Δευτέρα 3 Ιουνίου 2019

ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ (11)


ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ 

Συνέχεια από Δευτέρα, 27 Μαΐου 2019
                            
                                 Jacob Burckhard
                                                            ΤΟΜΟΣ 1ος
                        ΔΕΥΤΕΡΟ ΜΕΡΟΣ
                                           ΚΡΑΤΟΣ ΚΑΙ ΕΘΝΟΣ  
                                                       Ι  
                                      Η    Π Ο Λ Ι Σ   (3η συνέχεια)
    
Τα παραδείγματα της καθαυτό ιστορικής εποχής μάς επέτρεψαν όμως να αντιληφθούμε, ότι αυτός ο συνοικισμός είχε και τα θύματά του: τη βίαιη μετοίκηση όσων αντιστάθηκαν, ακόμη και την εξόντωσή τους· είναι αρκετά εύκολο να υποθέσουμε επίσης την απελπισία όσων συμβιβάστηκαν, αναγκαζόμενοι να εγκαταλείψουν τα χωριά, τις κωμοπόλεις και τις μικρές πόλεις που ζούσαν και όπου δεν μπορούσαν πλέον να ευημερήσουν ούτε να συνεχίσουν να ζουν με την ίδιαν άνεση, αλλά μόνο με μεγάλη ανασφάλεια. Και μόνο το γεγονός ότι θα έπρεπε να απομακρυνθεί από τον τόπο της ταφής τών νεκρών του ήταν για τον Έλληνα μεγάλη δυστυχία· θα έπρεπε να παραιτηθεί στο εξής από την προσφερόμενη λατρεία στους νεκρούς του, ή να τη συνεχίζει κάτω από εξαιρετικά αντίξοες συνθήκες· σε κάθε περίπτωση, θα έχανε τη συνεχή οπτική επαφή με τους τάφους τών προγόνων του. Στη νεοσύστατη αυτή ελληνική πόλη θα υπάρξει μια τέτοια συσσώρευση πικρίας και οδύνης, όση δεν γνώρισε ποτέ η πόλη στην μετέπειτα ιστορία της· το εξαιρετικά έντονο συναίσθημα τού να ανήκει κανείς σ’ έναν τόπο, την ιδιαίτερη αφιέρωση που αυτό απαιτεί, και από την άλλη πλευρά τις πολυάριθμες μετοικήσεις που επιβλήθηκαν ή αποφασίστηκαν με τη βία. Σε γενικές γραμμές οι ισχυρές τυραννικές μειοψηφίες κατόρθωσαν να επιβληθούν. Είναι επίσης αλήθεια ότι αργότερα, σε ταραγμένες εποχές, όποιος δεν επιθυμούσε  να συντριβεί χωρίς έλεος, θα υποκύψει στην σκληρή αναγκαιότητα να σπεύσει να προσφέρει τη συνεισφορά του στην εγκαθίδρυση μιας πόλης.
     Ένα μυθικό σύμβολο που αναδεικνύει τη ζωτικότητα της πόλης και τους αγώνες που απαιτήθηκαν για τη γέννησή της, μας προσφέρεται απ’ την ιστορία τών δοντιών τού δράκοντα που έσπειρε ο Κάδμος. Απ’ αυτά τα δόντια γεννήθηκαν οι Σπάρτοι, οι οπλισμένοι Άνδρες· μόλις ο Κάδμος πέταξε ανάμεσά τους μερικές πέτρες, άρχισαν να πολεμούν αναμεταξύ τους, εκτός από πέντε. Απ’ αυτούς τούς πέντε επιζήσαντες προήλθαν κατόπιν οι κάδμειες οικογένειες που θα βασιλέψουν αργότερα στις Θήβες. Είναι επίσης χαρακτηριστικό ότι όποιος λοιδορούσε την οχύρωση της πόλης τιμωρείτο με θάνατο. Η ποινή αυτή στηρίζεται στην αντίληψη ότι είναι μεν εύκολο να λοιδορεί κανείς, ενώ το να συμμετέχει ενεργά απαιτεί μεγάλη προσπάθεια, και ότι θα πρέπει επίσης να προσπαθήσει κανείς με κάθε κόστος. Ο Οινεύς τής Καλυδώνας σκότωσε τον γιό του Τοξέα, επειδή αγνόησε αυτή την αρχή πηδώντας πάνω από την τάφρο, όπως ακριβώς συνέβη με τον Ρωμύλο και τον αδελφό του.
     Υπάρχουν αναρίθμητες αφηγήσεις σχετικά με τη δημιουργία πόλεων. Στην Πελοπόννησο η Μαντινεία, που αναφέρεται ήδη στον Όμηρο, συνέστησε αργότερα πόλη με τη συνένωση πέντε δήμων, όπως αποκαλούσαν τότε την κώμη. Η Τεγέα σχηματίσθηκε από επτά κοινότητες αυτού τού είδους, η Ηραία επίσης από εννέα, το Αίγιο από επτά ή οκτώ, η Πάτρα από επτά, αι Δύμαι από οκτώ. Η Ήλιδα αναδείχθηκε σε πόλη μετά τους μηδικούς πολέμους, με τη συνένωση μεγάλου αριθμού γειτονικών κοινοτήτων. Κατά τον Πελοποννησιακό πόλεμο οι κάτοικοι της Μυτιλήνης προσπάθησαν να υποχρεώσουν όλους τούς Λέσβιους να μετοικήσουν στην πόλη τους, αλλά οι κάτοικοι της Μήθυμνας τούς κατήγγειλαν στους Αθηναίους αποτρέποντας το γεγονός. Όταν το 408 η Λίνδος, ή Ιαλυσός και η Κάμιρος συνενώθηκαν αυθόρμητα για να ιδρύσουν την υπέροχη πόλη τής Ρόδου, στην οποία είναι αλήθεια ότι επιφυλασσόταν ένα λαμπρό μέλλον, πόσο πρόθυμα άραγε οι περισσότεροι κάτοικοι εγκατέλειψαν τις αρχαίες εστίες τους ; Στην εποχή του Πελοποννησιακού πολέμου ο Περδίκκας Β΄ τής Μακεδονίας υποχρέωσε τους κατοίκους τής χερσονήσου τής Χαλκιδικής να εγκαταλείψουν τις παραλιακές πόλεις τους και να εγκατασταθούν στην Όλυνθο, γεγονός που τους ανάγκασε να αποσπασθούν από την αθηναϊκή ηγεμονία. Το Κράτος τού Άργους απέκτησε πολύ κακή φήμη, εξαιτίας τής βίας με την οποία δημιούργησε τους συνοικισμούς του, επιδιώκοντας να ανταγωνιστεί τη Σπάρτη. Πόλεις όπως αι Υσιαί, αι Ορνεαί, η Μιδέα και άλλες λιγότερο γνωστές τοποθεσίες, δεν ήταν οι μόνες που αναγκάστηκαν να υποκύψουν· και άλλες, διάσημες κατά την αρχαιότητα πόλεις, όπως οι Μυκήνες και η Τίρυνθα, καταστράφηκαν, και το ότι οι κάτοικοι προτίμησαν, προκειμένου να μη γίνουν Αργείοι, να καταφύγουν σε μάκρυνες χώρες σημαίνει ότι δεν ήταν δυνατόν να τους συγκρατήσουν. Απέναντι σε έναν εχθρό όπως η Σπάρτη, ακόμη και ο Επαμεινώνδας δεν επέλεξε καλύτερο τρόπο από το να αναγκάσει πολλά μικρά αρκαδικά χωριά να διαλυθούν και τους κατοίκους τους να εγκατασταθούν σε μια «μεγάλη πόλη», τη Μεγαλόπολη. Οι κάτοικοι της Τραπεζούντας που αντιστάθηκαν, είτε εξοντώθηκαν, είτε κατέφυγαν στην Τραπεζούντα τού Πόντου. Μετά τη μάχη τής Μαντινείας αρκετοί προσπάθησαν και πάλι να εγκαταλείψουν τη «μεγάλη πόλη», αλλά οι Μεγαλοπολίτες, με τη βοήθεια των Αθηνών και επιστρατεύοντας κάθε δυνατό μέσον, τους υποχρέωσαν να επιστρέψουν και να μην ξαναφύγουν. Οι εγκαταλελειμμένες τοποθεσίες είτε ερήμωσαν εντελώς, είτε κατέληξαν «χωριά» τής Μεγαλόπολης, που σημαίνει ότι κατοικούνταν ακόμη εν μέρει και η γη τους εξακολούθησε να καλλιεργείται.
    Γιατί άραγε δεν επέτρεψαν απλώς σ’ αυτές τις πόλεις να επιζήσουν ως κωμοπόλεις, επιλέγοντας τα κατάλληλα πρόσωπα που θα τις αντιπροσώπευαν στο Συμβούλιο της πόλης ; Πρώτον διότι μακροπρόθεσμα δεν θα υποτάσσονταν ποτέ και θα επεδίωκαν με κάθε τρόπο να γίνουν ανεξάρτητες και να αποκτήσουν οι ίδιες καθεστώς  πόλης, και επιπλέον διότι, όπως θα δούμε στη συνέχεια, ο Έλληνας δεν αρκείται  ποτέ σε μιαν απλή εκπροσώπηση, διότι θεωρεί απαράδεκτο και ανυπόφορο το να μη μπορεί να βασίζεται στη δική του συνέλευση του λαού για τη λήψη ορισμένων αποφάσεων.
     Η νεοσύστατη Μεσσήνη ήταν ίσως η μόνη που προέκυψε από έναν αυθόρμητο ενθουσιασμό. Δεν επρόκειτο εδώ για πληθυσμούς που εκδιώχθηκαν από τα γειτονικά χωριά, αλλά για τους απογόνους τών Μεσσηνίων που βρίσκονταν από καιρό διάσπαρτοι σε όλη την ελληνική επικράτεια, και κλήθηκαν σε επανένωση όταν ο Επαμεινώνδας τούς συγκέντρωσε για την ίδρυση της νέας πρωτεύουσας. Επρόκειτο γι’ αυτούς που είχαν απολέσει την πατρίδα τους πριν από πολλές γενιές, πριν από αιώνες, και την ξανάβρισκαν. Αντίθετα, υπάρχουν αναρίθμητες περιπτώσεις συστάσεως πόλεων με τη χρήση έσχατης βίας από τούς τυράννους και τους πανίσχυρους πρίγκιπες. Οι Σικελοί τύραννοι, ακόμη και οι καλύτεροι, εφάρμοσαν χωρίς ενδοιασμούς μεγάλες ανακατατάξεις πληθυσμών στις ήδη υπάρχουσες πόλεις, διότι δεν μπορούσαν να εμπιστευθούν την υπακοή τους παρά μόνον εάν απομάκρυναν τους μισούς (ή και περισσότερους) από τούς κατοίκους, αντικαθιστώντας τους με ανθρώπους προερχόμενους από διάφορα μέρη ή με τη μόνιμη εγκατάσταση μισθοφόρων. Ο Γέλων, αν και αξιόλογος από άλλες απόψεις, συγκέντρωσε στις Συρακούσες την αριστοκρατία της Καμαρίνας, της Γέλας, των Υβλαίων Μεγάρων και άλλων πόλεων και πούλησε ως δούλους τούς υπόλοιπους κατοίκους τους με το πρόσχημα ότι η παρουσία τού λαού ήταν ενοχλητική για την πόλη· ο αδελφός του Ιέρων μετέφερε κατόπιν τούς πληθυσμούς τής Κατάνης στους Λεοντίνους και εγκατέστησε στα σπίτια τους πέντε χιλιάδες Συρακούσιους και άλλους τόσους Πελοποννήσιους , εν μέρει για να εξασφαλίσει την παρουσία στρατού σε μια πόλη που έμοιαζε συνεχώς διατεθειμένη να εξεγερθεί και εν μέρει για να προσφέρει στον εαυτό του τη φήμη τού ήρωα, ως ιδρυτή μιας τόσο σημαντικής πόλης όπως ακριβώς και ο Γέλων. Η πόλη πήρε το όνομα Αίτνα για να εμφανιστεί ως νεοϊδρυθείσα, αλλά μετά τον θάνατο του Ιέρωνα, όταν όλα ξανάρχισαν απ’ την αρχή, επανήλθε ως Κατάνη, όνομα που φέρει μέχρι και σήμερα. Στις αναμείξεις και τις τρομακτικές εξοντώσεις που συνέβησαν αργότερα στη Σικελία θα αναφερθούμε σε συνδυασμό με  τον Διονύσιο και τον Αγαθοκλή. Το πρόσχημα υπήρξε πάντοτε το ίδιο: είτε θα εφαρμώσουμε αυτή την τακτική, είτε οι άλλες πόλεις θα μας επιβάλουν αντι-τυράννους και θα ταχθούν με το μέρος τών Καρχηδονίων ! Ακόμη και ένας άρχοντας όπως ο Μαύσωλος, συγκέντρωσε στην Αλικαρνασσό τον πληθυσμό τριών πόλεων (τα τρία τέταρτα οκτώ πόλεων των Λελέγων) και μας είναι άγνωστο κατά πόσο οι κάτοικοι θεώρησαν ότι επρόκειτο για δικό τους όφελος. Κατά την εποχή τών Διαδόχων, οι νεοϊδρυθείσες πόλεις στην Ανατολή και την Αίγυπτο επιδιώκουν κυρίως να διακριθούν, δεν θα πρέπει όμως να αγνοήσουμε όλες αυτές τις μαζικές απελάσεις, όλες τις αναμείξεις πληθυσμών και όλες τις αλλαγές ονομασίας που επιβλήθηκαν σε διάσημες αρχαίες πόλεις στις εξελληνισμένες περιοχές τής Εγγύς Ανατολής. Το επιχείρημα ότι μόνο σε συγκατανεύοντες πληθυσμούς μπορούσαν να επιβληθούν  αυτά τα μέτρα μοιάζει αστήρικτο· σε αρκετές περιπτώσεις οι κάτοικοι αναχωρούσαν όταν ένας νέος ηγεμόνας τούς το επέτρεπε.
     Από την πλευρά του ο Κάσσανδρος της Μακεδονίας βασίστηκε στην προσφορά ουσιαστικών πλεονεκτημάτων προς τους πληθυσμούς που η μετεγκατάσταση αφορούσε άμεσα. Το παράδειγμα μάς παραπέμπει στις πόλεις που ιδρύθηκαν από τους Τσέρινγκεν, που επεδίωκαν να εξασφαλίσουν την ελεύθερη διαβίωση αφοσιωμένων πληθυσμών πίσω από ισχυρές επάλξεις. Ας μας επιτραπεί ένας ακόμη παραλληλισμός τών αρχαίων ελληνικών συνοικισμών με αυτούς που είχαν αποφασιστεί αργότερα σε άλλους τόπους από κοινού. Περί τα τέλη τού 12ου αιώνα, όταν το Μιλάνο ήταν επικεφαλής μιας εξέγερσης των Γέλφων εναντίον των Γιβελίνων, και κυρίως αυτών τού Πιεμόντε, με τη συνένωση των χωρικών τών γύρω περιοχών δημιουργήθηκαν οχυρωμένες πόλεις. Απ’ αυτήν την πρωτοβουλία προέκυψαν το Τσιβάσο και το Κόνι· ακολούθως, χωρίς να αναφέρεται καμιά στρατιωτική επέμβαση ιδρύθηκε το Σαβιλιάνο από χωρικούς που ήθελαν να αποφύγουν να τεθούν υπό την εξουσία τού μαρκησίου τού Σαλούτσο· αργότερα, και με τη συνεισφορά τής Αλεσσάνδριας, που υπήρξε δημιούργημα της Λομβαρδικής Λέγκας, εμφανίστηκαν τα χωριά Nizza di Monferrato, Tessano και Montevico· απέναντι στην εχθρική πόλη Άστι, ανάμεσα σε Tarano και Stura, κτίστηκε το Clarasco, και μεγάλος αριθμός κατοίκων τής Alba έσπευσε να εγκατασταθεί εκεί, σε βαθμό που θεωρήθηκε ότι θα μπορούσε να κατεδαφιστεί ολόκληρη η πόλη και οι κάτοικοί της να μεταφερθούν στη νέα πόλη. Η εποχή αυτή μάς προσφέρει ακόμη πολλά παραδείγματα που θυμίζουν τον τρόπο ζωής τής αρχαίας Ελλάδας. Έτσι ο αυτοκράτορας Φρειδερίκος ο 1ος ,  αμέσως μετά την εκδίωξη από την πόλη τους των ηττημένων κατοίκων τού Μιλάνου και την καταστροφή της, τους συγκέντρωσε σε τέσσερις κωμοπόλεις, εφαρμόζοντας ακριβώς αυτό που στην αρχαιότητα ονομάστηκε διοικίζειν (εγκατάσταση σε ξεχωριστές τοποθεσίες)· σ’ αυτή την περίπτωση πρόκειται  για την εκδίκηση ενός νικηφόρου εχθρού που καταστρέφει μια πόλη και υποχρεώνει τούς κατοίκους της να ζήσουν και πάλι σε χωριά. Το ίδιο έκανε και ο βασιλιάς Αγησίπολις στην ηττημένη πόλη τής Μαντινείας, όπως και οι νικητές τού Ιερού Πολέμου που ισοπέδωσαν όλες της πόλεις τής Φωκίδας, εκτός από τις Άβες, και υποχρέωσαν τους κατοίκους να ζήσουν και πάλι στα χωριά.
(συνεχίζεται)

Δεν υπάρχουν σχόλια: