Τετάρτη 19 Οκτωβρίου 2011

ΣΥΝΑΝΤΗΣΕΙΣ ΜΕ ΤΗΝ ΨΥΧΗ (12)

Συνέχεια από : Τρίτη, 11 Οκτωβρίου 2011

 
Η ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΗ ΦΑΝΤΑΣΙΑ όπως αναπτύχθηκε από τον C.G.Jung της Barbara HANNAH

 ΚΕΦΆΛΑΙΟ  5
ΕΝΑ ΑΡΧΑΙΟ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΗΣ ΦΑΝΤΑΣΊΑΣ –
Ο ΚΟΥΡΑΣΜΕΝΟΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΖΩΗ ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΚΑΙ ΤΟ ΒΑ ΤΟΥ

 Τα δύο καλύτερα παραδείγματα της ονομαζόμενης ακουστικής μεθόδου ενεργητικής φαντασίας (σ.σ.: Διάλογος με μια μορφή ή μορφές τού ασυνειδήτου) που έχω υπ’ όψη μου, προέρχονται από πολύ παλιά. Σε αυτήν την περίπτωση μια μορφή τού ασυνειδήτου εισβάλλει στον κόσμο ενός ανθρώπου με τόσο ασυνήθιστον τρόπο, ώστε στην αρχή αυτός συντρίβεται εντελώς. Στο τέλος αποδεικνύεται, όμως, ικανός να αντιμετωπίση την κατάσταση με έναν τρόπο που λίγοι από εμάς θα μπορούσαν να επιτύχουν σήμερα.

 Το δεύτερο παράδειγμα (στο Κεφάλαιο 6) προέρχεται από το πρώτο μισό του 12ου αιώνα μ.Χ., και είναι μια τέλεια αντίθεση προς το πρώτο. Η συζήτηση αρχίζει από τον ίδιον τον άνθρωπο, ο οποίος προφανώς εμποδίσθηκε πολύ στο συνειδητό του πρόγραμμα από την παρεμβολή τής anima του. Όλα όσα ξέρουμε για τον «κουρασμένο από την ζωή άνθρωπο» προέρχονται από το ίδιο το κείμενο, και από τα σχόλια επάνω στο κείμενο του αιγυπτιολόγου Helmuth Jacobsohn ( H. Jacobsohn: «Άχρονα κείμενα σχετικά με την ψυχή», EvastonNorthwestern University Press, 1968). Το δεύτερο παράδειγμα είναι, αντίθετα, γραμμένο από έναν άνδρα πολύ γνωστό, τον Hugh de St. Victor, για τον οποίον γνωρίζουμε πολύ περισσότερα.

 Ήδη επισήμανα τις διαφορές ανάμεσα στα δύο αυτά κείμενα στο πρώτο μου σεμινάριο για την ενεργητική φαντασία (το 1951), αλλά εκείνον τον καιρό, παρά τον εξαιρετικό χαρακτήρα του, χρειάσθηκε να ξεπεράσω αρκετά αισθήματα κατωτερότητας προκειμένου να χρησιμοποιήσω το πρώτο παράδειγμα, εξαιτίας της άγνοιας που είχα σχετικά με την αιγυπτιολογία και την αιγυπτιακή γλώσσα. Μόνον το γεγονός ότι ο ίδιος ο Jung μού έδωσε το κείμενο που ο Jacobsohn τού είχε μόλις στείλει χειρόγραφο, και η καλή σύμπτωση τού ότι ο Jacobsohn ήταν ο ίδιος στην Ζυρίχη τον καιρό που έδινα αυτές τις διαλέξεις, με έκαναν να ξεπεράσω τους δισταγμούς μου. Πρέπει να εκφράσω και στους δύο την ευγνωμοσύνη μου για τη βοήθεια που μου έδωσαν, χωρίς να τους επιφορτίσω με οποιαδήποτε ευθύνη για ό,τι λέω.

 Χρησιμοποίησα την αγγλική μετάφραση που έκανα η ίδια εκείνην την εποχή από το γερμανικό πρωτότυπο, επειδή μού ήταν περισσότερο οικεία. Την έχω συγκρίνει με μιαν εξαιρετικά νεώτερη μετάφραση του Richard Pope (Αυτόθι, σ. 1-54). Και δεν υπάρχουν σπουδαίες διαφορές.

 Το κείμενο είχε μεταφρασθή πολλές φορές στο παρελθόν, αλλά κανείς δεν είχε φθάσει κοντά στην κατανόησή του, μέχρι που ο Jacobsohn το πήρε στα χέρια του. Όσοι γνωρίζουν τη μετάφραση του I Ching από τον Legge (I Ching: μετάφραση James Legge, 2η έκδοση. Ν. Υόρκη, Dover Press Inc,1899), και την έχουν συγκρίνει με τη νεώτερη, εξαιρετική μετάφραση του κειμένου του Wilhelm από τον Gary Baynes, θα καταλάβουν τί εννοώ (« Το I Ching ή βιβλίο των Αλλαγών», μετάφραση Richard Wilhelm, Cary F. Baynes,  3η έκδοση. Princeton, Princeton University Press, 1967). Μια σύγκριση των προηγουμένων μεταφράσεων του αιγυπτιακού μας κειμένου με αυτήν του Jacobsohn, έχει ακριβώς το ίδιο αποτέλεσμα. Είναι αδύνατον να μεταφράση κανείς τέτοια κείμενα χωρίς κάποια γνώση ψυχολογίας, και ο Dr. Jacobsohn έχει μιαν έμφυτη κατανόηση της ψυχολογίας των αρχαίων Αιγυπτίων, την οποίαν είναι δύσκολο να βρη κανείς λόγια για να επαινέση. Λυπάμαι που ο χώρος δεν μου επιτρέπει να μεταφέρω περισσότερα από τα σχόλιά του, αλλά μπορεί κανείς να τα βρη όλα στο βιβλίο «Άχρονα κείμενα σχετικά με την ψυχή».

 Ήταν η άγνοια και της αντικειμενικής ύπαρξης του ασυνειδήτου, και του γεγονότος ότι αυτό εμφανίζεται σε προσωποποιημένες μορφές, που εμπόδισε τους πρώτους μεταφραστές, οι οποίοι είχαν τη γνώμη ότι οι δύο ομιλητές ήταν απλώς μια συνειδητή επινόηση του συγγραφέα, προκειμένου να εκφράση δύο τάσεις εκείνου του καιρού.  Ο Dr Jacobsohn κάνει το σχόλιο ότι, αν αφήσουμε όλες τις προκατασκευασμένες γνώμες κατά τη μελέτη του κειμένου, «βρισκόμαστε πάνω από όλα μπροστά σε μιαν ανθρώπινη τραγωδία πολύ μεγαλυτέρων διαστάσεων από ό,τι έχει παραδεχθή οποιοσδήποτε μέχρι σήμερα. Δεν είναι μόνον ο άνθρωπος που δεν μπορεί να βρη τον προσανατολισμό του στον καιρό που ζη, και επομένως οδηγείται στα πρόθυρα της αυτοκτονίας. Αυτό είναι απλώς το σημείο εκκίνησης. Αλλά είναι επίσης ο άνθρωπος που ζει πολύ απομακρυσμένος από τον Θεό, που έχει χάσει κάθε στήριγμα, και που τώρα ανακαλύπτει κάτι, το οποίο – σύμφωνα με τις υπάρχουσες μαρτυρίες – δεν έχει μέχρι τότε ανακαλυφθή από κανέναν στην Αίγυπτο. Ανακαλύπτει λοιπόν ότι το Βα – η προσωπική «ψυχή» του ανθρώπου – αντιπροσωπεύει μια δύναμη ήδη κατά τη διάρκεια της ζωής του άνθρωπου, μια δύναμη, που από τη μια μεριά δεν μπορεί να ξεφύγη κανείς από αυτήν με τη συνειδητή του βούληση, και από την άλλη, δεν μπορεί να την κατανοήση ακόμη με τον συνειδητό του νου, και επομένως πρέπει να προσπαθήση επανειλημμένα για να αντισταθή σε αυτήν τη δύναμη που υπάρχει μέσα του. Είναι η τραγωδία του ανθρώπου που είναι αβοήθητος, όχι μόνο σε σχέση με τον κόσμο, αλλά επίσης σε σχέση με τον εαυτό του. Αυτή η τραγωδία μπορεί να βιωθή μόνον από κάποιον που δεν ζη σαν ένας «ευσεβής» ανάμεσα σε άθεους ανθρώπους, αλλά ο οποίος έχει υποφέρει ο ίδιος από τον τρόμο και την απελπισία τού να είναι μακριά από τον Θεό. Το τί συνέβη στον «κουρασμένο από την ζωή άνθρωπο» στα χέρια τού Βα του ενώ βρισκόταν σε αυτήν την κατάσταση απελπισίας, δεν πρέπει να βιασθούμε να το πούμε εδώ: είναι στην ουσία το θέμα της διήγησης που ακολουθεί.

 Πρέπει να θυμηθούμε ότι αυτό που ονομάζουμε «άτομο», ερχόταν στο φως μόνο  μ ε τ ά  τον θάνατο για τον πιστό Αιγύπτιο εκείνης της εποχής. Ο αναγνώστης που έχει υπ’ όψη του την «Βίβλο των Νεκρών» (σ.σ.: E. A. Wallis Budge, «Η Βίβλος των Νεκρών», Ν. Υόρκη Barnes & Nobles Inc., 1953), ξέρει ήδη ότι κάθε ξεχωριστό στοιχείο του ατόμου προβαλλόταν στο Υπερπέραν, και ότι δινόταν ανυπολόγιστη σημασία στην ταφή και στις νεκρικές ιεροτελεστίες.

 Παρ’ όλο που το κείμενο απέχει από εμάς πάνω από 4.000 χρόνια, είναι κατά περίεργον τρόπο κοντά μας από πολλές απόψεις. Αυτό οφείλεται ίσως στο ότι γράφτηκε σε έναν καιρό που η Αίγυπτος βρισκόταν σε μιαν κατάσταση πολύ όμοια με το αδιέξοδο στο οποίο βρισκόμαστε εμείς σήμερα. Ήταν η εποχή της διάλυσης του παλαιού βασιλείου, της πρώτης επανάστασης στην ιστορία, που αποτελεί πρωτότυπη μορφή των σύγχρονων επαναστάσεων: οι ιερείς ήταν στόχος επίθεσης, και πολλές φορές δολοφονούνταν· οι τάφοι-πυραμίδες και τα ιερά γκρεμίζονταν· οι φτωχοί λήστευαν τους πλούσιους και προσπαθούσαν να τους εξοντώσουν· κάθε μικρο- πρίγκηπας συνωμοτούσε για να γίνη Φαραώ. Οι αυτοκτονίες ήταν τόσο συχνές, ώστε οι κροκόδειλοι στον Νείλο δεν προλάβαιναν πια να φάνε τα πτώματα.

 Για έναν πιστό Αιγύπτιο, όπως ήταν ο δικός μας «κουρασμένος από την ζωή» άνθρωπος, αυτή η κατάσταση ήταν ένα ψυχολογικό σοκ που τον ξεπερνούσε. Οτιδήποτε υπήρχε, υλικό ή πνευματικό, κατέρρεε γύρω του, κάτι πολύ όμοιο με αυτό που συμβαίνει με εμάς σήμερα.

 Ο τίτλος τού κειμένου είναι: «Ο κουρασμένος από την ζωή άνθρωπος και το Βα του». Το «Βα» πάντα μεταφράζεται σαν «ψυχή». Ο Dr Jacobsohn μάς λέει στην εισαγωγή του στο κείμενο, ότι δεν γνωρίζουμε πολλά σχετικά με το τί σήμαινε το Βα για έναν άνθρωπο εκείνου του καιρού, αλλά τα Κείμενα των Πυραμίδων μάς λένε ότι το Βα αντιπροσωπεύει μιαν ψυχικήν ύπαρξη θείας φύσης (σ.σ.: Τα «Κείμενα των Πυραμίδων» είναι μια συλλογή από αιγυπτιακές νεκρικές προσευχές, ύμνους και μαγικούς στίχους, που είχαν σκοπό να προστατέψουν έναν νεκρό βασιλιά ή μια βασίλισσα, και να εξασφαλίσουν την ύπαρξη και την αθανασία τους), που είχε σχέση με την εμφάνιση της ατομικής ενσαρκωμένης μορφής ενός θεού. Ο αναγνώστης της «Βίβλου των Νεκρών» ξέρει ήδη ότι μετά τον θάνατο, όλοι οι Αιγύπτιοι που περνούσαν τις ορισμένες δοκιμασίες γίνονταν  «ο Όσιρις». Το Βα ενός ανθρώπου έχει επίσης σχέση με την ατομική, εξωτερική μορφή ενός ξεχωριστού ανθρώπινου όντος και επομένως – σε αντίθεση με το Κα – μπορεί να εγκατασταθή επάνω στη μούμια, στον τάφο του ανθρώπου. Με άλλα λόγια, το Κα είναι ένα ομοίωμα, η ζωτικότητα ενός ανθρώπου· το Βα είναι ο πυρήνας, ο θεϊκός σπινθήρας σε έναν άνθρωπο. Το Βα παριστάνεται στην αιγυπτιακή τέχνη σαν ένα πουλί με κεφάλι ανθρώπου, και συχνά εικονίζεται να πετάη επάνω από τη μούμια μέσα στον τάφο. Είναι σημαντικό να θυμώμαστε ότι το Βα συνοδευόταν αποκλειστικά από τη μεταθανάτια κατάσταση του ανθρώπου σύμφωνα με την πίστη εκείνης της εποχής. Το ότι συνδέεται με την ενσαρκωμένη μορφή ενός θεού και το ότι είναι αρσενικό, όχι θηλυκό, υπαινίσσονται ήδη περισσότερο το Ταυτό παρά την ψυχή ή την anima. Αυτό επιβεβαιώνεται στο τέλος τού κειμένου. Το Βα αντιπροσωπεύει πραγματικά ολόκληρο το ασυνείδητο για τον άνθρωπο.

 Δυστυχώς, η αρχή του κειμένου έχει χαθή, αλλά ένα ακατανόητο απόσπασμα, και η απάντηση του «κουρασμένου από την ζωή ανθρώπου» που ακολουθεί, μας κάνουν να καταλάβουμε ότι το Βα τον είχε τρομάξει σχεδόν μέχρι το σημείο της τρέλλας, με έναν πολύ απροσδόκητο λόγο. Πρέπει να φαντασθούμε τί σοκ θα ήταν για έναν άνθρωπο εκείνης της εποχής να παίξη το Βα οποιονδήποτε ρόλο, ενώ αυτός ήταν ακόμη ζωντανός. Οι Αιγύπτιοι εκείνου του καιρού έβλεπαν τον εαυτό τους μόνο σαν κομμάτια της συλλογικής κατάστασης και θρησκείας και οποιαδήποτε είδους ατομικότητα προβαλλόταν στο Υπερπέραν.

 Στον πρώτο λόγο που σώζεται ο άνδρας λέει: «Έπειτα άνοιξα το στόμα μου στο Βα μου, για να αποκριθώ σε ό,τι μου είχε πει».

 Το γεγονός ότι το Βα έχει μια διαφορετική γνώμη από τη δική του ταράζει τον «κουρασμένο από την ζωή άνθρωπο» σε απερίγραπτο βαθμό. Το Βα του έγινε ανεξάρτητο. Θα έπρεπε να βρίσκεται πάντα εκεί, δεμένο με το σώμα του ανθρώπου, αχώριστα. Αλλά τώρα το Βα τού επιτίθεται, επειδή ο άνθρωπος θέλει να πεθάνη πριν από την ώρα του. Έπειτα ο άνθρωπος παρακαλεί το Βα του να σταματήση, και να κάνη τη Δύση, δηλαδή τη χώρα των νεκρών, ευχάριστη γι’ αυτόν, και επίσης να παραβλέψη τις αμαρτίες του κατά τη διάρκεια του λίγου καιρού που θα ζήση ακόμη. Τελειώνει με μιαν έκκληση, χωρίς πολλή πίστη, σε μερικούς θεούς να τον βοηθήσουν.

 Εάν μεταφέρουμε τα πράγματα σε σύγχρονη γλώσσα, ο «κουρασμένος από την ζωή άνθρωπος» έχει ανακαλύψει κάτι που εμείς σήμερα το ανακαλύπτουμε με τρόμο: ότι δεν είναι ο κύριος στο σπίτι του, ότι υπάρχει κάτι στο ίδιο του το ασυνείδητο που διασταυρώνεται με τις συνειδητές του προθέσεις. Με αυτήν την ανακάλυψη ερχόμαστε αντιμέτωποι με διάφορους τρόπους, και πολλές φορές στην ενεργητική φαντασία, ακριβώς όπως ο «κουρασμένος από την ζωή άνθρωπος» την αντιμετώπισε τόσα χρόνια πριν.

 Ο Jung ανέλυε κάποτε έναν Γερμανό γιατρό, ο οποίος ανυπομονούσε να ανακαλύψη τη μέθοδο της ενεργητικής φαντασίας για τους ασθενείς του, αλλά που ποτέ δεν την είχε εφαρμόσει ο ίδιος. Ο Jung τού εξήγησε ότι θα ήταν λάθος να τη συστήση χωρίς κάποια προσωπική εμπειρία, και έτσι ο γιατρός δέχθηκε να προσπαθήση. Έπειτα από λίγο, είδε έναν γκρεμό γεμάτο βράχους σε ένα βουνό, και ένα αγριοκάτσικο που στεκόταν επάνω σ’ αυτόν, Ο Jung τον ενθάρρυνε να κρατήση αυτήν την εικόνα στο μυαλό του. Δύο ή τρείς ημέρες αργότερα, ο γιατρός έφθασε κατάχλωμος, και είπε ότι το αγριοκάτσικο είχε κουνήσει το κεφάλι του! Έπειτα από αυτήν την εμπειρία, αρνήθηκε ρητά να κάνη άλλη ενεργητικά φαντασία. Κάτι είχε συμβή στην ψυχή του χωρίς τη συνειδητή του πρόθεση, και αυτό ήταν ένα σοκ που δεν μπορούσε να το αντέξη. Είναι αξιοσημείωτο ότι ο γιατρός ήταν ό μόνος πελάτης του Jung που έγινε αργότερα Ναζί.

 Ο Jung είχε επίσης την περίπτωση μιας κοπέλλας, πολύ νωρίς στην αρχή της καρριέρας του, που ήταν αρραβωνιασμένη με έναν άνδρα που υπηρετούσε στην Άπω Ανατολή. Είχε πείσει τον Jung ότι μόνον εξωτερικές δυσκολίες την εμπόδιζαν από το να πάη μαζί του εκεί, και έτσι ο Jung προσπάθησε να τη βοηθήση να τις ξεπεράση. Αλλά, αντί να πάη στον αρραβωνιαστικό της, η κοπέλλα τρελλάθηκε! Οι εξωτερικές δυσκολίες ήταν μόνον προβολές μιας τεράστιας εσωτερικής αντίστασης στον γάμο. Ο Jung έλεγε πάντοτε ότι αυτή η περίπτωση τον δίδαξε πολλά.

 Η ιδέα ότι το Βα θα έπρεπε να είναι δεμένο μαζί του αχώριστα, είναι μια βασική εικόνα τού τρόπου που ο άνθρωπος προσπαθεί να εμποδίση αυτές τις ενοχλητικές εισβολές από κάτι αυτόνομο που προέρχεται από το ασυνείδητο. Προσπαθεί να αποστομώση το Βα του με δογματικές γνώμες. Μπορούμε να δούμε την ίδια τάση στη σύγχρονη ψυχολογία: οι οπαδοί του Freud έχουν ήδη ένα καθορισμένο δόγμα, αλλά πολύ λίγο από το νερό της ζωής, και αν και ο Jung έμεινε ο ίδιος ανοιχτός σε κάθε διόρθωση από το ασυνείδητό του μέχρι το τέλος της ζωής του, η ίδια τάση είναι πολύ ορατή σε πολλούς από τους οπαδούς της σχολής του. Ως έναν ορισμένο βαθμό, αυτό είναι αναπόφευκτο· πρέπει κανείς να έχη ορισμένα αναχώματα για να προστατευθή από την πλημμύρα, αλλά αυτό δεν πρέπει ποτέ να γίνεται με υπερβολή, γιατί αλλοιώς το νερό της ζωής θα αποκλεισθή έξω απ’ αυτόν. Όπως και στην Οδύσσεια, το ζήτημα είναι να κατευθύνη κανείς το τιμόνι ανάμεσα στη Σκύλλα και στη Χάρυβδη.

 Στην ενεργητική φαντασία, πιάνουμε συνεχώς τον εαυτό μας να παίζη το ίδιο παιχνίδι. Μας είναι δύσκολο να τη δούμε σαν μια αντικειμενική ιστορία – να την παρατηρήσουμε εξωτερικά, και μετά να μπούμε οι ίδιοι στο παιχνίδι με την ίδια αφελή απλοϊκότητα. Πάντοτε προσπαθούμε να διορθώσουμε την παραδοξότητα του ασυνείδητου με τη μονόπλευρη συνειδητή μας απλοϊκότητα, και να κρατήσουμε τον animus ή την anima δεμένους γερά, ακριβώς όπως προσπάθησε να κάνη ο « κουρασμένος από την ζωή άνθρωπος».

 Σε σχέση με την ιδέα του ανθρώπου για την αυτοκτονία, στην οποία προφανώς αντιτάχθηκε το Βα του, δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι η αυτοκτονία ήταν κάτι το συνηθισμένο εκείνες τις ημέρες. Η εποχή εκείνη ήταν μια καμπή στην ιστορία, επειδή δεν υπήρχε τότε ατομική συνείδηση. Η ονομαζόμενη αρνητική εξομολόγηση – που έπρεπε να απαγγελθή από το πνεύμα του ανθρώπου αμέσως μόλις έφθανε στο Υπερπέραν – είναι μια μακροσκελής διακήρυξη όλων των πιθανών αμαρτιών, αλλά ο νεκρός θα πρέπη να διακυρήξη ότι  δ ε ν  διέπραξε καμμία απ’ αυτές (Αυτόθι, τόμος 3, σ.σ. 355-377). Ο αρχαίος Αιγύπτιος ταυτιζόταν με την Maat, τη θεά της δικαιοσύνης, και έμενε σε αυτό το σημείο. Επικρατούσε η ιδέα ότι θα ήταν ιεροσυλία να σκεφθή κανείς ότι ο άνθρωπος έχει τη δύναμη να διαπράξη αμαρτία· μια τέτοια υπόθεση θα ήταν ύβρις και προσβολή προς τους θεούς.

 Αυτό δείχνει ένα πολύ πρωτόγονο στάδιο συνειδητότητας, αλλά μπορούμε να βρούμε ίχνη αυτής της κατάστασης ακόμη και σήμερα. Όλοι γνωρίζουμε ανθρώπους, που δεν μπορούν στην ουσία να παραδεχθούν ότι κάνουν λάθος. Είναι τρομερά ενοχλητικοί, αλλά πάντοτε υπάρχει η περίπτωση να είναι αυτή η κατάσταση αθέλητη.

 Ο Jung είχε κάποτε έναν ασθενή, που προφανώς είχε σχέσεις με αρκετές γυναίκες. Ο Jung τις μέτρησε σιωπηλά· ήταν συνολικά πέντε. Έπειτα ανέφερε τη λέξη «πολυγαμία». Ο άνδρας απάντησε αμέσως ότι αυτό ήταν κάτι για το οποίο αισθανόταν φρίκη – ήταν αυστηρά μονογαμικός! Ο Jung τού θύμισε τη γραμματέα του. Αυτός απάντησε: « Ω, αυτό είναι κάτι εντελώς διαφορετικό. Φαίνεται ότι η δουλειά προχωράει πολύ καλύτερα εάν τη βγάζω έξω για δείπνο μερικές φορές!». -«Και μετά;» --- «Ω ναι, κάτι συμβαίνει βέβαια μετά».

Mια και αυτό δεν τον διαφώτισε καθόλου, ο Jung ανέφερε ακόμη μια κυρία Green. – «Ω, αυτό είναι απλώς θέμα εξάσκησης. Παίζουμε μαζί γκολφ, και επειδή το σπίτι της είναι πολύ κοντά στο γήπεδο, επιστρέφουμε μαζί συζητώντας, και, ναι, κάτι συμβαίνει μερικές φορές μετά». Και όταν έφθασαν στην τρίτη, το πράγμα τελικά βρήκε τον στόχο του, και αυτός φώναξε με τρόμο: «Ναι, έχετε δίκαιο, είμαι πολυγαμικός!». Το σοκ τον έκανε ανίκανο για πολλούς μήνες, και ο Jung δυσκολεύθηκε πολύ να τον θεραπεύση. Είχε τοποθετήσει όλες τις υποθέσεις του σε διαφορετικά στεγανά, όπως «δουλειά», «άσκηση» κλπ. Όταν τα χωρίσματα τελικά αναμίχθηκαν, τρομοκρατήθηκε εντελώς. Ο Jung διδάχθηκε από αυτήν την περίπτωση την «ψυχολογία των στεγανών», καθώς και τους κινδύνους της συγχώνευσης αυτών των στεγανών μεταξύ τους με απότομο τρόπο.

 Παρόμοια μπορούμε να πούμε ότι όλοι οι αρχαίοι Αιγύπτιοι είχαν παραβεί τους νόμους της Maat, αλλά εκείνον τον καιρό απλούστατα δεν μπορούσαν να το γνωρίζουν. Όπως θα δούμε, το Βα έφερε τον άνθρωπο αντιμέτωπο με την προσωπική του ενοχή, αλλά αυτό θα πρέπη να είναι ένα από τα πρώτα σχετικά παραδείγματα στην ιστορία, και δεν θα πρέπη να ξεχνάμε καθόλου τί ασυνήθιστη εμπειρία ήταν γι’ αυτόν.

 Η αυτοκτονία δεν αναφέρεται στην αρνητική εξομολόγηση, και πιθανόν αυτός να είναι ο λόγος που ο άνθρωπός μας έλπιζε να περάση ατιμώρητη. Αλλά είναι φανερά ανήσυχος, και ασχολείται υπερβολικά με μια δ ι α ν ο η τ ι κ ή  δικαιολόγηση του σκοπού του. Αυτό δεν ήταν δύσκολο για εκείνον τον καιρό, στον οποίο έβλεπαν το Υπερπέραν σαν μιαν κατάσταση τελειότητας, ακριβώς όπως μια τέλεια ευτυχισμένη ανθρώπινη ζωή. Γιατί να μην πάη κανείς εκεί λίγο πριν από την ώρα του; Ήταν πραγματικά μια ιδέα εκείνης της εποχής γεννημένη από τη λογική, αλλά είναι δύσκολο να βάλουμε τον εαυτό μας στη θέση αυτού του ανθρώπου.

 Το Βα τότε απαντάει:

«Δεν είσαι λοιπόν άνθρωπος; Είσαι καθόλου ζωντανός; Ποιος είναι λοιπόν ο στόχος σου, και φυλάς το καλό (σ.σ.:  Όπως το κατάλαβε σωστά ο Erman – ένας από τους πρώτους μεταφραστές – το «καλό» εδώ έχει σίγουρα ηθική έννοια) σαν ένας θησαυροφύλακας που προσέχει τους θησαυρούς του;».

 Το Βα πάει κατ’ ευθείαν στην ουσία. «Είσαι καθόλου ζωντανός; Ποιος είναι ο στόχος σου;» Το Βα προσπαθεί να διαλύση τις ψευδαισθήσεις τού ανθρώπου, τις δικαιολογίες του, την απροθυμία του να δεχθή την πραγματικότητα, με μια κίνηση. Τίποτε δεν είναι πιο άμεσο από το ασυνείδητο.

Ο λόγος δείχνει ένα στάδιο της ενεργητικής φαντασίας, στο οποίο ο άνθρωπος δεν είχε δει στην πραγματικότητα  τ ί π ο τ ε  από ό,τι ήταν το Βα του· απλώς πρόβαλλε τις δικές του δογματικές ιδέες επάνω σ’ αυτό. Το Βα είναι φανερό ότι ενοχλείται από τον παιδικό τρόπο, με τον οποίον ο άνδρας προσπαθεί να ρίξη την ευθύνη για την αυτοκτονία επάνω σ’ αυτό. Όπως έχει παρατηρήσει συχνά ο Jung , το ασυνείδητο δεν βρίσκεται στον δικό μας χώρο και χρόνο, και δίνει επομένως μικρή σχετικά σημασία στον θάνατο. Αλλά αυτό στο οποίο δίνει σημασία, είναι το αν ζούμε την ζωή μας με πληρότητα, δίνοντας τη δυνατότητα στο Ταυτό να εμφανισθή στη γη.

 Η ερώτηση «Ποιος είναι λοιπόν ο σκοπός σου;» γίνεται για να κάνη τον άνδρα να σκεφθή. Είναι σαν το όνειρο της Μόνικας, μητέρας του αγίου Αυγουστίνου, στο οποίο ένας άγγελος τη ρώτησε, γιατί ήταν τόσο στεναχωρημένη για το παιδί της. Ο άγιος Αυγουστίνος σχολιάζει λέγοντας ότι, φυσικά ο άγγελος ήξερε, αλλά τη ρώτησε για να την κάνη να σκεφθή.

 Στο βιβλίο του «Οι γυναίκες στην Ευρώπη», ο Jung λέει: «Αρρενωπότητα σημαίνει το να ξέρη κάποιος τί θέλει, και το να κάνη ό,τι χρειάζεται για να το επιτύχη» ( Jung, Άπαντα, τόμος 10, παρ. 260). Το Βα είναι φανερά αγανακτισμένο με τη θηλυκή στάση του άνδρα. Θέλει να «συρθή προς τον θάνατο», όπως λέει, με έναν τελείως παθητικό τρόπο. Το Βα τον κατηγορεί ότι φυλάει το «καλό» σαν ένας θησαυροφύλακας – νομίζει κανείς ότι εννοεί σαν ένας φιλάργυρος – που προστατεύει τους θησαυρούς του. Σε τελευταία ανάλυση, το καλό και το κακό είναι μόνον οι ανθρώπινες αφαιρέσεις, και ο άνδρας προβάλλει τα ανθρώπινα κριτήρια στο Βα του, το οποίο πολύ δικαιολογημένα αρνείται την έκκλησή του να παραβλέψη αυτά που ο άνθρωπος θεωρεί αμαρτίες του, ή μάλλον απορρίπτει αυτήν την έκκληση σαν κάτι χωρίς σημασία. Όπως θα δούμε, η  μ ό ν η  ιδέα του «κουρασμένου από την ζωή» ανθρώπου για την αμαρτία είναι η παράλειψη της τήρησης των τυπικών που ορίζει το δόγμα, και το ενδιαφέρον τού Βα βρίσκεται αλλού, πράγμα που γίνεται όλο και πιο σαφές καθώς το κείμενο προχωρεί.

 Ο άνδρας, που δεν κατανοεί ακόμη το Βα του, φαίνεται να ακούη μόνον αυτήν την αναφορά στο «καλό», και απαντάει: «Ναι, γι’ αυτό ακριβώς ενδιαφέρομαι : το καλό». Ταυτίζει το καλό με τις τηρούμενες επακριβώς νεκρικές τελετές, καθώς και με μιαν ταξινομημένη ύπαρξη στο Υπερπέραν. Λέει ότι ακόμη δεν μπήκε στο Υπερπέραν, ακριβώς επειδή αυτό το ζήτημα δεν έχει τακτοποιηθή. Ο άνδρας τονίζει ότι δεν είναι ληστής, δεν έχει μέσα του τίποτε το κτηνώδες, και συνεχίζει προσπαθώντας να δωροδοκήση το Βα του για να συγκατατεθή στην αυτοκτονία του, υποσχόμενος την πιο σχολαστική τήρηση των νεκρικών τελετών, έτσι ώστε το Βα του να γίνη αντικείμενο ζήλειας για όλα τα άλλα Βα. Απειλεί το Βα ότι δεν θα έχη κατοικία στο Υπερπέραν εάν αφήση τον άνδρα να οδηγηθή στον θάνατο χωρίς να τον βοηθήση.

 Το σύγχρονο αντίστοιχο σε αυτόν τον λόγο θα ήταν να λέη κάποιος από εμάς στην anima του ή κάποια στον animus της ότι, εάν έδιναν τη συγκατάθεσή τους για να κάνουμε κάτι όπως μας αρέσει, ο animus ή η anima θα βρισκόταν σε μιαν τέτοια αξιοζήλευτη θέση, ώστε ο animus τής κυρίας Smith ή η anima του κυρίου Jones θα πρασίνιζαν από το κακό τους!                                                                                                 
(συνεχίζεται)

Αμέθυστος

Δεν υπάρχουν σχόλια: