Κυριακή 29 Δεκεμβρίου 2019

HANS URS VON BALTHASAR--ΘΕΟΛΟΓΙΚΗ (THEO-LOGIK) (46)


Συνέχεια από Παρασκευή, 29 Νοεμβρίου 2019

 HANS URS VON BALTHASAR
                                     ΘΕΟΛΟΓΙΚΗ  (THEOLOGIK)
                                                 Τρίτος Τόμος
             ΤΟ ΠΝΕΥΜΑ ΤΗΣ ΑΛΗΘΕΙΑΣ  (DER GEIST DER WAHRHEIT)
(Οι δύο προηγούμενοι τόμοι: 1) Αλήθεια τού κόσμου (Wahrheit der Welt), 2) Αλήθεια τού Θεού (Wahrheit Gottes) )
                                             Johannes Verlag, 1987
4. ΓΙΑ ΤΟ ΦΙΛΙΟΚΒΕ
ΙV. O ΡΟΛΟΣ ΤΟΥ ΠΝΕΥΜΑΤΟΣ ΣΤΟ ΕΡΓΟ ΤΗΣ ΣΩΤΗΡΙΑΣ
2. ΤΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΟΝΟΜΑΤΑ ΤΟΥ ΠΝΕΥΜΑΤΟΣ
γ) Μαρτυρία
Είμαστε καλά ή τόχουμε χαμένο;
Για την αλήθεια τής Αποκαλύψεώς του βασίζεται ασφαλώς ο Ιησούς στη μαρτυρία προπαντός τού Πατρός, που επιτελεί παριστάμενος σ’ αυτόν λόγους και έργα, ενώ ‘γνωρίζει’ και ‘καταθέτει’ και τη μαρτυρία τής Παλαιάς Διαθήκης (Ιωάν. 5, 45-47) και του Ιωάννη τού Βαπτιστή (Ιωάν. 5, 33-36) (( «… μή δοκείτε ότι εγώ κατηγορήσω υμών πρός τόν πατέρα· έστιν ο κατηγορών υμών Μωϋσής, εις όν υμείς ηλπίκατε. ει γάρ επιστεύετε Μωϋσεί, επιστεύετε άν εμοί· περί γάρ εμού εκείνος έγραψεν. ει δέ τοίς εκείνου γράμμασιν ου πιστεύετε, πώς τοίς εμοίς ρήμασι πιστεύσετε;» - «Εάν εγώ μαρτυρώ περί εμαυτού, η μαρτυρία μου ουκ έστιν αληθής. άλλος εστίν ο μαρτυρών περί εμού, και οίδα ότι αληθής εστιν η μαρτυρία ήν μαρτυρεί περί εμού. υμείς απεστάλκατε πρός Ιωάννην, καί μεμαρτύρηκε τή αληθεία· εγώ δέ ου παρά ανθρώπου τήν μαρτυρίαν λαμβάνω, αλλά ταύτα λέγω ίνα υμείς σωθείτε…» )) . Όμως η μαρτυρία τού Πνεύματος, το οποίο θα αποστείλη, επιστρέφοντας στον Πατέρα, στον κόσμο, είναι αποφασιστική για την ολοκλήρωση τού έργου του τής σωτηρίας. Η ‘μαρτυρική’ λειτουργία τού Πνεύματος αποκαλύπτεται εδώ άμεσα στη λειτουργία που ανέλαβε το Πνεύμα ως ΄πληρεξούσιος’ τής υπόθεσης Ιησού – ως ‘πληρεξούσιος’ άρα και του Πατέρα (Ιωάν. 15, 26 κ.ε. – 16, 7-15). Αναρωτώμενοι τώρα για την ενδοτριαδική προέλευση αυτού τού ρόλου τού Πνεύματος, θα συναντήσουμε άλλη μια φορά εκείνη τη διπλή όψη τού ενός και αδιαιρέτου Αγίου Πνεύματος: το οποίο αποτελεί την πράξη ταυτόχρονα της αμοιβαίας αγάπης Πατρός και Υιού, αλλά και τον καρπό αυτής τής πράξης· την πράξη που προϋποθέτει τη διαφορά τών προσώπων στην ενιαία θεότητα, αλλά και την εγγύηση ότι καθιστά αυτή (ακριβώς) η διαφορά δυνατή – «εκπλήσσοντάς» τους – την ενότητα των αγαπωμένων στην αγαπητική (τους) συνένωση. Μιαν ενότητα που είναι μάλιστα «ευρύτερη» από το «αναμενόμενο» και που θα καταστή γι’ αυτό ακριβώς, έστω κι αν παραμένη σ’ αυτούς που την ‘προκαλούν’, η πληρέστατη ελευθερία. Το σημαντικό είναι να επιμείνουμε εδώ στην ενότητα των δύο όψεων τής ίδιας τής υπόστασης (Hypostase) του Πνεύματος: το οποίο συνιστά, ως η εσώτατη ‘πυρκαϊά’ τής αγάπης Πατρός και Υιού, την απόλυτη γνώση τής εκ των έσω αγάπης, αποτελώντας όμως ταυτόχρονα, ως το ‘προϊόν’ και ο καρπός αυτής τής αγάπης – ως αγάπη δηλαδή πάλι –, την αντικειμενική μαρτυρία τής αιωνιότητάς της (το παιδί που ‘μαρτυρά’ μιαν ερωτική πράξη τών γονιών του που συνέβη κάποτε μέσα στον χρόνο, δεν απεικονίζει παρά εντελώς αμυδρά τα παραπάνω)· καθώς και οι δυό αυτές όψεις ‘συναποτελούν’ ταυτόχρονα το Πνεύμα, αυτό το Πνεύμα μπορεί να θεωρηθή ως ο αιώνιος ‘διεγέρτης’ τής θεϊκής αγάπης, μιας αγάπης που δεν μπορεί ποτέ μάλιστα να εξαντληθή, όπως διατρέχει φυσικά αυτόν τον ‘κίνδυνο’ κάθε απλή αγάπη ανάμεσα σε μας τους ανθρώπους· κι αυτό συμβαίνει επειδή αναγνωρίζουν συνεχώς οι δυό αγαπώμενοι, Πατήρ και Υιός, τον επέκεινα καρπό (δηλαδή το Πνεύμα!).
Έχουμε συγκρίνει ήδη παραπάνω τη διπλή όψη τού Αγίου Πνεύματος με το εγελιανό υποκειμενικό και αντικειμενικό πνεύμα, παρατηρώντας σημαντικές μεν ομοιότητες – λόγω τής θεολογικής, απ’ τη μια, καταγωγής αυτού τού φιλοσόφου, και λόγω τού ότι είναι απαραίτητο το αντικειμενικό, απ’ την άλλη, πνεύμα, ώστε να τελειωθή στον απόλυτο βαθμό αυτό το πνεύμα – , ενώ παρέμειναν μεγαλύτερες ασφαλώς οι ανομοιότητες, καθώς θεωρήθηκε εκεί σ’ ένα ενδοκοσμικό πλαίσιο τού γίγνεσθαι η λειτουργική σειρά: υποκειμενικό – αντικειμενικό – απόλυτο, εγελιανό πνεύμα, που δεν αντιστοιχεί ασφαλώς στην τριαδική τάξη (taxis). Αν και είναι ανεπίτρεπτο να μιλάμε για «υποκειμενικό» και «αντικειμενικό» τελικά στον Θεό (σ.σ.: «Δεν υπάρχει τίποτα το αντικειμενικό, εκτός απ’ την αγάπη, στον Θεό, αλλά η αγάπη αυτή είναι το αντικειμενικότερο απ’ όλα, γιατί είναι απόλυτη» - Α. v. Speyr), οι δυό όψεις τού Πνεύματος μπορούν να διακριθούν παρ’ όλ’ αυτά στη «λογική τής αγάπης», όχι όμως ως δυνάμεις αυτο-πραγμάτωσης του απολύτου Πνεύματος όπως στον Χέγκελ, αλλά ως προς το ότι αυτό το Πνεύμα είναι αιώνια πραγματοποιημένο · κι αν ξεκινήσουμε απ’ τον ορισμό τους, μπορούν να διακριθούν (και όχι να διαχωριστούν) και στο οικονομικό κατόπιν έργο τής Τριάδος οι «δύο όψεις», όχι ως δυνάμεις τής γιγνομένης βέβαια απολύτου γνώσεως, όπως στον Χέγκελ, αλλά ως (χρονικές, πράγματι, εν μέρει) δυνάμεις τής επιτελούμενης στο γίγνεσθαι του κόσμου απόλυτης αγάπης (σ.σ.: Ας προσέξουμε πάλι εδώ αυτά που είπαμε παραπάνω για την Εκκλησία: ότι είναι προικισμένη άνωθεν {απ’ το απόλυτο Πνεύμα} με ένα διακριτό υποκειμενικό και αντικειμενικό Άγιο Πνεύμα {όπου οι δυνάμεις τού «αντικειμενικού Πνεύματος» υπηρετούν εν χρόνω την ψυχή που γίνεται εκκλησιαστική, αναλυόμενες εσχατολογικά σε μιαν καθαρή, θεϊκή «αντικειμενικότητα»}, ενώ δεν ταυτίζεται ποτέ, απ’ την άλλη, η αγωνιζόμενη να ανυψωθή ψυχή, η οποία χρειάζεται το αντικειμενικό εκκλησιαστικό Πνεύμα για να τελειωθή υποκειμενικά, με το χαριζόμενο εκ των άνω αντικειμενικό εκκλησιαστικό Άγιο Πνεύμα).
Όσον αφορά στη θεολογική τώρα Οικονομία, η ενσάρκωση του Λόγου στη Μαρία είναι ασφαλώς ένα έργο τού Αγίου Πνεύματος · ‘ανήκει’ όμως τόσο πολύ στο δεύτερο θεϊκό πρόσωπο το αποτέλεσμά της, η υποστατική δηλ. συνένωση του σωματικο-ψυχικού ανθρώπου με τη θεϊκή φύση στο πρόσωπο του Λόγου, ώστε να μην ταυτίζεται η φανέρωση του Υιού τού Ανθρώπου εν μέσω τών υπολοίπων ανθρώπων με την αντικειμενική όψη τού Αγίου Πνεύματος. Του οποίου η θέση στο γεγονός τής Ενανθρωπήσεως χαρακτηρίστηκε ήδη επαρκώς: είναι ο Μεσολαβητής τού πατρικού θελήματος (συμβολιζόμενος με το αιωρούμενο πάνω απ’ τον Λόγο περιστέρι στη Βάπτιση) σ’ αυτόν που «υπήκουσε μέχρι θανάτου», για να δηλωθή μ’ αυτήν τη μεσολάβηση ο ρόλος του στην Οικονομία ως η αρραγής θεϊκή ενότητα, ακριβώς, μάλιστα, εκεί όπου αποκαλύπτεται, σωτηριωδώς, η ενδο-θεϊκή ‘απόσταση’ ή ‘διαφορά’ τών Προσώπων με τη μορφή ενός, μέχρις εγκαταλείψεως, «χωρισμού» (σ.σ.: «Σαν να μαρτυρά το Πνεύμα, ότι η απόσταση-διαφορά δεν μπορεί να είναι ποτέ χωρισμός, γιατί γεφυρώνει αδιαλείπτως εκ νέου το ίδιο το Πνεύμα τη διηνεκή και μεταφυτευόμενη {με την έννοια της αυξανόμενης} διαφορά» - A. v. Speyr). Το Πνεύμα είναι πράγματι η αγάπη, που ‘αντέχει’ παντοτινά αμείωτη ανάμεσα στον «εντολέα» και τον «υπακούοντα», ακόμα και όταν αυτοί φαινομενικά «χωρίζουν» (στη μορφή τού «χωρισμού»), φανερώνοντας την οικονομική σχέση υπακοής τού Υιού προς τον Πατέρα ως μια μορφή και ‘επίδειξη’ της απόλυτης αγάπης. Ενώ το Άγιο Πνεύμα συμμετέχει ασφαλώς και στο γεγονός τής Ενσάρκωσης του Λόγου, εφ’ όσον ο Χριστός έχει ήδη πριν απ’ την Ανάσταση πνευματοφόρο Σάρκα (σύμφωνα με την ευχαριστιακή υπόσχεση, πως «είναι το πνεύμα που ζωοποιεί, η δε σάρκα δεν ωφελεί σε τίποτα», Ιωάν. 6, 63), κάτι που αποδεικνύεται απ’ το ότι αυτή η Σάρκα δεν «αναιρείται» απ’ το Πνεύμα (έστω και με την εγελιανή και μόνον έννοια) ούτε κατά τον δοξασμό στο Θαβώρ ούτε κατά την οριστική Ανάσταση. Την οποία θα καταστήση ατελεύτητα μεν ‘διαπνεόμενη’ το Πνεύμα, χωρίς να την ‘αναγάγη’ (να τη ‘διαλύση’) κατά κανέναν όμως τρόπο σε Πνεύμα: «Σπείρεται ένα ‘αισθητικό’ (‘σαρκικό’) και εγείρεται ένα πνευματικό σώμα· κι αν υπάρχη ένα ‘αισθητικό’, θα υπάρχη κι ένα πνευματικό σώμα» (Α’ Κορ. 15, 44). Και μπορεί μόνο κατ’ αυτήν την έννοια να ονομασθή «ζωοποιούν πνεύμα» ο «δεύτερος Αδάμ» (ό.π. 45) - γιατί είναι ο κάθε Αδάμ σωματικός (φέρει σώμα)· ένα «Πνεύμα», που θα φέρη τα σημάδια τών πληγών και θα σταθή ως «εσφαγμένον Αρνίον» στον θρόνο τού Πατρός.
(( Γράφει ο απόστολος Παύλος: «…ούτω καί η ανάστασις τών νεκρών. σπείρεται εν φθορά, εγείρεται εν αφθαρσία· σπείρεται εν ατιμία, εγείρεται εν δόξη· σπείρεται εν ασθενεία, εγείρεται εν δυνάμει· σπείρεται σώμα ψυχικόν, εγείρεται σώμα πνευματικόν. έστι σώμα ψυχικόν, καί έστι σώμα πνευματικόν. ούτω καί γέγραπται· εγένετο ο πρώτος άνθρωπος Αδάμ εις ψυχήν ζώσαν· ο έσχατος Αδάμ εις πνεύμα ζωοποιούν. αλλ’ ου πρώτον τό πνευματικόν, αλλά τό ψυχικόν, έπειτα τό πνευματικόν. ο πρώτος άνθρωπος εκ γής χοϊκός, ο δεύτερος άνθρωπος ο Κύριος εξ ουρανού. οίος ο χοϊκός, τοιούτοι καί οι χοϊκοί, καί οίος ο επουράνιος, τοιούτοι καί οι επουράνιοι· καί καθώς εφορέσαμεν τήν εικόνα τού χοϊκού, φορέσομεν καί τήν εικόνα τού επουρανίου. Τούτο δέ φημι, αδελφοί, ότι σάρξ καί αίμα βασιλείαν Θεού κληρονομήσαι ου δύνανται, ουδέ η φθορά τήν αφθαρσίαν κληρονομεί…» - Είναι απελπιστική, και απελπισμένη, η προσπάθεια αυτών τών ανθρώπων, όπως ο ανωτέρω Μπαλτάσαρ, να απομακρυνθούν όσο γίνεται απ’ τον Κύριο! ))
( συνεχίζεται )
ΜΑΓΕΙΡΕΥΕΙ Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΚΑΙ ΒΑΖΕΙ ΚΑΙ ΜΙΑ ΚΟΚΚΙΝΗ ΠΙΠΕΡΙΤΣΑ ΟΠΟΥ ΛΕΙΠΕΙ ΤΟ ΑΛΑΤΙ. 
ΔΙΠΛΕΣ ΟΨΕΙΣ ΤΩΝ ΥΠΟΣΤΑΣΕΩΝ-ΝΟΜΙΣΜΑΤΑ ΒΑΣΙΛΙΚΑ-ΣΥΝΟΥΣΙΕΣ, ΚΑΡΠΟΣ ΑΓΑΠΗΣ.
ΓΙ' ΑΥΤΟ Ο ΒΑΡΘΟΛΟΜΑΙΟΣ ΔΕΝ ΚΡΑΤΙΕΤΑΙ ΠΛΕΟΝ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΝΩΣΗ. ΕΣΤΩ ΚΑΙ ΜΕ ΣΥΜΦΩΝΟ ΣΥΜΒΙΩΣΗΣ.
Αμέθυστος

1 σχόλιο:

Ανώνυμος είπε...

Είναι σημαντικό που γνωρίζουμε αυτά τα σύγχρονα κείμενα, που τα 'σπουδάζουμε'... Οι Έλληνες στήριξαν πάντα την ζωή τους στη γνώση και την αλήθεια... Κάτι που είναι, ασφαλώς, αφάνταστα δύσκολο, έως ακατόρθωτο, στον σύγχρονο, εξαμερικανισμένο, εικονικό 'κόσμο'... Τέλος πάντων, ακόμα και 'ίχνη' εκείνων των Ελλήνων διαμορφώνουν και φυλάττουν μια μικρή, ελάχιστη ίσως, δίοδο προς το άγνωστό μας αύριο... Όπως η συγκλονιστική εντύπωση απ' το έργο του Γ. Κουρκούβελου "Ρέκβιεμ - Προσδοκώ ανάσταση νεκρών" στον Βόλο...