομο. Όχι μόνο σε πολιτικό επίπεδο (τάξεις, κόμματα, ρεύματα, κ.τ.λ.), αλλά και σε ηθικό: διάσπαση της οικογένειας με το διαζύγιο, μάχες μεταξύ των φύλων, διαίρεση γονέων και παιδιών και ούτω καθεξής. Ο άνθρωπος του σήμερα έχει σκάψει θεμελιακές ρωγμές και μέσα στην ίδια του την ψυχή, με τα γνωστά αποτελέσματα. Και το πλατωνικό μήνυμα ίσως λέει ακριβώς αυτό, δηλαδή ότι τα προβλήματα που συνδέονται με αυτές τις διαιρέσεις έχουν μία και μόνη ρίζα, και μπορούν να επιλυθούν μόνο επανεγκαθιστώντας την ενότητα μέσα στην πολλαπλότητα, την τάξη στο χάος, την αρμονία στη δυσαρμονία.

Με άλλα λόγια, ο σύγχρονος άνθρωπος θα έπρεπε να μάθει να ξαναβρεί το αρχαίο ‘μέτρον άριστον’. Αλλά γι’ αυτό θα πρέπει να πούμε πολύ περισσότερα στη συνέχεια.

Εδώ, για να κλείσω, θέλω να ανακαλέσω για ακόμη μία φορά τον Χέγκελ. Δεν είχε κατανοήσει τις άγραφες δοξασίες, επειδή ο τρόπος με τον οποίο παρουσιάζονταν στην εποχή του (κυρίως από τον W.G. Tennemann) τις καθιστούσε απαράδεκτες. Αλλά είχε κατανοήσει καλά το θέμα που αυτές είχαν στο κέντρο τους, ανασυγκροτώντας το από άλλη οδό (κάτι που κάνει το θέμα ακόμη πιο ενδιαφέρον). Στις Διαλέξεις περί φιλοσοφίας της θρησκείας, ο Χέγκελ γράφει:

«Όλη η φιλοσοφία δεν είναι τίποτε άλλο παρά η μελέτη των προσδιορισμών του Ενός.» (Hegel, Διδασκαλίες για τη φιλοσοφία της θρησκείας, στο Werke, τόμος XV, σ. 113 Glockner).

Μια διατύπωση που πιο πλατωνική δεν θα μπορούσε να υπάρξει.

Τέλος VII Κεφαλαίου

Δεν υπάρχουν σχόλια: