Τετάρτη 16 Απριλίου 2025

ΧΑΝΣ ΓΙΩΝΑΣ - ΤΕΧΝΙΚΗ, ΙΑΤΡΙΚΗ ΚΑΙ ΗΘΙΚΗ - Η ΑΡΧΗ ΤΗΣ ΕΥΘΥΝΗΣ ΣΤΗΝ ΠΡΑΞΗ (62)

Συνέχεια από Σάββατο, 29 Μαρτίου 2025 

HANS JONAS - TECHNIK, MEDIZIN UND ETHIK - ZUR PRAXIS DES PRINZIPS VERANTWORTUNG

11. ΤΕΧΝΙΚΕΣ ΑΝΑΒΟΛΗΣ ΤΟΥ ΘΑΝΑΤΟΥ ΚΑΙ ΤΟ «ΔΙΚΑΙΩΜΑ» ΝΑ ΠΕΘΑΝΗΣ


Η πρώτη αντίδραση στον συγκεκριμένο τίτλο θα είναι ασφαλώς μια έκπληξη. «Το δικαίωμα να πεθάνης»: Τί παράξενος συνδυασμός λέξεων! Πόσο είναι πράγματι εκπληκτικό, το ότι καλούμαστε να μιλάμε σήμερα για ένα τέτοιο «δικαίωμα», τη στιγμή που κάθε λόγος περί δικαιώματος αναγόταν «από πάντοτε» στο ένα και θεμελιακό απ’ όλα τα «δικαιώματα», το δικαίωμα στην ζωή! Και κάθε άλλο δικαίωμα, το οποίο ζητήθηκε, απαιτήθηκε, χορηγήθηκε ή και απαγορεύτηκε οποτεδήποτε, μπορεί να θεωρηθή ως μια προέκταση αυτού τού πρωταρχικού δικαιώματος, εφ’ όσον κάθε ιδιαίτερο δικαίωμα αναφέρεται ή αναφερόταν στην εφαρμογή μιας οιασδήποτε δυνατότητας για ζωή, την πρόσβαση σε μιαν οποιαδήποτε ανάγκη ζωής, την ικανοποίηση μιας οιασδήποτε προσπάθειας για ζωή.

Η ίδια η ζωή δεν υφίσταται λόγω κάποιου δικαιώματος, αλλά λόγω μιας φυσικής «απόφασης»: Το ότι είμαι εδώ ζωντανός δεν είναι παρά μια «απλή πραγματικότητα», της οποίας η μόνη στον καθέναν μας φυσική εξουσιοδότηση είναι ο εφοδιασμός μας με τις έμφυτες ικανότητες της αυτοσυντήρησης. Η (κάθε…) πραγματικότητα χρειάζεται ωστόσο, εφ’ όσον κατ’ αρχάς υπάρξη, την επικύρωση, ανάμεσα στους ανθρώπους, ενός «δικαιώματος», γιατί «ζω» σημαίνει το να έχω απαιτήσεις απ’ τον περίγυρό μου, και εξαρτάται άρα απ’ το ότι ο περίγυρος μού τις ικανοποιεί. Καθ’ όσον ο περίγυρος είναι «ανθρώπινος» περίγυρος, και η ικανοποίηση (η παροχή, η χορήγηση…) που μου εγγυάται γίνεται εκούσια και θεληματικά, καταλήγει μια τέτοια περιεκτική παροχή, που θεμελιώνει κάθε κοινοτική ζωή, στη «σιωπηρή» και αυτονόητη αναγνώριση του δικαιώματος ζωής τού καθενός εκ μέρους τών πολλών, και στην ίδια, φυσικά, αναγνώριση του ιδίου δικαιώματος όλων τών άλλων εκ μέρους τού καθενός. Αυτός είναι και ο πυρήνας κάθε νομικού συστήματος. Κάθε περαιτέρω δικαίωμα, είτε όμοια είτε ανόμοια διαμοιρασμένο, είτε στο φυσικό είτε στο «θετικό» (θεσμοποιημένο…) δίκαιο, ξεκινά και κατάγεται απ’ αυτό το αρχικό δικαίωμα και την αλληλοαναγνώρισή του απ’ τα υποκείμενά του. Δικαίως κατατάχθηκε λοιπόν η «ζωή» ανάμεσα στα «αναπαλλοτρίωτα δικαιώματα» στο αμερικανικό Σύνταγμα της Ανεξαρτησίας. Και είχε πραγματικά (και έχει ακόμα σήμερα) πολλά να κάνη σε κάθε εποχή η ανθρωπότητα με την «ανακάλυψη», τον προσδιορισμό, την υπεράσπιση, την απόκτηση και την προστασία τών διαφόρων εκείνων δικαιωμάτων, στα οποία και εξειδικεύεται το δικαίωμα στην ζωή.

Πόσο πολύ περίεργο είναι τότε, το ότι βρισκόμαστε σήμερα στη θέση να ασχολούμαστε με το ερώτημα ενός δικαιώματος στον θάνατο! Και τόσο πιο περίεργο, καθώς αναζητούνται συνήθως δικαιώματα για την υποστήριξη ενός «αγαθού», και ο θάνατος θεωρείται κάτι το «κακό» ή κάτι στο οποίο πρέπει κανείς, στην καλύτερη περίπτωση, να προσαρμοσθή. Κι ακόμα πιο περίεργο, αν συλλογιστούμε, πως με τον θάνατο δεν εγείρουμε κάποιαν οποιαδήποτε «αξίωση» σ’ αυτόν τον κόσμο, όπου και θα μπορούσε να υπάρξη το ερώτημα ενός «δικαιώματος», αλλά παραιτούμαστε αντίθετα από κάθε δυνατή απαίτηση. Πώς μπορεί λοιπόν να υπάρξη ακόμα κι η ιδέα εδώ ενός «δικαιώματος», στο οποίο καλούνται σήμερα να συμφωνήσουν όλο και περισσότεροι συνάνθρωποί μας;

Και πώς μπορεί να συμβαίνη επίσης κάτι τέτοιο, αν ο θάνατος ή ο μη-θάνατός μου είναι θέμα δικής μου, υπό ορισμένες συνθήκες, επιλογής; Κι αν ισχύη και για μένα ο «κανόνας», πως δεν είναι μόνο δικαίωμά μου, αλλά και χρέος μου το να ζήσω; Γιατί θα μπορούσαν τότε να έχουν και οι άλλοι (ως «κοινωνία») όχι μόνον ένα χρέος απέναντι στο δικαίωμά μου να ζω, αλλά και ένα δικαίωμα να «ενεργοποιήσουν» το χρέος μου να ζω, εμποδίζοντάς με π.χ. απ’ το να πεθάνω πριν απ’ την ώρα θανάτου μου, ακόμα κι αν εγώ το επιθυμώ! Τί συμβαίνει δηλ., εν συντομία, όταν ο θάνατος μιας ανθρώπινης ύπαρξης περιέρχεται υπό έναν κοινό ανθρώπινο έλεγχο, και δεν είναι ίσως μόνον η δική του φωνή που πρέπει εδώ (όταν ο ίδιος επιθυμή τον θάνατό του) να ακουστή; Γιατί το «δικαίωμα να πεθάνης» καθίσταται μια πραγματική τότε, άξια προσοχής και εξέτασης και αναμφισβήτητη υπόθεση. Κάτι που ίσχυε άλλωστε πάντοτε για τη θρησκεία και την ηθική στην περίπτωση της αυτοκτονίας, όπου το στοιχείο τής επιλογής είναι σαφέστερο από οπουδήποτε αλλού· αλλά και για τον κοινό νόμο σε κάποια νομικά συστήματα, ο οποίος και επιδοκιμάζει μιαν αποτρεπτική παρέμβαση σ’ αυτήν την πιο «ιδιωτική» απ’ όλες τις πράξεις, αν δεν επιτάσση κιόλας (απαγορεύοντας κάθε συνέργεια) την κατάταξη της αυτοκτονίας τιμωρητικά ως έγκλημα. Το οποίο και θα αποτελούσε την πιο αποφασιστική απάντηση στην επίκληση ενός «δικαιώματος στον θάνατο». Δεν αναφέρεται όμως στην αυτοκτονία, ως πράξη ενός ενεργητικού υποκειμένου, το «δικαίωμα» που κινητοποιεί σήμερα τις «ψυχές», αλλά στην κατάσταση ασθενών στα πρόθυρα του θανάτου, που είναι πλέον παθητικά εκτεθειμένοι στις επιβραδυντικές τεχνικές τής σύγχρονης ιατρικής. Κι αν ορισμένες πλευρές τής ηθικής τής αυτοκτονίας τίθενται κι αυτές υπό το ίδιο ερώτημα, μας επιτρέπει ωστόσο η παρουσία μιας θανατηφόρας ασθένειας ως πραγματικής αιτίας θανάτου να διακρίνουμε ανάμεσα σε μια «μη αντίσταση στον θάνατο» και μιαν «αυτο-κτονία», όπως και ανάμεσα στο να «επιτραπή» ή να «προκληθή» ένας θάνατος.

Το καινοφανές πρόβλημα είναι λοιπόν το εξής: Η σύγχρονη ιατρική τεχνολογία μπορεί, ακόμα κι εκεί όπου δεν δύναται πια να θεραπεύση ή να καταπραῢνη ή και να «εξαγοράση μια πρόσθετη, έστω και σύντομη προθεσμία «ωφέλιμης» ζωής, να επιβραδύνη ωστόσο πολλαπλώς το «τέλος» πέρα κι από το σημείο, όπου η ούτως παρατεινόμενη ζωή έχει κάποια σημασία ακόμα, ή μπορεί να «αξίζη» ακόμα γενικώς για τον ίδιον τον ασθενή. Κι αυτό χαρακτηρίζει (εξαιρώντας τις χειρουργικές επεμβάσεις) ένα θεραπευτικό κατά κανόνα στάδιο, όπου η διαχωριστική γραμμή μεταξύ ζωής και θανάτου συμπίπτει απόλυτα με τη «διαχωριστική γραμμή» μεταξύ συνέχισης και διακοπής τής υποστηρικτικής λειτουργίας. Εκεί δηλ. όπου η μηχανική υποστήριξη δεν κάνει τίποτα άλλο απ’ το να κρατά τον οργανισμό σε λειτουργία, χωρίς να βελτιώνη επ’ ουδενί την κατάστασή του (και χωρίς καμμιά βέβαια θεραπευτική αξία). Όπου επιβραδύνεται δηλ., με μια παράταση της υφιστάμενης βασανιστικής ή και «ελαχιστοποιημένης» κατάστασης, η έλευση του θανάτου. Αυτή μάλιστα η περίπτωση ενός «απέλπιδος» ασθενούς δεν αποτελεί παρά το ακραίο σημείο σ’ ένα ολόκληρο φάσμα τής (σύγχρονης…) ιατρικής τέχνης, η οποία και δημιουργεί – από κοινού με την «ιδρυματική» ισχύ τού νοσοκομείου και υποστηριγμένη απ’ τον νόμο – ορισμένες «συνθήκες», όπου είναι αμφίβολο αν τα ιδιαίτερα δικαιώματα του (τυπικά αδύναμου πλέον και κατά κάποιον τρόπο «φυλακισμένου») ασθενούς προφυλάσσονται ή παραβιάζονται, κι ανάμεσά τους και το «δικαίωμά» του να πεθάνη. Όταν λοιπόν η «παρακολούθηση» ενός ασθενούς ταυτίζεται με τη μηχανική ή όχι πλέον διατήρησή του στην ζωή, εμφανίζεται τότε το «φάντασμα» (ο «πειρασμός»…), για τον μεν γιατρό και το νοσοκομείο, να «θανατώσουν» οι ίδιοι τον ασθενή, για τον ίδιον τον ασθενή, να «αυτοκτονήση», στην περίπτωση που απαιτήση τη διακοπή τών μηχανημάτων, για τους δε «τρίτους», ο «πειρασμός» και το «φάντασμα» της συνενοχής στο ένα ή το άλλο, με τη (δήθεν…) συμπονετική τους συγκατάθεση! Αφήνουμε ωστόσο για αργότερα αυτήν την πλευρά τής υπόθεσής μας, που η καθαρά ηθική λύση και διερμήνευσή της αποκλείεται ή και μετατοπίζεται σήμερα συνεχώς, μέσω διαφόρων νομικών εξαναγκασμών και εκφοβισμών. Όσον αφορά ωστόσο στα δικαιώματα του ασθενούς, φαίνεται πως έχει πλέον εισέλθει πρακτικά, με τις αναφερθείσες ήδη ιατρικές «εξελίξεις», ένα νεοφανές «δικαίωμα στον θάνατο» στον συνολικό «ιατρικό σχεδιασμό»· το οποίο «δικαίωμα» εμπίπτει προφανώς, λόγω τών καινοφανών επίσης τύπων και μεθόδων τής απλής διατήρησης σε λειτουργία ενός (ανθρώπινου…) οργανισμού, στο γενικό «δικαίωμα», είτε να δεχτή είτε να αρνηθή κανείς, συνολικά, μια τέτοια «διατήρηση». Θα διερευνήσουμε λοιπόν κι εμείς αυτό το ευρύτερο, κατ’ αρχάς, και σχεδόν αναμφισβήτητο δικαίωμα, το οποίο και εμπεριέχει, στην περίπτωση της άρνησης - αν και όχι σε τόσο άμεση ως επί το πλείστον μορφή - ακόμη και τον θάνατο ως ένα πιθανό, ή και σίγουρο ενδεχομένως αποτέλεσμα μιας τέτοιας επιλογής. Καλούμενοι να διακρίνουμε κι εδώ, όπως και σε ολόκληρη την παρούσα πραγματεία μας, μεταξύ τών νομίμων, απ’ τη μια, και των ηθικών δικαίων και δικαιωμάτων (καθώς και υποχρεώσεων), απ’ την άλλη. Ίδωμεν…

( συνεχίζεται )

Η ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑ ΣΑΝ ΕΜΦΥΤΗ ΜΟΙΡΑ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ ΒΡΙΣΚΕΤΑΙ ΑΠΡΟΣΔΟΚΗΤΑ ΠΙΣΩ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ ΤΗΣ ΒΟΥΛΗΣΕΩΣ ΚΑΙ ΤΟΝ ΜΕΤΑΝΘΡΩΠΙΣΜΟ.

Δεν υπάρχουν σχόλια: